Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣτΕ/58/2008(ΕΑ)

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, 2672/1998

Επιτρέπεται, κατ` αρχήν, ο ενδιαφερόμενος να υποβάλει με τηλεομοιοτυπία την κατά το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 2522/1997 προσφυγή, πρέπει, όμως, να καταθέσει στην αναθέτουσα αρχή, μέσα σε πέντε ημέρες από τη λήξη της πενθήμερης προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής, έγγραφο με το ίδιο περιεχόμενο και με ιδιόχειρη υπογραφή. Η αιτούσα, η οποία έφερε το σχετικό βάρος αποδείξεως, δεν απέδειξε ότι κατέθεσε το πρωτότυπο της προδικαστικής της προσφυγής.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/43/2004

Eίναι μεν κατ αρχήν επιτρεπτή, υπό τις τασσόμενες στο ως άνω άρθρο 14 του ν. 2672/1998 προϋποθέσεις, η υποβολή της κατ άρθρο 3 παρ. 2 ν. 2522/1997 προσφυγής, η οποία δεν εμπίπτει στις ως άνω εξαιρέσεις της παρ. 6 εδαφ. γ του ιδίου άρθρου, δια τηλεομοιοτυπίας (πρβλ. Ε.Α. 442/2002), πλην όμως απαιτείται επιπροσθέτως, ενόψει της ανωτέρω διατάξεως του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, η κατάθεση στην υπηρεσία, εντός πέντε ήμερων από τη λήξη της πενθήμερης προθεσμίας προς άσκηση αυτής, εγγράφου, με το αυτό περιεχόμενο και με ιδιόχειρη υπογραφή


ΣτΕ/ΕΑ/43/2004

Eίναι μεν κατ αρχήν επιτρεπτή, υπό τις τασσόμενες στο ως άνω άρθρο 14 του ν. 2672/1998 προϋποθέσεις, η υποβολή της κατ άρθρο 3 παρ. 2 ν. 2522/1997 προσφυγής, η οποία δεν εμπίπτει στις ως άνω εξαιρέσεις της παρ. 6 εδαφ. γ του ιδίου άρθρου, δια τηλεομοιοτυπίας (πρβλ. Ε.Α. 442/2002), πλην όμως απαιτείται επιπροσθέτως, ενόψει της ανωτέρω διατάξεως του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, η κατάθεση στην υπηρεσία, εντός πέντε ήμερων από τη λήξη της πενθήμερης προθεσμίας προς άσκηση αυτής, εγγράφου, με το αυτό περιεχόμενο και με ιδιόχειρη υπογραφή.


ΣτΕ/1218/2006

Η γνωστοποίηση εγγράφου με fax αποτελεί νόμιμο τρόπο γνωστοποίησης, εφόσον έχουν όμως τηρηθεί οι τύποι που τάσσονται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 2672/1998 (σχετικές οι αποφάσεις της ΕπΑναστ. ΣτΕ 608/06, 509/2004, 727/2003 κ.ο.κ.). Τηλεομοιοτυπία εγγράφου η οποία έφερε τα στοιχεία: ημερομηνία αποστολής, αριθμό κλήσης της υπηρεσίας που το έστειλε, αριθμό σελίδων, έναρξη και λήξη αποστολής και αριθμούς κλήσης στους οποίους έγινε επιτυχημένη αποστολή δεν είναι νόμιμη, επειδή λείπουν α) η ταυτότητα του αποσταλέντος εγγράφου και β) το έγγραφο που πρέπει να συνοδεύει κατά το άρθρο 14 παρ. 11 του ν. 2672/1998 την τηλεομοιοτυπία (ΕΑ 383/2006), συγκεκριμένα δε δεν προκύπτει ο αριθμός πρωτοκόλλου του αποσταλέντος εγγράφου.Το νόμιμο ή μη της γνωστοποίησης έχει συνέπειες μόνο στην έναρξη της προθεσμίας άσκησης ενστάσεως ή προσφυγής και όχι στην εγκυρότητα του εγγράφου καθεαυτού.


ΕλΣυν.Τμ.6/558/2016

Προμήθεια Συνθέτων Φυσιγγίων και Πυροσωλήνων:.. ζητείται η ανάκληση της 242/2015 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Ως εκ τούτου, στην παρούσα περίπτωση δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας, στους οποίους οφείλεται η μη εκπρόθεσμη κατάθεση της κρινόμενης αίτησης, εφόσον ανήκε στην αρμοδιότητα της αναθέτουσας αρχής να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες, ώστε η αίτηση να ασκηθεί εμπρόθεσμα και η επίκληση του απορρήτου της σύμβασης δεν αρκεί να αιτιολογήσει το εκπρόθεσμο, εφόσον είναι άλλο ζήτημα το εν λόγω απόρρητο και άλλο η άσκηση της αίτησης ανάκλησης, η οποία αποτελεί δικονομική ενέργεια, άσχετη με το χαρακτήρα της σύμβασης, που η αίτηση ανάκλησης αφορά. Εξάλλου, ναι μεν στο άρθρο 1 παρ. 12 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου του Προέδρου της Δημοκρατίας «περί καθιερώσεως πενθημέρου εβδομάδος εργασίας των δημοσίων εν γένει υπηρεσιών και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1157/1981 (ΦΕΚ 126 Α΄), ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι οι νόμιμες προθεσμίες ή εκείνες που έχουν ορισθεί από τα δικαστήρια αρχίζουν από την επόμενη ημέρα από εκείνη που συνέβη το γεγονός που αποτελεί την αφετηρία τους και λήγουν την 7η μ.μ. ώρα της τελευταίας ημέρας, όμως η λήξη των προθεσμιών την ώρα αυτή έχει κριθεί (ΣτΕ 430/2005, 598/2008) ότι αφορούν την περίπτωση που από το νόμο επιτρέπεται η αποστολή προσφυγής με τηλεομοιοτυπία και όχι όταν απαιτείται η κατάθεση στην ίδια την αρχή, όπως συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση, οπότε η προθεσμία λήγει την ώρα λήξης του νομίμου ωραρίου και τούτο ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι στην συγκεκριμένη υπόθεση δεν κατατέθηκε τελικά η υπό κρίση αίτηση την τελευταία ημέρα της επίμαχης προθεσμίας, έστω και εκτός του νομίμου ωραρίου (15:00) του γραφείου καταθέσεων και πρωτοκόλλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά μετά τη λήξη της.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εξεταζόμενη αίτηση, η οποία ασκήθηκε εκπροθέσμως, πρέπει για το λόγο αυτό, ο οποίος εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Τμήμα, να απορριφθεί ως απαράδεκτη και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί και η από 14.1.2016 παρέμβαση υπέρ αυτής.

ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/1078/2016


ΣΤΕ/ΕΑ/236/2012

Επιλογή αναδόχου κατασκευής έργου...Επειδή, το προαναφερθέν από 17-1-2012 «υπόμνημα» της αιτούσας με το οποίο προεβάλλοντο συγκεκριμένες αιτιάσεις κατά των δικαιολογητικών που κατέθεσε η παρεμβαίνουσα σύμπραξη για τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό και το οποίο απευθύνετο στην αναθέτουσα αρχή του διαγωνισμού, πρέπει, κατά την κρίση της Επιτροπής Αναστολών, να θεωρηθεί ότι συνιστά την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 3886/2010 προδικαστική προσφυγή.Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η ρηθείσα από 17-1-2012 προδικαστική προσφυγή της αιτούσας υπεβλήθη με τηλεομοιοτυπία και καταχωρίσθηκε στο πρωτόκολλο της υπηρεσίας με αριθμό 129/17-1-2012. Όπως όμως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, δεν επακολούθησε η κατάθεση εγγράφου με περιεχόμενο όμοιο με αυτό της προσφυγής με ιδιόχειρη υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου της αιτούσας και, συνεπώς, η προσφυγή δεν ασκήθηκε νομοτύπως. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, εφ΄ όσον η νομότυπη άσκηση της προσφυγής του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 3886/2010 αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της ασκήσεως ασφαλιστικών μέτρων, η κρινόμενη αίτηση ασκείται απαραδέκτως και πρέπει για το λόγο αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, να απορριφθεί και να γίνει δεκτή η ασκηθείσα παρέμβαση.


