Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/541/2023

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:επιδιώκεται η αναίρεση της 585/2016 απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψεις 17 έως 25 της παρούσας, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένως εφάρμοσε το άρθρο 25 παρ. 1δ του Συντάγματος και την απορρέουσα από αυτό αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο, διότι, όπως προεκτέθηκε, όφειλε στο πλαίσιο εξέτασης του σχετικού προβαλλομένου λόγου έφεσης, να ερευνήσει με βάση την αρχή της αναλογικότητας και της δίκαιης ισορροπίας, αν με τον επιβληθέντα καταλογισμό, ο οποίος συνιστά επέμβαση σε περιουσιακό δικαίωμα του αναιρεσείοντος (σκέψη 25), επιτεύχθηκε δίκαιη ισορροπία μεταξύ του υπηρετούμενου δημοσίου σκοπού και της συνταγματικώς επιβεβλημένης προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των διακυβευόμενων περιουσιακών δικαιωμάτων του καταλογιζομένου υπαλλήλου που εθίγησαν από αυτόν και είτε να διαλάβει ειδική κρίση περί τον σεβασμό της αρχής αυτής, κατά την επιβολή του επίδικου καταλογισμού, είτε, στην αντίθετη περίπτωση, να προβεί σε επιμέτρηση του καταλογισθέντος ποσού στο αναγκαίο κατά την κρίση του μέτρο, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που αναφέρονται στη σκέψη 26 της παρούσας. Επομένως, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 δ Συντάγματος) και του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, κατ’ αποδοχή του οικείου λόγου αναίρεσης .Αναιρεί την 585/2016 απόφαση του ΙV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/1663/2009/ΟΛΟΜ

H διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, με την οποία θεσπίζεται, για τις οφειλές του Δημοσίου, επιτόκιο νόμιμο και υπερημερίας σε ποσοστό 6%, που είναι μικρότερο από το ποσοστό του γενικώς ισχύοντος αντίστοιχου επιτοκίου, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.


ΣΤΕ ΟΛΟΜ/2307/2014

Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ είναι αντίθετες στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, διότι, κατά τους αιτούντες, «τα δικαιώματα που συνδέονται με τη σχέση εξαρτημένης εργασίας (προσδιορισμός μισθού, ρύθμιση όρων εργασία με συλλογικές συμβάσεις ...)» θίγονται με την πράξη αυτή «στο βαθμό που αυτές [οι ρυθμίσεις] ισοδυναμούν με απαλλοτρίωση δικαιωμάτων που απορρέουν από τη σχέση εργασίας». Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος. Τούτο, διότι ναι μεν, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 668/2012 Ολομ), η αξίωση για καταβολή προβλεπόμενων από την νομοθεσία του συμβαλλόμενου κράτους αποδοχών αποτελεί περιουσία, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, εφ’ όσον συντρέχουν οι προβλεπόμενες για την καταβολή τους προϋποθέσεις, όμως με το τελευταίο αυτό άρθρο δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε μισθό ορισμένου ύψους. Δεν αποκλείεται, επομένως, κατ’ αρχήν, η διαφοροποίηση του ύψους του μισθού ανάλογα με τις επικρατούσες εκάστοτε συνθήκες. Κάθε δε επέμβαση σε περιουσιακής φύσεως αγαθό, υπό την ανωτέρω έννοια, πρέπει να προβλέπεται από νομοθετικές ή άλλου είδους κανονιστικές διατάξεις και να δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος, στους οποίους περιλαμβάνονται, κατ’ αρχήν, και λόγοι συναπτόμενοι προς την αντιμετώπιση ενός ιδιαιτέρως σοβαρού, κατά την εκτίμηση του εθνικού νομοθέτη, δημοσιονομικού προβλήματος. Η εκτίμηση δε του νομοθέτη ως προς την ύπαρξη λόγου δημοσίου συμφέροντος επιβάλλοντος τον περιορισμό περιουσιακού δικαιώματος και ως προς την επιλογή της ακολουθητέας πολιτικής για την εξυπηρέτηση του δημοσίου αυτού συμφέροντος υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο. Περαιτέρω, η επέμβαση στα περιουσιακά δικαιώματα πρέπει να είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού γενικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογη σε σχέση με αυτόν ... Συνεπώς, εν προκειμένω, εφ’ όσον, όπως κρίθηκε ανωτέρω στην σκέψη 23, οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012, θεωρούμενες στο σύνολό τους, δεν θίγουν τον πυρήνα των συνταγματικών δικαιωμάτων, που απορρέουν ιδίως από τα άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος, ούτε παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, οι ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζουν ούτε το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και, άρα, είναι απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως.. Επειδή, σύμφωνα με τις προηγούμενες σκέψεις, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές, κατά το μέρος που πλήττουν τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1, 2 και 4 της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012 και να απορριφθούν κατά τα λοιπά. Αντιστοίχως, πρέπει η παρέμβαση του ... να απορριφθεί, κατά το μέρος που αφορά τις διατάξεις αυτές της προσβαλλόμενης ΠΥΣ, και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά.


ΑρΠ/1/2011

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ αξιώσεων υπαλλήλων ν.πδ.δ. Η διάταξη του άρθ. 48 § 3 ν.δ. 496/1974, που θεσπίζει διετή παραγραφή για τις αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, ούτε στο άρθ. 6 § 1 ΕΣΔΑ, ούτε στο άρθ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Αντίθετη μειοψηφία.


ΣτΕ/1620/2011

Για τους εκτεθέντες στις προηγούμενες σκέψεις (6 και 8) δύο λόγους, αυτοτελώς λαμβανόμενους υπόψη, οι οποίοι δεν είχαν εκτιμηθεί από τις προαναφερόμενες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του ΕΔΔΑ, η ρύθμιση του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Συνεπώς, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, κρίνοντας αντιθέτως, έσφαλε και για τον βασίμως προβαλλόμενο σχετικό λόγο αναιρέσεως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του θα ήταν αναιρετέα. Λόγω, όμως, της μείζονος σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος και της εν τω μεταξύ, αντίθετης προς την απόφαση 1663/2009 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας νομολογίας επ' αυτού του Αρείου Πάγου (βλ. ΑΠ 1127,1128/2010) πρέπει το εν λόγω ζήτημα, της συμφωνίας του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. β΄ του π.δ.18/1989.


ΣΤΕ/3283/2012

Οδική ασφάλεια-εναρμόνιση της νομοθεσίας με κοινοτικές οδηγίες:Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 28366/2098/1.3.2006 απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β’ 441/11.4.2006) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.(....)Η επέμβαση, όμως, αυτή δεν συνιστά «στέρηση ιδιοκτησίας», κατά την παρ. 1 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., διότι, όπως ήδη έχει εκτεθεί, με την προσβαλλόμενη απόφαση παρέχεται η δυνατότητα στους ιδιοκτήτες μεταχειρισμένων οχημάτων, που δεν είναι εφοδιασμένα με το ανωτέρω σύστημα, να το εγκαταστήσουν σε αυτά, με συνέπεια να δύνανται, μετά την εγκατάσταση αυτή, να μεταβιβάζουν και να κυκλοφορούν ελευθέρως τα οχήματά τους. Προς το σκοπό δε αυτόν παρεσχέθη στους ιδιοκτήτες τέτοιων οχημάτων ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα για να προβούν στην εγκατάσταση του συστήματος (από την δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως έως την έναρξη της απαγορεύσεως). Το χρονικό δε αυτό διάστημα είναι, κατά κοινή πείρα, επαρκές για τον σκοπό αυτό ακόμη και αν θεωρηθεί ότι, για να εγκατασταθεί το ανωτέρω σύστημα στα μεταχειρισμένα οχήματα, έπρεπε να εκδοθούν οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 4 της προσβαλλομένης αποφάσεως οδηγίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών(....)Με τα δεδομένα αυτά οι επίμαχες απαγορεύσεις συνιστούν «ρύθμιση της χρήσεως αγαθών», η οποία, εξεταζόμενη υπό το πρίσμα της παρ. 2 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., δεν αντίκειται στη διάταξη αυτή, εφ’ όσον προβλέπεται από την προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη, δικαιολογείται από τον εκτεθέντα ανωτέρω στην όγδοη σκέψη λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όπως έχει ήδη εκτεθεί. Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Εξ άλλου, με τα ανωτέρω δεδομένα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και ο λόγος περί παραβάσεως του συνταγματικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας των μελών των αιτούντων σωματείων, δεδομένου ότι τα επιβαλλόμενα μέτρα συνιστούν περιορισμό και όχι στέρηση του δικαιώματος αυτού, που δικαιολογείται από λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας.Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.


ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1144/2023

Για να αποφανθεί επί του παραπεμφθέντος στην Ολομέλεια, με την 254/2021 απόφαση του ΙΙ Tμήματος, ζητήματος της αντιθέσεως ή μη των διατάξεων της περ. 18 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του                        ν. 4093/2012 αφενός μεν ως προς τα άρθρα 4 παρ. 1 και 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος, αφετέρου δε ως προς το άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.  Κατ’ ακολουθίαν των ως άνω παραδοχών, οι διατάξεις της περιπτώσεως 18 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του                      ν. 4093/2012, σύμφωνα με τις οποίες η μειωτική αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων βοηθών ΑΕΙ ανατρέχει στην 1η.8.2012, σε χρόνο, δηλαδή, πριν από τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (12.11.2012), ειδικώς ως προς την αναδρομική τους ισχύ πάσχουν εκ του ότι αντίκεινται στο άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο διότι, ενώ πρόκειται για στέρηση γεγενημένου περιουσιακής φύσης δικαιώματος, ήτοι συνταξιοδοτικής παροχής συγκεκριμένου ποσού το οποίο έχει νομίμως καταβληθεί, δεν προκύπτει ότι το αναδρομικό της μείωσης υπαγορεύθηκε από ειδικούς και επιτακτικούς λόγους δημόσιας ωφέλειας ούτε τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και προσφορότητα της αναδρομικότητας για την επίτευξη του συνολικώς επιδιωκόμενου με τον ν. 4093/2012 σκοπού δημοσίου συμφέροντος (ΕλΣυν Ολ. 4327/2014, 7412/2015, 1506/2016, 1854/2019, 738/2020, 2070/2020). Καθ’ ο μέρος, επομένως, η ισχύς τους ανατρέχει σε χρόνο προγενέστερο της δημοσιεύσεως του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι επίμαχες διατάξεις, οι οποίες είχαν ως συνέπεια να εκδοθεί σε βάρος τής εκκαλούσης η προαναφερθείσα από 4.2.2013 απόφαση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία υποχρεούται στην επιστροφή, σε έξι μηνιαίες δόσεις, του ποσού των 317,30 ευρώ από τις ήδη καταβληθείσες σε αυτήν συντάξεις, παρίστανται ανίσχυρες.



ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1338/2024

Για να αποφανθεί, σύμφωνα με το άρθρο 162 παρ. 1 του ν. 4700/2020, επί του προδικαστικού ερωτήματος που υπέβαλε στην Ολομέλεια το II Τμήμα του Δικαστηρίου, με την 561/2021 απόφασή του (σε υπόθεση υπαγόμενη από 16.9.2020 στην αρμοδιότητα του Τρίτου Τμήματος), ήτοι αν οι διατάξεις της περίπτωσης 19 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των μελών Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) των Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Σ.Ε.Ι.), αντίκεινται, καθ’ ο μέρος επάγονται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, ανάλογη μειωτική αναπροσαρμογή των συντάξεων των εκ του προσωπικού αυτού συνταξιούχων του Δημοσίου, στα άρθρα 4 παρ. 5 και 25 παρ. 1 δ και 4 του Συντάγματος, καθώς και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών..Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω παραδοχών, οι διατάξεις της περίπτωσης 19 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, σύμφωνα με τις οποίες η μειωτική αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων μελών Δ.Ε.Π. των Α.Σ.Ε.Ι. ανέτρεχε στην 1η.8.2012, σε χρόνο, δηλαδή, πριν από τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (12.11.2012), πέραν της αντίθεσής τους στα άρθρα 4 παρ. 5 και 25 παρ. 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 16, του Συντάγματος, για την οποία έγινε προηγουμένως λόγος, ειδικώς ως προς την αναδρομική τους ισχύ, πάσχουν, επιπροσθέτως, και εκ του ότι αντίκεινται στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο, διότι, ενώ πρόκειται για στέρηση γεγενημένου περιουσιακής φύσης δικαιώματος, ήτοι συνταξιοδοτικής παροχής συγκεκριμένου ποσού, που έχει νομίμως καταβληθεί, δεν προκύπτει ότι το αναδρομικό της μείωσης υπαγορεύθηκε από επιτακτικούς λόγους δημόσιας ωφέλειας, ούτε τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και προσφορότητα της αναδρομικότητας για την επίτευξη του συνολικώς επιδιωκόμενου με τον ν. 4093/2012 σκοπού δημοσίου συμφέροντος (ΕλΣυν Ολ. 4327/2014, 7412/2015, 1506/2016, 1854/2019, 738/2020, 2070/2020). Και καθ’ ο μέρος, επομένως, η ισχύς τους ανέτρεχε σε χρόνο προγενέστερο της δημοσίευσης του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι διατάξεις της περίπτωσης 19 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του νόμου αυτού, που είχαν ως συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, εκτός από τη νυν προσβαλλόμενη πράξη, σε βάρος του εκκαλούντος - ενάγοντος να εκδοθεί και η από 4.2.2013 απόφαση των Προϊσταμένων των Διευθύνσεων Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών Συντάξεων και Συντάξεων Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία ο εκκαλών υποχρεώθηκε στην επιστροφή, σε έξι μηνιαίες δόσεις, του ποσού των 1.438,51 ευρώ, σε έξι (6) μηνιαίες δόσεις των 239,75 ευρώ, από τις ήδη καταβληθείσες σε αυτόν συντάξεις, που εκ των υστέρων κατέστη αχρεώστητο, παρίστανται ανίσχυρες.



Ν.4164/1961

Περί κυρώσεως του παρά της Ελληνικής Κυβερνήσεως υπογραφέντος «Τρίτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Γενικής Συμφωνίας περί Προνομίων και Ασυλιών του Συμβουλίου της Ευρώπης».


Ν.1786/1988

Κύρωση προσθέτου Πρωτοκόλλου Ι στις Συμβάσεις της Γενεύης της 12ης Αυγ. 1949 που αναφέρονται στην προστασία των θυμάτων ενόπλων συγκρούσεων


ΕΣ/ΟΛΟΜ/4707/2015

Η 4707/2015 με την οποία, δέχεται έφεση του «….», η οποία εισήχθη ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου με τη διαδικασία του άρθρου 108 Α του π.δ. 1225/1981 (πρότυπη δίκη), καθώς και τις υπέρ αυτής ασκηθείσες παρεμβάσεις απορριπτομένης της παρέμβασης των «….» και «….» αυτών, κατά εκδοθείσας το έτος 2012 πράξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία μειώθηκε η σύνταξή του αναδρομικά από 1.8.2012 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου παρ. Γ υποπαρ. Γ1 περ. 31 και 32 του ν. 4093/2012 σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 34 του ΣΚ και του άρθρου 4 παρ. 12 περ. α’ του ν. 4151/2013, καθόσον κρίθηκε ότι οι ως άνω διατάξεις είναι αντικείμενες προς τα άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος και 1 του Πρώτο Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Πλην όμως, ενόψει των νεότερων διατάξεων του άρθρου 86 του ν. 4307/2014, οι οποίες αν και μεταγενέστερες του χρόνου έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης καταλαμβάνουν λόγω της αναδρομικότητάς τους και την επίδικη υπόθεση, η εκκαλούμενη πράξη έχει απωλέσει το νόμιμο έρεισμά της, αφού οι διατάξεις των περιπτώσεων 31, 32 και 33 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργήθηκαν από τότε που ίσχυσαν.