ΕΛΣΥΝ/ΜΕΙΖ.ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1332/2023
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΛΣΥΝ/Μ.ΟΛΟΜ/1331/2023
Με την ένδικη έφεση ο εκκαλών επιδιώκει την ακύρωση της …/27.10.2020 πράξης της Α΄ Διεύθυνσης Απονομής Συντάξεων και Εφάπαξ Δημοσίου Τομέα του e-ΕΦΚΑ, με την οποία κανονίστηκε η σύνταξη του εκκαλούντος, προς τον σκοπό του επανακανονισμού αυτής βάσει του προϊσχύσαντος του ν. 4387/2016 νομοθετικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος, χωρίς την κράτηση για εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων και τις μειώσεις του ν. 4093/2012, οι οποίες έχουν κριθεί αντισυνταγματικές.
Με την υπό κρίση έφεση ετέθη και το ζήτημα αν στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της αναλογίας μεταξύ αποδοχών ενεργείας και συντάξιμων αποδοχών, περιλαμβάνεται και η αποζημίωση που τυχόν παρέχεται σε αυτούς λόγω της συμμετοχής τους στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.Η Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν και των διευκρινίσεων που δόθηκαν στην επαναδιάσκεψη της 8.3.2023, σεβόμενη τη δικαιοδοσία του κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου, ως αυτή οριοθετήθηκε στη σκέψη 5, κρίνει ότι, εκ μόνου του λόγου ότι εγέρθηκε ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου το αναφερθέν στην προηγούμενη σκέψη ζήτημα, οφείλει, ως εκ της φύσης του ζητήματος και του ότι τούτο δεν έχει επιλυθεί με απόφαση του ως άνω ειδικού Δικαστηρίου, να απόσχει άνευ ετέρου και ανεξαρτήτως κάθε άλλου συναφούς ζητήματος, της εξετάσεως αυτού ώστε να παραπεμφθεί η κρινόμενη έφεση, ως προς τούτο, στο κατά το Σύνταγμα εν λόγω αρμόδιο ειδικό Δικαστήριο
ΣτΕ/ΟΛΟΜ/953/2011
H διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 δεν θα έπρεπε να εφαρμοσθεί ως αντισυνταγματική, και, ως εκ τούτου, ανίσχυρη, με συνέπεια οι απαιτήσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου από καθυστερούμενες αποδοχές ή απολαυές οποιασδήποτε φύσεως, ή αποζημιώσεις λόγω παράνομης πράξεως ή παραλείψεως της Διοικήσεως ή από αδικαιολόγητο πλουτισμό να υπόκεινται στην προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου 90 και ισχύουσα για όλες τις άλλες χρηματικές αξιώσεις κατά του Δημοσίου πενταετή παραγραφή..7. Επειδή, ενόψει του ανακύπτοντος ζητήματος της συμφωνίας ή μη προς το Σύνταγμα της διατάξεως του άρθρου 90 παρ. 3 του ν. 2362/1995 και της υπάρξεως αποφάσεων του Αρείου Πάγου (Α.Π. 588/2007, 145, 250, 363/2006), που δέχονται ως προς το ζήτημα αυτό, γνώμη αντίθετη προς εκείνη, η οποία έγινε δεκτή στην πέμπτη σκέψη, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίνει ότι πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της κρινομένης υποθέσεως και να παραπεμφθεί το ζήτημα τούτο στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 1 περ. ε΄ του Συντάγματος και το άρθρο 48 παρ. 2 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 345/1976 (ΦΕΚ Α΄ 141) Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, προς άρση της αμφισβητήσεως.
