ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)183/2012
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Οι δήμοι μπορούν, κατόπιν σχετικής απόφασης του δημοτικού συμβουλίου τους και υπό την προϋπόθεση της ύπαρξης σχετικής πίστωσης στον προϋπολογισμό τους, η οποία δεν υπερβαίνει το 1,5% των τακτικών εσόδων τους, να χορηγούν χρηματική ενίσχυση σε εκκλησιαστικά ν.π.δ.δ. που εδρεύουν εντός των διοικητικών ορίων τους, για την πραγματοποίηση, από τα εν λόγω ν.π.δ.δ., κοινωνικών εκδηλώσεων (βλ. Ελ.Συν., VII Τμήμ. πράξ. 111/2011, 332/2010, 271, 190, 105/2009, 388/2006). Εξάλλου, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, όπως αυτή συνάγεται από τη γραμματική ερμηνεία τους και τη ρητή ένταξη των εκκλησιαστικών ν.π.δ.δ. στα δικαιούμενα επιχορήγησης από τους δήμους νομικά πρόσωπα, σε συνδυασμό με την αποστολή, ως καθαρώς θρησκευτικών οργανισμών, των εκκλησιαστικών ν.π.δ.δ., οι πραγματοποιούμενες, απ' αυτά, «κοινωνικές εκδηλώσεις» που μπορούν να επιχορηγούν οι δήμοι πρέπει να αφορούν σε υλοποίηση δράσεων που σκοπό έχουν την επιδίωξη του συλλογικού οφέλους της οικείας τοπικής κοινωνίας και την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συμφέροντος των μελών της (πρβλ. Ελ.Συν., VII Τμήμ. πράξ. 377, 215/2010, 301, 60/2008).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.7/Κ.Π.Ε/38/2013
Επιχορήγηση πολιτιστικού συλλόγου (…)Από τις παρατεθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις του Κ.Δ.Κ. συνάγονται, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα: Οι δήμοι μπορούν, κατόπιν σχετικής απόφασης του δημοτικού συμβουλίου τους και υπό την προϋπόθεση της ύπαρξης σχετικής πίστωσης στον προϋπολογισμό τους, η οποία δεν υπερβαίνει το 1,5% των τακτικών εσόδων τους, να παρέχουν χρηματική επιχορήγηση σε πολιτιστικούς συλλόγους, που εδρεύουν εντός των διοικητικών ορίων τους, για την πραγματοποίηση, από τους εν λόγω συλλόγους, πολιτιστικών εκδηλώσεων. Κατά συνέπεια, η ως άνω παροχή επιχορήγησης αφορά στην πραγματοποίηση συγκεκριμένης πολιτιστικής εκδήλωσης και δεν επιτρέπεται να παρέχεται για την κάλυψη, απλώς, λειτουργικών αναγκών του επιχορηγούμενου συλλόγου (βλ. Ελ.Συν., Τμ. VII πράξεις 38/2012, 284, 178/2011, 306/2010). Εξάλλου, με τις ανωτέρω διατάξεις παρέχεται, στο δημοτικό συμβούλιο, διακριτική ευχέρεια διάθεσης της ως άνω εγγεγραμμένης στον προϋπολογισμό πίστωσης, τόσο ως προς την επιλογή των νομικών προσώπων, από τα αποκλειστικώς απαριθμούμενα στις εν λόγω διατάξεις, που θα επιχορηγηθούν, όσο και ως προς το ύψος της χορηγούμενης χρηματικής ενίσχυσης, η οποία (διακριτική ευχέρεια) ελέγχεται ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της που συνιστά κακή χρήση αυτής και, συνεπώς, λόγο μη νομιμότητας της σχετικής δαπάνης. Ειδικότερα, ως προς το ύψος της επιχορήγησης, τα άκρα όρια της ως άνω διακριτικής ευχέρειας καθορίζονται από την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης (βλ. άρθρο 1 ν.3871/2010), σύμφωνα με την οποία η σχετική δαπάνη δεν πρέπει να υπερβαίνει το ανάλογο (προσήκον) μέτρο, όπως αυτό διαγράφεται από την αρχή της οικονομικότητας, εκτίμηση που περιλαμβάνει αξιολόγηση, κατά τα διδάγματα της κοινή πείρας και λογικής, της προσφορότητάς της να συμβάλλει στην επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και εάν για το δεδομένο σκοπό δαπανήθηκε το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό χρημάτων (βλ. 225/2012 πράξη του Κλιμακίου τούτου). Στο πλαίσιο αυτό, όπως έχει ήδη κριθεί (βλ. Ελ.Συν., Τμ. VII πράξη 19/2012), πριν από την έγκριση της επιχορήγησης από το δημοτικό συμβούλιο, πρέπει το ενδιαφερόμενο σωματείο να υποβάλει αίτηση, με την οποία να προσδιορίζονται οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις, για την πραγματοποίηση των οποίων προτίθεται να διαθέσει την αιτούμενη επιχορήγηση, και στην οποία να αναγράφεται ο προϋπολογισμός εξόδων των εκδηλώσεων αυτών. (…)Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα επιχορήγηση δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν συντρέχουν όλες οι τασσόμενες, από το άρθρο 202 παρ. 1 του Κ.Δ.Κ., προϋποθέσεις για τη χορήγησή της. Συγκεκριμένα, στην προμνησθείσα από 19.3.2012 αίτηση του φερόμενου ως δικαιούχου συλλόγου δεν προσδιορίζεται ο προϋπολογισμός εξόδων της επιχορηγούμενης εκδήλωσης, ούτως ώστε να μπορεί να ελεγχθεί αν η εντελλόμενη δαπάνη δεν υπερβαίνει το ανάλογο (προσήκον) στις περιστάσεις της συγκεκριμένης εκδήλωσης μέτρο. Πολλώ δε μάλλον που εν προκειμένω, ο ως άνω σύλλογος δεν είναι ο ίδιος διοργανωτής της επιχορηγούμενης εκδήλωσης αλλά απλώς συμμετέχει σ' αυτή, η δε συμμετοχή του, όπως προκύπτει από το πρόγραμμα της ημερίδας, περιορίζεται στην παρουσίαση από το χορευτικό του συγκρότημα χορών του Πόντου και, ίσως, στην προσφορά ποντιακών εδεσμάτων
ΕΣ/Τ7/0064/2007
Ανάθεση συμπληρωματικών μελετλων.Κατά την έννοια των διατάξεων του ν.3316/2005, οι οποίες , εφαρμόζονται στην προκειμένη υπόθεση, ενόψει του χρόνου λήψης απόφασης του δημοτικού συμβουλίου για την έγκριση του 4ου συγκριτικού πίνακα εργασιών (βλ. πράξ. VII Τμήμ. 61/2006), η κατάρτιση συμβάσεων για την εκπόνηση συμπληρωματικής μελέτης με τον ανάδοχο της ήδη εκπονούμενης μελέτης αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης αυτής, η οποία εφαρμόζεται μόνο υπό τις αναφερόμενες στο νόμο προϋποθέσεις, διότι συνιστά παρέκκλιση από τον κανόνα της διαγωνιστικής διαδικασίας και τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας συμμετοχής στις διαδικασίες για την κατάρτιση δημοσίων συμβάσεων και του ελεύθερου ανταγωνισμού.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/156/2019
Εκτέλεση εργασιών επισκευής και συντήρησης δικτύων αποχέτευσης.: Με δεδομένα αυτά, ελλείψει σχετικής ρύθμισης για την αρμοδιότητα σύνταξης και υπογραφής των χρηματικών ενταλμάτων στη Δ.Ε.Υ.Α. ....., εφαρμόζονται οι σχετικές για τους Δήμους διατάξεις (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. VII Τμ. 69/2016, Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 212/2016) που, πλέον, ορίζουν ότι τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής υπογράφονται από τον Προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών (Π.Ο.Υ.) του Δήμου, ή το υφιστάμενό του όργανο που εξουσιοδοτείται από αυτόν, και τον συντάκτη τους, ήτοι τον υπάλληλο της λογιστικής υπηρεσίας, ως αρμοδίου για την εκκαθάριση οργάνου (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 228, 276/2018, 63/2019). Συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα αναρμοδίως υπογράφεται τόσο από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α. όσο και από τον Αντιπρόεδρό της, στον οποίο παρανόμως έχουν ανατεθεί καθήκοντα έκδοσης χρηματικών ενταλμάτων διότι, κατά τα προαναφερθέντα, αυτά ανήκουν στους υπαλλήλους της λογιστικής υπηρεσίας.
