ΝΣΚ/125/2021
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
α) Νομιμότητα της ταμειακής βεβαίωσης χρηματικού ποσού εις βάρος Κοινοπραξίας για οφειλές προερχόμενες από τα κοινοπρακτούντα μέλη της. β) Διερεύνηση της εις ολόκληρον ή διαιρετής ευθύνης των κοινοπρακτούντων μελών έναντι του Δημοσίου προς απόδοση αχρεωστήτως εισπραχθέντων τόκων υπερημερίας, μετά την αναίρεση της δικαστικής απόφασης, βάσει της οποίας είχαν εισπραχθεί.(...)α) Νόμιμα, μετά την αναίρεση της απόφασης 1409/2009 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, διενεργήθηκε η βεβαίωση του συνολικού ποσού από τόκους υπερημερίας, του οποίου επισπεύδεται η ανάκτηση από το Δημόσιο, σε βάρος της Κοινοπραξίας με την επωνυμία «Κ..Κ..Α..», πλην όμως, το ποσόν αυτό πρέπει να ταυτίζεται πλήρως με το συνολικό ποσό που οφείλουν να αποδώσουν τα κοινοπρακτούντα μέλη της, μετά από εκκαθάριση και σαφή πιστοποίηση του ακριβούς ποσού των παρακρατηθέντων από το Δημόσιο φόρων και τελών (ομόφωνα). β) Το Δημόσιο, μέσω του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ), δικαιούται να εισπράξει (ανακτήσει), εντόκως, το συνολικό χρηματικό ποσό από τόκους υπερημερίας, που κατέβαλε ή συμψήφισε αχρεωστήτως, σύμφωνα με την παραπάνω -ήδη αναιρεθείσα- απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, πλην όμως η είσπραξη αυτή πρέπει να λάβει χώρα διαιρετά από κάθε κοινοπρακτούν μέλος της ως άνω Κοινοπραξίας, επί τη βάσει του χρηματικού ποσού, που, πράγματι, εισπράχθηκε αχρεωστήτως από κάθε ένα από αυτά (ομόφωνα). Το ερώτημα παραδεκτά υποβλήθηκε μόνον από τον Υπουργό Τουρισμού, χωρίς να τίθεται ή συνυπογράφεται και από τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (κατά πλειοψηφία)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.ΕλάσσοναΟλομ/483/2016
Οφειλές Δημοσίου:Συνεπώς, κατά τα γενόμενα δεκτά στις νομικές σκέψεις της παρούσας, εσφαλμένα με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι το αιτούν Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να καταβάλει τους οφειλόμενους τόκους της ανωτέρω επιδικασθείσας απαίτησης με βάση το γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, το οποίο εφαρμόζεται στις οφειλές των ιδιωτών, και όχι με αυτό του 6%, και, επομένως, ο μοναδικός προβαλλόμενος λόγος αναίρεσης είναι βάσιμος. Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
ΝΣΚ/124/2020
Εάν η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ΑΕ (ΕΑΤ) στο πλαίσιο της λειτουργίας της, τόσο ως ΕΤΕΑΝ ΑΕ, όσο και με τη σημερινή νομική μορφή της, δύναται να διαγράψει την πρόβλεψη δυνητικής επιβάρυνσης του ποσού των 31.000.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε τόκους υπερημερίας (ήτοι καθυστερημένη καταβολή της εγγυοδοτικής υποχρέωσης αυτής στα πιστωτικά ιδρύματα), στο πλαίσιο της επί τούτου ρυθμίσεως δυνάμει του άρθρου 7 του ν. 4613/2019.(...)Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) δεν είναι αρμόδιο για την έκδοση γνωμοδότησης επί ερωτήματος, που αφορά το ζήτημα της διαγραφής ή μη από τα βιβλία της ΕΑΤ ΑΕ οφειλής, ύψους 31.000.000 ευρώ, από τόκους υπερημερίας λόγω καθυστέρησης καταβολής της εγγυοδοτικής της υποχρέωσης προς τα πιστωτικά ιδρύματα, καθόσον το ΝΣΚ δεν έχει γνωμοδοτική αρμοδιότητα επί ερωτημάτων που προέρχονται από αυτοτελή νομικά πρόσωπα και δη ιδιωτικού δικαίου, των οποίων η νομική υπηρεσία δεν διεξάγεται από αυτό, ανεξάρτητα αν η λειτουργία τους αποβλέπει στην εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού. Εξάλλου, το ως άνω τιθέμενο ζήτημα αποτελεί αποκλειστικά εσωτερικό θέμα της ως άνω εταιρείας, ενώ από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ενδεχόμενη πρόθεση της ερωτώσης Διοίκησης να αξιοποιήσει τη γνωμοδότηση για ανάληψη ιδίας πρωτοβουλίας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της (ομόφωνα).
ΝΣΚ/42/2018
Διευθέτηση από το Τ.Π.& Δανείων τόκων υπερημερίας στις περιπτώσεις δανειοληπτών των οποίων περιορίστηκαν, δυνάμει του άρθρου 39 του ν. 3259/2004, οι ληξιπρόθεσμες, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού, οφειλές, αλλά δεν τηρήθηκε η ρύθμιση εξόφλησης. Για τις περιπτώσεις των ήδη, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου 39 του ν. 3259/2004, ληξιπρόθεσμων οφειλών, τα πιστωτικά ιδρύματα όφειλαν να προχωρήσουν σε αναπροσαρμογή του ύψους των απαιτήσεών τους, με την έναρξη ισχύος του νόμου (4-8-2004) και, επομένως, μία φορά επαναπροσδιορίστηκαν οι οφειλές αυτές και δεν μπορούν να προσδιοριστούν εκ νέου, εάν δε ο οφειλέτης δεν τήρησε τη ρύθμιση εξόφλησης, νομίμως βαρύνονται οι οφειλές με τόκους υπερημερίας. Ειδικώς δε για το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, παρέχεται η δυνατότητα στο Διοικητικό Συμβούλιο αυτού, δυνάμει της διατάξεως της παρ. 6 του άρθρου 25 του ν. 3867/2010, με απόφασή του, μετά από αίτηση του υποχρέου, να διευθετήσει τους τόκους υπερημερίας των περιπτώσεων αυτών (ομόφ.).
