95521/2024
Τύπος: Αποφάσεις
Καθορισμός της προθεσμίας και της διαδικασίας, με την οποία μεμονωμένοι καταναλωτές στους οποίους αφορούν η αντιπροσωπευτική αγωγή και ο εγκεκριμένος συμβιβασμός δύνανται να αποδεχθούν ή να αρνηθούν να δεσμευθούν από τον συμβιβασμό, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 10ιγ του ν. 2251/1994.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Z1/629/2005
Εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές Προσαρμογή του ν. 2251/1994 για την «Προστασία των καταναλωτών» (ΦΕΚ Α΄ 191) προς τις διατάξεις της οδηγίας 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 «σχετικά με την εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές και την τροποποίηση των οδηγιών 90/619/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 97/7/ΕΚ και 98/27/ΕΚ» (Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 271 της 9.10.2002, σ. 0016 0024).(Καταργήθηκε με το Ν.4512/2018, ΦΕΚ 5/Α/17.1.2018)
ΝΣΚ/189/2020
α) Αν ισχύει σήμερα η διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 εδ. A περ. δ' του π.δ. 913/1978 «Κωδικοποίηση διατάξεων Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου». β) Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης αν ο συμβιβασμός που αναφέρεται στη διάταξη αυτή μπορεί να γίνει και για ποσό προερχόμενο από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές. γ) Αν πρέπει να είναι επικαιροποιημένη η απόφαση του ΔΣ του ΝΑΤ και η προηγηθείσα αυτής γνωμοδότηση του Δικαστικού Τμήματος του ΝΑΤ σχετικά με αιτηθέντα από οφειλέτη του ΝΑΤ συμβιβασμό. δ) Αν η προβλεπόμενη προς έκδοση υπουργική απόφαση έγκρισης θα εκδοθεί βάσει της υφιστάμενης απόφασης του ΔΣ του ΝΑΤ, σε περίπτωση που η απάντηση στο α' ερώτημα είναι αρνητική. ε) Αν αποτελεί ουσιώδες στοιχείο η έλλειψη ρητής απάντησης από το ΝΑΤ περί του αν ο αιτήσας τον σχετικό συμβιβασμό έχει περιουσία ή όχι στο εξωτερικό.(...)Ο επίμαχος συμβιβασμός δεν μπορεί να συναφθεί νόμιμα και, ως εκ τούτου, παρέλκει οποιαδήποτε απάντηση για κάθε ένα από τα τεθέντα ερωτήματα (κατά πλειοψηφία). Παραπέμφθηκε στη Β΄ Τακτική Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 179/2019 Ατομικής γνωμοδότησης.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/154/2019
Εξωδικαστικός συμβιβασμός με Δήμο:..Με δεδομένα τα ανωτέρω, κρίνεται, καταρχάς, ότι οι διατάξεις του άρθρου 904 Α.Κ. περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, επί των οποίων ερείδονται οι εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Α.ii αγωγές του ......, που αποτέλεσαν τη βάση του ελεγχόμενου εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν παρέχουν νόμιμο έρεισμα για την πραγματοποίηση δαπάνης εξωδικαστικού συμβιβασμού, κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στη σκέψη 2, η δε ικανοποίηση των σχετικών αξιώσεων του ...... μόνο με άσκηση αγωγής ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου δικαστηρίου δύναται να επιδιωχθεί. Περαιτέρω, από τα εκτιθέμενα στη σκέψη 3 δικαιολογητικά που προσκομίσθηκαν από το Δήμο ... – ... προς θεμελίωση των αξιώσεων αδικαιολόγητου πλουτισμού του ...... προκύπτει, όπως άλλωστε και ο ίδιος ιστορεί στις αγωγές του, ότι α) σε κανένα