ΣΤΕ/353/2018
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με την αίτηση αυτή, η ήδη αναιρεσείουσα κοινοπραξία, ανάδοχος του έργου «Αποχέτευση Ανατολικού και Δυτικού Τομέα … (δευτερεύον δίκτυο)», ζητεί την αναίρεση της 35/2012 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του ανωτέρω έργου(....)Εξάλλου, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το με την κρινόμενη αίτηση τιθέμενο ζήτημα της εκτελεστότητας πράξης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, με την οποία δεν εγκρίνονται οι υποβληθείσες από την ανάδοχο επιμετρήσεις, σχετίζεται με τη διαμόρφωση των επιμετρητικών στοιχείων και αποτελεί σπουδαίο νομικό ζήτημα, για το οποίο δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ο ισχυρισμός αυτός, όμως, είναι αβάσιμος, δεδομένου ότι το ζήτημα αυτό έχει επιλυθεί δια σειράς αποφάσεων του Δικαστηρίου, κάποιες από τις οποίες παρατίθενται και στην αναιρεσιβαλλομένη(....)Απορρίπτει την αίτηση κατά το σκεπτικό.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΛΣΥΝ/ΜΕΙΖ.ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1332/2023
Με την υπό κρίση έφεση ετέθη και το ζήτημα αν στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της αναλογίας μεταξύ αποδοχών ενεργείας και συντάξιμων αποδοχών, περιλαμβάνεται και η αποζημίωση που τυχόν παρέχεται σε αυτούς λόγω της συμμετοχής τους στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.Η Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν και των διευκρινίσεων που δόθηκαν στην επαναδιάσκεψη της 8.3.2023, σεβόμενη τη δικαιοδοσία του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου, ως αυτή οριοθετήθηκε στη σκέψη 7, κρίνει ότι, εκ μόνου του λόγου ότι εγέρθηκε ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου το αναφερθέν στην προηγούμενη σκέψη ζήτημα, οφείλει, ως εκ της φύσης του ζητήματος και του ότι τούτο δεν έχει επιλυθεί με απόφαση του ως άνω ειδικού Δικαστηρίου, να απόσχει άνευ ετέρου και ανεξαρτήτως κάθε άλλου συναφούς ζητήματος, της εξετάσεως αυτού ώστε να παραπεμφθεί η κρινόμενη έφεση, ως προς τούτο, στο κατά το Σύνταγμα εν λόγω αρμόδιο ειδικό Δικαστήριο
ΣΤΕ/3602/2005
Προμήθειες...Επειδή, δια της παραπομπής του άρθρου 2.1 της διακηρύξεως στις διατάξεις των υπ’ αριθμ. Π5/264/1977, Π5/268/1977 αποφάσεων του Υπουργού Εμπορίου, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις υπ’ αριθμ. Π5/268/1980 και Π5/568/1980 αποφάσεις του ιδίου υπουργού, οι διατάξεις αυτές κατέστησαν ρήτρες της διακηρύξεως και, ακολούθως, της συναφθείσης συμβάσεως. Δοθέντος δε ότι, όπως βεβαιώνεται στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση και δεν αμφισβητήθηκε από την αναιρεσείουσα ενώπιον του εφετείου ούτε αμφισβητείται κατ’ αναίρεση, η τελευταία δεν είχε προσβάλει ευθέως τη διακήρυξη με αίτηση ακυρώσεως, οι λόγοι της προσφυγής με τους οποίους αμφισβήτησε την ισχύ των ανωτέρω διατάξεων ήσαν απορριπτέοι ως απαράδεκτοι. Και τούτο διότι, με την ανεπιφύλακτη συμμετοχή της στο διαγωνισμό η αναιρεσείουσα αποδέχθηκε πλήρως τη νομιμότητα της διακηρύξεως και των όρων αυτής, και επομένως δεν είναι επιτρεπτή η εκ μέρους της παρεμπίπτουσα, εκ των υστέρων, αμφισβήτηση του κύρους των όρων της διακηρύξεως, με την ευκαιρία της προσβολής πράξεων που εκδίδονται είτε κατά την διαδικασία διεξαγωγής του διαγωνισμού είτε κατά την λειτουργία της συμβάσεως (βλ. Σ.τ.Ε. 1415/2000 Ολομ., 2743/2003 κ.α.). Συνεπώς, ορθώς το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη, λόγω παραλείψεως της αναιρεσείουσας να ασκήσει προηγουμένως την προβλεπομένη από τη διακήρυξη ενδικοφανή προσφυγή, περαιτέρω δε, απέρριψε και τους λόγους της προσφυγής, με τους οποίους η αναιρεσείουσα αμφισβητούσε τη νομιμότητα όρων της διακηρύξεως, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθούν.
