ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/367/2024
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Προμήθεια εξοπλισμού διαχείρισης βιοαποβλήτων Αρχή αποτελεσματικότητας (....) Από την αρχή της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, η οποία αποτελεί απόρροια της αρχής του κράτους δικαίου και αποτυπώνεται, υπό ειδικότερες εκφάνσεις, σε πλήθος συνταγματικών διατάξεων (βλ. άρθρο 25 παράγραφος 4, καθώς και άρθρα 72, 73, 75, 78 έως 80, 98, 104, 106 και 107 του Συντάγματος,), αλλά και ρητώς νομοθετικά στο άρθρο 2 του ν. 4820/2021 (Οργανικός Νόμος του Ελεγκτικού Συνεδρίου) και στο άρθρο 33 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), πηγάζει η αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης (βλ. και άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 4412/2016). Η τελευταία δε εξειδικεύεται, μεταξύ άλλων, στην αρχή της αποτελεσματικότητας, σύμφωνα με την οποία, επί διάθεσης δημόσιων πόρων, ελέγχεται η επίτευξη των συγκεκριμένων αντικειμενικών στόχων και των αποτελεσμάτων που έχουν εκ των προτέρων οριστεί. Όπως δε ρητά ορίζεται στο άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 4412/2016, η αρχή της πρακτικής αποτελεσματικότητας εφαρμόζεται και στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων ώστε να διασφαλίζεται το επωφελές των αναλαμβανόμενων δράσεων. Προς τούτο, η αναθέτουσα Αρχή οφείλει να μεριμνά ώστε από τα έγγραφα της σύμβασης να προκύπτουν κατά τρόπο σαφή και αντικειμενικό οι επιδιωκόμενοι στόχοι και η προσφορότητα των λαμβανόμενων μέτρων προς επίτευξη των στόχων αυτών. Πρέπει, επίσης, να περιγράφεται με ακρίβεια ή έστω να προκύπτει επαρκώς ο σχεδιασμός και ο τρόπος εκτέλεσης της σύμβασης, έτσι ώστε να διασφαλίζεται τόσο η επίτευξη των στόχων όσο και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Και ναι μεν, κατά γενικό κανόνα, η αρχή της πρακτικής αποτελεσματικότητας, υπό την παραπάνω έννοια, ελέγχεται εκ των υστέρων (ex post), διότι μόνο μετά την έναρξη υλοποίησης και, κυρίως, μετά το πέρας εκτέλεσης της σύμβασης μπορεί εξ αντικειμένου να κριθεί με ασφάλεια η επίτευξη ή μη των στόχων που τέθηκαν και η πραγμάτωση των αποτελεσμάτων που επιδιώχθηκαν, πλην, όλως εξαιρετικώς, η τήρηση της αρχής αυτής μπορεί να ελεγχθεί οριακά και κατά το προσυμβατικό στάδιο (ex ante), ιδίως όταν ο σχεδιασμός της δράσης από άποψη στόχων, μέσων και μεθόδου υλοποίησης είναι κατά λογική αναγκαιότητα πρόδηλα πλημμελής ή ασαφής, με συνέπεια να καθίσταται ευχερής ο έλεγχός της κατά το στάδιο αυτό για λόγους προληπτικούς. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που αν και έχουν τεθεί ή προκύπτουν οι σχετικοί αντικειμενικοί στόχοι, εντούτοις δεν αναφέρονται, έστω και συνοπτικά, τα χρησιμοποιούμενα μέσα και η διαθεσιμότητα αυτών, καθώς και ο τρόπος που αυτά θα διασφαλίσουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα (βλ. ΕλΣυν Ολ. 1312/2022, σκ. 13).Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Τμήμα κρίνει ότι σχεδιασμός της ελεγχόμενης προμήθειας παρίσταται επαρκής.Για τους λόγους αυτούς.Δέχεται τις προσφυγές ανάκλησης. Ανακαλεί την 552/2023 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τ.ΕΒΔΟΜΟ/137/2023
Παροχή Υπηρεσιών Λογιστικής και Διοικητικής Υποστήριξης.. (...)Επομένως, οι καθορισθείσες στα άρθρα 2.2.6.1 και 2.2.6.2. της διακήρυξης απαιτήσεις τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας σχετικά με τις συναφείς με την ελεγχόμενη συμβάσεις που πρέπει να έχουν ολοκληρώσει οι διαγωνιζόμενοι οικονομικοί φορείς, οι οποίες στοχεύουν στη διασφάλιση εξεύρεσης αναδόχου που θα εκτελέσει τη σύμβαση με άρτιο και προσήκοντα τρόπο, κρίνονται, ενόψει του αντικειμένου και της προεκτεθείσας φύσης των ελεγχομένων υπηρεσιών, πρόσφορες, δικαιολογημένες και μη υπερβαίνουσες το αναγκαίο μέτρο (πρβλ. ΕλΣυν Εβδ. Τμ. 1399/2022). Το κριτήριο που επιβάλλει δεκαετή τουλάχιστον προϋπηρεσία σε λογιστικές, φοροτεχνικές υπηρεσίες (άρθρο 2.2.6.3 της διακήρυξης), αποδεικνυόμενη με την προσκόμιση εκτύπωσης προσωποποιημένης πληροφόρησης και κωδικών δραστηριότητας (ΚΑΔ) από την ΑΑΔΕ, καθώς και της άδειας άσκησης επαγγέλματος, δεν μπορούσε να τεθεί ως κριτήριο τεχνικής και επαγγελματικής καταλληλότητας, διότι ως εκ της φύσεως και του περιεχομένου του αποτελεί κριτήριο καταλληλότητας για την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας κατ’ άρθρο 75 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 4412/2016, ενώ, επιπλέον, επιβάλλει την προσκόμιση δικαιολογητικού (μέσου απόδειξης) που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του Μέρους ΙΙ του Παραρτήματος ΧΙΙ του ως άνω νόμου, όπου αναφέρονται περιοριστικά τα δικαιολογητικά απόδειξης της τεχνικής ικανότητας. Πλην όμως η μη νομιμότητα του κριτηρίου αυτού ως κριτηρίου τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας δεν παρίσταται ουσιώδης στην προκειμένη περίπτωση, διότι το εν λόγω κριτήριο έχει τεθεί σε προηγούμενο άρθρο 2.2.4. της διακήρυξης ως κριτήριο καταλληλότητας άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας (βλ. άρθρα 75 παρ. 1 α΄ και 2 και 80 παρ. 3 του ν. 4412/2016, άρθρο 2.2.4 της διακήρυξης και σκέψη 18), η νομιμότητα του οποίου δεν αμφισβητήθηκε από το Κλιμάκιο και επομένως η απαίτηση της συνδρομής του ίδιου κριτηρίου εκ νέου σε επόμενο άρθρο αυτής καθιστά την σχετική πλημμέλεια επουσιώδη.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και παρελκούσης της εξέτασης των λοιπών λόγων της υπό κρίση προσφυγής και της υπέρ αυτής παρέμβασης, πρέπει η προσφυγή και η παρέμβαση να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη 845/2022 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου και να κριθεί ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1665/2021
Προμήθεια εργαστηριακού εξοπλισμού:Ζητείται η ανάκληση της 323/2021 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Ενόψει των αναφερόμενων στην προηγούμενη σκέψη, προσκομισθέντων κατά την παρούσα διαδικασία, νεότερων στοιχείων, τα οποία, παρόλο που δεν διαβιβάστηκαν στο Κλιμάκιο, περιλαμβάνονταν εξ αρχής στον φάκελο της ελεγχόμενης προμήθειας, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η προσφεύγουσα Α.Α. έχει τηρήσει την απαίτηση, κατ’ άρθρο 45 παρ. 3 περ. α και β του ν. 4412/2016, τεκμηρίωσης της σκοπιμότητας και του προϋπολογισμού αυτής. Επομένως, δεν συντρέχει πλέον η διαπιστωθείσα με την προσβαλλόμενη Πράξη πλημμέλεια, μοναδικός διακωλυτικός της υπογραφής των σχεδίων των ελεγχόμενων συμβάσεων λόγος. Μετά ταύτα, καθίσταται αλυσιτελής η εξέταση και των λοιπών προβαλλόμενων με την κρινόμενη προσφυγή και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση λόγων ανάκλησης της προσβαλλόμενης Πράξης. Μετά από όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, πρέπει η κρινόμενη προσφυγή ανάκλησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη Πράξη και να υπογραφεί το οικείο σχέδιο της ελεγχόμενης σύμβασης.Ανακαλεί την 323/2021 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1312/2022
Προμήθεια πιλοτικού συστήματος πρόγνωσης υγείας ευπαθών ομάδων λόγω της πανδημίας covid-19:ζητείται η αναθεώρηση της 939/2022 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου Ιωάννης Σαρμάς, συμφωνώντας με τις σκέψεις 12 έως και 15 της παρούσας, διατύπωσε τη γνώμη ότι, αν και η υποκείμενη ιδέα του πιλοτικού προγράμματος είναι ιδιαιτέρως πρόσφορη για την αντιμετώπιση πολλών προβλημάτων οργάνωσης της δημόσιας υγείας, εν τούτοις το πρόγραμμα καθ’ εαυτό, λόγω της ευρύτητάς του, αν εφαρμοστεί στο σύνολο του πληθυσμού, είναι εξ εκείνων που μόνο η κεντρική κυβέρνηση μπορεί, κατά το Σύνταγμα, να οργανώσει και, κυρίως, χρηματοδοτήσει. Συνεπώς, η τοπική αυτοδιοίκηση υπερβαίνει τα όρια της συνταγματικής της δικαιοδοσίας όταν επιχειρεί, έστω και πιλοτικά, την εισαγωγή συστημάτων οργάνωσης της δημόσιας υγείας με την ευρύτητα του αντικειμένου που εμφανίζει το ελεγχθέν πιλοτικό πρόγραμμα.Απορρίπτει την προσφυγή αναθεώρησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση.
ΕΣ/ΤΜ.6/1252/2019
Πληροφοριακό σύστημα παρακολούθησης κυκλοφορίας εντύπων...ζητείται η ανάκληση της 185/2019 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Ενόψει των ανωτέρω, ορθώς το Κλιμάκιο έκρινε ότι οι ανωτέρω τεχνικές προδιαγραφές των φορητών σαρωτών γραμμωτών κωδίκων, οι οποίες περιέχονται στον Πίνακα 6 της διακήρυξης έχουν τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 54 παρ. 2 του ν. 4412/2016 καθώς και των θεμελιωδών αρχών του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, ιδίως δε αυτών της αναλογικότητας, της ίσης μεταχείρισης και της προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού, αφού η Αναθέτουσα Αρχή δεν αιτιολόγησε ότι οι συγκεκριμένες τεχνικές προδιαγραφές είναι σύμφωνες με τον επιδιωκόμενο σκοπό του αντικειμένου της σύμβασης και δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου μέτρου, αυξάνοντας, κατ’ αποτέλεσμα, και το ύψος της προϋπολογισθείσας δαπάνης, ενάντια στις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της οικονομικότητας και του δημοσίου συμφέροντος εν γένει. Συνακόλουθα, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί.Δεν ανακαλεί την 185/2019 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΕΠΠ/6/2021
