ΕΣ/ΤΜ.7/1452/2017
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται η ακύρωση της 112/21.1.2014 απόφασης του Δημάρχου …, με την οποία καταλογίσθηκε σε βάρος του εκκαλούντος, πρώην αστυνομικού του Δήμου …, το ποσό των 68.530,43 ευρώ, που αντιστοιχεί στις αποδοχές που φέρεται ότι καταβλήθηκαν σε αυτόν αχρεωστήτως κατά το χρονικό διάστημα από Οκτώβριο 2008 έως και Νοέμβριο 2013.(....)Η δε έκδοση της απόφασης αυτής από το Δήμαρχο …, αντί του αρμοδίου Δημοτικού Συμβουλίου …, πλήττει μεν την εξωτερική τυπική νομιμότητά της, πλην η ακύρωσή της για τον λόγο αυτό και μόνο, που εξετάζεται αυτεπάγγελτα, παρίσταται, εν προκειμένω, αλυσιτελής. Και τούτο, διότι η απόφαση αυτή δεν πάσχει, κατά τα προεκτεθέντα, ως προς την εσωτερική ουσιαστική νομιμότητά της, με συνέπεια, ενόψει της δέσμιας αρμοδιότητας έκδοσής της, το αρμόδιο Δημοτικό Συμβούλιο να υποχρεούται στην έκδοση απόφασης καταλογισμού του εκκαλούντος με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο (πρβλ ΣτΕ 2674/2014). Απορρίπτει την έφεση.
ΑΝΑΙΡΕΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/768/2021
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/768/2021
Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η αναίρεση της 1452/2017 απόφασης του VΙI Τμήματος του Ελεγκτικού ΣυνεδρίουΜειοψήφησαν οι Αντιπρόεδροι Μαρία Βλαχάκη και Αγγελική Μαυρουδή και οι Σύμβουλοι Σταμάτιος Πουλής, Κωνσταντίνα Ζώη και Βιργινία Σκεύη, οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας, η οποία αποτελεί έκφανση του κράτους δικαίου, οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις, όπως είναι οι καταλογιστικές αποφάσεις, πρέπει να εκδίδονται από τα όργανα στα οποία ο νόμος δίνει την αρμοδιότητα αυτή. Καταλογιστική απόφαση που εκδίδεται από αναρμόδιο όργανο είναι νομικώς πλημμελής και για το λόγο αυτό, που εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, ακυρωτέα. Στην περίπτωση που η καταλογιστική απόφαση εκδίδεται κατά δεσμία εξουσία και δεν πάσχει κατά το ουσιαστικό της περιεχόμενο, δεν καθίσταται αλυσιτελής η εξέταση νομικής πλημμέλειας αναγόμενης στην αρμοδιότητα του οργάνου που την εξέδωσε με την αιτιολογία ότι και υπό την εκδοχή της ακυρώσεώς της δεν θα μεταβαλλόταν η έννομη θέση του καθ’ ου ο καταλογισμός αφού το αρμοδίως επιλαμβανόμενο όργανο θα επέβαλε τον ίδιο καταλογισμό, καθόσον δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι η νέα καταλογιστική απόφαση θα είχε ταυτόσημο περιεχομένο με την ακυρωθείσα. Και τούτο διότι το αρμόδιο όργανο που θα επιληφθεί εκ νέου της υπόθεσης δεν είναι βέβαιο ότι θα εκδώσει πράξη ταυτόσημου περιεχομένου καθώς δεν μπορεί εκ των προτέρων να αποκλεισθούν μεταβολές οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν την έννομη θέση του καταλογιζόμενου, αναγόμενες είτε στο νομοθετικό καθεστώς που διέπει την υπόθεση, είτε στο πραγματικό της υπόθεσης, ιδίως σε περιπτώσεις όπως η επίδικη που η καταλογιστική απόφαση συνιστά άμεση συνέπεια προηγούμενης διοικητικής πράξης αφορώσας την υπηρεσιακή κατάσταση του καθ’ ου (λ.χ. ακύρωση της διοικητικής πράξης που αποτελεί το έρεισμα του καταλογισμού). Έσφαλε, επομένως, το δικάσαν Τμήμα, το οποίο, αφού εξέτασε αυτεπαγγέλτως την αρμοδιότητα του καταλογίσαντος οργάνου και δέχθηκε ότι ο καταλογισμός έγινε από αναρμόδιο όργανο, στη συνέχεια έκρινε ότι παρίσταται αλυσιτελής η ακύρωση της καταλογιστικής απόφασης για το λόγο αυτό διότι η απόφαση αυτή δεν πάσχει, ως προς την εσωτερική ουσιαστική νομιμότητά της, με συνέπεια, ενόψει της δέσμιας αρμοδιότητας έκδοσής της, το αρμόδιο όργανο να υποχρεούται στην έκδοση απόφασης καταλογισμού του εκκαλούντος με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο. Επομένως, η αίτηση αναίρεσης θα πρέπει να γίνει δεκτή κατά παραδοχή του σχετικού λόγου, η εξέταση του οποίου λογικά πρέπει να προταχθεί παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξέτασης των λοιπών λόγων αναιρέσεως. Αναιρεί τη 1452/2017 απόφαση του VIΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕλΣυν.Τμ.1/23/2016
Αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα άγεται, κατ’ αρχάς, στην κρίση ότι νομίμως καταλογίστηκε, διά της προσβαλλομένης πράξης, σε βάρος του εκκαλούντος το ποσό των 26.341,66 ευρώ, το οποίο εισέπραξε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αχρεωστήτως ως σύνταξη. Τούτο, καθόσον, η επιγενόμενη της ήδη συντελεσθείσας μονιμοποίησής του ακύρωση του διορισμού του, με την 2114/2009 απόφαση του ΣτΕ, στέρησε από αυτήν το νόμιμο έρεισμά της και για το λόγο αυτό, η μονιμοποίησή του κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο παρίστατο ανίσχυρη, μη παράγουσα έννομες συνέπειες και ιδίως δικαιώματα υπέρ του εκκαλούντος, όπως αυτό της μισθοδοσίας, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών αυτού.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη έφεση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη, ενώ, περαιτέρω, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Ε/1131/2023
Τροποποίηση-συμπλήρωση της υπό στοιχεία Ε/299/21-04-2023 κοινής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό «Πρόγραμμα ενίσχυσης των επιχειρήσεων περιφερειακού και τοπικού τύπου» (Β’ 2674).
Ε/1137/2023
Τροποποίηση-συμπλήρωση της υπό στοιχεία Ε/299/21-04-2023 κοινής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό «Πρόγραμμα ενίσχυσης των επιχειρήσεων περιφερειακού και τοπικού τύπου» (Β’ 2674).
ΕλΣυν.Ολομ/877/2016
Δημόσιος υπόλογος:Κατά συνέπεια, η επιβολή των προσαυξήσεων συνιστά μέτρο αποκατάστασης της περιουσιακής ζημίας του Δημοσίου, κατ’ ενάσκηση δέσμιας αρμοδιότητας, λόγω της αυθαίρετης παρακράτησης των σχετικών ποσών εκ μέρους του για σειρά ετών και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας, καθώς ελλείπει ο κυρωτικός χαρακτήρας του μέτρου αυτού. Εξάλλου, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι αυτός προέβαλε ότι οι επιβληθείσες προσαυξήσεις είναι υπέρμετρες, με την έννοια ότι δεν αντανακλούν την πραγματική ζημία του Δημοσίου, όφειλε να προσδιορίσει, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, γιατί και σε ποιο βαθμό οι προσαυξήσεις αυτές δεν συνδέονται με περιουσιακή ζημία και τους λόγους για τους οποίους, αν αυτό συμβαίνει, συνιστούν υπέρμετρη κύρωση σε βάρος του. Τέλος, η επικαλούμενη οικονομική και κοινωνική κατάσταση του εκκαλούντος, που σε κάθε περίπτωση βαρύνεται, με βάση τα προαναφερθέντα, με βαρεία αμέλεια όσον αφορά την πρόκληση του ελλείμματος, δεν αποτελεί νόμιμο λόγο απαλλαγής από την ευθύνη και απέρριψε στο σύνολό του τους σχετικούς λόγους έφεσης...
Ε/1025/2023
Τροποποίηση-συμπλήρωση της υπό στοιχεία Ε/299/21-04-2023 κοινής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό «Πρόγραμμα ενίσχυσης των επιχειρήσεων περιφερειακού και τοπικού τύπου» (Β’ 2674).
ΕΣ/ΤΜ.7/610/2016
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την κρινόμενη έφεση, όπως νομίμως αναπτύσσεται με το από 10.3.2014 υπόμνημα, ζητείται η ακύρωση της …/29.8.2012 απόφασης της Οικονομικής Επιθεωρήτριας της Οικονομικής Επιθεώρησης Κρήτης …, με την οποία καταλογίστηκε υπέρ του Δήμου …, καθολικού διαδόχου του ήδη καταργηθέντος Δήμου … (άρθρα 1 παρ. 2 περ. 10.Α.1 και 283 παρ. 3 του ν. 3852/2010) και σε βάρος του εκκαλούντος, πρώην Δημάρχου …, το ποσό των 17.659,29 ευρώ, που φέρεται ως έλλειμμα στη χρηματική διαχείριση του ως άνω Δήμου κατά τα έτη 1999 και 2000 (1.1.1999 έως 31.12.2000).(....)Περαιτέρω, κατά την κρίση του Τμήματος, οι ανωτέρω δαπάνες δεν νομιμοποιούνται με τις διατάξεις του άρθρου 26 παρ. 1 του ν. 3274/2004, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 29 παρ. 8 του ν. 3448/2006, καθόσον δεν συντρέχει η μία από τις σωρευτικά απαιτούμενες προϋποθέσεις νομιμοποίησής τους, δηλαδή δεν προβλέπονται από διάταξη νόμου, ούτε κατά τα προεκτεθέντα μπορούν να θεωρηθούν ως λειτουργικές, αφού δεν αποδείχθηκε ότι οι μεν δαπάνες κινητής τηλεφωνίας ικανοποιούσαν λειτουργική ανάγκη του δήμου και, ειδικότερα, αδήριτη υπηρεσιακή ανάγκη κατά τον κρίσιμο χρόνο, οι δε δαπάνες προμήθειας καυσίμων ότι συντέλεσαν άμεσα ή έμμεσα στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των σκοπών του Δήμου. Ωστόσο, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τη βαρύτητα των δημοσιονομικών παραβάσεων που διαπιστώθηκαν και το γεγονός ότι το επίδικο έλλειμμα προκλήθηκε από ελαφρά αμέλεια του εκκαλούντος και για το λόγο αυτό δεν καταλογίστηκαν σε βάρος του προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3801/2009 και, συνεπώς, περιορισμού του καταλογισθέντος σε βάρος του εκκαλούντος ποσού σε 8.500,00 ευρώ.Δέχεται εν μέρει την από 16.10.2012 έφεση του … του ….Μεταρρυθμίζει την …/29.8.2012 απόφαση καταλογισμού της Οικονομικής Επιθεωρήτριας της Οικονομικής Επιθεώρησης … του Υπουργείου Οικονομικών και περιορίζει το καταλογισθέν σε βάρος του εκκαλούντος ποσό σε οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (8.500,00 ευρώ).
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/389/2022
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την από 15.1.2015 έφεση ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 4687/139915/6.11.2014 πράξης του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του εκκαλούντος συνεταιρισμού το ποσό των 187.527,51 ευρώ, που φέρεται ότι εισέπραξε αχρεωστήτως ως οικονομική ενίσχυση για την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου «Εκσυγχρονισμός ελαιοτριβείου», το οποίο συγχρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) στο πλαίσιο των Κανονισμών 866/1990 και 951/1997, του Β΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ). Περαιτέρω, με την από 3.6.2015 έφεση ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 5158/150752/28.11.2014 πράξης του ίδιου ως άνω Γενικού Γραμματέα, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του εκκαλούντος συνεταιρισμού το ποσό των 67.695,22 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στους τόκους του προαναφερθέντος, καταλογισθέντος με την 4687/139915/6.11.2014, ποσού.(....)Τέλος, αλυσιτελώς προβάλλεται ότι είναι καταχρηστική η επιβολή τόκων σε βάρος του εκκαλούντος, δεδομένου ότι το κονδύλιο των τόκων αποτελεί αυτόθροη συνέπεια του καταλογισμού συγκεκριμένου ποσού, καθόσον προβλέπεται ρητά (βλ. άρθρα 5 και 6 της ΚΥΑ 2007892/461/27.5.1998) η υποχρέωση επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού ενίσχυσης εντόκως από την ημερομηνία καταβολής του στον δικαιούχο. Ως εκ τούτου και δεδομένου ότι το έντοκο της οφειλής προβλέπεται στο ισχύον κανονιστικό πλαίσιο, αποτελεί δε αναγκαίο παρακολούθημα του ανακτώμενου ποσού, επιβάλλεται κατά δεσμία αρμοδιότητα (πρβλ. ΕλΣυν Ι Τμ. 1857/2017).Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι κρινόμενες εφέσεις πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές και να μειωθεί ο καταλογισμός του εκκαλούντος στα 2/6 του καταλογισθέντος σε βάρος του ποσού με την 4687/139915/6.11.2014 πράξη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ήτοι στο ποσό των 62.509,16 ευρώ, πλέον των αναλογούντων στο ποσό αυτό τόκων.Συνεκδικάζει τις από 15.1.2015 (ΑΒΔ 82/16.1.2015) και από 3.6.2015 (ΑΒΔ 1174/5.6.2015) εφέσεις του Αγροτικού Συνεταιρισμού με την επωνυμία «…».Δέχεται εν μέρει τις εφέσεις αυτές.Μεταρρυθμίζει τις 4687/139915/6.11.2014 και 5158/150752/28.11.2014 πράξεις καταλογισμού του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
ΕλΣυν.ΕλάσσοναΟλομ/784/2016
Συντάξεις στρατιωτικών:Στην κρινόμενη υπόθεση, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δέχθηκε ότι ο ήδη αναιρεσίβλητος, που αποστρατεύθηκε αυτεπάγγελτα με το από 5.3.2003 π.δ/γμα ως ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του με το βαθμό του Αντιστρατήγου .. και συνολική υπερεικοσιεννεατή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία, δικαιούται κανονισμού της σύνταξής του, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 περ. θ΄ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 3016/2002) και 2 του ν. 2838/2000, με βάση το μηνιαίο βασικό μισθό του βαθμού του Αντιστρατήγου Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, τον οποίο έλαβε ένα μήνα πριν από την αποστρατεία του και όχι με βάση αυτόν του βαθμού Αντιστρατήγου Αρχηγού Γ.Ε.Σ..
ΕΣ/ΟΛΟΜ/1837/2019
Καταλογισμός...Το αίτημα του εκκαλούντος περί επιστροφής του ποσού του καταλογισμού που κατέβαλε πρέπει να απορριφθεί για τον λόγο ότι μη νομίμως με αυτό διευρύνεται το αντικείμενο της δίκης που ανοίχθηκε με το από 20.3.2014 δικόγραφο της έφεσης, αντικείμενο της οποίας αποτελεί μόνο ο έλεγχος της νομιμότητας της εκκαλούμενης καταλογιστικής πράξης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτή πράξη να επιστραφεί στον εκκαλούντα το παράβολο της έφεσης και συνεκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 εδ. δ΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981όπως το τελευταίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006 (Α΄ 135).Αναιρεί την 1938/2015 απόφαση του ΙV Τμήματος.