ΣΤΕ/2891/2003
Παροχή υπηρεσιών:..Επειδή, το ζήτημα αυτό της εννοίας του άρθρου 15 παρ. 8 του Ν.Δ. 3843/1958 τίθεται στην προκειμένη υπόθεση στην οποία το διοικητικό εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφαση, έκρινε ότι αμοιβή, την οποία έλαβε η αναιρεσείουσα εταιρεία από την ... έναντι υποχρεώσεως παροχής προς αυτή υπηρεσιών που αφορούσαν όχι μόνο την κατάρτιση μελετών και σχεδίων και την διεξαγωγή ερευνών, εμπιπτουσών στην εν λόγω διάταξη, αλλά και την εφαρμογή τους, φορολογείται κατά το ήμισυ κατ’ εφαρμογή της ως άνω διατάξεως και κατά το έτερο ήμισυ κατ’ εφαρμογή των γενικών διατάξεων περί φορολογήσεως των μονίμως εγκατεστημένων στην Ελλάδα αλλοδαπών επιχειρήσεων, ενόψει της αξίας, στη συγκεκριμένη περίπτωση, κάθε παροχής. Λόγω σπουδαιότητος του ζητήματος αυτού, κρίνεται ότι το ζήτημα αυτό και η υπόθεση στο σύνολό της πρέπει να παραπεμφθεί, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 5 του Π.Δ. 18/1989, στο Τμήμα υπό την επταμελή σύνθεση
ΣΤΕ 2560/2015
Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα, διότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας απέρριψε τον λόγο της προσφυγής ότι, κατά παράβαση των εν λόγω διατάξεων, η αναιρεσείουσα δεν είχε κληθεί εγγράφως να εκθέσει τις απόψεις της πριν από την έκδοση της προσβληθείσης με την προσφυγή πράξεως. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, προεχόντως διότι η αναιρεσείουσα δεν ανέφερε με το δικόγραφο της προσφυγής τους ισχυρισμούς, τους οποίους θα είχε προβάλει ενώπιον του αναιρεσιβλήτου Δήμου αν είχε κληθεί και οι οποίοι θα κλόνιζαν τις διαπιστώσεις του αναιρεσιβλήτου Δήμου ως προς την εκ μέρους της παράβαση των όρων της συμβάσεως και θα μπορούσαν, ενδεχομένως, εάν ετίθεντο υπόψη του Δήμου, να επηρεάσουν την απόφαση του αρμοδίου οργάνου του ως προς την λύση της επίδικης συμβάσεως (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4447/2012 Ολομ.). Συνεπώς, ορθώς απερρίφθη από το Διοικητικό Εφετείο, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ο σχετικός με την παράβαση του δικαιώματος ακροάσεως λόγος της προσφυγής ....εν όψει των ανωτέρω, καθώς και εν όψει του ότι όλοι οι λοιποί προβαλλόμενοι με την κρινόμενη αίτηση λόγοι έχουν ήδη απορριφθεί με την υπ’ αριθ. 2381/2009 απόφαση του ΣΤ΄ Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, όπως προκύπτει από την εν λόγω απόφαση, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.
ΣΤΕ 311/2011
Συνταξιοδοτικές παροχές:Επειδή, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό προς τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Με την 4864/18.03.1980 πράξη κανονισμού στρατιωτικής σύνταξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους απονεμήθηκε στην αναιρεσείουσα, με την ιδιότητα της διαζευγμένης θυγατέρας, σύνταξη λόγω θανάτου του πατέρα της, λοχαγού εν αποστρατεία. Η αναιρεσείουσα με την από 13.05.1987 αίτησή της προς το αναιρεσίβλητο Ταμείο, ζήτησε να της απονεμηθεί το προβλεπόμενο μέρισμα που λάμβανε ο πατέρας της ως μέτοχος του Ταμείου. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 2430/Σ.13/8.7.1987 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας για απονομή μερίσματος, το οποίο είχε γεννηθεί στις 30.12.1980, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1105/1980, είχε αποσβεστεί, διότι δεν ασκήθηκε, κατά το άρθρο 1 παρ. 14 του ν.δ. 4198/1961, εντός πενταετίας από τη γέννησή του, δηλαδή μέχρι 30.12.1985. Ακολούθως, η αναιρεσείουσα υπέβαλε την 22213/30.11.1995 αίτηση με το ίδιο αίτημα, η οποία απορρίφθηκε με την 744/Σ.6/1996 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Η αναιρεσείουσα άσκησε στις 8.4.1999 την επίδικη αγωγή (α.π. 1370/8.4.1999), με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 30.12.1980 έως 30.3.1999. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο .. εξέδωσε την 12640/1999 προδικαστική απόφαση και, ακολούθως, με την 1583/2001 απόφαση δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, κρίνοντας ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα ήταν απαράγραπτο βάσει του άρθρου 31 του ν. 1027/1980 και ότι μπορούσε, συνεπώς, να ασκηθεί οποτεδήποτε, αναγνώρισε δε την υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό 3.216.931 δραχμών, που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 13.05.1987, ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησής της, έως 30.3.1999. Κατά της απόφασης αυτής το Ταμείο άσκησε έφεση. Επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η 1607/2004 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..και, ακολούθως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση, μεταρρυθμίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και κρίθηκε ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα δεν υπέκειτο σε χρονικούς περιορισμούς, η απορρέουσα όμως από το δικαίωμα αυτό αξίωση υπέκειτο στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ. 496/1974. Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο μεταρρύθμισε την πρωτόδικη απόφαση και περιόρισε το μέρισμα που εδικαιούτο να λάβει η αναιρεσείουσα από το Ταμείο σε 2.720 ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 1.1.1996 ως 30.3.1999.
ΣτΕ/776/2006
Η κρίση, όμως, της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι, τόκοι υπερημερίας οφείλονται μόνον από την υποβολή πιστοποιήσεως, δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με την εκτεθείσα στην προηγούμενη σκέψη γνώμη που επικράτησε στο Τμήμα, και, ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση θα έπρεπε να αναιρεθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση, και η υπόθεση θα έπρεπε να παραπεμφθεί στο δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, προκειμένου τούτο να εξετάσει αν και πότε η αναιρεσείουσα εταιρία όχλησε τον κύριο του έργου να προβεί σε σύνταξη και έγκριση του απαιτουμένου για την πληρωμή των προαναφερθεισών υπερσυμβατικών εργασιών συγκριτικού πίνακα. Κατά τη γνώμη, όμως, του Προέδρου του Τμήματος, του Συμβούλου Θ. Παπαευαγγέλου και των δύο Παρέδρων, η κρινόμενη αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμη.