Προμήθεια και εγκατάσταση οδοντιατρικών συγκροτημάτων....Επειδή, σε κάθε περίπτωση, αβασίμως υποστηρίζει η προσφεύγουσα ότι αυθαίρετα η αναθέτουσα αρχή απαιτεί πιστοποιητικά διασφάλισης ποιότητας από τους προμηθευτές καθώς έχει τη διακριτική ευχέρεια να απαιτεί πρότυπα διασφάλισης ποιότητας τα οποία κρίνονται με βάση το αντικείμενο της σύμβασης και την αρχή της αναλογικότητας, ως κριτήρια επιλογής. Εξάλλου, βασίμως υποστηρίζει η προσφεύγουσα ότι το ISO 9001:2015 είναι γενικότερης εφαρμογής ενώ το ISO 13485:2016 αφορά στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, ωστόσο, είναι δυνατόν να απαιτηθούν και τα δύο (βλ.https://www.iso.org/obp/ui#iso:std:iso:13485:ed-3:v1:en:sec:B). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι εφόσον τα προϊόντα διαθέτουν CE και κριτήριο ανάθεσης αποτελεί η χαμηλότερη τιμή η αναθέτουσα αρχή δεν δύναται να απαιτεί περαιτέρω τεχνικές προδιαγραφές καθώς και ότι μόνο το CE και οι αρχές και κατευθυντήριες γραμμές για την ορθή πρακτική διανομής ιατροτεχνολογικών προίόντων είναι υποχρεωτικές, ερείδεται επί της εσφαλμένης προϋπόθεσης ότι η αναθέτουσα αρχή δεν δύναται βάσει του θεσμικού πλαισίου να απαιτεί πρότυπα διασφάλισης ποιότητας από τον προμηθευτή και κατασκευαστή ιατροτεχνολογικών προϊόντων και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Σύμφωνα δε με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 82 του Ν.4412/2016, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν πιστοποιητικά διασφάλισης ποιότητας που, ανεξαρτήτως των όσων προβλέπει η Διακήρυξη, αποτελούν κριτήρια επιλογής των οικονομικών φορέων που καταδεικνύουν την τεχνική ικανότητα του οικονομικού φορέα να εκτελέσει τη σύμβαση και όχι επιπλέον τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με τα απαιτούμενα είδη (βλ. Δημήτριος Γ. Ράικος, Ευαγγελία Γ. Βλάχου, Ευανθία Κ. Σαββίδη, Δημόσιες Συμβάσεις Ν. 4412/2016 Ερμηνεία κατ΄ άρθρο. Σχετικές διατάξεις – Νομολογία, σελ. 805-506, Ε. Βλάχου και απόφαση ΑΕΠΠ 863/2018).
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/888/2023
ΜΕΛΕΤΕΣ:ζητείται η ανάκληση της 28/2023 Πράξης της Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου Ο.Τ.Α. Ι του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Περιφέρεια Αττικής, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή σχεδίου σύμβασης μεταξύ του προσφεύγοντος οργανισμού (εφεξής: προσφεύγουσα Περιφέρεια) και της προσφεύγουσας ένωσης οικονομικών φορέων για την εκπόνηση της «Μελέτη(ς) φραγμάτων ανάσχεσης πλημμύρας και συγκράτησης φερτών λεκανών απορροής, περιοχής πυρκαγιάς Γεράνεια Όρη 2021» προϋπολογιζόμενης δαπάνης 759.994,06 ευρώ (πλέον ΦΠΑ) και συμβατικού τιμήματος 487.717,94 ευρώ (πλέον απροβλέπτων και ΦΠΑ).(....)Ωστόσο βάσιμος παρίσταται ο δεύτερος διακωλυτικός λόγος της προσβαλλομένης, δοθέντος ότι η προσφεύγουσα Περιφέρεια προσέφυγε εν προκειμένω στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς να πληρούται η τιθέμενη από το άρθρο 32 παρ. 2 περ. γ΄ του ν. 4412/2016 προϋπόθεση του κατεπείγοντος που τη διέπει. Τούτο διότι η ανάθεση της ελεγχόμενης μελέτης, βάσει της οποίας θα εκτελεστούν αντιπλημμυρικά έργα μόνιμης και πάγιας προστασίας της περιοχής των Γερανείων Όρεων από μελλοντικά ακραία καιρικά φαινόμενα, ουδόλως συνιστά άμεση αντιμετώπιση κατεπείγουσας ανάγκης, προκύπτουσα υπό καθεστώς ανωτέρας βίας, η οποία επιτάσσει την προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης. Αντιθέτως, πρόκειται για την εξυπηρέτηση μίας ανάγκης που δεν παρίσταται «κατεπείγουσα», όπως απαιτείται κατά την αδιάστικτη διατύπωση του νόμου, πλην αποσκοπεί στη σύνταξη μελετών για τον ευρύτερο σχεδιασμό των αντιπλημμυρικών έργων της συγκεκριμένης περιοχής, για την πάγια και διαρκή αντιμετώπιση των πλημμυρικών φαινομένων αυτής, χωρίς άλλωστε να διαπιστώνεται χρονική εγγύτητα με το επικαλούμενο συμβάν (παρέλευση είκοσι και πλέον μηνών).(....)Συνεπώς, προκύπτει σαφώς, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι η επιλογή της διαδικασίας διαπραγμάτευσης, αντί της ανοικτής ή κλειστής όμοιας, βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του ευρύτερου σκοπού που επιδιώκει η αναθέτουσα αρχή. Πέραν τούτων, η απλώς εικαζόμενη μακρά διάρκεια της διαγωνιστικής διαδικασίας (λόγω ενδεχόμενων προσφυγών κλπ) δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο μη εφαρμογής της από την αναθέτουσα αρχή, αφού με τη διαδικασία αυτή ανάθεσης διασφαλίζεται η συμμετοχή περισσότερων οικονομικών φορέων στη διαδικασία επιλογής και, συνεπώς, η επίτευξη συμφερότερων τιμών, η οποία κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας δεν διασφαλίζεται με την επιλεγείσα διαδικασία.Απορρίπτει τις ως άνω προσφυγές ανάκλησης.
ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1325/2023
ΠΟΛ 1047/2009
Εισαγωγή Συστήματος διοίκησης μέσω στόχων - Καθορισμός Δεικτών μέτρησης της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας των Υπηρεσιών στον Τομέα Οικονομικών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.
ΑΕΠΠ/148/2020
Προμήθεια ειδών τροφίμων...Επειδή ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι η αναφορά στη Διακήρυξη ότι τα πιστοποιητικά μπορεί να είναι στην αγγλική γλώσσα χωρίς να συνοδεύονται από μετάφραση στην ελληνική χωρίς καμία ρητή αναφορά για το αν τα αντίγραφα αυτά πρέπει να είναι επικυρωμένα τυγχάνει απορριπτέος καθώς το οικείο άρθρο αναφέρεται στην υποχρέωση ή μη υποβολής επικυρωμένης μετάφρασης και όχι στην υποχρέωση υποβολής επικυρωμένων ή μη αντιγράφων ιδιωτικών εγγράφων, τα οποία υποβάλλονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2.4.2.5 σε απλή φωτοτυπία μόνο εφόσον συνοδεύονται από υπεύθυνη δήλωση στην οποία βεβαιώνεται η ακρίβειά τους και η οποία φέρει υπογραφή μετά την έναρξη της διαδικασίας σύναψης της παρούσας σύμβασης. Περαιτέρω, ενόψει, προεχόντως της αυτοτέλειας κάθε διαγωνισμού (ΣτΕ ΕΑ 200, 72/2015, 269/2014, 416, 215- 216/2013 κ.ά.), πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος και ο προβαλλόμενος από τον προσφεύγοντα ισχυρισμός ότι σε έτερους διαγωνισμούς η αναθέτουσα αρχή έκανε δεκτά Πιστοποιητικά ISO σε απλά αντίγραφα χωρίς επικύρωση. Επομένως, ορθώς η αναθέτουσα αρχή και κατά δέσμια αρμοδιότητα απέκλεισε τον προσφεύγοντα για τις Ομάδες ΣΤ΄ και Ζ΄, σύμφωνα με τις αρχές της τυπικότητας, της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας. Ως εκ τούτου, ο μοναδικός λόγος της προσφυγής πρέπει να απορριφθεί.