Yπόθεση C-689/2013
Υπόθεση C-689/13: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Απριλίου 2016 [αίτηση του Consiglio di Giustizia amministrativa per la Regione siciliana (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Puligienica Facility Esco SpA (PFE) κατά Airgest SpA (Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Οδηγία 89/665/ΕΟΚ — Άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 3 — Διαδικασίες προσφυγής — Προσφυγή ακυρώσεως κατά αποφάσεως περί αναθέσεως δημόσιας συμβάσεως την οποία ασκεί προσφέρων του οποίου η προσφορά δεν επελέγη — Αντίθετη προσφυγή του αναδόχου — Εθνικός νομολογιακός κανόνας κατά τον οποίο επιβάλλεται η προηγούμενη εξέταση της αντίθετης προσφυγής και, εφόσον αυτή κριθεί βάσιμη, η απόρριψη ως απαράδεκτης της κύριας προσφυγής χωρίς εξέταση της ουσίας — Συμβατό με το δίκαιο της Ένωσης — Άρθρο 267 ΣΛΕΕ — Αρχή της υπεροχής του δικαίου της Ένωσης — Νομική αρχή που έχει διατυπωθεί με απόφαση της ολομέλειας του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου κράτους μέλους — Εθνική ρύθμιση που προβλέπει τον δεσμευτικό χαρακτήρα της αποφάσεως αυτής για τα τμήματα του εν λόγω δικαστηρίου — Υποχρέωση του τμήματος που επιλαμβάνεται ζητήματος σχετικού με το δίκαιο της Ένωσης, σε περίπτωση διαφωνίας με την απόφαση της ολομέλειας, να παραπέμπει το ζήτημα σε αυτή — Ευχέρεια ή υποχρέωση του τμήματος να υποβάλει αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο)
Φ.253.2/103868/A5/2022
Καθορισμός δικαιούχων ειδικού ποσοστού για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 μαθητών και αποφοίτων Γενικών και Επαγγελματικών Λυκείων περιοχών που έχουν πληγεί εξαιτίας φυσικών καταστροφών και οι οποίοι υπέβαλαν αίτηση δήλωση και συμμετείχαν στις πρώτες μετά το συμβάν πανελλαδικές εξετάσεις που διεξήχθησαν τον Ιούνιο του 2022.
Φ.251/104414/Α5/2022Εφαρμογή της Υπουργικής Απόφασης για το ειδικό ποσοστό υποψηφίων περιοχών που έχουν πληγεί εξαιτίας φυσικών καταστροφών ΑΔΑ:6ΔΞΩ46ΜΤΛΗ-Σ0Ε
ΣΤΕ/833/2010
Επειδή, το Β2 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την … απόφαση, παρέπεμψε στην τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κατ’ άρθρο 563 παρ.2 εδ. β΄ του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας το λόγο της αίτησης αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου που έπληττε την κρίση της … απόφασης του Εφετείου Αθηνών ως προς την αναγνώριση οφειλής από το Δημόσιο τόκων στην περίπτωση μετατροπής (περιορισμού) της εναντίον του αγωγής από καταψηφιστική σε αναγνωριστική, λόγω δημιουργίας ζητήματος γενικότερου ενδιαφέροντος εξαιτίας της διαφορετικής ερμηνευτικής προσέγγισης του όρου « αγωγή » στη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … από τον Αρειο Πάγο και το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ.2 του Συντάγματος. Με τη 10/2008 απόφαση η τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε τα εξής : από τη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345 και 346 Α.Κ προκύπτει ότι επί χρηματικής οφειλής του Δημοσίου μοναδικό γενεσιουργό λόγο της υποχρεώσεως αυτού προς πληρωμή τόκων υπερημερίας αποτελεί η επίδοση αντιγράφου αγωγής. Ως «αγωγή» νοείται εν προκειμένω η καταψηφιστική αγωγή, η επίδοση της οποίας επιφέρει έναρξη τοκοφορίας. Η επίδοση καταψηφιστικής αγωγής, της οποίας το αίτημα περιορίστηκε εν συνεχεία σε απλώς αναγνωριστικό, δεν αρκεί για να γεννηθεί η υποχρέωση του Δημοσίου προς τοκοδοσία κατά το άρθρο 346 Α.Κ, αφού η αγωγή αυτή θεωρείται μη ασκηθείσα ως προς το καταψηφιστικό της αίτημα (άρθρο 295 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου, η επίδοσή της εξακολουθεί μεν να ισχύει ως όχληση, δεν γεννά όμως υποχρέωση του Δημοσίου για πληρωμή τόκων υπερημερίας κατά τα άρθρα 340 και 345 Α.Κ. Και τούτο, διότι η υποχρέωση αυτή δεν γεννάται με την όχληση αλλά μόνο με την επίδοση της αγωγής. Τελικώς ο Άρειος Πάγος, με την προαναφερόμενη απόφασή του , δέχθηκε ότι το εφετείο με την κρίση του ως προς την αναγνώριση οφειλής τόκων από το Δημόσιο παραβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τη διάταξη του άρθρου 21 του ως άνω Κώδικα και έκρινε βάσιμο τον παραπεμφθέντα στην Ολομέλεια λόγο αναιρέσεως με τον οποίο, υπό την επίκληση του άρθρου 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, καταλογιζόταν στο εφετείο η ανωτέρω πλημμέλεια. Η κρίση όμως αυτή του Αρείου Πάγου ως προς την έννοια του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου είναι αντίθετη προς την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας την εκφερόμενη με την παρούσα απόφαση· .. Η αναφορά δε στην απόφαση αυτή και των διατάξεων των άρθρων 340, 341, 345 και 346 του Αστικού Κώδικα έγινε, όχι υπό την εκδοχή ότι και αυτές διέπουν την επί την επίδικη περίπτωση και τυγχάνουν συνεφαρμοστέες, αλλά προς αιτιολόγηση του πορίσματος, στο οποίο κατέληξε το ανώτατο αυτό δικαστήριο καθ΄ ερμηνεία της –μόνης εφαρμοσθείσης- διατάξεως του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου και δε διαφοροποιεί σε τίποτε το νομικό ζήτημα που αντιμετώπισε η απόφαση αυτή από το ίδιο ακριβώς νομικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, το ζήτημα δηλαδή της οφειλής από το Δημόσιο νόμιμων τόκων σε περίπτωση άσκησης κατ’ αυτού αναγνωριστικής αγωγής .. Επομένως, πρέπει να παραπεμφθεί το ζήτημα της έννοιας της διάταξης του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο για να αρθεί η πιο πάνω αμφισβήτηση σύμφωνα με τα άρθρα 100 παρ.1 περίπτ. ε΄ του Συντάγματος και 48 παρ.2 του Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου...
34341/5991/2020
Ρύθμιση διαδικασίας, προϋποθέσεων, όρων,απαιτούμενων δικαιολογητικών, τρόπος συμψηφισμού, παρακράτησης και απόδοσης, είδος των συμψηφιζομένων και παρακρατούμενων απαιτήσεων, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο διαδικαστικό ζήτημα, για την εφαρμογή του άρθρου 87 του ν. 4706/2020 (A΄ 136) και του άρθρου 26 του ν. 4722/2020 (Α’ 177).
Τροποποιήθηκε-αντικαταστάθηκεμε την 47284/359/2020,ΦΕΚ: 5080/B/17.11.2020
ΕΣ/τμ.1/91/2012
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Ενόψει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και δεδομένου ότι στα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, ο οποίος υποβλήθηκε στο Δικαστήριο με το 9313/ΕΦΑ2008/19.5.2008 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Ανάπτυξης δεν περιλαμβάνονται κρίσιμα για τη διάγνωση της υπόθεσης, έγγραφα και στοιχεία, πρέπει το Δικαστήριο να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης στην κρινόμενη έφεση προκειμένου, με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου, να προσκομισθούν από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Ανάπτυξης τα πιο κάτω έγγραφα και στοιχεία..(..)Τα ανωτέρω στοιχεία και διευκρινίσεις, τα οποία κατά την κρίση του Δικαστηρίου είναι αναγκαία για την οριστική διάγνωση της ουσίας της υπόθεσης, πρέπει να προσκομιστούν στο Δικαστήριο τούτο μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, με επιμέλεια της Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, στην Γενική Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Ανάπτυξης και στο … Πανεπιστήμιο ….. Μετά την εκτέλεση αυτών, με επιμέλεια του Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, πρέπει να ορισθεί αρμοδίως νέα δικάσιμος για τη συζήτηση της υπό κρίση έφεσης, να εγγραφεί η υπόθεση στο οικείο πινάκιο και να γίνει η από το νόμο επιβαλλόμενη κλήτευση των διαδίκων.
Μον.Εφ.Πειρ/20/2022
Ιατροί-Αποδοχές:(....)Το ενάγον -εκκαλούν, το οποίο, όπως ανέφερε, στην ως άνω από 19-6-2018 με Ε.Α.Κ. …../2018 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, συστήθηκε με αντικείμενο την παροχή δημόσιας υγείας σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες μονάδες υγείας του δημόσιου τομέα, εξέθετε περαιτέρω σε αυτήν, ότι, οι εναγόμενοι παρείχαν τις υπηρεσίες τους ως ιατροί, σε δευτεροβάθμιες μονάδες υγείας, που ανήκουν στην αρμοδιότητα της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή και παρακάτω διαστήματα ο καθένας,για τις οποίες,όμως, δεν έχουν αμειφθεί, αμφισβητείται δε από αυτούς το ποσό των αποδοχών τους και έχουν ασκήσει αγωγές σχετικά με την καταβολή του.(....)Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν, έστω με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, την οποία το παρόν Δικαστήριο παραδεκτά αντικαθιστά (άρθρο 534 ΚΠολΔ), δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε τον νόμο. Αποφαίνεται ότι επήλθε βίαια διακοπή της δίκης ως προς τον πέμπτο εφεσίβλητο, λόγω θανάτου του. Απορρίπτει την έφεση ως προς τους δεύτερο και τρίτο των εφεσίβλητων, ως απαράδεκτη, λόγω της, προηγηθείσας της άσκησής της, κατάργησης της δίκης δυνάμει δικαστικού συμβιβασμού, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό. Δέχεται τυπικά την έφεση ως προς τους λοιπούς εφεσίβλητους (πρώτο και τέταρτο). Απορρίπτει αυτήν στην ουσία.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/2020/2020
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ-ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Για να αποφανθεί επί των προδικαστικών ερωτημάτων που αφορούν στην αντίθεση των άρθρων 4 παρ. 1, 6 παρ. 1 και 4, 7, 8, 13, 14 και 15 του ν. 4387/2016 περί υπαγωγής των δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών στην ασφάλιση του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και υπολογισμού των συνταξιοδοτικών αποδοχών τους, σε υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις(...)Η Ολομέλεια θεωρεί ότι, υπό την επιφύλαξη των αναφερόμενων στη σκέψη 91, η συνταγματικότητα του συνταξιοδοτικού καθεστώτος των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων που καθορίζεται στον ν. 4387/2016 όπως τροποποιήθηκε, πρέπει να κριθεί χωρίς σύγκριση με το καθεστώς ετέρων συνταξιοδοτουμένων. Αν το νέο αυτό καθεστώς, αυτοτελώς εξεταζόμενο, ανταποκρίνεται στις ειδικές απαιτήσεις του Συντάγματος όπως προσδιορίσθηκαν ανωτέρω, ήτοι οικοδομείται επί της ιδέας της θεσμικής εγγύησης, διαρρυθμίζοντας τη σύνταξη των ανωτέρω ως συνέχεια του μισθού τους με τήρηση της εύλογης αναλογίας, με το Δημόσιο συγχρόνως, ανεξαρτήτως των οποιωνδήποτε τεχνικής φύσεως ρυθμίσεων, να παραμένει βαρυνόμενο με την υποχρέωση καταβολής της σύνταξης αυτής, τότε το εν λόγω καθεστώς, ακόμη και αν καταλήγει να παρέχει ομοίου επιπέδου συντάξεις με αυτές άλλων καθεστώτων, δεν εγείρει προβλήματα συνταγματικότητας.(...)το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι με τις ρυθμίσεις του ν. 4670/2020 που αναφέρονται στις σκέψεις αυτές, στις οποίες, ως εκ των επεξηγήσεων που τις συνοδεύουν, πρέπει να αποδοθεί γνησίως ερμηνευτικός χαρακτήρας προσδίδων σε αυτές αναδρομικότητα, ο νομοθέτης επιχείρησε να ευθυγραμμίσει τις ρυθμίσεις του ν. 4387/2016 στις εκ του Συντάγματος ιδιαίτερες απαιτήσεις, ως αυτές αποτυπώνονται ιδίως στη συναφή νομολογία του Δικαστηρίου, αναφορικά με το ιδιαίτερο συνταξιοδοτικό καθεστώς των δημοσίων λειτουργών, υπαλλήλων και στρατιωτικών (σκέψεις 42, 43, 52, 72, 75, 78, 82 της παρούσας). Εν όψει τούτων και υπό την επιφύλαξη όσων εκτίθενται στη συνέχεια, η Ολομέλεια θεωρεί δεδομένο ότι και στην ισχύουσα πλέον νομοθεσία αναγνωρίζεται η ύπαρξη ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος της ανωτέρω κατηγορίας συνταξιούχων, ότι το καθεστώς αυτό εντάσσεται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης για λόγους βιωσιμότητας του συστήματος και λογιστικής διαχείρισης και ότι η σύνταξη που καταβάλλεται στους ανωτέρω είναι συνέχεια του μισθού τους και όχι αναπλήρωση των αποδοχών ενεργείας.(...)Με βάση τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η Ολομέλεια, έχοντας ανωτέρω εκθέσει το σύνολο των κανόνων που διέπουν τα επίδικα ζητήματα, κρίνει, ότι δεν πρέπει αυτή να δώσει τη συγκεκριμένη λύση στην έφεση που παραπέμφθηκε ενώπιόν της, αλλά πρέπει να αναπεμφθεί η υπόθεση στο Τμήμα προκειμένου αυτό προς οριστική εκδίκαση της εφέσεως, αφού διαπιστώσει, πρώτον, το ύψος των αποδοχών ενέργειας της εκκαλούσας κατά τον χρόνο της συνταξιοδότησής της, δεύτερον, τη σύνταξη που κανονίσθηκε σε αυτήν, και, τρίτον, το εύρος της απόστασης μεταξύ μισθού ενέργειας και σύνταξης ως αριθμητικό ποσοστό, να κρίνει στη συνέχεια, σεβόμενο την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών, ήτοι ασκώντας οριακό έλεγχο, αν καταδήλως, εν όψει του συνόλου των αντικειμενικών δεδομένων που επιτρέπεται να σταθμισθούν σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά, η αναλογία μισθού ενέργειας και σύνταξης δεν κρίνεται εύλογη.(...)Το Δικαστήριο αποφαίνεται: (i) Επί του ερωτήματος αν η ίδρυση Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και η ανάληψη από αυτόν σύμφωνα με τον ν. 4387/2016, όπως τροποποιήθηκε, της υποχρέωσης καταβολής των συντάξεων στους δημοσίους λειτουργούς και υπαλλήλους παραβιάζει το Σύνταγμα, η κρίση του Δικαστηρίου είναι, για τους λόγους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 138 έως 141 της παρούσας, ότι δεν υφίσταται ζήτημα αντισυνταγματικότητας των σχετικών ρυθμίσεων. (ii) Επί του ερωτήματος αν με τον τρόπο χρηματοδότησης, ορισμού και υπολογισμού των συντάξεων των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, όπως ορίσθηκαν στον ν. 4387/2016 όπως τροποποιήθηκε, παραβιάζεται το Σύνταγμα ή υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, η κρίση του Δικαστηρίου είναι ότι, εφόσον η σύνταξη που προκύπτει ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εύλογης αναλογίας όπως προσδιορίσθηκε στις σκέψεις 145 έως 152 της παρούσας, δεν τίθεται ζήτημα αντίθεσης των οικείων νομοθετικών ρυθμίσεων στο Σύνταγμα ή σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες.
ΣΤΕ/1447/2020
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Από τα ανωτέρω, ωστόσο, προκύπτει οι ως άνω αποφάσεις του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας επέλυσαν διαφορετικά σε σχέση με την επίδικη υπόθεση νομικά ζητήματα και δεν τέθηκε σε αυτές το κρίσιμο εν προκειμένω ζήτημα της επιρροής που τυχόν ασκεί στο κύρος των ψηφοδελτίων το γεγονός ότι αυτά δεν φέρουν τις χαρακτηριστικές πτυχώσεις που προκαλούνται από τη δίπλωση και τοποθέτησή τους στον εκλογικό φάκελο, εάν, δηλαδή, τα χαρακτηριστικά αυτά, από τα οποία συνάγεται ότι δεν εξήχθησαν από εκλογικό φάκελο, καθιστούν τα ψηφοδέλτια άκυρα. Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται αντίθεση της αναιρεσιβαλλομένης προς τις αποφάσεις αυτές, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του αναιρεσείοντος, και, επομένως, ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.(...)Επειδή προβάλλεται, περαιτέρω, ότι το δικάσαν δικαστήριο, ενώ δέχθηκε στη μείζονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού ότι τα αυτοδικαίως άκυρα ψηφοδέλτια αναφέρονται περιοριστικά στις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 3852/2010, στη συνέχεια επεξέτεινε, αντιφατικά και αναιτιολόγητα, την αυτοδίκαιη ακυρότητα και στα επίδικα ψηφοδέλτια, τα οποία δεν περιλαμβάνονται σε αυτά που απαριθμούνται στις εν λόγω διατάξεις. Οι αντιφατικές δε αυτές παραδοχές καθιστούν, κατά τον αναιρεσείοντα, ανέφικτο τον έλεγχο της ορθής εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, με συνέπεια να πάσχει η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση από έλλειψη νόμιμης βάσης. Και ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι δεν συνοδεύεται από ισχυρισμό περί αντιθέσεως στη νομολογία ανώτατου δικαστηρίου ή περί ελλείψεως νομολογίας επί κρίσιμου νομικού ζητήματος που κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο(...)Απορρίπτει την αίτηση.