Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Κλ.7/31/2016

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4270/2014

Kαταβολή δαπάνης για την παράθεση δείπνων.(...)Οι αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της οικονομικότητας, οι οποίες έχουν ήδη αποτυπωθεί νομοθετικά (άρθρο 1 του ν. 2362/1995, Α΄ 247 όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 1 του ν. 3871/2010,  Α΄ 141, βλ. και άρθρο 37 παρ. 2 α του ν. 3801/2009, Α΄ 163) και διέπουν τη δράση και τη λειτουργία, μεταξύ άλλων, των Ο.Τ.Α., επιβάλλουν για την εξασφάλιση της δημοσιονομικής τους βιωσιμότητας την κάλυψη των αναγκών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Προς το σκοπό αυτό οι δαπάνες που πραγματοποιούν πρέπει να ανταποκρίνονται στο ανάλογο ή προσήκον μέτρο, χωρίς να υπερβαίνουν τα εύλογα όρια που διαγράφονται από την αρχή της οικονομικότητας εν όψει των συνθηκών πραγματοποίησης τους (βλ. Ε.Σ. Πρ. Κλ. VII Τμ. 57/2014, 23/2013, αποφ. VI Τμ. 678, 800, 3492/2012, 2754/2011, 3131/2009 κ.ά.). (...)Με τα δεδομένα αυτά, ο λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου περί υπέρβασης του προσήκοντος μέτρου κατά τη διενέργεια της προκείμενης δαπάνης, πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αορίστως προβαλλόμενος, καθόσον δεν προσδιορίζονται τα στοιχεία οριοθέτησης της αόριστης αυτής έννοιας. Συγκεκριμένα, ο λόγος διαφωνίας εκφέρεται συμπερασματικά, δίχως να παρατίθενται συγκριτικά στοιχεία ως προς τα παρασχεθέντα είδη, την ποικιλία και την ποιότητα αυτών, την αγοραία τους αξία ή δαπάνες που να αφορούν παρόμοιες εκδηλώσεις ανάλογης επισημότητας, ώστε να μπορεί να εξαχθεί ασφαλής κρίση σχετικά με το αν ο καθορισμός της αμοιβής της προμηθεύτριας εταιρείας υπερβαίνει το, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και τις συναλλακτικές αντιλήψεις, προσήκον μέτρο (Ε.Σ. Κλ. VII Τμ. Πρ. 301/2014, κ.α.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)184/2013

Kαταβολή  αμοιβής  για την εκτέλεση «εργασιών πλήρωσης κενού χώρου μεταξύ τοιχίου-πρανούς στη θέση Μάτι του Δήμου ......». Περαιτέρω, στο άρθρο 21 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄ 114, διόρθ. ΦΕΚ Α΄ 145 και 197), ορίζεται ότι: «1. Η εκκαθάρισις ενεργείται παρά της λογιστικής υπηρεσίας κατά τας κειμένας περί εκάστης δαπάνης διατάξεις, είτε αυτεπαγγέλτως οσάκις υπάρχουν παρά τη υπηρεσία ταύτη πλήρη τ΄ αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των δικαιούχων στοιχεία, είτε επί τη υποβολή αυτή των δικαιολογητικών στοιχείων, μετά προέλεγχον τούτων εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου (…) 3. Τα δικαιολογητικά έγγραφα εκάστης δαπάνης (…) προσαρτώνται εις τα σχετικά χρηματικά εντάλματα (…)», στο άρθρο 23 παρ. 1 ότι: «Μετά την εκκαθάρισιν εκάστης δαπάνης το αρμόδιον τμήμα ή γραφείον της λογιστικής υπηρεσίας του Δήμου προκαλεί την πληρωμήν της εκκαθαρισθείσας δαπάνης συντάσσον χρηματικόν ένταλμα»,  στο άρθρο 25 αυτού ότι: «Εις παν χρηματικόν ένταλμα δέον να επισυνάπτεται υπ’ ευθύνη των επιτετραμμένων την εκκαθάρισιν και εντολήν της δαπάνης οργάνων του δήμου παν δικαιολογητικόν έγγραφον εξ ου να προκύπτη σαφώς το δικαίωμα του πιστωτού του δήμου κατά βάσιν και ποσόν». Από τις ως άνω διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν τη διαδικασία της ανάληψης, εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής δαπανών συνάγεται, πλην άλλων, ότι οι δαπάνες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) εξοφλούνται κατά κανόνα με την έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος. Προκειμένου δε να εκδοθεί τακτικό χρηματικό ένταλμα, πρέπει οι απαιτήσεις των πιστωτών των Ο.Τ.Α., καθώς και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των τελευταίων να αποδεικνύονται κατά την υπόσταση και την έκτασή τους από πλήρη και νόμιμα δικαιολογητικά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα προβλεπόμενα από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων για κάθε είδος συναλλαγής φορολογικά στοιχεία. Η μη έκδοση ή η μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (βλ. σχετ. Πρ. VII  Τμ. 13/2008, 11, 373/2009, Κλ. Πρ. Ελ. Στο VII Τμ. 47/2013). Πλην, όμως, η έκδοση απόδειξης δαπάνης αντί τιμολογίου παροχής υπηρεσιών κατά την περίπτωση παροχής των τελευταίων σε ο.τ.α, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα της απόδειξης, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης (πρβλ. Πράξεις VII Τμ. 74, 103, 104/2011, Κλ. Πρ. Ελ. Στο VII Τμ. 36/2013).

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/156/2019

Εκτέλεση εργασιών επισκευής και συντήρησης δικτύων αποχέτευσης.: Με δεδομένα αυτά, ελλείψει σχετικής ρύθμισης για την αρμοδιότητα σύνταξης και υπογραφής των χρηματικών ενταλμάτων στη Δ.Ε.Υ.Α. ....., εφαρμόζονται οι σχετικές για τους Δήμους διατάξεις (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. VII Τμ. 69/2016, Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 212/2016) που, πλέον, ορίζουν ότι τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής υπογράφονται από τον Προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών (Π.Ο.Υ.) του Δήμου, ή το υφιστάμενό του όργανο που εξουσιοδοτείται από αυτόν, και τον συντάκτη τους, ήτοι τον υπάλληλο της λογιστικής υπηρεσίας, ως αρμοδίου για την εκκαθάριση οργάνου (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 228, 276/2018, 63/2019). Συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα αναρμοδίως υπογράφεται τόσο από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α. όσο και από τον Αντιπρόεδρό της, στον οποίο παρανόμως έχουν ανατεθεί καθήκοντα έκδοσης χρηματικών ενταλμάτων διότι, κατά τα προαναφερθέντα, αυτά ανήκουν στους υπαλλήλους της λογιστικής υπηρεσίας.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)210/2013

Εξόφληση του πρώτου λογαριασμού της μελέτης «Σύνταξη τευχών δημοπράτησης έργου (Διαμόρφωση Πολυχώρου πρώην Εκπαιδευτηρίου ......)». (...)Σύμφωνα με βασική αρχή του δημοσιονομικού δικαίου, που απορρέει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας και έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στο άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 3801/2009, για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό τους, απαιτείται η δαπάνη αυτή να προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου ή να προκύπτει από τα δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα τους ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν. Όταν δε πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των ανωτέρω φορέων και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων τους όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνσή τους. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσης υποθέσεις για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 27/2013, VII Tμ. πρ. 16/2012, 85, 114, 176, 309/2011) είτε αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί χωρίς υπαιτιότητα του ενδιαφερόμενου φορέα (Κλιμ. VII Τμ. 83/2013, 6, 26/2012, VII Τμ. πρ. 8/2012, 42, 210, 310/2011, 40, 55, 56, 250, 364/2010 κ.ά.).


ΕλΣυν/Κλ.Τμ.7/55/2017

Καταβολή της αμοιβής της για την εκτέλεση του έργου «Ανάθεση Υπηρεσιών Εξειδικευμένης Υποστήριξης του Δήμου ..από Εξωτερικό Σύμβουλο(...) Αντίθετα, βασίμως προβάλλει η Επίτροπος παραβίαση της αρχής της οικονομικότητας, καθόσον από κανένα έγγραφο του Δήμου …δεν προκύπτει ο τρόπος προσδιορισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των υπό ανάθεση υπηρεσιών στο ποσό των 20.000 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.. Συγκεκριμένα, ενώ στις σχετικές τεχνικές προδιαγραφές υπάρχει πλήρης ανάλυση των υπηρεσιών που πρόκειται να ανατεθούν και η διάρκεια εκτέλεσης αυτών, ο ενδεικτικός προϋπολογισμός δεν έχει το απαιτούμενο περιεχόμενο, καθώς περιορίζεται απλώς στην αναφορά της συνολικής προϋπολογιζόμενης δαπάνης, ποσού 24.600,00 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.), χωρίς να παραθέτει κανένα στοιχείο τεκμηρίωσης του προϋπολογισμού, όπως ποσοτικό προσδιορισμό των εργασιών, έστω και κατά προσέγγιση, σε συνάρτηση με ορισμένη τιμή μονάδας - ανθρωποώρα ή συγκριτικά οικονομικά στοιχεία (βλ. Ελ.Συν. Πρ. VII Tμ. 363/2006 και Πρ. Κ.Π.Ε.Δ. στο VII Τμ. 261/2016, 388, και 119/2015).ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ  ΕΣ/ΤΜ.7/20/2017.


ΕΣ/Τ7/61/2007

Tο Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη δυνατότητα να διενεργεί παρεμπίπτοντα έλεγχο ζητημάτων που άπτονται της νομιμότητας και κανονικότητας της ελεγχόμενης δαπάνης, δεσμευόμενο μόνο από το δεδικασμένο που απορρέει από δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικώς στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (Πρ VII Τμ. 418/2006). Το Ελεγκτικό Συνέδριο διενεργώντας παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας των ατομικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες αποτελούν έρεισμα της ελεγχόμενης δαπάνης, ακόμα και στην περίπτωση που αυτές δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί και επομένως καλύπτονται από το τεκμήριο νομιμότητας, δεν προβαίνει στην ακύρωση των πράξεων αυτών, αλλά στην αποδυνάμωση τους από τις δημοσιονομικές συνέπειες που αυτές μπορούν να επιφέρουν. Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου για τη διενέργεια κλειστού διαγωνισμού με πρόσκληση περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως διοικητική πράξη αιτιολογητέα από τη φύση της, αφού εκδίδεται κατ' εφαρμογή εξαιρετικών διατάξεων, πρέπει, σύμφωνα με γενική αρχή του διοικητικού δικαίου να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, υπό την έννοια ότι οι ειδικές εκείνες περιστάσεις που δικαιολογούν την εφαρμογή της εξαιρετικής αυτής διαδικασίας επιλογής αναδόχου, αρκεί να προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητας της από το Δικαστήριο (βλ Πρ VII Τμ 264, 196/2006, V Τμ 4/2004, IV Τμ. 54/2002,33,64/1997).


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/50/2018

Κάλυψη εξόδων μετάβασης και διαμονής-διατροφής συνοδού ασφαλισμένου:..Με τα δεδομένα αυτά, μη νομίμως ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ προέβη στην έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής για την προκαταβολή της εντελλόμενης δαπάνης, καθόσον, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, η έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής προϋποθέτει απαίτηση εκκαθαρισμένη, ήτοι απαίτηση αποδεικνυόμενη, ως προς την ύπαρξη και την έκτασή της, από πλήρη και νόμιμα παραστατικά στοιχεία. Εν προκειμένω, κατά το χρόνο έκδοσης του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, η σχετική απαίτηση του φερόμενου ως δικαιούχου δεν ήταν εκκαθαρισμένη, κατά την προεκτεθείσα έννοια, και, επομένως, δεν υπήρχε εκ του νόμου δυνατότητα να εκδοθεί τακτικό χρηματικό ένταλμα πληρωμής, θα μπορούσε δε ο προαναφερθείς Οργανισμός, επιτρεπτώς, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 18 του ν.δ/τος 496/1974, να προβεί στην προκαταβολή της επίμαχης δαπάνης, με την έκδοση χρηματικού εντάλματος προπληρωμής, στο όνομα του ως άνω φερόμενου ως δικαιούχου-ασφαλισμένου του (πρβλ. Ε.Σ. Ι Τμ. πρ. 98/2010, VII Τμ. πρ. 98/2010, 27, 373/2009).Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη, με το ελεγχόμενο τακτικό χρηματικό ένταλμα πληρωμής -ήτοι βάσει μη νόμιμου τίτλου πληρωμής- δαπάνη, είναι μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/317/2019

Πληρωμή τιμήματος αγοράς ακινήτου..:Με δεδομένα αυτά, το σχέδιο σύμβασης αγοραπωλησίας του οικοπέδου έπρεπε, ως εξ επαχθούς αιτίας προμήθεια ακινήτου πράγματος από δήμο, να υποβληθεί σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Σε κάθε περίπτωση, το Κλιμάκιο ελέγχοντας, έστω και εκ των υστέρων, τη διαδικασία που προηγήθηκε της αγοράς του ακινήτου (πρβλ. Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 6/2018, 294, 212, 198/2017) κρίνει ότι η έκδοση της απόφασης ανάληψης υποχρέωσης μετά την υπογραφή του συμβολαίου μεταβίβασης του ακινήτου καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική και τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα μη θεωρητέα.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη ούτε κανονική και τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/302/2019

Καταβολή αποζημίωσης για συμμετοχή σε συνεδριάσεις επιτροπών διαγωνισμού δημοσιών συμβάσεων μελετών  Δήμου...Mε τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ανεξαρτήτως του ότι οι φερόμενοι ως δικαιούχοι ιδιώτες εκπρόσωποι του Τ.Ε.Ε., μέλη των ως άνω επιτροπών διαγωνισμού, δικαιούνται αποζημίωση για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις των ως άνω συλλογικών οργάνων, οι οποίες έλαβαν χώρα εντός του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των υπηρεσιών του Δήμου, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου διαφωνίας του Επιτρόπου, οι ελεγχόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες. Τούτο διότι, λαμβανομένου υπόψη ότι προϋπόθεση για την καταβολή της αμοιβής είναι η δημοσίευση των αποφάσεων συγκρότησης των Επιτροπών διαγωνισμού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατά τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 περ. ιβ΄ του ν. 3469/2006, οι ως άνω επιτροπές έχουν οργανωτική υπόσταση αφ’ ης στιγμής οι 283/29.11.2017, 274/22.11.2017, 275/22.11.2017 και 282/29.11.2017 αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής δημοσιεύθηκαν, ήτοι από 8.6.2018, 7.6.2018, 7.6.2018 και 13.6.2018 αντίστοιχα. Οι αποφάσεις δε αυτές δεν δύναται να αναπτύξουν αναδρομική ισχύ, ενώ οι δε συνεδριάσεις των επιτροπών διαγωνισμού για τις οποίες εντέλλεται η καταβολή αποζημίωσης έλαβαν χώρα μεταγενέστερα των ως άνω ημερομηνιών δημοσίευσης των αποφάσεων συγκρότησης. Τέλος, ο λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, που αφορά στην παραβίαση της αρχής της οικονομικότητας λόγω του υπερβολικά μεγάλου αριθμού συνεδριάσεων εκάστης επιτροπής διαγωνισμού, τυγχάνει απορριπτέος ως αόριστος και ανεπίδεκτος εκτίμησης, καθόσον δεν παρατίθενται συγκριτικά στοιχεία για διαγωνισμούς, όμοιου ή συναφούς αντικειμένου, με εκείνα των επίμαχων διαγωνισμών, ώστε να μπορεί να εξαχθεί ασφαλής κρίση σχετικά με το αν ο αριθμός των συνεδριάσεων εκάστης επιτροπής διαγωνισμού υπερβαίνει το κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και τις συναλλακτικές αντιλήψεις προσήκον μέτρο (πρβλ. Ε.Σ. Κ.Π.Ε.Δ. στο Ι Τμ. 172/2013, Κ.Π.Ε.Δ. στο VII Tμ. 301/2014, 60/2013, 185/2012, Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 93/2011, 56/2001, VII Tμ. 301/2011). Εξάλλου, ανεξαρτήτως της προεκτιμώμενης αξία της μελέτης, δύνανται κατά τη διενέργεια μιας διαγωνιστικής διαδικασίας να ανακύψουν περίπλοκα ζητήματα που καθιστούν αναγκαίες τις επανειλημμένες συνεδριάσεις της επιτροπής διαγωνισμού. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες είναι μη νόμιμες και, ως εκ τούτου, αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.  


ΕΣ/Τ7/85/2006

Δημόσια έργα.Συμπληρωματικές συμβάσεις.Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται πραγματικά γεγονότα τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές εργασίες, οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα, εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητας του ( Πρ. VII Τμ. 34, 32/2006, 63/2005, IV Τμ 5/2005, 194/2004).


ΕλΣυν/Τμ.1/65/2015

Παραγραφή.ο χρόνος παραγραφής των απαιτήσεων αιρετών οργάνων κατά των Ο.Τ.Α, υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, εάν από άλλη γενική ή ειδική διάταξη δεν ορίζεται βραχύτερος χρόνος παραγραφής, η οποία αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους κατά το οποίο γεννήθηκε η αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. Διακοπή δε της παραγραφής επέρχεται, μεταξύ άλλων, με την υποβολή αίτησης για πληρωμή στην αρμόδια δημόσια αρχή καθώς και με την έκδοση τίτλου πληρωμής. Στις περιπτώσεις αυτές από την απάντηση της αρμόδιας αρχής, ή από την παρέλευση εξαμήνου από την υποβολή αίτησης (σε περίπτωση μη απάντησης της αρχής) καθώς και από την έκδοση τίτλου πληρωμής, αρχίζει νέα παραγραφή, ομοειδής, η νέα δε παραγραφή δύναται να διακοπεί με τους ίδιους τρόπους όπως με την έκδοση της αρχικής και συνεπώς με την εκ νέου έκδοση τίτλου πληρωμής (βλ. ΕΣ Πρ. IV Τμ 19/2001 Κλ.Προλ.Ελ.Δαπ. στο VII Τμ.177/2012 ).