Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/2999/1988

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 131/1974, 1409/1983, 170/1978

Δημοσίευση κανονιστικής πράξεως..Κατά συνέπεια, εφόσον η τοιχοκόλληση των αποφάσεων ενισχύσεως της αλιείας δεν συνδυάζεται και με άλλους τρόπους γνωστοποιήσεως αυτών, δεν μπορεί καθ' εαυτή να χαρακτηρισθεί πρόσφορο μέσο δημοσιότητας και επομένως η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 ν. 1409/83, ως έχει, κρίνεται αντισυνταγματική, και ανίσχυρη. Δεδομένου δε ότι η προσβαλλόμενη κανονιστική, απόφαση, που προέρχεται από συλλογικό όργανο, δεν έχει δημοσιευθεί ούτε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, όπως προβλέπει ο γενικός κανόνας του άρθρου 1 παρ. 1 εδ. γ' ν. 301/1976, πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος ακυρώσεως, που είναι και αυτεπαγγέλτως εξεταστέος. Αν και κατά τη γνώμη τεσσάρων μελών του Δικαστηρίου με αποφασιστική ψήφο, ο προβλεπόμενος από το νόμο τρόπος δημοσιότητας συνιστά πρόσφορο μέσο, διότι αφορά ειδικό κύκλο ενδιαφερομένων προσώπων που αναμένουν την περιοδική έκδοση της αποφάσεως.Επειδή, κατά τα παγίως κριθέντα, η κανονιστική διοικητική πράξη που δεν δημοσιεύθηκε είναι ανυπόστατη και η κατ' αυτής στρεφόμενη αίτηση ακυρώσεως απορρίπτεται ως απαράδεκτη, πλην της περιπτώσεως που έτυχε η προσβαλλομένη εφαρμογής, οπότε αυτή. ακυρώνεται για να διαπιστωθεί το ανυπόστατο έναντι πάντων, σύμφωνα με το άρθρο 50 παρ. 1 ν.δ. 170/1978. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το υπ' αριθ. 210409/13.4.1988 έγγραφο του Υπουργείου Γεωργίας, η προσβαλλόμενη απόφαση έχει τύχει εφαρμογής και συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη στο σύνολο της, ενώ αποβαίνει περιττή η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1788/2004

Δημοσίευση κανονιστικών πράξεων:...Επειδή, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έχει κανονιστικό χαρακτήρα, γιατί εκδόθηκε μετά από έλεγχο νομιμότητας, κατά το άρθρο 8 ν. 3200/1955 τον οποίο ο ως άνω Υφυπουργός άσκησε επί της υπ’ αριθμ. 149/15.10.1999 αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 18 του Ν. 2218/1994, η οποία ήταν ομοίως κανονιστική καθ’ όσον προέβη στην ακύρωση της υπ’ αριθμ. 108/1999 κανονιστικής αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου … (ΣτΕ επταμ. 494-5/1995, 4268/2000). Ως κανονιστική, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έπρεπε να δημοσιευθεί όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλος τρόπος δημοσιότητάς της. Από τα στοιχεία όμως του φακέλου ουδόλως προκύπτει ότι η απόφαση αυτή δημοσιεύθηκε με οποιονδήποτε τρόπο και για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο η ως άνω ρητώς προσβαλλόμενη απόφαση είναι επίσης ακυρωτέα. Την ίδια εξ άλλου πλημμέλεια παρουσιάζει και η 149/15.10.1999 πράξη της, κατ’ άρθρ. 177 παρ. 2 Δ.Κ.Κ., Επιτροπής Νομού .., δοθέντος ότι δεν προκύπτει τοιχοκόλλησή της στο κατάστημα του Δήμου … σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 1 εδ. β’ Δ.Κ.Κ. ή δημοσίευσή της με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.Επειδή, μετά την ακύρωση των προσβαλλομένων πράξεων για τον προαναφερθέντα αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ακυρώσεως, παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση.


ΣΤΕ 3192/2015

Έκδοση οικοδομικής άδειας -Αίτηση ακυρώσεως: Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου και την 3537/26-10-2009 έκθεση απόψεων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της ΝΑ ... προς το Δικαστήριο, προκύπτει ότι η Πολεοδομική Αρχή δεν εξέφερε δική της αιτιολογημένη κρίση για την ύπαρξη και τα όρια του οικισμού, αλλά στηρίχθηκε αποκλειστικά «στο από 20-6-1978 τοπογραφικό διάγραμμα το οποίο συνετάγη από αρμόδια τριμελή επιτροπή με την 599/25-1-1977 απόφαση του τότε Νομάρχη ...» και ως εκ τούτου, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 5η σκέψη, η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια δεν εκδόθηκε νομίμως. Κατ’ ακολουθίαν, εσφαλμένως η εκκαλουμένη απόφαση έκρινε τα αντίθετα και για τον λόγο αυτό που προβάλλεται βασίμως πρέπει να εξαφανισθεί, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων εφέσεως. Κατόπιν, τούτου πρέπει να εξετασθεί η αίτηση ακυρώσεως, να γίνει δεκτός ο σχετικός προβληθείς λόγος ακυρώσεως και, δεκτής γενομένης της αιτήσεως ακυρώσεως, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως. 


ΣΤΕ/3283/2012

Οδική ασφάλεια-εναρμόνιση της νομοθεσίας με κοινοτικές οδηγίες:Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 28366/2098/1.3.2006 απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β’ 441/11.4.2006) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.(....)Η επέμβαση, όμως, αυτή δεν συνιστά «στέρηση ιδιοκτησίας», κατά την παρ. 1 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., διότι, όπως ήδη έχει εκτεθεί, με την προσβαλλόμενη απόφαση παρέχεται η δυνατότητα στους ιδιοκτήτες μεταχειρισμένων οχημάτων, που δεν είναι εφοδιασμένα με το ανωτέρω σύστημα, να το εγκαταστήσουν σε αυτά, με συνέπεια να δύνανται, μετά την εγκατάσταση αυτή, να μεταβιβάζουν και να κυκλοφορούν ελευθέρως τα οχήματά τους. Προς το σκοπό δε αυτόν παρεσχέθη στους ιδιοκτήτες τέτοιων οχημάτων ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα για να προβούν στην εγκατάσταση του συστήματος (από την δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως έως την έναρξη της απαγορεύσεως). Το χρονικό δε αυτό διάστημα είναι, κατά κοινή πείρα, επαρκές για τον σκοπό αυτό ακόμη και αν θεωρηθεί ότι, για να εγκατασταθεί το ανωτέρω σύστημα στα μεταχειρισμένα οχήματα, έπρεπε να εκδοθούν οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 4 της προσβαλλομένης αποφάσεως οδηγίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών(....)Με τα δεδομένα αυτά οι επίμαχες απαγορεύσεις συνιστούν «ρύθμιση της χρήσεως αγαθών», η οποία, εξεταζόμενη υπό το πρίσμα της παρ. 2 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., δεν αντίκειται στη διάταξη αυτή, εφ’ όσον προβλέπεται από την προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη, δικαιολογείται από τον εκτεθέντα ανωτέρω στην όγδοη σκέψη λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όπως έχει ήδη εκτεθεί. Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Εξ άλλου, με τα ανωτέρω δεδομένα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και ο λόγος περί παραβάσεως του συνταγματικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας των μελών των αιτούντων σωματείων, δεδομένου ότι τα επιβαλλόμενα μέτρα συνιστούν περιορισμό και όχι στέρηση του δικαιώματος αυτού, που δικαιολογείται από λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας.Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.


ΣΤΕ/87/2011

Δημοσίευση κανονιστικής πράξης-ανυπόστατο:..Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως).Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως)...10. Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. 3017/17-2-2009 έγγραφο της Περιφέρειας ..., καθώς και στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. Γ25258/17-2-2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.


