Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Γ2α/οικ.19064/2019

Τύπος: Εγκύκλιοι

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2071/1992

Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή της υπ΄αριθ. πρωτ. Γ2α/65797/27-11-2018 «Επέκταση της ειδικής άδειας μετ΄αποδοχών του άρθρου 105 του ν. 2071/1992 σε περαιτέρω τμήματα και ειδικές μονάδες των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Θ.Δ.» Κ.Υ.Α.(ΑΔΑ: 6ΜΑ1465ΦΥΟ-Π1Τ)

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Γ2α/65797/2018

Επέκταση της ειδικής άδειας μετ’ αποδοχών του άρθρου 105 του ν. 2071/1992 σε περαιτέρω τμήματα και ειδικές μονάδες των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ.  


2003075/204/0022/1995

"Καθορισμός ειδικής ετήσιας άδειας και ειδικού επιδόματος στο προσωπικό του άρθρου 105 του Ν. 2071/92"


Γ3α/Γ.Π.οικ.6388/2024

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΑΤΟΜΩΝ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΕΝΤΟΛΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ Ν. 2071/1992 ΑΔΑ:Ψ69Ζ465ΦΥΟ-3Α3


Γ6/Γ.Π.οικ.92189/2018

Αρμοδιότητες - Καθήκοντα των Προϊσταμένων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των Νοσοκομείων και των λοιπών Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων του ΕΣΥ.


ΣΤΕ/3969/2010

Νομιμότητα διοικητικής πράξης:..Επειδή, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η νομιμότητα κάθε διοικητικής πράξης, εφόσον δεν ορίζεται στο νόμο διαφορετικά, κρίνεται σύμφωνα με το καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης (ΣτΕ 532/2008, βλ. και ΣτΕ 2502/2004, 3573/2002 κά). Εν προκειμένω, κατά τον κρίσιμο χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης (5.10.2005), ίσχυε το άρθρο 82 παρ.3 του ν. 2071/1992, όπως το άρθρο αυτό είχε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 41 του ν. 3418/2005, και σύμφωνα με το οποίο η αλλαγή ειδικότητας για λόγους υγείας επιτρέπεται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Υγείας, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής περί της συνδρομής λόγων υγείας. Ενόψει τούτου και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τέταρτη σκέψη, η αιτιολογία απόρριψης του ένδικου αιτήματος του αιτούντος δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι το αποφασίζον όργανο στηρίχθηκε στην εσφαλμένη αντίληψη ότι και οι ιατροί που εμπίπτουν στο άρθρο 82 παρ. 3 του ν. 2071/1992 (εκ προφανούς παραδρομής αναφέρεται στο πρακτικό της επιτροπής του ΚΕ.Σ.Υ. το άρθρο 23 παρ. 5 του νόμου αυτού, το οποίο αφορά την απαλλαγή, για λόγους υγείας, από την υπηρεσία υπαίθρου, περίπτωση που δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω), δύνανται να συνεχίσουν την ειδίκευσή τους σε άλλη ειδικότητα, εφόσον πάσχουν από ασθένεια από τις περιοριστικά αναφερόμενες στο άρθρο 9 του ν. 2194/1994, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 20 παρ. 11 του ν. 2519/1997, το οποίο, όμως, αφορά, κατά τα ήδη λεχθέντα, στην έναρξη ειδικεύσεως για λόγους υγείας και όχι τη συνέχιση της εκπαιδεύσεως σε άλλη ειδικότητα. Δεδομένου δε του ότι, όπως προεκτέθηκε, κατά το χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης πράξης, δεν ίσχυε ο ν. 3418/2005, ο οποίος ρητώς πλέον, ορίζει ότι οι ίδιες ασθένειες που συνιστούν λόγους έναρξης ειδίκευσης του ιατρού σε ειδικότητα της επιλογής του δικαιολογούν και την αλλαγή της ειδικότητας, το αποφασίζον όργανο ώφειλε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 82 παρ. 3 του ν.2071/1992, λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική γνωμοδότηση της αρμόδιας γνωμοδοτικής επιτροπής σχετικά με τη διαπίστωση λόγων υγείας, να διαλάβει ειδική αιτιολογία για το αν οι λόγοι αυτοί εμπόδιζαν τον ενδιαφερόμενο να συνεχίσει την ειδίκευσή του στην αρχικώς επιλεγείσα ειδικότητα. Εξάλλου, ως τέτοια ειδική αιτιολογία δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο τα διαλαμβανόμενα στο μεταγενέστερο της ήδη προσβαλλόμενης πράξης εσωτερικό Υ10δ/οικ.147123/1.12.2006 έγγραφο, το οποίο ο Συντονιστής της Επιτροπής του ΚΕ.Σ.Υ απηύθυνε προς τη Διεύθυνση Προσωπικού και στο οποίο αναφέρει ότι, κατά την κρίση της Επιτροπής, η αναπηρία την οποία επικαλείται ο αιτών, δυσχεραίνει πολύ περισσότερο την άσκηση της Οφθαλμολογίας από την άσκηση της Γενικής Ιατρικής, διότι η Οφθαλμολογία, ως χειρουργική ειδικότητα απαιτεί άψογη δεξιότητα και κινητικότητα των οστών και αρθρώσεων των άνω άκρων. Ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη Υ10δ/93063/5.10.2005 πράξη του Υφυπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτούντος για αλλαγή ειδικότητας για λόγους υγείας και να επιδικασθεί στο Δημόσιο η δικαστική δαπάνη του αιτούντος. Περαιτέρω δε, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη διοίκηση για νέα, νομίμως αιτιολογημένη κρίση, σύμφωνα με το ισχύον κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης άρθρο 82 παρ. 3 του ν. 2071/1992.


156121/2010

Τροποποίηση της αριθ. Α3γ/οικ./7829/Φ.15/1991 (ΦΕΚ 514/  Β΄) κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός αμοιβής εξέταστρων εξωτερικών ιατρείων Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων», όπως τροποποιήθηκε με την αριθ. Υ4α/88426/2003 (ΦΕΚ 53/Β΄) Κ.Υ.Α. και της αριθ. Υ3α/ ΓΠ οικ. 88618/11.9.2002 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός αμοιβής στα Κέντρα Υγείας για τις παρεχόμενες από αυτά υπηρεσίες


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/82/2019

Καταβολή αποζημίωσης για εκπαιδευτική άδεια:..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος από την Αναπληρώτρια Επίτροπο λόγος διαφωνίας (τόσο ως προς τη μη νομιμότητα όσο και ως προς την μη κανονικότητα των εντελλόμενων δαπανών) είναι βάσιμος, αφού, όπως προεκτέθηκε, ο Υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν εξέδωσε, ως το αρμόδιο κατά χρόνο όργανο, την απόφαση χορήγησης των εκπαιδευτικών αδειών πριν τη λήψη τους από τις άνω ιατρούς, αλλά η επίμαχη απόφαση εξεδόθη από το -μετά τη λήψη των εκπαιδευτικών αδειών και την επιστροφή των ιατρών από την αλλοδαπή - επιγενόμενο αρμόδιο όργανο, ήτοι από τον  Διοικητή της οικείας Υ.Πε. Συναφώς δε και οι αποφάσεις ανάληψής τους (δημοσιονομική δέσμευση των επίμαχων δαπανών) εκδόθηκαν σε χρόνο μεταγενέστερο (στις 29.11.2017 και 06.03.2018) της λήψης των εκπαιδευτικών αδειών των δικαιούχων ιατρών, ήτοι της πραγματοποίησης των οικείων δαπανών που αφορούν, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 21 του ν. 2362/1995, όπως τροποποιήθηκε με τον ν.4257/2014 και του άρθρου 2 του π.δ. 113/2010 και του π.δ. 80/2016. Συνεπώς, όπως βασίμως διαλαμβάνει και η έκθεση διαφωνίας, η 6ηΥ.Πε.  δεν τήρησε στο σύνολό της τη διαγραφόμενη στο νόμο (άρθρο 74 του ν. 2071/1992και της ΔΥ13α/οικ.19161/5.9.1994ΚΥΑ, όπως ισχύει) διοικητική διαδικασία για τη χορήγηση των εν λόγω εκπαιδευτικών αδειών, ήτοι σύμφωνη γνώμη των οικείων διοικητικών οργάνων και έκδοση της απόφασης χορήγησης από το κατά χρόνο αρμόδιο τελικώς αποφασίζον όργανο, δηλ. εν προκειμένω τον Υπουργό Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ώστε να ολοκληρωθεί η εν λόγω σύνθετη διοικητική ενέργεια. Τούτο δε δεν αναιρείται ούτε από το ότι, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.4461/28.3.2017, και από την ημερομηνία αυτή (28.3.2017), για τη χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας στους ειδικευμένους ιατρούς κλάδου Ε.Σ.Υ. που υπηρετούν στις αποκεντρωμένες οργανικές μονάδες των Δ.Υ.Πε. (Κέντρα Υγείας, Περιφερειακά Ιατρεία, Πολυδύναμα Περιφερειακά Ιατρεία, Ειδικά Περιφερειακά Ιατρεία και Μονάδες Υγείας), αρμόδιο όργανο κατέστη ο Διοικητής της οικείας Υ.Πε., δοθέντος ότι στις διατάξεις αυτές δεν προσδίδεται από το νόμο αναδρομική ισχύς. Επομένως, οι επίμαχες αποφάσεις  του Διοικητή της 6ηςΥ.Πε.  για την ΄΄ εκ των υστέρων ΄΄ χορήγηση των προαναφερόμενων εκπαιδευτικών αδειών στις άνω ιατρούς δεν δύνανται, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, να αναδράμουν σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσής τους και εν προκειμένω σε προγενέστερο της λήψης των οικείων αδειών χρόνο.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι μη νόμιμες και μη κανονικές και ως εκ τούτου, αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΕλΣυν.Κλ.1/293/2014

ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ:Λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη το μεν ότι στο θεσμικό πλαίσιο της αναδοχής ανηλίκου (άρθρο 9 ν. 2082/1992 και π.δ. 86/2009) δεν προβλέπεται λήξη της αναδοχής με την ενηλικίωση του προσώπου σε αναδοχή ..., το δε ότι με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του π.δ/τος 86/2009 προβλέπεται καταβολή της θεσπισθείσας με την ανωτέρω 92798/2006 κ.υ.α. οικονομικής ενίσχυσης για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναδοχή, πρέπει να γίνει ερμηνευτικά δεκτό ότι σε οικογένειες αναδόχων ενηλίκων προσώπων, τα οποία τελούσαν υπό αναδοχή κατά το στάδιο της ανηλικότητάς τους και ακολούθως ενηλικιώθηκαν, χωρίς για οποιοδήποτε λόγο να παύσει η αναδοχή, επιτρεπτώς καταβάλλεται η ανωτέρω προβλεφθείσα μηνιαία οικονομική ενίσχυση υπό την προϋπόθεση ότι τα υπό αναδοχή ενήλικα πλέον πρόσωπα έχουν την ιδιότητα του ατόμου με ειδικές ανάγκες, δοθέντος ότι αναδοχή ενηλίκου προσώπου προβλέπεται αποκλειστικά στην περίπτωση φροντίδας προσώπου με ειδικές ανάγκες...


ΕΣ/Κλ.Τμ.1/51/2016

Καταβολή ποσού  ..., ιατρό του Νοσοκομείου, ως διπλές αποδοχές αυτού λόγω χορηγηθείσας εκπαιδευτικής άδειας για το εξωτερικό(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στην προεκτεθείσα νομική σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τη διαφωνούσα Επίτροπο, ότι για τη χορήγηση της προαναφερόμενης εκπαιδευτικής άδειας δεν τηρήθηκε η μνημονευθείσα στη σκέψη II νόμιμη διαδικασία, δοθέντος ότι το Δ.Σ. του Νοσοκομείου, που είναι το κατά νόμο αρμόδιο για τη λήψη της σχετικής απόφασης όργανο, ενέκρινε μεν τη χορήγηση της σχετικής άδειας με την 453/13.5.2015 απόφασή του, η απόφαση, όμως, αυτή ελήφθη χωρίς την απαραίτητη, κατά τα προαναφερθέντα, γνωμοδότηση του ΚΕ.Σ.Υ..(...) Πέραν, όμως, της προμνησθείσας πλημμέλειας, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει, περαιτέρω, ότι, αφ’ ενός μεν η ανωτέρω αίτηση για τη χορήγηση της εκπαιδευτικής άδειας υποβλήθηκε σε χρονικό διάστημα πολύ μικρότερο των δύο (2) μηνών πριν από την έναρξή της, κατά παράβαση και της περ. ε΄ της ως άνω Κ.Υ.Α., αφ’ ετέρου δε η εν λόγω άδεια χορηγήθηκε για χρονικό διάστημα μικρότερο των δύο (2) μηνών, κατά παράβαση και των οριζομένων τόσο στο άρθρο 74 παρ. 1 του ν. 2071/1992 όσο και στην περ. ι΄ της ανωτέρω Κ.Υ.Α.. 


ΣΤΕ/3349/2012

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 96 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999, ΦΕΚ Α΄97) «Δεν επιτρέπεται η μεταβολή του αντικειμένου της διαφοράς στο δεύτερο βαθμό. Επιτρέπεται όμως να προβληθεί, το πρώτο, αίτημα για παρεπόμενες απαιτήσεις, οι οποίες δημιουργήθηκαν μετά την τελευταία συζήτηση ύστερα από την οποία και εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση». Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το δικάσαν δικαστήριο το αίτημα των αναιρεσειόντων περί αστικής ευθύνης του Δημοσίου οφειλόμενης σε παράλειψη νόμιμης ενέργειας, που συνίστατο στη μη ανάρτηση της επίμαχης υπουργικής αποφάσεως από το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον η παρανομία, κατ’ επίκληση της οποίας ζητείτο αποζημίωση, είχε προταθεί το πρώτον με το δικόγραφο της εφέσεως, κατά παράβαση της ως άνω διατάξεως του άρθρου 96 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (βλ. ΣτΕ 782-3/2011, 11/2011, 1021/2009 και 1515/2007). Συγκεκριμένα, με την αγωγή γινόταν μεν επίκληση των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, αλλά για το λόγο της μη εκδόσεως διαπιστωτικής πράξεως περί καταβολής αποζημιώσεως λόγω εφημεριών και μάλιστα, επί άλλης βάσεως και συγκεκριμένα, σχετικά με την αδικαιολόγητη εξαίρεση των ιατρών ΕΣΥ από την ευνοϊκή ρύθμιση της επίμαχης υπουργικής αποφάσεως και τη μη επέκταση εφαρμογής της ρυθμίσεως αυτής και στους ιατρούς, σύμφωνα με την αρχή της ισότητας.

11. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι έσφαλε το δικάσαν δικαστήριο μη λαμβάνοντας υπόψη τον προταθέντα ισχυρισμό των αιτούντων ότι, εν πάση περιπτώσει, η από 14.6.1991 υπουργική απόφαση ίσχυσε de facto και παρήγαγε έννομες συνέπειες για όλους τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους, ανεξάρτητα από την ταξινόμησή της στις ανυπόστατες διοικητικές πράξεις, οπότε, με βάση την αρχή της ισότητας, έπρεπε να εφαρμοστεί και για τους αιτούντες η γενική ρύθμιση που ίσχυε για τον υπολογισμό της ωριαίας αποζημίωσης για υπερωριακή εργασία, κατά το διάστημα αυτό, για τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι εφόσον κατά τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, η επίμαχη υπουργική απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση δεν μπορούσε να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος των αιτούντων, ακόμη και αν αυτή είχε, μη νομίμως, τύχει εφαρμογής, σε άλλες κατηγορίες υπαλλήλων (βλ. ΣτΕ 11/2011, 1021/2009 και 3322/2005).Επειδή, μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναιρέσεως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη.