Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΠΡΑΚΤΙΚΑ/Τ4/3η/2009

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 496/1974, 2842/2000

Διοικητικό Εφετείο Πειραιά.Επιδίκαση τόκων που οφείλονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 2842/2000, ήτοι με βάση υπολογισμού το εκάστοτε καθοριζόμενο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιτόκιο υπερημερίας.Η ισχύς του δεδικασμένου, στα πλαίσια του ασκούμενου από το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχου, είναι αποτέλεσμα της διαγνωστικής διαδικασίας για το νόμω και ουσία βάσιμο της απαίτησης που προηγείται δια της σχετικής δικαστικής απόφασης. Δοθέντος, περαιτέρω, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 197 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (πρβλ. τα άρθρα 321 επομ. Κ.Πολ.Δικ), με την ισχύ του δεδικασμένου περιβάλλεται η τελεσίδικη κρίση του δικαστηρίου περί του παραδεκτού και της υπόστασης ή όχι του ουσιαστικού δικαιώματος, που κατέστη αντικείμενο της δίκης με την υποβολή αίτησης παροχής εννόμου προστασίας ως προς αυτό, η έκταση του δεδικασμένου και της συναφούς δέσμευσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου προσδιορίζονται από το περιεχόμενο του αιτήματος που απευθύνθηκε στο δικαστήριο, καλύπτει δε και τη διάταξη για την εκπλήρωση της παροχής, όπως αυτή περιγράφεται στην απόφαση, ως προς το χρόνο, τον τόπο και τους λοιπούς όρους της εκπλήρωσής της (βλ. την 101/2006 Πράξη VII Τμ. Ελ. Συν.).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/359/2013

Συμβασιούχοι – Ασφαλιστικά μέτρα – «Προσωρινό δεδικασμένο» – Υποχρέωση αποδοχής από το Δημόσιο της παροχής από αυτούς εξαρτημένης εργασίας – Τρόπος πληρωμής αυτών. Α. Ενόψει του προσωρινού δεδικασμένου, που απορρέει από τις υπ’ αριθμ. 10600/2011 και 5075/2012 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων), το Ελλ. Δημόσιο υποχρεούται να αποδέχεται προσωρινά τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες των αιτούντων- συμβασιούχων μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας κυρίας αγωγής αυτών, υπό τον όρο ότι θα τηρηθούν οι προϋποθέσεις, που ορίζουν: α) η παράγραφος 2 του άρθρου 672Α του Κ.Πολ.Δικ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 105 παρ.4 του ν. 4172/2013 και β) η μεταβατική διάταξη του άρθρου 106 παρ.1 του άνω ν. 4172/2013 και Β. Εφόσον το αντικείμενο του έργου για το οποίο προσελήφθησαν έχει ήδη ολοκληρωθεί, αυτοί δικαιούνται τις αποδοχές που λαμβάνει το αντίστοιχο προσωπικό που παρέχει στο Δημόσιο υπηρεσίες στο πλαίσιο έγκυρης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας (και όχι έργου) με τα ίδια επαγγελματικά προσόντα. (ομοφ.)

ΝΣΚ/359/2013

ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΙ, ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ, ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟ, ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΝΝΟΙΑ, ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ, ΜΙΣΘΩΣΗ ΕΡΓΟΥ, ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ, ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ.Α. Ενόψει του προσωρινού δεδικασμένου, που απορρέει από τις υπ’ αριθμ. 10600/2011 και 5075/2012 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων), το Ελλ. Δημόσιο υποχρεούται να αποδέχεται προσωρινά τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες των αιτούντων- συμβασιούχων μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας κυρίας αγωγής αυτών, υπό τον όρο ότι θα τηρηθούν οι προϋποθέσεις, που ορίζουν: α) η παράγραφος 2 του άρθρου 672Α του Κ.Πολ.Δικ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 105 παρ.4 του ν. 4172/2013 και β) η μεταβατική διάταξη του άρθρου 106 παρ.1 του άνω ν. 4172/2013 και Β. Εφόσον το αντικείμενο του έργου για το οποίο προσελήφθησαν έχει ήδη ολοκληρωθεί, αυτοί δικαιούνται τις αποδοχές που λαμβάνει το αντίστοιχο προσωπικό που παρέχει στο Δημόσιο υπηρεσίες στο πλαίσιο έγκυρης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας (και όχι έργου) με τα ίδια επαγγελματικά προσόντα. (ομοφ.)

ΕΣ/ΤΜ.4/170/2011 (Β΄ΔΙΑΚΟΠΩΝ)

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝΜε τα δεδομένα αυτά και ενόψει του ύψους του αντικειμένου της σύμβασης, αυτή έπρεπε να γίνει εγγράφως και συνεπώς η έλλειψη του εγγράφου συμβάσεως με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών καθαριότητας από την ως άνω εταιρεία καθιστά άκυρη τη σύμβαση, χωρίς η ακυρότητα αυτή να αίρεται από το γεγονός ότι η κοινοπραξία εκπλήρωσε τελικά τη σύμβαση που της ανατέθηκε, διότι η εκτέλεση της σύμβασης καλύπτει μόνο την έλλειψη εγγράφου τύπου της αποδοχής. Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι το από 24.3.2010 (αρ. πρωτ. Γ.Ν.Τ. 5659/24.3.2010) έγγραφο της κοινοπραξίας συνιστά αποδοχή της προτάσεως του Νοσοκομείου για την παράταση της από 26.1.2007 συμβάσεως, όπως κατά τη διατύπωσή του φέρεται, καθώς δεν προηγήθηκε σχετική απόφαση των αρμόδιων οργάνων του Νοσοκομείου να παραταθεί η εν λόγω σύμβαση είτε να ανατεθεί απευθείας, ώστε να ακολουθήσει σχετική πρόταση απευθυντέα προς την κοινοπραξία. Το δε ερώτημα που απευθύνθηκε προς την κοινοπραξία με το 4376/10.3.2010 έγγραφο της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών του Νοσοκομείου, χωρίς να προηγηθεί σχετική απόφαση από τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου, είχε ως αποτέλεσμα την, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό του από 24.3.2010 εγγράφου της, υποβολή από την κοινοπραξία το πρώτον εγγράφου δηλώσεως ενδιαφέροντος προς το Νοσοκομείο για τη σύναψη συμβάσεως, στο έγγραφο δε αυτό το Νοσοκομείο ουδέποτε απάντησε μέσω των αρμοδίων οργάνων του με έγγραφη πρόταση, ώστε να θεωρηθεί ότι καταρτίστηκε σύμβαση βάσει της προτάσεως και του πραγματικού γεγονότος της παροχής των υπηρεσιών καθαριότητας τις οποίες τα μέρη θέλησαν αντικείμενο συμβάσεως. Ούτε, τέλος, μπορεί να θεωρηθεί η από 22.3.2011 απόφαση του Δ.Σ. του Νοσοκομείου ως νόμιμη απόφαση ανάθεσης των ως άνω υπηρεσιών, καθώς ανεπιτρέπτως ελήφθη με αναδρομική ισχύ και μάλιστα μετά το πέρας του χρόνου κατά τον οποίο παρασχέθηκαν οι εν λόγω υπηρεσίες. Επομένως οι λόγοι διαφωνίας του Επιτρόπου ότι οι υπηρεσίες καθαριότητας παρασχέθηκαν χωρίς προηγούμενη απόφαση του αρμόδιου να αποφασίσει την ανάθεσή τους οργάνου του Νοσοκομείου και χωρίς να υπογραφεί σχετική σύμβαση παρίσταται βάσιμος. Εξάλλου, είναι απορριπτέο το αίτημα του Νοσοκομείου για τη νομιμοποίηση της εν λόγω δαπάνης κατ’ εφαρμογή των ρυθμίσεως του άρθρου 27 παρ. 9 Ν. 3867/2010, διότι κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη IV, από τη διάταξη αυτή δεν καταλαμβάνονται οι δαπάνες που αφορούν σε συμβάσεις υπηρεσιών. Όμως, το Τμήμα κρίνει ότι τα όργανα του Νοσοκομείου δεν έδρασαν με πρόθεση καταστρατηγήσεως των οικείων διατάξεων, δεδομένου ότι οι προαναφερόμενες πλημμέλειες και ολιγωρίες δεν ανήκουν στη σφαίρα δράσεως των οργάνων του Γενικού Νοσοκομείου ....., το οποίο ενέκρινε, ήδη εντός του χρονικού διαστήματος της αρχικής συμβάσεως, με την 76/8.2.2008 απόφαση του Δ.Σ. αυτού, τη διενέργεια ανοικτού διαγωνισμού για την ανάθεση των υπηρεσιών καθαριότητας, προϋπολογιζόμενης δαπάνης 963.000 ευρώ, αλλά σε αυτή των προαναφερομένων φορέων και συγκεκριμένα του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και της, μετά την πλήρη εφαρμογή του ν.3580/2007, αρμόδιας Επιτροπής Προμηθειών Υγείας (Ε.Π.Υ.). Τούτο δε διότι το μεν Υπουργείο δεν ενέκρινε, ενόσω ήταν αρμόδιο, τη σκοπιμότητα της διενέργειας του ανωτέρω διαγωνισμού, η δε Ε.Π.Υ. ως αρμόδιος φορέας (μετά την πλήρη εφαρμογή του ανωτέρω νόμου από τις 19.6.2008 –βλ. άρθρο 13 αυτού) δεν χορήγησε εξουσιοδότηση για τη διενέργειά του στο Νοσοκομείο ή στην αρμόδια Υ.ΠΕ. αλλά στη ….. (βλ. το 3290/16.2.2009 έγγραφο της Επιτροπής), η οποία μολονότι ήταν αρμόδια κατά το άρθρο 6 του ν.3580/2007 για τη διενέργεια του διαγωνισμού, δεν προέβη, σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, στην προκήρυξη και διεξαγωγή αυτού, με αποτέλεσμα μόλις στις 2.2.2010 να εξουσιοδοτηθεί το Νοσοκομείο για τη διεξαγωγή του διαγωνισμού, για τον οποίο έπρεπε να αναμείνει την εκ νέου έγκριση τεχνικών προδιαγραφών από την Ε.Π.Υ. (η οποία συντελέστηκε στις 25.5.2010) πριν προβεί στην προκήρυξή του. Επομένως, κρίνεται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση και λόγω της πιεστικής ανάγκης για τον καθαρισμό των χώρων του Νοσοκομείου, καθώς και της συγχύσεως που επικρατούσε σε σχέση με το ποιος ήταν ο υπόχρεος για τη διενέργεια του ανοικτού διαγωνισμού, τα όργανα του Νοσοκομείου έδρασαν κατά συγγνωστή πλάνη και, συνεπώς, για αυτόν και μόνο τον λόγο το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα είναι θεωρητέο.


ΕλΣυνΤμ.4/153/2006

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΥ:Συνεπώς, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη, η έκδοση των τιμολογίων στις 28.2.2006 παραβιάζει μεν τη διάταξη της παραγράφου 15 του άρθρου 12 του π.δ/τος 186/1992, και δύναται να επισύρει την επιβολή κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πλην όμως, νομίμως αναγνωρίζεται η αξίωση της εταιρείας …. καθώς προσκομίζονται τα οικεία τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, τα οποία παρά την έκδοσή τους σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου παροχής των υπηρεσιών, αποτελούν νόμιμο δικαιολογητικό (βλ. σχετ. την 50/1999 ad hoc πράξη του Τμήματος τούτου). Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι νόμιμη και πρέπει αυτό να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/108/2019

Εξόφληση ενοικίων:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη στερείται οποιουδήποτε νομίμου ερείσματος, διότι δεν προβλέπεται από το νόμο, δεν στηρίζεται σε νομίμως συναφθείσα σύμβαση ούτε έχει κριθεί με δικαστική απόφαση με δύναμη δεδικασμένου, ενώ και τα ανωτέρω μνημονευόμενα παραστατικά λειτουργικών δαπανών δεν παρουσιάζουν οποιαδήποτε νομίμως εκκαθαρισμένη απαίτηση αντίστοιχη προς την εντελλόμενη δαπάνη και τα λοιπά έγγραφα, κατά συνέπεια οι πρώτος και τρίτος λόγοι άρνησης θεώρησης του χρηματικού εντάλματος, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου τους, κρίνονται βάσιμοι. Ειδικότερα, ως προς τον πρώτο λόγο διαφωνίας, η διαγωνιστική διαδικασία που διενεργήθηκε κατά το έτος 2006 αφορούσε στη σύναψη μίσθωσης του ακινήτου μέχρι τις 16.3.2011, έκτοτε ουδέποτε διενεργήθηκε διαγωνισμός για τη σύναψη αντίστοιχης μισθωτικής σχέσης με το ίδιο μίσθιο ακίνητο για μεταγενέστερο χρονικό διάστημα. Η αποζημίωση χρήσης για την καθυστερημένη παράδοση του μισθίου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 34 του π.δ. 715/1979, μπορούσε να καταβληθεί μόνο για διάστημα, όχι μεγαλύτερο από δύο μήνες, μετά τις 16.3.2011, δηλαδή για τη χρήση του ακινήτου έως 16.5.2011, στο οποίο προφανώς η εντελλόμενη δαπάνη δεν ανάγεται. Επιπροσθέτως, μετά τη λήξη στις 16.3.2011 της μισθωτικής σχέσης μεταξύ του ... και της εκμισθώτριας του ακινήτου, δυνατότητα παράτασης της διάρκειάς της δεν υφίστατο, διότι δεν είχε συνομολογηθεί εξαρχής. Άλλωστε, η αρχική σύμβαση, είχε συναφθεί κατόπιν διαγωνισμού πριν από την ισχύ των διατάξεων του ν. 3518/2006 για διάστημα πενταετίας, που εξαντλούσε τη νομοθετικά θεσπιζόμενη ανώτατη επιτρεπτή χρονική διάρκεια των μισθώσεων ακινήτων για τις ανάγκες των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Ακόμα, η σιωπηρή αναμίσθωση του ακινήτου ρητώς απαγορευόταν από τις ισχύουσες διατάξεις. Τέλος, ουδέποτε η Διοικούσα Επιτροπή του … έλαβε την απαιτούμενη ειδικά αιτιολογημένη απόφαση απευθείας συμφωνίας για τη μίσθωση του ακινήτου, χωρίς τη διενέργεια διαγωνισμού, παράλληλα δε, ούτε προκύπτει ότι συνέτρεχαν επείγουσες και εξαιρετικές συνθήκες που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τέτοια απευθείας συμφωνία κατά παράκαμψη της διαγωνιστικής διαδικασίας, ακόμα δε και σε αυτή την περίπτωση η οικεία σύμβαση, δεν θα μπορούσε να καλύπτει τη χρήση του ακινήτου έως και το έτος 2016, το οποίο η εντελλόμενη δαπάνη αφορά, διότι δεν μπορούσε να έχει διάρκεια μεγαλύτερη των τριών ετών, αρχής γενομένης από τη λήξη της μισθωτικής σχέσης κατά το έτος 2011. Με δεδομένο ότι δεν τηρήθηκαν από τα αρμόδια όργανα του … οι προδιαληφθείσες ειδικές διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει τις μισθώσεις των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι οποίες, για μεν τη σύναψη μίσθωσης ακινήτου επιβάλλουν τη διενέργεια διαγωνισμού, κατ’ εξαίρεση δε και υπό προϋποθέσεις και περιστάσεις που δεν συντρέχουν εν προκειμένω, την απευθείας συμφωνία, ενώ ρητώς δεν επιτρέπουν ούτε την παράταση υφισταμένης μίσθωσης ούτε τη σιωπηρή αναμίσθωση, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη (πρβλ. Πράξεις IV Τμ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο IV Τμ. 15/2018). Τέλος, η συμφωνία «διακανονισμού» που επιτεύχθηκε κατά το έτος 2018, δεν έχει οποιοδήποτε νομοθετικό έρεισμα (πρβλ. άρθρο 15 «Ρύθμιση θεμάτων Εμπορικών Μισθώσεων» παρ. 1-10 ν. 4013/2011, Α 204). Περαιτέρω, η ίδια συμφωνία εκτιμώμενη ως σύμβαση αιτιώδους αναγνώρισης χρέους ή και ειδικά ως εξώδικος συμβιβασμός (Πράξεις IV Τμ. 47, 54, 59/2017, 7/2019), για τη νομιμότητά της προϋποθέτει προηγούμενη έγκυρη συμβατική σχέση, ωστόσο, εν προκειμένω, στηρίζεται σε ανύπαρκτη υποκείμενη αιτία, δεδομένου ότι δεν προκύπτει μίσθωση του ακινήτου για το κρίσιμο διάστημα, νομίμως συναφθείσα, επί έριδας ή αβεβαιότητας της οποίας επήλθε ο εν λόγω συμβιβασμός. Τέλος, ακόμα και αν θεωρηθεί ότι τα μέρη απέβλεψαν στην αφηρημένη (αναιτιώδη) υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους, τέτοια συμφωνία αντίκειται στην αρχή της νομίμου δράσεως της Διοικήσεως. Επομένως, η εντελλόμενη δαπάνη που ενσωματώνει αποζημίωση χρήσης ακινήτου και λειτουργικών δαπανών για τα κατά περίπτωση αναφερόμενα χρονικά διαστήματα, δεν θεμελιώνεται νομίμως στην προαναφερόμενη από 13.1.2018 συμφωνία, υπό οποιαδήποτε εκδοχή ως προς το αντικείμενο της ως σύμβασης.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.4/6/2018

Προμήθεια ανταλλακτικών ειδών(...)  Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο από την Επίτροπο λόγο διαφωνίας, η ελεγχόμενη δαπάνη, κατά παράβαση της αρχής της ειδικότητας των πιστώσεων, βάρυνε τον Κ.Α.Ε. 1899 «Διάφορες προμήθειες που δεν κατονομάζονται ειδικά», αντί του ορθού Κ.Α.Ε. 1439 «Λοιπές προμήθειες ειδών συντήρησης και επισκευής μηχανικού και λοιπού εξοπλισμού», ο οποίος αντιστοιχεί ειδικώς στο αντικείμενο της επίμαχης δαπάνης. Το Κλιμάκιο, ωστόσο, συνεκτιμώντας ότι α. η επισκευή της προαναφερθείσας μονάδας UPS ήταν αναγκαία και κατεπείγουσα για τη διασφάλιση της αδιάλειπτης παροχής ρεύματος προς τους ασθενείς και τον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό του Νοσοκομείου και β. ο ως άνω Κ.Α.Ε., ο οποίος καταλαμβάνει, κατά την περιγραφική διατύπωση του τίτλου του, κάθε μη κατονομαζόμενη ειδικώς προμήθεια, ναι μεν μη νομίμως επιβαρύνθηκε με την υπό κρίση προμήθεια, για την οποία προβλέπεται, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, ειδική πίστωση, πλην, όμως, παρουσιάζει εννοιολογική συνάφεια με την εν λόγω δαπάνη, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου ενήργησαν συγγνωστώς και χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/175/2019

Διαταγής πληρωμής. Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων,  το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση του προληπτικού ελέγχου των δαπανών υποχρεούται να συμμορφώνεται με διαταγές πληρωμής που έχουν αποκτήσει δύναμη δεδικασμένου, ενώ η εξέταση του ζητήματος της δικαιοδοσίας του πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου που τις εξέδωσε ανήκει αποκλειστικά στα δικαστήρια του οικείου κλάδου (Ολ. ΕΣ αποφ. 1023/2017, πρακτ. 3ηςΓεν. Συν/σης, 26.1.2011, Θ. Α ́ και Β ́, VIIΤμ. πράξεις 99, 77/2011, ΚΠΕΔ στο VIIΤμ. πράξεις 108/2016, 188/2013) Με τα δεδομένα αυτά, η 88/2018 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου  έχει αποκτήσει δύναμη δεδικασμένου και δεσμεύει κατά την άσκηση του προληπτικού ελέγχου των δαπανών το Ελεγκτικό Συνέδριο.


ΕΣ/ΤΜ.1/278/2010

ΑΠΩΛΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΩΝ:Εφάπαξ βοηθήματος για έξοδα κηδείας:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, τα ανωτέρω φωτοαντίγραφα αποδείξεων παροχής υπηρεσιών δεν αποτελούν νόμιμα δικαιολογητικά εκκαθάρισης και πληρωμής των εντελλόμενων με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπανών, όπως βάσιμα προβάλλεται από τη διαφωνούσα Επίτροπο. Κατόπιν αυτών και ανεξαρτήτως από το ύψος της εντελλόμενης με το 51, οικονομικού έτους 2010, χρηματικό ένταλμα,  δαπάνης, τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΕΣ/T7/0008/2007

Μη νόμιμη, καθόσον η 1η Σ.Σ. του ως άνω έργου δεν υποβλήθηκε στον προβλεπόμενο προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, παρά το ότι η προϋπολογισθείσα δαπάνη της (420.168,07 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.), αθροιζόμενη με την προϋπολογισθείσα δαπάνη της αρχικής σύμβασης (1.746.000,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.), υπερβαίνει το καθοριζόμενο όριο του 1.000.000,00 ευρώ


ΕΣ/Τ1/160/2007

Τα έξοδα εκτελέσεως βαρύνουν τον οφειλέτη ευθέως εκ του νόμου, χωρίς να απαιτείται για το λόγο αυτό η δικαστική εκκαθάριση και επιδίκασή τους. Ούτε άλλωστε μπορούσαν να εκκαθαριστούν με την τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, ως τμήμα των δικαστικών εξόδων, αφού αυτή αφορά δαπάνες της διαγνωστικής δίκης και εξορισμού δεν μπορούν να περιλάβει και έξοδα που εντάσσονται στην ακολουθούσα διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.