ΣτΕ/89/2003

ΠΕΡΙΛΗΨΗ.Αναστολή διοικητικών πράξεων - Ασφαλιστικά μέτρα Η αίτηση προσωρινής δικαστικής προστασίας βάσει των διατάξεων του άρθρου 3 του ν.2522/1997 δεν μπορεί να ματαιωθεί ή να καταστεί αλυσιτελής από ενέργειες της αναθέτουσας αρχής που λαμβάνουν χώρα είτε κατά τη διάρκεια της προθεσμίας προσφυγής και της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων είτε και πριν από την έναρξη των σχετικών προμηθειών, ο δε δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων έχει δικαιοδοσία να λάβει τα κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή προστασία του ενδιαφερομένου, εφόσον συντρέχει νόμιμη περίπτωση. Το γεγονός ότι εν, προκειμένω, η σχετική σύμβαση μεταξύ του καθ’ ου δήμου και της παρεμβαίνουσας εταιρείας υπεγράφη πριν παρέλθει η πενθήμερη προθεσμία ασκήσεως της προσφυγής κατά της αποφάσεως του Δ.Σ. του καθ’ ου δήμου, με την οποία ματαιώθηκε κατ’ ουσίαν ο διεξαγόμενος διαγωνισμός και αποφασίσθηκε η εκτέλεση της επίδικης προμήθειας με απ' ευθείας ανάθεση, δεν κωλύει την εξέταση των αιτήσεων, όπως αβασίμως ισχυρίζονται ο καθ' ου δήμος και η παρεμβαίνουσα. Η σύναψη συμβάσεων που καταλαμβάνονται από το π.δ. 57/2000 γίνεται κατά κανόνα κατόπιν διαγωνισμού, κατ' εξαίρεση δε χωρίς διαγωνισμό, όταν συντρέχουν οι αναγραφόμενες περιοριστικά στον νόμο προϋποθέσεις. H απόφαση για ματαίωση του εν εξελίξει διαγωνισμού και απ' ευθείας ανάθεση της προμήθειας δεν μπορεί να στεγαστεί στην ανωτέρω περίπτ. α της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 57/2000, λόγω μη συνδρομής των προϋποθέσεων της διατάξεως αυτής, προεχόντως διότι στον διαγωνισμό υπεβλήθησαν προσφορές, οι οποίες αξιολογήθηκαν ως κατάλληλες. Δεν μπορεί ομοίως να στεγαστεί στην περίπτ. δ της ίδιας παρ. 2, ιδίως διότι δεν αιτιολογείται για ποιο λόγο, ενόψει του ήδη διαπιστωμένου προβλήματος ύδρευσης και της καταθέσεως του πορίσματος της επιτροπής αξιολόγησης, οι προθεσμίες της εν εξελίξει ανοικτής αυτής διαδικασίας δεν ήταν δυνατόν να τηρηθούν. Ενόψει αυτών, πιθανολογείται σοβαρώς ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις εκδόθηκαν κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων του π.δ. 57/2000, οι σχετικοί δε λόγοι των κρινομένων αιτήσεων φαίνονται βάσιμοι.


ΔΕΕ/C-601/2010

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 2004/18/ΕΚ – Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών – Συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού – Διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως» (..) (σκ.32,33) Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50 και το άρθρο 31, σημείο 4, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2004/18, καθόσον εισάγουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής ασκήσεως των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη ΛΕΕ στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά, το δε βάρος αποδείξεως σχετικά με τη συνδρομή των έκτακτων περιστάσεων που δικαιολογούν την παρέκκλιση από τους εν λόγω κανόνες φέρει ο διάδικος που τις επικαλείται (βλ. αποφάσεις της 10ης Απριλίου 2003, C 20/01 και C 28/01, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2003, σ. I 3609, σκέψη 58? της 18ης Νοεμβρίου 2004, C 126/03, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2004, σ. I 11197, σκέψη 23? της 11ης Ιανουαρίου 2005, C 26/03, Stadt Halle και RPL Lochau, Συλλογή 2005, σ. I 1, σκέψη 46, καθώς και της 8ης Απριλίου 2008, C 337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2008, σ. I 2173, σκέψεις 57 και 58). 33 Στο δικόγραφο της προσφυγής της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, εν προκειμένω, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει η επέλευση ή η πιθανότητα επελεύσεως ενός απρόβλεπτου περιστατικού μετά την ανάθεση των επίδικων δημοσίων συμβάσεων, δεδομένου ότι οι εμπλεκόμενες αναθέτουσες αρχές μπορούσαν, προ της συνάψεως των αρχικών συμβάσεων, να προβλέψουν την ανάγκη να συμπεριληφθούν στις συμβάσεις αυτές οι σχετικές συμπληρωματικές υπηρεσίες και συγκεκριμένα, στην προκειμένη περίπτωση, η επέκταση των ζωνών πολεοδομικού σχεδιασμού. Εάν η ανάγκη μιας τέτοιας επεκτάσεως για τεχνικούς ή οικονομικούς λόγους ή για λόγους αναγόμενους στην εκτέλεση των προβλεπόμενων στην αρχική σύμβαση υπηρεσιών μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απρόβλεπτη περίσταση, οι αναθέτουσες αρχές θα είχαν την ευχέρεια να υποστηρίξουν ότι απέτυχαν κατά την εκτίμηση και τον ακριβή καθορισμό του φυσικού αντικειμένου και του περιεχομένου της αρχικής συμβάσεως και, στη συνέχεια, να προβούν στην ανάθεση συμπληρωματικών υπηρεσιών με τη σύναψη χωριστών συμβάσεων παραβιάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας. (…)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει: 1) Η Ελληνική Δημοκρατία, συνάπτοντας, κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως, δημόσιες συμβάσεις με αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού οι οποίες δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση που είχαν συνάψει οι Δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 8 και 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1997, καθώς και από τα άρθρα 20 και 31, σημείο 4, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. 2) Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.