ΣΤΕ/1198/2020
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, αναγνωρίζοντας την υποχρέωση του Δημοσίου προς εξόφληση του ένδικου λογαριασμού, μολονότι δέχθηκε ότι δεν προκύπτει η εκ μέρους της αναιρεσίβλητης υποβολή βεβαιώσεων φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 10 του ν. 1418/1984, όπως αντικαταστάθηκαν με την παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 2229/1994 και 39 παρ. 7 του ν. 2065/1992, κατά την έννοια των οποίων δεν πρέπει να αναγνωρίζεται υποχρέωση του κυρίου προς πληρωμή εγκριθέντος λογαριασμού, εφόσον αυτός δεν συνοδεύεται από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, δεδομένου ότι δεν γεννάται η εν λόγω υποχρέωση, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται από βεβαιώσεις ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας. Για τη θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου, προβάλλεται ότι με αυτόν τίθεται το νομικό ζήτημα «της ερμηνείας και εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων… και δη κατά πόσο στην περίπτωση μη συνυποβολής με λογαριασμό δημοσίου έργου βεβαιώσεως φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας αυτού, γεννάται υποχρέωση του κυρίου του έργου προς καταβολή ποσού λογαριασμού», και ότι επί του νομικού αυτού ζητήματος έχει διαμορφωθεί αντίθετη νομολογία με την 1505/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και την 381/2017 ανέκκλητη (λόγω ποσού) απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας. Εξάλλου, με την 1505/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας έγινε δεκτό ότι από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 10 του ν. 1418/1984, όπως αντικαταστάθηκαν με την παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 2229/1994 και 39 παρ. 7 του ν. 2065/1992 «συνάγεται ότι δεν γεννάται υποχρέωση του κυρίου του έργου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου προς πληρωμή υποβληθέντος λογαριασμού, όταν ο λογαριασμός αυτός δεν συνοδεύεται από βεβαίωση περί καταβολής των οφειλομένων από τον ανάδοχο ασφαλιστικών εισφορών…, καθώς και από βεβαίωση φορολογικής ενημερότητας του αναδόχου…. Στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται υπαιτιότητα του νομικού προσώπου εκ της μη πληρωμής του εν λόγω λογαριασμού …και δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών για όλο το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη του αναδόχου να υποβάλει τις κατά τα ανωτέρω βεβαιώσεις …». Με τα δεδομένα αυτά δεν προκύπτει αντίθεση της απόφασης αυτής, την οποία επικαλείται το αναιρεσείον, προς την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η οποία περιλαμβάνει στη μείζονα σκέψη της, κατά λέξη, την ιδία ερμηνεία των αυτών ως άνω διατάξεων (άρθρο 5 παρ. 10 ν. 1418/1984 και άρθρο 39 παρ. 7 ν. 2065/1992), παραπέμποντας μάλιστα ρητώς στην εν λόγω απόφαση (ΣτΕ1505/2015). Δεν μπορεί δε να προκύψει αντίθεση, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 12 του ν.3900/2010, από το γεγονός ότι η προαναφερόμενη απόφαση (ΣτΕ1505/2015) δεν ανέτρεψε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, με την οποία είχε απορριφθεί η εκεί κριθείσα αντίστοιχων απαιτήσεων αγωγή, ενώ με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή, με την προπαρατεθείσα (σκέψη 5) αιτιολογία, η απορριφθείσα αγωγή της αναιρεσίβλητης, διότι τα παραπάνω αφορούν σε ζητήματα αιτιολογίας και υπαγωγής και, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα (σκέψη 3), δεν μπορεί να προκύψει αντίθεση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς την απόφαση που επικαλείται το αναιρεσείον από ζητήματα αιτιολογίας συνδεόμενα με το πραγματικό της συγκεκριμένης υπόθεσης ή απλώς από την ορθή ή μη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στον εφαρμοσθέντα κανόνα δικαίου (βλ. ΣτΕ 1407/2016, 1050/2016, 50/2016, 3530/2015, 3033/2014, 3012/2013 κ.α.). Εξάλλου, το αναιρεσείον δεν προσκόμισε κατά την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου την ως άνω 381/2017 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας. Κατά συνέπεια, ο ως άνω προβαλλόμενος ο πρώτος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/4364/2014
Εκτέλεση έργου:..Επειδή, η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, διότι ο ισχυρισμός που προέβαλε το αναιρεσείον με το από 19.6.2006 υπόμνημά του ενώπιον του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου, κατά τον οποίο ο υποβληθείς από την αναιρεσίβλητη 6ος λογαριασμός του έργου δεν συνοδευόταν από τις απαραίτητες, κατά το νόμο, για την πληρωμή του βεβαιώσεις περί ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας αυτής, δεν ήταν αλυσιτελής, όπως βασίμως προβάλλεται. Τούτο δε διότι σε περίπτωση που η αναιρεσίβλητη δεν είχε υποβάλει μαζί με τον 6ο λογαριασμό και τις ανωτέρω βεβαιώσεις, δεν θα υφίστατο υπαιτιότητα του Δημοσίου ως κυρίου του έργου για τη μη πληρωμή του και συνεπώς, δεν θα ήταν νόμιμη η από 21.6.2004 δήλωση της αναιρεσίβλητης περί διακοπής των εργασιών του έργου, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 4.Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.
ΝΣΚ/154/2016
Δεν γεννάται υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης σε παρεμπίπτουσα κρίση δικαστικής απόφασης.Αμετάκλητη απόφαση Διοικητικού Δικαστηρίου που επιδίκασε αποζημίωση υπέρ των εναγόντων, επειδή έκρινε παρεμπιπτόντως ως παράνομη την παράλειψη αναδρομικού διορισμού τους, δε γεννά υποχρέωση της Διοίκησης να προβεί στον αναδρομικό διορισμό τους. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΣΤΕ 27/2015
Συμβάσεις δημοσίων έργων.Παραδεκτό αναίρεσης.Για το παραδεκτό των αιτήσεων αναίρεσης που ασκήθηκαν μετά την 01.01.11, ανεξαρτήτως του χρόνου δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης απαιτείται η σωρευτική συνδρομή των προϋποθέσεων και του ελάχιστου ποσού της διαφοράς και της μη ύπαρξης νομολογίας ή της αντίθεσης της αναιρεσιβαλλόμενης σε νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή ανέκκλητης απόφασης τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Δεν υπάρχει νομολογία του ΣτΕ επί του κρίσιμου, εν προκειμένω, ζητήματος, εάν δηλαδή, απαιτείται υποβολή έγγραφης όχλησης για την έναρξη της τοκοφορίας ρητώς εγκεκριμένου λογαριασμού δημοσίου έργου, του οποίου καθυστερεί η πληρωμή και το αν εφαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας 2000/35/ΕΚ και του π.δ. 166/03 στις συμβάσεις εκτέλεσης δημοσίων έργων για τον υπολογισμό του οφειλόμενου στην αναιρεσείουσα τόκου, λόγω της καθυστέρησης εξόφλησης του λογαριασμού. Κατά το Τμήμα δεν απαιτείται έγγραφη όχληση αφ’ ενός, και δεν εφαρμόζεται το επιτόκιο που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/03 αφ’ ετέρου. Παραπέμπει στην 7μ σύνθεση του ΣΤ΄ Τμήματος.
ΕΑΔΔΗΣΥ/1081/2021
α. Έναρξη ισχύος διατάξεων άρθρου 19 του ν. 4704/2020 (Α 133). Υποχρέωση αυτόματης άντλησης του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας. β. Απόφαση Διοικητή της ΑΑΔΕ ως προς την έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας σε παρελθόντα χρόνο για συμμετοχή σε διαγωνισμούς. ΑΔΑ:Ψ5ΩΣΟΞΤΒ-9ΓΡ
ΕλΣυν.Κλ.4/78/2016
ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας ότι η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ... ως προς το αναγνωριστικό της μέρος δεν είναι εξοπλισμένη με δύναμη εκτελεστότητας και επομένως το Νοσοκομείο δεν ήταν υποχρεωμένο να συμμορφωθεί ως προς το αναγνωριστικό αυτό μέρος, διότι κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ή από άλλη ειδική διάταξη δεν προβλέπεται υποχρέωση συμμόρφωσης προς αναγνωριστική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Τούτο διότι κατά τις ρητές διατάξεις του άρθρου 95 παρ. 5 του Συντάγματος και του σε εκτέλεση της διάταξης αυτής εκδοθέντος ν. 3068/2002, υποχρέωση της Διοίκησης προς συμμόρφωση γεννάται όχι μόνο σε περίπτωση δικαστικών αποφάσεων που συνιστούν εκτελεστούς τίτλους αλλά και στην περίπτωση τελεσίδικων αναγνωριστικών αποφάσεων. Συνεπώς, το Νοσοκομείο είναι υποχρεωμένο να συμμορφωθεί προς την τελεσίδικη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου και ως προς το αναγνωριστικό της μέρος
ΣΤΕ/1505/2015
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, με την από 4.8.2005 σύμβαση, η οποία συνήφθη κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού, η αναιρεσείουσα τεχνική εταιρεία ανέλαβε την εκτέλεση του έργου «Οδοσήμανση Οδικού Επαρχιακού Δικτύου», σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1418/1984 και του π.δ/τος 609/1985. Στις 30.6.2006 υπεγράφη η 1η συμπληρωματική σύμβαση, λόγω υπερβάσεως του συμβατικού αντικειμένου του έργου. Στα πλαίσια των ανωτέρω συμβάσεων, στις 29.9.2006 υποβλήθηκε ο 4ος λογαριασμός του έργου, ποσού 204.049,91 ευρώ. Στις 6.10.2006 εγκρίθηκε από τη διευθύνουσα υπηρεσία το ένα μόνον αντίγραφο του εν λόγω λογαριασμού, προς διευκόλυνση της αναιρεσειούσης, ώστε να προβεί σε ενεχυρίαση – εκχώρηση της απαιτήσεώς της από τον ως άνω λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.». Για την εν λόγω εκχώρηση συνήφθη η από 19.10.2006 σύμβαση μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ως άνω Τραπέζης προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Κατά τον ίδιο τρόπο, στις 17.1.2007 υποβλήθηκε ο 5ος λογαριασμός του έργου, ποσού 142.704,92 ευρώ, εγκρίθηκε στις 19.1.2007 το ένα μόνον αντίγραφο αυτού από τη διευθύνουσα υπηρεσία και με την από 2.2.2007 σύμβαση εκχωρήσεως λόγω ενεχύρου, μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ίδιας Τραπέζης, ενεχυριάσθηκε η ως άνω απαίτηση του 5ου λογαριασμού, προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό προς την αναιρεσείουσα. Με την αγωγή της η αναιρεσείουσα ζήτησε την αναγνώριση της καταβολής των ως άνω ποσών, προσαυξημένων με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από της επιδόσεως της αγωγής, υποστηρίζοντας ότι η απαίτησή της για την εξόφληση των δύο ανωτέρω λογαριασμών, συνολικού ποσού 346.754,83 ευρώ, είναι, μετά τη θεώρηση – έγκριση αυτών από τη διευθύνουσα υπηρεσία, βεβαία και εκκαθαρισμένη και, επομένως, έπρεπε οι εν λόγω λογαριασμοί να εξοφληθούν εντός διμήνου από την υποβολή τους ή εντός μηνός από την έγκριση και θεώρησή τους, ήτοι από τις 7.11.2006 και 20.2.2007, αντιστοίχως. Με τα ως άνω δεδομένα, το Διοικητικό Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: «Επειδή σε περίπτωση ενεχυριάσεως απαιτήσεως (προς εξασφάλιση απαιτήσεως ανωνύμου εταιρίας με αιτία αλληλόχρεο λογαριασμό), μετά την αναγγελία της εκχωρήσεως της απαιτήσεως στον οφειλέτη αποκόπτεται κάθε δεσμός του τελευταίου με τον εκχωρητή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην 5η σκέψη. Όταν όμως υφίστανται οφειλές του εκχωρητή προς το ΙΚΑ, εκχώρηση της απαιτήσεως που συναρτάται με τις οφειλές αυτές δεν ισχύει, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 39 του ν. 2065/1992. Εν προκειμένω, προκύπτει ότι η ενάγουσα ανώνυμη εταιρία, εκχώρησε τις απαιτήσεις της από τον 4ο και 5ο λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.», χωρίς να καταβάλει τις οφειλές της προς το ΙΚΑ, ή τουλάχιστον χωρίς να αποδεικνύει ότι δεν έχει σχετικές οφειλές, αφού δεν προσκομίζει αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας. Περαιτέρω, η καταβολή του ανωτέρω ποσού και πριν από την ενεχυρίαση της σχετικής απαιτήσεως και μετά, δεν μπορεί να γίνει χωρίς την προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας. Επομένως, εφόσον δεν καθίσταται γνωστό στο δικαστήριο, εάν εχώρησε νόμιμη ή όχι εκχώρηση των ανωτέρω απαιτήσεων για καταβολή των ανωτέρω ποσών των δύο λογαριασμών (4ου και 5ου) και μόνο υπό την εκδοχή ότι η ενάγουσα νομιμοποιείται ενεργητικά για την άσκηση αγωγής, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί και ως προς την κύρια απαίτησή της, για καταβολή των ποσών των δύο πιο πάνω λογαριασμών, αφού πληρωμή λογαριασμών δεν χωρεί, χωρίς την εξόφληση των αντιστοιχουσών εισφορών και επιβαρύνσεων προς το Ίδρυμα, η δε ενάγουσα δεν απέδειξε ότι δεν υφίστανται οι παραπάνω οφειλές αυτής προς το Ίδρυμα. Τέλος, εφόσον η τελευταία δεν προσκομίζει το σχετικό αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, δεν υφίσταται υπαιτιότητα του κυρίου του έργου –Νομαρχιακού Διαμερίσματος Ροδόπης– για τη μη πληρωμή του 4ου και 5ου λογαριασμού του παραπάνω έργου και κατά συνέπεια, δεν γεννάται υποχρέωση αυτού προς καταβολή τόκων υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη της ενάγουσας αναδόχου να υποβάλλει την κατά τα ανωτέρω απόδειξη για καταβολή των υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών». Επειδή, η αναιρεσείουσα προβάλλει, ειδικότερα, ότι η προπαρατεθείσα κρίση του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου είναι αναιρετέα, διότι, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, η μη υποβολή εξαρχής από την ανάδοχο της ασφαλιστικής και φορολογικής της ενημερότητας δεν δύναται να θεμελιώσει υπαιτιότητά της για τη μη πληρωμή, αφού δεν προκύπτει από τις εν λόγω διατάξεις ότι η ανάδοχος είναι υποχρεωμένη να συνυποβάλει τις ως άνω ενημερότητες με τις σχετικές πιστοποιήσεις προς πληρωμή, αλλά τουναντίον η ανάδοχος έχει την ευχέρεια να τις υποβάλει μεταγενεστέρως και μάλιστα μετά την οριστικοποίηση των πληρωτέων ποσών, οπότε και θα γνωρίζει το ύψος των σχετικών ποσών που πρέπει να αποδοθούν στους τρίτους. Σύμφωνα, όμως, με τα γενόμενα δεκτά στην όγδοη σκέψη, εφόσον, κατά την ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, οι επίδικοι λογαριασμοί δεν συνοδεύονταν από τις, απαραίτητες κατά το νόμο για την πληρωμή τους, βεβαιώσεις ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας, δεν γεννήθηκε υποχρέωση της αναιρεσίβλητης προς πληρωμή τους. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθεί ο ως άνω λόγος ως αβάσιμος.
ΣΤΕ/3474/2006
Εκτέλεση έργου..:Επειδή, εν προκειμένω, ως προκύπτει εκ της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία ανέλαβε διά του από 11.9.1989 εργολαβικού συμφώνου την εκτέλεσιν του έργου «Οικοδομικές και Η/Μ μελέτες και εργασίες κατασκευής συνεργείου αυτοκινήτων στη ..». Στις 23.5.1991 υπέβαλε στην Διευθύνουσα Υπηρεσία τον 9ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως εργασιών προς έλεγχον, έγκρισιν και πληρωμήν, εν συνεχεία δε της εζητήθη να προσκομίση βεβαίωσιν του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών, την οποίαν και προσεκόμισε την 7.9.1991. Μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του λογαριασμού η αναιρεσίβλητος υπέβαλε την από 25.7.1991 όχλησιν προς τον αναιρεσείοντα Δήμον, ο οποίος απήντησε ότι δεν δικαιούται τόκων υπερημερίας λόγω της καθυστερήσεως υποβολής της βεβαιώσεως του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών. ΄Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 1365/1991 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, η δε από 24.12.1991 αίτησις θεραπείας κατά της αποφάσεως ταύτης απερρίφθη σιωπηρώς υπό του Νομάρχου ... Εν συνεχεία η αναιρεσίβλητος υπέβαλε προς έγκρισιν τον 10ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως, ο οποίος της επεστράφη προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παραλειφθή ο υπολογισμός τόκων υπερημερίας.Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 643/1992 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, ενώ αίτησις θεραπείας αυτής εγένετο εν μέρει δεκτή, ως προς τον κεφάλαιον των τόκων, διά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου ... Ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ήσκησαν προσφυγή, αφ’ ενός μεν η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία, στρεφομένη κατά της σιωπηράς απορρίψεως της από 24.12.1991 αιτήσεως θεραπείας της υπό του Νομάρχου .., αφ’ ετέρου δε ο Δήμος .., στρεφόμενος κατά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου .. καθ’ ο μέρος εγένετο δι’ αυτής δεκτόν το αίτημα της αναιρεσιβλήτου περί καταβολής τόκων υπερημερίας. Το Διοικητικόν Εφετείον … συνεξεδίκασε τις ως άνω προσφυγές και διά της προσβαλλομένης αποφάσεώς του απέρριψε την μεν προσφυγήν της αναιρεσιβλήτου λόγω ελλείψεως του εννόμου συμφέροντος αυτής, την δε προσφυγήν του Δήμου … επί τη αιτιολογία ότι η ανάδοχος κοινοπραξία δικαιούται τόκων υπερημερίας μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του 9ου λογαριασμού, αφού η πληρωμή αυτή καθυστέρησε άνευ υπαιτιότητός της και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως αυτού.Η κρίσις, όμως, αυτή του δικαστηρίου της ουσίας είναι μη νόμιμος αφού, κατά τα προεκτεθέντα, δεν υφίσταται υπαιτιότης του κυρίου του έργου εκ της μη πληρωμής υποβληθέντος λογαριασμού και, κατά συνέπειαν, δεν γεννάται υποχρέωσις αυτού προς καταβολήν τόκων υπερημερίας, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται υπό βεβαιώσεως περί καταβολής των υπό του αναδόχου οφειλομένων προς το Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών. Κατ’ ακολουθίαν, για τον λόγον τούτον, βασίμως προβαλλόμενον, η προσβαλλομένη απόφασις πρέπει κατά το μέρος αυτό, να αναιρεθή, και η υπόθεσις να παραπεμφθή στο Διοικητικόν Εφετείον … προς νέαν νόμιμον κρίσιν.
ΣτΕ/251/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:ζητείται η αναίρεση της 2421/2013 Eπειδή, με τα δεδομένα που έχουν εκτεθεί, η παραπάνω κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου δεν παρίσταται ορθή, διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκέψη 7), η Διοίκηση διατηρεί την εξουσία ακόμη και μετά την ρητή έγκριση λογαριασμού, να προβεί σε νέο έλεγχο αυτού και εν συνεχεία να αρνηθεί, ρητώς ή σιωπηρώς, να καταβάλει πιστοποιηθέντα ποσά ή να αναζητήσει ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως, ήδη καταβληθέντα ποσά του λογαριασμού, αν μετά από επανέλεγχο αυτού διαπιστωθεί ότι τα ποσά αυτά δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο, στον ανάδοχο (πρβλ. και ΣτΕ 582/2010, 450/2012). Νομίμως δε η Διοίκηση αφαιρεί από επόμενο λογαριασμό ποσά, τα οποία είχαν ήδη καταβληθεί αχρεωστήτως ή μη νομίμως βάσει προηγουμένων λογαριασμών, εφόσον, βεβαίως, όσον αφορά την αφαίρεση αυτή, δεν έχει συμπληρωθεί ο προβλεπόμενος από τις κείμενες διατάξεις χρόνος παραγραφής της αξίωσης του κυρίου του έργου προς αναζήτηση τέτοιων ποσών, ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως ήδη καταβληθέντων (βλ. και τη νεότερη διάταξη του άρθρου 134 παρ. 3 του ν. 4070/2012 -Α΄ 82-, με την οποία ρητώς πλέον προβλέπεται η αφαίρεση από νεότερο λογαριασμό ποσών που δεν αντιστοιχούν σε εγκεκριμένες επιμετρήσεις ή αφορούν σε λάθη εγκεκριμένων λογαριασμών). Κατόπιν αυτών, νομίμως προέβη, εν προκειμένω, η Διοίκηση στα πλαίσια ελέγχου του επιδίκου έργου δια της Διαχειριστικής Αρχής ΠΕΠ Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας ,σε επανέλεγχο των λογαριασμών, και περαιτέρω, αφού διαπίστωσε, με βάση την από 5.5.2008 έκθεση Διαχειριστικού ελέγχου ότι είχαν καταβληθεί αχρεωστήτως ποσά που αφορούσαν ποσότητες και δαπάνη εργασιών που είχαν πιστοποιηθεί με τους εγκριθέντες 4ο, 5ο και 6ο λογαριασμούς, νομίμως κατ' αρχήν, αποφάσισε, για λόγους άλλωστε και οικονομίας ενεργειών, την αφαίρεση των εν λόγω ποσών από τους επίδικους ρητώς μεν εγκριθέντες, αλλά μη εισέτι, εξοφληθέντες 7ο και 8ο λογαριασμούς έστω και αν δεν απέδωσε εκ των υστέρων ειδικώς πλημμέλειες σ' αυτούς. Σύμφωνα όμως με τη γνώμη που υποστήριξε η Σύμβουλος Β. Πλαπούτα, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του αρθρ. 5 παρ. 8 (ήδη 10) του ν. 1418/84 και 40 του π.δ. 609/1985, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, κάθε πιστοποίηση-λογαριασμός είναι αυτοτελής ως προς τα ποσά που περιλαμβάνει και συνεπώς αν δεν αμφισβητηθεί με τα προβλεπόμενα από το νόμο διοικητικά μέσα και ακολούθως με προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, καθίσταται οριστική και οι εξ αυτής απορρέουσες αξιώσεις δεν μπορούν να προβληθούν εξ αφορμής μεταγενέστερης πιστοποίησης, (βλ. ΣτΕ 101/2014, 1455/2013, 615/2013, 4179/2011, 3232/1998 πρβλ. ΣτΕ 15/2012, 74/1992 επταμ.). Εξάλλου, οι λογαριασμοί συντάσσονται ανακεφαλαιωτικά, τούτο δε αποσκοπεί στη λογιστική απεικόνιση των οφειλομένων και καταβαλλομένων έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος ποσών και δεν αίρει την αυτοτέλεια τους. Ειδικότερα, από κάθε νεότερο λογαριασμό αφαιρούνται τα ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί στον ανάδοχο (ΣτΕ 615/2013, 3232/1998), ενώ τα ποσά που αντιστοιχούν σε απαιτήσεις του κυρίου του έργου, αφαιρούνται μόνον εφόσον οι απαιτήσεις αυτές είναι εκκαθαρισμένες (ΣτΕ 615/2013). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των παρ. 8 και 9 του εν λόγω π.δ.609/1985 συνάγεται ότι όλες οι πληρωμές προς τον ανάδοχο κατά τη διάρκεια κατασκευής του έργου αποτελούν καταβολές έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος, του οποίου η εκκαθάριση, όπως και όλων των αμοιβαίων απαιτήσεων από την εκτέλεση της σύμβασης, διενεργείται μετά την οριστική παραλαβή του έργου, με τον τελικό λογαριασμό αυτού (ΑΠ 1026/2015). Συνεπώς κατά τη γνώμη αυτή, ορθά έκρινε το δικάσαν δικαστήριο, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, ότι η Υπηρεσία δεν μπορούσε να αρνηθεί την εξόφληση των επίδικων (με αριθμ. 7 και 8) πιστοποιήσεων επικαλούμενη πλημμέλειες όχι αυτών των ίδιων αλλά προγενεστέρων πιστοποιήσεων του έργου, ως προς τις οποίες μέχρι τότε δεν είχε εγερθεί αμφισβήτηση ενώπιον της Διοικήσεως ή αρμοδίου δικαστηρίου, και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί ο περί του αντιθέτου λόγος αναιρέσεως.
ΕλΣυν/Ε Κλιμ/366/2010
Κτιριακό έργο. Σύστημα υποβολής προσφοράς συνδυασμός άρθρων 7, 6 και 9 ν.3669/2008. Από όρους της διακήρυξης του έργου προκύπτει ότι η προσκόμιση Ενημερότητας Πτυχίου απαλλάσσει από την υποχρέωση προσκόμισης των αντίστοιχων επιμέρους δικαιολογητικών, ενώ όταν η διακήρυξη προβλέπει ότι, όταν στην ενημερότητα πτυχίου δεν αναγράφεται ρητά ότι τα στελέχη του πτυχίου του διαγωνιζόμενου είναι ασφαλιστικά ενήμερα στο ΤΣΜΕΔΕ, ο διαγωνιζόμε-νος προσκομίζει επιπλέον της ενημερότητας πτυχίου και ασφαλιστική ενημερότητα εν ισχύει για τα στελέχη αυτά, αναφέρεται αποκλειστικά σε εκείνα τα στελέχη, που έχουν υποχρέωση ασφά-λισης στο ΤΣΜΕΔΕ. Λόγω της σειράς κατάταξης των υποψηφίων που αποκλείστηκαν η απόρριψη των προσφορών τους δεν ασκεί επιρροή. Δεν διαπιστώθηκαν ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες. Με την 2962/2010 απόφαση του VI Τμήματος απορρίφθηκε αίτηση ανάκλησης κατά της προμνησθείσας Πράξης του Κλιμακίου
ΣΤΕ 2551/2013
Δημόσια έργα. Διακήρυξη . Διαγωνισμός. Ανάθεση . Παράνομη παράλειψη ανάθεσης του δημοσίου έργου .Αίτηση αναιρέσεως..Επειδή, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο που δεσμεύει τόσο την Αρχή που διενεργεί το διαγωνισμό όσο και τους διαγωνιζομένους ....η εργοληπτική επιχείρηση που συμμετέχει ανεπιφυλάκτως σ’ ένα διαγωνισμό αποδέχεται πλήρως τη νομιμότητα της διακηρύξεως, με βάση την οποία διενεργείται η δημοπρασία για την ανάθεση της κατασκευής του έργου και επομένως δεν είναι επιτρεπτή η εκ μέρους της παρεμπίπτουσα, εκ των υστέρων αμφισβήτηση του κύρους των όρων της διακηρύξεως, με την ευκαιρία της προσβολής, ανάλογα με την έκβαση του διαγωνισμού για την εργοληπτική επιχείρηση, πράξεων που ανάγονται στη διεξαγωγή και τα αποτελέσματά του ..Ειδικώτερα, ως εκ της γενικότητος της διατυπώσεως του όρου 12 της διακηρύξεως του επιδίκου διαγωνισμού, όπως αυτός περιγράφεται από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση.., ο όρος αυτός της διακηρύξεως,οι ειδικές ρήτρες της οποίας υπερισχύουν των γενικών διατάξεων, έχει την έννοια ότι επί ακυρώσεως ή μη εγκρίσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού δεν γεννάται αξίωση αποζημιώσεως των συμμετασχόντων σε αυτόν, τούτο δε ανεξαρτήτως του λόγου για τον οποίο χωρεί η ακύρωση ή η μη έγκριση του αποτελέσματος του διαγωνισμού. ... ο όρος αυτός της διακηρύξεως δεν είχε αμφισβητηθή επικαίρως από την αναιρεσείουσα, η οποία συμμετέσχε στον διαγωνισμό ανεπιφυλάκτως. Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν εγεννήθη εν προκειμένω αξίωση της αναιρεσειούσης προς αποζημίωση λόγω της μη εγκρίσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού αυτού. Είναι, συνεπώς, απορριπτέα όλα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινομένη αίτηση,