Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΠΕΚ/Τ-160/2003

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2690/1999

Περίληψη της αποφάσεως 1. Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Παρανομία — Ζημία — Αιτιώδης συνάφεια (Άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ) 2. Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Σύναψη συμβάσεως κατόπιν προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Εξουσία των θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως — Σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ ενός υποβαλόντος προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως των προσφορών — Περιθώριο εκτιμήσεως της Επιτροπής — Όρια — Παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως — Στοιχειοθέτηση της ευθύνης της Κοινότητας (Άρθρο 288 ΕΚ) 3.Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Διαδικασία προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά — Δικαίωμα αποζημιώσεως — Δεν υφίσταται — Εξαίρεση — Παράβαση του κοινοτικού δικαίου 1.Το κοινοτικό δίκαιο αναγνωρίζει δικαίωμα αποζημιώσεως αν συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις, ότι δηλαδή ο παραβιασθείς κανόνας δικαίου αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, ότι η παράβαση είναι κατάφωρη και ότι υφίσταται άμεσος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως της υποχρεώσεως που υπέχει το όργανο που εξέδωσε την πράξη και της ζημίας που υπέστησαν τα βλαβέντα πρόσωπα. (βλ. σκέψη 31) 2. Δυνάμει των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως, εναπόκειται στην Επιτροπή, στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, μετά την ανακάλυψη της υπάρξεως συγκρούσεως συμφερόντων μεταξύ ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως και ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά, να καταρτίσει και να λάβει, με όλη την απαιτούμενη επιμέλεια και βάσει όλων των δυναμένων να ασκήσουν επιρροή στοιχείων, την απόφασή της σχετικά με τη συνέχεια της διαδικασίας συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή οφείλει να μεριμνά, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας υποβολής προσφορών, για την τήρηση της ίσης μεταχειρίσεως και, κατά συνέπεια, τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους τους υποψηφίους. Συναφώς, η Επιτροπή διαθέτει περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ως προς τη διεξαγωγή της διαδικασίας. Ωστόσο, όταν η Επιτροπή δεν διεξάγει έρευνα σχετικά με τον ενδεχόμενο συντονισμό μεταξύ ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως, υπερβαίνει το ως άνω περιθώριο εκτιμήσεως και παραβιάζει, κατά τρόπο πρόδηλο και σοβαρό, τα όρια που επιβάλλονται στην εν λόγω εξουσία εκτιμήσεως. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή διαπράττει παρανομία που είναι ικανή να στοιχειοθετήσει ευθύνη της Κοινότητας. (βλ. σκέψεις 75, 77, 79, 93) 3. Οι επιχειρηματίες οφείλουν να αναλαμβάνουν τους οικονομικούς κινδύνους που είναι συμφυείς με τις δραστηριότητές τους και οι οποίοι, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μειοδοτικού διαγωνισμού, περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα έξοδα που συνδέονται με την προετοιμασία της προσφοράς. Επομένως, τα σχετικά έξοδα βαρύνουν την επιχείρηση που επέλεξε να συμμετάσχει στη διαδικασία, δεδομένου ότι η δυνατότητα συμμετοχής σε διαγωνισμό για την ανάθεση συμβάσεως δεν συνεπάγεται τη βεβαιότητα ότι η εν λόγω σύμβαση θα κατακυρωθεί στον συμμετέχοντα. Επομένως, κατ’ αρχήν, τα έξοδα και οι δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά για τη συμμετοχή του σε διαδικασία υποβολής προσφορών δεν αποτελούν ζημία που μπορεί να αποκατασταθεί με την επιδίκαση αποζημιώσεως. Ωστόσο, το άρθρο 24 των γενικών κανόνων περί προσκλήσεων προς υποβολή προσφορών και περί αναθέσεως συμβάσεων που χρηματοδοτούνται από τα κεφάλαια των προγραμμάτων Phare και Tacis δεν μπορεί να έχει εφαρμογή, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος προσβολής των αρχών της ασφαλείας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, σε περιπτώσεις που η παράβαση του κοινοτικού δικαίου κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας υποβολής προσφορών έθιξε τις πιθανότητες ενός υποβαλόντος προσφορά να του κατακυρωθεί η σύμβαση. Οσάκις θίγονται οι πιθανότητες του υποβαλόντος προσφορά, πρέπει να επιδικάζεται αποζημίωση στον τελευταίο για τη ζημία που αφορά τα έξοδα στα οποία αυτός υποβλήθηκε για τη συμμετοχή του στη διαδικασία. (βλ. σκέψεις 98, 102)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΚ/C-244/2002

Επομένως, στα υποβληθέντα ερωτήματα επιβάλλεται να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 93/36 έχει την έννοια ότι μια αναθέτουσα αρχή, η οποία έχει κινήσει διαδικασία διαγωνισμού με κριτήριο αναθέσεως τη χαμηλότερη τιμή, μπορεί να διακόψει τη διαδικασία χωρίς να προχωρήσει σε σύναψη της σχετικής συμβάσεως όταν ανακαλύπτει, μετά την εξέταση και τη σύγκριση των προσφορών, ότι, λόγω σφαλμάτων εκτιμήσεως στα οποία υπέπεσε η ίδια η αρχή κατά την εκ μέρους της προηγούμενη αποτίμηση του περιεχομένου της προσκλήσεως, δεν είναι σε θέση να συνάψει τη σύμβαση με τον υποβάλλοντα την οικονομικότερη όσον αφορά το συνολικό κόστος προσφορά, υπό την προϋπόθεση ότι τηρεί, όταν λαμβάνει μια τέτοια απόφαση, τους θεμελιώδεις κανόνες του κοινοτικού δικαίου στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.


ΣτΕ/57/2003

Μοναδική προσφορά. Στους διαγωνισμούς με κριτήριο επιλογής την πλέον συμφέρουσα προσφορά, για την επιλογή της συμφερότερης προσφοράς αξιολογούνται μόνον οι προσφορές που έχουν κριθεί ως τεχνικά αποδεκτές και σύμφωνες με τους λοιπούς όρους της Διακήρυξης. Η κατακύρωση τελικά γίνεται στον εντός όρων και τεχνικών προδιαγραφών της διακήρυξης προσφορές που παρουσιάζουν, κατά την κρίση του αρμόδιου για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού οργάνου, ουσιώδεις αποκλίσεις από τους όρους και τις τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης απορρίπτονται ως απαράδεκτες. Αποκλίσεις από όρους της διακήρυξης ή από σημεία των τεχνικών προδιαγραφών που έχουν χαρακτηρισθεί στην διακήρυξη ως απαράβατοι όροι είναι οπωσδήποτε ουσιώδεις και συνιστούν απόρριψη των προσφορών. Στην προκειμένη περίπτωση, εκ μόνου του λόγου ότι από τις πέντε υποβληθείσες προσφορές η Επιτροπή Αξιολογήσεως έκρινε ως τεχνικώς αποδεκτή μόνον την προσφορά της αιτούσης εταιρείας, το Δ.Σ. του Νοσοκομείου δεν μπορούσε να προβεί σε ματαίωση και επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού, εφ' όσον δεν διεπίστωνε ότι η προσφορά της αιτούσης ήταν ασύμφορη ή μη ικανοποιητική, διαπίστωση στην οποία το ως άνω Δ.Σ. δεν προέβη εν προκειμένω. Ως εκ τούτου, πιθανολογείται σοβαρώς ότι δεν είναι νόμιμη η σχετική απόφαση του Δ.Σ., δεδομένου, άλλωστε, ότι ο βαθμός του αναπτυσσομένου ανταγωνισμού, στον οποίο επίσης αναφέρεται η απόφαση αυτή, δεν αποτελεί κρίσιμο στοιχείο αξιολογήσεως σε διαγωνισμούς με κριτήριο επιλογής την πλέον συμφέρουσα προσφορά, όπως ο επίδικος. Η Επιτροπή Αναστολών, προς αποτροπήν της ζημίας της αιτούσης από την εν λόγω παράβαση, κρίνει ότι πρέπει να γίνει δεκτή η δευτέρα των κρινομένων αιτήσεων και να ανασταλεί η διαδικασία επαναπροκηρύξεως του διαγωνισμού. 

