Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/2998/1998

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 18/1989, 1469/1950, 161/1984

Χαρακτηρισμός διατηρητέου μνημείου- γνωμοδότηση Υπουργείου:..Επειδή, όμως, οι προσβαλλόμενες πράξεις εξεδόθησαν επί τη βάσει του άρθρου 5 του Ν. 1469/1950, έπρεπε δε εν προκειμένω να τηρηθή ο προβλεπόμενος από το άρθρο 2 του Π.Δ/τος 161/1984 ουσώδης τύπος, έπρεπε, δηλαδή, να προηγηθή της εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως, σχετική γνωμοδότηση του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Από τα στοιχεία, όμως, του φακέλλου δεν προκύπτει η τήρηση του τύπου αυτού, αφού, ούτε γνωμοδότηση του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. υπάρχει ή μνημονεύεται στο προοίμιο της προσβαλλομένης πράξεως ούτε σχετικό ερώτημα απευθύνθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού προς το Υπουργείο ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., εν όψει της εκδόσεως των προσβαλλομένων πράξεων. Γιά τον λόγο, συνεπώς, αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενον, ως αναγόμενο σε παράλειψη τηρήσεως ουσιώδους τύπου, πρέπει η κρινομένη αίτηση να γίνη εν μέρει δεκτή και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις κατά το μέρος που προβαίνουν στον χαρακτηρισμό, ως "ιστορικού διατηρητέου μνημείου της αμφισβητηθείσης ως προς τον χαρακτηρισμόν προαναφερομένης οικίας, αποβαινούσης αλυσιτελούς της ερεύνης των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως (βλ. και ΣτΕ 3282/1996 κ.α.).Επειδή, εν όψει της εν μέρει νίκης και εν μέρει ήττης των αιτουσών, η επιβλητέα στο Ελληνικό Δημόσιο δικαστική δαπάνη πρέπει να ανέλθει στο ποσό των δέκα τεσσάρων χιλιάδων (14.000) δραχμών.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/2502/2004

Νομιμότητα διοικητικής πράξης:... Και υπό την εκδοχή συνεπώς, κατά τους αιτούντες, της μη υπάρξεως συνταγματικού προβλήματος, υπό την προεκτεθείσα έννοια, κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, εν τούτοις, μετά την επιγενόμενη μεταβολή του νομοθετικού και πραγματικού πλαισίου και την εισαγωγή, κατά τα ανωτέρω, πλήρους μηχανογραφικού συστήματος παρακολούθησης των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ο επίδικος περιορισμός δεν είναι, πλέον, δυνατόν να θεωρηθεί ως αναγκαίος για την επίτευξη του σκοπού αυτού και συνεπώς προσκρούει, ήδη, στην αρχή της οικονομικής ελευθερίας, άλλως στην αρχή της αναλογικότητας και πρέπει να ακυρωθεί. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι, δοθέντος ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η νομιμότητα κάθε διοικητικής πράξεως, εφόσον δεν ορίζεται ή δεν συνάγεται από τον νόμο κάτι το διάφορο, κρίνεται σύμφωνα με το νομοθετικό καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο εκδόσεώς της (βλ. ΣτΕ 1944/2001, 870/1994 κ.ά., πρβλ. 3288/2002). Είναι δε διαφορετικό το ζήτημα του κατά πόσον και υπό ποίους όρους η Διοίκηση, αν διαπιστωθεί μεταβολή του νομοθετικού ή και του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυαν κατά την έκδοση νόμιμης πράξεως, με συνέπεια η εν λόγω πράξη να καθίσταται πλέον μη νόμιμη, υποβληθεί δε σχετικό αίτημα, είναι υποχρεωμένη να τροποποιήσει ή και να καταργήσει την πράξη αυτή, το οποίο όμως δεν τίθεται στα πλαίσια της παρούσας δίκης.


ΣΤΕ/2103/2006

Οικοδομική άδεια- δημοσίευση διοικητικής πράξεως:..Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλόμενη ρύθμιση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη. Και τούτο διότι α) γίνεται αορίστως επίκληση κυκλοφοριακών προβλημάτων που θα προκύψουν από την έξοδο της καταργουμένης οδού προς την οδό ....., χωρίς να ερευνάται αν και πως είναι δυνατόν αυτά να αντιμετωπισθούν, αλλά ούτε και ποία είναι τα οφέλη από τη διάνοιξη της οδού, η οποία μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, καταλήγει σε εκκλησία, σε κτήριο, δηλαδή, βασικής κοινωνικής λειτουργίας και β) δεν ερευνώνται οι πολεοδομικές επιπτώσεις, από την κατάργηση της οδού, σε αυτό τούτο το ενιαίο και μεγάλο Ο.Τ. 26 - 27 και στη λειτουργία του στην ευρύτερη περιοχή, εν όψει μάλιστα της ήδη έχουσας επέλθη μειώσεως κοινοχρήστων χώρων με την κατάργηση της οδού ...... Για το λόγο επομένως αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνη εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ακυρωθή η πρώτη προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση και να απορριφθούν οι παρεμβάσεις. Κατά τη γνώμη όμως της Συμβούλου Αικ. .... και του Παρέδρου Κ. Κουσούλη, η αιτιολογία της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως δεν είναι πλημμελής, διότι στηρίζεται σε νόμιμα πολεοδομικά κριτήρια, συνιστάμενα στην κυκλοφοριακή επιβάρυνση της ήδη βεβαρυμένης κυκλοφοριακώς και μικρού πλάτους, οδού ....., η οποία θα επέλθη από την διοχέτευση σε αυτήν της κυκλοφορίας που θα προκύψη από τη διάνοιξη της επίδικης οδού, ενώ εξ άλλου νομίμως ελήφθησαν υπόψιν συμπληρωματικώς και ιδιωτικά συμφέροντα, συνιστάμενα στη μη κατεδάφιση υφισταμένων οικιών.


ΣΤΕ/ΕΑ/424/2014

Προμήθεια καλωδίων....Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η Επιτροπή Αναστολών, σταθμίζοντας τα εκατέρωθεν συμφέροντα, κρίνει ότι πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη 18 και να απορριφθεί κατά τα λοιπά, αντιστοίχως δε πρέπει να απορριφθεί εν μέρει και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά η ασκηθείσα παρέμβαση. Ως μέτρο δε κατάλληλο για τη διασφάλιση των εννόμων συμφερόντων της αιτούσης, πρέπει να διαταχθεί η απαγόρευση εκδόσεως πράξεως κατακυρώσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην παρεμβαίνουσα ως προς το είδος 13 με κωδικό 432008794, αν συντρέξει τέτοια περίπτωση, και η μη υπογραφή και εκτέλεση της συμβάσεως μέχρις εκδόσεως οριστικής αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει να ασκήσει η αιτούσα εταιρεία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παρ. 7 του ν. 3885/2010, προκειμένου να μην αρθεί η ισχύς του διατασσομένου ασφαλιστικού μέτρου. Επειδή, περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην αιτούσα του νομίμου παραβόλου, το οποίο κατέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3886/2010. Τέλος, εν όψει της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων, η Επιτροπή κρίνει ότι πρέπει να συμψηφισθεί η μεταξύ τους δικαστική δαπάνη.


ΣτΕ ΕΑ 491/2009

ΣΤΕ –αίτηση ασφαλιστικών μέτρων –τεχνικές προδιαγραφές.(...) Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, αφ’ ενός μεν, καθ’ όσον αφορά την υπ’ αριθμ. 7 τεχνική προδιαγραφή για τους μεσαίους βιοχημικούς αναλυτές, ως προς την οποία, κατά τα προεκτιθέμενα, απαιτείται εξέταση κατ’ ουσίαν του προβληθέντος τεχνικής φύσεως ισχυρισμού, αφ’ ετέρου δε, καθ’ όσον αφορά τον υπ’ αριθμ. 2 ειδικό όρο της ένδικης διακηρύξεως, με τον οποίο απαιτείται κατάλογος πελατολογίου για όλους τους προσφερόμενους βιοχημικούς αναλυτές σε συνδυασμό με τη μνεία του εν λόγω πελατολογίου στον πίνακα με τα βαθμολογούμενα κριτήρια. Δια ταύτα  Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αίτηση.  Αναστέλλει την εκτέλεση α) της υπ’ αριθμ. ….διακηρύξεως