έργο, κύριο ή συμπληρωματικό, και σε καμία μελέτη, δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία ανάθεσης, εκτέλεσης, παραλαβής αυτών κατά τις ισχύουσες τότε διατάξεις και β) οφειλέτης των αξιώσεων του είναι ο Δημοτικός Αθλητικός Οργανισμός ... και εν συνεχεία ο .... ... – ... (βλ. τη ... απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... – ..., Β΄ ...), όσον αφορά τις αξιώσεις του από τις εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Α.ii υπό στοιχείο 1 αγωγή και υπό στοιχείο 2 αγωγή κατά το μέρος που αυτή αφορά τα έργα της υπό στοιχείο 1 αγωγής (βλ. τα αναλυτικά εκτιθέμενα στις σκέψεις 3.Β και 3.Γ στοιχεία), ενώ οφειλέτης των αξιώσεων του από τις εκτιθέμενες στη σκέψη Α.ii υπό στοιχείο 3 αγωγή και υπό στοιχείο 2 αγωγή κατά το μέρος που αυτή αφορά το έργο της υπό στοιχείο 3 αγωγής είναι το Κ.Ε.Κ. .... Συνεπώς, μη νομίμως ενταλματοποιήθηκε η ελεγχόμενη δαπάνη, αφού αυτή ερείδεται σε άκυρο εξώδικο συμβιβασμό, ο οποίος δεν υποχρεώνει το Δήμο ... – ... σε παροχή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.7/22/2019
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/172/2019
Εξώδικος συμβιβασμός:Με τα δεδομένα αυτά κρίνεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 904 Α.Κ. περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, επί των οποίων ερείδεται η αγωγή του φερόμενου ως δικαιούχου για το ποσό που αποτέλεσε τη βάση του ελεγχόμενου εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν παρέχουν νόμιμο έρεισμα για την πραγματοποίηση δαπάνης εξωδικαστικού συμβιβασμού, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙ, η δε ικανοποίηση της σχετικής αξίωσης του ανωτέρω μόνο με άσκηση αγωγής ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου δικαστηρίου δύναται να επιδιωχθεί.
ΕλΣυν/Κλιμ.1/229/2013
Εξώδικος συμβιβασμός.(....) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας, η εντελλόμενη δαπάνη, που αφορά σε απόδοση της ωφέλειας που προσπορίστηκε το συγχωνευθέν ν.π.δ.δ. ….από την απασχόληση σ' αυτό με την ιδιότητα της τραπεζοκόμου της φερόμενης ως δικαιούχου, για την οποία ουδέποτε καταρτίστηκε, σύμφωνα με το νόμο, σχετική σύμβαση έργου ή εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, είναι μη νόμιμη, διότι η απαίτηση αυτή, αν και άγεται σε συμβιβασμό υπό το ένδυμα του αδικαιολόγητου πλουτισμού, αφορά κατ’ ουσία σε μισθολογικές απαιτήσεις, αφού η υποκείμενη αιτία της είναι η προσφορά υπηρεσιών. Συνεπώς, το ν.π.δ.δ. …..δεν είχε εξουσία να προβεί σε εξώδικο συμβιβασμό για την απαίτηση αυτή, αφού τούτο προσκρούει στην απαγορευτική διάταξη του άρθρου 72 παρ.2 του ν.3852/2010. Σε κάθε περίπτωση, οι περί αδικαιολόγητου πλουτισμού διατάξεις του Αστικού Κώδικα (904 επ.) δεν δύνανται να παράσχουν, σε καμία περίπτωση, νόμιμο έρεισμα για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης υποκείμενης σε προληπτικό έλεγχο. Και τούτο διότι η νομιμότητα των υποκείμενων σε προληπτικό έλεγχο δαπανών κρίνεται πάντοτε και χωρίς εξαιρέσεις, με την επιφύλαξη του τυχόν απορρέοντος από τελεσίδικη απόφαση δεδικασμένου, με βάση το οικείο ουσιαστικό δίκαιο που διέπει την επίμαχη κάθε φορά έννομη σχέση. Περαιτέρω, ο ως άνω συμβιβασμός πάσχει ακυρότητα διότι η οικεία απόφαση ελήφθη από το Διοικητικό Συμβούλιο του ν.π.δ.δ. και όχι από την αρμόδια προς τούτου, λόγω ποσού, Εκτελεστική Επιτροπή αυτού. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη και συνεπώς αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/ΚΠΕ.ΤΜ.7/340/2013
Εξώδικος συμβιβασμός.Κατά συνέπεια, η εντελλόμενη δαπάνη, η οποία έχει ως γενεσιουργό αιτία τον ως άνω εξώδικο συμβιβασμό δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν έχουν τηρηθεί τα, απαιτούμενα από το άρθρο 72 παρ. 1 περ. ιδ΄ του ν.3852/2010, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν.4071/2012, τυπικά, εξωτερικά στοιχεία αυτού. Εντούτοις, λαμβανομένου υπόψη, αφενός μεν ότι, ως προς τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία (γνωμοδότηση δικηγόρου, εισήγηση οικονομικής επιτροπής, απόφαση δημοτικού συμβουλίου) του ως άνω εξώδικου συμβιβασμού, τηρήθηκε η παγίως, πριν την επελθούσα με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν.4071/2012, νομοθετική μεταβολή, ισχύουσα ρύθμιση (αρχικό άρθρο 72 παρ. 1 περ. ιδ' του ν.3852/2010, άρθρο 103 παρ. 2 περ. η΄ του Κ.Δ.Κ.), σύμφωνα με την οποία αρμόδιο για τον εξώδικο συμβιβασμό διαφορών μέχρι 30.000,00 ευρώ ήταν το Δημοτικό Συμβούλιο, αφετέρου δε ότι η πιο πάνω κρίσιμη 81/18.4.2012 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου εκδόθηκε μόλις οκτώ (8) ημέρες μετά την ως άνω νομοθετική μεταβολή, η δε, νυν αρμόδια, Οικονομική Επιτροπή έχει εκφέρει ήδη θετική εισήγηση ως προς τον εξώδικο αυτόν συμβιβασμό, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, εν προκειμένω, τα αρμόδια όργανα του Δήμου πεπλανημένα πλην συγγνωστώς, χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης του νόμου και βλάβης των συμφερόντων αυτού, υπέλαβαν ότι αρμόδιο για να αποφασίσει για τον ως άνω δικαστικό συμβιβασμό ήταν το Δημοτικό του Συμβούλιο, η δε συγγνωστή αυτή πλάνη, στην υπό κρίση υπόθεση, συνεκτιμώντας και τη θεμελίωση, κατά τα προεκτεθέντα, της ευθύνης του Δήμου προς αποζημίωση του φερόμενου ως δικαιούχου του επίμαχου χρηματικού εντάλματος, δικαιολογεί, στη συγκεκριμένη υπόθεση, τη θεώρηση του επίμαχου χρηματικού εντάλματος.
ΕλΣυν/Τμ.4/117/2002
Εξώδικος συμβιβασμός (...) Εξ αυτού προκύπτει ότι οι δήμοι και οι κοινότητες μπορούν να καταρτίζουν, για όσα θέματα δεν εξέρχονται από τη δυνατότητά τους αυτή, εξώδικο ή δικαστικό συμβιβασμό που γίνεται κατά τον διαγραφόμενο από την υπόψη διάταξη τρόπο με τις εντεύθεν ουσιαστικές και δικονομικές συνέπειες. Ως εκ τούτου στο πλαίσιο του διενεργούμενο από το Ελεγκτικό Συνέδριο προληπτικού ελέγχου ερευνάται αν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος τόσο ως προς τα τυπικά, εξωτερικά στοιχεία της πράξεως του συμβιβασμού, που αφορούν στην γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του δήμου και στην απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, όσο και ως προς τα ουσιαστικά, εσωτερικά στοιχεία της πράξης, υπό την έννοια ότι η σχετική δαπάνη μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβιβασμού, προβλέπεται από διάταξη νόμου και συνοδεύεται από τα αναγκαία δικαιολογητικά στοιχεία που αποδεικνύουν τη σχετική απαίτηση.