ΣτΕ/1184/2009(ΕΑ)
Μελέτες. Τεχνική και Επαγγελματική ικανότητα. «Συνεπώς, η αιτούσα «δεν αποδεικνύει την ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητά …[της] για τις λοιπές [αυτές] διακριτές και αυτοτελείς Η/Μ μελέτες, πολλές από τις οποίες είναι ιδιαίτερα σημαντικές (ύδρευση-αποχέτευση-πυρανίχνευση-πυρόσβεση-ισχυρά ρεύματα -ιατρικά αέρια κλπ», όπως απαιτεί η διακήρυξη. Η ως άνω αιτιολογία, κατά τα εκτεθέντα στην προηγουμένη σκέψη, είναι νόμιμη και αρκεί για να στηρίξει τον αποκλεισμό της προσφοράς της αιτούσας, οι δε προβληθείσες με την προδικαστική προσφυγή και επαναλαμβανόμενες με την υπό κρίση αίτηση αιτιάσεις της περί μη ρητής προβλέψεως ειδικώς στο προαναφερθέν άρθρο 20 της διακηρύξεως της ως άνω υποχρεώσεως δεν πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμες.»
ΕΣ/ΤΜ.6/1323/2019
Εκσυχρονισμός - αναβάθμιση λιμένος....Τέλος, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι εμφιλοχώρησαν πλημμέλειες στη διαγωνιστική διαδικασία, τούτο οφείλεται πρωτίστως στη σπουδή των υπαλλήλων του αιτούντος να φέρουν με ταχύτητα εις πέρας ένα εξαιρετικά σπουδαίο για την περιοχή έργο και επ΄ ουδενί έδρασαν με πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων. Επομένως, κατά την αίτηση, υφίσταται συγγνωστή πλάνη των υπαλλήλων του Ταμείου. Ως προς τον ισχυρισμό περί συγγνωστής πλάνης, πέραν του ότι προβάλλεται αορίστως συνολικά για όλες τις αιτιάσεις της προσβαλλόμενης πράξης, σε κάθε περίπτωση είναι αβάσιμος, καθώς η διάταξη περί τριμελούς συγκρότησης της επιτροπής διαγωνισμού είναι σαφής, η δε ανάγκη ταχείας ολοκλήρωσης του διαγωνισμού, σύμφωνα με τον προβληθέντα ισχυρισμό, δεν μπορεί να παρακάμψει την τήρηση της αρχής της διαφάνειας, η οποία διασφαλίζεται πρωτίστως με τη νόμιμη συγκρότηση και σύνθεση της επιτροπής του διαγωνισμού.
ΣΤΕ ΤΜΗΜΑ ΣΤ 142/2005
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΓΡΑΠΤΗ ΕΝΤΟΛΗ:Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 6η σκέψη της παρούσης αποφάσεως, ο ανάδοχος, επικαλούμενος την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου, δικαιούται να ζητήσει τροποποιήσεις στη μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, εάν δε ο κύριος του έργου απορρίψει το αίτημα αυτό, η σχετική άρνηση συνιστά πράξη βλαπτική για τα έννομα συμφέροντα του αναδόχου, ο οποίος νομιμοποιείται, αφού τηρήσει την ενδικοφανή διαδικασία του άρθρου 12 του ν. 1418/1984, να την προσβάλει με προσφυγή, προκειμένου να κριθεί από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο αν οι ζητούμενες τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου, περαιτέρω δε, αναλόγως της κρίσεως στο προηγούμενο ζήτημα, να κριθεί ποίος (ο κύριος του έργου ή ο ανάδοχος) βαρύνεται με το κόστος των εργασιών, οι οποίες έχουν τυχόν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς προηγούμενη έγκριση των τροποποιήσεων αυτών από τον κύριο του έργου. Εν όψει των ανωτέρω, οι κρίσεις του δικάσαντος δικαστηρίου ότι η απόρριψη από την Διευθύνουσα Υπηρεσία, με το υπ’ αριθμ. .. έγγραφο, των τροποποιήσεων στη σύμβαση, τις οποίες είχε προτείνει η αναιρεσείουσα με τις από 9, 17 και 24.5.1994 επιστολές της, δεν συνιστά πράξη βλαπτική για τα έννομα συμφέροντα της αναιρεσειούσης και, περαιτέρω, ότι για τις εργασίες που εξετέλεσε η αναιρεσείουσα δεν οφείλεται αποζημίωση, απλώς και μόνον διότι αυτές εκτελέσθηκαν κατά τροποποίηση της συμβάσεως και παρά την ρητή άρνηση του ... να εγκρίνει τις τροποποιήσεις, στηρίζονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων που παρατίθενται στην 5η σκέψη της παρούσης αποφάσεως.Για τον λόγο αυτό, ο οποίος προβάλλεται βάσιμα, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή..
ΕΣ/ΕΛΑΣ.ΟΛΟΜ./552/2023
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού 3.871.820,37 ευρώ, ως διαδόχου φορέα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης …, με την αιτιολογία ότι στην τελευταία, η οποία ήταν η Τελική Δικαιούχος του υποέργου «Θέατρο …», φέρεται να καταβλήθηκε παρανόμως το ανωτέρω ποσό. Το εν λόγω υποέργο είχε ενταχθεί στο μέτρο 1.4 του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος … 2000-2006 και χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και από εθνικούς πόρους.(...)Στο πλαίσιο αυτό, η επίμαχη ρύθμιση, που καθορίζει το ύψος του προς επιστροφή ποσού σε περίπτωση απένταξης ενός έργου, αφορά ένα ειδικότερο ζήτημα της ουσιαστικής ρύθμισης του άρθρου 104 του ν. 2362/1995, το οποίο αναφέρεται γενικά στη διαδικασία είσπραξης από το Δημόσιο αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και απαιτεί την ανάκτησή τους σε περίπτωση παρατυπίας αλλά και του άρθρου 6 του ν. 2860/2000, το οποίο προβλέπει ειδικότερα την ανάκτηση των παρανόμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών κατά την εκτέλεση των χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρησιακών προγραμμάτων. Το πλαίσιο δε που θέτουν οι διατάξεις αυτές είναι ορισμένο ως προς την υποχρέωση επιστροφής των σχετικών ποσών, προβλέπουν δε ρητά και την ολική διακοπή της χρηματοδότησης σε περίπτωση διαπίστωσης σοβαρής παρατυπίας, όπως εν προκειμένω. Συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 6 της κ.υ.α. 907/052/2003, περί επιστροφής του συνόλου της χρηματοδότησης σε περίπτωση ανάκλησης της απόφασης ένταξης, τελώντας εντός του πλαισίου των καθοριζόμενων με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2860/2000 κυρώσεων, ρυθμίζει πράγματι ένα ειδικότερο τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα ζήτημα. Εξάλλου, ο προβαλλόμενος με την ένδικη αίτηση ισχυρισμός ότι η επίμαχη διάταξη του άρθρου 6 της κ.υ.α. 907/052/2003, που προβλέπει την επιστροφή του συνόλου των καταβληθέντων ποσών σε περίπτωση απένταξης μίας πράξης χωρίς να εξετάζεται το γεγονός ότι το υπό ενίσχυση σχέδιο μπορεί να έχει μερικώς υλοποιηθεί, παραβιάζει το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης προβάλλεται αβασίμως, καθώς το δικαίωμα αυτό τυγχάνει εφαρμογής κατά τη διαδικασία έκδοσης της διοικητικής πράξης, εν προκειμένω δε της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, και ουδόλως η επίμαχη διάταξη αποκλείει την άσκησή του κατά την διάρκεια της προβλεπόμενης διαδικασίας ανάκτησης. Στην κρινόμενη υπόθεση η αναιρεσείουσα δεν θέτει ζήτημα επί της ουσίας παραβίασης του δικαιώματος αυτού κατά την έκδοση της προσβληθείσας με την έφεση πράξης.(...)Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.