ΕΣ/ΚΛ.Ε/182/2017
Κατασκευή-συντήρηση δρόμων..Mε τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ορθώς κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διενεργηθέντος διαγωνισμού στην αναδειχθείσα ως προσωρινή μειοδότρια εργοληπτική επιχείρηση «…». Όσον αφορά, δε, την ένσταση της Κ/ξίας «…», με την οποία ζητήθηκε η ανάκληση της κατακυρωτικής αποφάσεως, λόγω συνδρομής στο πρόσωπο της αναδόχου των αναφερομένων στην ένσταση λόγων αποκλεισμού, το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής:α) Σύμφωνα με τις προδιαληφθείσες διατάξεις των άρθρων 23.3 περ. [ε] και [στ] της διακηρύξεως, για την απόδειξη της μη συνδρομής των λόγων αποκλεισμού που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και γ-θ της παραγράφου Α.4, καθώς και στην παράγραφο Α.9 του άρθρου 22, οι διαγωνιζόμενοι όφειλαν να προσκομίσουν «υπεύθυνη δήλωση ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού ή εμπορικού οργανισμού του κράτους – μέλους ή της χώρας καταγωγής ή της χώρας εγκατάστασης του προσφέροντος» ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι οριζόμενοι λόγοι αποκλεισμού, καθώς και ότι δεν έχει εκδοθεί εις βάρος τους απόφαση αποκλεισμού, σύμφωνα με το άρθρο 74 του ν. 4412/2016. Η ανωτέρω, όμως, διατύπωση της διακηρύξεως και ειδικότερα η φράση «ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής (…)», κρίνεται ασαφής και δυνάμενη να δημιουργήσει σύγχυση στους διαγωνιζομένους, καθόσον, πλην της περιπτώσεως συντάξεως δηλώσεως ενώπιον συμβολαιογράφου, δεν προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία διαδικασία συντάξεως υπεύθυνης δηλώσεως «ενώπιον δικαστικής ή διοικητικής αρχής». Η μόνη προβλεπόμενη συναφής δυνατότητα είναι η υπογραφή συνταχθείσας υπεύθυνης δηλώσεως ενώπιον δημόσιας αρχής και η θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του δηλούντος από όργανο της εν λόγω αρχής. Συνεπώς, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων της διακηρύξεως, οι υπεύθυνες δηλώσεις που όφειλαν να προσκομίσουν οι διαγωνιζόμενοι έπρεπε να φέρουν βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του δηλούντος από δικαστική, διοικητική αρχή, συμβολαιογράφο κλπ.. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή όφειλε να έχει διατυπωθεί ρητώς από την αναθέτουσα αρχή στα οικεία άρθρα της διακηρύξεως με τη χρήση του όρου «βεβαίωση/θεώρηση του γνησίου της υπογραφής», αντί της χρήσεως του όρου «ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής κλπ», η οποία δύναται να εκληφθεί και ως έχουσα την έννοια ότι η υπεύθυνη δήλωση οφείλει να απευθύνεται σε δικαστική ή διοικητική αρχή κλπ. (βλ. και άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 1599/1986, το οποίο ορίζει ότι «Γεγονότα ή στοιχεία που δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα έγγραφα (…), μπορεί να αποδεικνύονται ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας του δημόσιου τομέα με υπεύθυνη δήλωση (…)»). Άλλωστε, η κατά τα ανωτέρω δυνατότητα συγχύσεως προκύπτει στην προκειμένη περίπτωση και από το γεγονός ότι τόσο η αναδειχθείσα ως ανάδοχος εργοληπτική επιχείρηση, όσο και η αναθέτουσα αρχή (τόσο στο στάδιο της αξιολογήσεως των προσφορών, όσο και κατά την εξέταση της ενστάσεως), απέδωσαν στην κρίσιμη διάταξη της διακηρύξεως την ανωτέρω εσφαλμένη έννοια. Εξάλλου, ο όρος «βεβαίωση/θεώρηση του γνησίου της υπογραφής» είναι αυτός που χρησιμοποιείται από τον νομοθέτη στο άρθρο 11 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999, ΦΕΚ Α΄ 45), αλλά και αυτός που εχρησιμοποιείτο στα προϊσχύσαντα αναθεωρημένα πρότυπα τεύχη διακηρύξεων συμβάσεων δημοσίων έργων τύπου Α και Β (βλ. ΦΕΚ Β΄ 664/21.4.2015 υποσημ. 45 για διακηρύξεις τύπου Α΄ και υποσημ. 47 για διακηρύξεις τύπου Β΄). Κατόπιν τούτων, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η κατά τα ανωτέρω ασάφεια του σχετικού όρου της διακηρύξεως δεν δύναται να αποβεί εις βάρος των διαγωνιζομένων γενικώς και ειδικότερα εις βάρος της ανακηρυχθείσας ως αναδόχου (βλ. ανωτέρω σκ. IV.Γ, πρβλ. ΣτΕ 1725/2010, Ε.Α. ΣτΕ 22/2017, 82/2016, ΔΕφΘεσ/νίκης 785/2014, 98/2011). Επομένως, ορθώς, αν και με διάφορη αιτιολογία, κρίθηκε από την αναθέτουσα αρχή ότι η παράλειψη της αναδόχου να προσκομίσει υπεύθυνες δηλώσεις με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του νομίμου εκπροσώπου της από δημόσια αρχή δεν συνιστούσε λόγο αποκλεισμού αυτής.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου συμβάσεως, το οποίο επισυνάπτεται στην παρούσα πράξη και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ.ΕΠΤ.ΣΥΝΘ/119/2020
Ψηφιακός μετασχηματισμός του Γεωργικού Τομέα...ζητείται η αναθεώρηση της 1541/2019 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Τα δεδομένα αυτά, σε συνδυασμό με τον καθαρισμό των παραδοτέων του έργου, όπως αυτά προσδιορίζονται στο Χρονοδιάγραμμα της Διακήρυξης (όρος 3.3.3 αυτής), καθορίζουν με σαφήνεια τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα των επί μέρους απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων των πακέτων λογισμικού που πρέπει να παραδοθούν και των επιμέρους υπηρεσιών, τις οποίες ο ανάδοχος καλείται να παράσχει. Όπως δε προκύπτει από τον προσκομισθέντα ενώπιον του VI Τμήματος Πίνακα Ανάλυσης του Προϋπολογισμού, η αναθέτουσα αρχή είχε αναλυτικά προσδιορίσει το εκτιμώμενο κόστος των λοιπών, πέραν των σταθμών παρατήρησης, παραδοτέων κατά τη σύνταξη του προϋπολογισμού, ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της ορθής διαχείρισης του δημοσίου χρήματος. Περαιτέρω, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας και της πρωτοτυπίας της σύμβασης καθώς και του γεγονότος ότι σκοπός αυτής ήταν ένα τελικό αποτέλεσμα, ήτοι η δημιουργία και λειτουργία της Τεχνολογικής Πλατφόρμας, η επίτευξη του οποίου διασφαλίζεται πλήρως μέσω της σύνδεσης της καταβολής της αμοιβής του αναδόχου με την ύπαρξη συγκεκριμένων ορόσημων που ο ανάδοχος πρέπει να επιτυγχάνει, η αναθέτουσα αρχή και ήδη δεύτερη αιτούσα επέλεξε, εντός των περιθωρίων εκτίμησής της, να παράσχει στους οικονομικούς φορείς τη δυνατότητα να διαμορφώσουν την οικονομική τους προσφορά αναπτύσσοντας κατά την κρίση τους το περιεχόμενο των ειδών του Πίνακα Οικονομικής Προσφοράς, χωρίς να κρίνεται σκόπιμο να δεσμευθούν από τη διάρθρωση του προϋπολογισμού που η ίδια είχε καταρτίσει. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται η ευελιξία στους δυνητικού υποψηφίους να διαμορφώσουν την προσφορά τους σύμφωνα με τις δικές τους εκτιμήσεις όσον αφορά στο είδος, την ποσότητα και τον τρόπο εργασίας τους, γεγονός που λειτουργεί υπέρ της ανάπτυξης του ανταγωνισμού, καθώς επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να βασισθούν στα συγκριτικά πλεονεκτήματά τους, χωρίς άλλες δεσμεύσεις παρά μόνο με τη δέσμευση επίτευξης των χρονικών στόχων επί των τελικών παραδοτέων. Το γεγονός αυτό δεν συνεπάγεται την αοριστία του οικονομικού αντικειμένου του διαγωνισμού, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, προσδιορίζεται πλήρως και επαρκώς από το συνδυασμό όλων των ανωτέρω περιγραφόμενων δεδομένων της διακήρυξης. Εξάλλου, ο επίμαχος διαγωνισμός απευθυνόταν, λόγω του πολύπλοκου και εξειδικευμένου αντικειμένου του, σε οικονομικούς φορείς με μεγάλη εμπειρία τόσο σε διαδικασίες δημοσίων διαγωνισμών όσο και παρόμοιες συμβάσεις στο δημόσιο και των ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι, ως εκ τούτου, είχαν κατά τεκμήριο τη δυνατότητα να προβούν σε αντιστοίχιση των πεδίων του Υποδείγματος Οικονομικής Προσφοράς με το Τεχνικό Αντικείμενο της σύμβασης και τα σχετικά παραδοτέα, όπως άλλωστε προκύπτει από τον προσκομισθέντα ενώπιον του παρόντος Τμήματος Πίνακα Αντιστοίχισης Παραδοτέων με το Φυσικό Αντικείμενο και τον Πίνακα Οικονομικής Προσφοράς, με τον οποίο αιτιολογείται η ένταξη έκαστου παραδοτέου στο αντίστοιχα πεδία «Λογισμικό Συστήματος», «Εφαρμογή – Υποσύστημα», «Υπηρεσία» ή «Άλλη δαπάνη» του Πίνακα Οικονομικής Προσφοράς. Στο πλαίσιο αυτό, η εκτίμηση του ΣΤ΄ Κλιμακίου και του VI Τμήματος ότι ο τρόπος κατάστρωσης του Τεχνικού και Οικονομικού Αντικειμένου του Διαγωνισμού δεν επιτρέπει στους δυνητικά ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να κατανοήσουν το οικονομικό αντικείμενο του διαγωνισμού, ώστε να συμπληρώσουν το έντυπο Οικονομικής Προσφοράς, συνιστά κατ’ ουσία τεχνική κρίση, η οποία μάλιστα εν προκειμένω δεν υποστηρίζεται από στοιχεία του πραγματικού της υπόθεσης. Τούτο διότι ουδεμία ένσταση ή σχετικό παράπονο διατυπώθηκε από δυνητικούς ενδιαφερόμενους υποψήφιους τόσο κατά το στάδιο της διαβούλευσης της διακήρυξης όσο και μετά τη δημοσίευση αυτής. Εξάλλου, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου διαβούλευσης (εννέα μήνες), παρασχέθηκε στους δυνητικά ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς επαρκής χρόνος να μελετήσουν τα δεδομένα του διαγωνισμού, ενώ παρασχέθηκε και παράταση της καταληκτικής ημερομηνίας διενέργειάς του κατά δέκα ημέρες μετά την αποδοχή σχετικών αιτημάτων. Πλην η γνώμη αυτή δεν εκράτησε.Απορρίπτει τις αιτήσεις αυτές.