ΕλΣυν/Κλιμ.7/209/2015
Δικαστικός συμβιβασμός.(...) ο δικαστικός συμβιβασμός αποτελεί σύμβαση διφυούς χαρακτήρα, ήτοι αφενός σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, με την οποία τα μέρη διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις μία φιλονικία τους ή μία αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 871 του Α.Κ. και αφετέρου δικονομική σύμβαση, η οποία περιβαλλόμενη τον προβλεπόμενο στο άρθρο 293 του ΚΠολΔ τύπο - όπως η σχετική περί του συμβιβασμού δήλωση των διαδίκων ενώπιον του δικαστηρίου, που καταχωρίζεται στα οικεία πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο του οικείου δικαστικού σχηματισμού και του Γραμματέα αυτού (βλ. άρθρα 256 και 258 του ΚΠολΔ) - επιφέρει την αυτοδίκαιη κατάργηση της δίκης (βλ. ΑΠ 138/2014, 540/2011). Συνεπώς, με το δικαστικό συμβιβασμό, ο οποίος επιλύει την μεταξύ των μερών διαφορά επιφέροντας την κατάργηση της μεταξύ τους ανοιγείσης δίκης και είναι εξοπλισμένος με εκτελεστότητα, παρέχοντας το δικαίωμα στον φορέα της σχετικής αξιώσεως να ενεργοποιήσει δυνάμει του τίτλου αυτού αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του οφειλέτη, τερματίζεται η επιδικία και παρέχεται κατ’ ουσίαν οριστική δικαστική προστασία, αφού μετά την κατάργηση της δίκης λόγω δικαστικού συμβιβασμού τυχόν άσκηση νέας αγωγής με το αυτό περιεχόμενο θα είναι απορριπτέα ως αβάσιμη (βλ. ΑΠ 138/2014, Ν. Νίκα: "Ο δικαστικός συμβιβασμός", 1984, σελ. 249). Περαιτέρω, ο δικαστικός συμβιβασμός δεσμεύει τους διαδίκους έως ότου διαγνωσθεί η ακυρότητά του, ακυρωθεί ή ανατραπεί, η διάγνωση δε του κύρους του δικαστικού συμβιβασμού προϋποθέτει αφενός αμφισβήτηση αυτού από ένα τουλάχιστον των μερών και αφετέρου την τήρηση της εκ του νόμου προβλεπόμενης δικαστικής διαδικασίας, που συνίσταται στην με πρωτοβουλία ενός των μερών κλήση προς περαιτέρω συζήτηση ενώπιον του οικείου δικαστηρίου, στο πλαίσιο της οποίας θα τεθεί υπό μορφήν ενστάσεως από τον εγείροντα την σχετική αμφισβήτηση διάδικο το ζήτημα του κύρους του συμβιβασμού. Επί του ζητήματος δε αυτού θα κρίνει ο οικείος δικαστικός σχηματισμός, μόνος αρμόδιος να διαπιστώσει εάν εχώρησε έγκυρη κατάργηση της δίκης ή όχι, ενώ ο διάδικος που αμφισβητεί το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού μπορεί να προκαλέσει σχετική δικαστική κρίση και με την άσκηση αναγνωριστικής αγωγής (άρθρο 70 Κ.Πολ.Δ.), άλλως με την άσκηση ανακοπής κατά της εκτελέσεως (άρθρο 933 Κ.Πολ.Δ.), κατά περίπτωση (βλ. Ειρ.Πρέβεζας 17/1997, Εφ.Δωδ. 86/1990, Ν.Νίκα, ό.π. σελ. 300 επ.)
ΕΣ/ΤΜ.7/85/2008
Εξώδικος συμβιβασμός.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον ο συναφθείς εξώδικος συμβιβασμός - τυχόν πλημμέλειες της εγκυρότητας και νομιμότητας του οποίου, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω (σκέψη V), εξετάζονται παρεμπιπτόντως και υπό την επιφύλαξη των περί δεδικασμένου διατάξεων από το Δικαστήριο τούτο - είναι άκυρος. Και τούτο διότι ναι μεν τηρήθηκαν τα τυπικά, εξωτερικά στοιχεία του συμβιβασμού (γνωμοδότηση δικηγόρου, απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου), ωστόσο δε συντρέχουν τα απαιτούμενα ουσιαστικά, εσωτερικά στοιχεία αυτού, υπό την έννοια της ύπαρξης δικαιώματος ουσιαστικού δικαίου, ήτοι έγκυρης αιτίας, δεδομένου ότι την αιτία αυτού αποτελεί σύμβαση εκτέλεσης δημοτικού έργου, η οποία είναι άκυρη ως προφορικώς συναφθείσα, αφού, όπως προαναφέρθηκε (σκέψη III), ο έγγραφος τύπος κατάρτισης της σύμβασης δημοσίων έργων, στην περίπτωση της απευθείας ανάθεσης αυτών, απαιτείται από το νόμο ως συστατικός, η έλλειψη δε αυτού έχει ως συνέπεια να λογίζεται η ως άνω σύμβαση ως μη γενομένη (άρθρ. 180 Α.Κ.) και επομένως, μη παράγουσα έννομες συνέπειες. Περαιτέρω, τα έργα που φέρεται ότι εκτελέστηκαν στον ως άνω Δήμο (σύμφωνα με την από 12.8.2004 αγωγή των εργολάβων... και ...), μη νόμιμα ανατέθηκαν στους εν λόγω εργολάβους αφενός χωρίς να έχουν περιληφθεί στο τεχνικό πρόγραμμα του Δήμου και να έχει προηγηθεί η σύνταξη σχετικής μελέτης και αφετέρου χωρίς διεξαγωγή δημοπρασίας, ή χωρίς να προκύπτει ότι συνέτρεξαν οι εξαιρέσεις ή οι ειδικές περιπτώσεις που δικαιολογούσαν την απευθείας ανάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2γ΄ του ν. 1418/1984. Εξάλλου, ναι μεν, η παράλειψη προσκόμισης αποδεικτικού κρατήσεων υπέρ τρίτων και κατάθεσης από τον εργολάβο δημοσίου έργου «ενημερότητας πτυχίου» δεν πλήττουν, όπως προεκτέθηκε (σκέψη IV), την κατά τα λοιπά νόμιμη εκτέλεση του έργου και τη βάσει αυτής νόμιμη καταβολή της δαπάνης πληρωμής αυτού, πλην όμως, μη νόμιμα ενταλματοποιήθηκε η επίμαχη δαπάνη με μόνα δικαιολογητικά τη συνταχθείσα από την Τ.Υ.Δ.Κ. Ν. ... 1η συγκεντρωτική κατάσταση έργων, με ημερομηνία 27.12.2007, καθώς και τα 6, 7 και 48/3.6.2002 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, ποσού 6.925,90 ευρώ το καθένα, που εκδόθηκαν από τους προαναφερόμενους εργολάβους, χωρίς την προσκόμιση των λοιπών απαιτούμενων από το νόμο δικαιολογητικών (πιστοποιήσεις, τιμολόγια και αποδείξεις παροχής υπηρεσιών για το σύνολο της δαπάνης, βεβαίωση καλής εκτέλεσης, πρωτόκολλα παραλαβής κ.λπ.). Σε κάθε περίπτωση, ο συναφθείς εξώδικος συμβιβασμός παραμένει άκυρος, δεδομένου ότι στερείται έγκυρης αιτίας, αφού από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αποδεικνύεται η σχετική απαίτηση των ανωτέρω εργολάβων ούτε βεβαιώνεται, με οποιονδήποτε τρόπο, από το αρμόδιο όργανο ότι εκτελέστηκαν τα επίμαχα έργα. Κατά συνέπεια, δεδομένης της ακυρότητας των συμβάσεων εκτέλεσης των εν λόγω δημοτικών έργων, είναι άκυρος και ο εξώδικος συμβιβασμός που καταρτίστηκε μεταξύ του Δήμου και των διεκδικούντων αμοιβή για την εκτέλεση αυτών, με σκοπό την εκπλήρωση υποχρεώσεων του Δήμου από τις άνω συμβάσεις και ο Δήμος δεν υποχρεούτο σε καταβολή οποιουδήποτε ποσού συνεπεία του ανωτέρω άκυρου συμβιβασμού....Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, είναι μη νόμιμη η εντελλόμενη με το κρινόμενο Β/36, οικονομικού έτους 2008, χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη, ως ερειδόμενη σε άκυρο συμβιβασμό και συνεπώς, το ένταλμα αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/Κλιμ.7/193/2015
Εξώδικος συμβιβασμός.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξης, το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι, επειδή με τη χορήγηση από το Δήμο στον εργολάβο, μετά την πάροδο δέκα και πλέον μηνών από το δυστύχημα, της από 28.5.2003, βεβαίωσης καλής εκτέλεσης εργασιών, χωρίς οιαδήποτε αναφορά στο συμβάν ή στις υποχρεώσεις του αναδόχου, τη δήλωση του εργολάβου προς το Δήμο να αναλάβει αυτός με ίδια μέσα τον καθαρισμό, καθόσον ο ίδιος δεν διέθετε τα αναγκαία προς τούτο μηχανήματα, αλλά και από την άτυπη συνεννόηση του Δημάρχου με την Πυροσβεστική Υπηρεσία, προκειμένου εκείνη να αναλάβει περιστασιακά το έργο του καθαρισμού, στα πλαίσια των περιπολιών που πραγματοποιούσε για την πρόληψη πυρκαγιών, συνομολογείται ότι στις συμβατικές υποχρεώσεις του αναδόχου δεν περιλαμβανόταν ο καθαρισμός της οδού ......, μετά την εκτέλεση των εργασιών επ’ αυτής. Ως εκ τούτου, μετά το πέρας των εργασιών και σε κάθε περίπτωση μετά τη δήλωση του αναδόχου ότι η οδός χρήζει περαιτέρω καθαρισμού με πλυστικό μηχάνημα, ο Δήμος, ο οποίος κατ’ άρθρο 1 του Ν. 3155/1955 «Περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών» (ΦΕΚ Α 63), είχε την υποχρέωση συντήρησης των δημοτικών οδών που κείνται εντός των ορίων του, έπρεπε να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες καθαρισμού και σήμανσης αυτής προειδοποιώντας τους οδηγούς ότι επ’ αυτής κείνται επικίνδυνα φερτά υλικά. Ως εκ τούτου, πιθανολογείται βάσιμα ότι η αγωγή που άσκησε ο εργολάβος σε βάρος του Δήμου, περί καταβολής του ποσού που ο ίδιος θα αναγκαζόταν να πληρώσει για την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης στην οικογένεια του θύματος μετά την έκδοση της 789/2013 απόφασης του Εφετείου ...... θα ευδοκιμούσε εάν ο ίδιος δεν είχε παραιτηθεί του δικογράφου αυτής, συνεπεία του εξωδίκου συμβιβασμού. Κατά συνέπεια η οικεία δαπάνη, η οποία στηρίζεται στον εξώδικο συμβιβασμό, για τον οποίο συντρέχουν τα εξωτερικά τυπικά στοιχεία καθώς και οι οικείες ουσιαστικές προϋποθέσεις είναι νόμιμη.