Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΔΕΚ/C-513/1999

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 60/2007

Δήμος ενεργών ως αναθέτων φορέας ο οποίος οργανώνει τις υπηρεσίες μεταφοράς με λεωφορείο και του οποίου μια ανεξάρτητη οικονομικά μονάδα μετέχει στην πρόσκληση για την υποβολή προσφορών υποβάλλοντας προσφορά - Συνεκτίμηση κριτηρίων σχετικών με την προστασία του περιβάλλοντος προκειμένου να καθοριστεί η πλέον συμφέρουσα οικονομικά προσφορά - Επιτρεπτή όταν η δημοτική μονάδα που υπέβαλε προσφορά πληροί ευκολότερα τα κριτήρια αυτά.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΚ/C-31/1987

Προγέγγιση των νομοθεσιών - Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων - Οδηγία 71/305 - Τεχνική ικανότητα του προσφέροντος - Κριτήρια ελέγχου - Ανάθεση των έργων – Προσφορά που είναι η πιο συμφέρουσα οικονομικά - Προϋπόθεση απασχολήσεως ατόμων που βρίσκονται επί μακρό χρονικό διάστημα σε ανεργία - Επιτρέπεται - Προϋποθέσεις - Κανόνες δημοσιότητας - 'Αμεσο αποτέλεσμα των άρθρων 20, 26 και 29 της οδηγίας (Οδηγία του Συμβουλίου 71/305, άρθρα 20, 26 και 29) Σχετ.ΣτΕ/100/2009


ΣΤΕ/2611/2018

Προμήθειες.Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι μη νομίμως αποκλείστηκε η προσφορά της αιτούσης για το ένδικο είδος, λαμβανομένου υπόψη ότι, σύμφωνα με τη σαφή και πλήρη ρύθμιση των όρων 16.4. και 16.5 της διακήρυξης, δεν προβλέπεται η υποβολή των δειγμάτων - mock ups με την κατάθεση ηλεκτρονικώς του φακέλου της προσφοράς, αλλά το πρώτον εντός τριημέρου από την ηλεκτρονική κατάθεση της προσφοράς, μέσα σε κλειστό φάκελο, μαζί με τα πρωτότυπα φύλλα οδηγιών χρήσης των ουσιών. Στους όρους δε αυτούς της Διακήρυξης προβάλλεται ότι συμμορφώθηκε η αιτούσα υποβάλλοντας εμπροθέσμως μέσα σε κλειστό φάκελλο τα πρωτότυπα δείγματα mock ups, γεγονός που δεν αμφισβητείται μεν από την αναθέτουσα αρχή, πλην, όμως, δεν αξιολογήθηκε από αυτήν. Ενόψει των γενομένων δεκτών στην προηγούμενη σκέψη ως προς την έννοια των δύο αυτών όρων της διακήρυξης, σε συνδυασμό και με την αρχή της τυπικότητας που διέπει τις διαγωνιστικές διαδικασίες, μη νομίμως αποκλείστηκε η τεχνική προσφορά της αιτούσης για το ένδικο είδος, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση, δεδομένου ότι η ένδικη Διακήρυξη δεν προβλέπει υποχρέωση του διαγωνιζόμενου να καταθέσει ηλεκτρονικώς τα πρωτότυπα δείγματα των συσκευασιών των δραστικών ουσιών, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της έρευνας των λοιπών λόγων ακυρώσεως. Τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από το Δημόσιο με το 390/16-2-2018 έγγραφο των απόψεών του, καθώς και με το από 7-12-2018 υπόμνημά του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.