ΝΣΚ/577/1993
Δήμοι - Κοινότητες. Οφειλές. Εκχώρηση απαιτήσεων..Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) μπορούν να προβούν σε εκχώρηση των απαιτήσεών τους προς εξόφληση νομίμως ανειλημμένης οφειλής.
ΕλΣυν/Τμ.7 (ΚΠΕ)/192/2012
Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 6 του ίδιου πιο πάνω ν.3969/2008, οι όροι της διακήρυξης που αφορούν στις πιστώσεις, από τις οποίες θα χρηματοδοτηθεί το έργο, αποσκοπούν αποκλειστικά στην πληροφόρηση των υποψηφίων αναδόχων, χωρίς να επηρεάζουν τους ουσιώδεις όρους της διεξαγωγής του διαγωνισμού, η παράβαση των οποίων θα οδηγούσε σε ακύρωσή του, ούτε της σε συνέχεια αυτού υπογραφείσας σύμβασηςΕπομένως είναι επιτρεπτή η κατά τη διάρκεια της κατασκευής του έργου, ανάλογα με την πορεία των δημοσιονομικών δεδομένων του αναθέτοντος δήμου, η αλλαγή της πηγής χρηματοδότησής του (βλ. Ελ.Συν., VII Τμ. πράξ. 144/2007). Βέβαια, η αλλαγή της πηγής χρηματοδότησης του έργου, κατά τη διάρκεια εκτέλεσής του, προϋποθέτει, για τη νομιμότητά της, τόσο τη σχετική τροποποίηση του τεχνικού προγράμματος, σύμφωνα με το άρθρο 208 του «Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (ν.3463/2006, ΦΕΚ 114 Α΄), όσο και την αντίστοιχη αναμόρφωση του προϋπολογισμού του οικείου Δήμου, σύμφωνα με το άρθρο 8 του β.δ/τος 17.5./15.6.1959 «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ 114 Α΄, διόρθ. 145 και 197 Α΄), το άρθρο 161 του «Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» και το άρθρο 23 παρ. 5 του ν.3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄), καθώς και τη τήρηση, στην περίπτωση πληρωμών υποχρεώσεων παρελθόντων οικονομικών ετών, της προβλεπόμενης, από το π.δ/μα 113/2010 (ΦΕΚ 194 Α΄, διόρθ. 209 Α΄) «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες» (βλ. και άρθρο 9 παρ. 11 ν.4071/2012, ΦΕΚ 85 Α΄), διαδικασίας (βλ. Ελ.Συν., VII Τμ. πράξεις 144/2007, 145/2006, πρβλ. Ελ.Συν., VII Τμ. 72/2012, Κλ.Πρ.Ελ.Δαπ. στο VII Τμ. 73, 48/2012).
ΕΣ/τμ.7(ΚΠΕ)/211/2013
Παροχή υπηρεσιών προώθησης του τουριστικού προϊόντος του Δήμου και βελτιστοποίησης της προβολής του για το χρονικό διάστημα από 4.5.2012 έως 3.8.2012, στο πλαίσιο σχετικής σύμβασης.(...)Ο Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (Α΄ 114), ορίζει στην παρ. 3 του άρθρου 158 ότι «Πιστώσεις που είναι γραμμένες στους οικείους κωδικούς αριθμούς του προϋπολογισμού του Δήμου (…) μπορεί να διατεθούν, με απόφαση του δημοτικού (…) συμβουλίου για την πληρωμή δαπανών, που αφορούν: α) (…) δ) Την τουριστική προβολή, με κάθε πρόσφορο μέσο, του Δήμου (…)».Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές οι δήμοι δύνανται, κατόπιν απόφασης του δημοτικού συμβουλίου τους, να διαθέτουν πιστώσεις για την πληρωμή δαπανών για την τουριστική τους προβολή. Οι δαπάνες όμως αυτές πρέπει να είναι σύμφωνες με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία ορίζεται σε σχέση με τις αρχές της οικονομικότητας, της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας και της αναγκαιότητας πραγματοποίησής των σχετικών δαπανών. Ειδικότερα, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας που επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών των δήμων με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους, δεν επιτρέπεται η διενέργεια δαπανών για την παροχή υπηρεσιών που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των δημοτικών υπαλλήλων, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, ή στις αρμοδιότητες των συλλογικών δημοτικών οργάνων, αφού αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση των δήμων. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η ανάθεση σε τρίτους υπηρεσιών ειδικής φύσης για την παροχή των οποίων απαιτούνται είτε εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, τα οποία δεν διαθέτουν οι υπηρετούντες υπάλληλοι και τα μέλη των αρμοδίων δημοτικών συλλογικών οργάνων, είτε η χρήση τεχνικών μέσων που επίσης δεν διατίθενται από το δήμο Ε.Σ. VII Τμ. πράξεις 301, 273, 265, 252, 173, 98/2011, 289, 191, 137, 76/2010, 397, 232/2009, Κλιμ. VII Τμ. 93, 71/2013, 59, 35/2012).
ΕΣ/Τ7/171/2009
Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν. 1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 2738/1999, με τις οποίες είχε αντικατασταθεί το άρθρο 35 του προϊσχύσαντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1416/1984 (το άρθρο 35 επαναλαμβάνεται στο άρθρο 225 του ισχύοντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με τροποποιήσεις μόνο αναφορικά με τα πρόσωπα που δύνανται να συνάψουν ή να συμμετέχουν σε προγραμματική σύμβαση, τη δυνατότητα ανάθεσης σε τρίτο της διαχείρισης, εκμετάλλευσης και συντήρησης των έργων της προγραμματικής σύμβασης καθώς και την περίπτωση που τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα είναι πολιτιστικού χαρακτήρα), γινόταν υπενθύμιση του αναπτυξιακού χαρακτήρα του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφερόταν ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (πρβλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στο νόμο και στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε χρηματοδότηση κοινωφελούς δημοτικής επιχείρησης κατά παράβαση του άρθρου 259 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (πρβλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.).
