ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/271/2013
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Καταβολή μισθοδοσίας σε υπαλλήλους Δήμου:..Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι τα Πρακτικά Συνεδριάσεως της 18ης Δεκεμβρίου 2012 του Ειρηνοδικείου .., τα οποία φέρουν τα αναγκαία εξωτερικά στοιχεία του κατά νόμον τύποις υποστατού αυτών, ήτοι υπογραφή του οικείου Ειρηνοδίκη και του Γραμματέως αποτελούν τίτλο εκτελεστό, κατ’ άρθρο 904 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τούτο δε, διότι η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3301/2004, περί μη εκτελεστότητος, μεταξύ άλλων τίτλων, και των πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού, δεν είναι συμβατή προς τις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 2 και 14 του ΔΣΠΑΠΔ), στα οποίο εντάσσεται και το δικαίωμα αναγκαστικής εκτελέσεως για την ικανοποίηση αξιώσεων του ουσιαστικού δικαίου, όπως αυτό οργανώνεται νομοθετικώς στα άρθρα 904 επ. ΚΠολΔ, που περιλαμβάνει μεταξύ των εκτελεστών τίτλων και τα πρακτικά των ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν δικαστικό συμβιβασμό (άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ΄ του ΚΠολΔ). Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την διενέργεια του εξωτερικού προληπτικού ελέγχου της νομιμότητος της απορρέουσας από τα πρακτικά αυτά δαπάνης, δεν δύναται να αμφισβητήσει το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, καθόσον μία τέτοια αμφισβήτηση συνιστά αντικείμενο διαγνωστικής δίκης ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου, η οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την διαδικασία του προληπτικού ελέγχου της δαπάνης, όπως βασίμως προβάλλει ο Δήμος ... με το από 8.4.2013 έγγραφο του Νομικού του Συμβούλου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο Επίτροπος με την έκθεση διαφωνίας του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.(..)Κατ’ ακολουθίαν αυτών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/ΚΠΕ.Τμ.1/271/2013
Δικαστικός συμβιβασμός.(...)Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι τα Πρακτικά Συνεδριάσεως της 18ης Δεκεμβρίου 2012 του Ειρηνοδικείου…, τα οποία φέρουν τα αναγκαία εξωτερικά στοιχεία του κατά νόμον τύποις υποστατού αυτών, ήτοι υπογραφή του οικείου Ειρηνοδίκη και του Γραμματέως αποτελούν τίτλο εκτελεστό, κατ’ άρθρο 904 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τούτο δε, διότι η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3301/2004, περί μη εκτελεστότητος, μεταξύ άλλων τίτλων, και των πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού, δεν είναι συμβατή προς τις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 2 και 14 του ΔΣΠΑΠΔ), στα οποίο εντάσσεται και το δικαίωμα αναγκαστικής εκτελέσεως για την ικανοποίηση αξιώσεων του ουσιαστικού δικαίου, όπως αυτό οργανώνεται νομοθετικώς στα άρθρα 904 επ. ΚΠολΔ, που περιλαμβάνει μεταξύ των εκτελεστών τίτλων και τα πρακτικά των ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν δικαστικό συμβιβασμό (άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ΄ του ΚΠολΔ). Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την διενέργεια του εξωτερικού προληπτικού ελέγχου της νομιμότητος της απορρέουσας από τα πρακτικά αυτά δαπάνης, δεν δύναται να αμφισβητήσει το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, καθόσον μία τέτοια αμφισβήτηση συνιστά αντικείμενο διαγνωστικής δίκης ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου, η οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την διαδικασία του προληπτικού ελέγχου της δαπάνης, όπως βασίμως προβάλλει ο Δήμος …με το από 8.4.2013 έγγραφο του Νομικού του Συμβούλου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο Επίτροπος με την έκθεση διαφωνίας του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/172/2019
Εξώδικος συμβιβασμός:Με τα δεδομένα αυτά κρίνεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 904 Α.Κ. περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, επί των οποίων ερείδεται η αγωγή του φερόμενου ως δικαιούχου για το ποσό που αποτέλεσε τη βάση του ελεγχόμενου εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν παρέχουν νόμιμο έρεισμα για την πραγματοποίηση δαπάνης εξωδικαστικού συμβιβασμού, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙ, η δε ικανοποίηση της σχετικής αξίωσης του ανωτέρω μόνο με άσκηση αγωγής ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου δικαστηρίου δύναται να επιδιωχθεί.
ΕλΣυν/Κλιμ.7/209/2015
Δικαστικός συμβιβασμός.(...) ο δικαστικός συμβιβασμός αποτελεί σύμβαση διφυούς χαρακτήρα, ήτοι αφενός σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, με την οποία τα μέρη διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις μία φιλονικία τους ή μία αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 871 του Α.Κ. και αφετέρου δικονομική σύμβαση, η οποία περιβαλλόμενη τον προβλεπόμενο στο άρθρο 293 του ΚΠολΔ τύπο - όπως η σχετική περί του συμβιβασμού δήλωση των διαδίκων ενώπιον του δικαστηρίου, που καταχωρίζεται στα οικεία πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο του οικείου δικαστικού σχηματισμού και του Γραμματέα αυτού (βλ. άρθρα 256 και 258 του ΚΠολΔ) - επιφέρει την αυτοδίκαιη κατάργηση της δίκης (βλ. ΑΠ 138/2014, 540/2011). Συνεπώς, με το δικαστικό συμβιβασμό, ο οποίος επιλύει την μεταξύ των μερών διαφορά επιφέροντας την κατάργηση της μεταξύ τους ανοιγείσης δίκης και είναι εξοπλισμένος με εκτελεστότητα, παρέχοντας το δικαίωμα στον φορέα της σχετικής αξιώσεως να ενεργοποιήσει δυνάμει του τίτλου αυτού αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του οφειλέτη, τερματίζεται η επιδικία και παρέχεται κατ’ ουσίαν οριστική δικαστική προστασία, αφού μετά την κατάργηση της δίκης λόγω δικαστικού συμβιβασμού τυχόν άσκηση νέας αγωγής με το αυτό περιεχόμενο θα είναι απορριπτέα ως αβάσιμη (βλ. ΑΠ 138/2014, Ν. Νίκα: "Ο δικαστικός συμβιβασμός", 1984, σελ. 249). Περαιτέρω, ο δικαστικός συμβιβασμός δεσμεύει τους διαδίκους έως ότου διαγνωσθεί η ακυρότητά του, ακυρωθεί ή ανατραπεί, η διάγνωση δε του κύρους του δικαστικού συμβιβασμού προϋποθέτει αφενός αμφισβήτηση αυτού από ένα τουλάχιστον των μερών και αφετέρου την τήρηση της εκ του νόμου προβλεπόμενης δικαστικής διαδικασίας, που συνίσταται στην με πρωτοβουλία ενός των μερών κλήση προς περαιτέρω συζήτηση ενώπιον του οικείου δικαστηρίου, στο πλαίσιο της οποίας θα τεθεί υπό μορφήν ενστάσεως από τον εγείροντα την σχετική αμφισβήτηση διάδικο το ζήτημα του κύρους του συμβιβασμού. Επί του ζητήματος δε αυτού θα κρίνει ο οικείος δικαστικός σχηματισμός, μόνος αρμόδιος να διαπιστώσει εάν εχώρησε έγκυρη κατάργηση της δίκης ή όχι, ενώ ο διάδικος που αμφισβητεί το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού μπορεί να προκαλέσει σχετική δικαστική κρίση και με την άσκηση αναγνωριστικής αγωγής (άρθρο 70 Κ.Πολ.Δ.), άλλως με την άσκηση ανακοπής κατά της εκτελέσεως (άρθρο 933 Κ.Πολ.Δ.), κατά περίπτωση (βλ. Ειρ.Πρέβεζας 17/1997, Εφ.Δωδ. 86/1990, Ν.Νίκα, ό.π. σελ. 300 επ.)
ΕλΣυν/Τμ.1(ΚΠΕ)/314/2014
Εξώδικος συμβιβασμός.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι το 3375/29.8.2013 πρακτικό της Τριμελούς Επιτροπής του Ν.Σ.Κ., το οποίο φέρει τα νόμιμα εξωτερικά στοιχεία του τύποις υποστατού, αποτελεί εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με τα άρθρα 41 παρ. 3 του ν. 4170/2013 και 1 του ν. 3068/2002, και δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον προληπτικό έλεγχο της ερειδόμενης σ` αυτό δαπάνης. Συνεπώς, δεν δύναται να αμφισβητηθεί η ουσιαστική νομιμότητα του εξώδικου συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, όπως αβασίμως προβάλλει ο διαφωνών Επίτροπος.
ΑΕΔ 18/2005
Αίτηση για άρση αποφατικής σύγκρουσης δικαιοδοσίας, ασκούμενη στο ΑΕΔ - φύση διαταγής πληρωμής αναστολή προθεσμιών στις δικαστικές διακοπές.(...) Στην προκειμένη περίπτωση, όπως εκτίθεται στην πρώτη σκέψη, η διαφορά προκλήθηκε από την άσκηση ανακοπής και στη συνέχεια εφέσεως ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου κατά διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε από πολιτικό δικαστή, κατά τη διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 του Κώδικα Πολιτ. Δικονομίας. Δεδομένου ότι η έκδοση διαταγής πληρωμής εντάσσεται στην άσκηση δικαστικής και όχι διοικητικής αρμοδιότητας, ο έλεγχος της ορθότητας της αποφάσεως του δικαστικού λειτουργού της πολιτικής δικαιοδοσίας, που δέχθηκε την αίτηση εκδόσεως διαταγής πληρωμής για απαίτηση από σύμβαση δημοτικού έργου, ανήκει, κατά τα προεκτεθέντα, αποκλειστικά στα πολιτικά δικαστήρια. Συνεπώς, ορθώς, αν και με διάφορη αιτιολογία, απορρίφθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών η ανακοπή του Δήμου κατά της διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ, αντιθέτως, εσφαλμένως το πολιτικό Εφετείο Αθηνών απέρριψε έφεση του Δήμου κατά της αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που είχε απορρίψει για έλλειψη δικαιοδοσίας ανακοπή του Δήμου κατά της ανωτέρω διαταγής πληρωμής υπό τα συντρέχοντα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υποθέσεως,..Δια ταύτα Αίρει υπέρ της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων την αποφατική σύγκρουση, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.Εξαφανίζει την 8462/22-10-2002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και παραπέμπει την υπόθεση στο δικαστήριο προς κρίση.
ΕλΣυν.Τμ.4(ΚΠΕ)218/2015
ΕΞΩΔΙΚΟΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ:Νόμιμη η καταβολή ποσού 7.000.000 ευρώ από Υποργείο σε εταιρεία, σε εκτέλεση του πρακτικού της Β΄ Τακτικής Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), ύστερα από εξωδικαστική επίλυση της μεταξύ τους διαφοράς, που συνίστατο στην αναγνώριση απαίτησης της εταιρείας για εξωσυμβατική διακίνηση τύπου κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2012 έως 31.10.2013, καθόσον το ανωτέρω πρακτικό της Β΄ Τακτικής Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ., το οποίο φέρει τα νόμιμα εξωτερικά στοιχεία του τύποις υποστατού, αποτελεί εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με τα άρθρα 41 παρ. 3 του ν. 4170/2013 και 1 του ν. 3068/2002 και δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον προληπτικό έλεγχο της ερειδόμενης σ’ αυτό δαπάνης και συνεπώς, δεν δύναται να αμφισβητηθεί η ουσιαστική νομιμότητα του εξώδικου συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο.
ΕΣ/Τ7/77/2009
Κατά τον ενεργούμενο από τον Ελεγκτικό Συνέδριο έλεγχο των δαπανών, ως δικαιολογητικό της δαπάνης προσκομίζεται ο εκτελεστός τίτλος της διαταγής πληρωμής, το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ./τος 774/1980 να προέρχεται σε παρεμπίπτοντα έλεγχο ζητημάτων που άπτονται της νομιμότητας και κανονικότητας της δαπάνης και υπάγονται στη δικαιοδοσία και καθ’ ύλην αρμοδιότητα άλλων δικαστηρίων. Κατά τον έλεγχο αυτό παρακολουθεί και το θέμα της υποχρέωσης για συμμόρφωση ή μη του ελεγχόμενου φορέα προς εκδοθείσα διαταγή πληρωμής. Κατά συνέπεια, εάν ο εκδοθείς τίτλος πληρωμής της δαπάνης δεν συνοδεύεται από άλλα, πλην της διαταγής πληρωμής, δικαιολογητικά στα οποία να ερείδεται η καταβολή αυτού, η οποία, όπως προεκτέθηκε δεν δύναται να στηρίξει αυτοτελώς την νομιμότητα της δαπάνης αφού δεν ενέχει αυθεντική διάγνωση των αξιώσεων που περιέχει, δεν δημιουργείται υποχρέωση συμμόρφωσης των ΟΤΑ προς αυτή, ούτε εκτελείται κατ’ αυτών, το δε Ελεγκτικό Συνέδριο δεν δεσμεύεται να καταλήξει σε κρίση ότι η προαναφερόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη (βλ. Πρακτικά της 4ης Γεν. Συν. της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 27.2.2008, της 7ης Γεν. Συν. της Ολομ. του Ε.Σ. της 19-3-2003,Θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμήματος 14/2005, 27/2006, 237/2007, IV.Τμήμ.17/2001, 30, 31/2004, Ι Τμήμ. 51, 71/2005 και Πρακτικά Ι τμήματος Συν.14η/5.6.2007 Θέμα Β΄).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/142/2018
Προμήθεια εξοπλισμού γραφείων-Δικαστικός συμβιβασμός:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η Α430/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ...... (Συμβούλιο) συνιστά εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με τα άρθρα 126Β παρ.3 και 199 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και επομένως δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον προληπτικό έλεγχο της ερειδόμενης σ’ αυτό δαπάνης. Συνεπώς, δεν δύναται να αμφισβητηθεί η ουσιαστική νομιμότητα του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, όπως αβασίμως προβάλλει η διαφωνούσα Αναπληρώτρια Επίτροπος. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η δαπάνη που εντέλλεται με το 199, οικονομικού έτους 2018, χρηματικό ένταλμα πληρωμής είναι νόμιμη και ως εκ τούτου αυτό πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/Τμ7/226/2010
Από τις ανωτέρω διατάξεις και ενόψει των προπαρατιθέμενων άρθρων 2 παρ.3 και 14 παρ.1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τα οποία δεν ιδρύουν μόνο διεθνή ευθύνη των συμβαλλομένων κρατών, αλλά έχουν άμεση εφαρμογή και υπερνομοθετική ισχύ θεμελιώνοντας δικαιώματα υπέρ των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους, επιπροσθέτως δε εγγυώνται την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο, καθώς και την πραγματική ικανοποίηση του δικαιώματος που επιδικάστηκε από αυτό, δηλαδή το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την οποία η προσφυγή στο δικαστήριο θα απέβαλλε την ουσιαστική αξία και χρησιμότητά της, συνάγεται ότι η νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως το τρίτο εδάφιο αυτού προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν. 3301/2004, σύμφωνα με την οποία δεν εκτελούνται οι αναφερόμενοι σ΄ αυτή εκτελεστοί τίτλοι, μεταξύ των οποίων και η διαταγή πληρωμής, αποβαίνει ανίσχυρη ως αντικειμένη προς τις αρχές της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που οι ως άνω εκτεθείσες διατάξεις κατοχυρώνουν (Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010, Α.Π. 2347/2009, βλ. και Ολομ. Α.Π. 21/2001). Επομένως, υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφώνεται και στις διαταγές πληρωμής, οι οποίες ναι μεν εκδίδονται από δικαστή, χωρίς προηγουμένως να ακουστεί και να αναπτύξει τις απόψεις του ο καθού, μετά από εξέταση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή τους και όχι από συγκροτημένο δικαστήριο, πλην όμως εξομοιώνονται λειτουργικώς με τις δικαστικές αποφάσεις, διότι αφενός επιλύουν διαφορές, αφετέρου ανταποκρίνονται στα βασικά λειτουργικά γνωρίσματα της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 του Συντάγματος δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στον καθού να ασκήσει ανακοπή και να προβάλει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων έκδοσης της διαταγής πληρωμής όσο και ως προς την απαίτηση. Ενόψει τούτων, όταν για την αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου δαπάνης το δικαίωμα αυτού για την πραγμάτωση της δαπάνης στηρίζεται σε διαταγή πληρωμής δικαστηρίου που εκδόθηκε στο πλαίσιο των διατάξεων 623 επ. του Κ.Πολ.Δικ., το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου χρηματικού εντάλματος, διότι δεν αποτελεί παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζήτημα κατά τον ασκούμενο έλεγχο του Συνεδρίου ο έλεγχος της ορθότητας ή μη της διαταγής πληρωμής, δηλαδή η νομιμότητα και βασιμότητα των λόγων και των όρων που την δικαιολογούν, η οποία αποτελεί γι’ αυτό νόμιμο δικαιολογητικό με το οποίο αποδεικνύεται η οικεία απαίτηση (πρβλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010).
ΕΣ/ΠΡΑΚΤ.ΟΛΟΜ/9η/2010
Ο Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τον ασκούμενο από αυτόν προληπτικό έλεγχο των δαπανών υποχρεούται σε θεώρηση χρηματικού εντάλματος πληρωμής που εκδίδεται από τη Διοίκηση σε συμμόρφωση : α) προσωρινής διαταγής που εκδόθηκε κατά το άρθρο 691 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. από το δικαστήριο στο πλαίσιο της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων και β) σε απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου (αρθρ. 682 επόμ. Κ.Πολ.Δ.).