ΝΣΚ/111/2024
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ερωτάται, εάν το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων οφείλει να επιστρέψει σε πρόσωπο που έχει τύχει σύνταξης λόγω θανάτου του δανειολήπτη συζύγου του, αλλά έχει αποποιηθεί την επαχθείσα κληρονομία, τα ποσά που παρακρατήθηκαν μηνιαίως από τη σύνταξη για την εξυπηρέτηση των δόσεων του ληφθέντος από τον θανόντα δανείου κατά το χρονικό διάστημα από τον μήνα Δεκέμβριο του 2016 έως το μήνα Οκτώβριο του 2023 καθώς και αν τίθεται ζήτημα παραγραφής των σχετικών αξιώσεων. (...) Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων οφείλει να επιστρέψει στο πρόσωπο που έχει τύχει σύνταξης λόγω θανάτου του δανειολήπτη συζύγου του, αλλά έχει αποποιηθεί την επαχθείσα κληρονομία, τα ποσά που παρακρατήθηκαν από τη σύνταξή του μετά την 1η-1-2020, ενώ δεν οφείλει να επιστρέψει τα ποσά που παρακρατήθηκαν πριν την ημερομηνία αυτή λόγω συμπληρώσεως της τριετούς παραγραφής των αντίστοιχων απαιτήσεων (κατά πλειοψηφία).
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/78/2017
Παρακράτηση από το Τ.Π.& Δανείων τοκοχρεωλυτικών δόσεων δανείου από τις συνταξιοδοτικές παροχές των τέκνων δανειολήπτη που απεβίωσε εν υπηρεσία. (Κατάσταση : Αποδεκτή) Σε περίπτωση θανάτου εν υπηρεσία δανειολήπτη του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, το Ταμείο, για την εξυπηρέτηση ληξιπρόθεσμων ή μη δόσεων του ληφθέντος δανείου, νομίμως προβαίνει τόσο στη δέσμευση του εφάπαξ βοηθήματος, από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα και αν απονέμεται αυτό, όσο και σε παρακράτηση από τη σύνταξη που λαμβάνουν τα τέκνα του, ουδεμία δε έννομη επιρροή ασκεί τυχόν εκ μέρους των τέκνων αποποίηση ή αποδοχή της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής (ομόφ).
ΝΣΚ/253/2016
Κατάσχεση εκ μέρους της Διοίκησης, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, κατά υποχρέου ο οποίος είχε προαποβιώσει της επιβολής της κατασχέσεως και υποχρέωση της Διοίκησης προς απόδοση του περιελθόντος σ’ αυτή προϊόντος της κατασχέσεως, προς εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή είσπραξης, ενόψει της διάταξης της παρ.8 του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται. Δικαιούχος της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.(...)Σε περίπτωση επιβολής κατασχέσεως εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, εκ μέρους της Διοίκησης και υποβολής αρχικής εμπρόθεσμης και αρνητικής δηλώσεως εκ μέρους αυτού και ενημερώσεως της φορολογικής αρχής περί του θανάτου της υπόχρεου προ της επιβολής τη κατασχέσεως, αυτή καθίσταται ανυπόστατη και ενδείκνυται η Διοίκηση να αναμορφώσει, με τις απαραίτητες ενέργειες, τις νομικές και πραγματικές καταστάσεις που διαμορφώθηκαν εξ αιτίας της κατασχέσεως αυτής, ήτοι να επιστρέψει στο Τραπεζικό Ίδρυμα και στους τραπεζικούς λογαριασμούς από τους οποίους εκταμιεύθηκαν, ενόσω υφίστατο αναστολή εισπράξεως, τα ήδη καταβληθέντα από την Τράπεζα χρηματικά ποσά. Η Δ.Ο.Υ., ειδικότερα, οφείλει να εκκαθαρίσει το Ατομικό Φύλλο Εκπτώσεως (ΑΦΕΚ), που της απέστειλε η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου Αττικής, χωρίς να κωλύεται από τη διάταξη του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, στην οποία ορίζεται ότι τα καταβληθέντα ποσά, ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται, διότι η διάταξη προϋποθέτει έγκυρη καταβολή, βασιζόμενη σε υποστατή κατάσχεση. Τα ως άνω χρηματικά ποσά θα επιστραφούν στην Τράπεζα, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, καθόσον δεν έχει επέλθει παραγραφή της απαιτήσεως προς επιστροφή, σύμφωνα με το άρθρο 140 του Ν. 4270/2014, χωρίς πάντως να οφείλονται τόκοι υπερημερίας, διότι δεν συντρέχει η προϋπόθεση του άρθρου 21 του ΚΝΔΔ (ομοφ.).
ΝΣΚ/44/2021
Προσμέτρηση ή μη χρονικού διαστήματος, κατά το οποίο δημόσιος υπάλληλος είχε τεθεί σε αυτοδίκαιη αργία, στο συνολικό χρόνο υπηρεσίας για τη βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη, κατόπιν μεταγενέστερης απαλλαγής του από κάθε πειθαρχική ευθύνη. Δυνατότητα επιστροφής παρακρατηθεισών αποδοχών αργίας και προσδιορισμός αυτών.(...)Μετά την απαλλαγή δημοσίου υπαλλήλου από κάθε πειθαρχική του ευθύνη, με νεώτερη, ληφθείσα μετά από επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η Διοίκηση οφείλει να προσμετρήσει το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο αυτός είχε τεθεί σε αυτοδίκαιη αργία στο συνολικό χρόνο υπηρεσίας για τη βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη και να του επιστρέψει ατόκως τις αποδοχές που παρακρατήθηκαν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, χωρίς την παρεμβολή υπηρεσιακού/πειθαρχικού συμβουλίου. Στις αποδοχές αυτές δεν δύναται να περιλαμβάνονται αποδοχές που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του υπαλλήλου (ομόφωνα). Οι ως άνω επιστρεπτέες στον υπάλληλο αποδοχές αφορούν όλο το χρονικό διάστημα που αυτός τελούσε σε αργία και όχι την τελευταία μόνο διετία αυτού (κατά πλειοψηφία).
ΝΣΚ/154/2020
Ειδικότερα ερωτήματα ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 3 του Καν. (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/1995, σχετικά με το χρόνο παραγραφής της “παρατυπίας”.(...)Τα κυριότερα ερωτήματα που τίθενται είναι: -Εάν το άρθρο 3 του καν. 2988/1995 έχει την έννοια ότι δεν διεξάγεται έρευνα για παρατυπίες παλαιότερες των τεσσάρων ετών της προβλεπόμενης προθεσμίας παραγραφής, -Ποιά είναι η έννοια της επαναλαμβανόμενης παρατυπίας και πως υπολογίζεται ο χρόνος παραγραφής της δίωξής της και -Εάν, σε περίπτωση που ο οφειλέτης επικαλεστεί εξωδίκως την παραγραφή της αναζήτησης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, υποχρεούται ο ΟΠΕΚΕΠΕ να συνεχίσει τη διαδικασία ανάκτησης ή οφείλει να την παύσει αποδεχόμενος την παραγραφή. Λόγω του ανακύψαντος σοβαρού ζητήματος γενικού ενδιαφέροντος που αφορά το συμβατό της διάταξης του άρθρου 122 του ν. 4270/2014 περί δημοσίου λογιστικού, με το άρθρο 3 παρ. 1 του κανονισμού 2988/1995 ως προς την έναρξη του χρόνου της παραγραφής και, επειδή τα ερωτήματα συνέχονται μεταξύ τους και για να απαντηθούν απαιτείται να εξετασθούν όλοι οι προβληματισμοί της υπηρεσίας, το Τμήμα αποφάσισε ομόφωνα να παραπεμφθεί το σύνολο των ερωτημάτων στην Ολομέλεια του Ν.Σ.Κ., λόγω σπουδαιότητας.
ΝΣΚ/87/2018
Ζητήματα που προκύπτουν σε σχέση με την άδεια άνευ αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων και συγκεκριμένα α) τη δυνατότητα δικαστικής υπαλλήλου να καταστεί άμεσα ή έμμεσα ασφαλισμένη του Κλάδου Ασθένειας του ΟΠΑΔ, για το χρονικό διάστημα που βρίσκεται σε άδεια άνευ αποδοχών και β) στην περίπτωση θανάτου τακτικής υπαλλήλου νοσοκομείου (ν.π.δ.δ.) του Ε.Σ.Υ. που τελούσε σε άδεια άνευ αποδοχών, ποιος φορέας υποχρεούται στην καταβολή των σχετικών εξόδων κηδείας ο ΟΠΑΔ ή το νοσοκομείο.α) Δικαστική υπάλληλος, που τελεί σε άδεια άνευ αποδοχών, με βάση το άρθρο 46 § 3 του Ν 2812/2000 (ως σύζυγος, δηλαδή, δημοσίου υπαλλήλου υπηρετούντος σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης), δεν μπορεί, μέχρι την έναρξη ισχύος (1-3-2018) του Ν 4529/2018, να συνεχίσει την ασφάλισή της για υγειονομική περίθαλψη στον τ. Ο.Π.Α.Δ. (Ε.Φ.Κ.Α.), με την ιδιότητα της άμεσα, παρά μόνο της έμμεσα ασφαλισμένης του οργανισμού αυτού, ήτοι ως μέλος της οικογένειας του άμεσα δικαιούχου συζύγου της. β) Επί θανάτου τακτικής υπαλλήλου ν.π.δ.δ. (νοσοκομείου του Ε.Σ.Υ), υπόχρεο σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 57 του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007) προς καταβολή των σχετικών εξόδων κηδείας, είναι το νοσοκομείο και όχι ο Ο.Π.Α.Δ., το οποίο οφείλει να χορηγήσει τα έξοδα αυτά στο προβλεπόμενο από την κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου 57 ύψος και μάλιστα χωρίς την έκπτωση από αυτά οποιουδήποτε ποσού.
ΝΣΚ/156/2021
α) Χρόνος επανόδου στην υπηρεσία προφυλακισθέντος και ευρισκόμενου σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας υπαλλήλου του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), κατά του οποίου εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση σε ποινή φυλάκισης με αναστολή και β) Υποχρέωση ή μη της Υπηρεσίας προς καταβολή στον ανωτέρω υπάλληλο του μέρους των αποδοχών του, που παρακρατήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που αυτός τελούσε σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας.(...)1.α) Η αποφυλάκιση του προφυλακισθέντος υπαλλήλου, εξαιτίας του ότι η εκδοθείσα εις βάρος του οριστική ποινική απόφαση όρισε ότι τυχόν ασκηθησόμενη κατ’ αυτής έφεση θα έχει ανασταλτικό χαρακτήρα, δεν συνεπάγεται ότι εξέλιπε ο λόγος για τον οποίο αυτός τέθηκε σε αυτοδίκαιη αργία. Η εκδοθείσα από τον Διοικητή του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ) διαπιστωτική πράξη περί αυτοδίκαιης επανόδου του υπαλλήλου στην υπηρεσία δεν έχει νόμιμο έρεισμα και συντρέχει λόγος ανάκλησής της, η οποία ανάκληση θα έχει αναδρομική ισχύ. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος μετά την ημερομηνία έκδοσης του αποφυλακιστηρίου του υπαλλήλου αποτελεί χρόνο κατά τον οποίο συνεχίζει να βρίσκεται σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας (κατά πλειοψηφία). β) Εάν δεν ανακληθεί η διαπιστωτική πράξη του Διοικητή του e-ΕΦΚΑ περί επανόδου του προφυλακισθέντος υπαλλήλου στην υπηρεσία μετά την αποφυλάκισή του, ως ημερομηνία επανόδου του υπαλλήλου στα καθήκοντά του λογίζεται η επομένη της αποφυλάκισής του (ομόφωνα). 2.α) Εάν λάβει χώρα ανάκληση της διαπιστωτικής πράξης του Διοικητή του e-ΕΦΚΑ περί επανόδου του προφυλακισθέντος υπαλλήλου στην υπηρεσία, αυτός θα περιέλθει αναδρομικά σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας. Στην περίπτωση αυτή, η Υπηρεσία δεν οφείλει να του καταβάλει τις αποδοχές που παρακρατήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα μετά την αποφυλάκιση (ομόφωνα). β) Εάν δε λάβει χώρα η ανωτέρω ανάκληση, γίνεται δεκτό ότι με την έκδοση και την κοινοποίηση στον εν λόγω υπάλληλο της ως άνω διαπιστωτικής πράξης, καθώς και της απόφασης του e-ΕΦΚΑ περί εκτέλεσης της επιβληθείσας σε αυτόν πειθαρχικής ποινής από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, λογίζεται ότι τούτος είχε επανέλθει στην υπηρεσία και στα καθήκοντά του από την αποφυλάκισή του μέχρι και την έναρξη εκτέλεσης της επιβληθείσας σε αυτόν πειθαρχικής ποινής, χρονικό διάστημα για το οποίο η Υπηρεσία θα πρέπει αυτεπαγγέλτως και χωρίς να απαιτείται σχετική αίτηση του υπαλλήλου να επιστρέψει σε εκείνον το ήμισυ των αποδοχών του, το οποίο είχε παρακρατηθεί (ομόφωνα).
ΣΤΕ/2475/2019
Απονομή σύνταξης...Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόντος την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στις 26.10.2017 και, επομένως, κατά τα προεκτεθέντα, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010. Περαιτέρω, η κρινόμενη διαφορά ανέκυψε από αμφισβήτηση σχετικά με τον χρόνο έναρξης καταβολής στην αναιρεσείουσα σύνταξης λόγω θανάτου του συζύγου της και, επομένως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην 4η σκέψη, έχει προσδιορίσιμο χρηματικό αντικείμενο το οποίο συνίσταται στο ποσό των συντάξεων της αναιρεσείουσας, που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.12.1994 έως 8.10.1995, και ανέρχεται σε 4.437,15 ευρώ (βλ. το .....2019 έγγραφο του ... προς το Δικαστήριο με αριθμ. πρωτ. ΣτΕ ΕΠ .....2019), είναι δηλαδή κατώτερο του κατά την ανωτέρω διάταξη ποσού των 40.000 ευρώ και, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ασκείται απαραδέκτως κατά την παρ. 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989. Είναι δε απορριπτέα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση. Υπό τα δεδομένα δε αυτά προβάλλονται αλυσιτελώς και είναι απορριπτέοι οι περαιτέρω ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας περί παράβασης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και περί αντίθεσης των κρίσεων της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς νομολογία Ανωτάτων Δικαστηρίων, ήτοι του Συμβουλίου της Επικρατείας
ΝΣΚ/10/2018
Περίπτωση υποχρέωσης μερικής άρσης της επιβληθείσας από το Ελληνικό Δημόσιο κατάσχεσης εις χείρας τρίτου (ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας) , για οφειλές που έχουν συμπεριληφθεί σε αίτηση της οφειλέτιδας του Ελληνικού Δημοσίου περί υπαγωγής των οφειλών της στο Ν 3869/2010, και της ως εκ τούτου υποχρέωσης της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. να επιστρέφει το αποδοθέν από τον τρίτο ποσό – Ζητήματα που ανακύπτουν. Η φορολογική διοίκηση, στο πλαίσιο της αναμόρφωσης των νομικών και πραγματικών καταστάσεων που διαμορφώθηκαν εκ της επιβολής μη νόμιμης κατάσχεσης εις χείρας τραπεζικού ιδρύματος, ως τρίτου, οφείλει να άρει την επιβληθείσα κατάσχεση και, συνακολούθως, να επιστρέψει στην καθής η εκτέλεση οφειλέτιδα το καταβληθέν από την Τράπεζα προς το Δημόσιο, συνεπεία θετικής δήλωσης, κατασχεθέν ποσό, ως αχρεωστήτως καταβληθέν. Ο τρόπος της επιστροφής (ήτοι αν το ποσό θα πιστωθεί στο λογαριασμό της δικαιούχου από τον οποίο εκταμιεύθηκε ή σε άλλον που η ίδια ήθελε υποδείξει), είναι αδιάφορος και ανάγεται στη σφαίρα των επιλογών της οφειλέτιδας. Ζήτημα συμψηφισμού απαιτήσεων του Δημοσίου με τα (μετά την άρση της επιβληθείσης κατάσχεσης) επιστρεφόμενα ποσά, δεν γεννάται, δεδομένου ότι η επιστροφή θα λάβει χώρα στο πλαίσιο αποκατάστασης της νομιμότητας, από την ενέργεια δε αυτή δεν μπορεί να ωφεληθεί το Δημόσιο με το συμψηφισμό αυτών τούτων των μη νομίμως κατασχεθεισών απαιτήσεων (ομόφ.).
ΝΣΚ/103/2022
Υποβολή ερωτημάτων σχετικά με τα τέλη χαρτοσήμου επί των τόκων των ενυπόθηκων δανείων που χορηγήθηκαν από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων πριν τις 28-6-2006 (...)α) Οι δανειολήπτες που έλαβαν δάνειο από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων πριν τις 28.06.2006 και έχουν εξοφλήσει το κεφάλαιο και τους τόκους του δανείου τους, στο σύνολό τους, χωρίς να τους έχει ζητηθεί να καταβάλουν μέχρι σήμερα τέλη χαρτοσήμου επί των τόκων του δανείου τους, δεν έχουν υποχρέωση να καταβάλουν αυτά (τα τέλη χαρτοσήμου επί των τόκων του δανείου) στο στάδιο της προδικασίας για την εξάλειψη της υποθήκης (ομόφωνα). β) Ο χρόνος παραγραφής της υποχρέωσης των δανειοληπτών για καταβολή των τελών χαρτοσήμου επί των τόκων των ως άνω δανείων είναι πενταετής (κατά κανόνα και με την επιφύλαξη τυχόν ιδιαιτεροτήτων και ειδικότερων όρων κάθε περίπτωσης δανειακής σύμβασης), με αφετηρία το τέλος του έτους εντός του οποίου καταβλήθηκαν οι τόκοι κάθε δόσεως του δανείου (ομόφωνα). Επειδή δε η απαλλαγή από τα τέλη χαρτοσήμου ισχύει από 28.06.2006 για τα εν γένει δάνεια του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ανεξάρτητα από τον χρόνο σύναψής τους, η σχετική παραγραφή αυτή αρχίζει από το τέλος του έτους 2006 (κατά πλειοψηφία). γ) Υπόχρεος για την επιστροφή στους δανειολήπτες των ποσών που έχουν ήδη καταβάλει ως τέλη χαρτοσήμου επί των τόκων μετά την παραγραφή της αξίωσης του Δημοσίου να ζητήσει την καταβολή τους, είναι η Φορολογική Αρχή (ΑΑΔΕ) που τα εισέπραξε εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου και συγκεκριμένα η αρμόδια Δ.Ο.Υ., προς την οποία οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση, με τη συνήθη διαδικασία επιστροφής φόρων και τελών, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις (ομόφωνα).
ΝΣΚ/60/2022
Ερωτάται εάν κατά την εκτέλεση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, η οποία εκδόθηκε επί καταψηφιστικής αγωγής για την καταβολή αποζημίωσης από απαλλοτρίωση που δεν συντελέστηκε, υποχρεούται η Υπηρεσία στην καταβολή των επιδικασθέντων τόκων με επιτόκιο 6% ετησίως, σύμφωνα με το διατακτικό της απόφασης, αντί 3%, σύμφωνα με το άρθρο 45 παρ. 1-3 του ν. 4607/2019 για το χρονικό διάστημα από την θέση σε ισχύ του νόμου αυτού την 1-5-2019 έως την ημερομηνία έκδοσης των σχετικών γραμματίων σύστασης χρηματικής παρακατάθεσης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.(...)Η υπηρεσία ΥΠΑ έχει υποχρέωση να συμμορφωθεί με το περιεχόμενο της αμετάκλητης εφετειακής απόφασης και να εκτελέσει αυτήν σύμφωνα με το διατακτικό της και συγκεκριμένα να καταβάλει στους αντιδίκους τα καθορισθέντα με την απόφαση αυτήν ποσά με το νόμιμο τόκο υπερημερίας με επιτόκιο 6% από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και όχι με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 45 του ν. 4607/2019 (ομόφωνα).