ΕλΣυν/Τμ.7/74/2010
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Δημόσια έργα.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη, καθόσον ο Δήμος κάνοντας χρήση της δυνατότητας που του παρέχει η διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 3263/2004 νομίμως κάλεσε την επόμενη κατά σειρά μειοδότρια να αποδεχθούν την ανάθεση του έργου μετά την άρνηση του πρώτου μειοδότη να παρατείνει το χρόνο ισχύος της προσφοράς του με σκοπό την κατάρτιση της σύμβασης και νομίμως κατακύρωσε τα αποτελέσματα του διαγωνισμού σ’ αυτήν, αφού ο πρώτος μειοδότης δεν είχε αποδεχθεί τη σχετική πρόσκληση, χωρίς να απαιτείται από τις προμνησθείσες στη μείζονα σκέψη διατάξεις αιτιολογία για το οικονομικό συμφέρον της προσφοράς του ως τελευταίου μειοδότη.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/134/2012
Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν η μη θέση σφραγίδας στην υπεύθυνη δήλωση περί μη πτώχευσης, εκκαθάρισης κ.λπ. του ατομικού εργολήπτη .... καθώς και η μη αναγραφή ολογράφως στην οικονομική προσφορά του ονοματεπώνυμου αυτού, δεν αποτελούν υποχρεωτικά στοιχεία για την απόδειξη της ταυτοπροσωπίας του, σύμφωνα με τους όρους της διακήρυξης του επίμαχου διαγωνισμού. Αντιθέτως, κατά τους ίδιους όρους η αρμόδια Επιτροπή του Διαγωνισμού όφειλε, εφόσον διαπίστωνε την έλλειψη αναγραφής του ονοματεπώνυμου στην οικονομική προσφορά του πρώτου μειοδότη, να τον καλέσει προκειμένου να συμπληρώσει τα στοιχεία μετά το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών. Ως εκ τούτου μη νομίμως έγινε δεκτή η ως άνω ένσταση του φερόμενου ως δικαιούχου των χρηματικών ενταλμάτων και αποκλείστηκε η πρώτη μειοδότρια εταιρεία. Ο ισχυρισμός του Δήμου ότι ο πρώτος μειοδότης νομίμως αποκλείστηκε καθόσον το έντυπο της οικονομικής προσφοράς επέβαλε την αναγραφή ολογράφως του ονοματεπώνυμου των συμμετεχόντων στο διαγωνισμό είναι αβάσιμος, καθόσον το κανονιστικό πλαίσιο του επίμαχου διαγωνισμού διέπεται από τις διατάξεις της επίμαχης διακήρυξης. Ούτε περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι δεν υπήρχε πρόθεση καταστρατήγησης των διατάξεων αυτής καθώς και ότι τα αρμόδια όργανα τελούσαν σε συγγνωστή πλάνη, όπως ισχυρίζεται ο Δήμος, καθόσον δεν εξειδικεύονται οι περιπτώσεις διαγωνισμών κατά τις οποίες τα όργανα αυτά είχαν αποκλείσει υποψηφίους αναδόχους για τους ίδιους λόγους.
ΕλΣυν/Τμ.7/222/2010
Δεν είναι νόμιμη η ταυτόχρονη πρόσκληση υποβολής επικαιροποιημένων δικαιολογητικών και υπογραφής της σύμβασης, αφού κατά το στάδιο πριν την εκ νέου υποβολή και έλεγχο των δικαιολογητικών του μειοδότη, δεν υφίσταται νόμιμη κοινοποίηση της κατακυρωτικής απόφασης και της πρόσκλησης για υπογραφή της οικείας σύμβασης. Εξάλλου, ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης και να προσκομίσει τις απαιτούμενες εγγυήσεις καλής εκτέλεσης μέσα στην προθεσμία που τάσσεται στη σχετική πρόσκληση, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τις δεκαπέντε ημέρες. Η προθεσμία δε αυτή είναι, σύμφωνα με το σαφές γράμμα του άρθρου 4.2 της διακήρυξης, αποκλειστική, αν δε παρέλθει άπρακτη ή αν εντός αυτής προσκομισθούν ελλιπή δικαιολογητικά, η κατακυρωτική απόφαση ανακαλείται και το αποτέλεσμα του διαγωνισμού κατακυρώνεται στον δεύτερο μειοδότη, (πρβλ Τμήμα VI 178/2007, Σ.τ.Ε. 677/2006.) Σε περίπτωση δε που ταχθείσα προς τούτο προθεσμία είναι μικρότερη των 15 ημερών, χωρίς τούτο να προβλέπεται από τη διακήρυξη, και ο μειοδότης δεν προσέλθει εντός αυτής να υπογράψει τη σχετική σύμβαση, δεν δύναται νομίμως να κηρυχθεί έκπτωτος (βλ. Σ.τ.Ε. 2009/2004).
ΝΣΚ/315/2016
Δυνατότητα αντικατάστασης μέλους κοινοπραξίας από άλλη εταιρεία, πριν την ανάδειξη της κοινοπραξίας ως οριστικού μειοδότη σε διαγωνισμό.(...) Η προβλεπόμενη στο άρθρο 65 του ν. 3669/2008 (Κώδικα Δημοσίων Έργων - ΚΔΕ) υποκατάσταση μέλους κοινοπραξίας από άλλη εταιρεία προβλέπεται μόνον κατά το στάδιο της εκτελέσεως/κατασκευής του έργου, δηλαδή το στάδιο που ακολουθεί την υπογραφή της συμβάσεως μεταξύ αναδόχου και κυρίου του έργου, στην προκείμενη δε περίπτωση από το ιστορικό προκύπτει ότι δεν υφίσταται σύναψη, ούτε και υπογραφή της συμβάσεως και επομένως δεν θα ήταν νόμιμη η υποκατάσταση μέλους της κοινοπραξίας που ανακηρύχθηκε μειοδότης στον επίμαχο διαγωνισμό (ομόφ.)
ΕΣ/ΚΛ.Ε/885/2019
Σύμβαση έργου «Κατασκευή κτιρίου εστιατορίου – μαγειρείων 600 ατόμων στη ΣΜΥ στο Στρδο “Υπτγου ...”» (...) Η αναθέτουσα αρχή κάλεσε την ανάδοχο (2.1.2019) να υποβάλει επικαιροποιημένα δικαιολογητικά, προκειμένου να υπογραφεί το σχέδιο σύμβασης, έως 12.1.2019, ωστόσο, στις 11.1.2019, η ανάδοχος αρνήθηκε, διότι η ισχύς της προσφοράς της έληξε στις 6.1.2019, χωρίς να έχει συναφθεί σύμβαση, συνεπώς αποδεσμευόταν.(...)Κλήθηκε ο δεύτερος κατά σειρά μειοδοσίας προσωρινός μειοδότης, «…», δ.τ. «… ΑΤΕ», να υποβάλει τα δικαιολογητικά κατακύρωσης.(...)Σύμφωνα με το από 3.7.2019 Πρακτικό της αρμόδιας Επιτροπής Διαγωνισμού, τα δικαιολογητικά υποβλήθηκαν εμπροθέσμως, ήταν πλήρη και νόμιμα και αποδεικνυόταν η συνδρομή των προϋποθέσεων κατακύρωσης. Δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης
ΕλΣυν/Τμ.6/119/2008
Με τις ανωτέρω διατάξεις, (άρθρο 23 του π.δ. 609/1985) τίθεται ως τυπική προϋπόθεση του παραδεκτού της προσφοράς η κατάθεση εγγυητικής επιστολής συμμετοχής συγκεκριμένης εκ του νόμου ελάχιστης χρονικής διάρκειας ισχύος, η οποία τελεί σε συνάρτηση με το χρόνο ισχύος των προσφορών των διαγωνιζομένων και πρέπει να είναι τουλάχιστον κατά τριάντα (30) ημέρες μεγαλύτερη του χρόνου ισχύος αυτών. Σκοπός του νομοθέτη, με την καθιέρωση της εγγύησης συμμετοχής, ήταν η εξασφάλιση των συμφερόντων της αναθέτουσας αρχής με την εκπλήρωση, εκ μέρους του μειοδότη, της υποχρέωσής του, όπως προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης. Ο σκοπός, όμως, αυτός ουδόλως παραβλάπτεται σε περίπτωση που, σε συμμόρφωση προς σχετικό όρο της διακήρυξης, η εγγύηση συμμετοχής είναι μικρότερης διάρκειας από την οριζόμενη από τις ανωτέρω διατάξεις, εφόσον η εγγύηση αυτή παραμένει σε ισχύ κατά την ημερομηνία υπογραφής της οικείας σύμβασης και η αναθέτουσα αρχή δεν κωλύεται, εάν απαιτηθεί, να ζητήσει την παράταση της διάρκειάς της. Αντιθέτως, βέβαιη είναι η βλάβη που η τελευταία θα υποστεί, στην περίπτωση που, αποκλείοντας, εξαιτίας του μη ουσιώδους τυπικού αυτού ελαττώματος, το μειοδότη, υποχρεωθεί είτε στην ακύρωση της δημοπρασίας, είτε στην ανάθεση του έργου σε άλλο διαγωνιζόμενο, που προσέφερε μικρότερη έκπτωση. Έτσι, όμως, η επίμαχη ρύθμιση του άρθρου 23 του π.δ. 609/1985, που έχει τεθεί υπέρ της αναθέτουσας αρχής, θα απέβαινε τελικά σε βάρος των καλώς εννοούμενων συμφερόντων της, με συνέπεια ο αποκλεισμός του μειοδότη, να μην ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νομοθέτη. Πολύ δε περισσότερο όταν το ελάττωμα της εγγύησης συμμετοχής αποτελεί απόρροια όρου της διακήρυξης και, επομένως, ζήτημα διακριτικής μεταχείρισης μεταξύ των υποψηφίων δεν δύναται εξ αντικειμένου να τεθεί. Σύμφωνα, όμως, με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, νομίμως η αναθέτουσα αρχή προέβη στην κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην αιτούσα μειοδότρια κοινοπραξία, παρά το γεγονός ότι αυτή κατέθεσε εγγυητική επιστολή συμμετοχής ισχύος μέχρι 8.8.2008, ήτοι 210 ημερών από την ημερομηνία δημοπράτησης του έργου, συμμορφούμενη με σχετικό όρο της οικείας διακήρυξης. Τούτο δε διότι αφενός δεν παραβλάπτονται τα έννομα συμφέροντα της αναθέτουσας αρχής αφού η εγγύηση συμμετοχής παραμένει σε ισχύ, σε κάθε δε περίπτωση αυτή μπορεί να ζητήσει την παράταση της διάρκειάς της και αφετέρου ζήτημα διακριτικής μεταχείρισης των υποψηφίων στον επίμαχο διαγωνισμό δεν τίθεται.
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/172/2012
(...) Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ένσταση της εταιρείας «.....» ασκήθηκε εμπρόθεσμα στις 27.9.2010, δεδομένου του ότι η πενθήμερη προθεσμία, που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 4.1. θ΄ της διακήρυξης για την άσκησή της, άρχισε την επομένη ημέρα από την κοινοποίηση του πρακτικού της Επιτροπής του Διαγωνισμού, ήτοι στις 22.9.2010 και έληξε, όχι στις 26.9.2010, που συνέπιπτε με αργία, δηλαδή την Κυριακή, αλλά στις 27.9.2010, δηλαδή την επόμενη εργάσιμη ημέρα που ήταν η Δευτέρα. Συνεπώς ο σχετικός λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου παρίσταται αβάσιμος. Περαιτέρω, oι σχετικές διατάξεις, του άρθρου 23.2.3 της διακήρυξης, που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη, δεν επιβάλλουν, και μάλιστα επί ποινή απαραδέκτου της προσφοράς, την σύνταξη της υπεύθυνης δήλωσης με αναγραφή της ημερομηνίας και στην πίσω όψη αυτής όταν συνεχίζεται εκεί λόγω έλλειψης διαθέσιμου χώρου η αρίθμηση των δικαιολογητικών, για τα οποία δηλώνεται ότι είναι ακριβή φωτοαντίγραφα των πρωτοτύπων. Άλλωστε, η ως άνω αναγραφή της ημερομηνίας δεν απαιτείται ούτε και από το ίδιο το έντυπο της υπεύθυνης δήλωσης, το οποίο ως προς τον τύπο και το περιεχόμενο έχει συνταχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης ΔΙΑΔΠ/Α1/18368/ 25.9.2002 του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης («Καθορισμός του τύπου και του περιεχομένου της υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986», Β΄ 1276) – τούτο δε ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η διακήρυξη δεν παραπέμπει σ΄ αυτήν- καθόσον στην παραπομπή (4), που βρίσκεται στην μπροστινή όψη αυτού (του εντύπου), ορίζεται ότι «σε περίπτωση ανεπάρκειας χώρου η δήλωση συνεχίζεται στην πίσω όψης της και υπογράφεται από τον δηλούντα». Ως εκ τούτου, μη νομίμως έγινε δεκτή από τη Δημαρχιακή Επιτροπή η ως άνω ένσταση της φερόμενης ως δικαιούχου του κρινόμενου χρηματικού εντάλματος εταιρείας και αποκλείστηκε ο πρώτος μειοδότης ..... κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο. Το γεγονός δε ότι ο πρώτος μειοδότης δεν αμφισβήτησε την παραπάνω απόφαση δεν αναιρεί την εντοπισθείσα ουσιώδη νομική πλημμέλεια της διαγωνιστικής διαδικασίας, καθόσον αυτή διέπεται από την αρχή της τυπικότητας καθώς και τις κανονιστικές διατάξεις της επίμαχης διακήρυξης, και συνεπώς, ο σχετικός ισχυρισμός του Δήμου είναι αβάσιμος. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του Δήμου ότι ο αποκλεισμός του πρώτου μειοδότη στηρίχθηκε σε μια νομικά υποστηρίξιμη ερμηνευτική εκδοχή της κρίσιμης διάταξης της διακήρυξης, που υιοθετήθηκε από τα όργανά του, είναι επίσης αβάσιμος, καθόσον, ανεξαρτήτως του ότι οι όροι της διακήρυξης καθορίστηκαν και εγκρίθηκαν από την ίδια τη Δημαρχιακή Επιτροπή, οι διατάξεις της σχετικά με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και τον τύπο αυτών ήταν σαφείς και δεν άφηναν περιθώριο ερμηνείας κατά το δοκούν, τούτο δε και ενόψει των αρχών της τυπικότητας, της ισότητας και της διαφάνειας που διέπουν τη διαδικασία σύναψης των δημοσίων συμβάσεων. Περαιτέρω, το γεγονός ότι έχει τελειώσει το 70% του έργου, όπως διατείνεται ο Δήμος, δεν ασκεί επιρροή αναφορικά με τη νομιμότητα της δαπάνης, στην εξέταση της οποίας και μόνο περιορίζεται το Κλιμάκιο κατά την παρούσα διαδικασία και δε δύναται να αποτελέσει αυτοτελές έρεισμα για τη θεώρηση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος πληρωμής (βλ. Ελ.Συν. πραξ. VII Τμ/ 215/2008, 273/2010, 17, 228/2011). Τέλος, ο ισχυρισμός του Δήμου ότι ενήργησε με την πεποίθηση ότι η διαγωνιστική διαδικασία ήταν νόμιμη και ότι οι πλημμέλειες δεν οφείλονται σε πρόθεση καταστρατήγησης των αρχών της διαφάνειας της ίσης μεταχείρισης, αλλά σε συγγνωστή πλάνη των οργάνων του, είναι απορριπτέος, καθόσον δεν προκύπτουν οι ειδικότεροι εκείνοι λόγοι, για τους οποίους δημιουργήθηκε στα αρμόδια όργανα του Δήμου εύλογα η πεποίθηση ότι ήταν νόμιμος ο αποκλεισμός του πρώτου μειοδότη, ενόψει τόσο των σαφών διατάξεων της διακήρυξης, όσο και της εμπεριστατωμένης αντίθετης γνωμοδότησης της Επιτροπής του Διαγωνισμού.
