Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ1/160/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Τα έξοδα εκτελέσεως βαρύνουν τον οφειλέτη ευθέως εκ του νόμου, χωρίς να απαιτείται για το λόγο αυτό η δικαστική εκκαθάριση και επιδίκασή τους. Ούτε άλλωστε μπορούσαν να εκκαθαριστούν με την τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, ως τμήμα των δικαστικών εξόδων, αφού αυτή αφορά δαπάνες της διαγνωστικής δίκης και εξορισμού δεν μπορούν να περιλάβει και έξοδα που εντάσσονται στην ακολουθούσα διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/2080/2014

Με τις ανωτέρω διατάξεις(356/1974) οργανώνεται συνεκτικό σύστημα εισπράξεως δημοσίων εσόδων, με σκοπό το μεν να καθίσταται δυνατή και να μη ματαιώνεται η, συνταγματικώς άλλωστε επιβαλλομένη (άρθρο 4 παράγραφος 5 του Συντάγματος), είσπραξη των χρεών προς το Δημόσιο, με παράλληλη, όμως, έγκαιρη ενημέρωση του οφειλέτη του Δημοσίου, ο οποίος δύναται να ασκεί επικαίρως τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που του παρέχει ο νόμος. Στο πλαίσιο αυτό, ο οφειλέτης του Δημοσίου, εις βάρος του οποίου έχει ήδη γίνει η εν ευρεία εννοία βεβαίωση του οφειλομένου ποσού, την οποία μπορεί, κατά κανόνα, να αμφισβητήσει δικαστικώς, με την διεξαγωγή διαγνωστικής δίκης, πληροφορείται, με κοινοποίηση προς αυτόν της ταμειακής βεβαιώσεως του χρέους ή της ατομικής ειδοποιήσεως, την νομιμότητα της οποίας δύναται, βεβαίως, να αμφισβητήσει δικαστικώς, με την διεξαγωγή δίκης περί την εκτέλεση, ότι υπάρχει πλέον εις βάρος του νόμιμος τίτλος (εν στενή εννοία βεβαίωση) και ότι έχει ήδη καταστεί οφειλέτης. Εννοείται ότι, χωρίς την κοινοποίηση αυτή, δεν μπορεί να χωρήσει εγκύρως η περαιτέρω διαδικασία (βλ. ΣτΕ 1566/2012, 4417/2011). Έννομη συνέπεια τούτου είναι το μεν ότι ο οφειλέτης γνωρίζει ευθέως εκ του νόμου (άρθρο 5 ΚΕΔΕ) πότε το βεβαιωμένο χρέος του καθίσταται ληξιπρόθεσμο, το δε, ευθέως πάλι εκ του νόμου (άρθρο 7 ΚΕΔΕ), ότι από την επομένη της ημέρας κατά την οποία το χρέος κατέστη ληξιπρόθεσμο, είναι δυνατή η λήψη εις βάρος του αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη του χρέους. Ένα από τα αναγκαστικά αυτά μέτρα είναι, κατά το άρθρο 9 του ΚΕΔΕ, η κατάσχεση κινητών και απαιτήσεων του οφειλέτη του Δημοσίου εις χείρας τρίτου. Η διαδικασία λήψεως του μέτρου αυτού οργανώνεται στα άρθρα 30 και επόμενα του ΚΕΔΕ. Προς τούτο συντάσσεται κατασχετήριο έγγραφο, κοινοποιούμενο στον τρίτο και όχι στον οφειλέτη. Η μη κοινοποίηση στον οφειλέτη οφείλεται στον προφανή λόγο ότι, αν αυτός επληροφορείτο την επικειμένη λήψη του μέτρου, θα έσπευδε να εισπράξει από τον τρίτο τα οφειλόμενα σ’ αυτόν χρήματα ή απαιτήσεις ή θα ανελάμβανε τα εις χείρας τρίτου κινητά του, με συνέπεια, βεβαίως, να καθίσταται αδύνατη η εξ αυτών ικανοποίηση της αξιώσεως του Δημοσίου.


