ΕλΣυν/Τμ.6/119/2008
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Με τις ανωτέρω διατάξεις, (άρθρο 23 του π.δ. 609/1985) τίθεται ως τυπική προϋπόθεση του παραδεκτού της προσφοράς η κατάθεση εγγυητικής επιστολής συμμετοχής συγκεκριμένης εκ του νόμου ελάχιστης χρονικής διάρκειας ισχύος, η οποία τελεί σε συνάρτηση με το χρόνο ισχύος των προσφορών των διαγωνιζομένων και πρέπει να είναι τουλάχιστον κατά τριάντα (30) ημέρες μεγαλύτερη του χρόνου ισχύος αυτών. Σκοπός του νομοθέτη, με την καθιέρωση της εγγύησης συμμετοχής, ήταν η εξασφάλιση των συμφερόντων της αναθέτουσας αρχής με την εκπλήρωση, εκ μέρους του μειοδότη, της υποχρέωσής του, όπως προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης. Ο σκοπός, όμως, αυτός ουδόλως παραβλάπτεται σε περίπτωση που, σε συμμόρφωση προς σχετικό όρο της διακήρυξης, η εγγύηση συμμετοχής είναι μικρότερης διάρκειας από την οριζόμενη από τις ανωτέρω διατάξεις, εφόσον η εγγύηση αυτή παραμένει σε ισχύ κατά την ημερομηνία υπογραφής της οικείας σύμβασης και η αναθέτουσα αρχή δεν κωλύεται, εάν απαιτηθεί, να ζητήσει την παράταση της διάρκειάς της. Αντιθέτως, βέβαιη είναι η βλάβη που η τελευταία θα υποστεί, στην περίπτωση που, αποκλείοντας, εξαιτίας του μη ουσιώδους τυπικού αυτού ελαττώματος, το μειοδότη, υποχρεωθεί είτε στην ακύρωση της δημοπρασίας, είτε στην ανάθεση του έργου σε άλλο διαγωνιζόμενο, που προσέφερε μικρότερη έκπτωση. Έτσι, όμως, η επίμαχη ρύθμιση του άρθρου 23 του π.δ. 609/1985, που έχει τεθεί υπέρ της αναθέτουσας αρχής, θα απέβαινε τελικά σε βάρος των καλώς εννοούμενων συμφερόντων της, με συνέπεια ο αποκλεισμός του μειοδότη, να μην ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νομοθέτη. Πολύ δε περισσότερο όταν το ελάττωμα της εγγύησης συμμετοχής αποτελεί απόρροια όρου της διακήρυξης και, επομένως, ζήτημα διακριτικής μεταχείρισης μεταξύ των υποψηφίων δεν δύναται εξ αντικειμένου να τεθεί. Σύμφωνα, όμως, με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, νομίμως η αναθέτουσα αρχή προέβη στην κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην αιτούσα μειοδότρια κοινοπραξία, παρά το γεγονός ότι αυτή κατέθεσε εγγυητική επιστολή συμμετοχής ισχύος μέχρι 8.8.2008, ήτοι 210 ημερών από την ημερομηνία δημοπράτησης του έργου, συμμορφούμενη με σχετικό όρο της οικείας διακήρυξης. Τούτο δε διότι αφενός δεν παραβλάπτονται τα έννομα συμφέροντα της αναθέτουσας αρχής αφού η εγγύηση συμμετοχής παραμένει σε ισχύ, σε κάθε δε περίπτωση αυτή μπορεί να ζητήσει την παράταση της διάρκειάς της και αφετέρου ζήτημα διακριτικής μεταχείρισης των υποψηφίων στον επίμαχο διαγωνισμό δεν τίθεται.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.6/294/2010
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι η ύπαρξη στην εγγυητική επιστολή συμμετοχής σφαλμάτων ή ελλείψεων που σχετίζονται με τον υπέρ ου η εγγύηση διαγωνιζόμενο, δεν οδηγούν σε αποκλεισμό του, όταν από τα εν λόγω σφάλματα ή τις ελλείψεις αυτές δεν γεννάται σύγχυση, η μη προσήκουσα δε αναγραφή κάποιου στοιχείου της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής δεν επάγεται ακυρότητα αυτής όταν δεν είναι ουσιώδης, εφόσον δηλαδή από τα υπόλοιπα στοιχεία και γενικά από το περιεχόμενο της επιστολής δεν καταλείπεται αμφιβολία ως προς τη δέσμευση του εγγυητή (ΣτΕ 1072/1993). Ειδικότερα, σε περίπτωση κατά την οποία δεν ελλείπει παντελώς η μνεία ενός από τα απαραίτητα για το κύρος της εγγυητικής επιστολής στοιχεία, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η πλήρης επωνυμία της επιχείρησης υπέρ της οποίας δίδεται η εγγύηση, αλλά το στοιχείο αυτό παρατίθεται κατά τρόπο μερικώς ανακριβή, η πλημμέλεια αυτή δεν καθιστά απαράδεκτη την προσφορά, όταν από τα υπόλοιπα στοιχεία της αναγραφόμενης επωνυμίας της επιχείρησης, σε συνδυασμό και με τα λοιπά μνημονευόμενα στην εγγυητική επιστολή στοιχεία, προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι η εν λόγω εγγυητική επιστολή αφορά πράγματι στην εταιρεία που την κατέθεσε για να συμμετάσχει στο διαγωνισμό (ΣτΕ 2405/2008, ΕΑ ΣτΕ 77/2006).
ΕλΣυν/Τμ.7/74/2010
Δημόσια έργα.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη, καθόσον ο Δήμος κάνοντας χρήση της δυνατότητας που του παρέχει η διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 3263/2004 νομίμως κάλεσε την επόμενη κατά σειρά μειοδότρια να αποδεχθούν την ανάθεση του έργου μετά την άρνηση του πρώτου μειοδότη να παρατείνει το χρόνο ισχύος της προσφοράς του με σκοπό την κατάρτιση της σύμβασης και νομίμως κατακύρωσε τα αποτελέσματα του διαγωνισμού σ’ αυτήν, αφού ο πρώτος μειοδότης δεν είχε αποδεχθεί τη σχετική πρόσκληση, χωρίς να απαιτείται από τις προμνησθείσες στη μείζονα σκέψη διατάξεις αιτιολογία για το οικονομικό συμφέρον της προσφοράς του ως τελευταίου μειοδότη.
ΕλΣυνΤμ.Μειζ-Επταμ.Συνθ/3148/2012
Εκτέλεση έργου:..ζητείται η αναθεώρηση της 2788/2012 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω στην υπό στοιχ. ΙΙ σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση, ότι το VI Τμήμα ορθώς απεφάνθη ότι μη νομίμως απορρίφθηκε η προσφορά της πρώτης κατά σειρά μειοδοσίας εταιρείας «….», καθόσον η εγγυητική επιστολή αυτής αναγράφει μεν ως ημερομηνία διενέργειας του διαγωνισμού αυτή που ίσχυε προ της 312/19.7.2011 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου …, πλην όμως η πλημμέλεια αυτή θεωρείται επουσιώδης και δεν καθιστά απαράδεκτη την προσφορά, δεδομένου ότι από τα λοιπά μνημονευόμενα στην εγγυητική επιστολή στοιχεία, σε συνδυασμό λαμβανόμενα, προκύπτει, κατά τρόπο μη επιδεχόμενο εύλογη αμφιβολία, ότι η παρασχεθείσα εγγυητική επιστολή αφορά πράγματι το έργο της συγκεκριμένης δημοπρασίας. Συγκεκριμένα, καλύπτει την απαίτηση της αναντίρρητης και ανεπιφύλακτης ανάληψης εκ μέρους του εκδότη του κινδύνου για τη συμμετοχή του υπερ ου η εγγύηση στη δημοπράτηση του συγκεκριμένου έργου με το συγκεκριμένο προϋπολογισμό, έχει τον προβλεπόμενο από τη διακήρυξη και το νόμο χρόνο ισχύος (310 ημέρες από την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού) και αναγράφει την επωνυμία του νομικού προσώπου (εταιρείας) και τον τίτλο του έργου για το οποίο δίδεται η εγγύηση. Κατά συνέπεια και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η επελθούσα τροποποίηση στην οικεία διακήρυξη αφορούσε μόνο το άρθρο 2.1 αυτής, ως προς τους όρους αναπαραγωγής των τευχών δημοπράτησης του συγκεκριμένου έργου, υπήρχε δε χρονική εγγύτητα μεταξύ της αρχικώς προκηρυχθείσας ημερομηνίας του διαγωνισμού και της διεξαγωγής αυτού στις 12.8.2011, το Τμήμα κρίνει ότι η κατατεθείσα εγγυητική επιστολή της εταιρείας «….» περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία του κύρους της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 15.2 της διακήρυξης και για το λόγο αυτό, η αίτηση της δεύτερης κατά σειρά μειοδοσίας εταιρείας «….», με την οποία υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα αποφαίνεται, ότι η αίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….» για αναθεώρηση της 2788/2012 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση υπέρ του Δημοσίου του κατατεθέντος από αυτήν παραβόλου.
ΔΕφΠατρών/7/2018
Κατασκευή έργου..:Επειδή, προβάλλεται ότι η κατάπτωση της επίμαχης εγγυητικής επιστολής συμμετοχής, είναι μη νόμιμη λόγω παράβασης ουσιώδους διαδικαστικού τύπου και συγκεκριμένα διότι αυτή εκδόθηκε δίχως την, κατά τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ.6 του ν.3669/2008, προηγούμενη γνώμη του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων, Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος. Και τούτο προεχόντως διότι, η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής σε περίπτωση μη έγκαιρης προσκόμισης των δικαιολογητικών, για λόγους που οφείλονται σε υπαιτιότητα του μειοδότη, δεν εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο της διάταξης αυτής του άρθρου 24 του ν.3669/2008, η οποία, κατά τη σαφή γραμματική διατύπωσή της, τυγχάνει εφαρμογής επί κατάπτωσης της εγγύησης συμμετοχής στη δημοπρασία, όταν η προσφορά που υποβάλλεται δεν τηρεί τους βασικούς όρους της διακήρυξης και των τευχών δημοπράτησης από μέρους της εργοληπτικής επιχείρησης, αλλά διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του ν.3669/2008 και του άρθρου 15.4 της διακήρυξης, που δεν απαιτούν την τήρηση του εν λόγω τύπου.Επειδή προβάλλεται ότι μη νόμιμα κατέπεσε η εγγυητική επιστολή της απούσας αφού αυτή παρέλειψε να προβεί στη δήλωση παράτασης της οικονομικής της προσφοράς μέχρι την 8.12.2016, εντός της ταχθείσας με το ΤΕ -669/ΦΘΕ/8.8.2016 έγγραφο του καθού προθεσμίας, ήτοι έως τις 29.8.2016 και ως εκ τούτου από τις 29.8.2016 είχε παύσει να έχει την ιδιότητα του προσωρινού μειοδότη. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι η οικονομική προσφορά της αιτούσας έληγε την 8.9.2016. Το γεγονός δε ότι δεν υπέβαλε παράτασης της οικονομικής της προσφοράς μέσα στην ταχθείσα με το έγγραφο προθεσμία (ήτοι έως τις 29.8.2016) ουδόλως συνεπάγεται την οικονομικής της προσφοράς σε χρόνο προγενέστερο της 8.9.2016.(..)Επειδή κατόπιν των ανωτέρω και εφ’ όσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος ακύρωσης, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να υποχρεωθεί η αιτούσα να καταβάλει τη δικαστική δαπάνη του καθού.
ΕλΣυν/Τμ.6/60/2007
Από το συνδυασμό των προπαρατεθεισών διατάξεων, αλλά και τη χρονική τους αλληλουχία, προκύπτει ότι η αρχικώς θεσπισθείσα διάταξη του άρθρου 2 του π.δ/τος 609/1985 παρέσχε σε κοινοπραξίες με κοινοπρακτούντα μέλη εργοληπτικές επιχειρήσεις της ίδιας ή κατώτερης τάξης, σε σχέση με την καλούμενη, τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε δημοπρασίες δημοσίων έργων, ωστόσο, σε μεταγενέστερο στάδιο κρίθηκε σκόπιμη η ενίσχυση του κατασκευαστικού σχήματος, με την καθιέρωση της δυνατότητας σύμπραξης επιχειρήσεων που ανήκουν στην ίδια με την καλούμενη τάξη ή στην αμέσως ανώτερη αυτής, με προφανή σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας των έργων, λόγω της συμμετοχής στην κατασκευή τους εργοληπτών ανώτερης τάξης, ήτοι επιχειρήσεων μεγαλύτερων σε οικονομική βάση, αξιοπιστία και τεχνική ικανότητα, δυνάμενων να ανταποκριθούν επαρκέστερα σε ενδεχόμενες κατασκευαστικές δυσχέρειες και λοιπές απαιτήσεις του δημοπρατούμενου έργου (πρβλ. την υπ΄ αριθμ. 4755/04.10.2006 Ατομ. Γνωμοδ. του Ν.Σ.Κ. στο Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., καθώς και την υπ΄ αριθμ. 97/19.03.2003 Γνωμοδ. Του Ν.Σ.Κ.). Εξάλλου, με στόχο την ελεύθερη ανάπτυξη οικονομικής δραστηριότητας εκ μέρους και των κοινοπρακτουσών εργοληπτικών επιχειρήσεων κατώτερης τάξης, προβλέφθηκε, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της οικείας διάταξης, η συμμετοχή τους στην κοινοπραξία με ποσοστό όχι μικρότερο του 25%, διασφαλιζομένης ούτως της τήρησης των αρχών του υγιούς ανταγωνισμού. Ενόψει των ανωτέρω, καθίσταται προφανές ότι ενδεχόμενη εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του π.δ/τος 609/1985, σε συνδυασμό με αυτήν της παραγράφου 9 του ίδιου άρθρου, περί διατήρησης σε κάθε περίπτωση της επιφύλαξης αναφορικά με τα ισχύοντα για τους εργολήπτες της ανώτερης τάξης κατώτατα όρια ανάληψης δημοσίου έργου, θα ακύρωνε εκ των πραγμάτων την ως άνω θεσπισθείσα δυνατότητα σύστασης κοινοπραξίας με εργοληπτική επιχείρηση ανώτερης τάξης, δεδομένου ότι το καθοριζόμενο στο νόμο κατώτατο όριο προϋπολογισμού έργου για την τελευταία πάντοτε θα υπερέβαινε τον προϋπολογισμό του εκάστοτε δημοπρατούμενου έργου. Ως εκ τούτου, και εφόσον δεν είναι δυνατή η ταυτόχρονη εφαρμογή των δύο προεκτεθεισών διατάξεων, εναπόκειται στην Αναθέτουσα Αρχή να ορίσει τις προϋποθέσεις συμμετοχής των κοινοπραξιών σε προκηρυχθέντα διαγωνισμό, παραπέμποντας είτε στη διάταξη της παραγράφου 7 είτε σε αυτήν της παραγράφου 9. Ακολούθως, όταν στη διακήρυξη, η οποία, ως κανονιστική πράξη της αναθέτουσας αρχής, δεσμεύει τόσο την ίδια όσο και τους διαγωνιζομένους, μνημονεύεται μόνο η διάταξη της παραγράφου 7, το παραδεκτό της συμμετοχής κοινοπραξίας στον οικείο διαγωνισμό θα κριθεί αποκλειστικώς επί τη βάσει των όρων αυτής, ενώ αποκλεισμός της από την περαιτέρω διαδικασία, με επίκληση των τιθέμενων από την παράγραφο 9 περιορισμών, δε χωρεί. Τα ανωτέρω δε ισχύουν, ανεξαρτήτως των οριζομένων στη διάταξη της παρ. 41 του άρθρου 16 του ν.1418/1984, περί δυνατότητας δήλωσης στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. δεύτερης έδρας της επιχείρησης και, συνεπεία τούτου, μείωσης του θεσπισθέντος κατώτατου ορίου προϋπολογισμού των εργολαβιών που αυτή μπορεί να αναλάβει, καθόσον η ως άνω διάταξη, κατά τη ρητή γραμματική της διατύπωση, ρυθμίζει την περίπτωση συμμετοχής σε δημοπρασία μεμονωμένων εργοληπτών και όχι συμμετεχουσών σε κοινοπραξία επιχειρήσεων.
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/103/2012
(...)Πριν από την κοινοποίηση της κατακυρωτικής απόφασης στον μειοδότη ανάδοχο, προηγείται η τήρηση της νέας διαδικασίας ελέγχου της ισχύος των δικαιολογητικών συμμετοχής του. Για το λόγο αυτό η Προϊσταμένη Αρχή ζητεί από την αναδειχθείσα μειοδότρια εργοληπτική επιχείρηση ή κοινοπραξία, τάσσοντας την κατά την κρίση της αναγκαία προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ημερών, την προσκόμιση νέων επικαιροποιημένων δικαιολογητικών συμμετοχής. Αν η τεθείσα προθεσμία παρέλθει άπρακτη ή αν τα προσκομισθέντα δικαιολογητικά είναι ελλιπή, εξετάζεται η ανάθεση της κατασκευής στην αμέσως επόμενη, κατά σειρά μειοδοσίας, εργοληπτική επιχείρηση, χωρίς να αποκλείεται η χορήγηση παράτασης της προθεσμίας αυτής, καθόσον από τις προαναφερόμενες διατάξεις δεν τίθεται ως αυτόθροη συνέπεια της άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας αυτής ή της κατάθεσης ελλιπών δικαιολογητικών, ο αποκλεισμός του μειοδότη και η ανάθεση της κατασκευής στην αμέσως επόμενη, κατά σειρά μειοδοσίας, εργοληπτική επιχείρηση ή κοινοπραξία (βλ. Σ.τ.Ε. 1893/2007), αλλά έγκειται στη διακριτική ευχέρεια της Προϊσταμένης Αρχής (βλ. πράξ. VIΙ Τμ. 222/2010). Μόνο μετά την τήρηση του ουσιώδους αυτού τύπου και υπό την προϋπόθεση ότι δεν εξέλιπαν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες έγινε δεκτός στο διαγωνισμό ο μειοδότης η Προϊσταμένη Αρχή προβαίνει νομίμως στην κοινοποίηση της κατακυρωτικής απόφασης σ' αυτόν μαζί με την πρόσκληση προς υπογραφή της σύμβασης. Εξάλλου, ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης και να προσκομίσει τις απαιτούμενες εγγυήσεις καλής εκτέλεσης μέσα στην προθεσμία που τάσσεται στη σχετική πρόσκληση, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τις δεκαπέντε (15) ημέρες (πράξ. VIΙ Τμ. 222/2010). Αν η Προϊσταμένη Αρχή δεν θέσει όμως προθεσμία τόσο για την υποβολή των επικαιροποιημένων δικαιολογητικών όσο και, εν συνεχεία, για την προσέλευση του αναδόχου για την υπογραφή της σύμβασης και η εργολαβική σύμβαση υπογραφεί, η ως άνω παράλειψη δεν συνεπάγεται την ακυρότητα της υπογραφείσας σύμβασης, καθόσον η υποχρέωση της Προϊστάμενης Αρχής να θέσει προθεσμία στον ανάδοχο δεν τίθεται από τις οικείες διατάξεις επί ποινή ακυρότητας της σύμβασης. 3) Για την ανάθεση της κατασκευής του έργου απαιτείται η εκ μέρους του αναδόχου παροχή εγγύησης καλής εκτέλεσης, η οποία κατατίθεται από αυτόν κατά την υπογραφή της σύμβασης, χωρίς όμως ν' απαιτείται εκ του νόμου η ημερομηνία έκδοσης αυτής (εγγύησης) να συμπίπτει με την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης.
ΔΕΦ ΠΑΤΡ Α7/2018
Κατασκευή έργου...Επειδή, προβάλλεται ότι η κατάπτωση της επίμαχης εγγυητικής επιστολής συμμετοχής, είναι μη νόμιμη λόγω παράβασης ουσιώδους διαδικαστικού τύπου και συγκεκριμένα διότι αυτή εκδόθηκε δίχως την, κατά τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ.6 του ν.3669/2008, προηγούμενη γνώμη του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων, Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος. Και τούτο προεχόντως διότι, η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής σε περίπτωση μη έγκαιρης προσκόμισης των δικαιολογητικών, για λόγους που οφείλονται σε υπαιτιότητα του μειοδότη, δεν εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο της διάταξης αυτής του άρθρου 24 του ν.3669/2008, η οποία, κατά τη σαφή γραμματική διατύπωσή της, τυγχάνει εφαρμογής επί κατάπτωσης της εγγύησης συμμετοχής στη δημοπρασία, όταν η προσφορά που υποβάλλεται δεν τηρεί τους βασικούς όρους της διακήρυξης και των τευχών δημοπράτησης από μέρους της εργοληπτικής επιχείρησης, αλλά διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του ν.3669/2008 και του άρθρου 15.4 της διακήρυξης, που δεν απαιτούν την τήρηση του εν λόγω τύπου.(...)Επειδή κατόπιν των ανωτέρω και εφ’ όσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος ακύρωσης, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να υποχρεωθεί η αιτούσα να καταβάλει τη δικαστική δαπάνη του καθού.
ΝΣΚ/58/2011
Εξέταση της δυνατότητας υπογραφής Συμπληρωματικής Συμβάσεως για πρόσθετες εργασίες σε έργο των Ενόπλων Δυνάμεων, σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 44 του ΠΔ 609/1985.α) Είναι νόμιμη η υπογραφή Συμπληρωματικής Σύμβασης με τον ανάδοχο του έργου «Αναβάθμιση Εγκαταστάσεων Καυσίμων εντός Βάσης στην 117 ΠΜ» (ΑΝΔ-188Ν) για τις επιπλέον εργασίες που ανατέθηκαν σ’ αυτόν, διότι για τις εργασίες αυτές συντρέχουν οι προκύπτουσες από την ερμηνεία του άρθρου 8 παρ.1 του Ν 1418/1984, σε συνδυασμό με τα άρθρα 43-44 του ΠΔ 609/1985 προϋποθέσεις, προκειμένου να χαρακτηρισθούν «πρόσθετες». β) Ο ανάδοχος θα πληρωθεί στα πλαίσια υλοποίησης της συμπληρωματικής συμβάσεως, αφού πρώτα ολοκληρωθούν οι προβλεπόμενες εκ του νόμου διαδικασίες (παραλαβή εργασιών κ.λπ.).
ΕλΣυν/Τμ.6/2708/2010
Δημόσια έργα.Ενιαίο ποσοστό έκπτωσης.Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι με τη διακήρυξη του διαγωνισμού καθορίζεται το σύστημα υποβολής προσφορών των διαγωνιζομένων, μεταξύ αυτών που περιοριστικά απαριθμούνται στο άρθρο 4 του Ν. 3669/2008. Η αναθέτουσα αρχή έχει τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξει κάποιο από τα συστήματα ή και συνδυασμό αυτών υπό τις ειδικότερους περιορισμούς που τίθενται για κάθε ένα εξ αυτών. Σε ότι αφορά στο σύστημα που περιλαμβάνει την προσφορά ακέραιου ποσοστού εκπτώσεως στο τιμολόγιο (δηλαδή στην προϋπολογισθείσα δαπάνη) της υπηρεσίας, αυτό δύναται να εφαρμοσθεί εφόσον συντρέχουν δύο σωρευτικώς απαιτούμενες προϋποθέσεις : α) η προμέτρηση των εργασιών του δημοπρατούμενου έργου είναι δύσκολη ή αδύνατη, γεγονός που δυνητικά συμβαίνει σε έργα συντηρήσεων, βελτιώσεων και ανακαινίσεων και β) ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας για το υπό εκτέλεση έργο δεν υπερβαίνει το όριο των 750.000 ευρώ μέχρι του οποίου γίνονται δεκτές εργοληπτικές επιχειρήσεις πρώτης τάξεως του Μητρώου Εμπειρίας Εργοληπτικών Επιχειρήσεων. Εκ τούτων παρέπεται ότι το σύστημα του ενιαίου ποσοστού εκπτώσεως επιφυλάσσεται μόνο για ειδικά έργα (όπου η προμέτρηση παρουσιάζει δυσχέρειες ή καθίσταται αδύνατη), μικρής προϋπολογιζόμενης αξίας, προκειμένου στα μεγάλα έργα να συντάσσονται ακριβείς κατά το δυνατόν προϋπολογισμοί, στηριζόμενοι επί αντιστοίχων μελετών και να αποφεύγεται η υπερτιμολόγηση έργων και η δι’ αυτής παροχή δικαιώματος συμμετοχής σε εργοληπτικές επιχειρήσεις μεγαλύτερης τάξεως. Ως εκ τούτου η (μη επιτρεπτή) επιλογή του συστήματος αυτού σε μεγάλα έργα, συνδεόμενη άμεσα με την παροχή δικαιώματος συμμετοχής σε εργοληπτικές επιχειρήσεις μεγαλύτερες της πρώτης τάξεως, συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια (Πράξεις VI Τμήματος 89/2007, 96/2004) καθόσον προσβάλλει τις αρχές του ανταγωνισμού με την ειδικότερη μορφή της παραβιάσεως των κανόνων που διέπουν τη δυνατότητα συμμετοχής συγκεκριμένων εργοληπτικών επιχειρήσεων (μέχρι του ορίου της πρώτης τάξεως). Τέλος, με το νέο θεσμικό πλαίσιο (Ν. 3669/2008), το οποίο φέρει ως τίτλο «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας κατασκευής δημόσιων έργων», η θέσπιση του συστήματος αυτού για έργα μέχρι του ορίου των 750.000 ευρώ (όπου γίνονται δεκτές εργοληπτικές επιχειρήσεις πρώτης τάξεως), καίτοι στο προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς (άρθρο 6 Π.Δ/τος 609/1985 όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του Π.Δ/τος 218/1999) αναφέρονταν η τρίτη τάξη, ουδεμία ασκεί επιρροή, καθόσον πρόκειται περί νομοθετικών διατάξεων και επιλογών, οι οποίες θέτουν κανόνες δικαίου και όχι περί Προεδρικού Διατάγματος προκειμένου να δύναται να ερευνηθεί εάν οι νέες ρυθμίσεις κείνται εντός της οικείας εξουσιοδοτικής διατάξεως και της δεσμεύσεως που παράγεται από τον σκοπό της κωδικοποιήσεως. Τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι και υπό την ισχύ του Π.Δ/τος 609/1985, μετά την εφαρμογή του Ν. 2940/2001, οι σχετικές διατάξεις ερμηνεύθηκαν ότι αφορούν σε μικρά έργα μέχρι του ποσού των 750.000 ευρώ, όπου δικαίωμα συμμετοχής έχουν εργοληπτικές επιχειρήσεις πρώτης τάξεως (Πράξεις IV Τμήματος 8/2008, 141/2007, 89/2007).
ΕΣ/Τ4/21/2007
α)Στην Επιτροπή του Διαγωνισμού συμμετείχε, ως Πρόεδρος αυτής, ο Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου, κατά παράβαση των οριζομένων στο άρθρο 21 παρ, 1 του π.δ/τος 609/1985,β) μη νόμιμως το αποτέλεσμα του διαγωνισμού εκείνου κατακυρώθηκε στο μοναδικό υποψήφιο, με συνέπεια, λόγω της άγονης επαναδημοπράτησης του έργου που επακολούθησε , αυτό τελικώς να ανατεθεί με την εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης, και γ) ενόψει, της συμμετοχής του στον αρχικό διαγωνισμό, στη διαδικασία αυτή της διαπραγμάτευσης έπρεπε να κληθεί να υποβάλει προσφορά και ο προαναφερόμενος.