ΕλΣυν/Τμ.6/2045/2010

Το π.δ. 118/2007 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (ΦΕΚ 150 Α΄) ορίζει στο άρθρο 16 ότι : «1. Με την προσφορά, η τιμή του προς προμήθεια υλικού δίνεται ανά μονάδα, όπως καθορίζεται στη διακήρυξη. Στην τιμή περιλαμβάνονται οι τυχόν υπέρ τρίτων κρατήσεις, ως και κάθε άλλη επιβάρυνση, εκτός από το Φ.Π.Α., για παράδοση του υλικού στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στη διακήρυξη. 2 (…)». Περαιτέρω, κατά πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική διοικητική πράξη και ως εκ τούτου οι όροι της έχουν δεσμευτική ισχύ τόσο για την αναθέτουσα αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό όσο και για τους υποψηφίους (πρβλ. απόφ. Δ.Ε.Κ. C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Fruta SpA, σκέψεις 108 επ. και ενδεικτ. αποφ. 2779/2009 VI Τμ., πράξεις 63/2008, 105/2009 IV Τμ., 88, 169/2009 Στ΄ Κλιμ. Ελ. Συν.). Η διακήρυξη που διέπει τον ελεγχόμενο διαγωνισμό ορίζει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2 «Οικονομική Προσφορά»(..) 4. Το κόστος των υπό προμήθεια προϊόντων θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλες τις νόμιμες κρατήσεις, έξοδα και επιβαρύνσεις του υποψηφίου αναδόχου. Από τις παρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η υποχρέωση με όρο της διακήρυξης να συμπεριλαμβάνονται στην προσφερόμενη τιμή όλες οι νόμιμες κρατήσεις και επιβαρύνσεις αποσκοπεί στη διασφάλιση με αδιαμφισβήτητο και αδιάβλητο τρόπο της αντικειμενικότητας στην ανάθεση της προμήθειας και υπαγορεύεται από την ανάγκη εξάλειψης κάθε ενδεχόμενης ασάφειας κατά την σύνταξη των οικονομικών προσφορών, τυχόν ύπαρξη της οποίας οδηγεί σε απόρριψη της προσφοράς ως απαράδεκτης (βλ. ΣτΕ 563/2008, ΣτΕ ΕΑ 482/2006, Γνωμ Ν.Σ.Κ. 334/2008).


ΕλΣυν/Κλ.6/103/2009

Από το συνδυασμό των άρθρων 42 παρ. 1-2, 46 παρ. 1-2,6, 51 παρ. 1 α, 2 του Π.Δ. 60/07 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» …» (Α΄ 64) σε συνδυασμό και με τα άρθρα 8 και 20 του Π.Δ. 394/1996 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (Α΄ 266), συνάγεται ότι στο σύστημα των οδηγιών που αφορούν τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων ο έλεγχος της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων και η ανάθεση της συμβάσεως αν και δεν αποκλείεται να πραγματοποιούνται ταυτόχρονα, αποτελούν δύο αυτοτελείς διαδικασίες και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ο έλεγχος της καταλληλότητας των προσφερόντων γίνεται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοδοτικής και τεχνικής ικανότητας (κριτήρια ποιοτικής επιλογής), για την αξιολόγηση των οποίων προσκομίζονται αντίστοιχα δικαιολογητικά. Αντίθετα, η ανάθεση βασίζεται είτε στη χαμηλότερη τιμή είτε στην πιο συμφέρουσα οικονομικά προσφορά. Στην τελευταία περίπτωση τα κριτήρια αξιολόγησης που μπορούν να γίνουν δεκτά από τις αναθέτουσες αρχές ποικίλουν, χωρίς να απαριθμούνται περιοριστικά στις ισχύουσες διατάξεις, επαφίεται δε στην αναθέτουσα αρχή να τα επιλέξει με τη διακήρυξη του διαγωνισμού. Η επιλογή αυτή, πάντως, δεν μπορεί να αναφέρεται παρά μόνο στα κριτήρια που αφορούν την εξακρίβωση της προσφοράς που είναι η πλέον συμφέρουσα οικονομικά. Συνεπώς, αποκλείονται ως κριτήρια αναθέσεως τα κριτήρια που δεν σκοπούν στον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, αλλά συνδέονται με την εκτίμηση της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση. Κριτήρια όπως η εμπειρία των υποψηφίων από ανάλογες προμήθειες, ή από τη χρήση ομοίων προς τα υπό προμήθεια προϊόντων ή το πελατολόγιο αφορούν την καταλληλότητα των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, επομένως δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως κριτήρια αξιολόγησης της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής άποψης προσφοράς και αναθέσεως της συμβάσεως (ΔΕΚ, Απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2006, C 532/06, Λιανάκης ΑΕ κ.λπ., Απόφαση της 19ης Ιουνίου 2003, C- 315/2001, Gat, Πράξη 38/2009 VI Τμ., 26/2009 Στ΄ Κλ.).

