Ε.2002/2023
Τύπος: Εγκύκλιοι
Παροχή διευκρινίσεων σχετικά με το συντελεστή ΦΠΑ που εφαρμόζεται από 1.1.2023 στα εμβόλια Covid-19, στα rapid διαγνωστικά τεστ, PCR διαγνωστικά τεστ και λοιπά διαγνωστικά test και τις υπηρεσίες που συνδέονται με τα ανωτέρω είδη και παρέχονται από δημόσια ιδρύματα ή ιδιωτικούς ιατρικούς φορείς, την προμήθεια και διεξαγωγή rapid τεστ από φαρμακεία. ΑΔΑ:6ΓΓ046ΜΠ3Ζ-2ΗΡ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Ε.2002/2020
Κοινοποίηση διατάξεων του άρθρου 73 του ν. 4764/2020 (Α'256) αναφορικά με την εφαρμογή μηδενικού συντελεστή Φ.Π.Α. στα εμβόλια και στα invitro διαγνωστικά ιατροτεχνολογικά προϊόντα για τη νόσο COVID-19 καθώς και στις υπηρεσίες που συνδέονται στενά με τα εν λόγω αγαθά -Ενσωμάτωση Οδηγίας (ΕΕ) 2020/2020 του Συμβουλίου ΑΔΑ: ΨΚΩΔ46ΜΠ3Ζ-ΜΣΔ
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/68/2017
Παροχή υπηρεσιών υλοποίησης δράσης (διοικητικές δαπάνες) (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, οι ανατεθείσες υπηρεσίες δεν υπάγονται στην έννοια της μελέτης του άρθρου 1 του ν. 3316/2005, διότι, ούτε εντάσσονται εννοιολογικά σε κάποια από τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 παρ. 2 του ίδιου ως άνω νόμου κατηγορίες μελετών, ούτε συνδέονται με τη διαδικασία παραγωγής τεχνικού έργου ή επέμβασης σε αυτό. Περαιτέρω, δεν πληρούνται τα κριτήρια για την υπαγωγή τους στην έννοια της παροχής υπηρεσιών του ν. 3316/20015, αφού, δεν αφορούν σε υπηρεσίες υποστηρικτικές σχετικές με την προετοιμασία της ανάθεσης, την ανάθεση καθ’ εαυτή και την εκτέλεση μελέτης ή έργου, και δεν συνδέονται με τη σύνταξη τευχών δημόσιου διαγωνισμού ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, ούτε με τον έλεγχο και την επίβλεψη έργου ή μελέτης, ούτε, τέλος, με την υποστήριξη της Υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας. Αντιθέτως, με την επίμαχη σύμβαση ο Δήμος αποβλέπει στην υποστήριξή του μέσω της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών από τον ανάδοχο στο πλαίσιο της υλοποίησης του προμνησθέντος επιχειρησιακού προγράμματος. Ως εκ τούτου, οι ανατεθείσες υπηρεσίες, όπως αυτές περιγράφονται και στην τεχνική μελέτη, δεν συνδέονται άμεσα με την εκτέλεση δημόσιου τεχνικού έργου, αλλά με την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης των Υπηρεσιών του Δήμου από τεχνικό σύμβουλο για την παρακολούθηση υλοποίησης, την τήρηση στοιχείων, τον εντοπισμό προβλημάτων, τον συντονισμό και έλεγχο εργασιών και την πιστοποίηση εργασιών, απορριπτομένου, συνεπώς, ως αβασίμου του πρώτου λόγου διαφωνίας. Ωστόσο, βασίμως προβάλλει η Αναπληρώτρια Επίτροπος με τον δεύτερο λόγο διαφωνίας της, ότι οι ανατεθείσες εργασίες ανάγονται στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων του Τμήματος Προγραμματισμού και Διαφάνειας της Διεύθυνσης Προγραμματισμού, Διαχείρισης Ανθρωπίνου Δυναμικού και Υποστήριξης Αιρετών Οργάνων του Δήμου, όπως αυτά αναλυτικώς περιγράφονται στις διατάξεις του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας που προπαρατέθηκαν, ο δε Δήμος αορίστως ισχυρίζεται ότι οι Υπηρεσίες του δεν είναι επαρκώς στελεχωμένες για την υποστήριξη του εν λόγω έργου, δεδομένου ότι ναι μεν στο αρμόδιο Τμήμα υπηρετούν δύο υπάλληλοι, πλην όμως, στη Διεύθυνση στην οποία αυτό υπάγεται υπηρετούν ακόμη επτά υπάλληλοι οι οποίοι δύνανται, με απόφαση του Δημάρχου, να