ΕλΣυν/Τμ.6/255/2012
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Aνάδειξη αναδόχου με αντικείμενο «Υπηρεσίες Τεχνικού Συμβούλου Έργων" (...) Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο συντάκτης του ανωτέρω όρου της διακήρυξης έχει υπόψη του κοινοπραξίες και συμπράξεις με τη μορφή που εμφανίζονται αποκλειστικά και μόνο στο ημεδαπό δίκαιο για τη συμμετοχή σε δημόσιους διαγωνισμούς. Συγκεκριμένα, τόσο η σύμπραξη όσο και η κοινοπραξία αποτελούν προσωρινές ενώσεις φυσικών ή νομικών προσώπων, οι οποίες, αν και θεωρούνται φορείς δικαιούμενοι να συμμετάσχουν αυτοτελώς σε δημόσιο διαγωνισμό, εντούτοις δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα και εντεύθεν αυτονομία στη λήψη αποφάσεων για τον τρόπο κατάρτισης των τεχνικών και οικονομικών προσφορών, ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία και η μυστικότητα αυτών. Υπό το πρίσμα αυτό ο σχετικός όρος της διακήρυξης, που απαγορεύει την συμμετοχή στο διαγωνισμό του ίδιου προσώπου με δύο ιδιότητες, ήτοι ως μεμονωμένου υποψηφίου και ταυτόχρονα ως μέλους σύμπραξης ή κοινοπραξίας, αποσκοπεί στην αποφυγή οποιουδήποτε ενδεχόμενου συμπαιγνίας μεταξύ των υποψηφίων στον επίμαχο διαγωνισμό και κατά συνέπεια στη διασφάλιση των αρχών της ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων και της διαφάνειας στην κατάρτιση των οικονομικών προσφορών. Ο περιορισμός δε που εισάγει ο όρος αυτός ως προς την υποβολή των προσφορών εμπίπτει στην αναγνωρισθείσα και από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ευχέρεια εκτίμησης των εθνικών αρχών ως προς τους όρους αποκλεισμού των υποψηφίων και πληροί τις προυποθέσεις που τίθενται από αυτό για τη θέσπιση τέτοιων περιορισμών, αφού, ενόψει της νομικής φύσης της κοινοπραξίας κατά το ημεδαπό δίκαιο δεν υφίσταται διαφοροποίηση του προσώπου όταν αυτό μετέχει στην ίδια διαγωνιστική διαδικασία αυτοτελώς και ταυτόχρονα ως μέλος κοινοπραξίας (βλ. VI Tμ. 2752/2011, ΣτΕ Επ429/2008) και με βάση εν γένει τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα που επικρατούν στη χώρα, αποτελεί πρόσφορο και αναγκαίο και ως τούτου αναλογικό μέτρο για την επίτευξη του σκοπού της διασφάλισης των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας. Περαιτέρω, ουδόλως συνάγεται εκ του ως άνω όρου απαγόρευση υποβολής προσφοράς από αλλοδαπή κοινοπραξία και ταυτόχρονα αυτοτελώς από μέλος αυτής, εφόσον αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει αλληλεξάρτηση των προσφορών τους. Τέλος, στην κρινόμενη περίπτωση, το Τμήμα κρίνει ότι σε κάθε περίπτωση, καίτοι ο όρος αυτός δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έπληξε τη δυνατότητα ανάπτυξης ανταγωνισμού σε κοινοτικό επίπεδο, καθώς προσήλθαν υποψήφιοι προερχόμενοι από άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε., περαιτέρω δε καμία αλλοδαπή εταιρεία ή κοινοπραξία δεν αποκλείστηκε κατ’ εφαρμογή του όρου αυτού, ούτε εξάλλου άσκησε σχετική ένσταση κατά της οικείας διακήρυξης (βλ. και VI Τμ. Ελ. Συν. 2779/2011).(...)