Μη ανακλητέα με την ΕλΣυν.Τμ.4/2509/2009


ΕΣ/Τ6/116/2008

Ονομαστικοποίηση μετοχών. Από το συνδυασμό των ισχυουσών διατάξεων συνάγεται ότι αναγκαία προϋπόθεση για την παραδεκτή συμμετοχή των ανωνύμων εταιρειών στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών του Δημοσίου, ύψους μεγαλύτερου του 1.000.000 ευρώ, συνιστά η υποβολή, μαζί με την προσφορά, των προβλεπόμενων στο άρθρο 1 παρ. 2 του π.δ/τος 82/1996 δικαιολογητικών. Η ως άνω υποχρέωση συνιστά ουσιώδη τυπική προϋπόθεση συμμετοχής στο διαγωνισμό, αφού απορρέει ευθέως από το νόμο και αν ακόμα δεν μνημονεύεται ρητά στη διακήρυξη. Περαιτέρω η ως άνω υποχρέωση είναι ανεξάρτητη από την υποχρέωση υποβολής των αντίστοιχων δικαιολογητικών στο Τμήμα Ελέγχου Διαφάνειας του Ε.Σ.Ρ. πριν από την υπογραφή της οικείας σύμβασης, δεδομένου του διαφορετικού σκοπού που επιδιώκεται από τις δύο διαδικασίες στην πρώτη, πληρότητα από τον υποψήφιο ανάδοχο των απαιτήσεων του νόμου κατά την ημερομηνία διενέργειας του διαγωνισμού, ενώ στην δεύτερη, αποτροπή σύναψης σύμβασης με ανάδοχο που, στο διάστημα μεταξύ διενέργειας του διαγωνισμού και υπογραφής της σύμβασης, δεν πληροί πλέον τις ανωτέρω απαιτήσεις του νόμου(Ελ.Σ.ΠράξειςVIΤμ.35/2007,77/2007). Κριτήρια αποκλεισμού. Κατά την έννοια των προπαρατιθέμενων διατάξεων, και των όρων της διακήρυξης του διαγωνισμού, η κήρυξη διαγωνιζόμενου σε πτώχευση, η θέση του σε εκκαθάριση, αναγκαστική διαχείριση ή άλλη ανάλογη κατάσταση, καθώς και η κίνηση εις βάρος του των σχετικών διαδικασιών αποτελούν λόγους αποκλεισμού του από δημόσιο διαγωνισμό παροχής υπηρεσιών. Προκειμένου να αποδείξει ότι δεν τελεί υπό τις ανωτέρω καταστάσεις και ότι δεν εκκρεμεί εις βάρος του διαδικασία για τη θέση του σε οποιαδήποτε από αυτές, πρέπει, επί ποινή ακυρότητας της προσφοράς του, να καταθέσει σχετικό πιστοποιητικό της αρμόδιας, σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία της χώρας όπου εδρεύει, δικαστικής ή διοικητικής αρχής Εξάλλου, η έλλειψη των ως άνω πιστοποιητικών δε δύναται να θεωρηθεί επουσιώδης, πρωτίστως διότι συνάπτεται με τη βεβαιότητα της αναθέτουσας αρχής περί του ότι ο εν λόγω διαγωνιζόμενος έχει την επιχειρηματική ικανότητα και φερεγγυότητα να αναλάβει την εκτέλεση της σύμβασης, επιπροσθέτως δε με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, της διαφάνειας και του ελεύθερου ανταγωνισμού κατά την υποβολή της προσφοράς τους στους δημόσιους διαγωνισμούς (Πράξη VI Τμ. 167/2006). Ενόψει, άλλωστε, της αυστηρώς τυπικής διαδικασίας των δημοσίων διαγωνισμών, δια της οποίας διασφαλίζεται, σε κάθε περίπτωση, η τήρηση των ως άνω γενικών αρχών, είναι μεν δυνατή η εκ των υστέρων συμπλήρωση νομίμως κατ’ αρχήν υποβληθέντων στοιχείων και δικαιολογητικών για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό, όχι όμως και η αναπλήρωση μη υποβληθέντων με την προσφορά ή μη νομίμως υποβληθέντων δικαιολογητικών και στοιχείων (βλ. Πράξεις VI Τμ. 77/2007, 88, 67/2006, 105, 90/2004, ΣτΕ 2910/2005, 2660/2004). Εξάλλου, ενόψει της αυστηρά τυπικής διαδικασίας του διαγωνισμού, είναι μεν δυνατή η εκ των υστέρων συμπλήρωση ή διευκρίνιση καταρχήν νομίμως υποβληθέντων δικαιολογητικών, όχι όμως και η αναπλήρωση μη υποβληθέντων με την προσφορά ή μη νομίμως υποβληθέντων με αυτήν δικαιολογητικών και στοιχείων (σχετ. Ε.Α ΣτΕ 33/2000, ΣτΕ 1047/1998).


ΕΣ/ΤΜ.6/1068/2018

Υπηρεσίες καθαριότητας. (..) ζητείται η ανάκληση της 153/2018 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Υποστήριξης Στρατού .... και της παρεμβαίνουσας εταιρίας για την «παροχή υπηρεσιών καθαριότητας ...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι, κατά τα ορθώς κριθέντα από το Κλιμάκιο , το περιεχόμενο του όρου 5 παρ. 5 της διακήρυξης, σύμφωνα με τον οποίο οι διαγωνιζόμενοι οφείλουν να υποβάλουν με το φάκελο της τεχνικής προσφοράς τους όλα τα στοιχεία του άρθρου 68 παρ. 1 του ν.3863/2010, στα οποία εμπεριέχονται και οικονομικά στοιχεία, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με τον ρητό όρο του 4 παρ. 5 της διακήρυξης, κατά τον οποίο στα περιεχόμενα του ηλεκτρονικού φακέλου της τεχνικής προσφοράς δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να εμφανίζονται οικονομικά στοιχεία, τυχόν δε εμφάνιση οικονομικών στοιχείων αποτελεί λόγο απόρριψης της προσφοράς, παρίσταται αντιφατικό και δημιούργησε στη πράξη σύγχυση στους συμμετέχοντες στο υπό κρίση διαγωνισμό ως προς τον ορθό τρόπο υποβολής των στοιχείων του άρθρου 68 παρ. 1 του ν. 3863/2010. ...Εν προκειμένω, η ασάφεια των σχετικών όρων της διακήρυξης κρίνεται από το Τμήμα ουσιώδης, δοθέντος ότι είχε ως αποτέλεσμα την υποβολή απαράδεκτων προσφορών .... Επιπροσθέτως, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης η αναθέτουσα αρχή απέκλεισε από το διαγωνισμό μόνο την εταιρεία ... ..., αφού καμία εταιρεία δεν είχε υποβάλει όλα τα στοιχεία του άρθρου αυτού με την τεχνική προσφορά, σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του άρθρου 5 παρ. 5 της διακήρυξης, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την αναθέτουσα αρχή ότι ενήργησε με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και ότι προέβη σε ενέργειες που σκοπό είχαν να μην βλάψουν τον ανταγωνισμό και την ίση μεταχείριση των εταιρειών που συμμετείχαν στον υπό κρίση διαγωνισμό είναι απορριπτέα ως προδήλως αβάσιμα...Τέλος, όσον αφορά στην τρίτη διαπιστωθείσα με την προσβαλλόμενη Πράξη πλημμέλεια το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι κατά τα ορθώς υπό του Κλιμακίου κριθέντα, αν και με διαφορετική εν μέρει αιτιολογία, μη νομίμως δεν ορίστηκε με το σχετικό περί δικαιολογητικών συμμετοχής άρθρο 3 της οικείας διακήρυξης ότι ο συμμετέχων, εφόσον επικαλέστηκε με την προσφορά του τις ικανότητες τρίτου οικονομικού φορέα (δάνεια εμπειρία), οφείλει να προσκομίσει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που να αποδεικνύουν ότι δεν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού τόσο για τον ίδιο, όσο και για τον τρίτο φορέα, καθόσον η μη υποβολή των δικαιολογητικών αυτών θα απέληγε σε καταστρατήγηση των διατάξεων των άρθρων 47 και 48 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ (άρθρα 45 και 46 του π.δ/τος 60/2007), λαμβανομένου ιδίως υπόψη ότι, μεταξύ των ως άνω δικαιολογητικών, περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων απόσπασμα ποινικού μητρώου, πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας καθώς και ενημερότητας εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, πιστοποιητικό εγγραφής στο οικείο Επιμελητήριο, πιστοποιητικό περί μη πτώχευσης ή μη θέσης σε εκκαθάριση, που συναρτώνται με τους, κατά το άρθρο 45 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ (43 του π.δ.60/2007), λόγους αποκλεισμού από τη διαδικασία ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, αλλά και με αυτή την ίδια τη λειτουργία των επιχειρήσεων στον οικείο επαγγελματικό χώρο. ...Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση.Δεν ανακαλεί την 153/2018 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 

Η παρουσα δεν αναθεωρηθηκε με την ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/1354/2018

 

ΕΣ/ΤΜ.7/29/2016 (σε συμβουλιο)