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)280/2013
Καταβολή του πρώτου τμήματος της αμοιβής του για την παροχή υπηρεσιών στο πλαίσιο του έργου «Ανάπλαση περιοχών Δ.Ε. ...... του Δήμου ...... στις γειτονιές 10-11-12 πράξεως εφαρμογής 33, στις γειτονιές 14-15 πράξεως εφαρμογής 37 και στις γειτονιές 9-13 πράξεως εφαρμογής 45 για τη δημιουργία θεματικών πυρήνων πρασίνου και αναψυχής» σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην από 16.3.2012, προγραμματική σύμβαση μεταξύ του ως άνω Δήμου και του ανωτέρω ν.π.δ.δ..(...)Κατά τις ανωτέρω διατάξεις, οι προγραμματικές συμβάσεις αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημόσιων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ’ ύλη αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (πρβλ. Πράξη 195/2006 VII Τμ. Ελ.Συν., βλ. Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.). Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Δήμων και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις ανωτέρω διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής, στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο της προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ’ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης Συν/9.5.2006 και Πράξεις 304/2006, 171/2009 VII Τμ. Ελ.Συν., βλ. Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μην μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο (βλ. Πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 68, 69/2012, 310/2010, 171/2009, 270/2008 κ.ά., Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.).(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η οι ως άνω ανατεθείσες στο ...... υπηρεσίες δεν εμπίπτουν στην έννοια του ερευνητικού προγράμματος, καθόσον δεν τις χαρακτηρίζει το στοιχείο της πρωτοτυπίας, αλλά όπως προκύπτει άλλωστε από το άρθρο 5 της υπό κρίση σύμβασης πρόκειται, κατ΄ουσία, για σύνολο συνήθων μελετών (όπως χωροταξικών, αρχιτεκτονικών, στατικών, ηλεκτρομηχανολογικών και μελέτης φύτευσης), που εξυπηρετούν συγκεκριμένο και ειδικό αντικείμενο και εξαντλούνται στην εφαρμογή τους αυτή, για την ανάθεση των οποίων τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 3316/2005. Ειδικότερα, και παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από το Δήμο ......, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αποδεικνύεται η πρωτοτυπία του παραχθέντος από το ...... επιστημονικού έργου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη ότι το παραδοτέο αντικείμενο της επίμαχης προγραμματικής σύμβασης δεν αποκλίνει ουσιωδώς κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας από το παραδοτέο αντικείμενο στο πλαίσιο συνήθους σύμβασης ανάθεσης μελέτης, κατά τις διατάξεις του ν.3316/2005. Εξάλλου, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η ανάθεση των υπηρεσιών αυτών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης προϋποθέτει την αδυναμία ανάθεσης τους με άλλο τρόπο. Εν προκειμένω και ενώ υπήρχε η δυνατότητα ανάθεσης μελετητικών υπηρεσιών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3316/2005, καταρτίστηκε η επίμαχη προγραμματική σύμβαση, η οποία συνιστά κατά την κρίση του Κλιμακίου κατ’επίφαση σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010, υποκρύπτουσα ανάθεση συνήθων μελετών, διεπόμενων από τις διατάξεις του ν.3316/2005. Συνεπώς, η απευθείας ανάθεση της εκπόνησης των ως άνω μελετών στο ...... δεν είναι νόμιμη, διότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προβλεπόμενες στο άρθρο 10 του ν.3316/2005 προϋποθέσεις της απευθείας ανάθεσης μελέτης χωρίς τη διενέργεια διαγωνιστικής διαδικασίας και χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το κρίσιμο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, παρίσταται μη νόμιμη, συνεπώς αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/19/2013
Καταβολή αμοιβής για τον εκχιονισμό δρόμων.(...0 παρέχεται η δυνατότητα στους δήμους να συνάπτουν συμβάσεις υπηρεσιών προσφεύγοντας σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς να προηγείται δημοσίευση σχετικής προκήρυξης, στην περίπτωση, μεταξύ άλλων, που συντρέχουν λόγοι κατεπείγουσας ανάγκης, ο οποίοι πρέπει να οφείλονται σε απρόβλεπτα γεγονότα, συνεπεία των οποίων να μην είναι δυνατή η τήρηση των νομίμων προθεσμιών για τη διενέργεια δημόσιου διαγωνισμού. Νοούνται δε, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ως απρόβλεπτα γεγονότα εκείνα τα αιφνίδια ή ασυνήθη πραγματικά γεγονότα, τα οποία, ακριβώς επειδή δεν ήταν γνωστά στον αναθέτοντα δήμο, ούτε ανάγονται στη σφαίρα της ευθύνης του, καθιστούν ανέφικτο τον έγκαιρο προγραμματισμό των αναγκαίων για την αντιμετώπισή τους εργασιών (βλ. Ελ.Συν., Τμ. VI αποφ. 1508/2012, 2776, 2236, 2189, 1784/2011).
ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)15/2013
Εκπόνηση τοπογραφικής μελέτης(…)Σύμφωνα με βασική αρχή του δημοσιονομικού δικαίου, που απορρέει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας, που διέπει τη δράση των διοικητικών οργάνων, συνάγεται από βασικές διατάξεις αυτού (άρθρα 3, 13 και 40 του ν.δ/τος 496/1974, 1 παρ. 2α΄ του π.δ/τος 465/1975, 1 παρ.1 του ν.δ/τος 1265/1972, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 968/1979, και 22, 26, 28 και 79 του ν. 2362/1995) και έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στη διάταξη του άρθρου 37 παρ. 2 του ν.3801/2009, για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό της υπηρεσίας, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν δεν προβλέπεται από συγκεκριμένη διάταξη, να προκύπτει από τα δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν, ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του Δημοσίου, του Ν.Π.Δ.Δ. ή του Ο.Τ.Α. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν οι ως άνω φορείς. Επιπλέον, όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των υπηρεσιών του Δημοσίου, του Ν.Π.Δ.Δ. ή του Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα), με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ' εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή μόνον όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένως, δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 16/2012, 309, 176, 114, 85/2011), είτε εφ' όσον αποδεικνύεται ότι, αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί με το προβλεπόμενο προσωπικό άνευ υπαιτιότητας του ενδιαφερόμενου ν.π.δ.δ. (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πράξ. 3/2004, 81/2006, 3/2008, 54/2008, 179/2011).(…) Από τις ανωτέρω διατάξεις, 3463/2006 και 3316/2005 σε συνδυασμό ερμηνευόμενες, συνάγονται τα ακόλουθα: Για την εκτέλεση εργασιών και την παροχή υπηρεσιών από τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού απαιτείται η προηγούμενη σύνταξη και θεώρηση μελέτης από την τεχνική υπηρεσία τους και, αν δεν υπάρχει τέτοια υπηρεσία ή αυτή αδυνατεί, από την Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ). Περαιτέρω, εξαιρετικά στην περίπτωση που ο Προϊστάμενος της Τ.Υ.Δ.Κ. επιβεβαιώνει εγγράφως την αδυναμία της τελευταίας να προβεί στη σύνταξη της σχετικής μελέτης, επιτρέπεται, η ανάθεση εκπόνησης αυτής σε ιδιώτες μελετητές και ιδιωτικά γραφεία μελετών, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, στην οποία πρέπει να εξειδικεύονται οι λόγοι που επιβάλουν την ανάθεση εκπόνησης αυτής σε τρίτους (πρβλ. 18/2012 πράξ. Κλιμ. VII Τμημ.). Ως κύρια διαδικασία ανάθεσης μελετών από τους Ο.Τ.Α. καθιερώνεται η διενέργεια διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση ικανού αριθμού συμμετεχόντων, η αποφυγή του κινδύνου μεθοδεύσεων, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η επιλογή της πλέον συμφέρουσας από τεχνικής και οικονομικής απόψεως προσφοράς. Η με απευθείας ανάθεση εκπόνηση μελέτης αποτελεί εξαιρετική διαδικασία, που επιτρέπεται μόνο στις ρητά καθοριζόμενες από το νόμο περιπτώσεις.(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά τον βασίμως προβαλλόμενο πρώτο λόγο διαφωνίας της Επιτρόπου ότι μη νομίμως ανατέθηκε στη φερόμενη ως δικαιούχο του υπό κρίση χρηματικού εντάλματος η εν λόγω μελέτη, καθόσον αυτή αφορά σε αντικείμενο, που ανάγεται στα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού, όπως προκύπτει από τη διάρθρωση των υπηρεσιών αυτού, ενώ περαιτέρω δεν πρόκειται για ειδικής φύσεως εργασίες για την εκτέλεση των οποίων απαιτούνται ειδικές γνώσεις, που αποδεδειγμένα δεν διέθετε το προσωπικό που υπηρετούσε στο Δήμο.