ΣΤΕ 1072/1993
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
KATAΣΚΕΥΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ:Επειδή εν προκειμένω ο αιτών απεκλείσθη του διαγωνισμού με την αιτιολογίαν ότι εις την υπ' αυτού προσκομισθείσαν από 17.10.1989 εγγυητικήν επιστολήν του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Εργων ο τίτλος του έργου δεν ανεγράφετο πλήρης διότι δεν περιελαμβάνετο και η λέξη "συνέχιση". Ούτως όμως ο διά της προσβαλλομένης πράξεως αποκλεισμός τελικώς του αιτούντος, εν όψει και των διά της ενστάσεώς του συγκεκριμένων ισχυρισμών περί ελλείψεως δυνατότητος συγχύσεως, δεν αιτιολογείται νομίμως ως προς το ουσιώδες της παραλείψεως της λέξεως "συνέχιση", ήτοι ως προς την δυνατότητα συγχύσεως περί την ταυτότητα του έργου, δεδομένου και του ότι εις την εγγυητικήν επιστολήν ρητώς ανεγράφετο ότι αυτή αφεώρα την "δημοπρασίαν της 19.10.1989". Είναι λοιπόν ακυρωτέα η προσβαλλομένη πράξη κατά τον βασίμως προβαλλόμενον λόγον ακυρώσεως, αλυσιτελούς αποβαινούσης της ερεύνης των λοιπών λόγων.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ 3797/1996
Επειδή κατ' άρθ. 4 παρ. 4 Π.Δ. 609/1985 η διακήρυξη (η οποία κατά την παρ. 1 του ιδίου άρθρου διέπει την ανάθεση κατασκευής του έργου) περιέχει τα εξής τουλάχιστον στοιχεία ". . . ε. τις εργοληπτικές επιχειρήσεις που γίνονται δεκτές για υποβολή προσφοράς . . . και τα τυχόν πρόσθετα απαιτούμενα προσόντα και προϋποθέσεις . . . ζ. τα τυχόν απαιτούμενα πρόσθετα δικαιολογητικά, όπως δηλώσεις, αναλύσεις, παρατηρήσεις και άλλα". Κατ' άρθρον δε 4 παρ. 4 Π.Δ. 923/1978 (Α 224) "Εκαστον Γραφείον Μελετών δεν δύναται να συμμετέχη εις πλείονας της μιας συμπράξεις κατά την εκδήλωσιν ενδιαφέροντος διά την ανάληψιν της αυτής μελέτης"...Δεδομένης λοιπόν της αλληλεξαρτήσεως των επί μέρους κατηγοριών μελετών από τεχνικής και οικονομικής απόψεως είναι προφανές ότι η εις το αυτό μελετητικό γραφείο ανάθεση και μόνο μιας κατηγορίας μελέτης (στατικής ως εν προκειμένω) επηρεάζει το απόρρητο και της τεχνικής προσφοράς και της οικονομικής και ως εκ τούτου εμπίπτει εις την απαγόρευση του μνησθέντος όρου, η του οποίου και εν τούτω παράβαση συνεπάγεται του μνησθέντος αποκλεισμόν της διαγωνιζομένης εταιρείας. Συνεπώς είναι απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.
ΣΤΕ/843/2010
Επιλογή αναδόχου κατασκευής έργου.. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθούν η υπ’ αριθ. 451/29.10.2007 απόφαση της 6ης Νομαρχιακής Επιτροπής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως .., στην οποία ενσωματώθηκε η υπ’ αριθ. 665/ 11.12.2006 απόφαση της ίδιας Νομαρχιακής Επιτροπής, καθώς και η υπ’ αριθ. 91/ 16.4.2007 απόφαση της αρμόδιας για τους νομούς ... και ... της Περιφέρειας ... Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994. Η συνδρομή δε ενδεχομένως λόγων δημοσίου συμφέροντος για την εκτέλεση του επιδίκου έργου δεν ασκεί επιρροή κατά την εξέταση της νομιμότητας των ανωτέρω πράξεων στο πλαίσιο της ερεύνης της κατ’ αυτών στρεφομένης αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, ο προβαλλόμενος με το προαναφερθέν από 10.3.2009 υπόμνημα της καθ’ ης η κρινόμενη αίτηση Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως σχετικός ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής. Και τούτο ανεξαρτήτως του ότι, όπως εκτέθηκε στην δεύτερη σκέψη, με την υπ’ αριθ. 143/14.5.2008 απόφαση της 6ης Νομαρχιακής Επιτροπής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ... (ακυρωθείσα ήδη με την υπ’ αριθ. 651/2010 απόφαση του Δικαστηρίου) ανακλήθηκε η διακήρυξη του επιδίκου διαγωνισμού, χωρίς ο διαγωνισμός αυτός να επαναπροκηρυχθεί. Περαιτέρω, με το ίδιο ως άνω υπόμνημα η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση προβάλλει ότι είναι απαράδεκτος ο λόγος ακυρώσεως ότι δήθεν δεν διασφαλίσθηκε με την κατάθεση της οικονομικής προσφοράς της παρεμβαίνουσας εταιρείας η μυστικότητα της διαδικασίας, εφόσον τέτοιος λόγος δεν προβλήθηκε με την προσφυγή της αιτούσης ενώπιον της αρμόδιας για τους νομούς ... και ... Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως, διότι από καμία διάταξη δεν απαιτείται με την αίτηση ακυρώσεως να προβάλλονται οι αυτοί ακριβώς λόγοι που είχαν προβληθεί με την ασκουμένη ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 προσφυγής νομιμότητας, η άσκηση της οποίας, άλλωστε, δεν αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως.
ΣτΕ/4162/1997
Η τυχόν εκ των υστέρων κρίσις των άνευ εγγράφου εντολής εκτελεσθεισών εργασιών ως βαρυνουσών τον κύριον του έργου δεν παρέχει εις τον ανάδοχον το δικαίωμα να ζητήση άνευ ετέρου διά της προσφυγής την επιδίκασιν των δαπανών εις τας οποίας υπεβλήθη προς τούτο, αλλ' απαιτείται και εις την περίπτωσιν ταύτην διά τον καθορισμόν του διά τας εργασίας ταύτας ανταλλάγματος η τήρησις της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών, διά δε την πληρωμήν η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκρισις του σχετικού λογαριασμού, αποτελούντος την προς τούτο απαιτουμένην πιστοποίησιν, κατά τα οριζόμενα εις τα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 ως και 38, 40, 43 και 44 του Π. Διατάγματος 609/1985. Οθεν, κατόπιν της διά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως χαρακτηρισμού της ως άνω εργασίας ως βαρυνούσης το Ελληνικόν Δημόσιον και της ακυρώσεως της περί του αντιθέτου αποφάσεως του Β' Υπαρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού, ανακύπτει μεν συμφώνως προς το άρθρον 56 παρ. 4 του Π. Διατάγματος 341/1978, εις το οποίον το άρθρον 4 του ν. 1406/1983 παραπέμπει, υποχρέωσις της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης να προβή εις τας ως άνω ενεργείας προς καθορισμόν και πληρωμήν εις τον ανάδοχον του διά την εργασίαν ταύτην ανταλλάγματος, ουχί νομίμως όμως το εκδόν την αναιρεσιβαλλομένην απόφασιν Διοικητικόν Εφετείον προέβη αυτό εις κρίσιν περί του οφειλομένου διά τας εργασίας ταύτας ποσού και επιδίκασιν εις την αναιρεσίβλητον ανάδοχον κοινοπραξίαν το υπό ταύτης διά της προσφυγής αιτηθέν ποσόν των δαπανών εις τας οποίας αύτη, κατά τους ισχυρισμούς της, υπεβλήθη, χωρίς να βεβαιώση ότι είχεν εν προκειμένω κινηθή ενώπιον της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης η υπό των ανωτέρω διατάξεων διά τον καθορισμόν του σχετικού ποσού διαδικασία, εις τούτο δε δεν ήσκει επιρροήν το ότι το καθ' ου η προσφυγή Ελληνικόν Δημόσιον δεν ημφισβήτησε το ύψος της δαπάνης ταύτης, εφ' όσον τούτο ηρνείτο κατ' αρχήν την υποχρέωσίν του να αποκαταστήση την δαπάνην ταύτην.
ΣΤΕ/2854/1997
Ανάδειξη αναδόχου εκτελέσεως έργου:..Επειδή εν όψει των ανωτέρω εκτεθέντων διά την συμμετοχήν της εις τον επίδικον διαγωνισμόν η παρεμβαίνουσα ιταλική εταιρεία ... ώφειλε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 24 παρ. 1 περ. γ, 2 περ. α, 3 π.δ. 23/93 και των διατάξεων της διακηρύξεως του επιδίκου διαγωνισμού, τελουσών εν αρμονία προς τας διατάξεις του άρθρου 24 της Οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, να προσκομίση πιστοποιητικά ποινικού μητρώου των διοικούντων ταύτην, προερχόμενα από το κατά τόπον αρμόδιον διΆαυτούς ποινικόν δικαστήριον. Το πιστοποιητικόν τούτο δεν ηδύνατο να αναπληρωθή από υπεύθυνον δήλωσιν, διότι, όπως προκύπτει από το XV/D/002030/17.3.1997 έγγραφον της Γενικής Διευθύνσεως XV της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αι ιταλικαί αρχαί έχουν ανακοινώσει εις την Επιτροπήν ότι αρμοδία αρχή δια την έκδοσιν ποινικού μητρώου είναι το κατά τόπον αρμόδιον ποινικόν δικαστήριον. Συναφώς, ως προς το τελευταίο ζήτημα, η παρεμβαίνουσα αλλοδαπή εταιρεία ισχυρίζεται ότι η ιταλική νομοθεσία αρκείται εις την υποβολήν εκ μέρους του ενδιαφερομένου προσωρινής δηλώσεως, η οποία αντικαθιστά το πιστοποιητικόν ποινικού μητρώου που διαβιβάζεται μεταγενεστέρως απ’ ευθείας εις την αναθέτουσαν αρχήν. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αβάσιμοι, διότι η εσωτερική νομοθεσία της έδρας της εταιρείας δεν δύναται να κατασχύση των ειδικών διατάξεων της κοινοτικής οδηγίας και της ελληνικής νομοθεσίας, κατ’ εφαρμογήν των οποίων διεξήχθη ο επίδικος διαγωνισμός. Εξ άλλου, η υποβολή πιστοποιητικού ποινικού μητρώου δεν ηδύνατο να γίνη μεταγενεστέρως κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 28 του π.δ/τος 23/1993 και του αντίστοιχου άρθρου της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, το οποίον, όπως ελέχθη, δεν καλύπτει την περίπτωσιν της παντελούς ελλείψεως νομίμου δικαιολογητικού. Υπό τα δεδομένα αυτά μη νομίμως και δη κατά παράβασιν των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 24 και 28 του π.δ/τος 23/1993, έγινε δεκτή εις τον επίδικον διαγωνισμόν η παρεμβαίνουσα εταιρεία ... Διά τον λόγον δε αυτόν, βασίμως προβαλλόμενον διά της υπό κρίσιν αιτήσεως, η αίτησις αυτή πρέπει να γίνη δεκτή και να ακυρωθή η απόφασις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων.
ΥΑ 188266/1957
Περί άρμοδιότητος του Υπολόγου Συμψηφισμών διά την εξόφλησιν χρηματικών ενταλμάτων εκδιδομένων εις βάρος του ειδικού προϋπολογισμού Δημοσίων 'Επενδύσεων.
Π.Δ. 576/1980
Περί χορηγήσεως αδειών εις αλιευτικά σκάφη διά την διενέργειαν δοκιμαστικής αλιείας.
ΣΤΕ/1230/2006
Δημοσίευση τυπικών νόμων και κανονιστικών πράξεων:...Επειδή, όπως προκύπτει από το αποδεικτικό δημοσιεύσεως το συνοδεύον την υπ’ αριθμ. 22/1995 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ..., ο κλητήρας του εν λόγω Δήμου …. ετοιχοκόλλησε, παρουσία δύο μαρτύρων, των οποίων τα ονοματεπώνυμα αναφέρονται, στην εξωθύρα του Δημοτικού καταστήματος, την 1.2.1995, πίνακα Θεμάτων και αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου ληφθεισών κατά την συνεδρίαση της 31.1.1995, ο οποίος (πίνακας), όπως αναφέρεται εις το εν λόγω αποδεικτικό, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την ως άνω υπ’ αριθμ. 22/1995 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, περί αναπροσαρμογής των δημοτικών τελών οικονομικού έτους 1995. Από το εν λόγω όμως αποδεικτικό ουδάλως προκύπτει ότι έγινε δημοσίευση και του πλήρους περιεχομένου αυτής, όπως επιβάλλεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 666 του β.δ/τος της 24.9/20.10.1998. Αντιθέτως, εκ του αποδεικτικού αυτού προκύπτει ότι η εν λόγω τοιχοκόλληση περιέλαβε μόνον απλή μνεία των ληφθεισών κατά την ως άνω συνεδρίαση αποφάσεων, μεταξύ των οποίων και της ανωτέρω στο αριθμ. 22/1995. Επομένως, η εν λόγω απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση (ΣτΕ 1658/1997, 709/2000, 2486/1993). Συνεπώς, δια τον λόγον αυτόν (λόγω δηλ. του ανισχύρου της κανονιστικής αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του αναιρεσείοντος Δήμου), ο οποίος, αναγόμενος εις το κατά το Σύνταγμα κύρος του εφαρμοσθέντος υπό του επιβαλλόντος του επίδικα τέλη Δήμου κανόνος δικαίου, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, όπως ήδη ελέγχθη, και το πρώτον κατ’ αναίρεση (ΣτΕ 3195/2000), Ορθώς το Διοικητικό Εφετείο απέρριψε, με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση την ασκηθείσα από τον Δήμο ... έφεση, αν και με άλλη αιτιολογία, και, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα δια τον λόγον αυτόν, απορριπτομένων όλων των προβαλλομένων από τον αναιρεσείοντα λόγων αναιρέσεως ως αλυσιτελών, εφ’ όσον ερείδονται επί της εκδοχής ότι η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει νόμιμη υπόσταση.
ΣΤΕ/ΕΑ/597/2007
Εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων Δήμου...Ενόψει των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη περί της εννοίας των κρισίμων εν προκειμένω ρητρών της διακήρυξης, δεν πιθανολογούνται σοβαρώς τα προβαλλόμενα από την αιτούσα περί του ότι ο αποκλεισμός της από την επίμαχη διαγωνιστική διαδικασία εχώρησε κατά παράβαση της διακήρυξης, του νόμου και των αρχών της διαφάνειας, της χρηστής διοίκησης, της αναλογικότητας, της καλής πίστης και της προστατευομένης εμπιστοσύνης. Απορριπτέος είναι, εξάλλου, και ο ισχυρισμός ότι ο αποκλεισμός της αιτούσης δεν είναι νόμιμος, επειδή, με την ανάληψη, από τον εκδότη της εγγυητικής επιστολής που κατέθεσε, υποχρεώσεως καταβολής του ποσού της εγγυήσεως όχι εντός πέντε ημερών, αλλά εντός τριών μόνον εργασίμων ημερών από τη σχετική ειδοποίηση, τα συμφέροντα της αναθέτουσας αρχής διασφαλίζονται πληρέστερα. Και τούτο, προεχόντως διότι η Διοίκηση επέλεξε τον τρόπο διασφάλισης των συμφερόντων της, εν σχέσει προς την καταβολή της εγγυήσεως συμμετοχής, δια της καταστρώσεως των σχετικών ρητρών της διακήρυξης, ενώ το ζήτημα αν η κατ’ αυτόν τον τρόπο διασφάλιση των συμφερόντων της είναι συμβατή με τις αρχές της ισότητας των διαγωνιζομένων, του υγιούς ανταγωνισμού και της διαφάνειας μπορούσε να τεθεί από τους ενδιαφερομένους μόνον δια της ευθείας προβολής της διακήρυξης . επομένως, εφόσον οι συναφείς προς το ζήτημα αυτό ρήτρες της διακήρυξης έχουν την εκτεθείσα ανωτέρω, στην έκτη σκέψη, έννοια, ο εξεταζόμενος ισχυρισμός περί του ότι ο αποκλεισμός της αιτούσης παραβιάζει τις ανωτέρω αρχές, συνιστά κατ’ ουσίαν αμφισβήτηση του κύρους των εν λόγω ρητρών, αμφισβήτηση η οποία δεν μπορεί να χωρήσει παραδεκτώς κατά την παρούσα διαδικασία, δοθέντος ότι ούτε προβάλλεται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η αιτούσα έλαβε μέρος στον επίδικο διαγωνισμό διατυπώνοντας ρητή επιφύλαξη ως προς τη νομιμότητα των εν λόγω ρητρών (πρβλ. Ε.Α. 319/2007, 877/2006 κ.ά.).
ΣτΕ/3106/2013
Αποζημίωση βλαβών από ανωτέρα βία. (..) ζητείται η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 70/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή προσφυγή της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, αναδόχου του έργου «Αρδευτικά έργα πεδιάδας ...», επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του έργου τούτου(..)Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση αμφισβητείται η νομιμότητα της ανωτέρω κρίσεως του δικάσαντος δικαστηρίου. Και τούτο διότι, κατά την αναιρεσείουσα, είχε προβληθεί από αυτήν ισχυρισμός ότι στον μεν όρο 38.4.1.3 της Ε.Σ.Υ. προβλέπεται ότι ο ανάδοχος εκχωρεί στην αρμόδια Υπηρεσία του Δημοσίου τις απαιτήσεις της από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, στη δε παρ. 5 του ιδίου όρου της Ε.Σ.Υ., προβλέπεται ότι το Δημόσιο είναι συνασφαλιζόμενος και, άρα, υποχρεούται να αποζημιώσει τον ανάδοχο κατά το νόμο σε περίπτωση βλάβης από ανωτέρα βία και, στη συνέχεια να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρείας είτε ως συνασφαλιζόμενος είτε ως εκδοχέας της σχετικής απαίτησης, ο ισχυρισμός δε αυτός κατελείφθη αναπάντητος. Ο λόγος προβάλλεται βασίμως και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι, κατά τούτο, αναιτιολόγητη, δεδομένου ότι το δικάσαν Εφετείο δεν εξέτασε, όπως όφειλε, εν όψει του ως άνω σχετικού ισχυρισμού της προσφυγής, αν κατά τους σχετικούς όρους της σύμβασης μεταξύ της αναδόχου και της ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία υποχρεούτο να καταβάλει την αποζημίωση αναγωγικώς στο Δημόσιο ή ευθέως στην εργολήπτρια εταιρεία.(..)Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 70/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση προς νέα κρίση σύμφωνα με το αιτιολογικό.
N.941/1979
Περί επεκτάσεως του διά τους τακτικούς υπαλλήλους του ΙΚΑ ισχύοντος συνταξιοδοτικού καθεστώτος και εις το τακτικόν προσωπικόν ενίων Ν. Π. Δ. Δ. , υπαγωγής ορισμένων κατηγοριών προσωπικού ενίων Ν. Π. Δ.Δ. εις την ασφάλισιν του Κλάδου Συντάξεων του ΙΚΑ και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων.