ΕλΣυν/Τμ.4/137/2010
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Σύμφωνα με πάγια αρχή του δημοσιολογιστικού δικαίου για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης των ν.π.δ.δ. πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό τους, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται από ρητή διάταξη νόμου, ειδάλλως να προκύπτει από τα δικαιολογητικά της δαπάνης ότι αυτή ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του ν.π.δ.δ. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών του. Περαιτέρω, γίνεται παγίως δεκτό από τη νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι, όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων του, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές του διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, κατά παράβαση της αρχής της οικονομικότητας, η οποία διέπει τη δράση και τη λειτουργία των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται τέτοια ανάθεση, όταν οι συγκεκριμένες εργασίες είναι ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσης, με συνέπεια το συμφέρον του νομικού προσώπου να επιβάλει την ανάθεσή τους σε τρίτους διαθέτοντες εξειδικευμένες γνώσεις και σχετική εμπειρία, τις οποίες αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το αρμόδιο για την εκτέλεση των εργασιών αυτών προσωπικό του. Σε περίπτωση δε που κάποιες από τις οργανικές θέσεις είναι κενές, επιβάλλεται να πληρούνται με τις νόμιμες διαδικασίες και όχι η έλλειψη προσωπικού να χρησιμοποιείται ως πρόφαση για την περιγραφή των διατάξεων, με συνέπεια την ανάθεση εκτέλεσης των εργασιών σε εξωτερικούς αναδόχους και την υποκατάσταση με τον τρόπο αυτό των αρμοδίων υπαλλήλων από τρίτους ιδιώτες. Κατ’ εξαίρεση μπορεί να κριθεί επιτρεπτή τέτοια ανάθεση, στην περίπτωση που εξαντλήθηκαν οι νόμιμες διαδικασίες και κατέστη αδύνατη η πλήρωση θέσεων αντίστοιχης αρμοδιότητας, με συνέπεια την έλλειψη προσωπικού σε τέτοια έκταση, που αποδεδειγμένα πλέον καθίσταται αδύνατη η εκτέλεση των επίμαχων εργασιών και η εξυπηρέτηση της λειτουργικής δραστηριότητας του νομικού προσώπου (βλ. Πρ. IV Τμ. 10/2010, 141/2009).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.4/168/2011
Μελέτες.Σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας των δαπανών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, που συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 13 και 40 του ν.δ. 496/1974 «Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 204) και του άρθρου 17 παρ. 1 περ. β΄ του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ. 774/1980, ΦΕΚ Α΄ 189), για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης των ν.π.δ.δ., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό τους, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται από ρητή διάταξη νόμου. Ειδάλλως πρέπει να προκύπτει από τα δικαιολογητικά της δαπάνης ότι αυτή ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του ν.π.δ.δ. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που αυτό επιδιώκει. Όταν, όμως, πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και εξυπηρετούν τις λειτουργικές του ανάγκες, πλην όμως αφορούν εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων του, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές του διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, κατά παράβαση της αρχής της οικονομικότητας, η οποία διέπει τη δράση και τη λειτουργία των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. Πράξεις ΙV Τμ. Ε.Σ. 6, 9, 92/2011 και 130/2005).
ΕΣ/Τ7/176/2006
Ανάθεση έναντι αμοιβής σε τρίτο ιδιώτη ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή μόνον όταν αφορά ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, που το συμφέρον του νομικού προσώπου επιβάλλει να ανατεθούν σε τρίτους με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένα, δεν διαθέτει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση το προσωπικό που ήδη υπηρετεί
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)210/2013
Εξόφληση του πρώτου λογαριασμού της μελέτης «Σύνταξη τευχών δημοπράτησης έργου (Διαμόρφωση Πολυχώρου πρώην Εκπαιδευτηρίου ......)». (...)Σύμφωνα με βασική αρχή του δημοσιονομικού δικαίου, που απορρέει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας και έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στο άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 3801/2009, για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό τους, απαιτείται η δαπάνη αυτή να προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου ή να προκύπτει από τα δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα τους ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν. Όταν δε πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των ανωτέρω φορέων και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων τους όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνσή τους. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσης υποθέσεις για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 27/2013, VII Tμ. πρ. 16/2012, 85, 114, 176, 309/2011) είτε αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί χωρίς υπαιτιότητα του ενδιαφερόμενου φορέα (Κλιμ. VII Τμ. 83/2013, 6, 26/2012, VII Τμ. πρ. 8/2012, 42, 210, 310/2011, 40, 55, 56, 250, 364/2010 κ.ά.).
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/194/2013
«Μελέτης τοπογραφίας για την ανάπλαση της περιοχής αθλητισμού και αναψυχής(…)Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 37 παρ. 2 εδ. α΄ του ν. 3801/2009 (ΦΕΚ Α΄ 163), οι Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές ενδεικτικώς περιγράφονται στο άρθρο 75 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και οριοθετούνται με το άρθρο 102 του Συντάγματος, δύνανται νομίμως να προβαίνουν στη διάθεση πιστώσεων και την συνακόλουθη καταβολή δαπανών, που δεν προβλέπονται μεν από διάταξη νόμου, όμως: α) είναι λειτουργικές για τον οικείο Ο.Τ.Α., συνάδουν δηλαδή προδήλως με την αποστολή και τις αρμοδιότητές του και συμβάλλουν στην εκπλήρωση των σκοπών του ή στην αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών του, υπό την έννοια ότι η μη πραγματοποίησή τους θα προκαλούσε πρόβλημα στην παροχή υπηρεσίας ή θα εμπόδιζε την επιδίωξη των νόμιμων σκοπών του, β) σχετίζονται με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων εκ μέρους του Ο.Τ.Α., οι οποίες προάγουν τα κοινωνικά, πολιτικά, πνευματικά και οικονομικά συμφέροντα των δημοτών του ή συμβάλλουν στην ενεργό συμμετοχή τους για την προαγωγή των τοπικών υποθέσεων και δραστηριοτήτων του Ο.Τ.Α και γ) ανταποκρίνονται στο ανάλογο ή προσήκον μέτρο, χωρίς να υπερβαίνουν τα εύλογα όρια που διαγράφονται με την τήρηση της αρχής της οικονομικότητας, ενόψει των συνθηκών πραγματοποίησής τους. Επίσης, γίνεται δεκτό από την νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση των σκοπών των Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους, με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση, είναι επιτρεπτή, στο βαθμό που αυτό επιβάλλεται από τις αρχές αναγκαιότητας και αποδοτικότητας, η ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μόνον όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, που το συμφέρον του νομικού προσώπου επιβάλλει να ανατεθούν σε τρίτους με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένα, δεν διαθέτει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 16/2012, 309, 176, 114, 85/2011, Κλ. Προλ. Ελ. VII Τμ. 55, 106/2012), είτε αποδεικνύεται ότι, αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί με το προβλεπόμενο προσωπικό άνευ υπαιτιότητας του ενδιαφερόμενου Ν.Π.Δ.Δ. (βλ. Ελ.Συν. Κλιμ. VII Τμ. πράξεις 15, 63, 71/2013, 26, 70, 75/2012).(...) . Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ως άνω μελέτη αφορά μεν σε αντικείμενο που εμπίπτει στα καθήκοντα και στις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού, καθόσον δεν είναι ειδικής φύσεως, πλην όμως από τα στοιχεία του φακέλου, και ειδικότερα από το 15784/17.4.2013 έγγραφο του Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών προκύπτει αδυναμία της αρμόδιας υπηρεσίας (Τμήμα Κτιριακών και Υπαίθριων Έργων της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών) να προβεί στην έγκαιρη εκπόνησή της, λόγω ανεπαρκούς στελέχωσής της και έλλειψης κατάλληλου τεχνολογικού εξοπλισμού. Ως εκ τούτου, νομίμως ο Δήμος ανέθεσε την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης σε ιδιώτη
ΕΣ/Τ7/199/2006
Προμήθεια χιλίων πασχαλινών καρτών και ισάριθμων φακέλων.Μη δαπάνη καθώς δεν προβλέπεται από διάταξη νόμου, δεν συμβάλει στην εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του νομικού προσώπου, ούτε συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών του.
ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)15/2013
Εκπόνηση τοπογραφικής μελέτης(…)Σύμφωνα με βασική αρχή του δημοσιονομικού δικαίου, που απορρέει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας, που διέπει τη δράση των διοικητικών οργάνων, συνάγεται από βασικές διατάξεις αυτού (άρθρα 3, 13 και 40 του ν.δ/τος 496/1974, 1 παρ. 2α΄ του π.δ/τος 465/1975, 1 παρ.1 του ν.δ/τος 1265/1972, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 968/1979, και 22, 26, 28 και 79 του ν. 2362/1995) και έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στη διάταξη του άρθρου 37 παρ. 2 του ν.3801/2009, για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό της υπηρεσίας, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν δεν προβλέπεται από συγκεκριμένη διάταξη, να προκύπτει από τα δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν, ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του Δημοσίου, του Ν.Π.Δ.Δ. ή του Ο.Τ.Α. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν οι ως άνω φορείς. Επιπλέον, όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των υπηρεσιών του Δημοσίου, του Ν.Π.Δ.Δ. ή του Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα), με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ' εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή μόνον όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένως, δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 16/2012, 309, 176, 114, 85/2011), είτε εφ' όσον αποδεικνύεται ότι, αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί με το προβλεπόμενο προσωπικό άνευ υπαιτιότητας του ενδιαφερόμενου ν.π.δ.δ. (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πράξ. 3/2004, 81/2006, 3/2008, 54/2008, 179/2011).(…) Από τις ανωτέρω διατάξεις, 3463/2006 και 3316/2005 σε συνδυασμό ερμηνευόμενες, συνάγονται τα ακόλουθα: Για την εκτέλεση εργασιών και την παροχή υπηρεσιών από τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού απαιτείται η προηγούμενη σύνταξη και θεώρηση μελέτης από την τεχνική υπηρεσία τους και, αν δεν υπάρχει τέτοια υπηρεσία ή αυτή αδυνατεί, από την Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ). Περαιτέρω, εξαιρετικά στην περίπτωση που ο Προϊστάμενος της Τ.Υ.Δ.Κ. επιβεβαιώνει εγγράφως την αδυναμία της τελευταίας να προβεί στη σύνταξη της σχετικής μελέτης, επιτρέπεται, η ανάθεση εκπόνησης αυτής σε ιδιώτες μελετητές και ιδιωτικά γραφεία μελετών, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, στην οποία πρέπει να εξειδικεύονται οι λόγοι που επιβάλουν την ανάθεση εκπόνησης αυτής σε τρίτους (πρβλ. 18/2012 πράξ. Κλιμ. VII Τμημ.). Ως κύρια διαδικασία ανάθεσης μελετών από τους Ο.Τ.Α. καθιερώνεται η διενέργεια διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση ικανού αριθμού συμμετεχόντων, η αποφυγή του κινδύνου μεθοδεύσεων, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η επιλογή της πλέον συμφέρουσας από τεχνικής και οικονομικής απόψεως προσφοράς. Η με απευθείας ανάθεση εκπόνηση μελέτης αποτελεί εξαιρετική διαδικασία, που επιτρέπεται μόνο στις ρητά καθοριζόμενες από το νόμο περιπτώσεις.(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά τον βασίμως προβαλλόμενο πρώτο λόγο διαφωνίας της Επιτρόπου ότι μη νομίμως ανατέθηκε στη φερόμενη ως δικαιούχο του υπό κρίση χρηματικού εντάλματος η εν λόγω μελέτη, καθόσον αυτή αφορά σε αντικείμενο, που ανάγεται στα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού, όπως προκύπτει από τη διάρθρωση των υπηρεσιών αυτού, ενώ περαιτέρω δεν πρόκειται για ειδικής φύσεως εργασίες για την εκτέλεση των οποίων απαιτούνται ειδικές γνώσεις, που αποδεδειγμένα δεν διέθετε το προσωπικό που υπηρετούσε στο Δήμο.
ΕΣ/Τμ7(ΚΠΕ)181/2013
Καταβολή στο φερόμενο ως δικαιούχο ...... μέρους της αμοιβής του έναντι εκπόνησης της «Μελέτης διαμόρφωσης κόμβου και περιβάλλοντος χώρου στον υφιστάμενο Υδατόπυργο (...)Σύμφωνα με την αρχή της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης της γενικής αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία διέπει τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών των δήμων με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους, εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων τους δεν επιτρέπεται να ανατίθενται σε τρίτους, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. και άρθρο 1 του ν.3871/2010 «Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη», ΦΕΚ Α΄ 141, που καθιερώνει και νομοθετικά την ανωτέρω γενική αρχή). Κατ’ εξαίρεση, στο βαθμό που αυτό επιβάλλεται από τις αρχές αναγκαιότητας και αποδοτικότητας, είναι δυνατή η ανάθεση σε τρίτους, ιδιώτες φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εργασιών ειδικής φύσης, για την εκτέλεση των οποίων απαιτείται είτε προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, που δεν διαθέτει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, το ήδη υπηρετούν προσωπικό, είτε η χρήση τεχνικών μέσων που δεν διαθέτει ο οικείος δήμος (βλ. Ελ.Συν., πράξεις Τμ. VII 124, 120, 43, 13, 8/2012, πράξεις του Κλιμακίου τούτου 59/2013, 187, 185, 174, 133, 114, 112, 107, 106/2012).
ΕλΣυν.Τμ.4/22/2013
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:(...) Αιτηση ανάκλησης της 9/2013 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμήμα (...) Συνεπώς, ανάθεση τέτοιων εργασιών έναντι αμοιβής σε τρίτο χωρεί νομίμως μόνο στην περίπτωση είτε ιδιαιτέρως σοβαρών ή ειδικής φύσης υποθέσεων, που το συμφέρον της Υπηρεσίας επιβάλλει να διεκπεραιωθούν από τρίτους με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, τις οποίες, αποδεδειγμένα, δε διαθέτει το προσωπικό που υπηρετεί, είτε έλλειψης προσωπικού σε τέτοια έκταση που δεν είναι δυνατή η εξυπηρέτηση της συγκεκριμένης λειτουργικής δραστηριότητας του νομικού προσώπου και υπό την προϋπόθεση ότι τα αρμόδια όργανα είχαν προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων (πράξεις IV Τμ. 71, 60/2012, 16, 31, 92, 117 και 126/2011, 131, 242/2010 κ.ά.).(..)Με τα δεδομένα αυτά, ενόψει και των όσων έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος ανάκλησης της 9/2013 πράξης του Κλιμακίου, στις ορθές σκέψεις και λεπτομερείς αιτιολογίες της οποίας, κατά τα λοιπά, αναφέρεται εκ νέου, προς αποφυγή περιττών επαναλήψεων.
ΕλΣυν/Τμ.4/2384/2007
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 7, 9 παρ. 1 και 2 και 11 του ν.δ/τος 496/1974 «Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου» συνάγεται, πλην άλλων, ότι για τη νόμιμη διενέργεια δαπανών σε βάρος του προϋπολογισμού νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου απαιτείται να έχει προβλεφθεί η δαπάνη και να υφίσταται σχετική πίστωση στο νομίμως εγκεκριμένο προϋπολογισμό. Σε περίπτωση που τέτοια πίστωση δεν υπάρχει ή έχει εξαντληθεί, οι δαπάνες μπορούν να καλυφθούν είτε μετά από αναμόρφωση του προϋπολογισμού είτε με χρήση των πιστώσεων του τακτικού ή έκτακτου αποθεματικού αυτού. ΄Αλλως, αν δηλαδή διενεργηθούν δαπάνες χωρίς την ύπαρξη πιστώσεως, δημιουργείται ισόποσο έλλειμμα στη διαχείριση του νομικού προσώπου (πρβλ. αποφ. ΙV Τμ ΕΣ 1517, 1519/2000), το οποίο καταλογίζεται σε βάρος των υπολόγων οργάνων της οικείας διαχείρισης, που με υπαίτιες ενέργειές τους προκάλεσαν το σχετικό έλλειμμα.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/286/2015
Παροχή υπηρεσιών Κοινωνικού Λειτουργού:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη ελέγχεται ως μη νόμιμη, δεδομένου ότι με τη συναφθείσα σύμβαση καλύπτονται πάγιες και διαρκείς ανάγκες του νομικού προσώπου, όπως βασίμως προβάλλεται από τη διαφωνούσα Επίτροπο. Και τούτο διότι, το αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης, όπως αυτό περιγράφεται τόσο στην απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του νομικού προσώπου περί έγκρισης της σχετικής δαπάνης και διάθεσης της αναγκαίας πίστωσης, όσο και στην απόφαση του Προέδρου του νομικού προσώπου και στην ίδια τη σύμβαση δεν είναι ποσοτικά και χρονικά περιορισμένο, αλλά ανακύπτει σε μόνιμη βάση και για το σύνολο του σχολικού έτους, οι δε ανατιθέμενες στη φερόμενη ως δικαιούχο του εντάλματος υπηρεσίες Κοινωνικού Λειτουργού ανάγονται στη συνήθη λειτουργική δραστηριότητα του νομικού προσώπου και, ειδικότερα, στη φροντίδα των νηπίων, τα οποία δεν μπορούν να την έχουν στο οικογενειακό τους περιβάλλον, όχι μόνον λόγω της απασχόλησης των γονέων τους, αλλά και συνεπεία άλλων κοινωνικών αιτίων, λαμβανομένου υπόψη ότι στην περιοχή αρμοδιότητας του νομικού προσώπου κατοικούν οικονομικοί μετανάστες και ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες (ρομά), όπως άλλωστε ανέφερε ο Πρόεδρος του νομικού προσώπου στην εισήγησή του, κατά την 14η/8.10.2014 συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, και, ως εκ τούτου, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.