Προγραμματικής σύμβαση.ζητείται η ανάκληση  της 90/2016 πράξης  του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου.  Καταβολή ποσού 84.000 ευρώ στη φερόμενη ως δικαιούχο ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Αναπτυξιακή Εταιρεία ...  Αναπτυξιακή Ανώνυμη Εταιρεία ΟΤΑ» (..) Το Τμήμα, μετά την επανεξέταση της υπόθεσης, στις ίδιες          άγεται κρίσεις, στις οποίες ήχθη και το Κλιμάκιο με την ήδη προσβαλλόμενη πράξη του, στις ορθές σκέψεις και λεπτομερείς αιτιολογίες της οποίας παραπέμπει προς αποφυγή περιττών επαναλήψεων. Οι κατά τα ανωτέρω προβληθέντες με την κρινόμενη αίτηση ανάκλησης λόγοι απορρίπτονται ως αβάσιμοι, καθόσον : α) ο διενεργούμενος προληπτικός έλεγχος δαπανών των Ο.Τ.Α. είναι διάφορος του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας, ενώ δεν υπάρχει ρητή διάταξη που να εξαιρεί του προληπτικού αυτού ελέγχου όσες δαπάνες ερείδονται επί συμβάσεων που εξαιρούνται, ως συγχρηματοδοτούμενες, λόγω ποσού του διενεργούμενου από το Ελεγκτικό Συνέδριο προσυμβατικού ελέγχου. β) Η συμβολή τόσο του Δήμου ... όσο και της Π.Ε.Δ. ...στην εκτέλεση της προγραμματικής σύμβασης  είναι υποτυπώδης, αναλογικά με το συνολικό αντικείμενό της και οι όποιες υποχρεώσεις που τα ανωτέρω μέρη αναλαμβάνουν διατυπώνονται με αόριστο τρόπο,...γ) Η συμμετοχή και τρίτου συμβαλλόμενου μέρους στην οικεία προγραμματική σύμβαση, ήτοι της Π.Ε.Δ.., σύμφωνα με την βούληση των μερών, δεν καθιστά εξ αυτού του λόγου ανεφάρμοστη τη διάταξη του άρθρου 268 του ΔΚΚ και τις προϋποθέσεις που αυτή θέτει για την απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών από Δήμο σε αναπτυξιακή του εταιρεία. δ) Η επίμαχη σύμβαση δεν είναι νόμιμη και κατά το κοινοτικό δίκαιο, αφού αυτή δεν εμπίπτει στην  έννοια  της  «κάθετης  συνεργασίας»  μεταξύ μιας  ή  περισσοτέρων  αναθετουσών  αρχών  και  ενός  ελεγχόμενου  φορέα, ...Εξάλλου, το αντικείμενο της σύμβασης δεν διασφαλίζει την εκπλήρωση αποστολής δημόσιας υπηρεσίας, καθόσον περιλαμβάνει υπηρεσίες που μπορούν να παρασχεθούν από επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα..ε) Το γεγονός ότι η οικεία σύμβαση έτυχε της προέγκρισης και τελικής έγκρισής της από τη Μονάδα Οργάνωσης της Διαχείρισης Αναπτυξιακών Προγραμμάτων (ΜΟΔ Α.Ε.) και ότι αυτή είναι οικονομικά επωφελής για τον Δήμο, δεν ασκεί επιρροή ως προς τη μη νομιμότητα σύναψής της. Ο επαχθής δε χαρακτήρας της σύμβασης αυτής δεν αναιρείται ακόμη και από την παραδοχή ότι στο συμφωνηθέν τίμημα δεν περιλαμβάνεται ευθέως κάποιο ποσό ως κέρδος της αντισυμβαλλόμενης επιχείρησης (λόγω του χαμηλού συμβατικού τιμήματος), αφού η ύπαρξή του δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον χαρακτηρισμό μίας σύμβασης ως επαχθούς αιτίας ...Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.


ΔΕΚ/C-399/2005

ένα κριτήριο επιλογής, όπως, εν προκειμένω, το κριτήριο της εμπειρίας, δεν χρειάζεται να πληρούται από το κάθε μέλος μιας προσφέρουσας κοινοπραξίας και ότι αρκεί ένα από τα μέλη της κοινοπραξίας να πληροί το κριτήριο αυτό [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 14ης Απριλίου 1994, C-389/92, Ballast Nedam Groep, Συλλογή 1992, σ. I-1289, σκέψη 13, που ενσωματώθηκε, σε χρόνο μεταγενέστερο των επίμαχων εν προκειμένω πραγματικών περιστατικών, στο άρθρο 54, παράγραφος 6, της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134, σ. 1)].50. Όσον αφορά την αρχή της διαφάνειας, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Επιτροπή δεν διευκρινίζει πώς είναι δυνατόν να συνιστούν παραβίαση της εν λόγω αρχής τα περιστατικά που προσάπτονται στην Ελληνική Δημοκρατία στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής. Ειδικότερα, η λήψη υπόψη μιας προσφοράς μη σύμφωνης προς το τεύχος «Πρόσκληση» της διακήρυξης συνιστά πράξη που μπορεί μεν να εκτιμηθεί υπό το πρίσμα της ίσης μεταχειρίσεως των προσφερόντων, αλλά δεν είναι ικανή αφεαυτής να παραβιάσει την αρχή της διαφάνειας. Κατά τούτο, η υπό κρίση υπόθεση πρέπει να διακριθεί από την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 25ης Απριλίου 1996, C-87/94, Επιτροπή κατά Βελγίου (Συλλογή 1996, σ. I-2043, ιδίως σκέψεις 54 έως 60 και 74), στο μέτρο κατά το οποίο η διαπιστωθείσα παραβίαση της αρχής της διαφάνειας οφειλόταν κατ’ ουσία στη συνεκτίμηση, εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής, μιας τροποποιήσεως των αρχικών προσφορών ενός εκ των προσφερόντων. Αντιθέτως, επίδικη στην υπό κρίση υπόθεση είναι μάλλον μια τυπική προϋπόθεση για να γίνει δεκτή μια προσφορά προς εξέταση, η οποία δεν είναι δυνατόν να θίξει τη διαφάνεια της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως. 51. Σχετικά με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, από τις σκέψεις 22 έως 37 και 40 έως 46 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι η Επιτροπή δεν θεμελίωσε τις δύο αιτιάσεις που προέβαλε κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας, ούτε καθόσον αντλούνταν από παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας ούτε καθόσον αφορούσαν παραβίαση της γενικής αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Εν πάση περιπτώσει, έστω και αν υποτεθεί ότι το Δικαστήριο είχε διαπιστώσει παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας, δεν θα έπρεπε να γίνει αναφορά στη γενική αρχή της ισότητας, της οποίας η διάταξη αυτή συνιστά ειδική εκδήλωση (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 1991, C-244/89, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 1991, σ. I-163, σκέψη 34).


ΣΤΕ/3893/2010

Προμήθειες...Επειδή, εν προκειμένω, η αιτούσα μετέσχε στον επίμαχο διαγωνισμό υποβάλλοντας δύο τεχνικές προσφορές για το υπό προμήθεια είδος, προερχόμενες από γερμανό και κινέζο κατασκευαστή, αντίστοιχα, και συνοδευόμενες από χωριστές εκάστη εγγυητικές επιστολές, φύλλα συμμορφώσεως, σχετικές δηλώσεις κλπ. Η απόρριψη της προσφοράς της με την υπ’ αριθμ. ... πράξη του Προϊσταμένου της ως άνω Διευθύνσεως και, ακολούθως, με την προσβαλλόμενη πράξη, στηρίχθηκε στην 208/2009 γνωμοδότηση του Γ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με την οποία ο υποψήφιος προμηθευτής που μετέχει με περισσότερες της μιας προσφορές τίθεται σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι των λοιπών, νοθεύοντας τον ανταγωνισμό, πράγμα που καθιστά μη νόμιμη την συμμετοχή του· πολλώ δε μάλλον, όταν η οικεία διακήρυξη αποκλείει και τις εναλλακτικές ακόμα προσφορές. Ενόψει των όσων έχουν γίνει δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, νομίμως απορρίφθηκαν και οι δυο κύριες προσφορές της αιτούσας. Και ισχυρίζεται μεν η αιτούσα ότι α) οι δύο κύριες προσφορές δεν ισοδυναμούν με εναλλακτική προσφορά, διότι έχουν υποβληθεί δύο εγγυητικές επιστολές, ούτε με αντιπροσφορά, η οποία υποβάλλεται υπό την αίρεση απορρίψεως της κύριας προσφοράς, β) ως εκ της εκ μέρους της καταθέσεως δύο κύριων προσφορών, δεν υφίσταται, εν προκειμένω, κίνδυνος νοθεύσεως του ανταγωνισμού, λόγω της συμμετοχής μεγάλου αριθμού υποψηφίων προμηθευτών γ) δεν της παρασχέθηκε η δυνατότητα να προβάλει σχετικούς ισχυρισμούς, δ) η προσβαλλομένη πράξη στερείται αιτιολογίας, και, τέλος, ε) παραβιάζονται οι αρχές της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχείρισης, εφόσον επιτρέπεται η υποβολή κοινής προσφοράς από ένωση προμηθευτών, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό αποκτούν πλεονεκτική θέση έναντι των λοιπών. Οι ισχυρισμοί, όμως, αυτοί, ενόψει των γενομένων δεκτών στην προηγούμενη σκέψη περί της εννοίας της διακηρύξεως, είναι αβάσιμοι.


ΔΕΚ/C-360/1996

Περίληψη 5 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, που ορίζει ότι «ως οργανισμός δημοσίου δικαίου νοείται κάθε οργανισμός που δημιουργείται για την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα», έχει την έννοια ότι ο νομοθέτης εισήγαγε διάκριση μεταξύ, αφενός, των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα και, αφετέρου, των αναγκών γενικού συμφέροντος που έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Η έννοια των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα καλύπτει και τις ανάγκες που εξυπηρετούνται ή θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν και από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πράγματι, το γεγονός ότι υπάρχει ανταγωνισμός δεν αρκεί για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένας οργανισμός ο οποίος χρηματοδοτείται ή ελέγχεται από το κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου να καθορίζει τη στάση του με βάση εκτιμήσεις μη οικονομικής φύσεως. Η ύπαρξη ανταγωνισμού δεν στερείται, ωστόσο, παντελώς σημασίας προκειμένου να κριθεί κατά πόσον μια ανάγκη γενικού συμφέροντος έχει μη βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Οι τελευταίες αυτές ανάγκες εξυπηρετούνται κατά κανόνα κατά τρόπο διαφορετικό από την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών στην αγορά. Πρόκειται κατά κανόνα για ανάγκες τις οποίες, για λόγους που άπτονται του γενικού συμφέροντος, επιλέγει να ικανοποιήσει το ίδιο το κράτος ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. Η αποκομιδή και η επεξεργασία των οικιακών απορριμμάτων μπορούν να θεωρηθούν ως συνιστώσες ανάγκη γενικού συμφέροντος. Επειδή ενδέχεται η ανάγκη αυτή να μη μπορεί να ικανοποιηθεί στον βαθμό που κρίνεται απαραίτητος για λόγους δημόσιας υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος μέσω υπηρεσιών αποκομιδής προσφερομένων εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στους ιδιώτες από ιδιωτικές επιχειρήσεις, η δραστηριότητα αυτή συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων ως προς τις οποίες το κράτος μπορεί να αποφασίσει ότι πρέπει να ασκούνται από δημόσιες αρχές ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. 6 Η εφαρμογή του άρθρου 6 της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, το οποίο ορίζει ότι «[η οδηγία] δεν εφαρμόζεται για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών με φορέα που αποτελεί ο ίδιος αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο ββ», εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις από τις οποίες απορρέει το αποκλειστικό δικαίωμα του οργανισμού συμβιβάζονται με τη Συνθήκη. Η προστασία των ανταγωνιστών των οργανισμών δημοσίου δικαίου εξασφαλίζεται από τα άρθρα 85 επ. της Συνθήκης. 7 Η ιδιότητα ενός οργανισμού ως οργανισμού δημοσίου δικαίου, στην οποία αναφέρεται το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν εξαρτάται από το τμήμα που αντιπροσωπεύει η εξυπηρέτηση αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα σε σχέση προς την όλη δραστηριότητα του εν λόγω οργανισμού. Είναι επίσης αδιάφορο το γεγονός ότι ένα χωριστό νομικό πρόσωπο το οποίο μετέχει στον ίδιο ενιαίο οικονομικό όμιλο με τον οργανισμό αυτόν ασκεί εμπορικές δραστηριότητες. 8 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι η ύπαρξη ή η απουσία αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα εκτιμώνται αντικειμενικά, η δε νομική μορφή των διατάξεων στις οποίες διατυπώνονται οι ανάγκες αυτές δεν έχει, ως προς το ζήτημα αυτό, σημασία.