ΝΣΚ/57/2010

Επίσπευση αναγκαστικής εκτελέσεως βάσει αντιγράφου εξ απογράφου επικυρωμένου από δικηγόρο. Με βάση τα προεκτεθέντα, η δυνατότητα των δικηγόρων να επικυρώνουν αντίγραφα προερχόμενα και από άλλες, πλην των διοικητικών, αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 52 του Κώδικα Δικηγόρων, το οποίο δεν εθίγη από τη θέση σε ισχύ της διατάξεως του άρθρου 16 του Ν. 3345/2005, εξακολουθεί υφισταμένη και ως εκ τούτου στην εξεταζόμενη περίπτωση συννόμως μπορεί να κινηθεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως,με βάση αντίγραφο απογράφου επικυρωμένο από δικηγόρο, χωρίς η ενέργεια του αυτή καθεαυτήν να μπορεί να θεμελιώσει βάσιμο λόγο ανακοπής κατ'άρθρο 933 Κ. Πολ. Δ.

ΕλΣυν/Τμ.1/149/2013

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης-προσκόμιση εγγυητικής επιστολής.Κατά την συμμόρφωση της Διοικήσεως σε τελεσίδικη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που υπόκειται σε ένδικα μέσα, διά της οποίας αναγνωρίζεται χρηματική αξίωση σε βάρος του Δημοσίου, δεν απαιτείται η κατάθεση από τον δικαιούχο εγγυητικής επιστολής, ισόποσης προς την αναγνωριζόμενη με την απόφαση αξίωση, καθόσον η προσκόμιση τέτοιων επιστολών απαιτείται μόνο σε περίπτωση εκτελέσεως δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων. Συνακόλουθα, στο πλαίσιο του κατ’ άρθρο 98 του Συντάγματος (βλ. και άρθρο 17 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 του Κώδικος Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο) προληπτικού ελέγχου των δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο που προηγείται της εκταμιεύσεως του δημοσίου χρήματος, όταν πρόκειται για ικανοποίηση χρηματικής αξιώσεως αναγνωρισθείσης με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ακόμη και όταν αυτή υπόκειται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την εξέταση της υπάρξεως αξιώσεως στο πρόσωπο του φερομένου ως δικαιούχου δεσμεύεται από το δεδικασμένο της αποφάσεως αυτής που παρήχθη στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. 7ης Γεν. Συν/σεως της 19.3.2003, Θέμα Α΄, άρθρο 17 παρ. 3 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 παρ. 3). Συντρεχουσών δε και των λοιπών προϋποθέσεων νομιμότητος και κανονικότητος της δαπάνης το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου τίτλου πληρωμής, δοθέντος ότι η εκταμίευση συνιστά την αναγκαία πράξη συμμορφώσεως προς το περιεχόμενο της δικαστικής αποφάσεως κατά τα άρθρα 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 1 του ν. 3068/2002, χωρίς να συνιστά πρόσθετο όρο νομιμότητος της δαπάνης και κανονικότητος της πληρωμής η προσκόμιση εγγυητικής επιστολής εκ μέρους του δικαιούχου της απαιτήσεως.


Δ.Εφ.Αθ/1042/2009

Περίληψη : Σε περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων χρεών, εάν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ορίσει κατά την καταβολή το χρέος που θέλει να εξοφληθεί. Το ίδιο δικαίωμα έχει ο οφειλέτης και αν το χρέος αποτελείται από κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Εάν στην περίπτωση αυτή ο οφειλέτης δεν ορίσει διαφορετικά κατά την καταβολή, η παροχή καταλογίζεται πρώτα στα έξοδα, έπειτα στους τόκους και τελευταία στο κεφάλαιο, ενώ αν ο οφειλέτης ορίσει άλλη σειρά, διαφορετική από αυτήν, ο δανειστής μπορεί να αρνηθεί την αποδοχή της παροχής, αν όμως έλαβε και κράτησε την παροχή, όπως όρισε τον καταλογισμό της ο οφειλέτης, είναι υποχρεωμένος να την καταλογίσει σύμφωνα με τη θέληση του οφειλέτη. Καταβολή εργοληπτικού ανταλλάγματος νομιμοτόκως.


ΕλΣυυν/Τμ.1(ΚΠΕ)/149/2013

Στο πλαίσιο του κατ’ άρθρο 98 του Συντάγματος (βλ. και άρθρο 17 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 του Κώδικος Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο) προληπτικού ελέγχου των δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο που προηγείται της εκταμιεύσεως του δημοσίου χρήματος, όταν πρόκειται για ικανοποίηση χρηματικής αξιώσεως αναγνωρισθείσης με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ακόμη και όταν αυτή  υπόκειται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την εξέταση της υπάρξεως αξιώσεως στο πρόσωπο του φερομένου ως δικαιούχου δεσμεύεται από το δεδικασμένο της αποφάσεως αυτής που παρήχθη στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. 7ης Γεν. Συν/σεως της 19.3.2003, Θέμα Α΄, άρθρο 17 παρ. 3 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 παρ. 3). Συντρεχουσών δε και των λοιπών προϋποθέσεων νομιμότητος και κανονικότητος της δαπάνης το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου τίτλου πληρωμής, δοθέντος ότι η εκταμίευση συνιστά την αναγκαία πράξη συμμορφώσεως προς το περιεχόμενο της δικαστικής αποφάσεως κατά τα  άρθρα 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 1 του ν. 3068/2002, χωρίς να συνιστά πρόσθετο όρο νομιμότητος της δαπάνης και κανονικότητος της πληρωμής η προσκόμιση εγγυητικής επιστολής εκ μέρους του δικαιούχου της απαιτήσεως. 

ΕλΣυν/ΚΠΕ.Τμ.1/271/2013

Δικαστικός συμβιβασμός.(...)Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι τα Πρακτικά Συνεδριάσεως της 18ης Δεκεμβρίου 2012 του Ειρηνοδικείου…, τα οποία φέρουν τα αναγκαία εξωτερικά στοιχεία του κατά νόμον τύποις υποστατού αυτών, ήτοι υπογραφή του οικείου Ειρηνοδίκη και του Γραμματέως αποτελούν τίτλο εκτελεστό, κατ’ άρθρο 904 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τούτο δε, διότι η διάταξη του άρθρου 1  του ν. 3068/2002, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3301/2004, περί μη εκτελεστότητος, μεταξύ άλλων τίτλων,  και των πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού, δεν είναι συμβατή προς τις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6  της ΕΣΔΑ και 2 και 14 του ΔΣΠΑΠΔ), στα οποίο εντάσσεται και το δικαίωμα αναγκαστικής εκτελέσεως για την ικανοποίηση αξιώσεων του ουσιαστικού δικαίου, όπως αυτό οργανώνεται νομοθετικώς στα άρθρα 904 επ. ΚΠολΔ, που περιλαμβάνει μεταξύ των εκτελεστών τίτλων και τα πρακτικά των ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν δικαστικό συμβιβασμό (άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ΄ του ΚΠολΔ). Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την διενέργεια του εξωτερικού προληπτικού ελέγχου της νομιμότητος της απορρέουσας από τα πρακτικά αυτά δαπάνης, δεν δύναται να αμφισβητήσει το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, καθόσον μία τέτοια αμφισβήτηση συνιστά αντικείμενο διαγνωστικής δίκης ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου, η οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την διαδικασία του προληπτικού ελέγχου της δαπάνης, όπως βασίμως προβάλλει ο Δήμος …με το από 8.4.2013 έγγραφο του Νομικού του Συμβούλου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο Επίτροπος με την έκθεση διαφωνίας του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΠΡΑΚΤΙΚΑ/Τ4/3η/2009

Διοικητικό Εφετείο Πειραιά.Επιδίκαση τόκων που οφείλονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 2842/2000, ήτοι με βάση υπολογισμού το εκάστοτε καθοριζόμενο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιτόκιο υπερημερίας.Η ισχύς του δεδικασμένου, στα πλαίσια του ασκούμενου από το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχου, είναι αποτέλεσμα της διαγνωστικής διαδικασίας για το νόμω και ουσία βάσιμο της απαίτησης που προηγείται δια της σχετικής δικαστικής απόφασης. Δοθέντος, περαιτέρω, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 197 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (πρβλ. τα άρθρα 321 επομ. Κ.Πολ.Δικ), με την ισχύ του δεδικασμένου περιβάλλεται η τελεσίδικη κρίση του δικαστηρίου περί του παραδεκτού και της υπόστασης ή όχι του ουσιαστικού δικαιώματος, που κατέστη αντικείμενο της δίκης με την υποβολή αίτησης παροχής εννόμου προστασίας ως προς αυτό, η έκταση του δεδικασμένου και της συναφούς δέσμευσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου προσδιορίζονται από το περιεχόμενο του αιτήματος που απευθύνθηκε στο δικαστήριο, καλύπτει δε και τη διάταξη για την εκπλήρωση της παροχής, όπως αυτή περιγράφεται στην απόφαση, ως προς το χρόνο, τον τόπο και τους λοιπούς όρους της εκπλήρωσής της (βλ. την 101/2006 Πράξη VII Τμ. Ελ. Συν.).