Επιπροσθέτως, το Τμήμα κρίνει ότι η χρήση από την Επιτροπή Διαγωνισμού επιθετικών προσδιορισμών προς το σκοπό ποιοτικής αξιολόγησης των αναφορών των επί μέρους στοιχείων των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων βάσει των κριτηρίων και υποκριτηρίων του άρθρου 22 της προκήρυξης και ειδικότερα των χαρακτηρισμών «μέτρια», «στοιχειώδης», «καλή», «ανεπαρκής», «πολύ καλή» (ενν. αναφορά), καθώς και της εκφράσεως «δεν υπεβλήθη», δεν παραβίασε τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων και της υποχρέωσης διαφάνειας της διαγωνιστικής διαδικασίας, καθόσον οι ως άνω αξιολογικοί προσδιορισμοί αποτέλεσαν την μέθοδο (εργαλείο) αιτιολόγησης από την Επιτροπή της αριθμητικής βαθμολογίας κάθε κριτηρίου και υποκριτηρίου κάθε τεχνικής προσφοράς. Εξάλλου, η κρίση της Επιτροπής κατά την αξιολόγηση των επιμέρους κριτηρίων ανάθεσης με την εφαρμογή των πιο πάνω ποιοτικών προσδιορισμών δεν πάσχει, κατά την κρίση του Τμήματος, κατά την αιτιολογία αυτής, αφού έλαβε χώρα συγκριτική εκτίμηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων και βαθμολόγηση αυτών με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία ανταποκρινόμενα στα προμνησθέντα νόμιμα κριτήρια και υποκριτήρια, σύμφωνα και προς όσα εκτέθηκαν στη σκέψη ΙV Α.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/89/2010
Νόμιμη η διαδικασία διενέργειας ανοικτού διαγωνισμού με κριτήριο κατακύρωσης τη συμφερότερη προσφορά για την προμήθεια απορριμματοφόρων οχημάτων τύπου πρέσσας από Σύνδεσμο Διαχείρισης Απορριμμάτων, δεδομένου ότι η υποβολή εναλλακτικών προσφορών, η οποία δεν προβλεπόταν ρητώς στη διακήρυξη, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της διαγωνιστικής διαδικασίας και στην κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού, αφού όλες οι συμμετέχουσες στο διαγωνισμό εταιρείες υπέβαλλαν εναλλακτικές προσφορές, οι οποίες αξιολογήθηκαν αυτοτελώς σε σχέση με τις υποβληθείσες βασικές προσφορές, από τεχνική και οικο-νομική άποψη αλλά ως συμφερότερη κρίθηκε η βασική προσφορά της αναδόχου και επομένως δεν πλήττεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης των προσφερόντων.
ΣτΕ/812/2009
Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προπεριγραφείσα απαίτηση της διακήρυξης είναι δυσανάλογη, υπερβολική και μη αναγκαία, περιορίζει τον ανταγωνισμό, παραβιάζει τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας και επιτρέπει τη συμμετοχή ολίγων μόνον επιχειρήσεων. Το προβλεπόμενο, όμως, από την επίμαχη ρήτρα της διακήρυξης κριτήριο του κύκλου εργασιών των διαγωνιζομένων από υπηρεσίες συναφείς προς την προκηρυχθείσα αποβλέπει στον έλεγχο της χρηματοοικονομικής επάρκειάς τους και, συνεπώς, της καταλληλότητάς τους να εκτελέσουν την εν λόγω υπηρεσία καθαριότητας των χώρων του Πανεπιστημίου (βλ. άρθρα 44 παρ. 1 - 2 και 47 της οδηγίας 2004/18/Ε.Κ. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, L. 134). Το κριτήριο αυτό είναι κατάλληλο, αντικειμενικό και πρόσφορο, ενόψει αφενός του αντικειμένου του συγκεκριμένου διαγωνισμού, που αφορά τον καθαρισμό όλων των κτιρίων και λοιπών εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου (όπως περιγράφονται στο Παράρτημα Α΄ της διακήρυξης) και αφετέρου της δαπάνης αυτού, που ανέρχεται σε 11.577.922 ευρώ για 2 έτη, ήτοι 5.788.961 ετησίως, χωρίς Φ.Π.Α. (πρβ. ΣτΕ 3491/2005, 1912, 2787/2007). Περαιτέρω, μόνο το γεγονός ότι η ρήτρα αυτή επέτρεψε, τελικώς, τη συμμετοχή τριών μόνον εταιρειών καθαρισμού στο διαγωνισμό δεν της προσάπτει πλημμέλεια, δεδομένου ότι ο σχετικός όρος δεν παρίσταται ασύνδετος ή απρόσφορος σε σχέση με το αντικείμενο και τις απαιτήσεις του επίδικου διαγωνισμού. Ως εκ τούτου, οι ανωτέρω λόγοι πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, ο πλησσόμενος όρος της διακήρυξης, ως κανονιστικού χαρακτήρα, δεν χρήζει αιτιολογίας (πρβ. ΣτΕ 1655/2008), ενώ απαραδέκτως αμφισβητείται η ουσιαστική εκτίμηση της Διοίκησης ως προς την επιλογή των προϋποθέσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό. Επειδή, όπως έχει κριθεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (απόφαση της 18ης Ιουλίου 2007, υπόθεση C - 399/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας, σκ. 22 επ.), ένα κριτήριο επιλογής - όπως, στην περίπτωση εκείνη, το κριτήριο της εμπειρίας -, δεν χρειάζεται να πληρούται από το κάθε μέλος μιας κοινοπραξίας, αλλά αρκεί ένα από τα μέλη της κοινοπραξίας να πληροί το κριτήριο αυτό. Εν προκειμένω, ο αιτών προβάλλει ότι μη νομίμως η προσβαλλόμενη ρήτρα της διακήρυξης απαιτεί άθροισμα τουλάχιστον 8 εκατ. ευρώ για τον κύκλο εργασιών των δύο μελών (τυχόν διαγωνιζόμενης) κοινοπραξίας ή 12 εκατ. ευρώ για κοινοπραξία με τρία μέλη κ.ο.κ., ώστε να εξαχθεί μέσος όρος 4 εκατ. ευρώ ισχυρίζεται δε συναφώς ο αιτών ότι η διακήρυξη απαιτεί, κατά παράβαση του άρθρου 47 παρ. 3 της οδηγίας 2004/18, μεγαλύτερο και δη πολλαπλάσιο κύκλο εργασιών επί διαγωνιζόμενης κοινοπραξίας ή ένωσης εταιρειών, σε σχέση προς τον απαιτούμενο κύκλο εργασιών των μεμονωμένων διαγωνιζομένων και ότι δυσχεραίνει, κατά τον τρόπο αυτό, τη συμμετοχή κοινοπραξιών. Η αιτίαση, όμως, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως προβαλλόμενη χωρίς έννομο συμφέρον. Και τούτο διότι, πάντως, ο αιτών δεν προβάλλει (και μάλιστα κατά τρόπο συγκεκριμένο) ότι επρόκειτο να συμπράξει με άλλη επιχείρηση καθαρισμού, η οποία είχε κύκλο εργασιών τουλάχιστον 4 εκατ. ευρώ κατά τις χρήσεις 2003 έως 2005 και η οποία, επομένως, πληρούσε αυτοτελώς το κριτήριο του ελάχιστου κύκλου εργασιών από υπηρεσίες καθαρισμού της τελευταίας τριετίας, ώστε να δικαιούται, κατά την έννοια του άρθρου 47 παρ. 3 της οδηγίας 2004/18, να μετάσχει στο διαγωνισμό μαζί με τον αιτούντα, υπό τη μορφή κοινοπραξίας ή ένωσης επιχειρήσεων
ΝΣΚ/243/2000
Διοίκηση. Χορήγηση αντιγράφων εγγράφων.Υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης για χορήγηση στον αιτούντα, μέλος Κοινοπραξίας αντιγράφου της υποβληθείσας υπ αυτής (Κοινοπραξίας) μελέτης εφαρμογής του έργου, διότι η μελέτη εφαρμογής, που εκπονείται από ανάδοχο Κοινοπραξία, μετά από την εκ μέρους του Δημοσίου δημοπράτηση έργου με το σύστημα μελέτη-κατασκευή, πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει τον χαρακτήρα του διοικητικού εγγράφου, αν και δεν συντάσσεται από δημόσια υπηρεσία, δεδομένου ότι υποβάλλεται στην Διοίκηση (αρμόδιο φορέα) προς έγκριση και σφράγιση και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διοικητικής σύμβασης. Για την χορήγηση αντιγράφου απαιτείται μόνον εύλογο ενδιαφέρον, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση αναμφισβήτητα υπάρχει, εφόσον ο αιτών είναι μέλος της Κοινοπραξίας, στην οποία ανατέθηκε το ως άνω έργο με το σύστημα μελέτη-κατασκευή.
Δ17γ/10/33/2006
Οδηγίες σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της ίσης μεταχείρισης και διαφάνειας στις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων έργων και μελετών. ΕΓΚ.7
ΣΤΕ/ΕΑ/66/2012
Μελέτη - κατασκευή οικοδομικών εργασιών...Επειδή, με τον αποκλεισμό της η αιτούσα κατέστη τρίτη ως προς τον διαγωνισμό και δεν έχει, ως εκ τούτου, κατ’ αρχήν έννομο συμφέρον να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της συμμετοχής άλλου διαγωνιζομένου. Κατ’ εξαίρεση, και προς διασφάλιση της αρχής του ενιαίου μέτρου κρίσεως, η οποία αποτελεί ειδικότερη έκφανση των αρχών της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας που διέπουν το σύνολο του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, δύναται ο αποκλεισθείς διαγωνιζόμενος να προβάλει με έννομο συμφέρον ισχυρισμούς αναφερομένους αποκλειστικώς στην αποδοχή της συμμετοχής άλλου διαγωνιζομένου παρά τη συνδρομή λόγου αποκλεισμού ίδιου με εκείνον που απετέλεσε την αιτιολογία αποκλεισμού του (ΣτΕ 1156/2010, Ε.Α. 695, 311/2009). Τέτοια περίπτωση, όμως, δεν συντρέχει εν προκειμένω. Και τούτο διότι η μεν αιτούσα απεκλείσθη από τον διαγωνισμό διότι εκρίθη ότι δεν πληροί τις απαιτήσεις της διακήρυξης, όσον αφορά την εμπειρία στην μελέτη, προμήθεια και εγκατάσταση ιατρικού εξοπλισμού Γενικού Νοσοκομείου, η εκτέλεση έργου από την αιτούσα σε κοινοπραξία με άλλες μη εξειδικευμένες εργοληπτικές επιχειρήσεις, ενώ η παρεμβαίνουσα κοινοπραξία επικαλέσθηκε την εμπειρία της εκ των μελών της ... Α.Ε. ως εξειδικευμένου οίκου εξοπλισμού. Είναι, συνεπώς, απορριπτέες και οι αιτιάσεις που προβάλλονται κατά της συμμετοχής στον διαγωνισμό της παρεμβαίνουσας κοινοπραξίας.
ΕΣ/Τ6/117/2008
Δημόσια έργα.Η αναθέτουσα Αρχή υποχρεούται να προσδιορίζει ένα χρονικό όριο για την υποβολή των προσφορών, ώστε όλοι οι προσφέροντες να διαθέτουν το ίδιο χρονικό διάστημα μετά τη δημοσίευση της προκηρύξεως του διαγωνισμού προς προετοιμασία των προσφορών τους, καθώς και την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο της αποσφραγίσεώς τους, προς μείζονα διασφάλιση της διαφάνειας της διαδικασίας, δεδομένου ότι το περιεχόμενο όλων των κατατεθεισών προσφορών αποκαλύπτεται ταυτοχρόνως. Να σημειωθεί ότι, όταν η ίδια ως άνω Αρχή λαμβάνει υπόψη τροποποίηση των αρχικών προσφορών ενός ή ορισμένων μόνον από τους προσφέροντες, αυτοί περιέρχονται σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους, πράγμα το οποίο προσβάλλει την αρχή της ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων και θίγει τη διαφάνεια της διαδικασίας (βλ. ΔΕΚ C-87/94 Commission/Belgium Rec. 1996, p. I-2043). Η διαδικασία για την ανάθεση δημοσίων έργων είναι αυστηρά τυπική προκειμένου να διασφαλιστούν μείζονες εγγυήσεις διαφάνειας και ισότητας ευκαιριών για τους συμμετέχοντες. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε τροποποίηση των προσφορών, η οποία επέρχεται μετά τη λήξη του χρόνου κατάθεσης αυτών, θα πρέπει να θεωρηθεί ανεπίτρεπτη, ανεξάρτητα από τον ουσιώδη ή μη χαρακτήρα της, κρίση άλλωστε η οποία λόγω του τεχνικού της χαρακτήρα εκφεύγει των ορίων του παρόντος ελέγχου.
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/263/2008
Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, που διέπουν τις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και επιβάλλουν, σε κάθε περίπτωση, αιτιολόγηση της επιλογής του αναδόχου, προκύπτει ότι η Αναθέτουσα Αρχή, κατά το στάδιο αξιολόγησης και βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών των συμμετεχόντων, οφείλει να αιτιολογεί ειδικά, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία των τεχνικών προσφορών τους, την δοθείσα σε αυτούς βαθμολογία στα αναφερόμενα στο άρθρο 22 της προκήρυξης επιμέρους κριτήρια (Πληρότητα και αρτιότητα της εκτίμησης του αντικειμένου της μελέτης – πληρότητα και ορθότητα του σχολιασμού του, αποτελεσματικότητα των προτάσεων για την αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων). Η παραπάνω όμως εκ του νόμου υποχρέωση αιτιολόγησης της δοθείσας βαθμολογίας δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι εκπληρώνεται στην περίπτωση που διατυπώνονται γενικού και συμπερασματικού χαρακτήρα παρατηρήσεις επί των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, χωρίς να παρατίθενται τα ειδικότερα εκείνα στοιχεία που αιτιολογούν αυτές και κατ΄ επέκταση δικαιολογούν τις βαθμολογικές αποκλίσεις, καθόσον διαφορετικά ο δικαστικός έλεγχος νομιμότητας επί της πληρότητας και σαφήνειας της σχετικής κρίσης της αναθέτουσας αρχής θα καθίστατο αδύνατος (βλ. σχετ. Πράξεις 205/2007, 224/2006 VI Τμ. Ε.Σ).
ΕλΣυν.Κλ.Ε/238/2006
Εκτέλεση έργου «Ανάπλαση Περιοχών Πλησίον των Σταθμών Μετρό»:..Επομένως, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, ο αποκλεισμός από την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού, μεταξύ άλλων, της προσφοράς της κοινοπραξίας «....», που προσέφερε το ίδιο ποσοστό έκπτωσης (6%) με τον αναδειχθέντα ανάδοχο, για το λόγο ότι δεν είχε τεθεί η στρογγυλή σφραγίδα της Υπηρεσίας σε δύο από τις πέντε σελίδες του εντύπου της οικονομικής της προσφοράς, δεν αιτιολογείται νόμιμα. Σε κάθε περίπτωση, και υπό την εκδοχή ότι η παραπάνω πλημμέλεια συνιστά πράγματι λόγο απόρριψης της προσφοράς της παραπάνω κοινοπραξίας, δεν έχει τηρηθεί εν προκειμένω η αρχή της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, εφόσον η ίδια έλλειψη παρουσιάζεται και στην οικονομική προσφορά της μειοδότριας κοινοπραξίας «Ν. .....», από την οποία επίσης λείπει η στρογγυλή σφραγίδα της Αναθέτουσας Αρχής στην πρώτη σελίδα του ως άνω εντύπου, χωρίς, όμως, τούτο, να αποτελέσει, κατά παράβαση της ως άνω αρχής, λόγο απόρριψης της δικής της προσφοράς.Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης του έργου «Ανάπλαση Περιοχών Πλησίον των Σταθμών Μετρό».
ΕΣ.ΤΜ.ΜΕΖ.ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝ/6025/2015
ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ ΚΤΙΡΙΑΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ:..ζητείται η αναθεώρηση της 2403/2015 Απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 4η σκέψη το Δικαστηρίου άγεται στην κρίση, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της αιτούσας, ότι μη νομίμως αποκλείσθηκε από τη συνέχεια του διαγωνισμού η προσφορά της κοινοπραξίας «....», για το λόγο ότι η εταιρεία «....» δεν πληρούσε αυτοτελώς το κριτήριο της εμπειρίας στην παροχή υπηρεσιών καθαριότητας σε Νοσοκομείο δυναμικότητας τουλάχιστον 300 κλινών, δεδομένου ότι το κριτήριο της εμπειρίας δεν απαιτείται να πληρούται αυτοτελώς από κάθε μέλος μιας προσφέρουσας κοινοπραξίας, αλλά αρκεί ένα από τα μέλη της κοινοπραξίας να πληροί το κριτήριο αυτό (βλ. προπαρ. απόφ. ΔΕΚ C-399/05 σκ. 22). Περαιτέρω, με δεδομένο ότι, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, η άρτια, προσήκουσα και εμπρόθεσμη εκτέλεση της σύμβασης διασφαλίζεται επαρκώς με τους προβλεπόμενους στη διακήρυξη όρους α) της περί εις ολόκληρον ευθύνης των μελών της κοινοπραξίας έως την πλήρη εκτέλεση της σύμβασης (άρθρο 4.2), β) της δυνατότητας της αναδόχου κοινοπραξίας σε περίπτωση που ένα από τα μέλη της, λόγω ανικανότητας ή ανωτέρας βίας, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, να αιτηθεί στην αναθέτουσα αρχή την αντικατάστασή του (άρθρο 4.3) και γ) της δυνατότητας της αναθέτουσας αρχής να απαιτήσει, σε περίπτωση που η κοινοπραξία αναδειχθεί ανάδοχος, για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης, να αποκτήσει ορισμένη νομική μορφή (άρθρο 2.2.), πρέπει να απορριφθεί το περί του αντιθέτου προβαλλόμενο επιχείρημα ότι μόνο με την απαίτηση συνδρομής της προσήκουσας εμπειρίας σε κάθε μέλος της κοινοπραξίας αυτοτελώς διασφαλίζεται η συνέχιση εκτέλεσης της σύμβασης.(...)Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν, η αίτηση αναθεώρησης και η υπέρ αυτής παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες.
ΕλΣυν/Τμ.6/205/2007
Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με γενική αρχή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, η οποία απορρέει από τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων στους δημόσιους διαγωνισμούς, συνάγεται ότι τόσο το πρακτικό αξιολόγησης και βαθμολόγησης των προσφορών των διαγωνιζομένων όσο και οι αποφάσεις των αρμόδιων επιτροπών επί σχετικών ενστάσεων – προσφυγών, πρέπει να περιλαμβάνουν σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία της περιέχουσας σ’ αυτά κρίσης με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία ελήφθησαν υπόψη αυτοτελώς και συγκριτικά, ώστε αφενός να μην καταλείπεται αμφιβολία ως προς την ορθή εφαρμογή των κριτηρίων που θέτει η διακήρυξη και ο νόμος και αφετέρου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο (βλ. Πρξ. Τμ. VI 224/2006). Είναι δε η αιτιολογία πλήρης και επαρκής όταν περιλαμβάνει τα στοιχεία εκείνα από τα οποία προκύπτει η συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου και ειδικά όσον αφορά το πρακτικό τεχνικής αξιολόγησης, όταν παρατίθενται τα στοιχεία εκείνα από τα οποία προκύπτει ότι πληρούνται τα κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης και οι λοιποί όροι σχετικά με τις τεχνικές απαιτήσεις που τίθενται με τη διακήρυξη και το νόμο. Μόνο εφόσον υπάρχει αιτιολογία σύμφωνα με τα ανωτέρω ειδική και σαφής, είναι δυνατή η συμπλήρωσή της με στοιχεία του φακέλου.