ΕλΣυν/Τμ.4/174/2010
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Κρίσιμος χρόνος για την υποβολή της σύμβασης προς έλεγχο είναι το στάδιο που προηγείται της ανακοίνωσης, στον ανάδοχο, της κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 2 του Κανονισμού Προμηθειών Δημοσίου (π.δ. 394/1996), ο οποίος εφαρμόζεται αναλογικά στις διαδικασίες για την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών/εκτέλεσης εργασιών τροποποίηση ουσιωδών όρων (26/2010 Πράξη IV Τμ. Ελ. Συν.), με την ανακοίνωση αυτή ολοκληρώνεται η διαγωνιστική διαδικασία και η σύμβαση θεωρείται έκτοτε συναφθείσα. Ως εκ τούτου, το αναφερόμενο στον προϋπολογισμό της προμήθειας χρηματικό όριο, πέραν του οποίου είναι, επί ποινή ακυρότητας, υποχρεωτική η υπαγωγή στον έλεγχο, συναρτάται με το χρόνο έκδοσης της κατακυρωτικής απόφασης και, για μεν τις διαγωνιστικές διαδικασίες υπηρεσιών των οποίων η απόφαση αυτή έχει εκδοθεί κατά τη διάρκεια της αναστολής της ισχύος του άρθρου 12 παρ. 27 του ν. 3310/2005 (7.6.2005 - 10.11.2005), ανέρχεται, όπως και υπό το προηγούμενο του νόμου αυτού καθεστώς, σε 1.500.000,00 ευρώ, ενώ για εκείνες των οποίων η διαδικασία ανάθεσής τους ολοκληρώνεται μετά την 10.11.2005, σε 1.000.000,00 ευρώ, μη συνυπολογιζομένου, και στις δύο περιπτώσεις, του Φ.Π.Α. (βλ. την 46/2006 Πράξη VI Τμ. Ελ. Συν. και τις 173/2006, 16/2007, 79/2008 Πράξεις ΙV Τμ. Ελ. Συν.).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυ/Τμ5/6/2011
Κατά συνέπεια, ο επιμερισμός ενιαίων υπηρεσιών σε περισσότερες όμοιες ή ομοειδείς, η εκτέλεση των οποίων λαμβάνει χώρα για την υποστήριξη της κατασκευής του ίδιου έργου, προς αποφυγή της διαδικασίας επιλογής αναδόχου με δημόσιο ανοικτό ή κλειστό διαγωνισμό, δεν είναι νόμιμος και, επομένως, δεν είναι νόμιμη και η δαπάνη που προκαλείται από την εκτέλεση των υπηρεσιών αυτών (βλ. 430/2010 VII Τμ. Ελ. Συν.). Τέλος, η διάταξη, του άρθρου 41 του ν. 3669/2008 εφαρμόζεται σε συμβάσεις με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω των ορίων εφαρμογής των Οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ (πρβλ. το κωδικοποιηθέν στον ανωτέρω νόμο άρθρο 46 παρ.1α του ν. 3316/2005) και επιτρέπει την ανάθεση καθηκόντων τεχνικού συμβούλου σε ημεδαπά ή αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα (πρβλ. Πράξη 14/2006 V Τμ. Ελ. Συν.).
ΕλΣυν/Επταμ/3053/2011
Συμπληρωματικές συμβάσεις,παράταση προθεσμίας.Οι περιστάσεις που επικαλείται για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου η αναθέτουσα αρχή, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009), δεν πρέπει να απορρέουν από δική της ευθύνη (βλ. απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 707/2010). Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες» οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (βλ. Πρ. VI Τμ. Ελ. Συν. 232, 216, 198, 192 και 98/2006, 108/2007, απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2069/2010). Ομοίως, δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις η εφαρμογή νέων κανονισμών και κανόνων, συνεπεία των οποίων δεν τροποποιείται η όλη κατασκευή και οι οποίοι καθιερώθηκαν ως υποχρεωτικοί μετά την ανάθεση του έργου, καθώς και παραλείψεις ή σφάλματα της προμέτρησης της μελέτης, καθόσον οι εργασίες που οφείλονται στα ανωτέρω καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλιο των απροβλέπτων που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066, 286, 285/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (βλ. αποφ. VI Τμ. 2066, 286, 285, 136/2010).
ΕΣ/Τ6/91/2011
Ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, που δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου υπήρξε πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής και να ενταχθούν στο αρχικό έργο και τη συναφθείσα σύμβαση. Οι περιστάσεις που επικαλείται για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου η αναθέτουσα αρχή, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009), δεν πρέπει να απορρέουν από δική της ευθύνη (βλ. απόφ. VI Τμ. 707/2010). Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες» οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων, κατά την υποβολή της προσφοράς τους, και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (βλ. πράξεις VI Τμ. Ελ. Συν. 98, 192, 197, 216 και 232/2006, 108/2007, 2069/2010). Ομοίως δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις η εφαρμογή νέων κανονισμών και κανόνων, συνεπεία των οποίων δεν τροποποιείται η όλη κατασκευή και οι οποίοι καθιερώθηκαν ως υποχρεωτικοί μετά την ανάθεση του έργου καθώς και παραλείψεις ή σφάλματα της προμέτρησης της μελέτης καθόσον οι εργασίες, που οφείλονται στα ανωτέρω, καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλιο των απροβλέπτων που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση (πρ.Ε΄ Κλιμ 350/2010). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (βλ. αποφ. VI Τμ Ελ. Συν. 2066, 285-6, 136/2010).
ΕλΣυν/Ε Κλμ/45/2011
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων(3669/2008,3852/2010) συνάγονται τα ακόλουθα : α) Στον έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται πριν από τη σύναψή τους, μεταξύ άλλων, και οι συμβάσεις των δήμων, των περιφερειών και των νομικών τους προσώπων, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη τους χωρίς ΦΠΑ είναι μεγαλύτερη από τα χρηματικά όρια που θέτουν οι προμνησθείσες διατάξεις. Συγκεκριμένα, το χρηματικό αυτό όριο, όταν το έργο χρηματοδοτείται από εθνικούς πόρους, ήταν μέχρι 31.12.2010 1.000.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) και μετά την 1.1.2011 100.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Στην τελευταία περίπτωση αρμοδιότητα διενέργειας του προσυμβατικού ελέγχου έχει ο Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις συμβάσεις προϋπολογιζόμενης δαπάνης από 100.000 έως 500.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) και το Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου πάνω από 500.000 ευρώ. β) Στις περιπτώσεις συμβάσεων δημοσίων έργων των ως άνω νομικών προσώπων, οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτές υπάγονται στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον η προϋπολογιζόμενη δαπάνη τους, χωρίς Φ.Π.Α., υπερβαίνει το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ (Πρ. VI Τμ. 255/2007, Ε΄ Κλιμ. 430/2010). Τα ανωτέρω ισχύουν ανεξάρτητα του αν πρόκειται για αυτοτελές έργο ή για υποέργο, η εκτέλεση του οποίου εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εκτελέσεως περισσότερων υποέργων (βλ. Πρ. Ε΄ Κλιμ. 318/2010, 580, 581/2009, 424/2008, 277/2008, 136/2008, VI Τμ. 68/2008). Η διάταξη αυτή του άρθρου 30 παρ. 2 περ. β του ν. 3669/2008 ως αφορώσα τα συγχρηματοδοτούμενα έργα είναι ειδική και κατισχύει της προμνησθείσας διάταξης του άρθρου 278 του ν.3852/2010. Άλλωστε η τελευταία αυτή διάταξη, όπως προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση επί αυτής (βλ. σελ. 154), τροποποίησε το ισχύον μέχρι τότε χρηματικό όριο (προϋπολογιζόμενη δαπάνη χωρίς ΦΠΑ) υπαγωγής των συμβάσεων των δήμων, περιφερειών και των νομικών τους προσώπων στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ήταν 1.000.000 ευρώ, και καθόρισε πλέον το όριο αυτό στις 100.000 ευρώ.
ΕλΣυν/Τμ.6/172/2007
Ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει υπηρεσίες που θα παρασχεθούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης, και όχι υπηρεσίες οι οποίες έχουν ήδη παρασχεθεί, εφόσον στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα είναι κατασταλτικός, πράγμα το οποίο αντίκειται στις προπαρατεθείσες διατάξεις. Εξάλλου, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις σαφώς συνάγεται ότι η μη προηγούμενη διενέργεια του ελέγχου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ακυρότητα της σχετικής σύμβασης, η οποία (ακυρότητα), μάλιστα, δεν θεραπεύεται με την εκ των υστέρων, μετά, δηλαδή, την έναρξη εκτέλεσης της σύμβασης, υποβολή αυτής προς έλεγχο, καθόσον διαφορετικά ο σκοπός θέσπισης του ουσιώδους αυτού τύπου δεν θα ικανοποιείτο, αφού ούτε η κατάρτιση συμβάσεων ερειδόμενων σε νομικώς πλημμελείς διαδικασίες επιλογής του αναδόχου θα αποτρεπόταν, ούτε τα ενδεχομένως βελτιωτικά αποτελέσματα του ελέγχου θα μπορούσαν να ενσωματωθούν και να αποτελέσουν περιεχόμενο της συμβατικής σχέσης των μερών. Όπως έχει γίνει δε δεκτό, ο εκ των υστέρων έλεγχος δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, είναι δυνατός μόνο μετά από ειδική νομοθετική ρύθμιση, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους υπερέχοντος δημοσίου συμφέροντος που αφορά σε συγκεκριμένες κατηγορίες δημοσίων συμβάσεων (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 71, 38/2007, 233, 227, 225, 177, 158, 11/2006, 15/2005). Ενόψει των ανωτέρω, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση, η οποία έχει υπογραφεί και έχει ήδη αρχίσει να εκτελείται, υφίσταται παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο και οφείλει να απόσχει αυτού (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 71, 38/2007, 233, 227, 225, 177, 158, 46/2006, 35/2005) .
ΕλΣυν/Τμ.1/276/2010
Ο διορισμός των επιτυχόντων σε διαδικασίες επιλογής τακτικού προσωπικού του Α.Σ.Ε.Π., για τους οποίους οι οριστικοί πίνακες αποτελεσμάτων εκδίδονται μετά την 1.1.2010, διενεργείται σταδιακά, βάσει σειράς επιτυχίας, εντός του έτους 2011 και ολοκληρώνεται, μέχρι την εξάντληση των περιλαμβανομένων στους οριστικούς πίνακες και πάντως όχι πέραν της 31.12.2013. Ως εκ τούτου, είναι μη νόμιμη η έκδοση αποφάσεων διορισμού μόνιμου προσωπικού Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού κατά το χρονικό διάστημα από 19.5.2010 (ημερομηνία έναρξης ισχύος της αναστολής) μέχρι την έναρξη του έτους 2011 (πρβλ. πράξη Ι Τμ. Ελ. Συν. 164/2010), στη δε απαγόρευση αυτή περιλαμβάνονται και όσοι κατά το χρονικό αυτό διάστημα προσλαμβάνονται με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου από προσωρινούς πίνακες επιτυχόντων σύμφωνα με την παρ.4 του άρθρου 21 του ν. 3584/2007.
ΕλΣυν/Τμ.4/3/2013
Σύμφωνα με την 2043748/519/0026/22-5-1989 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄, 388), που κυρώθηκε με το άρθρο 11 παρ. 12 του ν. 1881/1990 (ΦΕΚ Α΄, 42), οι διαδικασίες για την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, που διενεργούνται από το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), διέπονται από τις περί προμηθειών διατάξεις του ν. 2286/1995 και του κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντος π.δ. 118/2007, αναλόγως εφαρμοζόμενες (Πράξη 84/2012 Κλιμ. IV Τμ. Ελ. Συν., βλ. και Πράξεις 156, 134, 133/2009, 52/2006, 113/2005 κ.ά. IV Τμ. Ελ. Συν.). Περαιτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 24 του π.δ. 118/2007 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου (Κ.Π.Δ.)» (ΦΕΚ Α΄, 150), λαμβανομένου υπ’ όψη και του ότι η συμβατική δράση της δημόσιας διοίκησης υπόκειται στη θεμελιώδη αρχή της νομιμότητας, και όχι στον κανόνα της συμβατικής ελευθερίας του ιδιωτικού δικαίου κατά το άρθρο 361 του Α.Κ., η σύμβαση τροποποιείται, όταν τούτο προβλέπεται από συμβατικό όρο ή όταν συμφωνήσουν προς τούτο τα συμβαλλόμενα μέρη, ύστερα από γνωμοδότηση του αρμοδίου οργάνου. Ακολούθως, η δυνατότητα των συμβαλλόμενων μερών για τροποποίηση όρου ή όρων αυτής, με νεότερη κοινή συμφωνία τους, δεν μπορεί να ανάγεται μέχρι την κατ’ ουσία τροποποίηση ουσιωδών όρων της διακήρυξης - η οποία αποτελεί κανονιστική πράξη - στους οποίους περιλαμβάνεται και η διάρκειά της. Σε καμία, όμως, περίπτωση, ως επιτρεπομένη τροποποίηση αυτής, δεν νοείται η παρεπόμενη ή πρόσθετη συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων που έχει αυτοτελή νομική ύπαρξη και αφορά παράταση της συμβατικής διάρκειας της σύμβασης και εντεύθεν της ισχύος αυτής, άλλως θα περιορίζονταν οι κατά νόμο επιβαλλόμενες διαδικασίες για τη σύναψη των διοικητικών συμβάσεων προς βλάβη των συμφερόντων των διενεργούντων αυτές. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, γίνεται παγίως δεκτό ότι τροποποίηση σύμβασης με νεότερη πρόσθετη συμφωνία των συμβαλλομένων, αφορώσα παράταση ισχύος της με χρονική διεύρυνση της συμβατικής διάρκειάς της, δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα στην κείμενη νομοθεσία και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα (βλ. Πράξεις IV Τμήματος 169, 110/2011, 141/2010, 55/2007, 175/2006, 121/2003).
ΕλΣυν/Τμ.6/2724/2010
Ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας των συμβάσεων προμηθειών, παροχής υπηρεσιών και δημοσίων έργων καθώς και της υποκείμενης διαγωνιστικής διαδικασίας διενεργείται από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο αποφασίζει οριστικώς με πράξη του για το αποτέλεσμα του διενεργηθέντος ελέγχου, σε περίπτωση δε που αυτός αποβεί αρνητικός η σύμβαση δεν υπογράφεται. Στο πλαίσιο αυτής της ελεγκτικής αρμοδιότητάς του, το Κλιμάκιο διενεργεί πρωτογενή και καθολικό έλεγχο των στοιχείων του φακέλου, που είναι απαραίτητα για να σχηματίσει ασφαλή κρίση επί του ελέγχου. Με τη δε εκφορά της οριστικής του κρίσης για τη νομιμότητα της ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας και της οικείας συμβάσεως και την έκδοση της οριστικής του πράξης, απεκδύεται της ελεγκτικής αρμοδιότητάς του (βλ απόφ. VI Tμ. 16/2010). Επομένως, σε περίπτωση έκδοσης επόμενης πράξης του σε σχέση με τον ίδιο διαγωνισμό, δεσμεύεται από τα οριστικώς κριθέντα ζητήματα, επί των οποίων θεμελίωσε το αποτέλεσμα του ελέγχου του, με την προηγηθείσα οριστική πράξη του, η οποία μπορεί να προσβληθεί μόνο με αίτηση ανάκλησης ενώπιον του VI Τμήματος, εντός της προβλεπόμενης 15νθήμερης προθεσμίας, μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας, αυτή καθίσταται απρόσβλητη. Υπό τις περιστάσεις αυτές, δεν επιτρέπεται, σε περίπτωση άσκησης αίτησης για την ανάκληση της επόμενης πράξης που εξέδωσε το Κλιμάκιο αναφορικά με τον ίδιο διαγωνισμό, η επανεξέταση των οριστικώς και αμετακλήτως κριθέντων με την προηγούμενη πράξη ζητημάτων, επί των οποίων θεμελίωσε το αποτέλεσμα του ελέγχου του και ο επηρεασμός της διαδικασίας και του αποτελέσματος του διαγωνισμού κατά τρόπο διάφορο από την κρίση που εξέφερε το Κλιμάκιο με την καταστείσα απρόσβλητη προγενέστερη πράξη του.
ΕΣ/Τμ.4/99/2014
Ανάληψη υποχρέωσης.Πριν από κάθε ενέργεια για την εκτέλεση οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου και των λοιπών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης απαιτείται σχετική απόφαση ανάληψης υποχρέωσης του αρμόδιου διατάκτη ή του κατά νόμο εξουσιοδοτημένου οργάνου, με την οποία εγκρίνεται η πραγματοποίηση της δαπάνης και δεσμεύεται η αναγκαία πίστωση (δημοσιονομική δέσμευση - άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 2362/1995)». Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι η μετά την εκτέλεση της δαπάνης έγκριση αυτής από το Διατάκτη δεν επιτρέπεται (βλ. Πραξ. Κλ. Πρ. Ελ. IV Τμ. ΕΣ 94, 62, 46, 38/2013, 8/2014).Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι στην απόφαση ανάληψης υποχρέωσης του αρμόδιου διατάκτη ή στην έγκριση της ανάληψης υποχρέωσης του εποπτεύοντος Υπουργού στην περίπτωση που η αναλαμβανόμενη υποχρέωση υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000 €) ευρώ, αναγράφεται το συνολικό ποσό με το οποίο επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός, στην περίπτωση, όμως, που η επιβάρυνση αυτή εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη η αναγραφόμενη στις ανωτέρω αποφάσεις συνολική δαπάνη πρέπει επιπλέον να κατανέμεται κατ’ έτος και να αναφέρονται τα επιμέρους ποσά που θα βαρύνουν τους προϋπολογισμούς των περισσοτέρων οικονομικών ετών, στον προϋπολογισμό δε κάθε έτους αποτυπώνεται μόνο το ποσό της επιβάρυνσης που αφορά το συγκεκριμένο έτος, με εγγραφή ισόποσης πίστωσης στον οικείο κωδικό αριθμό εξόδου (Κ.Α.Ε.) του προϋπολογισμού (βλ. Πράξ. Κλ. Προλ.Ελ. IV Τμ. Ελ. Συν. 33/2014 και πρβλ. Απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 23/2012, Πράξεις Ζ Κλ. Ελ. Συν. 38/2013, 5/2014).
ΕλΣυν/Τμ.6/894/2012
(…) στα δημόσια έργα, προϋπολογιζόμενης δαπάνης μέχρι του ποσού του 1.500.000 ευρώ (χωρίς αναθεώρηση και Φ.Π.Α.), η Επιτροπή Διαγωνισμού συγκροτείται από τρία υπηρεσιακά μέλη, παρίσταται δε σε αυτήν και ένας εκπρόσωπος των εργοληπτικών οργανώσεων, ο οποίος δεν μετέχει στη διαγωνιστική διαδικασία (βλ. αποφάσεις VI Τμ. Ελ. Συν. 3204, 1786/2011, 2401, 2514/2009 κ.α.). Εξάλλου, ο ν. 3669/2008 δεν αποτελεί απλή κωδικοποίηση υφιστάμενων διατάξεων, αλλά επιπλέον προβαίνει σε τροποποίηση και κατάργηση μερικών εξ αυτών (βλ. απόφαση Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης Ελ. Συν. 1517/2011, VI Τμ. 784/2011). Ως εκ τούτου, μετά την έναρξη ισχύος του άρθρου 21 του ανωτέρω Κώδικα, ερμηνευομένου υπό το φως και της αρχής της διαφάνειας που διέπει τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, δεν υφίσταται πλέον η προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 του ν. 3263/2004 δυνατότητα του παρισταμένου στις ως άνω συνεδριάσεις της Επιτροπής Διαγωνισμού εκπροσώπου των εργοληπτικών οργανώσεων να υποβάλει προσφορά ως εκπρόσωπος συμμετέχουσας στο διαγωνισμό επιχείρησης. Και τούτο, διότι από τη μη συμπερίληψη της ως άνω διάταξης στο άρθρο 21 του Κώδικα, στο οποίο συμπεριλήφθηκαν οι λοιπές σχετικές διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 2 του ν. 3263/2004, συνάγεται η βούληση του νομοθέτη για την (σιωπηρή) κατάργησή της (Απ. VI Τμ. 793/2012) . (…)Περαιτέρω, το κύρος της διαγωνιστικής διαδικασίας για τη διενέργεια της οποίας έχει προηγηθεί δημοσίευση της περίληψης της οικείας διακήρυξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεν πλήττεται από την παράλειψη ανάρτησης ή την πλημμελή ανάρτηση της περίληψης της διακήρυξης στο διαδίκτυο, ανεξάρτητα από άλλης φύσης συνέπειες που μπορεί να επισύρει η πλημμέλεια αυτή (βλ. και την από 15.6.2010 αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου «ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο «Πρόγραμμα Διαύγεια», πρβλ. Πράξεις ΙV Τμ. 42, 50/2012).