ΝΣΚ/460/2013

Ζητήματα σχετιζόμενα με τη συμμόρφωση της Διοίκησης προς τελεσίδικη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά και εφαρμογή ή μη της διατάξεως της παρ.1 του άρθρου 4 του ν. 3068/2002 περί αναγκαστικής εγγυοδοσίας εκ μέρους της προμηθεύτριας εταιρείας. Η γνωμοδότηση πραγματεύεται, υπό συγκεκριμένο πραγματικό, ζητήματα σχετιζόμενα με τον τρόπο συμμόρφωσης της Διοίκησης προς την ακυρωτικού χαρακτήρα υπ’ αριθμ. 160/2013 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, την καταβολή ή μη τόκων στην προμηθεύτρια εταιρεία και την εφαρμογή ή μη της διατάξεως της παρ.1 του άρθρου 4 του ν. 3068/2002 περί αναγκαστικής εγγυοδοσίας εκ μέρους αυτής, στα πλαίσια εκτέλεσης της ως άνω αποφάσεως. Το τρίτο ερώτημα, κατά την ομόφωνη γνώμη του Τμήματος, πρέπει να παραπεμφθεί, λόγω της μείζονος σπουδαιότητας, στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 παρ.3 του Οργανισμού του ΝΣΚ (ν. 3086/2002, Α΄ 324). 

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/271/2013

Καταβολή μισθοδοσίας σε υπαλλήλους Δήμου:..Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι τα Πρακτικά Συνεδριάσεως της 18ης Δεκεμβρίου 2012 του Ειρηνοδικείου .., τα οποία φέρουν τα αναγκαία εξωτερικά στοιχεία του κατά νόμον τύποις υποστατού αυτών, ήτοι υπογραφή του οικείου Ειρηνοδίκη και του Γραμματέως αποτελούν τίτλο εκτελεστό, κατ’ άρθρο 904 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τούτο δε, διότι η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3301/2004, περί μη εκτελεστότητος, μεταξύ άλλων τίτλων, και των πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού, δεν είναι συμβατή προς τις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 2 και 14 του ΔΣΠΑΠΔ), στα οποίο εντάσσεται και το δικαίωμα αναγκαστικής εκτελέσεως για την ικανοποίηση αξιώσεων του ουσιαστικού δικαίου, όπως αυτό οργανώνεται νομοθετικώς στα άρθρα 904 επ. ΚΠολΔ, που περιλαμβάνει μεταξύ των εκτελεστών τίτλων και τα πρακτικά των ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν δικαστικό συμβιβασμό (άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ΄ του ΚΠολΔ). Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την διενέργεια του εξωτερικού προληπτικού ελέγχου της νομιμότητος της απορρέουσας από τα πρακτικά αυτά δαπάνης, δεν δύναται να αμφισβητήσει το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, καθόσον μία τέτοια αμφισβήτηση συνιστά αντικείμενο διαγνωστικής δίκης ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου, η οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την διαδικασία του προληπτικού ελέγχου της δαπάνης, όπως βασίμως προβάλλει ο Δήμος ... με το από 8.4.2013 έγγραφο του Νομικού του Συμβούλου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο Επίτροπος με την έκθεση διαφωνίας του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.(..)Κατ’ ακολουθίαν αυτών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.


ΝΣΚ/185/2014

Άρση κατασχέσεως Δημοσίου εις χείρας τρίτου, λόγω απαγορεύσεως αναγκαστικής εκτελέσεως. Το Δημόσιο οφείλει να προβεί σε άρση κατασχέσεων εις χείρας πιστωτικού ιδρύματος, ως τρίτου, χρηματικών απαιτήσεων προβληματικών επιχειρήσεων -υπαγομένων στο καθεστώς της ειδικής εκκαθαρίσεως των άρθρων 46 και 46α του ν. 1892/1990- για τις οποίες χρηματικές απαιτήσεις υπεβλήθησαν από το πιστωτικό ίδρυμα θετικές δηλώσεις και εν συνεχεία ανεκλήθησαν, διότι οι κατασχέσεις αυτές επεβλήθησαν κατά παράβαση της διατάξεως της παρ.4 του άρθρου 46 του ν. 1892/1990, η οποία απαγορεύει την αναγκαστική εκτέλεση. (ομοφ.)