Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΑΠ/10/2008

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 166/2003

Επί περιορισμού καταψηφιστικής αγωγής στο αναγνωριστικό της αίτημα δεν οφείλονται τόκοι υπερημερίας από το Δημόσιο.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ7/27/2006

Η υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας επί χρηματικών οφειλών του Δημοσίου,σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης,αρχίζει από την επίδοση της καταψηφιστικής αγωγής,ως διαδικαδτικής πράξης και ως πράξης όχλησης του οφειλέτη Δημοσίου ή ΟΤΑ(αρθρ.340 και 345 ΑΚ)


ΝΣΚ 61/2022

Ερωτάται εάν υποχρεούται η Υπηρεσία στην καταβολή της δικαστικής αμοιβής και των δικαστικών εξόδων που επιδικάστηκαν με την απόφαση για τον καθορισμό οριστικής τιμής μονάδας λόγω απαλλοτρίωσης : α) για τις ιδιοκτησίες που αφορούν δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν επί καταψηφιστικής αγωγής για την καταβολή αποζημίωσης από την απαλλοτρίωση, β) για τις ιδιοκτησίες για τις οποίες δεν συντελέστηκε η απαλλοτρίωση και δεν υπήρξε περαιτέρω διοικητική και δικαστική διεκδίκηση της αποζημίωσης, γ) εάν στην περίπτωση υποχρέωσης καταβολής της δικαστικής αμοιβής και των δικαστικών εξόδων επιβαρύνεται το δημόσιο με τόκους υπερημερίας και δ) ο χρόνος έναρξης υπολογισμού του τόκου.(...)α) Για όλες τις ιδιοκτησίες για τις οποίες δεν συντελέστηκε η απαλλοτρίωση λόγω μη παρακατάθεσης της πλήρους αποζημίωσης και έχει αυτοδικαίως αρθεί, το Ελληνικό Δημόσιο, ως υπόχρεο προς αποζημίωση, υποχρεούται και στην καταβολή της δικηγορικής αμοιβής και της δικαστικής δαπάνης, όπως προσδιορίστηκαν με την απόφαση καθορισμού οριστικής τιμής, και εφ’ όσον οι απαιτήσεις αυτές δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή, ανεξάρτητα αν οι καθ’ ων η απαλλοτρίωση έχουν επιδιώξει ή μη τη διατήρησή της απαλλοτρίωσης ή αν έχουν ασκήσει αγωγή για την επιδίωξή της αποζημίωσης και β) επί των ανωτέρω ποσών δεν οφείλονται τόκοι υπερημερίας καθώς δεν προκύπτει επίδοση αγωγής προς το Ελληνικό Δημόσιο με αίτημα την καταβολή τους (ομόφωνα).


Δ.Εφ.Αθ/66/2010

Ο κύριος του έργου υποχρεούται σε εξόφληση των λογαριασμών που έχουν εγκριθεί από τη διευθύνουσα το έργο υπηρεσία με το επιτόκιο που ορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα προσαυξημένο κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες. Δεν καταβάλλονται τόκοι υπερημερίας και επί του αναλογούντος Φ.Π.Α..


ΠΟΛ 1131/2007

Οι τόκοι υπερημερίας που καταβάλλει το Δημόσιο, μετά από δικαστική απόφαση, σε εργολάβο δημοσίων έργων αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες.

ΝΣΚ/484/2000

Δημόσια έργα. Καταβολή τόκου υπερημερίας για καθυστέρηση πληρωμής αμοιβής. Υπολογισμός. Για τον υπολογισμό του καταβλητέου τόκου επί του οφειλομένου ποσού για διαφορά αμοιβής μελέτης δημοσίου έργου από το Ελληνικό Δημόσιο στον ανάδοχο μελετητή (τεχνικό γραφείο), ενόψει των αιτιολογιών της υπ αρ. 440/2000 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών και της υπ αρ. 780/1999 Γνωμοδοτήσεως του Γ Τμήματος Ν.Σ.Κ., εφαρμοστέα τυγχάνουν τα επιτόκια του τόκου υπερημερίας από της επιδόσεως της προσφυγής μέχρις εξοφλήσεως κλιμακωτά, όπως προκύπτουν από την Κατάσταση Εξωτραπεζικών Επιτοκίων της Τραπέζης Ελλάδος.


ΣτΕ/3141/2006

Υπάρχει υποχρέωση καταβολής τόκων τόσο επί καταψηφιστικής όσο και επί αναγνωριστικής αγωγής. Εναρξη της τοκοφορίας από τη γένεση της επιδικίας με την άσκηση της αγωγής και την επίδοσή της στον εναγόμενο. Η αναγνωριστική αγωγή δεν ενεργεί επικουρικά σε σχέση με την καταψηφιστική αγωγή, αφού η απόφαση επ` αυτής παράγει δεδικασμένο. Αντίθετη μειοψηφία.


1021797/0012/2007

Οι τόκοι υπερημερίας που καταβάλλει το Δημόσιο, μετά από δικαστική απόφαση, σε εργολάβο δημοσίων έργων αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες.-Παρακράτηση φόρου 20%


ΣΤΕ/833/2010

Επειδή, το Β2 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την … απόφαση, παρέπεμψε στην τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κατ’ άρθρο 563 παρ.2 εδ. β΄ του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας το λόγο της αίτησης αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου που έπληττε την κρίση της … απόφασης του Εφετείου Αθηνών ως προς την αναγνώριση οφειλής από το Δημόσιο τόκων στην περίπτωση μετατροπής (περιορισμού) της εναντίον του αγωγής από καταψηφιστική σε αναγνωριστική, λόγω δημιουργίας ζητήματος γενικότερου ενδιαφέροντος εξαιτίας της διαφορετικής ερμηνευτικής προσέγγισης του όρου « αγωγή » στη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … από τον Αρειο Πάγο και το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ.2 του Συντάγματος. Με τη 10/2008 απόφαση η τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε τα εξής : από τη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345 και 346 Α.Κ προκύπτει ότι επί χρηματικής οφειλής του Δημοσίου μοναδικό γενεσιουργό λόγο της υποχρεώσεως αυτού προς πληρωμή τόκων υπερημερίας αποτελεί η επίδοση αντιγράφου αγωγής. Ως «αγωγή» νοείται εν προκειμένω η καταψηφιστική αγωγή, η επίδοση της οποίας επιφέρει έναρξη τοκοφορίας. Η επίδοση καταψηφιστικής αγωγής, της οποίας το αίτημα περιορίστηκε εν συνεχεία σε απλώς αναγνωριστικό, δεν αρκεί για να γεννηθεί η υποχρέωση του Δημοσίου προς τοκοδοσία κατά το άρθρο 346 Α.Κ, αφού η αγωγή αυτή θεωρείται μη ασκηθείσα ως προς το καταψηφιστικό της αίτημα (άρθρο 295 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου, η επίδοσή της εξακολουθεί μεν να ισχύει ως όχληση, δεν γεννά όμως υποχρέωση του Δημοσίου για πληρωμή τόκων υπερημερίας κατά τα άρθρα 340 και 345 Α.Κ. Και τούτο, διότι η υποχρέωση αυτή δεν γεννάται με την όχληση αλλά μόνο με την επίδοση της αγωγής. Τελικώς ο Άρειος Πάγος, με την προαναφερόμενη απόφασή του , δέχθηκε ότι το εφετείο με την κρίση του ως προς την αναγνώριση οφειλής τόκων από το Δημόσιο παραβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τη διάταξη του άρθρου 21 του ως άνω Κώδικα  και έκρινε βάσιμο τον παραπεμφθέντα στην Ολομέλεια λόγο αναιρέσεως με τον οποίο, υπό την επίκληση του άρθρου 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, καταλογιζόταν στο εφετείο η ανωτέρω πλημμέλεια. Η κρίση όμως αυτή του Αρείου Πάγου ως προς την έννοια του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου είναι αντίθετη προς την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας την εκφερόμενη με την παρούσα απόφαση· .. Η αναφορά δε στην απόφαση αυτή και των διατάξεων των άρθρων 340, 341, 345 και 346 του Αστικού Κώδικα έγινε, όχι υπό την εκδοχή ότι και αυτές διέπουν την επί την επίδικη περίπτωση και τυγχάνουν συνεφαρμοστέες, αλλά προς αιτιολόγηση του πορίσματος, στο οποίο κατέληξε το ανώτατο αυτό δικαστήριο καθ΄ ερμηνεία της –μόνης εφαρμοσθείσης- διατάξεως του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου και δε διαφοροποιεί σε τίποτε το νομικό ζήτημα που αντιμετώπισε η απόφαση αυτή από το ίδιο ακριβώς νομικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, το ζήτημα δηλαδή της οφειλής από το Δημόσιο νόμιμων τόκων σε περίπτωση άσκησης κατ’ αυτού αναγνωριστικής αγωγής .. Επομένως, πρέπει να παραπεμφθεί το ζήτημα της έννοιας της διάταξης του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο για να αρθεί η πιο πάνω αμφισβήτηση σύμφωνα με τα άρθρα 100 παρ.1 περίπτ. ε΄ του Συντάγματος και 48 παρ.2 του Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου...


ΝΣΚ/181/2001

ΓνΝΣΚ(Τμ.Ε)181/2001  Δημόσια έργα. Προσφυγή αναδόχου Κοινοπραξίας. Ανατοκισμός. Τόκοι υπερημερίας. Νομιμότητα αποφάσεων. Εν προκειμένω δεν συνέτρεξε καμία των, ως άνω, προϋποθέσεων ανατοκισμού, ενώ αντιθέτως συνέτρεξε αρνητικός όρος αυτής, όπως η κατάθεση (άσκηση) της προσφυγής της αναδόχου Κ/Ξ (προσφυγής χωρίς ειδικό και συγκεκριμένο, περί ανατοκισμού, αίτημα) πριν από την πάροδο της προαπαιτούμενης ελάχιστης χρονικής περιόδου δεδουλευμένων τόκων υπερημερίας (ημερομηνία καταθέσεως της προσφυγής: 19-4-95, έναρξη τόκων υπερημερίας: 16-6-94). β) Η προσφυγή της αναδόχου Κ/Ξ καθίσταται, δυνάμει ειδικώς θεσμοθετημένου δικαίου, ένδικο βοήθημα (μέσο) που τελεί υπό δικονομική και ουσιαστική ισοδυναμία με την αγωγή, κατά τη δικαιοτελεστική της λειτουργία και τις, εκ της ασκήσεώς της (καταθέσεως), συνέπειες, στο πλαίσιο δίκης σχετικής με διαφορές από σύμβαση εκτελέσεως δημοσίων έργων. γ) Η αριθ. 416/98 δικαστική απόφαση, αποφαίνεται στο εύρος του, και προδικαστικώς (δια της ενστάσεως και αιτήσεως θεραπείας) νομιμοποιουμένου αιτήματος της προσφυγής, επί του οποίου δεν διαλαμβάνει καμιά διάταξη περί ανατοκισμού, αλλά μόνο διάταξη περί καταβολής οφειλομένων, από συγκεκριμένη ημερομηνία, τόκων υπερημερίας, προφανώς του Ν 1947/91, σύμφωνα με το αίτημα και τη νόμιμη προδικασία της προσφυγής καθ όσον, άλλως, αν δηλαδή δεν ταυτίζεται το σχετικό, περί τόκων υπερημερίας, αίτημα της προσφυγής προς αυτό της ενστάσεως και αιτήσεως θεραπείας, το προβαλλόμενο με την προσφυγή αίτημα κρίνεται απαράδεκτο, ως μη νομιμοποιημένο, κατά τα απαιτούμενα στην ενδικοφανή διαδικασία. δ) Αν ασκηθεί εκ μέρους του φορέα -κυρίου του εκτελουμένου έργου αίτηση θεραπείας, όπως πράγματι ασκήθηκε στην περίπτωση του ζητήματος, τότε αναστέλλεται η εκτελεστότητα της αποφάσεως της Προϊσταμένης Αρχής, μέχρις ότου εκδοθεί η, επί της αιτήσεως θεραπείας, απόφαση του αρμοδίου Υπουργού. Συνεπώς, εξ αυτού του αρκούντος λόγου, η Προϊσταμένη Αρχή δεν δικαιούται να διατάξει την διευθύνουσα Υπηρεσία να προβεί στην εκτέλεση της σχετικής, με τον ανατοκισμό, αποφάσεως, μη υφισταμένης επί τούτου σχετικής υποχρεώσεως της διευθύνουσας Υπηρεσίας. Υπό άλλη εκδοχή, κατά τη συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 25 παρ.1,4 του Ν 2683/99 η, ως άνω, Υπηρεσία, αν περί της νομιμότητας των αναγκαίων ενεργειών της είχε επιφύλαξη, θα όφειλε να τη διατυπώσει εγγράφως, προκειμένου να απαλλαγεί των τυχόν ευθυνών της, και να προβεί ακολούθως, στις οφειλόμενες, ως αναγκαίες, ενέργειες της αρμοδιότητάς της. ε) Με την ιστορηθείσα προσφυγή ζητήθηκαν οι τόκοι υπερημερίας, αποκλειστικώς, βάσει του Ν 1947/91, και ότι το ίδιο αίτημα είχε υποβληθεί με τα βοηθήματα της ενδικοφανούς διαδικασίας, που προηγήθηκε της προσφυγής, και επ αυτού του αιτήματος (ευνοούντος προφανώς τον κύριο του έργου) αποφάνθηκε το Δ.Εφ. Πατρών με την αριθ. 416/98 απόφασή του. Ενόψει των ανωτέρω, καταβολή τόκων υπερημερίας βάσει του νομοθετικού καθεστώτος που προηγήθηκε, κατ ισχύ, των Ν 1418/84 και 1947/91, δεν αντιστοιχεί σε αίτημα της προσφυγής και της αιτήσεως θεραπείας ούτε καλύπτεται, περαιτέρω, από τις διατάξεις της, ως άνω, δικαστικής αποφάσεως, μη δυνάμενο συνακολούθως, να ικανοποιηθεί βάσει αυτής της αποφάσεως. 

ΝΣΚ/631/2004

Τόκοι υπερημερίας σε σύμβαση προμηθείας των Ενόπλων Δυνάμεων.Δεν έχει εφαρμογή το ΠΔ 166/2003, το οποίο προσάρμοσε την Ελληνική νομοθεσία στις διατάξεις της οδηγίας 2000/35/ΕΚ για την καταπολέμηση των καθυστερημένων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, σε σύμβαση προμηθείας των Ενόπλων Δυνάμεων που έχει υπογραφεί πριν από τη δημοσίευση του ως άνω διατάγματος. Τούτο δε ανεξάρτητα του ειδικότερου προβληματισμού αν το ως άνω δ/γμα έχει εφαρμογή ή όχι στις αναθέτουσες αρχές του τομέα της Άμυνας, όταν πρόκειται για προϊόντα που εφαρμόζεται το άρθρο 223 της Συνθήκης ΕΟΚ (νυν 296 ΕΚ).