ΣτΕ/1083/2020
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: Εργασίες επιθεώρησης για τη συντήρηση και παρακολούθηση της δομοστατικής υγείας των στεγάστρων του ... και του ... στο ... Αθλητικό Κέντρο Αθηνών (...) Επειδή, σύμφωνα με τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η Διοίκηση διατηρεί την εξουσία, ακόμη και μετά τη ρητή έγκριση λογαριασμού, να προβεί σε νέο έλεγχο αυτού και στη συνέχεια, να αρνηθεί, ρητά ή σιωπηρά, να καταβάλει πιστοποιηθέντα ποσά ή να αναζητήσει, ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντα, ποσά λογαριασμού, αν, μετά από επανέλεγχο αυτού, διαπιστωθεί ότι τα ποσά αυτά δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο στον ανάδοχο. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 13ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΝΚΣ/279/2013
Σύμβαση Παραχώρησης του Έργου «Μελέτη, Κατασκευή, Χρηματοδότηση, Λειτουργία, Συντήρηση και Εκμετάλλευση του Αυτοκινητοδρόμου Κόρινθος - Τρίπολη - Καλαμάτα και Κλάδος Λεύκτρο Σπάρτη» – Αρμοδιότητα Υπουργού για εκτέλεση αποφάσεως Η από 27-02-2013 αναφερόμενη διαιτητική απόφαση στο υποβληθέν ερώτημα, με την οποία καταδικάζεται το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στην αιτούσα το ποσό των 1.241.527,54 € για οφειλόμενους τόκους υπερημερίας επιστροφών ΦΠΑ μέχρι την 18-01-2012, παράγει δεδικασμένο, τα υποκειμενικά όρια του οποίου καλύπτουν το νομικό πρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου και συνιστά εκτελεστό τίτλο κατ’ αυτού, η δε εκτέλεση της αποφάσεως εμπίπτει στη σφαίρα της αρμοδιότητας του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
ΑΠ/10/2008
Επί περιορισμού καταψηφιστικής αγωγής στο αναγνωριστικό της αίτημα δεν οφείλονται τόκοι υπερημερίας από το Δημόσιο.
ΝΣΚ/484/2000
Δημόσια έργα. Καταβολή τόκου υπερημερίας για καθυστέρηση πληρωμής αμοιβής. Υπολογισμός. Για τον υπολογισμό του καταβλητέου τόκου επί του οφειλομένου ποσού για διαφορά αμοιβής μελέτης δημοσίου έργου από το Ελληνικό Δημόσιο στον ανάδοχο μελετητή (τεχνικό γραφείο), ενόψει των αιτιολογιών της υπ αρ. 440/2000 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών και της υπ αρ. 780/1999 Γνωμοδοτήσεως του Γ Τμήματος Ν.Σ.Κ., εφαρμοστέα τυγχάνουν τα επιτόκια του τόκου υπερημερίας από της επιδόσεως της προσφυγής μέχρις εξοφλήσεως κλιμακωτά, όπως προκύπτουν από την Κατάσταση Εξωτραπεζικών Επιτοκίων της Τραπέζης Ελλάδος.
ΣτΕ/1082/2020
Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 19ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΣτΕ/1081/2020
Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 7ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΝΣΚ/259/2017
Εγγραφή κοινοπραξιών στο Γ.Ε.ΜΗ (Κατάσταση : Αποδεκτή) Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 293 (παρ. 3) του V. 4072/2012 για την υποχρεωτική καταχώριση κοινοπραξίας στο Γ.Ε.ΜΗ. απαιτείται και αρκεί, ως μόνη προϋπόθεση, η κοινοπραξία να ασκεί εμπορική δραστηριότητα (πλειοψηφία). Η εκπόνηση μελέτης, αυτή καθ εαυτή, δεν αποτελεί άσκηση πρωτοτύπως εμπορικής πράξης και επομένως δεν είναι υποχρεωτική η εγγραφή στο Γ.Ε.ΜΗ., της κοινοπραξίας, η οποία συστάθηκε με αποκλειστικό σκοπό την (από κοινού και προς το κοινό όφελος των μελών της) εκπόνηση (πλειοψηφία). Αν ο υπόχρεος ή τρίτος που έχει ειδικό έννομο συμφέρον παραλείψουν να υποβάλλουν αίτηση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ., η αρμόδια υπηρεσία προβαίνει αυτεπαγγέλτως, μετά από έλεγχο, στην αναγκαία καταχώριση και επιβάλλει στον υπόχρεο και στους νόμιμους εκπροσώπους το πρόστιμο του άρθρου 17 του Ν. 3419/2005 (ομοφ). Η άσκηση ή μη εμπορικών πράξεων εκ μέρους της κοινοπραξίας, ως προϋπόθεση της υποχρεωτικής καταχώρισής της στο Γ.Ε.ΜΗ., ερευνάται από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Ε.ΜΗ., κατά περίπτωση, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του β.δ. της 14 Μαΐου 1835 και τη σχετική με τα θέματα αυτά νομολογία (πλειοψ). Εκδόθηκε κατόπιν παραπομπής της 223/2017 Γνωμοδότησης του Β΄ Τμήματος.