Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ 3509/2013

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Διορισμός εκπαιδευτικών εγγεγραμμένων στους πίνακες διοριστέων-έφεση:Επειδή, με το από 28.4.2011 υπόμνημα, το οποίο κατέθεσε η εκκαλούσα εντός της δοθείσας από την Πρόεδρο προθεσμίας κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης (14.4.2011), προβάλλει ότι συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση υποβολής προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το αν αντίκειται στην κοινοτική αρχή της αναλογικότητας και στον Κανονισμό 1612/68, το επίμαχο σύστημα διορισμού της επετηρίδας το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της, αποκλείει όσους διαθέτουν αυξημένα προσόντα και οδηγεί σε προνομιακό διορισμό αυτών που έχουν μειωμένα προσόντα στην εκπαίδευση η οποία, κατά ρητή επιταγή του άρθρου 165 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( : ΣΛΕΕ), πρέπει να είναι υψηλού επιπέδου. Όπως έχει γίνει δεκτό από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ( : ΕΔΔΑ), εφόσον προβλέπεται μηχανισμός προδικαστικής παραπομπής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η άρνηση του εθνικού δικαστηρίου να αποστείλει προδικαστικό ερώτημα συνιστά παράβαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ όταν είναι αυθαίρετη, δηλαδή όταν η παραπομπή είναι υποχρεωτική ή η άρνηση ερείδεται σε διαφορετικούς λόγους από αυτούς που ορίζονται στους ενωσιακούς κανόνες δικαίου ή δεν αιτιολογείται προσηκόντως. Το ΕΔΔΑ ελέγχει την αιτιολογία των αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων, από την άποψη αυτή, όχι όμως και την ορθότητα της ερμηνείας και εφαρμογής των οικείων κανόνων δικαίου (απόφαση ΕΔΔΑ της 20.9.2011 Ullens De Schooten et Rezabek κατά Βελγίου). Περαιτέρω, η αποστολή προδικαστικού ερωτήματος δεν είναι υποχρεωτική όταν δεν είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς ή το ζήτημα έχει επιλυθεί από τη νομολογία του ΔΕΚ ή η ορθή ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου είναι προφανής (απόφαση ΔΕΚ της 6ης Οκτωβρίου 1982, C -283/81 Cilfit). Εν προκειμένω, το υποβληθέν αίτημα της εκκαλούσας αφορά το σύστημα διορισμού εκπαιδευτικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το οποίο ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους μέλους, όπως άλλωστε ορίζει και το άρθρο 165 της ΣΛΕΕ σύμφωνα με το οποίο η Ένωση σέβεται πλήρως την αρμοδιότητα των κρατών μελών για το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Επομένως, η κρινόμενη υπόθεση αφορά μια αμιγώς εσωτερική κατάσταση του κράτους μέλους, η οποία δεν εμφανίζει κανένα συνδετικό στοιχείο με οποιαδήποτε από τις καταστάσεις που ρυθμίζει το ενωσιακό δίκαιο. Ως εκ τούτου το υποβληθέν αίτημα πρέπει να απορριφθεί.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΕ/C-24/2020

«Προσφυγή ακυρώσεως – Απόφαση (ΕΕ) 2019/1754 – Προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Πράξη της Γενεύης της Συμφωνίας της Λισσαβώνας για τις ονομασίες προέλευσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις – Άρθρο 3, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης – Άρθρο 207 ΣΛΕΕ – Κοινή εμπορική πολιτική – Εμπορικές πτυχές της διανοητικής ιδιοκτησίας – Άρθρο 218, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ – Δικαίωμα πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Τροποποίηση της πρότασης της Επιτροπής από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 293, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Δυνατότητα εφαρμογής – Άρθρο 4, παράγραφος 3, άρθρο 13, παράγραφος 2, και άρθρο 17, παράγραφος 2, ΣΕΕ – Άρθρο 2, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Αρχές της δοτής αρμοδιότητας, της θεσμικής ισορροπίας και της καλόπιστης συνεργασίας»


Ν.4297/2014

Διαδικασία επιλογής υποψηφίων δικαστών και γενικών εισαγγελέων για το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υποψηφίων δικαστών για το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και άλλες διατάξεις.


ΣΤΕ/2497/2013

Συνεπώς, από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι το αιτούν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου δεν ελέγχεται από την Κεντρική Διοίκηση, κατά την έννοια των σχετικών ορισμών του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών και του άρθρου 1Β του ν. 2362/1995 και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει το ένα από τα δύο σωρευτικώς τιθέμενα στις οικείες διατάξεις κριτήρια για την κατάταξή του στον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης. Το συμπέρασμα αυτό δεν κλονίζεται από τα αναφερόμενα στο από 6.12.2012 έγγραφο της Μονάδας Δ-3 της Γενικής Διευθύνσεως Δ΄ Δημοσιονομικών Στατιστικών της Eurostat, δεδομένου ότι με το έγγραφο αυτό η ανωτέρω υπηρεσία της Eurostat δεν προβαίνει σε ιδία κρίση σχετικά με την ταξινόμηση του Ο.Μ.Μ.Α. στον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης, αλλά αποδέχεται την σχετική ανάλυση της αρμόδιας εθνικής αρχής, η οποία, κατά την εφαρμογή του κριτηρίου του ελέγχου από την Κεντρική Διοίκηση, περιορίζεται στην αναφορά της προβλέψεως της ιδρυτικής συμβάσεως περί διορισμού (εκδόσεως, δηλαδή, της πράξεως περί διορισμού) των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου από τον Υπουργό Πολιτισμού, χωρίς να εκτιμά ειδικώς το γεγονός ότι τα πέντε από τα δέκα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου υποδεικνύονται υποχρεωτικώς από τον Σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής». Εξ άλλου, η κατά τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω επίλυση των ζητημάτων που ανακύπτουν στην παρούσα υπόθεση και συνδέονται με την ερμηνεία των όρων του ΕΣΛ 1995, το οποίο ενσωματώθηκε στον Κανονισμό 2223/1996, είναι σύμφωνη με τους ορισμούς που δίδονται στο ίδιο το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών και παρίσταται πρόδηλη, ενώ η εφαρμογή των σχετικών όρων του ΕΣΛ 1995 σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ανήκει στην αρμοδιότητα της εθνικής στατιστικής αρχής και, τελικώς, του Συμβουλίου της Επικρατείας [πρβλ. Δ.Ε.Ε., Διάταξη (Ordonnance) της 20.6.2008, C-448/07, Ayuntamiento de Madrid, Madrid Calle 30 SA]. Υπό τα δεδομένα αυτά, η αποστολή προδικαστικού ερωτήματος προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.) για την ερμηνεία των διατάξεων του Κανονισμού 2223/1996 δεν είναι υποχρεωτική, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. Δ.Ε.Κ. απόφαση της 6.10.1982, C-283/81, CILFIT), κατά την κρίση δε του Δικαστηρίου δεν είναι ούτε σκόπιμη, διότι θα επιφέρει παρέλκυση της δίκης χωρίς αποχρώντα λόγο (πρβλ. ΣτΕ 1706/2013). Κατά τη γνώμη, όμως, της Παρέδρου Ουρ. Νικολαράκου – Μαυρομιχάλη, εν όψει του ότι η έννοια των ανωτέρω παρατεθέντων όρων του Κανονισμού 2223/1996 (ΕΣΛ 1995) δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφηνισθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συντρέχει περίπτωση διατυπώσεως σχετικού προδικαστικού ερωτήματος προς το Δ.Ε.Ε.


93199 οικ/2020

Καθορισμός επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


ΔΕΕ/C‑114/2012

«Προσφυγή ακυρώσεως — Εξωτερική δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διεθνείς συμφωνίες — Προστασία των δικαιωμάτων των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών — Διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμβάσεως του Συμβουλίου της Ευρώπης — Απόφαση του Συμβουλίου και των εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών περί της από κοινού συμμετοχής της Ένωσης και των κρατών μελών της στις διαπραγματεύσεις — Άρθρο 3, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ — Αποκλειστική εξωτερική αρμοδιότητα της Ένωσης»


ΔΕΚ/C-539/2009

«Παράβαση κράτους μέλους – Εκδήλωση από το Ελεγκτικό Συνέδριο της πρόθεσης να διενεργήσει ελέγχους σε ένα κράτος μέλος – Άρνηση του εν λόγω κράτους μέλους – Εξουσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου – Άρθρο 248 ΕΚ – Έλεγχος της συνεργασίας των εθνικών διοικητικών αρχών στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας – Κανονισμός (ΕΚ) 1798/2003 – Έσοδα της Κοινότητας – Ίδιοι πόροι προερχόμενοι από τον φόρο προστιθέμενης αξίας»(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφασίζει: 1) Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αρνούμενη να επιτρέψει στο Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διενεργήσει στη Γερμανία ελέγχους σχετικά με τη διοικητική συνεργασία που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) 1798/2003 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2003, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθεμένης αξίας, και από τους κανόνες εφαρμογής του, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 248, παράγραφοι 1 έως 3, ΕΚ. 2) Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά. 3) Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα. 4) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


