ΣΤΕ/2854/1997
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Ανάδειξη αναδόχου εκτελέσεως έργου:..Επειδή εν όψει των ανωτέρω εκτεθέντων διά την συμμετοχήν της εις τον επίδικον διαγωνισμόν η παρεμβαίνουσα ιταλική εταιρεία ... ώφειλε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 24 παρ. 1 περ. γ, 2 περ. α, 3 π.δ. 23/93 και των διατάξεων της διακηρύξεως του επιδίκου διαγωνισμού, τελουσών εν αρμονία προς τας διατάξεις του άρθρου 24 της Οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, να προσκομίση πιστοποιητικά ποινικού μητρώου των διοικούντων ταύτην, προερχόμενα από το κατά τόπον αρμόδιον διΆαυτούς ποινικόν δικαστήριον. Το πιστοποιητικόν τούτο δεν ηδύνατο να αναπληρωθή από υπεύθυνον δήλωσιν, διότι, όπως προκύπτει από το XV/D/002030/17.3.1997 έγγραφον της Γενικής Διευθύνσεως XV της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αι ιταλικαί αρχαί έχουν ανακοινώσει εις την Επιτροπήν ότι αρμοδία αρχή δια την έκδοσιν ποινικού μητρώου είναι το κατά τόπον αρμόδιον ποινικόν δικαστήριον. Συναφώς, ως προς το τελευταίο ζήτημα, η παρεμβαίνουσα αλλοδαπή εταιρεία ισχυρίζεται ότι η ιταλική νομοθεσία αρκείται εις την υποβολήν εκ μέρους του ενδιαφερομένου προσωρινής δηλώσεως, η οποία αντικαθιστά το πιστοποιητικόν ποινικού μητρώου που διαβιβάζεται μεταγενεστέρως απ’ ευθείας εις την αναθέτουσαν αρχήν. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αβάσιμοι, διότι η εσωτερική νομοθεσία της έδρας της εταιρείας δεν δύναται να κατασχύση των ειδικών διατάξεων της κοινοτικής οδηγίας και της ελληνικής νομοθεσίας, κατ’ εφαρμογήν των οποίων διεξήχθη ο επίδικος διαγωνισμός. Εξ άλλου, η υποβολή πιστοποιητικού ποινικού μητρώου δεν ηδύνατο να γίνη μεταγενεστέρως κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 28 του π.δ/τος 23/1993 και του αντίστοιχου άρθρου της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, το οποίον, όπως ελέχθη, δεν καλύπτει την περίπτωσιν της παντελούς ελλείψεως νομίμου δικαιολογητικού. Υπό τα δεδομένα αυτά μη νομίμως και δη κατά παράβασιν των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 24 και 28 του π.δ/τος 23/1993, έγινε δεκτή εις τον επίδικον διαγωνισμόν η παρεμβαίνουσα εταιρεία ... Διά τον λόγον δε αυτόν, βασίμως προβαλλόμενον διά της υπό κρίσιν αιτήσεως, η αίτησις αυτή πρέπει να γίνη δεκτή και να ακυρωθή η απόφασις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/544/2006
Μελέτες.Διαγωνισμός για την ανάθεση υπηρεσίας και ειδικότερα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά πράξης με την έγινε δεκτή στο διαγωνισμό η προσφορά της παρεμβαίνουσας συμπράξεως μελετητών. Πιθανολογείται σοβαρώς ότι μη νομίμως έγινε δεκτή η παρεμβαίνουσα στο διαγωνισμό διότι το αφορών στην εκπόνηση της μελέτης τμήμα των εργασιών θα εξεπονείτο από ανώνυμη εταιρεία-μέλος της παρεμβαίνουσας συμπράξεως, μη εγγεγραμμένη στα μητρώα μελετητών, όπως απαιτείτο από τη διακήρυξη, ενώ στη σύμπραξη δεν συμμετείχε αυτοτελώς μελετητής ή πρόσωπο το οποίο να πληροί τις προϋποθέσεις των διατάξεων της διακηρύξεως. Επειδή, πιθανολογουμένων ως βασίμων των ανωτέρω λόγων, δέον να ανασταλή η εκτέλεσις της 10912/29-12-05 αποφάσεως του Γενικού Γραμματέως της Περιφερείας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, δια της οποίας έγινε τελικώς δεκτή στον διαγωνισμό η συμμετοχή της συμπράξεως … ΑΕ, ως και της όλης προόδου της διαδικασίας του διαγωνισμού, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς, της ερεύνης των λοιπών προβαλλομένων λόγων δια των οποίων αμφισβητείται περαιτέρω η αποδοχή της συμμετοχής της παρεμβαινούσης εις τον διαγωνισμόν, δεδομένου ότι ελλειπούσης μιας των νομίμων προϋποθέσεων συμμετοχή της συμπράξεως εις τον διαγωνισμόν, ήτο εν πάση περιπτώσει αυτή αποκλειστέα.
ΣΤΕ 3797/1996
Επειδή κατ' άρθ. 4 παρ. 4 Π.Δ. 609/1985 η διακήρυξη (η οποία κατά την παρ. 1 του ιδίου άρθρου διέπει την ανάθεση κατασκευής του έργου) περιέχει τα εξής τουλάχιστον στοιχεία ". . . ε. τις εργοληπτικές επιχειρήσεις που γίνονται δεκτές για υποβολή προσφοράς . . . και τα τυχόν πρόσθετα απαιτούμενα προσόντα και προϋποθέσεις . . . ζ. τα τυχόν απαιτούμενα πρόσθετα δικαιολογητικά, όπως δηλώσεις, αναλύσεις, παρατηρήσεις και άλλα". Κατ' άρθρον δε 4 παρ. 4 Π.Δ. 923/1978 (Α 224) "Εκαστον Γραφείον Μελετών δεν δύναται να συμμετέχη εις πλείονας της μιας συμπράξεις κατά την εκδήλωσιν ενδιαφέροντος διά την ανάληψιν της αυτής μελέτης"...Δεδομένης λοιπόν της αλληλεξαρτήσεως των επί μέρους κατηγοριών μελετών από τεχνικής και οικονομικής απόψεως είναι προφανές ότι η εις το αυτό μελετητικό γραφείο ανάθεση και μόνο μιας κατηγορίας μελέτης (στατικής ως εν προκειμένω) επηρεάζει το απόρρητο και της τεχνικής προσφοράς και της οικονομικής και ως εκ τούτου εμπίπτει εις την απαγόρευση του μνησθέντος όρου, η του οποίου και εν τούτω παράβαση συνεπάγεται του μνησθέντος αποκλεισμόν της διαγωνιζομένης εταιρείας. Συνεπώς είναι απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.
ΣΤΕ/4179/2011
Εκτέλεση έργου.:Υπό τα δεδομένα αυτά και ενόψει όσων έχουν ήδη εκτεθεί ανωτέρω, το ζήτημα της υπάρξεως ή μη υποχρεώσεως της αναδόχου περί καταβολής της επιδίκου κρατήσεως ετέθη το πρώτον κατά τη σύνταξη του προμνησθέντος συγκριτικού πίνακος, στον οποίο δεν περιελήφθη ειδική πρόβλεψη περί αποδόσεως στην ανάδοχο της ήδη καταβληθείσης υπ’ αυτής κρατήσεως. Η τελευταία αυτή κράτηση, επιβληθείσα επί του εργολαβικού ανταλλάγματος, μετά τη σύναψη της οικείας συμβάσεως, επέφερε, κατ’ ανάγκην, εκ των υστέρων μεταβολή του ύψους του, μεταβολή, δηλαδή, η οποία, κατά τα ήδη εκτεθέντα, αποτελεί περιεχόμενο του συγκριτικού πίνακος. Με την παράλειψη δε αυτή, η οποία επιβεβαιώθηκε διά της εκδόσεως της απορριπτικής της ενστάσεως της αναδόχου αποφάσεως, με την οποία ενεκρίθη ο οικείος συγκριτικός πίνακας και το συνοδεύον αυτόν πρωτόκολλο, εξεδηλώθη για πρώτη φορά η βούληση της Διοικήσεως περί επιβολής της κρατήσεως του άρθρου 27 παρ. 34 του ν. 2166/1993. Αντιθέτως, με τους προγενεστέρους του συγκριτικού πίνακος λογαριασμούς, στους οποίους δεν περιελήφθη πρόβλεψη περί καταβολής της επιδίκου κρατήσεως, ουδόλως εξεδηλώθη ρητή βούληση της Διοικήσεως περί επιβαρύνσεως της αναδόχου με την ως άνω κράτηση και, ως εκ τούτου, η τελευταία δεν ηδύνατο να στραφεί κατά των εγκριτικών των λογαριασμών της πράξεων, οι οποίοι, κατά το μέρος αυτό, ουδεμία πλημμέλεια είχαν. Εξάλλου, η ανάδοχος ούτε επ’ ευκαιρία της εξοφλήσεως των λογαριασμών αυτών ηδύνατο να θέσει ζήτημα αποδόσεως των ποσών, τα οποία αντιστοιχούσαν στην εν λόγω κράτηση, δεδομένου ότι, κατά τη διαδικασία πιστοποιήσεώς τους, δεν εξεδόθη πράξη, της αρμοδίας υπηρεσίας περί επιβολής της επιδίκου κρατήσεως εις βάρος της, όλοι δε οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι εκ μέρους του αναιρεσείοντος Δημοσίου λόγοι είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι διότι πλήσσουν την αναιρετικώς ανέλεγκτο περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, δεδομένου ότι ερείδονται επί πραγματικού, το οποίο δεν εδέχθη το δικάσαν δικαστήριο. Εκ μόνης δε της καταβολής της κρατήσεως αυτής εκ μέρους της αναιρεσιβλήτου δεν δύναται να συναχθεί ότι η τελευταία απεδέχθη ότι εβαρύνετο, τελικώς, με την εν λόγω κράτηση. Επομένως, ορθώς η αναιρεσίβλητος εστράφη κατά του συγκριτικού πίνακος, ο οποίος, κατά το μέρος, το οποίο δεν προέβλεψε την απόδοση σε αυτήν της ήδη καταβληθείσης κρατήσεως, απετέλεσε την μόνη βλαπτική των εννόμων συμφερόντων της αναδόχου πράξη, παραδεκτώς δε, εν συνεχεία, προσέφυγε η τελευταία ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, μετά την τήρηση της προβλεπομένης εκ του νόμου διοικητικής διαδικασίας επιλύσεως της συγκεκριμένης διαφοράς, η οποία, όπως έχει ήδη εκτεθεί, δεν ετελεσφόρησε.(..)η κρινομένη αίτηση είναι απορριπτέα εν τω συνόλω της.
ΣτΕ/4162/1997
Η τυχόν εκ των υστέρων κρίσις των άνευ εγγράφου εντολής εκτελεσθεισών εργασιών ως βαρυνουσών τον κύριον του έργου δεν παρέχει εις τον ανάδοχον το δικαίωμα να ζητήση άνευ ετέρου διά της προσφυγής την επιδίκασιν των δαπανών εις τας οποίας υπεβλήθη προς τούτο, αλλ' απαιτείται και εις την περίπτωσιν ταύτην διά τον καθορισμόν του διά τας εργασίας ταύτας ανταλλάγματος η τήρησις της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών, διά δε την πληρωμήν η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκρισις του σχετικού λογαριασμού, αποτελούντος την προς τούτο απαιτουμένην πιστοποίησιν, κατά τα οριζόμενα εις τα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 ως και 38, 40, 43 και 44 του Π. Διατάγματος 609/1985. Οθεν, κατόπιν της διά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως χαρακτηρισμού της ως άνω εργασίας ως βαρυνούσης το Ελληνικόν Δημόσιον και της ακυρώσεως της περί του αντιθέτου αποφάσεως του Β' Υπαρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού, ανακύπτει μεν συμφώνως προς το άρθρον 56 παρ. 4 του Π. Διατάγματος 341/1978, εις το οποίον το άρθρον 4 του ν. 1406/1983 παραπέμπει, υποχρέωσις της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης να προβή εις τας ως άνω ενεργείας προς καθορισμόν και πληρωμήν εις τον ανάδοχον του διά την εργασίαν ταύτην ανταλλάγματος, ουχί νομίμως όμως το εκδόν την αναιρεσιβαλλομένην απόφασιν Διοικητικόν Εφετείον προέβη αυτό εις κρίσιν περί του οφειλομένου διά τας εργασίας ταύτας ποσού και επιδίκασιν εις την αναιρεσίβλητον ανάδοχον κοινοπραξίαν το υπό ταύτης διά της προσφυγής αιτηθέν ποσόν των δαπανών εις τας οποίας αύτη, κατά τους ισχυρισμούς της, υπεβλήθη, χωρίς να βεβαιώση ότι είχεν εν προκειμένω κινηθή ενώπιον της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης η υπό των ανωτέρω διατάξεων διά τον καθορισμόν του σχετικού ποσού διαδικασία, εις τούτο δε δεν ήσκει επιρροήν το ότι το καθ' ου η προσφυγή Ελληνικόν Δημόσιον δεν ημφισβήτησε το ύψος της δαπάνης ταύτης, εφ' όσον τούτο ηρνείτο κατ' αρχήν την υποχρέωσίν του να αποκαταστήση την δαπάνην ταύτην.
ΣτΕ/2660/2004
κατά την έννοιαν των ανωτέρω διατάξεων, εν όψει και της αυστηρώς τυπικής διαδικασίας των δημοσίων διαγωνισμών, είναι μεν δυνατή η εκ των υστέρων συμπλήρωσις νομίμως κατ΄ αρχάς υποβληθέντων στοιχείων και δικαιολογητικών δια την συμμετοχήν εις τον διαγωνισμόν, όχι όμως και η αναπλήρωσις μη υποβληθέντων μετά της προσφοράς ή μη νομίμως υποβληθέντων δικαιολογητικών και στοιχείων (πρβλ. ΣτΕ 2854/97).
ΣΤΕ/743/2000
Εκτέλεση εργασιών κατασκευής αυτοκινητόδρομου...Επειδή η προβλεπόμενη στις διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 7 και 20 του Π. Δ/τος 609/1985 δυνατότητα συμπληρώσεως των επουσιωδών τυπικών προϋποθέσεων που ελλείπουν διά των ασκουμένων αντιρρήσεων, με την υποβολή των απαιτουμένων συμπληρωματικών στοιχείων, δεν αναφέρεται και σε στοιχεία υποχρεωτικώς υποβλητέα, η έλλειψη των οποίων ορίζεται ως λόγος αποκλεισμού από τον διαγωνισμό, όπως συμβαίνει με το υποχρεωτικώς υποβλητέο τεύχος παρατηρήσεων, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 4.2.3 και 4.2.4 της διακηρύξεως, διότι η υποβολή αυτού του αξιουμένου στοιχείου δεν συνιστά επουσιώδη τυπική προϋπόθεση (βλ. ΣΕ 3407/92, καθώς και ΣΕ 3364/97, 1874/93). Εξ άλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 28 του Π. Δ/τος 23/1993 είναι μεν δυνατή η εκ των υστέρων συμπλήρωση ή διευκρίνηση νομίμως κατ' αρχήν υποβληθέντων δικαιολογητικών και στοιχείων για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό, όχι όμως και η αναπλήρωση μη υποβληθέντων ή μη νομίμως υποβληθέντων δικαιολογητικών και στοιχείων (ΣΕ 2854/97). Οι δε επί αντιθέτου εκδοχής ερειδόμενοι λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1060/2021
Παροχή υπηρεσιών διανομής γευμάτων...Με δεδομένα αυτά, ως προς την πρώτη διαπιστωθείσα με την προσβαλλόμενη Πράξη πλημμέλεια παράλειψης κοινοποίησης της απόφασης κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού στον έτερο προσφέροντα οικονομικό φορέα, κατ’ επικαλούμενη παράβαση του άρθρου 105 παρ. 3 του ν. 4412/2016, το Δικαστήριο κρίνει ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (βλ. σκέψεις 3 και 4 της παρούσας), δεν απαιτείτο κοινοποίηση της κατακυρωτική απόφασης στην εταιρεία «...», κατά παραδοχή του οικείου λόγου προσφυγής. Τούτο διότι ότι η ως άνω εταιρεία οικεία βουλήσει δεν παρέτεινε την ισχύ της προσφοράς της και της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής της στον διαγωνισμό, επιδιώκοντας κατ’ ουσίαν την αποχή της από τη διαγωνιστική διαδικασία και απεμπολώντας το δικαίωμά της να διεκδικήσει την κατακύρωση του αποτελέσματος σ’ αυτήν. Κατόπιν τούτου και δεδομένου ότι η παρεμβαίνουσα ένωση εταιρειών ήταν κατά τον χρόνο εκείνο και η μοναδική συμμετέχουσα στο διαγωνισμό, δεν απαιτείτο η ανάρτηση της κατακυρωτικής απόφασης στο Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ. Περαιτέρω, ως προς τη δεύτερη διαπιστωθείσα με την προσβαλλόμενη Πράξη πλημμέλεια, η οποία συνίσταται στη μη υποβολή του πιστοποιητικού ποινικού μητρώου του ..., το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς με αυτήν έγινε δεκτό ότι μη νομίμως το προσφεύγον Ν.Π.Δ.Δ. προέβη στην κατακύρωση του αποτελέσματος της διεξαχθείσας διαγωνιστικής διαδικασίας χωρίς να προσκομιστεί από την παρεμβαίνουσα ένωση εταιρειών το ως άνω δικαιολογητικό, καθόσον κατά τον χρόνο υποβολής της προσφοράς της (25.9.2018) ο ... αποτελούσε μέλος του Δ.Σ. μίας εκ των τριών εταιρειών - μελών της παρεμβαίνουσας ένωσης εταιρειών. Παρά ταύτα, ενόψει του ότι προσκομίσθηκε ενώπιόν του το 436822/2.12.2019 αντίγραφο ποινικού μητρώου για γενική χρήση του Τμήματος Ποινικού Μητρώου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών για το ως άνω φυσικό πρόσωπο, το οποίο είχε ήδη εκδοθεί κατά τον χρόνο ανάρτησης των δικαιολογητικών κατακύρωσης της προσωρινής αναδόχου ένωσης εταιρειών στο Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ. (2.12.2019), το Δικαστήριο αποφαίνεται, χάριν οικονομίας της διαδικασίας, ότι η εν λόγω πλημμέλεια αίρεται υπό τον όρο ελέγχου και εγκρίσεως του δικαιολογητικού αυτού από το αρμόδιο όργανο του προσφεύγοντος Ν.Π.Δ.Δ..
ΣΤΕ ΤΜΗΜΑ Δ' 1259/1991
Δημόσια έργα-εργοληπτικές επιχειρήσεις-παράπτωμα μέλους διοικητικού συμβουλίου:Επειδή εν προκειμένω κατά την αιτιολογία της παραδεκτά προσβαλλόμενης πράξης, όπως συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλλου, η αιτούσα ανώνυμη τεχνική εταιρεία αποκλείσθηκε κατά την διαδικασία της προεπιλογής για την μελέτη και κατασκευή του ως άνω έργου διότι έχει ζητηθεί από άλλη υπηρεσία (τον αυτόνομο … Οργανισμό …) η κατάπτωση εγγυητικών επιστολών εις βάρος του μέλους του διοικητικού της συμβουλίου, τεχνικού … για αθέτηση συμβατικών του υποχρεώσεων έναντι του Οργανισμού αυτού προγενεστέρων της συστάσεως της εν λόγω εταιρείας, έτσι ώστε να στοιχειοθετείται παράβαση των διατάξεων του άρθρου 9 εδ. 3.5 και 3.6 της ως άνω διακηρύξεως. Η αιτιολογία αυτή είναι κατ αρχήν νόμιμη, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, και γι αυτό πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι λόγοι ακυρώσεως με τους οποίους προβάλλεται ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί ευθύνη της αιτούσας εταιρείας για επαγγελματικό παράπτωμα μέλους του διοικητικού της συμβουλίου που σχετίζεται με επαγγελματική του δράση προγενέστερη της συστάσεως της εν λόγω εταιρείας. Περαιτέρω όμως η αιτιολογία αυτή είναι αόριστη διότι δεν αναφέρει κανένα από τα στοιχεία που συγκροτούν το βαρύ επαγγελματικό παράπτωμα, κατά την έννοια της πιο πάνω ρήτρας της διακηρύξεως και του νόμου, ούτε μνημονεύει καμμιά απόφαση ποινικού δικαστηρίου καταδικαστική του παραπάνω μέλους του διοικητικού συμβουλίου της αιτούσας για επαγγελματικό παράπτωμα..(..)Κατά συνέπεια η εν λόγω αιτιολογία δεν μπορεί να αποτελέσει έρεισμα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξεως και για τον λόγο αυτό, που προσβάλλεται βασίμως από την αιτούσα, πρέπει να ακυρωθεί η πράξη αυτή, να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειες.
ΣΤΕ/3474/2006
Εκτέλεση έργου..:Επειδή, εν προκειμένω, ως προκύπτει εκ της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία ανέλαβε διά του από 11.9.1989 εργολαβικού συμφώνου την εκτέλεσιν του έργου «Οικοδομικές και Η/Μ μελέτες και εργασίες κατασκευής συνεργείου αυτοκινήτων στη ..». Στις 23.5.1991 υπέβαλε στην Διευθύνουσα Υπηρεσία τον 9ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως εργασιών προς έλεγχον, έγκρισιν και πληρωμήν, εν συνεχεία δε της εζητήθη να προσκομίση βεβαίωσιν του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών, την οποίαν και προσεκόμισε την 7.9.1991. Μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του λογαριασμού η αναιρεσίβλητος υπέβαλε την από 25.7.1991 όχλησιν προς τον αναιρεσείοντα Δήμον, ο οποίος απήντησε ότι δεν δικαιούται τόκων υπερημερίας λόγω της καθυστερήσεως υποβολής της βεβαιώσεως του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών. ΄Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 1365/1991 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, η δε από 24.12.1991 αίτησις θεραπείας κατά της αποφάσεως ταύτης απερρίφθη σιωπηρώς υπό του Νομάρχου ... Εν συνεχεία η αναιρεσίβλητος υπέβαλε προς έγκρισιν τον 10ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως, ο οποίος της επεστράφη προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παραλειφθή ο υπολογισμός τόκων υπερημερίας.Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 643/1992 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, ενώ αίτησις θεραπείας αυτής εγένετο εν μέρει δεκτή, ως προς τον κεφάλαιον των τόκων, διά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου ... Ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ήσκησαν προσφυγή, αφ’ ενός μεν η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία, στρεφομένη κατά της σιωπηράς απορρίψεως της από 24.12.1991 αιτήσεως θεραπείας της υπό του Νομάρχου .., αφ’ ετέρου δε ο Δήμος .., στρεφόμενος κατά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου .. καθ’ ο μέρος εγένετο δι’ αυτής δεκτόν το αίτημα της αναιρεσιβλήτου περί καταβολής τόκων υπερημερίας. Το Διοικητικόν Εφετείον … συνεξεδίκασε τις ως άνω προσφυγές και διά της προσβαλλομένης αποφάσεώς του απέρριψε την μεν προσφυγήν της αναιρεσιβλήτου λόγω ελλείψεως του εννόμου συμφέροντος αυτής, την δε προσφυγήν του Δήμου … επί τη αιτιολογία ότι η ανάδοχος κοινοπραξία δικαιούται τόκων υπερημερίας μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του 9ου λογαριασμού, αφού η πληρωμή αυτή καθυστέρησε άνευ υπαιτιότητός της και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως αυτού.Η κρίσις, όμως, αυτή του δικαστηρίου της ουσίας είναι μη νόμιμος αφού, κατά τα προεκτεθέντα, δεν υφίσταται υπαιτιότης του κυρίου του έργου εκ της μη πληρωμής υποβληθέντος λογαριασμού και, κατά συνέπειαν, δεν γεννάται υποχρέωσις αυτού προς καταβολήν τόκων υπερημερίας, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται υπό βεβαιώσεως περί καταβολής των υπό του αναδόχου οφειλομένων προς το Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών. Κατ’ ακολουθίαν, για τον λόγον τούτον, βασίμως προβαλλόμενον, η προσβαλλομένη απόφασις πρέπει κατά το μέρος αυτό, να αναιρεθή, και η υπόθεσις να παραπεμφθή στο Διοικητικόν Εφετείον … προς νέαν νόμιμον κρίσιν.
ΣΤΕ ΕΑ 912/2009
Κοιντικό δίκαιο-αποκλεισμός υποψηφίου:Επειδή, εν προκειμένω, ο αιτών με την προδικαστική του προσφυγή, όπως και με την κρινομένη αίτηση, προέβαλε ότι από το απόσπασμα ποινικού μητρώου που υπέβαλε με την προσφορά της η παρεμβαίνουσα εταιρεία προκύπτει ότι ο νόμιμος εκπρόσωπός της έχει καταδικασθεί, με αμετάκλητες αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων τρεις φορές για παράβαση του άρθρου 79 του ν. 5960/1993 «Περί επιταγής», μία φορά για παράβαση του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 «Περί επιβολής κυρώσεων κατά των καθυστερούντων την καταβολήν και την απόδοσιν εισφορών εις Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφαλίσεως», και δύο φορές για παράβαση του άρθρου 71 του ν. 998/1979 (ανεπίτρεπτη μεταβολή χρήσεως δάσους ή δασικής εκτάσεως), και, επομένως, η προσφορά της ως άνω εταιρείας θα έπρεπε να απορριφθεί, διότι οι καταδίκες αυτές «αφορούν αυταποδείκτως την επαγγελματική διαγωγή του νομίμου εκπροσώπου της εν λόγω εταιρείας και είναι όλες σοβαρές». Ενόψει των ισχυρισμών αυτών, η αναθέτουσα αρχή όφειλε, κατά τα προεκτεθέντα, να εκτιμήσει αιτιολογημένα τη σοβαρότητα και βαρύτητα των περί την επαγγελματική δραστηριότητα αδικημάτων του νομίμου εκπροσώπου της παρεμβαίνουσας εταιρείας και να κρίνει αν στη συγκεκριμένη περίπτωση επηρεάζουν τη φερεγγυότητα και αξιοπιστία του υποψήφιου προμηθευτή. Επομένως, πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος ο προβαλλόμενος σχετικός λόγος και πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση