ΜΠρΗρ/3878/2005
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Απορρίπτεται ο λόγος αναστολής εκτέλεσης του αιτούντος Δήμου, βασιζόμενος στο άρ. 20 Ν. 3301/2004 - περί εκτελεστών τίτλων - τον οποίο νόμο κρίνει ότι αντίκειται στο άρ. 20 παρ. 1 Συντάγματος σε συνδυασμό με το άρ. 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ. Δέχεται το β` λόγο αναστολής περί υποχρέωσης του Δήμου για καταβολή τόκων με ποσοστό 6% κατ` αρ. 7 παρ. 2 ΝΔ 496/74 και όχι με το επιτόκιο που ισχύει για τις μεταξύ ιδιωτών σχέσεις.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΑΠ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/31/2007
Η διετής παραγραφή που καθιερώνει η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του ΝΔ 496/75, έχει θεσπισθεί από λόγους γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, δε δημιουργεί άνιση δυσμενή μεταχείριση των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ σε σχέση με τους υπαλλήλους των ιδιωτικών επιχειρήσεων και επομένως δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας του συντάγματος. Ούτε αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ αφού αυτή δεν απαγορεύει τη θέσπιση διαφορετικού χρόνου παραγραφής κατά κατηγορία αξιώσεων και δικαιούχων, ούτε είναι αντίθετη στις διατάξεις του άρθρου 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ
ΑρΠ/1/2011
ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ αξιώσεων υπαλλήλων ν.πδ.δ. Η διάταξη του άρθ. 48 § 3 ν.δ. 496/1974, που θεσπίζει διετή παραγραφή για τις αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, ούτε στο άρθ. 6 § 1 ΕΣΔΑ, ούτε στο άρθ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Αντίθετη μειοψηφία.
ΑΠ/3/2006
Η ρύθμιση του άρθρου 7 παρ. 2 ΝΔ 496/1974, με την οποία αναγνωρίζεται το δικαίωμα στα ΝΠΔΔ να καταβάλουν ποσοστό τόκου υπερημερίας (6%) μικρότερο από εκείνο που καταβάλουν οι ιδιώτες, εισάγει επιτρεπτή εξαίρεση και διάκριση υπέρ των προσώπων αυτών και κρίνεται συνταγματική. Αντίθετη η μειοψηφία. Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ΄ αρ. 248/2005 απόφαση Β1 τμήματος και αναιρεί την υπ΄ αρ. 2515/2003 απόφαση Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/271/2013
Καταβολή μισθοδοσίας σε υπαλλήλους Δήμου:..Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι τα Πρακτικά Συνεδριάσεως της 18ης Δεκεμβρίου 2012 του Ειρηνοδικείου .., τα οποία φέρουν τα αναγκαία εξωτερικά στοιχεία του κατά νόμον τύποις υποστατού αυτών, ήτοι υπογραφή του οικείου Ειρηνοδίκη και του Γραμματέως αποτελούν τίτλο εκτελεστό, κατ’ άρθρο 904 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τούτο δε, διότι η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3301/2004, περί μη εκτελεστότητος, μεταξύ άλλων τίτλων, και των πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού, δεν είναι συμβατή προς τις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 2 και 14 του ΔΣΠΑΠΔ), στα οποίο εντάσσεται και το δικαίωμα αναγκαστικής εκτελέσεως για την ικανοποίηση αξιώσεων του ουσιαστικού δικαίου, όπως αυτό οργανώνεται νομοθετικώς στα άρθρα 904 επ. ΚΠολΔ, που περιλαμβάνει μεταξύ των εκτελεστών τίτλων και τα πρακτικά των ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν δικαστικό συμβιβασμό (άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ΄ του ΚΠολΔ). Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την διενέργεια του εξωτερικού προληπτικού ελέγχου της νομιμότητος της απορρέουσας από τα πρακτικά αυτά δαπάνης, δεν δύναται να αμφισβητήσει το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, καθόσον μία τέτοια αμφισβήτηση συνιστά αντικείμενο διαγνωστικής δίκης ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου, η οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την διαδικασία του προληπτικού ελέγχου της δαπάνης, όπως βασίμως προβάλλει ο Δήμος ... με το από 8.4.2013 έγγραφο του Νομικού του Συμβούλου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο Επίτροπος με την έκθεση διαφωνίας του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.(..)Κατ’ ακολουθίαν αυτών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.
ΜπρΑθ/2913/2005
Αναγκαστική εκτέλεση κατά ΟΤΑ βάσει διαταγής πληρωμής. Απορρίπτει αίτηση αναστολής εκτέλεσης Δήμου με βάση διαταγή πληρωμής ποσού οφειλομένου από εκτέλεση υπερσυμβατικών εργασιών από την καθής Α.Ε., ως αντικείμενη στο άρθρο 2 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα σε συνδυασμό με το άρθρο 20 του Συντάγματος και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ
ΣτΕ/3428/2006
Παραγραφή των αξιώσεών τους για καθυστερούμενες αποδοχές και άλλες απολαβές ή αποζημίωση από αδικαιολόγητο πλουτισμό. Παραπέμπεται στην Ολομέλεια το ζήτημα της Συνταγματικότητας της διάταξης του άρθρου 48 παρ. 3 του ΝΔ 496/1974, που καθιερώνει τη βραχυπρόθεσμη διετή παραγραφή των αξιώσεων αυτών, περιορίζοντας τα περιουσιακά τους δικαιώματα. Έναρξη διακοπής της παραγραφής. Η υποβολή σχετικής αίτησης στη Διοίκηση, ως λόγος διακοπής της παραγραφής. Παραπέμπεται στην Ολομέλεια το ζήτημα αν οι λόγοι που διακόπτουν την παραγραφή παρεμποδίζουν και την έναρξή της.
Δ.εφ.Αθ/2422/2012
9..) Αντιθέτως, όταν η ανωτέρω κυρία αξίωση των δανειστών στηρίζεται στον αδικαιολόγητο πλουτισμό των οφειλετών (επιχειρήσεων και δημοσίων αρχών της παρ. 1α του άρθρου 3 του ΠΔ 166/2003), δηλαδή όταν δεν υφίσταται νόμιμη σύμβαση, που καταρτίζεται εγγράφως και με τις εγγυήσεις, που παρέχουν οι, λαμβανόμενες αυτεπαγγέλτως υπόψη, δημοσίας τάξεως διατάξεις του ΠΔ 394/1996 περί «Του Κανονισμού Προμηθειών του Δημοσίου» (Πρβλ. ΑΠ Ολ 862/1984 NοB 33,80), για τις εξυπηρετούσες το δημόσιο και γενικό συμφέρον δημόσιες αρχές, το ύψος του επιτοκίου υπερημερίας και ο χρόνος έναρξης της τελευταίας καθορίζεται αποκλειστικά από τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ΝΔ 496/1974, η οποία, στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι αντίθετη στα άρθρα 4 παρ. 1 του Συντ., 1 του Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και 4 του νέου νόμου [ΠΔ 166/2003, πρβλ. ΣτΕ Ολ 1663/2009 Nomos, που αναφέρεται στην όμοια προς τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ΝΔ 496/1974 διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί Δικών του Δημοσίου (ΠΔ 456/1984)], διότι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, το νέο νομικό καθεστώς που ισχύει με το ΠΔ 166/2003, έχει ως σκοπό να προστατεύσει τους συναλλασσόμενους με έγκυρες, ισχυρές και νόμιμες συμβάσεις και όχι εκείνους που θεμελιώνουν τις αξιώσεις τους στον επικαλούμενο για τον ανωτέρω λόγο (ανυπαρξία νόμιμης σύμβασης) αδικαιολόγητο πλουτισμό των δημοσίων αρχών.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/20/2019
Καταβολή αποδοχών - νόμιμος τόκος υπερημερίας...:Όπως προκύπτει από το κείμενο της εκκαλούμενης απόφασης, τόσο στο σκεπτικό όσο και στο διατακτικό της, αναγνωρίζεται ότι το εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει στους ενάγοντες, των οποίων έγινε δεκτή η αγωγή, τα αναφερόμενα ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επίδοσή της. Ωστόσο, κατά την ως άνω διάταξη του ν. 496/1974, που είναι ανάλογη προς το άρθρο 21 του δευτέρου κεφαλαίου του κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου (β.δ. της 26-6/10.7.1944), ορίζεται ότι ο νόμιμος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής του νομικού προσώπου ανέρχεται σε 6% ετησίως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με σύμβαση ή ειδικό νόμο και αρχίζει από την επίδοση της αγωγής. Τούτο επιβάλλεται από λόγους γενικότερου συμφέροντος, όπως στην περίπτωση των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, στην περιουσία και την οικονομική κατάσταση των οποίων συμβάλλει το σύνολο των πολιτών, με την καταβολή φόρων, συμφέρον το οποίο, πρωτίστως, εξυπηρετεί και η διάταξη του άρθρου 7 §2 του ν.δ. 496/1974 “περί λογιστικού των ΝΠΔΔ”. Η ρύθμιση αυτή, με την οποία, επί υπερημερίας, αναγνωρίζεται στα ΝΠΔΔ το δικαίωμα να καταβάλλουν, με την ιδιότητα του οφειλέτη, ποσοστό τόκου 6% ετησίως, ήτοι μικρότερο εκείνου που έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν οι ιδιώτες ως οφειλέτες, εισάγει επιτρεπτή εξαίρεση υπέρ των ΝΠΔΔ, που δε βρίσκεται σε αντίθεση ούτε προς τις διατάξεις των άρθρων 20 §1 του Συντάγματος και 6 §1 της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης της 4.11.1950 (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει την αυξημένη τυπική ισχύ του άρθρου 28 §1 του Συντάγματος, ούτε προς αυτές του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που προστατεύει την περιουσία παντός προσώπου (Α.Π. 992/2017 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί η πιο πάνω ουσιαστική διάταξη και επιδίκασε τα χρηματικά ποσά, που δέχθηκε ως οφειλόμενα, με το νόμιμο τόκο, αορίστως, ήτοι με το συνήθη τόκο υπερημερίας και όχι προς 6%, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο λόγος αυτός της έφεσης. Κατόπιν τούτων, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι το εκκαλούν – εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει σε καθένα από τους εφεσίβλητους – ενάγοντες τα χρηματικά ποσά, που τους επιδικάστηκαν με την εκκαλουμένη, με τόκο 6% από την επίδοση της αγωγής.
ΣτΕ/1663/2009/ΟΛΟΜ
H διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, με την οποία θεσπίζεται, για τις οφειλές του Δημοσίου, επιτόκιο νόμιμο και υπερημερίας σε ποσοστό 6%, που είναι μικρότερο από το ποσοστό του γενικώς ισχύοντος αντίστοιχου επιτοκίου, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.
ΕΣ/Τ7/253/2009
Οι προαναφερόμενες διαταγές πληρωμής, ως εκτελεστοί τίτλοι, δεν εμπίπτουν κατά ρητή επιταγή του άρθρου 20 του ν. 3301/2004 στην έννοια των δικαστικών αποφάσεων του άρθρου 1 του ν. 3068/2003 και, επομένως, δεν υποχρεώνουν, πλην άλλων, τους οφειλέτες Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού σε συμμόρφωση προς αυτές, αλλά ούτε μπορούν νόμιμα να εκτελεστούν αναγκαστικά κατ’ αυτών. Αλλά και στην περίπτωση που τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 633 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. η διαταγή πληρωμής πάλι δεν δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο, δοθέντος ότι και στην περίπτωση αυτή η διαταγή πληρωμής δεν παράγει δεδικασμένο, αλλά απλώς «αποκτά ισχύν δεδικασμένου». η δε έννοια και η λειτουργία του εκ διαταγής πληρωμής δεδικασμένου δεν ταυτίζονται προς την έννοια και τη λειτουργία του εκ της δικαστικής αποφάσεως παραγόμενου δεδικασμένου, ενώ η έκδοση αυτής κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 623 επόμ. Κ.Πολ.Δ. αποβλέπει κατ’ άρθρο 631 και 904 παρ. 2 εδάφ. β΄ του ιδίου Κώδικα στην επίτευξη και μόνο εκτελεστού τίτλου για απαίτηση.