ΣτΕ/2705/2002
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Aπό τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 1 του Ν.Δ. 1266/72, όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Ν. 889/79 (Α΄77), η οποία εφαρμόζεται εν προκειμένω (άρθρ. 5 παρ. 8 και 27 παρ. 2 του Ν. 1418/84, όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρ. 15 παρ. 5 του Ν. 1561/85) ως εκ του χρόνου υποβολής των προσφορών (προκύπτοντος εμμέσως από τα δικόγραφα των διαδίκων, βάσει του χρόνου πραγματοποιήσεως του διαγωνισμού – 21.1.85 – και της υπογραφής της συμβάσεως – 17.4.85 – ήτοι προ της 31.12.85), επιβάλλεται, επί καθυστερήσεως πληρωμής πιστοποιήσεως δημοσίου έργου, μη οφειλόμενης σε υπαιτιότητα του αναδόχου, η υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας μετά την πάροδο δύο μηνών από την υποβολή της πιστοποιήσεως, μάλιστα δε αυτοδικαίως, δηλαδή, χωρίς όχληση και με τόκο τον εκάστοτε ισχύοντα τόκο υπερημερίας. Εξ άλλου, οι ως άνω διατάξεις, επειδή ρυθμίζουν ειδικώς τα του τόκου απαιτήσεων που γεννώνται από συμβάσεις περί εκτελέσεως δημοσίων έργων, είναι επικρατέστερες της γενικής περί ποσοστού του τόκου των οφειλών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 496/74 (ΣΕ 2970/94).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/1553/2017
Εκτέλεση δημοσίου έργου- τόκος υπερημερίας:..Επειδή, η κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι για τον υπολογισμό του οφειλόμενου στην αναιρεσίβλητη τόκου εφαρμόζεται το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας δεν είναι νόμιμη, διότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις σκέψεις 8 και 10, εφαρμοστέο εν προκειμένω είναι το επιτόκιο που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003, με την επιφύλαξη, πάντως, της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του εν λόγω διατάγματος, δηλαδή με την επιφύλαξη ότι οι κοινές διατάξεις που αφορούν την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων δεν προβλέπουν ευνοϊκότερο για τον ανάδοχο επιτόκιο, οπότε εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις αυτές. Συνεπώς, ο λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003 η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση υποχρέωσε το Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη τόκο με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, κατά το μέρος που με αυτήν ορίσθηκε ότι ο καταβλητέος στην αναιρεσίβλητη τόκος για τα οφειλόμενα σε αυτήν ποσά πρέπει να υπολογισθεί με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, η υπόθεση δε, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο μέρος στο εκδόν την εν λόγω απόφαση δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει, ενόψει της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του π.δ. 166/2003, ποιά διάταξη προβλέπει το ευνοϊκότερο για την αναιρεσίβλητη επιτόκιο.
ΝΣΚ/780/1999
Καθυστέρηση πληρωμής εγκεκριμένων πιστοποιήσεων σε ανάδοχο, χωρίς υπαιτιότητά του. Καταβολή τόκου υπερημερίας. Υπολογισμός αυτού. Επί καθυστερήσεως πληρωμής στον ανάδοχο δημοσίου έργου, άνευ υπαιτιότητος αυτού, των εγκεκριμένων πιστοποιήσεων εκτελεσθεισών εργασιών οφείλεται τόκος υπερημερίας. Ο τόκος αυτός καθορίζεται: α) Με το άρθρο 7 του ΝΔ 1266/72 σε ποσοστό 6% ετησίως, β) Με το άρθρο 12 παρ.2 του Ν.889/1979, (το οποίο ετροποποίησε το άρθρο 7 ΝΔ 1266/1972, ήτοι από 17.4.1979 στο ποσοστό του εκάστοτε ισχύοντος τόκου υπερημερίας, όπως αυτός καθορίζεται με Π.Υ.Σ. ή με Π.Δ./Τ.Ε. ή με Π.Σ.Ν.Π., γ) Με το άρθρο 5 παρ.8 του Ν.1418/1984 στο ποσοστό του ισχύοντος για τις οφειλές γενικά του δημοσίου τόκου υπερημερίας (δηλ.6%), δ) Με το άρθρο 18 του Ν.1947/1991, το οποίο ετροποποίησε το άρθρο 5 παρ.8 του Ν.1418/1984, ήτοι από 14.5.1991, σε ποσοστό 85% των εξαμηνιαίων εντόκων γραμματίων του Δημοσίου ή, σε περίπτωση παύσεως της εκδόσεως τέτοιων εντόκων γραμματίων, όπως καθορίζεται με Π.Υ.Σ. Το άρθρο 5 παρ.8 του Ν.1418/1984, όμως, όπως ορίζεται στο άρθρο 27 παρ.2 του ιδίου νόμου, σε συνδυασμό προς το άρθρο 15 παρ.4 και 5 του Ν.1561/1985, εφαρμόζεται επί συμβάσεων, οι οποίες καταρτίσθηκαν με βάση προσφορές υποβληθείσες μετά την 31.12.1985, ενώ επί των προγενεστέρων συμβάσεων εξακολουθούν να ισχύουν οι προϊσχύσασες διατάξεις μέχρι την αποπεράτωση και εκκαθάρισή τους. Και το άρθρο 18 του Ν.1947/1991, αφού αντικατέστησε εν μέρει τη διάταξη του άρθρου 5 παρ.8 του Ν.1418/1984, διέπεται από την ίδια ειδική μεταβατική ρύθμιση του άρθρου 27 παρ.2 του Ν.1418/1984, ήτοι εφαρμόζεται μόνο επί συμβάσεων, που καταρτίσθηκαν με βάση προσφορές υποβληθείσες μετά την 31.12.1985. Για το συγκεκριμένο έργο: "Αποπεράτωση Νέας Κεντρικής Λαχαναγοράς Πατρών", η περί του οποίου σύμβαση καταρτίσθηκε τον Δεκέμβριο του 1982, με βάση προσφορά υποβληθείσα τον Οκτώβριο του 1982, (ήτοι προ της 31.12.1985), ο υπολογισμός θα γίνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 παρ.1 του Ν.889/1979. Για τον υπολογισμό θα ληφθούν υπόψη τα επιτόκια, όπως αναφέρονται στην Κατάσταση Εξωτραπεζικών Επιτοκίων της Τραπέζης Ελλάδος.
ΣΤΕ/3474/2006
Εκτέλεση έργου..:Επειδή, εν προκειμένω, ως προκύπτει εκ της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία ανέλαβε διά του από 11.9.1989 εργολαβικού συμφώνου την εκτέλεσιν του έργου «Οικοδομικές και Η/Μ μελέτες και εργασίες κατασκευής συνεργείου αυτοκινήτων στη ..». Στις 23.5.1991 υπέβαλε στην Διευθύνουσα Υπηρεσία τον 9ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως εργασιών προς έλεγχον, έγκρισιν και πληρωμήν, εν συνεχεία δε της εζητήθη να προσκομίση βεβαίωσιν του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών, την οποίαν και προσεκόμισε την 7.9.1991. Μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του λογαριασμού η αναιρεσίβλητος υπέβαλε την από 25.7.1991 όχλησιν προς τον αναιρεσείοντα Δήμον, ο οποίος απήντησε ότι δεν δικαιούται τόκων υπερημερίας λόγω της καθυστερήσεως υποβολής της βεβαιώσεως του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών. ΄Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 1365/1991 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, η δε από 24.12.1991 αίτησις θεραπείας κατά της αποφάσεως ταύτης απερρίφθη σιωπηρώς υπό του Νομάρχου ... Εν συνεχεία η αναιρεσίβλητος υπέβαλε προς έγκρισιν τον 10ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως, ο οποίος της επεστράφη προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παραλειφθή ο υπολογισμός τόκων υπερημερίας.Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 643/1992 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, ενώ αίτησις θεραπείας αυτής εγένετο εν μέρει δεκτή, ως προς τον κεφάλαιον των τόκων, διά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου ... Ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ήσκησαν προσφυγή, αφ’ ενός μεν η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία, στρεφομένη κατά της σιωπηράς απορρίψεως της από 24.12.1991 αιτήσεως θεραπείας της υπό του Νομάρχου .., αφ’ ετέρου δε ο Δήμος .., στρεφόμενος κατά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου .. καθ’ ο μέρος εγένετο δι’ αυτής δεκτόν το αίτημα της αναιρεσιβλήτου περί καταβολής τόκων υπερημερίας. Το Διοικητικόν Εφετείον … συνεξεδίκασε τις ως άνω προσφυγές και διά της προσβαλλομένης αποφάσεώς του απέρριψε την μεν προσφυγήν της αναιρεσιβλήτου λόγω ελλείψεως του εννόμου συμφέροντος αυτής, την δε προσφυγήν του Δήμου … επί τη αιτιολογία ότι η ανάδοχος κοινοπραξία δικαιούται τόκων υπερημερίας μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του 9ου λογαριασμού, αφού η πληρωμή αυτή καθυστέρησε άνευ υπαιτιότητός της και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως αυτού.Η κρίσις, όμως, αυτή του δικαστηρίου της ουσίας είναι μη νόμιμος αφού, κατά τα προεκτεθέντα, δεν υφίσταται υπαιτιότης του κυρίου του έργου εκ της μη πληρωμής υποβληθέντος λογαριασμού και, κατά συνέπειαν, δεν γεννάται υποχρέωσις αυτού προς καταβολήν τόκων υπερημερίας, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται υπό βεβαιώσεως περί καταβολής των υπό του αναδόχου οφειλομένων προς το Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών. Κατ’ ακολουθίαν, για τον λόγον τούτον, βασίμως προβαλλόμενον, η προσβαλλομένη απόφασις πρέπει κατά το μέρος αυτό, να αναιρεθή, και η υπόθεσις να παραπεμφθή στο Διοικητικόν Εφετείον … προς νέαν νόμιμον κρίσιν.
ΝΣΚ/484/2000
Δημόσια έργα. Καταβολή τόκου υπερημερίας για καθυστέρηση πληρωμής αμοιβής. Υπολογισμός. Για τον υπολογισμό του καταβλητέου τόκου επί του οφειλομένου ποσού για διαφορά αμοιβής μελέτης δημοσίου έργου από το Ελληνικό Δημόσιο στον ανάδοχο μελετητή (τεχνικό γραφείο), ενόψει των αιτιολογιών της υπ αρ. 440/2000 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών και της υπ αρ. 780/1999 Γνωμοδοτήσεως του Γ Τμήματος Ν.Σ.Κ., εφαρμοστέα τυγχάνουν τα επιτόκια του τόκου υπερημερίας από της επιδόσεως της προσφυγής μέχρις εξοφλήσεως κλιμακωτά, όπως προκύπτουν από την Κατάσταση Εξωτραπεζικών Επιτοκίων της Τραπέζης Ελλάδος.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/20/2019
Καταβολή αποδοχών - νόμιμος τόκος υπερημερίας...:Όπως προκύπτει από το κείμενο της εκκαλούμενης απόφασης, τόσο στο σκεπτικό όσο και στο διατακτικό της, αναγνωρίζεται ότι το εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει στους ενάγοντες, των οποίων έγινε δεκτή η αγωγή, τα αναφερόμενα ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επίδοσή της. Ωστόσο, κατά την ως άνω διάταξη του ν. 496/1974, που είναι ανάλογη προς το άρθρο 21 του δευτέρου κεφαλαίου του κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου (β.δ. της 26-6/10.7.1944), ορίζεται ότι ο νόμιμος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής του νομικού προσώπου ανέρχεται σε 6% ετησίως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με σύμβαση ή ειδικό νόμο και αρχίζει από την επίδοση της αγωγής. Τούτο επιβάλλεται από λόγους γενικότερου συμφέροντος, όπως στην περίπτωση των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, στην περιουσία και την οικονομική κατάσταση των οποίων συμβάλλει το σύνολο των πολιτών, με την καταβολή φόρων, συμφέρον το οποίο, πρωτίστως, εξυπηρετεί και η διάταξη του άρθρου 7 §2 του ν.δ. 496/1974 “περί λογιστικού των ΝΠΔΔ”. Η ρύθμιση αυτή, με την οποία, επί υπερημερίας, αναγνωρίζεται στα ΝΠΔΔ το δικαίωμα να καταβάλλουν, με την ιδιότητα του οφειλέτη, ποσοστό τόκου 6% ετησίως, ήτοι μικρότερο εκείνου που έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν οι ιδιώτες ως οφειλέτες, εισάγει επιτρεπτή εξαίρεση υπέρ των ΝΠΔΔ, που δε βρίσκεται σε αντίθεση ούτε προς τις διατάξεις των άρθρων 20 §1 του Συντάγματος και 6 §1 της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης της 4.11.1950 (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει την αυξημένη τυπική ισχύ του άρθρου 28 §1 του Συντάγματος, ούτε προς αυτές του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που προστατεύει την περιουσία παντός προσώπου (Α.Π. 992/2017 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί η πιο πάνω ουσιαστική διάταξη και επιδίκασε τα χρηματικά ποσά, που δέχθηκε ως οφειλόμενα, με το νόμιμο τόκο, αορίστως, ήτοι με το συνήθη τόκο υπερημερίας και όχι προς 6%, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο λόγος αυτός της έφεσης. Κατόπιν τούτων, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι το εκκαλούν – εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει σε καθένα από τους εφεσίβλητους – ενάγοντες τα χρηματικά ποσά, που τους επιδικάστηκαν με την εκκαλουμένη, με τόκο 6% από την επίδοση της αγωγής.
ΑΕΔ/25/2012
Η διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου που προβλέπει προνομιακό ποσοστό τόκου υπερημερίας για τις οφειλές του Δημοσίου έναντι των ιδιωτών αντιδίκων του, δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 5, 17, 20 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς εισάγει επιτρεπτή υπέρ του Δημοσίου προνομιακή μεταχείριση
Ν.Δ.79/1974
Περί αντικαταστάσεως της παρ. 2 του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 4359/64 και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων.
ΝΣΚ/445/2004
Υπολογισμός τόκων υπερημερίας αμοιβής μελέτης .Επί καθυστερήσεως καταβολής της αμοιβής αναδόχου για μελέτη δημοσίου έργου άνευ υπαιτιότητάς του, αν η σύμβαση υπεγράφη πριν την 31-12-1985 (και μετά την 17-4-1979), οφείλεται τόκος υπερημερίας υπολογιζόμενος με το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο σε περίπτωση υπερημερίας του οφειλέτη, όπως αυτό έχει καθορισθεί με τις Π.Υ.Σ. που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση της παρ.5 του άρθρου 15 του Ν 876/79. Εφαρμογή των ανωτέρω στην περίπτωση της αμοιβής για τη μελέτη επεκτάσεως του Αχιλλοπουλείου Γενικού Νοσοκομείου Βόλου, για την οποία έχει εκδοθεί η υπ’ αριθμ. 443/1999 απόφαση του Δ.Ε. Λάρισας.
Ν 1485/1984
Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρ. 18 του Ν.Δ. 674/1970 "περί ιδρύσεως Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος" και άλλες διατάξεις
ΕΣ/Τ4/5/2001
Νόμιμοι τόκοι υπερημερίας, πέραν του 6% ετησίως.Οι τυχόν οφειλόμενοι τόκοι υπολογίζονται με βάση το ποσοστό του τόκου υπερημερίας που ίσχυε, κατά το χρόνο γενέσεως της αξίωσης καταβολής τους, έναντι του ΝΠΙΔ (ΣΚΟΠ).Το ποσοστό των τόκων υπολογίζεται με το ισχύον έναντι της ΣΚΟΠ νομοθετικό καθεστώς