ΣΤΕ/4707/1996

Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, σύμφωνα με όσα εκτίθενται σε προηγούμενη σκέψη, μετά την από 24.6.1991 παραίτηση του αιτούντος από την υποψηφιότητά του προς κατάληψη της προκηρυχθείσης θέσεως, η διαδικασία εκλογής στη θέση αυτή ματαιώθηκε οριστικά ως προς αυτόν, ενώ, εξ άλλου, η από 27.11.1991 ανάκληση της παραιτήσεώς του δεν δύναται να θεωρηθεί ως έγκυρη υποβολή νέας υποψηφιότητας, διότι η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων για την επίδικη θέση, που προκηρύχθηκε στις 13.7.1987 είχε λήξει από τις 14.9.1987 (άρθρο 15 παρ. 1 περίπτ. δΆτου ν. 1268/1982, ΦΕΚ ΑΆ87, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 70 παρ. 7 του ν. 1566/1985, ΦΕΚ ΑΆ167). Εν όψει των ανωτέρω, ο αιτών, ήδη από του χρόνου εκδόσεως της προσβαλλομένης 13/10.6.1992 αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως και του Εκλεκτορικού Σώματος, με την οποία εξελέγη η παρεμβαίνουσα στην προκηρυχθείσα θέση, είχε απωλέσει την ιδιότητα του υποψηφίου προς κατάληψη της θέσεως αυτής και, συνεπώς, στερείται του κατά το άρθρο 47 παρ. 1 π.δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ ΑΆ8) απαιτουμένου εννόμου συμφέροντος για την προσβολή της εκλογής της παρεμβαινούσης στην ανωτέρω θέση. Για τον λόγο αυτό, που προβάλλεται βάσιμα με το δικόγραφο της παρεμβάσεως και ο οποίος, άλλωστε, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.


ΣΤΕ/3055/2000

Κανονιστικές διοικητικές πράξεις- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (φ. 8) η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως αρχίζει για μεν τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις από την επομένη της δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για δε τις ατομικές διοικητικές πράξεις, η προθεσμία αρχίζει, για μεν τους ενδιαφερομένους στους οποίους αφορά η πράξη από την επομένη της κοινοποιήσεως τους προς αυτούς ή της πλήρους γνώσεως από αυτούς. Ειδικότερα, ως προς τις ατομικές διοικ. πράξεις, τις δημοσιευτέες κατά νόμον, η προθεσμία αρχίζει για τους τρίτους από την επομένη της δημοσίευσεώς τους.Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.


ΣΤΕ ΕΑ /242/2002

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: Υπό τα δεδομένα, όμως, αυτά, η Επιτροπή Αναστολών πιθανολογεί σοβαρώς ότι στοιχειοθετείται εν προκειμένω παράβαση των κανόνων που διέπουν τον επίμαχο διαγωνισμό ..., λαμβάνουσα, επίσης, υπ’ όψη: α) Ότι τα έγγραφα, με τα οποία η Διοίκηση διατύπωσε τις απόψεις της επί της κρινομένης αιτήσεως, δεν παραπέμπουν σε συγκεκριμένα στοιχεία του φακέλου, τα οποία θα ήταν, ενδεχομένως, ικανά να παράσχουν νόμιμο και επαρκές έρεισμα στην απόρριψη των ανωτέρω, αφορώντων στις εταιρείες … και …, πραγματικών ισχυρισμών, τους οποίους προέβαλαν οι αιτούσες με την εν λόγω προσφυγή τους, β) Ότι τα έγγραφα (πιστοποιητικά, μεταφράσεις κ.λπ.), τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι παρεμβαίνουσες κοινοπραξίες «….» και «…», προκειμένου να αποκρούσουν τους ως άνω ισχυρισμούς των αιτουσών, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από την Επιτροπή Αναστολών, προεχόντως διότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν μπορεί να συναχθεί, κατά τρόπο ασφαλή, ότι τα προσκομιζόμενα έγγραφα ταυτίζονται προς εκείνα, τα οποία συνόδευαν την υποβληθείσα από μια εκάστη των ανωτέρω κοινοπραξιών «αίτηση εκδηλώσεως ενδιαφέροντος » και γ) Ότι, εν όψει της θεσπίσεως, με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του Ν. 2522/1997, προσφυγής ..., η έλλειψη ειδικής και συγκεκριμένης απαντήσεως των ως άνω ουσιωδών ισχυρισμών που προβλήθηκαν με την προδικαστική προσφυγή των αιτουσών δεν είναι δυνατόν να θεραπευθεί με την αναζήτηση, το πρώτον από την Επιτροπή Αναστολών, σχετικών με τους ανωτέρω ισχυρισμούς στοιχείων στον ογκώδη φάκελο της υποθέσεως, συγκείμενο, μεταξύ άλλων, και από δύο υπερμεγέθη κιβώτια με τα υποβληθέντα από τους διαγωνιζομένους στοιχεία. Εν όψει όλων των ανωτέρω και δεδομένου, επί πλέον, ότι τα προβαλλόμενα, κατά τρόπο όλως γενικό, από τη Διοίκηση περί της ανάγκης ταχείας ολοκληρώσεως της επίμαχης διαδικασίας δεν αρκούν για να θεωρηθεί ότι συντρέχουν συγκεκριμένοι, επιτακτικού χαρακτήρα, λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι, παρά τη βασιμότητα των λόγων που προβάλλονται με την κρινομένη αίτηση εν σχέσει με τη συμμετοχή των ως άνω δύο κοινοπραξιών στη διαδικασία, θα επέβαλλαν την απόρριψή της, η Επιτροπή Αναστολών, σταθμίζουσα τα συμφέροντα του Δημοσίου και τα συμφέροντα των ιδιωτών διαδίκων, κρίνει ότι πρέπει να διαταχθεί, κατά μερική αποδοχή της κρινομένης αιτήσεως, η αναστολή εκτελέσεως της υπ΄ αριθμ. 145/28.1.2002 αποφάσεως του Υφυπουργού ΠΕΧΩΔΕ, κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή κρίθηκε τελικώς ότι οι κοινοπραξίες «… » και «….» πληρούν τις τασσόμενες από τη διακήρυξη προϋποθέσεις συμμετοχής στην επίμαχη διαδικασία..


ΝΣΚ/331/2016

Επιβολή του διοικητικού μέτρου της αργίας σε βάρος αιρετού.Α) Για την θέση αιρετού σε κατάσταση αυτοδίκαιης αργίας, κατά τις διατάξεις της παρ. 2 άρθρου 236 του ν. 3852/2010, όπως ήδη ισχύουν, απαιτείται σωρευτικά η συνδρομή α) της εκδόσεως αμετακλήτου παραπεμπτικού βουλεύματος για κακούργημα και β) της επιβολής ή ισχύος περιοριστικών όρων ή προσωρινής κρατήσεως. Β) Η ισχύς του διοικητικού μέτρου της αυτοδίκαιης αργίας, ανατρέχει σε χρόνο προγενέστερο της εκδόσεως της οικείας πράξεως, εφόσον, κατ’ αυτόν τον χρόνο, συνέπιπταν και ίσχυαν και οι δύο, ως άνω, προϋποθέσεις και εξακολουθούν να συντρέχουν κατά τον χρόνο εκδόσεως της πράξεως. Η ισχύς του διοικητικού μέτρου δεν επηρεάζεται από την τυχόν άρση της επιβολής ή ισχύος περιοριστικών μέτρων ή της προσωρινής κρατήσεως σε χρόνο μεταγενέστερο από αυτόν κατά τον οποίο συνέπεσαν οι δύο προϋποθέσεις ή τον χρόνο εκδόσεως της οικείας πράξεως. Γ) Στην ειδικότερη περίπτωση του παραπεμφθέντος τελεσιδίκως για κακούργημα Δημάρχου «Κ» Θ.Μ., δεν συντρέχει η μια εκ των ανωτέρω προϋποθέσεων και, συνεπώς, δεν δύναται αυτός να τεθεί σε κατάσταση αργίας (ομόφ.)


ΣΤΕ/87/2011

Δημοσίευση κανονιστικής πράξης-ανυπόστατο:..Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως).Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως)...10. Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. 3017/17-2-2009 έγγραφο της Περιφέρειας ..., καθώς και στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. Γ25258/17-2-2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.


ΣτΕ ΕΑ 573/2009

ΣΤΕ –αίτηση ασφαλιστικών μέτρων -τεχνικές προδιαγραφές.(...) Επειδή εκ των ανωτέρω προβλέψεων του ειδικού όρου 2 της διακηρύξεως και εκ της συμπεριλήψεως του πελατολογίου μεταξύ των βαθμολογουμένων κριτηρίων αξιολογήσεως προκύπτει, ότι, κατά την έννοιαν της επιδίκου διακηρύξεως, απαιτείται επί ποινή αποκλεισμού η υποβολή από τον ενδιαφερόμενον, ειδικώς δια τον προσφερόμενον από αυτόν αναλυτήν, του κατά τον ανωτέρω ειδικόν όρον πελατολογίου –υπό το προεκτεθέν, κατά την διακήρυξιν, περιεχόμενον του, ήτοι της «ξηράς» παραθέσεως καταλόγου των προηγουμένων πελατών του διαγωνιζομένου. Το ανωτέρω δε πελατολόγιον βαθμολογείται κατά το στάδιον αξιολογήσεως των τεχνικών προσφορών, προκειμένου να ευρεθή η συμφερωτέρα προσφορά. Ούτως, όμως, έχων ο ανωτέρω όρος της διακηρύξεως, πιθανολογείται σοβαρώς, ότι αντίκειται προς τας προαναφερθείσας διατάξεις των άρθρων 51 και 53 παρ. 2, 3 και 8 του πδ 60/07, δια των οποίων μετεφέρθησαν εις το εσωτερικόν δίκαιον αντίστοιχοι διατάξεις της Οδηγίας 2004/18, καθώς και προς τας διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 2, 3 και 4 του πδ 118/07, ως εκ του ότι αφ’ ενός μεν περιορίζει τον ανταγωνισμόν, αποκλείοντας την συμμετοχήν εις τον διαγωνισμόν διαγωνιζομένων, οι οποίοι προσφέρουν νέον προϊόν, δια το οποίον δεν υπάρχει εισέτι πελατολόγιον (πρβλ ΕΑ 739/08 a contrario), αφ΄ ετέρου δε προβλέπει περαιτέρω, ως κριτήριον αναθέσεως, το ανωτέρω πελατολόγιον, το οποίον, όμως, δεν πιθανολογείται σοβαρώς ότι -υπό το κατά την διακήρυξιν περιεχόμενον του- αποτελεί πρόσφορον κριτήριον δια την αξιολόγησιν της ποιότητος του προσφερομένου αναλυτού, αφού, εφ΄ όσον ζητούμενον δια την αναθέτουσαν αρχήν είναι, ως συνάγεται εκ της ανωτέρω γνώμης των εμπειρογνωμόνων, η αξιοπιστία και σταθερότης του αναλυτού, ηδύνατο αυτή, εν πάση περιπτώσει, να επιτύχη τούτο δια της προβλέψεως αυστηρών προδιαγραφών δια το προς προμήθειαν μηχάνημα και δια της προβλέψεως δια της διακηρύξεως όλων των χαρακτηριστικών εκείνων, τα οποία απαιτούνται, ώστε τούτο να είναι κατάλληλο δια τον σκοπόν, δια τον οποίον προορίζεται. Εν όψει τούτων δε, πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμοι οι σχετικοί ισχυρισμοί της αιτούσης.(…) Δια ταύτα  Δέχεται την αίτησιν.  Αναστέλλει: 1) την διακήρυξιν του επιδίκου διαγωνισμού κατά το μέρος που προβλέπει την υποβολήν επί ποινή αποκλεισμού του κατά τον ειδικόν όρον 2 πελατολογίου και 2) την πρόοδον του βάσει της προσβαλλομένης διακηρύξεως διενεργουμένου διαγωνισμού