Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/213/2019

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3584/2007, 410/1988

Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:Σύμφωνα, ωστόσο, με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 197 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων και της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του π.δ. 410/1988, η παραμονή της ως άνω υπαλλήλου στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μετά και τη συμπλήρωση του 65 έτους της ηλικίας της, δοθέντος ότι δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο ελάχιστο αριθμό ενσήμων (4.500) για τη λήψη έστω μειωμένης σύνταξης. Ωστόσο, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η παραμονή της αυτή στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μόνο μέχρι τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που, όπως προκύπτει από την 785/12.5.2017 απόφαση απονομής σύνταξης του ΕΦΚΑ, συντελέστηκε στις 28.7.2015, και όχι μέχρι τη συμπλήρωση του 70ου έτους της ηλικίας της. Ως εκ τούτου, μετά την άνω ημερομηνία η εργασιακή της σχέση θα έπρεπε να λυθεί αυτοδικαίως με την έκδοση σχετικής διαπιστωτικής πράξης του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου. Το γεγονός αυτό, πέραν των τυχόν άλλων  συνεπειών, επηρεάζει και τη νομιμότητα της ελεγχόμενης δαπάνης, αφού το ύψος της οφειλόμενης αποζημίωσης απόλυσης προσδιορίζεται με βάση τις καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές, κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησης, και συναρτάται επίσης με τους συνολικούς μήνες νόμιμης απασχόλησης. Κατά συνέπεια και για το λόγο αυτό, μη νομίμως εκκαθαρίζεται στην υπάλληλο αποζημίωση απόλυσης, η οποία υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα απασχόλησής της (Δεκέμβριος 2016) και για χρόνο υπηρεσίας δεκαπέντε (15) ετών, εννέα (9) μηνών και είκοσι πέντε (25) ημερών. Ωστόσο, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο δεύτερος προβαλλόμενος από την Επίτροπο λόγος διαφωνίας, σύμφωνα με τον οποίο η καταβαλλόμενη αποζημίωση απόλυσης θα πρέπει να συμψηφιστεί με τις αποδοχές που έλαβε η πρώην υπάλληλος κατά το χρονικό διάστημα από 23.7.2013 έως 17.7.2014, κατά το οποίο τελούσε υπό καθεστώς διαθεσιμότητας. Και τούτο δοθέντος ότι αυτό δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, αφού με την περίπτωση 4.α.ι της υποπαραγράφου Ζ2 του ν. 4093/2012, όπως τροποποιήθηκε, εισάγεται ειδική ρύθμιση και θεσπίζεται ειδική περίπτωση αποζημίωσης απόλυσης, λόγω κατάργησης θέσης, στην περίπτωση μη μεταφοράς του υπαλλήλου που τέθηκε σε καθεστώς διαθεσιμότητας σε άλλη θέση και λύσης της εργασιακής του σχέσης, που αποδίδεται και τους μόνιμους υπαλλήλους, για τον υπολογισμό του ύψους της οποίας γίνεται κατά τα λοιπά παραπομπή στις ρυθμίσεις του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988 και ως προς την οποία αποκλειστικά επιβλήθηκε η υποχρέωση συμψηφισμού με τις ληφθείσες αποδοχές διαθεσιμότητας. Αν δε ο νομοθέτης επιθυμούσε τον συμψηφισμό των αποδοχών διαθεσιμότητας, ο χρόνος της οποίας θεωρείται, άλλωστε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 39 του ν. 4369/2016, όπως τροποποιήθηκε, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και λαμβάνεται υπόψη για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, με την αποζημίωση απόλυσης, κατά το χρόνο οριστικής αποχώρησης του υπαλλήλου από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, θα έπρεπε να το θεσπίσει ρητά.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/101/2019

Καταβολή αποζημίωσης απόλυσης σε υπαλλήλους Δημοτικού Βρεφονηπιακού σταθμού...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω στην σκέψη ΙΙ Β, οι ανωτέρω πρώην μόνιμες υπάλληλοι του εν λόγω δημοτικού βρεφονηπιακού σταθμού, που έλαβαν μειωμένη σύνταξη από το Ι.Κ.Α. –Ε.Τ.Α.Μ., δικαιούνται να λάβουν αποζημίωση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 204 παρ. 3 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. Περαιτέρω, η ασφάλιση των ανωτέρω συνταξιούχων στο πρώην Τ.Α.Δ.Κ.Υ. ή άλλο ταμείο επικουρικής ασφάλισης δεν αποτελεί αρνητική προϋπόθεση που αποκλείει την καταβολή σ΄ αυτές της αποζημίωσης βάσει των άρθρων  204 και 225 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνη είναι νόμιμη και, συνεπώς, αυτά πρέπει να θεωρηθούν.


ΕΣ/Τ1/14/2007

Εφάπαξ αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης.Εσφαλμένα συμπεριλήφθησαν στις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα απασχόλησης (επί των οποίων, κατά τη διάταξη του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988 , υπολογίζεται η επίμαχη αποζημίωση) και η αποζημίωση από Δ.Ι.Β.Ε.Ε.Τ..


Α.Π.1359/2015

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι η αποζημίωση του άρθρου 19 του ν. 993/1979 δεν είναι μέρος των αποδοχών των υπαλλήλων ούτε "απολαβή", υπό την έννοια της παροχής που δίδεται ως αντάλλαγμα για την προσφερόμενη εργασία, ούτε αποτελεί αποζημίωση λόγω αδικαιολογήτου πλουτισμού, αλλά έχει χαρακτήρα έκτακτης κατά την αποχώρηση ή απόλυση του υπαλλήλου οικονομικής ενίσχυσης του. Επομένως, η αξίωση καταβολής της ως άνω αποζημιώσεως δεν υπόκειται στη διετή παραγραφή που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του Ν.Δ. 496/1974 αλλά στην πενταετή παραγραφή που προβλέπεται από την παρ. 1 του ίδιου άρθρου (Ολ ΑΠ 4/2001, ΑΠ 1726/05, 556/11, 1065/2002). Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο έκρινε ότι η αξίωση της ενάγουσας - αναιρεσίβλητης για την καταβολή της ως άνω αποζημίωσης, την οποία εδικαιούτο να λάβει κατά την αποχώρησή της από το εναγόμενο - αναιρεσείον ΝΠΔΔ, στο οποίο υπηρετούσε με σύμβαση εργασίας, ιδιωτικού δικαίου, αορίστου χρόνου, υπάγεται στην πενταετή και όχι στη διετή παραγραφή και συνεπώς, δεν παραγράφηκε η αξίωσή της. Και τούτο γιατί δέχθηκε ότι από την ημερομηνία αποχώρησής της από την υπηρεσία (30-4-2010) έως την άσκηση της αγωγής της (41-2013) δεν παρήλθε πενταετία.


ΝΣΚ/55/2014

Προϋποθέσεις καταλογισμού σε βάρος υπαλλήλου ΙΔΑΧ, που απολύθηκε λόγω υπηρεσιακής ανεπάρκειας, του συνόλου των αποδοχών που έλαβε κατά την διάρκεια εκπαιδευτικής άδειας, λόγω αθέτησης της υποχρέωσης του άρθρου 58 παρ.7 του Ν. 3528/2007 – Ζητήματα παραγραφής της αξίωσης του Δημοσίου για επιστροφή των αποδοχών. Αθέτηση της υποχρέωσης των υπαλλήλων να υπηρετήσουν στο Δημόσιο, μετά τη λήξη της εκπαιδευτικής τους άδειας, για χρονικό διάστημα ίσο με το τριπλάσιο του χρόνου της άδειας, που ενεργοποιεί την υποχρέωση να επιστρέψουν τις αποδοχές που έλαβαν κατά το χρόνο της άδειας, συνιστά και η περίπτωση απόλυσης υπαλλήλου ΙΔΑΧ λόγω υπαίτιας υπηρεσιακής ανεπάρκειας. Η εκκρεμοδικία λόγω αίτησης ακύρωσης κατά της απόφασης απόλυσης, δεν αναστέλλει τον καταλογισμό των αποδοχών που ελήφθησαν παρανόμως κατ’ άρθρο 58 παρ.7 Ν. 3528/2007. Η αξίωση του Δημοσίου να καταλογίσει τις ως άνω αποδοχές έχει ήδη γεννηθεί με την απόλυση της υπαλλήλου, παραγράφεται μετά την πάροδο εικοσαετίας και η παραγραφή διακόπτεται με την έκδοση και επίδοση της καταλογιστικής απόφασης. (ομοφ.)

ΕλΣυν/Τμ.1/177/2012

Από το συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων των άρθρων 269 παρ. 8 Κ.Δ.Κ., 25 παρ. 2 του ν. 3613/2007 και 17 παρ. 2 του ν. 3812/2009 συνάγεται ότι σε περίπτωση μετατροπής αμιγούς δημοτικής επιχείρησης σε δημοτική ανώνυμη εταιρεία είναι δυνατή η μεταφορά του προσωπικού της, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στις ίδιες διατάξεις διαδικασία και με βάση τις υφιστάμενες ανάγκες, σε υπηρεσίες του οικείου Δήμου. Στο κατά τα ανωτέρω μεταφερόμενο προσωπικό εφαρμόζονται, ως προς τους όρους και το ύψος της αμοιβής της εργασίας του, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας που ισχύουν εκάστοτε για το προσωπικό των Ο.Τ.Α., λαμβανομένης υπόψη της προϋπηρεσίας που είχε αυτό στη δημοτική επιχείρηση από την οποία προέρχεται. Ο συνυπολογισμός, όμως, της προϋπηρεσίας του μεταφερόμενου προσωπικού, σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του νόμου, αφορά μόνο στην μισθολογική, και όχι στην εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση και βαθμολογική εξέλιξή του, για την οποία ισχύουν οι ειδικές διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (πρβλ. Πράξεις Ελ. Συν. Ι Τμ. 145/2011, 12/2009). Περαιτέρω, σύμφωνα με την πάγια νομολογία των πολιτικών δικαστηρίων (βλ. Α.Π. 166/1994, 1362/1990, 880/1982, Εφ. Αθ. 5423/2003), η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας δεν έχει μισθολογικό χαρακτήρα. Το ίδιο θα πρέπει να γίνει δεκτό και για την αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 204 του ν. 3584/2007, αφού ούτε από το γράμμα των σχετικών διατάξεων ή την αιτιολογική έκθεση του νόμου, ούτε από το σκοπό του νόμου, που είναι η διευκόλυνση της ανανέωσης του προσωπικού των Δήμων (πρβλ. απόφ. Α.Π. 723/1996), προκύπτει ότι η εν λόγω αποζημίωση έχει το χαρακτήρα μισθού. Κατά συνέπεια, η προϋπηρεσία του μεταφερόμενου προσωπικού στη δημοτική επιχείρηση από την οποία προέρχεται δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό της αποζημίωσης του άρθρου 204 παρ. 3 του ν. 3584/2007, καθόσον η αποζημίωση αυτή δεν συναρτάται με την μισθολογική κατάσταση και εξέλιξη του μεταφερόμενου προσωπικού.


ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)/111/2014

Αποζημίωση απόλυσης μεταφερθέντων υπαλλήλων

Νόμιμος ο συνυπολογισμός της προυπηρεσίας σε αμιγή δημοτική επιχείρηση, υπαλλήλου με σχέση εργασίας ι.δ.α.χ. που είχε μεταφερθεί σε Δήμο,  για τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσής του, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν.4257/2014. Ομοια πράξη 169/2014 του ιδίου Κλιμακίου
Μη κανονική όμως  η δαπάνη που αφορά στην καταβολή της αποζημίωσης αυτής, κατ’αρθ.169 παρ.1 εδ.γ’ Κ.Δ.Κ., καθόσον στις επισυναπτόμενες βεβαιώσεις του προέδρου της δημοτικής επιχείρησης και του Δημάρχου αναφέρεται διαφορετικός χρόνος προϋπηρεσίας του εργαζόμενου στην ανωτέρω δημοτική επιχείρηση, με συνέπεια να είναι αμφίβολος ο ακριβής χρόνος προϋπηρεσίας που θα πρέπει να προσμετρηθεί, για τον υπολογισμό της επίμαχης αποζημίωσης.

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/79/2017

Αποζημίωση υπερωριακής απασχόλησης.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι εν προκειμένω δεν απαιτείται εγκριτική προγενέστερη της υπερωριακής απασχόλησης της υπαλλήλου στο γραφείο βουλευτή υπουργική απόφαση ούτε ειδικότερη αιτιολόγησή της ενόψει της φύσης των καθηκόντων της υπαλλήλου. Συνεπώς, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο δεύτερος λόγος διαφωνίας. Ωστόσο, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον πρώτο λόγο διαφωνίας, μη νομίμως την αποζημίωση υπερωριακής απασχόλησης ανέλαβε σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του ο Δήμος .... Τούτο διότι, η μισθοδοσία της υπαλλήλου, λόγω της απόσπασής της στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και από τη θέση αυτή διάθεσή της σε Γραφείο Βουλευτή, δε βαρύνει τον προϋπολογισμό του φορέα προέλευσής της Δήμο ..., αλλά, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τον κρατικό προϋπολογισμό, συνακόλουθα και η αποζημίωση υπερωριακής απασχόλησης έπρεπε να βαρύνει τις πιστώσεις του κρατικού προϋπολογισμού. 


ΕλΣυν/Τμ.1/3η/2012/Πρακτικά

Σύμφωνα με το άρθρο 204 του ν. 3584/2007, το προσωπικό των Ο.Τ.Α. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που έχει συμπληρώσει τις προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης και δεν υπάγεται για τη χορήγησή της στην ασφάλιση του Δημοσίου, καθώς και το μόνιμο προσωπικό που επέλεξε ως κύριο ασφαλιστικό φορέα το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., λαμβάνει κατά την αποχώρησή του από την υπηρεσία αποζημίωση, η οποία υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα πλήρους απασχόλησής του. Η εν λόγω αποζημίωση, το ύψος της οποίας συναρτάται με τα έτη υπηρεσίας του δικαιούχου υπαλλήλου στον οικείο Ο.Τ.Α., βαρύνει τον προϋπολογισμό αυτού και είναι σαφώς διακριτή από την προβλεπόμενη στο άρθρο 56 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 3518/2006 αποζημίωση, την οποία λαμβάνουν κατά το χρόνο συνταξιοδότησής τους οι υπάλληλοι του πρώην Ε.Ο.Π. που μεταφέρθηκαν σε οργανικές ή προσωποπαγείς θέσεις των αναφερόμενων στο ν. 3106/2003 υπηρεσιών, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι υπηρεσίες των Δήμων που υποδέχθηκαν τους υπαλλήλους των Κ.Ε.Φ.Ο.. Η τελευταία αυτή αποζημίωση, που αναλογεί στα έτη υπηρεσίας των ως άνω υπαλλήλων στον καταργηθέντα Ε.Ο.Π., είναι ίση κατά ποσό με το εφάπαξ βοήθημα του ν. 103/1975, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί κατά το χρόνο της μεταφοράς τους, ενώ η δαπάνη για την καταβολή της καλύπτεται αποκλειστικά από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το οποίο επιχορηγεί με το ποσό της σχετικής αποζημίωσης τους φορείς, όπου υπηρετούσαν οι προαναφερόμενοι υπάλληλοι κατά το χρόνο αποχώρησής τους από την υπηρεσία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη σχετική Φ.80000/26268/1488/19.2.2008 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ Β΄ 326). Ενόψει των ανωτέρω, η αποζημίωση του άρθρου 204 του ν. 3584/2007 δεν σχετίζεται κατά οποιονδήποτε τρόπο και ειδικότερα όσον αφορά στο χρόνο υπηρεσίας που λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της με την αποζημίωση του άρθρου 56 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 3518/2006, καθόσον εκάστη εκ των προαναφερόμενων χρηματικών παροχών καθορίζεται αυτοτελώς με βάση τα διανυθέντα σε διαφορετικούς φορείς και κατά διάφορα χρονικά διαστήματα έτη υπηρεσίας του δικαιούχου υπαλλήλου.


ΝΣΚ/26/2020

Αναστολή εκτέλεσης επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής οριστικής παύσης σε υπάλληλο ΙΔΑΧ Δήμου με απόφαση των πειθαρχικών συμβουλίων του ν. 4057/2012 και θέση του σε κατάσταση αυτοδίκαιης αργίας. Υποχρεωτική η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ανωτέρω υπαλλήλου και του υπαλλήλου που υπηρετεί στο Δημόσιο και ν.π.δ.δ. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου από την αμετάκλητη επιβολή σε αυτούς της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης.(...)A) Προκειμένου να ανασταλεί η εκτέλεση επιβληθείσας με πειθαρχική απόφαση σε υπάλληλο Δήμου, συνδεόμενο με αυτόν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, απαιτείται, η ευδοκίμηση αιτήματός του ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου για χορήγηση αναστολής εκτελέσεως της απόφασης. Το γεγονός δε, της χορήγησης υπό του Δικαστηρίου αναστολής εκτελέσεως της πειθαρχικής απόφασης, με την οποία επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης στον ανωτέρω υπάλληλο, δεν εμποδίζει την υπό του αρμοδίου οργάνου έκδοση διοικητικής πράξης περί αυτοδίκαιης θέσης του σε κατάσταση αργίας. Β) Από την αμετάκλητη επιβολή στον υπάλληλο που υπηρετεί στο Δημόσιο και ν.π.δ.δ. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, καθώς και στον ανωτέρω υπάλληλο Δήμου της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, καθίσταται υποχρεωτική για το αρμόδιο όργανο η καταγγελία της σύμβασης εργασίας τους. Στην περίπτωση αυτή, δεν υπάρχει δυνατότητα τήρησης της προβλεπόμενης από τις παρ. 2 του άρθρου 53 του π.δ. 410/1988 και παρ. 3 του άρθρου 202 του ν. 3584/2007 διαδικασίας της προηγούμενης σύμφωνης αιτιολογημένης γνωμοδότησης του οικείου πειθαρχικού συμβουλίου. Η λύση της σύμβασης εργασίας τους επέρχεται από την ανακοίνωση της απόφασης καταγγελίας σε αυτούς, μεταξύ δε του αμετακλήτου της ποινής της οριστικής παύσης και της ανακοίνωσης της απόφασης καταγγελίας, η αυτοδίκαιη αργία τους συνεχίζεται (ομόφωνα).


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/35/2020

Καταβολή αποδοχών διαθεσιμότητας...Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙ, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η μετάταξη του φερόμενου ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος πληρωμής υπαλλήλου συνιστά υπηρεσιακή μεταβολή επαγόμενη τη λήξη της ισχύος της ειδικής άδειας που είχε χορηγηθεί στον ίδιο και την υπαγωγή του σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με τις προαναφερόμενες ειδικές διατάξεις. Επομένως, η υπό κρίση δαπάνη είναι μεν  καταρχήν και ως προς την ουσία της νόμιμη, πλην όμως μη κανονική, καθόσον η σχετική αξίωση του υπαλλήλου έχει ήδη υποκύψει στη διετή παραγραφή του εφαρμοστέου εν προκειμένω άρθρου 140 παρ. 3 του ν. 4270/2014. Συγκεκριμένα, η προθεσμία της παραγραφής εκκίνησε εν προκειμένω στις 16.8.2015, οπότε σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 2 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.3584/2007 – Α΄ 143) που ορίζει ότι ο μισθός προκαταβάλλεται στην αρχή κάθε δεκαπενθημέρου, γεννήθηκε η αξίωση για την καταβολή του μισθού του β΄ δεκαπενθημέρου του μήνα αυτού (15.8.2015) και κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη. Η ως άνω προθεσμία διεκόπη με την υποβολή της με αριθμ. πρωτ. 13059/24.8.2015 αιτήσεως του φερόμενου ως δικαιούχου και ξεκίνησε πάλι στις 27.8.2015, χρονολογία που φέρει η απάντηση της αρμόδιας αρχής επί της ανωτέρω αιτήσεως. Δοθέντος δε ότι οι 14823/21.9.2015, 17967/9.12.2016 και 18143/12.12.2017 αιτήσεις που υπεβλήθησαν στη συνέχεια δεν συνιστούν νέο διακοπτικό της παραγραφής γεγονός, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 143 του ν. 4270/2014, προκύπτει ότι η διετής προθεσμία της παραγραφής συμπληρώθηκε στις 27.8.2017, δηλαδή σε χρόνο προγενέστερο της εκκαθάρισης του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος πληρωμής, το οποίο εκδόθηκε στις 29.10.2018. Εξάλλου, δεδομένου ότι η ενταλματοποίηση παραγεγραμμένης απαίτησης δεν επιτρέπεται, η εν λόγω πλημμέλεια, που καθιστά τη δαπάνη μη κανονική, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο (βλ. Πρ. Κλιμ. Ι Τμ. 39/2016, 46/2017).