ΕλΣυν/τμ.6/1502/2012
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Kατά γενική αρχή του δικαίου που διέπει τους δημόσιους διαγωνισμούς, η διακήρυξη αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τον διαγωνισμό. Αποκλεισμός τεχνικής προσφοράς προβλέπεται μόνο στην περίπτωση απόκλισης αυτής από ρητούς και σαφείς όρους της διακήρυξης που είτε χαρακτηρίζονται ως απαράβατοι (ως τέτοιοι θεωρούνται στο σύνολό τους οι τεχνικές προδιαγραφές, βλ. ΣτΕ ΕΑ 1740/2004, 563/2006), είτε συνάγεται ότι είναι απόλυτα ουσιώδεις για την αποτελεσματική λειτουργία του τελικού αποτελέσματος της σύμβασης (πρβλ. ΣτΕ 395/2004, 557/2005, 725/2006, 1052/2008). Αν δεν υπάρχει, σύμφωνα με τα ανωτέρω, απόκλιση από ορισμένη τεχνική προδιαγραφή, ο αποκλεισμός προσφοράς λόγω έλλειψης ιδιότητας, η οποία εκ των υστέρων κρίνεται επιθυμητή, είναι μη νόμιμη (βλ. ΣτΕ ΕΑ 61/2011 και πρβλ απόφ. 524/2012 VI Τμ.Ελ.Συν.). Και τούτο, διότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης και η υποχρέωση διαφάνειας απαγορεύουν στην αναθέτουσα αρχή να απορρίψει προσφορά που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της προκήρυξης διαγωνισμού στηριζόμενη σε λόγους οι οποίοι δεν προβλέπονται ρητώς και σαφώς από την εν λόγω προκήρυξη (βλ. ενδεικτικά ΔΕΚ 14.6.2006, Medipac-Kαζαντζίδης AE, C-6/05)(....)Το δε γεγονός ότι το σύστημα που προσέφερε ένας εκ των δύο διαγωνιζομένων, κρίθηκε από τα αρμόδια όργανα του αιτούντος, λιγότερο εύχρηστο ή λιγότερο λειτουργικό, όπως προβάλλεται με την εξεταζόμενη αίτηση, μπορούσε να δικαιολογήσει τη βαθμολόγηση του προσφερόμενου από αυτόν συστήματος (στα αντίστοιχα κριτήρια αξιολόγησης Α2 και Α5) με χαμηλότερη βαθμολογία σε σχέση με το προσφερόμενο από τον άλλο διαγωνιζόμενο σύστημα, εντός, όμως, της οριζόμενης στο νόμο και στη διακήρυξη βαθμολογικής κλίμακας (100-110 βαθμοί), σε καμία, όμως, περίπτωση δεν μπορούσε να οδηγήσει σε αποκλεισμό του προσφέροντος το σύστημα αυτό από την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού και στην επιστροφή της οικονομικής του προσφοράς.
Αναθεωρήθηκε με την ΕΣ/ΤΜ.6/2446/2012
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.6/2045/2010
Το π.δ. 118/2007 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (ΦΕΚ 150 Α΄) ορίζει στο άρθρο 16 ότι : «1. Με την προσφορά, η τιμή του προς προμήθεια υλικού δίνεται ανά μονάδα, όπως καθορίζεται στη διακήρυξη. Στην τιμή περιλαμβάνονται οι τυχόν υπέρ τρίτων κρατήσεις, ως και κάθε άλλη επιβάρυνση, εκτός από το Φ.Π.Α., για παράδοση του υλικού στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στη διακήρυξη. 2 (…)». Περαιτέρω, κατά πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική διοικητική πράξη και ως εκ τούτου οι όροι της έχουν δεσμευτική ισχύ τόσο για την αναθέτουσα αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό όσο και για τους υποψηφίους (πρβλ. απόφ. Δ.Ε.Κ. C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Fruta SpA, σκέψεις 108 επ. και ενδεικτ. αποφ. 2779/2009 VI Τμ., πράξεις 63/2008, 105/2009 IV Τμ., 88, 169/2009 Στ΄ Κλιμ. Ελ. Συν.). Η διακήρυξη που διέπει τον ελεγχόμενο διαγωνισμό ορίζει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2 «Οικονομική Προσφορά»(..) 4. Το κόστος των υπό προμήθεια προϊόντων θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλες τις νόμιμες κρατήσεις, έξοδα και επιβαρύνσεις του υποψηφίου αναδόχου. Από τις παρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η υποχρέωση με όρο της διακήρυξης να συμπεριλαμβάνονται στην προσφερόμενη τιμή όλες οι νόμιμες κρατήσεις και επιβαρύνσεις αποσκοπεί στη διασφάλιση με αδιαμφισβήτητο και αδιάβλητο τρόπο της αντικειμενικότητας στην ανάθεση της προμήθειας και υπαγορεύεται από την ανάγκη εξάλειψης κάθε ενδεχόμενης ασάφειας κατά την σύνταξη των οικονομικών προσφορών, τυχόν ύπαρξη της οποίας οδηγεί σε απόρριψη της προσφοράς ως απαράδεκτης (βλ. ΣτΕ 563/2008, ΣτΕ ΕΑ 482/2006, Γνωμ Ν.Σ.Κ. 334/2008).
ΣτΕ/396/2011
6. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι το σύστημα της χαμηλότερης προσφοράς προϋποθέτει, λογικώς, προσφερόμενα είδη τα οποία είναι από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών, ιδιοτήτων και ποιότητας κατ’ αρχήν ισοδύναμα και τα οποία, ως εκ τούτου, διαφοροποιούνται ουσιαστικά μόνον ως προς την προσφερόμενη τιμή. Στην περίπτωση αυτή, η χρησιμοποίηση από τη Διοίκηση ως κριτηρίου επιλογής μόνο της χαμηλότερης τιμής έχει την έννοια της επιλογής του φθηνότερου μεταξύ των προσφερόμενων παρεμφερών προϊόντων, ευνοεί τον ανταγωνισμό, λόγω του ότι επιτρέπει την συμμετοχή περισσότερων προμηθευτών, αποβαίνει δε επωφελής για τη Διοίκηση, εφ’ όσον οδηγεί αναγκαίως σε συμπίεση των τιμών εκ μέρους των υποψήφιων προμηθευτών, αφού κριτήριο κατακυρώσεως είναι η χαμηλότερη τιμή προσφοράς. Αντιθέτως, το σύστημα της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς προσιδιάζει σε διαγωνισμούς όπου τα προσφερόμενα είδη διαφοροποιούνται κατά το μάλλον ή ήττον ουσιωδώς από απόψεως ποιότητας και τιμής, για το λόγο δε αυτόν, προκειμένου να ευρεθεί η πλέον συμφέρουσα προσφορά, δικαιολογείται η στάθμιση κατά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών και ποιοτικών κριτηρίων (βλ. ΣτΕ 2183/2004 επταμ., ΕΑ 114/2008-βλ. και απόφ. ΔΕΚ της 17.9.2002, C-513/99, Concordia Bus Finland , Συλλογή 2002, σ. I-7213,σκ.59, 61-63). Στην περίπτωση αυτή, οι τεχνικές προδιαγραφές των ιατροτεχνολογικών προϊόντων πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια το υπό προμήθεια προϊόν, η δε διοίκηση έχει ευρεία ευχέρεια να επιλέξει είτε προϊόν τεχνικώς αποδεκτό σε χαμηλή τιμή, είτε προϊόν τεχνικώς εξελιγμένο σε λογική τιμή, αφού ο προσφέρων το τελευταίο, για να έχει πιθανότητες να αναδειχθεί προμηθευτής, θα υποχρεωθεί να συμπιέσει την τιμή της προσφοράς. (...)8. Επειδή, οι ανωτέρω όροι της διακηρύξεως, στο βαθμό που προβλέπουν ως κριτήριο κατακυρώσεως τη χαμηλότερη τιμή ανά κατηγορία προϊόντων, η οποία μπορεί να καλύπτει μία ή και περισσότερες υποκατηγορίες, υπό την έννοια ότι αρκεί, για το παραδεκτό της προσφοράς, η πλήρωση έστω και ενός από τα «Τεχνικά Χαρακτηριστικά» που ταυτίζονται με τις εν λόγω υποκατηγορίες, θα προκρίνεται δε, μεταξύ ισοτίμων ανά κατηγορία οικονομικών προσφορών, εκείνη που θα καλύπτει μεγαλύτερο αριθμό υποκατηγοριών, δεν θεσπίζουν κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ένα κριτήριο αξιολογήσεως των προσφορών. Και τούτο, διότι, σε περιπτώσεις ταυτιζομένων σε σχέση με την προσφερομένη τιμή οικονομικών προσφορών, οι οποίες καλύπτουν τις αυτές μεν κατηγορίες αλλά διαφορετικές, από άποψη ποιοτική ή και ποσοτική, υποκατηγορίες, όπως επιτρέπεται από τη διακήρυξη, οι ανωτέρω όροι είναι δυνατόν να καταλήγουν, για την ανάδειξη μειοδότη, σε σύγκριση ανόμοιων και, συνακολούθως, εξ ορισμού μη συγκρίσιμων ως προς τα καλυπτόμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προσφορών και να καθιστούν, ως εκ τούτου, αδύνατη την επί ίσοις όροις αξιολόγησή τους (πρβλ. ΕΑ 76/2011). Επομένως, ο σχετικός λόγος, με τον οποίο επαναλαμβάνεται αντίστοιχη αιτίαση προβληθείσα με την προδικαστική προσφυγή και μη απαντηθείσα, άλλωστε, από την αναθέτουσα αρχή, πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος.
ΝΣΚ/70/2002
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Συμβουλίου τα Επικρατείας η Διακήρυξη (Προκήρυξη) του Διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική πράξη, η οποία διέπει τον δημόσιο διαγωνισμό και δεσμεύει τόσο τη δημόσια Αρχή, η οποία διενεργεί αυτόν όσο και τους διαγωνιζόμενους.Η παράβαση των διατάξεων (όρων) αυτής συνιστά παράβαση νόμου και οδηγεί σε ακυρότητα των εγκριτικών πράξεων του αποτελέσματος του διαγωνισμού και των κατακυρωτικών αυτού πράξεων (ΣτΕ Ολομ. 2137/1993,ΣτΕ 2162/1990, 3642/1989, 2772/1986, ΣτΕ ολομ. 668/1974 ΣτΕ 1327/1978, 1828/1967, 2518/1964, 414/1955 132/1949, 1630//1950, 1803/19787), υπό την προϋπόθεση ότι η παραβιασθείσα διάταξη (όρος), το μεν δεν αντίκειται στην κείμενη νομοθεσία (καθόσον άλλως είναι ανίσχυρη - ΣτΕ 1754/1996, 697/1951 μ 569/1947, 928/1936), το δε αποβλέπει στην ουσιώδη εξυπηρέτηση του δια της δημοπρασίας επιδιωκόμενου σκοπού (Βλ. Μ. Καραναστάση : Οι προμήθειες του Δημοσίου κ.λ.π. σελ. 37 σημ, 8. σελ. 79 σημ. 9, ΣτΕ 98/1962, 1668/1954).Σημειώνεται ότι οι όροι της Διακήρυξης πρέπει να ερμηνεύονται στενά και αυστηρά (ΣτΕ 1630/1950).Σε περίπτωση που η ίδια η Διακήρυξη χρησιμοποιεί όρους όπως «Με ποινή αποκλεισμού οι προμηθευτές πρέπει...», «Η μη προσκόμιση δικαιολογητικών ... συνεπάγεται τον αποκλεισμό από τον διαγωνισμό», «Με ποινή απαραδέκτου οι συμμετέχοντες πρέπει ...» και άλλους παρόμοιους, είναι προφανές ότι οι όροι αυτοί θεωρούνται ουσιώδεις και συνεπώς οποιαδήποτε απόκλιση της προσφοράς από αυτούς οδηγεί σε απόρριψη της.
ΣτΕ ΕΑ 112/2011
Στε. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.-Διακήρυξη-Ανάθεση. (...) Ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών και η ανάθεση της σύμβασης, έστω και αν δεν διενεργούνται ταυτόχρονα , είναι διαδικασίες αυτοτελείς και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ενώ ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων διενεργείται από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοοικονομικής και τεχνικής ικανότητας, αντιθέτως, κριτήρια για την ανάθεση της σύμβασης είναι , είτε η χαμηλότερη τιμή, είτε η πλέον συμφέρουσα προσφορά από οικονομικής απόψεως . Συνεπώς, τα κριτήρια τα οποία δεν σκοπούν στον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής απόψεως προσφοράς , δεν συνιστούν κριτήρια ανάθεσης, αλλά αφορούν κυρίως την εκτίμηση της καταλληλότητας των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό , να εκτελέσουν την οικεία σύμβαση . .. Επίσης, οι όροι της διακήρυξης , πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και σαφείς, ώστε , αφενός μεν, να επιτρέπεται στους ενδιαφερομένους να κατανοούν αυτούς πλήρως και να τους ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση, περί της εφαρμογής αυτών από την διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο προς όλους τους προσφέροντες. Με την ένδικη αίτηση προβάλλεται, ότι, ενώ η προσβαλλόμενη διακήρυξη επιτρέπει την προσφορά για κάθε είδος χωριστά και προβλέπει την δυνατότητα υποβολής εγγύησης για συγκεκριμένο ποσοστό της αναλογικά προυπολογισθείσας δαπάνης για την ποσότητα του κάθε προσφερόμενου είδους ,εντούτοις δεν περιέχει αναλογικό προυπολογισμό των επιμέρους ειδών , ώστε να είναι τελικά εφικτός ο υπολογισμός της .... Η επιτροπή αναστολών ΣΕ δέχεται εν μέρει την αίτηση..
ΣΤΕ/ΕΑ/1317/2009
Διαγωνισμός-Σύστημα αυτόματης ειδοποίησης προστασίας ανάδειξης και διαχείρισης περιβαλλοντικά ευαίσθητων περιοχών...Επειδή, η αιτιολογία της απορρίψεως της τεχνικής προσφοράς της αιτούσας φαίνεται νόμιμη και επαρκής, διότι η διαφορετική αναγραφή από αυτήν είδους στην τεχνική προσφορά της (Microsoft SQL Server 2005 Enterprise Edition) και στον πίνακα της οικονομικής προσφοράς της χωρίς τιμές (SQL SvrStd Lic SAPK OLP NL Gov 1Proc), καθιστά, κατά την κρίση της Επιτροπής, την προσφορά της ασαφή και δημιουργεί σύγχυση ως προς την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά του προσφερόμενου είδους (ΕΑ 1376/2007, 1132/2009), ενώ, εξ άλλου, με τον ως άνω προβαλλόμενο με την κρινόμενη αίτηση λόγο δεν πλήττεται με ειδικό τρόπο η προαναφερθείσα αιτιολογία απορρίψεως της τεχνικής προσφοράς της αιτούσας.Επειδή, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, ο αποκλεισμός της αιτούσας ευρίσκει αυτοτελές και νόμιμο έρεισμα στην ως άνω αιτιολογική βάση της απορρίψεως της τεχνικής προσφοράς της. Συνεπώς, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών αιτιάσεων που προβάλλονται κατά των λοιπών επάλληλων αιτιολογικών βάσεων του αποκλεισμού της.
ΕλΣυνΤμ.6/1612/2016
Παροχή υπηρεσιών παιδικών κατασκηνώσεων:Κατόπιν των ανωτέρω, ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλομένη ότι η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ της αιτούσας και του ... κωλύεται, οι δε ισχυρισμοί της αιτούσας κρίνονται στο σύνολό τους απορριπτέοι, καθόσον: α) Αλυσιτελώς η αιτούσα επικαλείται τις αποφάσεις 1190/2010 ΣτΕ και 144/2009 ΕΑ ΣτΕ, καθόσον αφορούν άλλα ζητήματα και συγκεκριμένα η μεν πρώτη έκρινε ότι η αναθέτουσα αρχή όφειλε να εκτιμήσει αιτιολογημένα τη σοβαρότητα και βαρύτητα των περί την επαγγελματική δραστηριότητα αδικημάτων που προέκυπταν από το προσκομισθέν ποινικό μητρώο του νομίμου εκπροσώπου υποψήφιας εταιρείας και να κρίνει αν στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτά επηρέαζαν τη φερεγγυότητα και αξιοπιστία αυτής, για το λόγο δε αυτό έκανε δεκτή αίτηση ακύρωσης της σιωπηρής απόρριψης υποβληθείσας προσφυγής κατά της αναιτιολόγητης αποδοχής της προσφοράς της ως άνω εταιρείας, η δε δεύτερη έκανε δεκτή σχετική αίτηση και ανέστειλε την εκτέλεση πράξης, κατά το μέρος που αφορούσε στην αποδοχή της προσφοράς εταιρείας, για το νόμιμο εκπρόσωπο της οποίας, σύμφωνα με το προσκομισθέν ποινικό μητρώο, υπήρχαν τελεσίδικες καταδίκες για αδικήματα σχετικά με την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας, τα οποία όφειλε η Διοίκηση να εκτιμήσει προκειμένου να κρίνει κατά πόσον επηρέαζαν τη φερεγγυότητα και επαγγελματική του αξιοπιστία, έστω και αν είχαν παραγραφεί. β) Αλυσιτελώς εξάλλου προβάλλεται από την αιτούσα ότι, μετά την παρέλευση τριετίας από την αρχική καταδίκη της διαχειρίστριας αυτής σε ποινή φυλάκισης 8 μηνών με αναστολή από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο ... με την 270/30.1.2013 απόφασή του .., χωρίς την τέλεση στο μεταξύ άλλης αξιόποινης πράξης, κατ΄ επίκληση των άρθρων 99 επ. του Ποινικού Κώδικα, η επιβληθείσα ποινή θεωρείται ως εξαφανισμένη από το νομικό κόσμο και ουδεμία συνέπεια δύναται να έχει έναντι του καταδικασθέντος, καθόσον η Διοίκηση, και ειδικότερα, εν προκειμένω, η αναθέτουσα αρχή δεσμεύεται από το περιεχόμενο του χορηγηθέντος από την αρμόδια Εισαγγελία αντιγράφου ποινικού μητρώου, η προσκόμιση του οποίου απαιτείται από τη διακήρυξη ως προϋπόθεση του παραδεκτού της συμμετοχής στο διαγωνισμό και τη νομιμότητα του οποίου δε δύναται να ελέγξει παρεμπιπτόντως ... γ) Τέλος, αλυσιτελώς γίνεται επίκληση των διακηρύξεων 9274 /9011/82/13.4.2016 ..., 107942 /9.5.2016 ... και Γ49 /5/6.5.2016 ... καθώς και της 156/2016 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που αφορούσαν διαγωνισμούς για την ανάθεση παρόμοιων υπηρεσιών, καθόσον, πέραν των διαφορών τους με την εν προκειμένω ισχύουσα διακήρυξη, αφού αυτές απαιτούσαν ως προϋπόθεση παραδεκτής συμμετοχής την προσκόμιση ποινικού μητρώου με συγκεκριμένο περιεχόμενο από όλους αδιακρίτως τους συμμετέχοντες οικονομικούς φορείς, κρίσιμη για τη νομιμότητα της εκάστοτε προσυμβατικά ελεγχόμενης από τον Επίτροπο ή το Κλιμάκιο διαγωνιστικής διαδικασίας είναι η οικεία διακήρυξη που τη διέπει και όχι τυχόν άλλες διακηρύξεις.Εξάλλου, οι κρίσεις των αυτοτελών και ισότιμων σχηματισμών του Δικαστηρίου που διενεργούν προσυμβατικό έλεγχο δεν παρίστανται δεσμευτικές μεταξύ τους, ούτε αποτελούν πρόκριμα για την εξαγωγή θετικής κρίσης, ενδεχομένως δε δύνανται να αξιολογούνται, στο μέτρο του δυνατού και μη παραβλέποντας τις ιδιαιτερότητες κάθε διαγωνιστικής διαδικασίας, και πάντως στο πλαίσιο της ενιαίας νομολογιακά αντιμετώπισης των ζητημάτων που εκάστοτε ανακύπτουν. Τέλος, επισημαίνεται ότι η προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος εξυπηρετείται πρωτίστως δια της τήρησης της νομιμότητας και της σύναψης νομίμων συμβάσεων, στην οποία εξάλλου και η καθιέρωση της αρμοδιότητας του προσυμβατικού ελέγχου αποσκοπεί. Κατόπιν αυτών και μη προβαλλομένου άλλου λόγου ανάκλησης, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να καταπέσει υπέρ του Δημοσίου το κατατεθέν παράβολο.
ΕλΣυν.Τμ.6/2510/2016
Κάλυψη αναγκών σίτισης προσφύγων:..ζητείται η ανάκληση της 251/2016 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά, η υπό κρίση συμφωνία - πλαίσιο, η οποία έχει ως αντικείμενο υπηρεσίες σίτισης, ήτοι υπηρεσίες εμπίπτουσες στο Παράρτημα ΙΙΒ της Οδηγίας 2004/14/ΕΚ .., διέπεται καταρχήν από τα άρθρα 53 και άρθρο 29, παράγραφος 4 του π.δ.60/2007 και κατά τα λοιπά αφενός από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, ήτοι τις αναλογικά εφαρμοζόμενες διατάξεις του π.δ.118/2007, στο πλαίσιο που αυτές δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του π.δ. 60/2007 (ΣτΕ ΕΑ 919/2008), αφετέρου από τις γενικές αρχές που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο και συγκεκριμένα την αρχή της απαγόρευσης διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, της ίσης μεταχείρισης και την συνακόλουθη αρχή της διαφάνειας και προσφυγής στον ανταγωνισμό, δοθέντος ότι η εν λόγω συμφωνία - πλαίσιο παρουσιάζει βέβαιο διασυνοριακό ενδιαφέρον, ενόψει του οικονομικού αντικειμένου και της σημασίας αυτής, αλλά και του ότι δημοσιεύθηκε οικειοθελώς από την αναθέτουσα αρχή προκήρυξη στην Ε.Ε. .. (...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση ανάκλησης και οι υπέρ αυτής ασκηθείσες παρεμβάσεις πρέπει, υπό τον όρο της απάλειψης του άρθρου 16 του σχεδίου της συμφωνίας - πλαίσιο το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα του αναδόχου, μετά από προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση της Αναθέτουσας Αρχής α) να μεταβιβάζει το σύνολο ή μέρος των δικαιωμάτων της συμφωνίας - πλαισίου, ή το σύνολο ή μέρος των υποχρεώσεών του που απορρέουν από αυτήν, σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο και β) να αντικαθιστά υπεργολάβο που είχε μεν συμπεριλάβει στην προσφορά του, αλλά διέκοψε στη συνέχεια τη συνεργασία του με αυτόν, να γίνουν δεκτές και να ανακληθεί η 251/2016 Πράξη του Ζ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΑΔΗΣΥ/11/2023
Εξάλλου, σε περίπτωση κατά την οποία διαγωνιζόμενος προβάλλει ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς περί υποβολής ασυνήθιστα χαμηλής προσφοράς εκ μέρους άλλου διαγωνιζόμενου, γεννάται αντίστοιχη υποχρέωση του αναθέτοντα φορέα να απαντήσει στους προβληθέντες ουσιώδεις ισχυρισμούς. Η απάντηση αυτή πρέπει να είναι νόμιμα αιτιολογημένη, η δε νομιμότητα και επάρκεια της σχετικής αιτιολογίας αποτελεί αντικείμενο ελέγχου από την ΕΑΔΗΣΥ (βλ. ΣτΕ, 726/2022, ΣτΕ 199/2021, 154/2021, ΕΑ ΣτΕ 12/2020). Ωστόσο, οι διαγωνιζόμενοι δεν εμποδίζονται να προβάλουν το πρώτον ισχυρισμούς περί ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών άλλων προσφερόντων με την άσκηση προδικαστικής προσφυγής τους ενώπιον της ΕΑΔΗΣΥ (πρβλ. ΣτΕ 726/2022, σκ. 32, ΑΕΠΠ 1554/2021, σκ. 11). Δεν θεωρούνται ουσιώδεις και συγκεκριμένοι οι ισχυρισμοί που ερείδονται αποκλειστικά στην κοστολόγηση των οικονομικών προσφορών των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό, η οποία ανάγεται στους οικονομοτεχνικούς παράγοντες και στα οικονομικά δεδομένα που ισχύουν για καθέναν από τους διαγωνιζόμενους (πρβλ. ΕΑ 12/2020)· μόνη δε η υποβολή χαμηλότερης προσφοράς σε επιμέρους κονδύλια, σε σχέση με τις λοιπές υποβληθείσες προσφορές, δεν αρκεί προκειμένου να εξετασθεί η οικονομική προσφορά του μειοδότη ως ασυνήθιστα χαμηλή (πρβλ. ΕΑ ΣτΕ 165/2020, 20/2020, 290/2017).
ΣτΕ ΕΑ 198/2008
ΣΤΕ –αίτηση ασφαλιστικών μέτρων –δημόσια έργα –διακήρυξη –διαγωνισμός –ανάθεση-αποκλεισμός υποψηφίου –κοινοτικό δίκαιο –προσφυγή.
Επειδή, κατά τα προεκτεθέντα, η Επιτροπή Κρίσεως Προσφορών και Δικαιολογητικών εισηγήθηκε μεν την αποδοχή της προσφοράς της αιτούσης εταιρείας, ακολούθως, όμως, και αφού ελήφθη υπ’ όψιν και η σχετική 10882/ΕΑ/31.10.2007 γνωμοδότηση της Μονάδας Παρακολούθησης Διαγωνισμών και Συμβάσεων του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου, η εταιρεία απεκλείσθη για το λόγο ότι υπέβαλε ισολογισμούς που παρουσίαζαν μεγάλη ζημία εν σχέσει προς το μέγεθός της, απεκλείσθη δηλαδή διότι εκρίθη ότι δεν έχει την απαιτουμένη, κατά τη διακήρυξη και το νόμο, χρηματοοικονομική επάρκεια ως προϋπόθεση για την ανάθεση του έργου. Η αιτιολογία αυτή του αποκλεισμού της εταιρείας, για την οποία σημειωτέον είχε επί πλέον προκληθεί και σχετική γνωμοδότηση επιστημονικού φορέως, φαίνεται νόμιμη και επαρκής αφού ευρίσκει έρεισμα στα στοιχεία του φακέλου απ’ όπου προκύπτει, πράγματι, το ζημιογόνο των τριών τελευταίων χρήσεων της επιχειρήσεως...Υπό τα δεδομένα αυτά ο αποκλεισμός της αιτούσης παρίσταται καταρχήν νόμιμος..Δια ταύτα,Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση
ΣτΕ ΕΑ 287/2010
ΣΤΕ –διακήρυξη ––αποκλεισμός υποψηφίου.(...)Επειδή, η αιτούσα προέβαλε με την προσφυγή του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 2522/1997 και επαναλαμβάνει με την κρινόμενη αίτηση, ότι ο παραπάνω όρος της διακηρύξεως, ο οποίος επιτρέπει τη συμμετοχή στο διαγωνισμό μόνο επιχειρήσεων με συνολικό κύκλο εργασιών κατά την τελευταία τριετία ίσο ή μεγαλύτερο με το 1/3 της προϋπολογισθείσας δαπάνης (ήτοι εν προκειμένω 1.000.000 ευρώ), την αποκλείει παρανόμως από το διαγωνισμό, διότι θεσπίζει κριτήρια συμμετοχής μη προβλεπόμενα από την οδηγία 2004/18/ΕΚ και το π.δ. 118/2007, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και υπερβαίνει τα άκρα όρια της διακριτικής ευχέρειας της διοικήσεως, εφόσον οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο συγκεκριμένο κλάδο δεν παρουσιάζουν τον απαιτούμενο ως άνω κύκλο εργασιών. Ο λόγος, όμως, αυτός δεν πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος, διότι ο πληττόμενος αυτός όρος της διακηρύξεως που αποβλέπει στον έλεγχο της κατά τεκμήριο ικανότητας των διαγωνιζομένων να ανταποκριθούν στην εκτέλεση της επίμαχης προμήθειας και θεσπίζει εύλογη προϋπόθεση καταλληλότητας ως προς τη δυνατότητα αυτών να μετάσχουν στο διαγωνισμό, φαίνεται να είναι σύμφωνος με τις προαναφερθείσες διατάξεις της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, του π.δ. 60/2007 και του π.δ. 118/2007. Εξ άλλου, τα προβαλλόμενα περί του ότι πρόκειται περί φωτογραφικού όρου είναι απορριπτέα προεχόντως λόγω της αοριστίας τους.