ΣΤΕ ΕΑ 1273/2010

ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ:..η Επιτροπή Διαγωνισμού,...αξιολόγησε και βαθμολόγησε τις τεχνικές προσφορές όλων των υποψηφίων ανά κριτήριο U1 και U2, εντός δε του κριτηρίου U2, ανά υποκριτήριο αυτού U2A και U2B, η αξιολόγηση δε και η βαθμολόγηση έγιναν βάσει του βαθμού ανταποκρίσεως ή αποκλίσεως των προσφορών σε σχέση προς τα στοιχεία αξιολογήσεως, που τίθενται από το νόμο και τη Διακήρυξη, για κάθε ένα από τα ανωτέρω κριτήρια και υποκριτήρια. Εξ άλλου, από το άρθρο 7 παράγραφοι 6 και 8 του ν. 3316/2005 και το άρθρο 22.1.1. της Διακηρύξεως (βλ. ανωτέρω 6η σκέψη), προκύπτει ότι τα στοιχεία αξιολογήσεως σε κάθε κριτήριο και υποκριτήριο της τεχνικής προσφοράς διαφέρουν κατά τη φύση και τον αριθμό τους, ενώ διαφορετικός είναι και ο συντελεστής βαρύτητας κάθε κριτηρίου στη διαμόρφωση της τελικής βαθμολογίας της προσφοράς (35% το κριτήριο U1, 40% το κριτήριο U2), ομοίως δε, διαφορετικός είναι και ο συντελεστής βαρύτητας κάθε υποκριτηρίου στη διαμόρφωση της βαθμολογίας του κριτηρίου U2 (40% το υποκριτήριο U2A, 60% το υποκριτήριο U2B).Εν όψει των ανωτέρω ρυθμίσεων του νόμου και της Διακηρύξεως, ζήτημα παραβάσεως του ίσου μέτρου κρίσεως, λόγω διαφορετικής βαθμολογήσεως τεχνικών προσφορών που αξιολογούνται με τον ίδιο λεκτικό χαρακτηρισμό, δύναται να ανακύψει, κατ’ αρχήν, μόνον στη περίπτωση κατά την οποία, στα πλαίσια αξιολογήσεως του ίδιου κριτηρίου ή υποκριτηρίου, τεχνικές προσφορές, οι οποίες αξιολογούνται με τον ίδιο λεκτικό χαρακτηρισμό, συνοδευόμενο από την ίδια ακριβώς λεκτική αιτιολόγηση, βαθμολογούνται, εν τούτοις, με διαφορετικό βαθμό (πρβλ. Ε.Α. 71/2009, σκ. 8). Επομένως, δεν πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος ο λόγος, με τον οποίο η αιτούσα προβάλλει παράβαση του ίσου μέτρου κρίσεως εκ μόνου του γεγονότος ότι η Επιτροπή Διαγωνισμού, στα πλαίσια αξιολογήσεως του κριτηρίου U1 και του υποκριτηρίου U2A, όσες προσφορές χαρακτήρισε λεκτικά ως «πάρα πολύ καλές», τις βαθμολόγησε με το βαθμό 75, ενώ, αντιθέτως, στα πλαίσια αξιολογήσεως του υποκριτηρίου U2Β, την τεχνική προσφορά της παρεμβαίνουσας, μολονότι την χαρακτήρισε λεκτικά «πάρα πολύ καλή», εν τούτοις, τη βαθμολόγησε με τον βαθμό 85. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση και να γίνει δεκτή η παρέμβαση.


Δ.Ε.Ε. C-523/2016 και 536/2016

«Προδικαστική παραπομπή - Δημόσιες συμβάσεις - Οδηγία 2004/18/ΕΚ - Άρθρο 51 -Τακτοποίηση των προσφορών - Οδηγία 2004/17/ΕΚ - Διευκρίνιση των προσφορών -Εθνική νομοθεσία που εξαρτά από την καταβολή χρηματικής κυρώσεως την τακτοποίηση, εκ μέρους των προσφερόντων, των εγγράφων που πρέπει να προσκομισθούν - Αρχές που διέπουν τη σύναψη των δημόσιων συμβάσεων - Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως - Αρχή της αναλογικότητας»


C-523/2016

Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Άρθρο 51 –  Τακτοποίηση των προσφορών – Οδηγία 2004/17/ΕΚ – Διευκρίνιση των προσφορών –  Εθνική νομοθεσία που εξαρτά από την καταβολή χρηματικής κυρώσεως την τακτοποίηση, εκ μέρους  των προσφερόντων, των εγγράφων που πρέπει να προσκομισθούν – Αρχές που διέπουν τη σύναψη  των δημόσιων συμβάσεων – Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως – Αρχή της αναλογικότητας


Ν.Δ.1106/1972

Περί αποζημιώσεως δι' οδοιπορικά, μεταφοράν οικοσκευής και πρώτης εγκαταστάσεως έξοδα εις καθηγητάς Ανωτάτων Σχολών μετακαλουμένους εκ της αλλοδαπής.


ΔΕΚ/C-399/2005

ένα κριτήριο επιλογής, όπως, εν προκειμένω, το κριτήριο της εμπειρίας, δεν χρειάζεται να πληρούται από το κάθε μέλος μιας προσφέρουσας κοινοπραξίας και ότι αρκεί ένα από τα μέλη της κοινοπραξίας να πληροί το κριτήριο αυτό [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 14ης Απριλίου 1994, C-389/92, Ballast Nedam Groep, Συλλογή 1992, σ. I-1289, σκέψη 13, που ενσωματώθηκε, σε χρόνο μεταγενέστερο των επίμαχων εν προκειμένω πραγματικών περιστατικών, στο άρθρο 54, παράγραφος 6, της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134, σ. 1)].50. Όσον αφορά την αρχή της διαφάνειας, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Επιτροπή δεν διευκρινίζει πώς είναι δυνατόν να συνιστούν παραβίαση της εν λόγω αρχής τα περιστατικά που προσάπτονται στην Ελληνική Δημοκρατία στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής. Ειδικότερα, η λήψη υπόψη μιας προσφοράς μη σύμφωνης προς το τεύχος «Πρόσκληση» της διακήρυξης συνιστά πράξη που μπορεί μεν να εκτιμηθεί υπό το πρίσμα της ίσης μεταχειρίσεως των προσφερόντων, αλλά δεν είναι ικανή αφεαυτής να παραβιάσει την αρχή της διαφάνειας. Κατά τούτο, η υπό κρίση υπόθεση πρέπει να διακριθεί από την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 25ης Απριλίου 1996, C-87/94, Επιτροπή κατά Βελγίου (Συλλογή 1996, σ. I-2043, ιδίως σκέψεις 54 έως 60 και 74), στο μέτρο κατά το οποίο η διαπιστωθείσα παραβίαση της αρχής της διαφάνειας οφειλόταν κατ’ ουσία στη συνεκτίμηση, εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής, μιας τροποποιήσεως των αρχικών προσφορών ενός εκ των προσφερόντων. Αντιθέτως, επίδικη στην υπό κρίση υπόθεση είναι μάλλον μια τυπική προϋπόθεση για να γίνει δεκτή μια προσφορά προς εξέταση, η οποία δεν είναι δυνατόν να θίξει τη διαφάνεια της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως. 51. Σχετικά με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, από τις σκέψεις 22 έως 37 και 40 έως 46 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι η Επιτροπή δεν θεμελίωσε τις δύο αιτιάσεις που προέβαλε κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας, ούτε καθόσον αντλούνταν από παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας ούτε καθόσον αφορούσαν παραβίαση της γενικής αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Εν πάση περιπτώσει, έστω και αν υποτεθεί ότι το Δικαστήριο είχε διαπιστώσει παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας, δεν θα έπρεπε να γίνει αναφορά στη γενική αρχή της ισότητας, της οποίας η διάταξη αυτή συνιστά ειδική εκδήλωση (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 1991, C-244/89, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 1991, σ. I-163, σκέψη 34).


ΔΕΚ/Τ-195/2008

«Δημόσιες συμβάσεις – Κοινοτική διαδικασία προσκλήσεως υποβολής προσφορών – Κατασκευή αίθουσας παραγωγής υλικών αναφοράς – Απόρριψη προσφοράς υποψηφίου – Προσφυγή ακυρώσεως – Έννομο συμφέρον – Παραδεκτό – Ερμηνεία όρου προβλεπόμενου στη συγγραφή υποχρεώσεων – Συμφωνία της προσφοράς προς τους προβλεπόμενους στη συγγραφή υποχρεώσεων όρους – Άσκηση του δικαιώματος υποβολής αιτήσεως για την παροχή διευκρινίσεων σχετικά με τις προσφορές – Αγωγή αποζημιώσεως» Η επιτροπή αξιολόγησης έχει την ευχέρεια να ζητήσει την παροχή διευκρινήσεων για το περιεχόμενο της προσφοράς ,χωρίς αυτό να συνιστά παράνομη τροποποίηση του περιεχομένου της.


υπόθεση C-538/2013

«Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγίες 89/665/ΕΟΚ και 2004/18/ΕΚ — Αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας — Σύνδεσμος μεταξύ του επιλεγέντος διαγωνιζόμενου και των πραγματογνωμόνων της αναθέτουσας αρχής — Υποχρέωση συνεκτιμήσεως του συνδέσμου αυτού — Βάρος αποδείξεως ως προς την ύπαρξη μεροληψίας πραγματογνώμονα — Μεροληψία χωρίς επίπτωση στο τελικό αποτέλεσμα της αξιολογήσεως — Προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής — Αμφισβήτηση αόριστων κριτηρίων αναθέσεως — Διευκρίνιση των κριτηρίων αυτών μετά την ανακοίνωση των εξαντλητικών λόγων αναθέσεως της συμβάσεως — Ο βαθμός συμφωνίας με τις τεχνικές προδιαγραφές ως κριτήριο αξιολογήσεως»


ΝΣΚ/86/2000(ΟΛΟΜ)

Διοικητικές συμβάσεις. Έννοια. Δημοπρασία. Συμμετοχή ενός υποψηφίου. Κακή σύνθεση Επιτροπής. Χρόνος καταρτίσεως συμβάσεως. Προσύμφωνο. Ανάκληση κατακυρώσεως μετά τη σύμβαση. α) Υπήρξε κακή σύνθεση της Επιτροπής του διενεργηθέντος στις 30-6-1997 διαγωνισμού για την τουριστική αξιοποίηση έκτασης του ΕΟΤ στο Παλιούρι Χαλκιδικής, εφόσον δεν αποδεικνύεται κατά νόμιμο τρόπο η έγκαιρη πρόσκληση ενός απουσιάσαντος μέλους της Επιτροπής αυτής. (ομόφωνα) β) Η έννοια του δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού δεν αναιρείται από το γεγονός ότι στο διαγωνισμό μετέσχε μόνο μία κοινοπραξία. (πλειοψ.) γ) Η συμβατική δέσμευση του ΕΟΤ με τον πλειοδότη του διαγωνισμού επήλθε, σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού, με την ανακοίνωση στον πλειοδότη της κατακυρωτικής απόφασης, νομίμως δε στη συνέχεια υπογράφηκε μεταξύ των μερών προσύμφωνο, με το οποίο συμφωνήθηκε η αζήμια για τους συμβαλλομένους λύση της συμβάσεως σε περίπτωση εκδόσεως δυσμενών αποφάσεων του ΣτΕ σε εκκρεμούσες αιτήσεις ακυρώσεως. (ομόφωνα) δ) Ο ΕΟΤ έχει την ευχέρεια, παρά τη συμβατική του δέσμευση, να ανακαλέσει ως παράνομη εξαιτίας της κακής σύνθεσης της Επιτροπής Διαγωνισμού την κατακυρωτική απόφαση και να επαναλάβει τον διαγωνισμό από το στάδιο παραλαβής και ελέγχου των προσφορών χωρίς δυνατότητα καταθέσεως νέων προσφορών. (πλειοψ.)