ΣΤΕ/2817/2006

Δημοσίευση κανονιστικών διοικητικών πράξεων:..Επειδή, από τα άρθρα 42 παρ. 1 και 35 παρ. 1 του Συντάγματος προκύπτει η βασική αρχή, που ερείδεται και σε άλλες συνταγματικές διατάξεις, ότι για την τελείωση των τυπικών νόμων και των προεδρικών διαταγμάτων, αλλά και των λοιπών κανονιστικού χαρακτήρα διοικητικών πράξεων, απαιτείται, ως συστατικό στοιχείο του κύρους τους, η δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με τη δημοσίευση η κανονιστική ρύθμιση καθίσταται προσιτή στους πολίτες, δημιουργείται τεκμήριο γνώσης της και καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της νομιμότητας των κανονιστικών διοικητικών πράξεων από το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα λοιπά δικαστήρια. Ειδικά, όμως, για τις λοιπές, πέραν των προεδρικών διαταγμάτων, κανονιστικού περιεχομένου διοικητικές πράξεις, ο νομοθέτης μπορεί να καθορίσει γενικό ή ειδικούς, κατά περίπτωση, τρόπους δημοσιεύσεως με άλλο πρόσφορο μέσο, που προσιδιάζει στο αντικείμενο και το χαρακτήρα της επιχειρούμενης ρυθμίσεως (ΣτΕ 4108, 4109/1999 Ολ., 3322/2005)Επειδή, όπως συνάγεται από το αναφερόμενο στην προσβαλλόμενη απόφαση περιεχόμενό της (καθορισμός αποδοχών Γενικού Διευθυντή της …), η 20286/Ζ2/2361/21-9-1989 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 3 του άρθρου 20 ν. 1730/1987, έχει κανονιστικό χαρακτήρα και για να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση έπρεπε να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις. Τέτοια δημοσίευση όμως δεν έγινε, όπως προκύπτει από το 3461/22-9-2006 έγγραφο του αναιρεσείοντος Ταμείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας σε συνδυασμό με το Γ162534/20-9-2006 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το εν λόγω Ταμείο, τα οποία περιήλθαν στο Δικαστήριο μετά την 1423/2006 αναβλητική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τα δεδομένα αυτά, μη νομίμως το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών εφάρμοσε την πιο πάνω ανυπόστατη υπουργική απόφαση. Για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.


ΕλΣυν/Στ.Κλ/83/2011

Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον η μεταβίβαση της αρμοδιότητας του Περιφερειάρχη για την προμήθεια καυσίμων προς τους ενδιαφερόμενους Δήμους έχει, κατ’ άρθρον 9 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, κανονιστικό χαρακτήρα, πρέπει κατ’ αρχήν να δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 2 εδάφ. θ΄ και 8 παρ. 1 εδάφ. η΄ του ν. 3469/2006 (ΦΕΚ Α΄131), εφόσον στην οικεία νομοθεσία δεν προβλέπεται ειδικότερος τρόπος δημοσίευσης με άλλο πρόσφορο μέσο. Εν προκειμένω, αν και από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι η πράξη αυτή (υπ’ αριθμ. 132/18.4.2011) έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο Δήμος Κορδελιού έλαβε γνώση αυτής και διεξήγαγε τον ανοικτό διαγωνισμό χωρίς η τυπική αυτή πλημμέλεια να είναι ουσιώδης σε σχέση με την εξέλιξη της όλης διαγωνιστικής διαδικασίας, αφού δεν επηρεάζει την ανάπτυξη ανταγωνισμού και δεν αλλοιώνει το αποτέλεσμα αυτής. Μειοψήφισε η εισηγήτρια, Ελβίρα Βλαντού, η οποία υποστήριξε ότι η απόφαση περί μεταβίβασης της αρμοδιότητας για την προμήθεια των καυσίμων στο Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου, εφόσον, αν και κανονιστική, δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κατά τις ανωτέρω διατάξεις, είναι ανυπόστατη και δεν παρείχε νομίμως την αρμοδιότητα διενέργειας του εν λόγω διαγωνισμού στον ανωτέρω Δήμο. Κατόπιν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο, κατά πλειοψηφία, άγεται στην κρίση ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης για την ανάθεση της προμήθειας υγρών καυσίμων, λιπαντικών και ειδών προστασίας κινητήρων των οχημάτων και μηχανημάτων έργου για τις ανάγκες του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου.(...)Τέλος, επισημαίνεται από το Κλιμάκιο, ότι η προβλεπόμενη παράταση του χρόνου ισχύος του σχεδίου συμβάσεως μεταξύ του Δήμου και της μειοδότριας επιχειρήσεως (άρθρο 1 του ελεγχόμενου σχεδίου) δεν δύναται να εκτείνεται πέραν του αναγκαίου για την εξάντληση των κατά είδος ποσοτήτων που κατακυρώθηκαν κατά την προεκτεθείσα διαδικασία διαγωνισμού και δεν μπορεί να συνεπάγεται περαιτέρω οικονομική επιβάρυνση του Δήμου κατά το χρόνο ισχύος της παρατάσεως (βλ. σχετ. πράξεις 41/2009, 4, 60, 88/2010, 19, 27, 66/2011 ΣΤ΄ Κλιμ. Ελ. Συν.).


ΣΤΕ/3055/2000

Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:...Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.


ΣΤΕ/859/1997

Δημοσίευση ατομικής διοικητικής πράξεως:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ' οιονδήποτε τρόπο για τον αιτούντα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να θεωρηθεί για το λόγο αυτό ότι ασκείται εμπροθέσμως, τόσο κατά της ρηθείσης υπ' αριθ. 16/15-3-1991 αποφάσεως του Κοινοτικού Συμβουλίου όσο και κατά των 12002/30-4-1991 και 93111/1517/25-7-1991 αποφάσεων του Νομάρχη ... και του Υπουργού Εσωτερικών, αντιστοίχως.Επειδή, για τον προαναφερθέντα λόγο, ο οποίος είναι αυτεπαγγέλτως εξεταστέος, και εν όψει του ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου έχει τύχει εφαρμογής (βλ. 21/24-5-1993 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ... περί εγκρίσεως του πρωτοκόλλου παραλαβής του έργου), πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου καθώς και οι προαναφερόμενες αποφάσεις του Νομάρχη ..., με τις οποίες απερρίφθησαν αντίστοιχες προσφυγές του αιτούντος, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς, της εξετάσεως των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.


ΣΤΕ/4108/1999

Διοικητική κανονιστική πράξη:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα υπ' αριθμ. 2008204/763/0022/7-2-1994 και 2025343/4017/0022/ /26-4-1996 έγγραφα του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Δ/νση 22η), η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών (Υπουργεία, Υπηρεσίες Ελεγκτικού Συνεδρίου κ.λπ.), δεν βεβαιώνεται όμως ότι έγινε και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα όμως αυτά και ενόψει της δοθείσης κατά τ' ανωτέρω λύσεως στο παραπεμφθέν ζήτημα του τρόπου κατά τον οποίο αποκτούν νόμιμη υπόσταση οι περί καθιερώσεως υπερωριακής επ' αμοιβή εργασίας διοικητικές πράξεις, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση και είναι ως εκ τούτου ακυρωτέα, εφόσον, παρά το ανυπόστατο αυτής, η κοινοποίησή της στους αποδέκτες της προς συμμόρφωση των ενδιαφερομένων επέχει θέση εφαρμογής της.Επειδή, συνεπώς πρέπει, διακρατουμένης της υποθέσεως, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση για τον πιο πάνω λόγο, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, παρελκούσης της έρευνας των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.


ΣΤΕ/33/2009

Δημοσίευση κανονιστικής πράξης:..Επειδή, όσον αφορά τη νομιμότητα της δημοσίευσης της προσβαλλόμενης κανονιστικής πράξης, η αόριστη αναφορά στο δελτίο «...» σε συνοδική απόφαση με βάση την οποία «ανακαλείται» ο Εσωτερικός Κανονισμός της αιτούσας Ιεράς Μονής, χωρίς να αναφέρεται η χρονολογία της, δεν συνιστά νομότυπο τρόπο δημοσίευσής της και, επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, ενώ εξάλλου λόγω της πλημμελούς αυτής δημοσίευσης δεν κινήθηκε η προθεσμία άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως κατ’ αυτής, η οποία επί κανονιστικών πράξεων αρχίζει από τη δημοσίευσή τους (βλ. Σ.τ.Ε. 4/2000). Συνεπώς, η προσβαλλομένη κανονιστική απόφαση είναι ανυπόστατη και, κατ’ αρχήν, προσβάλλεται απαραδέκτως. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο Μητροπολίτης ... εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 183Β/30.5.2004 απόφασή του, με την οποία, μεταξύ άλλων, διόρισε προσωρινή διοίκηση της Ιεράς Μονής «μέχρι δημοσιεύσεως του Κανονισμού Λειτουργίας της Ιεράς Μονής» (παρ. 2 της αποφάσεως). Η ανωτέρω απόφαση του Μητροπολίτη ... ο οποίος την εξέδωσε θεωρώντας ότι δεν υφίσταται Εσωτερικός Κανονισμός της αιτούσας Ιεράς Μονής λόγω της «ανακλήσεως» του κατά τ’ ανωτέρω δημοσιευθέντος Εσωτερικού Κανονισμού, συνιστά εφαρμογή της προσβαλλόμενης ανυπόστατης κανονιστικής απόφασης. Για το λόγο αυτό, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη. Επιπλέον, η κατάργηση του Εσωτερικού Κανονισμού της αιτούσας Ιεράς Μονής με τον τύπο της «διόρθωσης ημαρτημένων» δεν είναι νόμιμη, δεδομένου ότι τούτο έγινε με αυθαίρετη ενέργεια της Διεύθυνσης του δελτίου «...», χωρίς να συντρέχει περίπτωση διόρθωσης σφάλματος που ενεφιλοχώρησε κατά τη δημοσίευση του εν λόγω Κανονισμού. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη καθίσταται ακυρωτέα και για το λόγο αυτό.