ΕλΣυν/Ε Κλ/433/2010
Δημόσια έργα.Ανάθεση σε επιχείρηση επιχείρηση που πληροί όλες τις προϋποθέσεις συμμετοχής της στο διαγωνισμό και έχει νομίμως υποδείξει υπεργολάβο την εταιρία … Α.Τ.Ε., η οποία έχει αποδεχθεί την υπεργολαβία με την από 20.4.2010 υπεύθυνη δήλωση της νόμιμης εκπροσώπου της, η δε συμμετοχή τριών μελών του Δ.Σ. της αναδόχου στο Δ.Σ. της υπεργολάβου, δεν αναιρεί την αυτοτέλεια αυτής έναντι του νομικού προσώπου της αναδόχου και δεν ασκεί επιρροή αναφορικά με την τήρηση εν προκειμένω των αρχών της διαφάνειας και του ανταγωνισμού, ενόψει και του ότι οι δύο εταιρίες δεν συμμετείχαν στο διαγωνισμό ως ανταγωνίστριες, αλλά ως συνεργαζόμενες, στα πλαίσια υπεργολαβίας, επιχειρήσεις (πρβλ. και απόφ. VI Τμ. 2061/2010).
ΣτΕ/677/2006
Η ανωτέρω κρίση της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 είναι προδήλως παράνομη, όπως βασίμως προβάλλεται με την οικεία αίτηση ακυρώσεως. Τούτο διότι σύμφωνα με το σαφές γράμμα του άρθρου 4.2 της διακήρυξης (το οποίο στοιχεί, κατά τούτο, προς το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3263/2004), η προθεσμία των τριάντα ημερών για την προσκομιδή των οριζομένων στις διατάξεις αυτές δικαιολογητικών από τον μειοδότη είναι αποκλειστική, αν δε παρέλθει άπρακτη ή αν εντός αυτής προσκομισθούν ελλιπή δικαιολογητικά, η κατακυρωτική απόφαση ανακαλείται και το αποτέλεσμα του διαγωνισμού κατακυρώνεται στον δεύτερο μειοδότη. Ενόψει συνεπώς του ότι, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, η εταιρεία «.....» κατέθεσε πάντως εκπροθέσμως (στις 8.12.2005), δηλαδή μετά την πάροδο 30 ημερών από τη σχετική κοινοποίηση (1.11.2005), τον φάκελο των αιτηθέντων δικαιολογητικών, νομίμως, για τον λόγο αυτό, ανακλήθηκε η προς αυτήν κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού, ανεξαρτήτως αν η μη προσκομιδή, κατά την εν λόγω ημερομηνία, ορισμένων από τα δικαιολογητικά αυτά οφειλόταν, όπως ισχυρίσθηκε, σε λόγους ανωτέρας βίας. Πρέπει επομένως, και ανεξαρτήτως της προβαλλόμενης βλάβης, η κρινόμενη αίτηση αναστολής να γίνει δεκτή και να ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 52 παρ. 7 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 35 του ν. 2721/1999 (Α’ 112).
ΔΕφΠατρών/7/2018
Κατασκευή έργου..:Επειδή, προβάλλεται ότι η κατάπτωση της επίμαχης εγγυητικής επιστολής συμμετοχής, είναι μη νόμιμη λόγω παράβασης ουσιώδους διαδικαστικού τύπου και συγκεκριμένα διότι αυτή εκδόθηκε δίχως την, κατά τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ.6 του ν.3669/2008, προηγούμενη γνώμη του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων, Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος. Και τούτο προεχόντως διότι, η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής σε περίπτωση μη έγκαιρης προσκόμισης των δικαιολογητικών, για λόγους που οφείλονται σε υπαιτιότητα του μειοδότη, δεν εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο της διάταξης αυτής του άρθρου 24 του ν.3669/2008, η οποία, κατά τη σαφή γραμματική διατύπωσή της, τυγχάνει εφαρμογής επί κατάπτωσης της εγγύησης συμμετοχής στη δημοπρασία, όταν η προσφορά που υποβάλλεται δεν τηρεί τους βασικούς όρους της διακήρυξης και των τευχών δημοπράτησης από μέρους της εργοληπτικής επιχείρησης, αλλά διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του ν.3669/2008 και του άρθρου 15.4 της διακήρυξης, που δεν απαιτούν την τήρηση του εν λόγω τύπου.Επειδή προβάλλεται ότι μη νόμιμα κατέπεσε η εγγυητική επιστολή της απούσας αφού αυτή παρέλειψε να προβεί στη δήλωση παράτασης της οικονομικής της προσφοράς μέχρι την 8.12.2016, εντός της ταχθείσας με το ΤΕ -669/ΦΘΕ/8.8.2016 έγγραφο του καθού προθεσμίας, ήτοι έως τις 29.8.2016 και ως εκ τούτου από τις 29.8.2016 είχε παύσει να έχει την ιδιότητα του προσωρινού μειοδότη. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι η οικονομική προσφορά της αιτούσας έληγε την 8.9.2016. Το γεγονός δε ότι δεν υπέβαλε παράτασης της οικονομικής της προσφοράς μέσα στην ταχθείσα με το έγγραφο προθεσμία (ήτοι έως τις 29.8.2016) ουδόλως συνεπάγεται την οικονομικής της προσφοράς σε χρόνο προγενέστερο της 8.9.2016.(..)Επειδή κατόπιν των ανωτέρω και εφ’ όσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος ακύρωσης, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να υποχρεωθεί η αιτούσα να καταβάλει τη δικαστική δαπάνη του καθού.
ΣΤΕ/5022/2012
Επιλογή αναδόχου...Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλλου προκύπτει ότι η παρεμβαίνουσα εταιρεία είχε υποβάλει με την προσφορά της, μεταξύ άλλων, και την Δ15/258592008/4.11.2008 «ενημερότητα πτυχίου», που είχε εκδοθεί με βάση πιστοποιητικά φορολογικής ενημερότητος των οποίων η ισχύς είχε λήξει κατά την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού (24.2.2009). Ειδικώτερα, στην εν λόγω «ενημερότητα πτυχίου» ανεγράφετο, εκτός άλλων, ότι η παρεμβαίνουσα εταιρεία «έχει φορολογική ενημερότητα με λήξη 9.11.2008» και ότι η φορολογική ενημερότητα των τριών κοινοπραξιών, στις οποίες αυτή συμμετείχε για την εκτέλεση συγκεκριμένων, έργων, είχε, αντιστοίχως, ημερομηνίες λήξεως τις 26.1.2009, 16.2.2009 και 16.2.2009. Στον φάκελλο της προσφοράς της, όμως, η παρεμβαίνουσα εταιρεία είχε περιλάβει και την από 24.2.2009 υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της με το εξής περιεχόμενο «…η εταιρεία μας είναι φορολογικά ενήμερη κατά την ημέρα του διαγωνισμού και είναι σε θέση να αποδείξει την ενημερότητα αυτή εφ΄ όσον αναδειχθεί μειοδότης». Με τα δεδομένα αυτά, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη, ο λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίον η παρεμβαίνουσα έπρεπε να αποκλεισθεί, διότι δεν συμπεριέλαβε στην προσφορά τις υπεύθυνες δηλώσεις ειδικώς για την φορολογική ενημερότητά της ως μέλους κοινοπραξιών για την εκτέλεση συγκεκριμένων έργων, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος