ΑΠ/203/2008
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ-έμμισθη εντολή-τόκοι υπερημερίας:Κατά το άρθρο 579 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ, αν αναιρεθεί η απόφαση, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε, αν δε αποδεικνύεται προαποδεικτικώς εκούσια ή αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης που αναιρέθηκε, διατάσσεται με την αναιρετική απόφαση ύστερα από αίτηση του αναιρεσείοντος, που υποβάλλεται με το αναιρετήριο ή με τις προτάσεις ή με αυτοτελές δικόγραφο, που κατατίθεται στη γραμματεία του Αρείου Πάγου ως την παραμονή της συζήτησης, η επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την εκτέλεση. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η αίτηση περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προ της εκτελέσεως κατάσταση παραδεκτώς υποβάλλεται και με τις προτάσεις του αναιρεσείοντος που έχουν κατατεθεί μέχρι την προηγουμένη της συζητήσεως, η δε ρύθμιση του άρθρου 570 παρ. 1 του ΚΠολΔ, περί του χρόνου της κατ' εξαίρεση στην αναιρετική διαδικασία κατάθεσης προτάσεων (20 ημέρες τουλάχιστον πριν από τη δικάσιμο), δεν καταλαμβάνει το αίτημα αυτό, αλλά ισχύει μόνο όταν σε αυτές περιέχονται ενστάσεις κατά του παραδεκτού και του εμπροθέσμου της αιτήσεως αναιρέσεως και των πρόσθετων λόγων, όπως ρητώς ορίζεται. Επομένως, και στην προκειμένη περίπτωση η αίτηση της αναιρεσείουσας "......", που περιέχεται στις από 23-11-2007 προτάσεις της, τις οποίες κατέθεσε την αυτή χρονολογία, όπως προκύπτει από τη βεβαίωση της αρμόδιας γραμματέως, περί επαναφοράς των πραγμάτων στην κατάσταση που υπήρχε πριν την εκούσια εκτέλεση από αυτόν της πρωτόδικης απόφασης, που επικυρώθηκε από την πιο πάνω αναιρούμενη απόφαση του Εφετείου, παραδεκτώς υποβλήθηκε και πρέπει να γίνει δεκτή κατ' ουσίαν, διότι από την προσκομιζόμενη με επίκληση εξοφλητική απόδειξη (ένταλμα με αριθμό .........) προκύπτει ότι η αναιρεσείουσα σε εκτέλεση της αναιρούμενης απόφασης κατέβαλε στον αναιρεσίβλητο: α) 1) ποσό 802,29 ευρώ, για τόκους από 7-11-2002 επί του ποσού των 6.450,12 ευρώ, 2) ποσό 261,61 ευρώ για τόκους τόκων επί του ως άνω ποσού των τόκων που αφορούν διάστημα από 3-9-2003 έως 15-11-2006 και έκτοτε νομιμότοκα μέχρις εξοφλήσεως. Την ίδια ημέρα με το υπ' αριθμ. .... Γραμμάτιο Είσπραξης ο αναιρεσίβλητος κατέβαλε στην αναιρεσείουσα το ποσό των 225,55 ευρώ για φόρο και χαρτόσημο του πιο πάνω ποσού. Επίσης από το υπ' αριθμ. ....... ένταλμα πληρωμής προκύπτει ότι η αναιρεσείουσα κατέβαλε επιπλέον και το ποσό των 658,53 ευρώ, που αντιστοιχεί στα τέλη λήψεως απογράφου, δαπάνη για επίδοση επιταγής; επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη και δαπάνη για σύνταξη επιταγής. Επομένως σε εκτέλεση της αναιρούμενης απόφασης ο αναιρεσίβλητος εισέπραξε το συνολικό ποσό των 1496,88 ευρώ (1.063,90+658,53=1.722,43-225,55=1.496,88) ευρώ, γεγονός εξάλλου που δεν αμφισβητεί, το οποίο και πρέπει να επιστρέψει αυτός στην αναιρεσείουσα, μετά την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης και πρέπει να υποχρεωθεί προς τούτο κατά παραδοχή του άνω αιτήματος επαναφοράς των πραγμάτων στην πρότερη κατάσταση, ως κατ' ουσίαν βάσιμης.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Μον.Εφ.Αθ/387/2022
Σύμβαση Παροχής Υπηρεσιών:Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα, ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι κατά το χρονικό διάστημα από 15/03/16 έως 08/02/19 συνδεόταν με το εναγόμενο Ν.Π.Ι.Δ. με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, να υποχρεωθεί αυτό να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 22.328,05 € για δεδουλευμένες αποδοχές που αναλύονται σε επιδόματα εορτών Πάσχα, Χριστουγέννων, αδείας και ασφαλιστικές εισφορές των ετών 2016-2019, νομιμοτόκως από τότε που κάθε αξίωσή της κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή(....)Στην προκειμένη περίπτωση, το εναγόμενο εκκαλούν, με τις νομίμως και εμπροθέσμων κατατεθείσες προτάσεις του επικαλείται την εκούσια συμμόρφωση προς το διατακτικό της εκκαλουμένης, κατά την διάταξή της με την οποία κηρύχτηκε προσωρινός εκτελεστή, ως προς το ποσό των 10.000,00 € και ζητεί την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, και ειδικότερα να υποχρεωθεί η ενάγουσα να του αποδώσει το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως από την έκδοση της παρούσας. Η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή και νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερόμενες στη μείζονα σκέψη διατάξεις. Αποδεικνύεται δε ότι είναι και ουσία βάσιμη, αφού το εναγόμενο εκκαλούν κατέβαλε συμμορφούμενο εκουσίως στη διάταξη της κηρυχθείσης προσωρινά εκτελεστής διατάξεως της εκκαλουμένης, στην ενάγουσα εφεσίβλητη το ποσό των 10.000.00 € δυνάμει του αποδεικτικού συναλλαγής ύψους 10.000.00 € της .... Τράπεζας με όνομα αρχείου ... .FT1, αλλά και εκ του από 20/10/2020 επικαλούμενου και προσκομιζόμενου σχετικού ιδιωτικού συμφωνητικού. Δέχεται τυπικώς και ουσία την έφεση. Εξαφανίζει την εκκαλουμένη, υπ’ αριθ. 1472/30-09-20 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Κρατεί την υπόθεση. Δικάζει επί της από 19/04/19 και με αριθ. κατ. ..../..../22-04-19 αγωγής. Απορρίπτει αυτήν. Δέχεται την αίτηση του εκκαλούντος εναγομένου περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Υποχρεώνει την εφεσίβλητη ενάγουσα να καταβάλει στο εκκαλούν εναγόμενο το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10000,00 € ), νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας αποφάσεως σε αυτήν μέχρι πλήρους εξοφλήσεως.
ΣΤΕ 3675/2015
Παροχή υπηρεσιών υγείας- αχρεώστητη είσπραξη χρημάτων από ασφαλιστικό φορέα: Κατ’ ακολουθία, νομίμως, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, υπολογίσθηκε το επίδικο πρόστιμο κατά μήνα παραβάσεως και πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμα, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.Ενόψει δε της, κατά τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις, αιτιολογημένης κρίσεως του Διοικητικού Εφετείου, τα περαιτέρω προβαλλόμενα περί μετατροπής της επιβληθείσης στην αναιρεσείουσα κυρώσεως σε αυστηρή σύσταση ή άλλως, περί μειώσεως του επιβληθέντος προστίμου πλήττουν την ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (ΣτΕ 1819/2009). Τέλος, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα μετά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως ότι το επιβληθέν πρόστιμο είναι δυσανάλογο προς την οικονομική ζημία την οποία υπέστη ο Οργανισμός από τις αποδοθείσες στην αναιρεσείουσα παραβάσεις, κατ’ επίκληση του, ομοίως απαραδέκτως προσκομισθέντος με το ως άνω υπόμνημα, υπ’ αριθμ. 690/1.6.2010 εγγράφου του Διοικητή του αναιρεσιβλήτου Οργανισμού, με το οποίο προσδιορίσθηκε το συνολικό ποσό της οικονομικής ζημίας που υπέστη, κατά τα ανωτέρω, ο ... στο ποσό των 52.493,63 ευρώ. Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση στο σύνολό της.
ΝΣΚ/8/2019
Αν υπάρχει χρονικό περιθώριο να αναζητήσει δικαστικά ο Ε.Φ.Κ.Α. το χρηματικό ποσό που κατέβαλε αχρεώστητα το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ στην ανάδοχο δημόσιου έργου – Ακολουθητέα διαδικασία. Η δικαστική επιδίωξη της αξίωσης του Ε.Φ.Κ.Α. για επιστροφή του χρηματικού ποσού, που το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατέβαλε αχρεώστητα στην ανάδοχο, μπορεί να ασκηθεί από τον Ε.Φ.Κ.Α. με αγωγή του μέσα σε δέκα χρόνια από τότε που έγινε η αυτοδίκαιη παραλαβή του έργου. (ομόφ.)
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/19/2018
Εξοδα μεταφοράς οικοσκευής.(..)Με το περιεχόμενο τούτο, ο λόγος ερείδεται επί εσφαλμένης νομικής και πραγματικής προϋπόθεσης, καθόσον η δαπάνη στην οποία αφορά το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, συνολικού ποσού 641,50 ευρώ, αφορά στα έξοδα κίνησης με συγκοινωνιακό μέσο (κατά το ποσό των 41,50 ευρώ) και μεταφοράς οικοσκευής (κατά το ποσό των 600,00 ευρώ), κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 της Υποπαραγράφου Δ9 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, που κατέβαλε ο προαναφερόμενος υπάλληλος για την μετακίνηση και μετακόμισή του στον τόπο μετάθεσης του και όχι στην καταβολή του προβλεπόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 2606/1998, εφάπαξ χρηματικού ποσού λόγω μετάθεσης και παραμονής τουλάχιστον για τριετία σε προβληματική περιοχή.
ΝΣΚ/260/2017
Επαναφορά στην εργασία κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 του Ν. 4325/2015 υπαλλήλου ΙΔΑΧ της τέως Τ.Ε.Ο Α.Ε., μετά την συνταξιοδότησή της. (Κατάσταση : Αποδεκτή) Πρώην υπάλληλος Ι.Δ.Α.Χ. της Τ.Ε.Ο. Α.Ε., νομίμως επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία (ανεξαρτήτως του χρόνου συνταξιοδοτήσεώς της) καθόσον, σε κάθε περίπτωση, έλειπε η πρώτη προϋπόθεση από τις τρεις οι οποίες θα έπρεπε να συντρέχουν, σωρευτικά, προκειμένου να μην έχει δικαίωμα επαναφοράς (ήτοι η υποβολή παραιτήσεως, για την λύση της εργασιακής σχέσης). Για την επαναφορά δεν χρειάζεται να εξεταστεί η αναστολή ή μη της συντάξεως. Η πλήρης αναστολή ή ο περιορισμός της συντάξεως στο 30% αυτής κατά το χρονικό διάστημα της επαναφοράς της συνταξιούχου στην εργασία, κρίνεται από τα αρμόδια όργανα του ασφαλιστικού φορέα και δεν υφίσταται αρμοδιότητα της ερωτώσας υπηρεσίας ως προς το ζήτημα αυτό (πλειοψ).
ΣΤΕ 311/2011
Συνταξιοδοτικές παροχές:Επειδή, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό προς τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Με την 4864/18.03.1980 πράξη κανονισμού στρατιωτικής σύνταξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους απονεμήθηκε στην αναιρεσείουσα, με την ιδιότητα της διαζευγμένης θυγατέρας, σύνταξη λόγω θανάτου του πατέρα της, λοχαγού εν αποστρατεία. Η αναιρεσείουσα με την από 13.05.1987 αίτησή της προς το αναιρεσίβλητο Ταμείο, ζήτησε να της απονεμηθεί το προβλεπόμενο μέρισμα που λάμβανε ο πατέρας της ως μέτοχος του Ταμείου. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 2430/Σ.13/8.7.1987 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας για απονομή μερίσματος, το οποίο είχε γεννηθεί στις 30.12.1980, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1105/1980, είχε αποσβεστεί, διότι δεν ασκήθηκε, κατά το άρθρο 1 παρ. 14 του ν.δ. 4198/1961, εντός πενταετίας από τη γέννησή του, δηλαδή μέχρι 30.12.1985. Ακολούθως, η αναιρεσείουσα υπέβαλε την 22213/30.11.1995 αίτηση με το ίδιο αίτημα, η οποία απορρίφθηκε με την 744/Σ.6/1996 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Η αναιρεσείουσα άσκησε στις 8.4.1999 την επίδικη αγωγή (α.π. 1370/8.4.1999), με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 30.12.1980 έως 30.3.1999. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο .. εξέδωσε την 12640/1999 προδικαστική απόφαση και, ακολούθως, με την 1583/2001 απόφαση δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, κρίνοντας ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα ήταν απαράγραπτο βάσει του άρθρου 31 του ν. 1027/1980 και ότι μπορούσε, συνεπώς, να ασκηθεί οποτεδήποτε, αναγνώρισε δε την υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό 3.216.931 δραχμών, που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 13.05.1987, ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησής της, έως 30.3.1999. Κατά της απόφασης αυτής το Ταμείο άσκησε έφεση. Επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η 1607/2004 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..και, ακολούθως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση, μεταρρυθμίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και κρίθηκε ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα δεν υπέκειτο σε χρονικούς περιορισμούς, η απορρέουσα όμως από το δικαίωμα αυτό αξίωση υπέκειτο στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ. 496/1974. Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο μεταρρύθμισε την πρωτόδικη απόφαση και περιόρισε το μέρισμα που εδικαιούτο να λάβει η αναιρεσείουσα από το Ταμείο σε 2.720 ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 1.1.1996 ως 30.3.1999.
ΕΣ/Τμ4(ΚΠΕ)/11/2014
ΑΠΟΔΟΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΙΣΦΟΡΑΣ: Νόμιμη. (...) Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων, κατά την 198/27.9.2012 συνεδρίασή του, αποφάσισε να αποδοθούν στον Ο.Α.Ε.Δ. «Ειδικό Λογαριασμό Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξαρτήτως Απασχολουμένων» τα ποσά 2.814.720,00 ευρώ και 1.582.920,00 ευρώ που αφορούν εισπράξεις που πραγματοποιήθηκαν από τους Τομείς Υγειονομικών υπέρ του λογαριασμού αυτού για το έτος 2011 και το α΄ εξάμηνο του έτους 2012 αντίστοιχα. Το ποσό αυτό προσδιορίστηκε βάσει των αρχείων της μηχανογράφησης, σύμφωνα με τα οποία οι ασφαλισμένοι που κατέβαλαν την υπέρ Ο.Α.Ε.Δ. εισφορά για το έτος 2011 ανέρχονταν σε 23.450 (Χ 120,00 ευρώ = 2.814.720,00), και για το πρώτο εξάμηνο του 2012 ανέρχονταν σε 26.382 (Χ 60,00 ευρώ = 1.582.920,00 ευρώ). Σε εκτέλεση της προαναφερόμενης απόφασης, εκδόθηκε από τον Τομέα Υγειονομικών του ………... το 101, οικονομικού έτους 2013 χρηματικό ένταλμα πληρωμής, ποσού 4.396.980,00 ευρώ, τη θεώρηση του οποίου αρνήθηκε ο Επίτροπος με τη 42/17.10.2013 πράξη του, ενόψει του ότι από μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας που περιλαμβάνεται στο φάκελο προέκυπτε ότι στις 15.10.2013 το ποσό που αντιστοιχούσε στον κωδικό του Ο.Α.Ε.Δ. για το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.6.2012 ανερχόταν σε 2.719.824,96 ευρώ, ενώ υπήρχε μεγάλο μέρος πληρωμών, για τις οποίες δεν είχε ολοκληρωθεί η επεξεργασία (ενν. η διάσπαση των εισφορών, καθόσον σύμφωνα με τις οικείες νομοθετικές διατάξεις η μηνιαία εισφορά ύψους 10,00 ευρώ βεβαιώνεται και συνεισπράττεται μαζί με τις λοιπές εισφορές), ούτε άλλωστε περιλαμβανόταν στο φάκελο βεβαίωση του Τμήματος Εσόδων και δεν μπορούσε να συναχθεί ότι η υπέρ Ο.Α.Ε.Δ. απόδοση των κρατήσεων είναι ισόποση της είσπραξης. Ακολούθως, η υπηρεσία αφού ακύρωσε το προαναφερόμενο ένταλμα, το αντικατέστησε με το 332, οικονομικού έτους 2013 χρηματικό ένταλμα, μειώνοντας το εντελλόμενο ποσό σε 3.348.712,40 ευρώ. Συναφώς, προσκομίζεται αναλυτικός πίνακας, υπογεγραμμένος από την Προϊσταμένη Λογιστηρίου ....., ο οποίος εμφανίζει το «Συγκεντρωτικό Ταμείο για 1.1.2011 έως 30.6.2012» και ειδικότερα τα έσοδα από αποδείξεις καταβολής ασφαλισμένων κατά πιστωτικό ίδρυμα, από τον οποίο προκύπτει ότι ως «έσοδα υπέρ Ο.Α.Ε.Δ.» εισπράχθηκαν α) από την «Εθνική Τράπεζα» ποσό 1.126,99 ευρώ, β) από την «ALPHA BANK» ποσό 1.126,99 ευρώ και γ) από την «EUROBANK» ποσό 3.346.458,42 ευρώ. Συνεπώς, και εφόσον με το προαναφερόμενο δημόσιο έγγραφο βεβαιώνεται ότι το εντελλόμενο με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα ποσό αντιστοιχεί στις πράγματι καταβληθείσες από τους ασφαλισμένους στα αναλυτικά αναφερόμενα πιστωτικά ιδρύματα εισφορές, η επίμαχη δαπάνη είναι νόμιμη.
ΕΣ/Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1206/2024
Με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή έφεση της αναιρεσείουσας κατά της 15341/2014 καταλογιστικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του ως άνω Νοσοκομείου και περιορίσθηκε το εις βάρος της, συνεπεία ανακλήσεως του διορισμού της λόγω πλαστογραφίας του βαθμού του πτυχίου της, καταλογισθέν ποσό των 169.616,11 ευρώ, στο ύψος των 40.000,00 ευρώ, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας.Υπό το φως των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο καταλογισμός εις βάρος της εκκαλούσας και ήδη αναιρεσείουσας ποσού που υπερβαίνει αυτό των 5.000,00 ευρώ, διαρρηγνύει τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ του σκοπού που επιδιώκεται με τον καταλογισμό και των περιουσιακών δικαιωμάτων της καταλογιζομένης. Τούτο δε, ύστερα από στάθμιση των εξής δεδομένων της υπόθεσης: (α) Η ήδη αναιρεσείουσα κατείχε τον απαιτούμενο για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, στην οποία διορίσθηκε, τίτλο σπουδών, αλλά με βαθμό μικρότερο αυτού που αρχικώς δήλωσε. (β) Η ίδια εκτέλεσε τα καθήκοντά της επί δώδεκα περίπου έτη και δεν έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει με άλλον τρόπο τις μισθολογικές απολαβές αυτής της περιόδου. (γ) Η διοίκηση του Νοσοκομείου καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της εργασίας της δεν προέβη στον έλεγχο των στοιχείων που ήταν κατατεθειμένα στο προσωπικό της μητρώο. (δ) Το Νοσοκομείο επωφελήθηκε επί δώδεκα περίπου έτη των υπηρεσιών της. ε) Οι υπηρεσίες της αυτές παρασχέθηκαν με συνέπεια και επάρκεια και, ως εκ τούτου, έναντι των καταβληθεισών αποδοχών, ελήφθη ως αντιπαροχή η αρμόζουσα στη θέση de facto απασχόλησή της. στ) Σε αντίθεση με συναφή περίπτωση, που αποτέλεσε αντικείμενο κρίσης της 599/2021 απόφασης της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, με την οποία ακυρώθηκε καθ’ ολοκληρίαν ο σχετικός καταλογισμός (πρβλ. σκ. 31-33 της απόφασης αυτής), από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν προκύπτει ότι η κατάθεση του ως άνω παραποιημένου κρίσιμου δικαιολογητικού δεν είχε ως αποτέλεσμα την εκτόπιση ετέρου υποψηφίου από την ήδη αναιρεσείουσα και, ως εκ τούτου, ότι δεν επηρέασε την πρόσληψή της, ούτε ότι υπήρξε ποινική καταδίκη εις βάρος της για την πράξη της αυτή. Στο σημείο αυτό, εξάλλου, παρατηρείται ότι ούτε από την επισκόπηση του δικογράφου της έφεσης, όπως, άλλωστε, και του αναιρετηρίου, προκύπτει ότι η ήδη αναιρεσείουσα προέβαλε, κατά τρόπο ορισμένο, και με επίκληση των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων, ότι η κατάθεση του ως άνω παραποιημένου κρίσιμου δικαιολογητικού δεν είχε ως αποτέλεσμα την εκτόπιση ετέρου υποψηφίου από την ήδη αναιρεσείουσα και, ως εκ τούτου, ότι δεν επηρέασε την πρόσληψή της, ούτε ότι υπήρξε ποινική καταδίκη εις βάρος της για την πράξη της αυτή.
Κατόπιν αυτών, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η καταλογιστική πράξη και το ποσό του καταλογισμού να περιορισθεί στο ποσό, πέραν του οποίου κατά τα ανωτέρω διαρρηγνύεται η δίκαιη ισορροπία, ήτοι στο ποσό των 5.000,00 ευρώ
ΕΣ/ΣΤ ΚΛΙΜΑΚΙΟ/430/2022
Προμήθεια καυσίμων και λιπαντικών: Κατ’ ακολουθίαν συντρέχουν, εν προκειμένω, ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες, που κωλύουν την υπογραφή των πέντε υποβληθέντων σχεδίων συμβάσεων. Περαιτέρω δε, επισημαίνεται ότι στο υποβληθέν σχέδιο σύμβασης, μεταξύ του Δήμου Ναυπλιέων και της αναδόχου, εσφαλμένως στον τίτλο της σύμβασης αναγράφεται ότι ο ενδεικτικός προϋπολογισμός της προμήθειας ανέρχεται στο ποσό των 968.206,00 ευρώ χωρίς ΦΠΑ (το οποίο περιλαμβάνει και το ποσό που αντιστοιχεί στην Ομάδα Β΄, που, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, δεν ανατέθηκε στην ίδια ανάδοχο εταιρεία «…..», ενώ δεν περιλαμβάνει την προϋπολογιζόμενη δαπάνη για την προμήθεια πετρελαίου θέρμανσης), αντί του ορθού 938.176,00 ευρώ χωρίς ΦΠΑ (= 29.820,00 ευρώ για το πετρέλαιο θέρμανσης + 805.176,00 ευρώ για το πετρέλαιο κίνησης + 103.180,00 ευρώ για τη βενζίνη αμόλυβδη), συνακόλουθα δε, στην παρ. 6 του σχεδίου εσφαλμένως υπολογίζεται το ποσό της καταβληθησόμενης εγγύησης καλής εκτέλεσης σε 38.728,24 ευρώ (που αντιστοιχεί στο 4% των 968.206,00 ευρώ), αντί του ορθού 37.527,04 ευρώ (που αντιστοιχεί στο 4% των 938.176,00 ευρώ).
ΕΣ/Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1198/2024
Επομένως, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η έφεση, να μεταρρυθμιστεί η καταλογιστική πράξη και από τα κατά τα ανωτέρω καταλογισθέντα εις βάρος των αναιρεσειόντων ποσά, όπως διαμορφώθηκαν μετά τη μεταρρύθμιση της καταλογιστικής πράξης από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, πρέπει α) από το ποσό των 15.259,91 ευρώ, στο οποίο περιορίστηκε το σε βάρος της πρώτης αναιρεσείουσας καταλογισθέν ποσό, πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 594,84 ευρώ που αντιστοιχεί στο 1/10 των 5.948,36 ευρώ (που είχε αρχικώς καταλογιστεί σε βάρος της και αφορούσε στις δαπάνες κινητής τηλεφωνίας, οι οποίες έχουν νομιμοποιηθεί) και β) από το ποσό των 22.889,87 ευρώ, στο οποίο περιορίστηκε το σε βάρος εκάστου των λοιπών αναιρεσειόντων καταλογισθέν ποσό, πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 892,54 ευρώ που αντιστοιχεί στο 1/10 των 8.922,54 ευρώ (που είχε αρχικώς καταλογιστεί σε βάρος καθενός από αυτούς και αφορούσε στις δαπάνες κινητής τηλεφωνίας, οι οποίες έχουν νομιμοποιηθεί). Κατόπιν αυτών, το καταλογισθέν εις βάρος της πρώτης αναιρεσείουσας ποσό πρέπει να περιορισθεί στο ποσό των 14.665,07 (15.259,91 – 594,84) ευρώ και το καταλογισθέν εις βάρος των λοιπών ποσό πρέπει να περιορισθεί στο ποσό των 21.997,62 (22.889,87 – 892,25) ευρώ.Για τους λόγους αυτούς.Δέχεται εν μέρει την αίτηση αναίρεσης. Αναιρεί την 843/2019 απόφαση του VII Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τα οριζόμενα στο σκεπτικό.