συνδράμουν στην εκτέλεση των επίμαχων υπηρεσιών. Εξάλλου, δεν αποδεικνύονται από τον Δήμο ούτε οι ιδιαίτερες απαιτήσεις της εν λόγω σύμβασης, ούτε συγκεκριμένες ελλείψεις στη στελέχωση των υπηρεσιών του, που να καθιστούν αδύνατη ή δυσχερή την εκτέλεση των ανατεθεισών υπηρεσιών από το υπηρετούν προσωπικό, ενώ, περαιτέρω, δεν προκύπτει η επικαλούμενη προστιθέμενη αξία στην οποία οδηγεί η ανάθεση. Άλλωστε, όλως αορίστως προβάλλεται ότι «οι λοιπές υπηρεσιακές αρμοδιότητες των υπηρετούντων» στην εν λόγω Διεύθυνση εμποδίζουν την ενασχόληση με τις ανατεθείσες υπηρεσίες, ενώ ελλείπει οποιαδήποτε τεκμηρίωση της ειδικής εμπειρίας των στελεχών της εταιρείας που επιλέχθηκε από τον Δήμο για την εκτέλεση των επίμαχων υπηρεσιών. Επομένως μη νομίμως ανατέθηκε η εκτέλεση των ανωτέρω υπηρεσιών στη φερόμενη ως δικαιούχο του εντάλματος εταιρεία, ο δε σχετικός λόγος διαφωνίας πρέπει να γίνει δεκτός.
ΠΕΚ/Τ-160/2003
Περίληψη της αποφάσεως 1. Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Παρανομία — Ζημία — Αιτιώδης συνάφεια (Άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ) 2. Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Σύναψη συμβάσεως κατόπιν προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Εξουσία των θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως — Σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ ενός υποβαλόντος προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως των προσφορών — Περιθώριο εκτιμήσεως της Επιτροπής — Όρια — Παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως — Στοιχειοθέτηση της ευθύνης της Κοινότητας (Άρθρο 288 ΕΚ) 3.Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Διαδικασία προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά — Δικαίωμα αποζημιώσεως — Δεν υφίσταται — Εξαίρεση — Παράβαση του κοινοτικού δικαίου 1.Το κοινοτικό δίκαιο αναγνωρίζει δικαίωμα αποζημιώσεως αν συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις, ότι δηλαδή ο παραβιασθείς κανόνας δικαίου αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, ότι η παράβαση είναι κατάφωρη και ότι υφίσταται άμεσος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως της υποχρεώσεως που υπέχει το όργανο που εξέδωσε την πράξη και της ζημίας που υπέστησαν τα βλαβέντα πρόσωπα. (βλ. σκέψη 31) 2. Δυνάμει των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως, εναπόκειται στην Επιτροπή, στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, μετά την ανακάλυψη της υπάρξεως συγκρούσεως συμφερόντων μεταξύ ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως και ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά, να καταρτίσει και να λάβει, με όλη την απαιτούμενη επιμέλεια και βάσει όλων των δυναμένων να ασκήσουν επιρροή στοιχείων, την απόφασή της σχετικά με τη συνέχεια της διαδικασίας συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή οφείλει να μεριμνά, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας υποβολής προσφορών, για την τήρηση της ίσης μεταχειρίσεως και, κατά συνέπεια, τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους τους υποψηφίους. Συναφώς, η Επιτροπή διαθέτει περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ως προς τη διεξαγωγή της διαδικασίας. Ωστόσο, όταν η Επιτροπή δεν διεξάγει έρευνα σχετικά με τον ενδεχόμενο συντονισμό μεταξύ ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως, υπερβαίνει το ως άνω περιθώριο εκτιμήσεως και παραβιάζει, κατά τρόπο πρόδηλο και σοβαρό, τα όρια που επιβάλλονται στην εν λόγω εξουσία εκτιμήσεως. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή διαπράττει παρανομία που είναι ικανή να στοιχειοθετήσει ευθύνη της Κοινότητας. (βλ. σκέψεις 75, 77, 79, 93) 3. Οι επιχειρηματίες οφείλουν να αναλαμβάνουν τους οικονομικούς κινδύνους που είναι συμφυείς με τις δραστηριότητές τους και οι οποίοι, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μειοδοτικού διαγωνισμού, περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα έξοδα που συνδέονται με την προετοιμασία της προσφοράς. Επομένως, τα σχετικά έξοδα βαρύνουν την επιχείρηση που επέλεξε να συμμετάσχει στη διαδικασία, δεδομένου ότι η δυνατότητα συμμετοχής σε διαγωνισμό για την ανάθεση συμβάσεως δεν συνεπάγεται τη βεβαιότητα ότι η εν λόγω σύμβαση θα κατακυρωθεί στον συμμετέχοντα. Επομένως, κατ’ αρχήν, τα έξοδα και οι δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά για τη συμμετοχή του σε διαδικασία υποβολής προσφορών δεν αποτελούν ζημία που μπορεί να αποκατασταθεί με την επιδίκαση αποζημιώσεως. Ωστόσο, το άρθρο 24 των γενικών κανόνων περί προσκλήσεων προς υποβολή προσφορών και περί αναθέσεως συμβάσεων που χρηματοδοτούνται από τα κεφάλαια των προγραμμάτων Phare και Tacis δεν μπορεί να έχει εφαρμογή, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος προσβολής των αρχών της ασφαλείας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, σε περιπτώσεις που η παράβαση του κοινοτικού δικαίου κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας υποβολής προσφορών έθιξε τις πιθανότητες ενός υποβαλόντος προσφορά να του κατακυρωθεί η σύμβαση. Οσάκις θίγονται οι πιθανότητες του υποβαλόντος προσφορά, πρέπει να επιδικάζεται αποζημίωση στον τελευταίο για τη ζημία που αφορά τα έξοδα στα οποία αυτός υποβλήθηκε για τη συμμετοχή του στη διαδικασία. (βλ. σκέψεις 98, 102)
ΕΣ/ΤΜ.6/279/2011
ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Αίτηση ανάκλησης της 288/2010 πράξης του Ζ Κλιμακίου (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη το Τμήμα κρίνει ότι ο όρος που περιέχεται στο άρθρο 3 του σχεδίου σύμβασης , με τον οποίο προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής του Βασικού Επιτοκίου (ύψους 8,30%), αντί του Euribor,δεν είναι νόμιμος γιατί δεν εγκρίθηκε από το αρμόδιο Νομαρχιακό Συμβούλιο, κατά παράβαση του άρθρου 96 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Η δε προβλεπόμενη στο άρθρο 8 του σχεδίου σύμβασης μετακύλιση του φόρων και των τελών που συνδέονται με την παρούσα σύμβαση σε βάρος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ........, λόγω της αοριστίας του όρου, καταλείπει περιθώριο για την έμμεση καταστρατήγηση διατάξεων του φορολογικού δικαίου και, ο σχετικός όρος είναι και καταχρηστικός διότι προκαλεί σύγχυση για το τί καλύπτει ο τόκος και τι η μετακύλιση των φόρων και τελών. Περαιτέρω, η προβλεπόμενη στην παράγραφο 3.04 υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης να καταβάλει την εισφορά του ν. 128/1975 αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 177 του ν. 3463/2006, η οριζόμενη στο άρθρο 6 του σχεδίου σύμβασης ρήτρα έκπτωσης, δηλαδή η δυνατότητα της δανείστρια τράπεζας να καταγγείλει τη σύμβαση και να επιδιώξει την είσπραξη του συνόλου της οφειλής στην περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης ή μέρους αυτής, αντίκειται στις διατάξεις του ν. 2251/1994, και η προβλεπόμενη στο ίδιο άρθρο δυνατότητα που αναγνωρίζεται στην τράπεζα να καταγγείλει μονομερώς και αζημίως τη σύμβαση σε περίπτωση που ο οφειλέτης καταστεί μειωμένης φερεγγυότητας, χωρίς μάλιστα να προσδιορίζονται ο μηχανισμός και τα κριτήρια που θα εφαρμοστούν για τη διάγνωση της οικονομικής κατάστασης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, συνιστά καταχρηστικό όρο. Επίσης ο προβλεπόμενος στην παράγραφο 10.02 όρος, σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του σχεδίου σύμβασης, που ισοδυναμεί με παραίτηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης από το δικαίωμα συμψηφισμού ή επίσχεσης έναντι της δανείστριας τράπεζας, είναι μη νόμιμος, διότι αντίκειται στις γενικές αρχές του δημοσιονομικού δικαίου και στις αρχές της χρηστής διοίκησης καθώς και ο όρος στο άρθρο 17 της σύμβασης, περί ελέγχου της οικονομικής κατάστασης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης από όργανα της Τράπεζας ή από ορκωτούς ελεγκτές της επιλογής της, είναι επίσης μη νόμιμος, διότι η διαδικασία άσκησης ελέγχου επί της οικονομικής διαχείρισης του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ διέπεται από το ειδικές διατάξεις και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβατικής διαπραγμάτευσης. Για όλους τους παραπάνω όρους η αιτούσα επικαλείται ως λόγο ανάκλησης τη συγγνωστή πλάνη η οποία όμως κατά τη κρίση του Τμήματος δεν στοιχειοθετείται ενόψει της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου στα ζητήματα αυτά. Εξάλλου όπως προκύπτει από το Πρακτικό 8/12.8.2010 του Νομαρχιακού Συμβουλίου και την από 10.12.2010 έγγραφη προσφορά της δανείστριας Τράπεζας ως προϋπόθεση για την υπογραφή της δανειακής σύμβασης ετέθη η ανάθεση στη Τράπεζα της Ταμειακής διαχείρισης της Ν.Α. και της μισθοδοσίας του προσωπικού για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών. Το γεγονός αυτό καθιστά κατά την κρίση του Τμήματος, την προσφορά της δανείστριας Τράπεζας απαράδεκτη διότι μετά τη ψήφιση του ν. 3852/2010 είναι αντίθετη, όπως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο, προς τις διατάξεις αυτού, ή με οποιοδήποτε τρόπο δέσμευση της νέας Περιφέρειας ως προς την οργάνωση και διεξαγωγή της Ταμειακής της Υπηρεσίας δεδομένου ότι τα χρηματικά διαθέσιμα που αντιστοιχούσαν στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ........ δε συνιστούν σε κάθε περίπτωση αυτοτελώς προσδιορίσιμα διαθέσιμα της νέας Περιφέρειας. Επομένως ο σχετικός όρος δεν συνάδει με τη δομή και την οργάνωση αυτής και δύναται να δημιουργήσει πρόσκομμα στη λειτουργία της. Ούτε άλλωστε είναι νόμιμη η ανάθεση της μισθοδοσίας των υπαλλήλων στη δανείστρια Τράπεζα χωρίς την συναίνεσή τους αφού σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη η επιλογή Τραπέζης για τη καταβολή των αποδοχών είναι δικαίωμα του υπαλλήλου. Εξάλλου οι λόγοι ανάκλησης περί μη νόθευσης του ανταγωνισμού και περί εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος από τη σύναψη της δανειακής σύμβασης πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι γιατί δεν αναιρούν τη μη νομιμότητά της. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί. Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕλΣυν.Τμ.Μείζ.-Επταμελούς Σύνθεσης/1284/2011