ΕΣ/ΤΜ.Ι/1813/2016
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Καταλογισμός ποσού...Το Πανεπιστήμιο προβάλλει επιπροσθέτως ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, καθόσον το καταλογιζόμενο ποσό είναι υπέρμετρα υψηλό σε σχέση με τη βαρύτητα του υποτιθέμενου δημοσιονομικού σφάλματος, αφενός διότι η καθυστέρηση στην παράδοση ενός παραδοτέου θεωρητικού πονήματος είναι συνήθης και αφετέρου διότι οι μη επιλέξιμες δαπάνες συνδέονταν, πάντως, με την επίτευξη του σκοπού του προγράμματος. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί αφενός διότι στην επιτυχή ολοκλήρωση κάθε διατριβής, κατά τη σύμβαση, περιλαμβάνονταν και τα παραδοτέα, που ρητά αναφέρθηκαν παραπάνω, η δε περικοπή μέρους της αμοιβής της ως άνω υποψήφιας διδάκτορος δεν αφορούσε σε απλή καθυστέρηση αλλά σε μη παράδοση των παραδοτέων που όφειλε εμπροθέσμως να παραδώσει, γεγονός που καθιστά τη σχετική πλημμέλεια ουσιώδη και αφετέρου διότι με την προσβαλλόμενη πράξη η ανάκτηση περιορίζεται μόνο στο απολύτως αναγκαίο μέτρο, αφού επιδιώκεται η ανάκτηση μόνο του ποσού που αντιστοιχεί στην αξία των μη επιλέξιμων δαπανών και σε τμήμα μόνον της αμοιβής της ως άνω υποψήφιας διδάκτορος και δεν επηρεάζεται η χρηματοδότηση του συνολικού έργου, ικανοποιώντας κατά τούτο την αρχή της αναλογικότητας (βλ. απόφ. Ι Τμ. 6654/2015). Τέλος και ο ισχυρισμός του Πανεπιστημίου ότι ο καθηγητής …, Αντιπρύτανης του εκκαλούντος και πρόεδρος της Επιτροπής Ερευνών, δεν βαρύνεται ως υπόλογος ούτε με αμέλεια για την πραγματοποίηση των κριθεισών ως μη επιλέξιμων δαπανών, καθόσον τα αγορασθέντα είδη (notebooks, βιβλία κ.λπ.) ήταν απαραίτητα για την υλοποίηση του έργου θα πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, διότι εν προκειμένω δεν καταλογίζεται ο ανωτέρω Αντιπρύτανης ως υπόλογος, αλλά το εκκαλούν Πανεπιστήμιο, το οποίο, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν και παραπάνω, τυγχάνει υπόλογος έναντι της ΓΓΕΤ.Κατ΄ακολουθία των ανωτέρω και ενόψει του ότι δεν προβάλλεται λόγος έφεσης κατά του κεφαλαίου της προσβαλλόμενης που αφορά στο υποέργο 03ΕΔ327, ο ένδικος καταλογισμός εις βάρος του εκκαλούντος είναι νόμιμος στο σύνολό του και, για το λόγο αυτό, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως καθ΄ ολοκληρίαν αβάσιμη.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.4/1/2018
Καταλογισμός ελλείμματος. ζητείται η ακύρωση...της ληφθείσας κατά την 41η συνεδρίαση/22.10.2014 απόφασης του Δ.Σ. του ...., κατά το μέρος που με αυτήν καταλογίστηκε ο εκκαλών, με την ιδιότητα του υπολόγου, με το προαναφερόμενο ποσό....(..)για να είναι νομίμως αιτιολογημένη η καταλογιστική πράξη, πρέπει στο σώμα αυτής να διαλαμβάνονται - ή έστω από τα στοιχεία του φακέλου να προκύπτουν - όλα τα πραγματικά περιστατικά στα οποία ερείδεται η αξίωση του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. έναντι του υπολόγου, με συνέπεια ο καταλογισμός να καθίσταται νομικώς πλημμελής, όταν δεν εξειδικεύονται οι συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις με τις οποίες ο υπόλογος συνετέλεσε στην επέλευση του καταλογισθέντος σε βάρος του ελλείμματος (..)Περαιτέρω, ο ίδιος προβάλλει ότι ουδεμία ευθύνη και υπαιτιότητα φέρει για τη δημιουργία του ελλείμματος, καθόσον στις εκχωρηθείσες σε αυτόν αρμοδιότητες δεν περιλαμβανόταν η παρακολούθηση και διαχείριση του χαρτοφυλακίου του ...., ούτε άλλωστε μπορούσε να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια αναφορικά με αυτό. Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση θεμελιώνει τη δημοσιολογιστική ευθύνη του εκκαλούντος στην ιδιότητά του ως υπολόγου. Ωστόσο, η κρίση αυτή δεν ερείδεται στα στοιχεία του φακέλου, ειδικά ως προς την ιδιότητα του εκκαλούντος ως υπολόγου λόγω της ανάμειξής του σε πράξεις διαχείρισης αναφορικά με το χαρτοφυλάκιο των χρηματογράφων του (..)Ενόψει των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙΙ και ΙV της παρούσας, το Τμήμα άγεται στην κρίση, κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού του εκκαλούντος, ότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, όπως αυτή συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, καθίσταται ανεπαρκής ως προς το αναγκαίο για τη θεμελίωση της δημοσιολογιστικής ευθύνης του εκκαλούντος στοιχείο της ιδιότητάς του ως υπολόγου, ειδικώς όσον αφορά στη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των χρηματογράφων του ...., δοθέντος ότι ούτε στο σώμα της διαλαμβάνονται οι απαιτούμενες προς τούτο αναφορές, ούτε στα λοιπά στοιχεία του φακέλου βρίσκει έρεισμα η εκφερθείσα με αυτήν απόφανση. Συνεπεία της ως άνω ανεπάρκειας και ελλείψεως ως προς την αιτιολογία της, η προσβαλλόμενη καθίσταται νομικώς πλημμελής και συνεπώς ακυρωτέα.
ΕΣ/ΟΛΟΜ/1837/2019
Καταλογισμός...Το αίτημα του εκκαλούντος περί επιστροφής του ποσού του καταλογισμού που κατέβαλε πρέπει να απορριφθεί για τον λόγο ότι μη νομίμως με αυτό διευρύνεται το αντικείμενο της δίκης που ανοίχθηκε με το από 20.3.2014 δικόγραφο της έφεσης, αντικείμενο της οποίας αποτελεί μόνο ο έλεγχος της νομιμότητας της εκκαλούμενης καταλογιστικής πράξης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτή πράξη να επιστραφεί στον εκκαλούντα το παράβολο της έφεσης και συνεκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 εδ. δ΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981όπως το τελευταίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006 (Α΄ 135).Αναιρεί την 1938/2015 απόφαση του ΙV Τμήματος.
ΕΣ/ΤΜ.6/1483/2019
Καταλογισμός...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη ΙΙΙ, κατά την πλειοψηφήσασα στο Τμήμα γνώμη, η άρνηση του Γενικού Επιθεωρητή του Σώματος Επιθεωρητών Υγείας, που εκδηλώθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη να εξετάσει κατ’ ουσίαν το αίτημα του εκκαλούντος για επανεξέταση του γενομένου σε βάρος του καταλογισμού, κατόπιν λήψης υπ’ όψιν της 4961/2009 αθωωτικής απόφασης του Β΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, παραδεκτώς προσβαλλόμενη με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τούτο δε, διότι το τεκμήριο αθωότητας που κατοχυρώνεται με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 της Ε.Σ.Δ.Α. και το οποίο εκτείνεται και στις διαδικασίες ενώπιον των διοικητικών αρχών, που έπονται της αθώωσης του κατηγορουμένου, επέτασσε την επανεξέταση της υπόθεσης του εκκαλούντος, ο δε Γενικός Επιθεωρητής όφειλε, κατόπιν συνεκτίμησης της εν λόγω αθωωτικής απόφασης, να εκφέρει αιτιολογημένη κρίση σχετικώς με το εάν συνέτρεχε ή όχι λόγος ανάκλησης της .../.../12.9.2002 καταλογιστικής απόφασης των Επιθεωρητών της Διεύθυνσης Επιθεώρησης του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Εξάλλου, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην σκέψη ΙΙ της παρούσας, η κατ’ ουσίαν εξέταση από τη Διοίκηση του αιτήματος του εκκαλούντος για ανάκληση του σε βάρος του καταλογισμού δεν κωλυόταν από την ύπαρξη δεδικασμένου από σχετική απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τούτο διότι, με την 1862/2009 απόφαση του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η από 29.12.2002 έφεση του εκκαλούντος απερρίφθη ως απαράδεκτη για τυπικό λόγο και συγκεκριμένα ελλείψει του απαιτουμένου για την εξέτασή της παραβόλου, με συνέπεια το εκ της απόφασης αυτής απορρέον δεδικασμένο να καλύπτει μόνο το κριθέν δικονομικό ζήτημα και όχι την ουσία της υπόθεσης. Πρέπει, συνεπώς, για τον λόγο αυτόν που προβάλλεται βασίμως, να γίνει δεκτή η έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή, ασκώντας τη διακριτική της ευχέρεια, υπό το φως των αναφερομένων στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, να συνεκτιμήσει την ανωτέρω αθωωτική απόφαση και να προβεί με νόμιμη αιτιολογία είτε στην ανάκληση της .../.../12.9.2002 καταλογιστικής απόφασης των Επιθεωρητών της Διεύθυνσης Επιθεώρησης του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, είτε στην απόρριψη του σχετικού αιτήματος. Περαιτέρω, γενομένης δεκτής της έφεσης του εκκαλούντος πρέπει να απορριφθεί το επικουρικώς προβαλλόμενο αίτημά του να εκτιμηθεί το ασκηθέν από αυτόν ένδικο βοήθημα ως αίτηση για αναθεώρηση της 1862/2009 απόφασης του IV Τμήματος. Εξάλλου, και υπό την εκδοχή ότι το κρινόμενο ένδικο βοήθημα ερμηνευόταν, ως εκ του περιεχομένου του οικείου δικογράφου, ως αίτηση για αναθεώρηση της ανωτέρω απόφασης του Τμήματος, η αίτηση αυτή, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη ΙΙ, θα ήταν, σε κάθε περίπτωση, απορριπτέα ως απαράδεκτη, καθώς με την 1862/2009 απόφαση του Τμήματος απερρίφθη η από 29.12.2002 έφεση του εκκαλούντος ως απαράδεκτη για τυπικό λόγο (λόγω μη καταβολής παραβόλου), με συνέπεια οι προβαλλόμενοι με το εξεταζόμενο δικόγραφο λόγοι, με τους οποίους πλήττεται η νομιμότητα του γενόμενου καταλογισμού, να είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
Ελ.Συν.Ολομ/243/2017
ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΟΛΟΓΟΙ:Ακολούθως, το Τμήμα έκρινε ότι, ως προς τις δαπάνες που αφορούν τα ..., ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, ως υπόλογος, ευθύνεται έστω και με ελαφρά αμέλεια, διότι όφειλε ως εκ της θέσης του και της μόρφωσής του να γνωρίζει ότι το ... έχει ίδια χρηματοδότηση, γεγονός που αποκλείει την περαιτέρω κρίση για τη λειτουργικότητα ή μη της δαπάνης, για το λόγο δε αυτό απορρίφθηκε ως αλυσιτελής ο σχετικός λόγος του τότε εκκαλούντος. 4.5. Τέλος, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι, σε ό,τι αφορά τα οδοιπορικά έξοδα, ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, είναι καταλογιστέος, ως αχρεωστήτως λαβών, ανεξαρτήτως υπαιτιότητάς αυτού, και μάλιστα για τη συνολική δαπάνη της μετακίνησης και όχι μόνο για το ποσό των 3.356,61 ευρώ, ισόποσο ελλείμματος, που προκλήθηκε από υπέρβαση του δικαιουμένου να λάβει αυτός ποσού ύψους 8.203,15 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2685/1999, πλην όμως το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του τότε εκκαλούντος, μεταβάλλοντας σε βάρος του την αιτιολογία του καταλογισμού, και να ακυρώσει αυτή, επιβάλλοντας μεγαλύτερο ποσό καταλογισμού (άρθρο 49 π.δ.1225/1981). 5.1. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις σκέψεις 3.1. έως και 3.5. και 3.7. της παρούσας, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προαναφερθείσες και διέπουσες την επίδικη υπόθεση διατάξεις, τα δε αντιθέτως προβαλλόμενα με την ένδικη αίτηση αναίρεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμαΑκολούθως, το Τμήμα έκρινε ότι, ως προς τις δαπάνες που αφορούν τα ..., ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, ως υπόλογος, ευθύνεται έστω και με ελαφρά αμέλεια, διότι όφειλε ως εκ της θέσης του και της μόρφωσής του να γνωρίζει ότι το ... έχει ίδια χρηματοδότηση, γεγονός που αποκλείει την περαιτέρω κρίση για τη λειτουργικότητα ή μη της δαπάνης, για το λόγο δε αυτό απορρίφθηκε ως αλυσιτελής ο σχετικός λόγος του τότε εκκαλούντος. 4.5. Τέλος, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι, σε ό,τι αφορά τα οδοιπορικά έξοδα, ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, είναι καταλογιστέος, ως αχρεωστήτως λαβών, ανεξαρτήτως υπαιτιότητάς αυτού, και μάλιστα για τη συνολική δαπάνη της μετακίνησης και όχι μόνο για το ποσό των 3.356,61 ευρώ, ισόποσο ελλείμματος, που προκλήθηκε από υπέρβαση του δικαιουμένου να λάβει αυτός ποσού ύψους 8.203,15 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2685/1999, πλην όμως το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του τότε εκκαλούντος, μεταβάλλοντας σε βάρος του την αιτιολογία του καταλογισμού, και να ακυρώσει αυτή, επιβάλλοντας μεγαλύτερο ποσό καταλογισμού (άρθρο 49 π.δ.1225/1981). 5.1. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις σκέψεις 3.1. έως και 3.5. και 3.7. της παρούσας, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προαναφερθείσες και διέπουσες την επίδικη υπόθεση διατάξεις, τα δε αντιθέτως προβαλλόμενα με την ένδικη αίτηση αναίρεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα
ΕλΣυν.Τμ.1/937/2015
Καταβολή συντάξεως..:ορθά έκρινε το Κλιμάκιο ότι δεν στοιχειοθετείται καλόπιστη είσπραξη εκ μέρους του εκκαλούντος του συνόλου της σύνταξής του. Ειδικότερα, δεν ενημέρωσε εντός ευλόγου χρόνου, όπως όφειλε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, την αρμόδια Υπηρεσία Συντάξεων του Γ.Λ.Κ. για την εργασία του στην …., παρά το ότι γνώριζε την υποχρέωσή του αυτή, αφού στο τριμηνιαίο εκκαθαριστικό σημείωμα συντάξεων που αποστελόταν από την τότε αρμόδια 45η Διεύθυνση του Γ.Λ.Κ. τόσο κατά το έτος 1998, κατά το οποίο προσελήφθη στην προαναφερθείσα εταιρεία, όσο και κατά τα επόμενα έτη, αναγραφόταν ρητά ότι πρέπει να δηλώνεται κάθε μεταβολή στην προσωπική ή οικογενειακή κατάσταση του συνταξιούχου, όπως θάνατος, γάμος, ενηλικίωση, διορισμός στο δημόσιο τομέα κ.λπ., αλλά γνωστοποίησε τούτο μόλις το έτος 2007, δηλαδή μετά από 9 περίπου έτη από την αρχική πρόσληψή του..Άλλωστε, η άγνοια νόμου και η πλάνη του ως προς τη νομική φύση της εταιρείας δεν δικαιολογούν την παράλειψη ενημέρωσης της αρμόδιας υπηρεσίας του ΓΛΚ (ΕΣ 2468/2011, 2208/2012). Αδιάφορο δε είναι ως προς την απόδειξη της καλοπιστίας του εκκαλούντος το γεγονός ότι η αποποίηση του συνολικού ποσού της σύνταξης θα ήταν φορολογικά επωφελής γι’ αυτόν καθώς και το ότι ο καταλογισμός του επήλθε μετά από αίτηση την οποία αυτός υπέβαλε στο ΓΛΚ, προκειμένου να προσμετρηθεί ως συντάξιμος ο χρόνος απασχόλησή του στην .. (..)Κατά συνέπεια, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των αρχών της χρηστής και εύρυθμης διοίκησης όσον αφορά στην επιβολή του επίμαχου καταλογισμού, όπως αβάσιμα διατείνεται ο εκκαλών. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί .
ΕΣ/ΤΜ.1/2225/2012
Δημοσιονομική διόρθωση...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, νόμιμα επιβλήθηκε δημοσιονομική διόρθωση σε βάρος του εκκαλούντος, καθόσον κατά τη συγχρηματοδότηση της ελεγχόμενης Πράξης προέκυψαν τόκοι από τη χορηγηθείσα στον ανάδοχο του έργου προκαταβολή, τα οποία συνιστούν έσοδα της Πράξης, κατά την έννοια του Κανόνα αριθ. 2 του παραρτήματος του Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1685/2000 και του Κανόνα αριθ. 2 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 448/2004, που μειώνουν το ποσό της προβλεπόμενης συγχρηματοδότησης, και δεδομένου ότι αυτή είχε ήδη καταβληθεί, όπως βεβαιώνεται με την έκθεση ελέγχου, νομίμως αναζητούνται με την επιβολή δημοσιονομικής διόρθωσης σε βάρος του εκκαλούντος. Με τον μοναδικό λόγο έφεσης, όπως συμπληρώνεται με το κατατεθέν υπόμνημα, το εκκαλούν προβάλλει ότι το επίμαχο ποσό έχει ήδη αφαιρεθεί από τις επιλέξιμες δαπάνες του έργου με την 7403/Φ.303.6/Α19/26.11.2007 πράξη της Ε.Υ.Δ. του Ε.Π. «Υγεία – Πρόνοια», με αποτέλεσμα με την προσβαλλόμενη απόφαση να επιδιώκεται η επιστροφή του για δεύτερη φορά. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, καθόσον με την ανωτέρω πράξη μειώθηκε ισόποσα ο προϋπολογισμός επιλέξιμων δαπανών της Πράξης, ενώ με την προσβαλλόμενη απόφαση αναζητείται η επιστροφή του αντίστοιχου ποσού, το οποίο καταβλήθηκε αχρεωστήτως, δεδομένου ότι το ποσό αυτό έπρεπε να έχει αφαιρεθεί από την χορηγηθείσα χρηματοδότηση. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι το εκκαλούν έχει ήδη επιστρέψει το ποσό αυτό. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω και μη προβαλλόμενου άλλου λόγου, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί.
ΕΣ/ΤΜ.4/706/2018
Άρση καταλογισμού λόγω νομιμοποιητικής διάταξης.Με βάση τα ανωτέρω και κατά τα δεσμευτικώς κριθέντα με την 981/2016 απόφαση της Ολομέλειας, ενόψει των προεκτιθέμενων πραγματικών δεδομένων, ως προς το είδος, το ύψος, το εύρος και τις πλημμέλειες διενέργειας των επίμαχων δαπανών, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι η διάταξη της παρ. 10 του άρθρου 36 του ν. 4186/2013 κατά το μέρος που «θεωρεί νόμιμες» τις προαναφερόμενες δαπάνες, καταλύει τον συνταγματικώς κατοχυρωμένο κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και αντίκειται ως εκ τούτου στο άρθρο 98 παρ. 1 περ. γ΄ του Συντάγματος. Συνεπώς, οι επίμαχες δαπάνες νομιμοποιούνται δυνάμει της ως άνω διάταξης και κατ΄ ακολουθίαν αίρεται ο καταλογισμός σε βάρος του εκκαλούντος
ΕλΣυν.Τμ.V/245/2015
Zητείται η ακύρωση α) της 1/17.7.2013 καταλογιστικής πράξης του αναπληρωτή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Υγείας, με την οποία καταλογίσθηκε σε βάρος του εκκαλούντος, πρώην Επιτίμου Γενικού Προξένου της Ελλάδας στη Ζυρίχη, συνολικό ποσό ύψους 1.257,03 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε ποσό 419,01 ευρώ που αντιστοιχεί σε έλλειμμα που φέρεται ότι προκλήθηκε στη διαχείριση του 42630/1992 χρηματικού εντάλματος προπληρωμής, στο οποίο είχε ορισθεί ως β΄ υπόλογος, λόγω μη επιστροφής αδιάθετου υπολοίπου, και σε ποσό 838,02 ευρώ ως προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, β) της από 15.7.2013 έκθεσης του εισηγητού - ελεγκτού Β.Π., γ) της 1615/2013 πράξης ταμειακής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού, με την οποία βεβαιώθηκε σε βάρος του εκκαλούντος το ως άνω ποσό, δ) της από 17.7.2013 περιληπτικής κατάστασης βεβαίωσης της Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Υγείας προς την ως άνω Δ.Ο.Υ., ε) του από 17.7.2013 χρηματικού καταλόγου της ίδιας Υπηρεσίας και στ) κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της Διοίκησης
ΕλΣυν.Τμ.1/239/2015
Αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις (βλ. σκ. IV), το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον η αυτοδίκαιη έκπτωση του εκκαλούντος από την υπηρεσία επήλθε από την ημερομηνία δημοσίευσης, στις 7.7.2008, της 1764/2008 απόφασης του Αρείου Πάγου, με την οποία κατέστη αμετάκλητη η ποινική του καταδίκη για την τέλεση εγκλήματος στρεφόμενου κατά της γενετήσιας ελευθερίας, ο ένδικος καταλογισμός, κατά το μέρος που αφορά στα ποσά που εισέπραξε ο εκκαλών ως αποδοχές κατά το χρονικό διάστημα από 7.7.2008 έως 30.9.2011, παρίσταται νόμιμος, αφού κατά τον χρόνο αυτό είχε επέλθει η λύση της υπαλληλικής του σχέσης και δεν είχε πλέον νόμιμη αξίωση για καταβολή μισθούΕπομένως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος με την έφεση ισχυρισμός ότι υφίστατο ενεργή σχέση εργασίας μεταξύ του εκκαλούντος και του Δημοσίου και, ως εκ τούτου, είχε αξίωση καταβολής μισθού για την προσφερόμενη εργασία του. Συναφώς, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι ο ισχυρισμός ότι ο ένδικος καταλογισμός αντιβαίνει στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. για την προστασία της ιδιοκτησίας και στο άρθρο 4 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη (ν. 1426/1984) περί του δικαιώματος σε δίκαιη αμοιβή, καθόσον ο ένδικος καταλογισμός αποτελεί άμεση συνέπεια των προαναφερόμενων διατάξεων περί αυτοδίκαιης έκπτωσης, που απορρέουν από την αρχή της αξιοκρατίας, η δε αναζήτηση των αποδοχών, που καταβλήθηκαν σε αυτοδικαίως εκπεσόντα υπάλληλο, ο οποίος συνέχισε να παρέχει τις υπηρεσίες του μετά την αμετάκλητη καταδίκη του, υπηρετεί θεμιτό σκοπό δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή την αφαίρεση από τον υπάλληλο κάθε κινήτρου για την απόκρυψη από την υπηρεσία της σε βάρος του καταδίκης.(..)Κατ’ ακολουθίαν, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση με μείωση του καταλογισθέντος ποσού στο ύψος των 65.333,85 ευρώ (78.664,77 - 13.330,92), να αποδοθεί στον εκκαλούντα ανάλογο της μειώσεως μέρος του παραβόλου που καταβλήθηκε για την άσκηση της έφεσής του, ύψους 133,31 ευρώ (άρθρο 73 παρ. 4 εδ. β΄ του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 «Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο», Α΄ 52) και το υπόλοιπο ύψους 653,34 ευρώ να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω μερικής νίκης και μερικής ήττας αυτών, τα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
ΕλΣυν.ΕλάσσοναΟλομ/1781/2018
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον ο ήδη αναιρεσείων δεν επικαλέσθηκε ούτε προσήγαγε στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται ο πλουτισμός του Δήμου εις βάρος του, ορθώς το δικάσαν Τμήμα απέρριψε τον ως άνω ισχυρισμό του. Εξάλλου ο ανωτέρω, διά της εισπράξεως μέσω των δημοτικών εισπρακτόρων των επίμαχων ποσών κατέστη δημόσιος υπόλογος, ενώ δια της παρακρατήσεως αυτών και παραλείψεως εισαγωγής τους στον υπέρ του Δήμου λογαριασμό προκάλεσε αφεαυτού διαχειριστικό έλλειμμα. Συνακολούθως, γεννήθηκε υπέρ του Δήμου, από της παραλείψεως εισαγωγής των ποσών, αντίστοιχη δημόσια αξίωση, η ικανοποίηση της οποίας επιδιώκεται δια της εκδοθείσας πράξης του διοικητικού καταλογισμού. Επομένως, εν όψει των ισχυουσών νομοθετικών ρυθμίσεων (σκέψεις 10, 11, 15) είναι όλως αδιάφορο ως προς τη νομιμότητα της πράξης του διοικητικού καταλογισμού, που αποτελεί το αποκλειστικό αντικείμενο της ανοιχθείσας ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου δίκης, το πού και πώς διατέθησαν στη συνέχεια τα μη νομίμως εισαχθέντα στη διαχείριση του Δήμου ποσά, αφού η αξίωση του Δήμου και ο συναφής διοικητικός καταλογισμός που ενσωματώνει την αξίωση αυτή γεννήθηκε από της παρανόμου παραλείψεως εισαγωγής των επίμαχων ποσών στον υπέρ του Δήμου λογαριασμό.