Υπόθεση C-152/2017

Υπόθεση C-152/17: Απόφαση του Δικαστηρίου (ένατο τμήμα) της 19ης Απριλίου 2018 [αίτηση του Consiglio di Stato (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Consorzio Italian Management, Catania Multiservizi SpA κατά Rete Ferroviaria Italiana SpA (Προδικαστική παραπομπή — Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών — Οδηγία 2004/17/ΕΚ — Υποχρέωση αναθεώρησης της τιμής μετά την ανάθεση της σύμβασης — Τέτοια υποχρέωση δεν υφίσταται στην οδηγία 2004/17/ΕΚ ούτε απορρέει από τις γενικές αρχές που διέπουν το άρθρο 56 ΣΛΕΕ και την οδηγία 2004/17/ΕΚ — Υπηρεσίες καθαρισμού και συντήρησης συνδεόμενες με τη δραστηριότητα σιδηροδρομικών μεταφορών — Άρθρο 3, παράγραφος 3, ΣΕΕ — Άρθρα 26, 57, 58 και 101 ΣΛΕΕ — Μη παροχή επαρκών διευκρινίσεων σχετικών με το πραγματικό πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης και με τους λόγους για τους οποίους είναι αναγκαία η απάντηση στα προδικαστικά ερωτήματα — Απαράδεκτο — Άρθρο 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διατάξεις του εθνικού δικαίου οι οποίες δεν θέτουν σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης — Αναρμοδιότητα)


Yπόθεση C-689/2013

Υπόθεση C-689/13: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Απριλίου 2016 [αίτηση του Consiglio di Giustizia amministrativa per la Regione siciliana (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Puligienica Facility Esco SpA (PFE) κατά Airgest SpA (Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Οδηγία 89/665/ΕΟΚ — Άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 3 — Διαδικασίες προσφυγής — Προσφυγή ακυρώσεως κατά αποφάσεως περί αναθέσεως δημόσιας συμβάσεως την οποία ασκεί προσφέρων του οποίου η προσφορά δεν επελέγη — Αντίθετη προσφυγή του αναδόχου — Εθνικός νομολογιακός κανόνας κατά τον οποίο επιβάλλεται η προηγούμενη εξέταση της αντίθετης προσφυγής και, εφόσον αυτή κριθεί βάσιμη, η απόρριψη ως απαράδεκτης της κύριας προσφυγής χωρίς εξέταση της ουσίας — Συμβατό με το δίκαιο της Ένωσης — Άρθρο 267 ΣΛΕΕ — Αρχή της υπεροχής του δικαίου της Ένωσης — Νομική αρχή που έχει διατυπωθεί με απόφαση της ολομέλειας του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου κράτους μέλους — Εθνική ρύθμιση που προβλέπει τον δεσμευτικό χαρακτήρα της αποφάσεως αυτής για τα τμήματα του εν λόγω δικαστηρίου — Υποχρέωση του τμήματος που επιλαμβάνεται ζητήματος σχετικού με το δίκαιο της Ένωσης, σε περίπτωση διαφωνίας με την απόφαση της ολομέλειας, να παραπέμπει το ζήτημα σε αυτή — Ευχέρεια ή υποχρέωση του τμήματος να υποβάλει αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο)


C-182/11 και C-183/11,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 29ης Νοεμβρίου 2012 «Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Αναθέτουσα αρχή η οποία ασκεί επί αναδόχου φορέα νομικώς διακριτού από αυτήν έλεγχο ανάλογο προς εκείνον που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών — Μη υποχρέωση διεξαγωγής διαγωνισμού κατά τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης (ανάθεση καλούμενη “in house”) — Ανάδοχος φορέας τον οποίο ελέγχουν από κοινού πλείονες οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως — Προϋποθέσεις αναθέσεως “in house”»(....) Όταν πλείονες δημόσιες αρχές, με την ιδιότητά τους ως αναθέτουσες αρχές, ιδρύουν από κοινού φορέα επιφορτισμένο με την εκπλήρωση καθήκοντός τους δημόσιας υπηρεσίας ή όταν δημόσια αρχή συμμετέχει σε τέτοιο φορέα, η βάσει της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προϋπόθεση κατά την οποία, προκειμένου να απαλλαγούν από την υποχρέωση διεξαγωγής διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως κατά το δίκαιο της Ένωσης, πρέπει να ασκούν από κοινού έλεγχο επί του φορέα αυτού ανάλογο προς εκείνο που ασκούν επί των δικών τους υπηρεσιών πληρούται εφόσον κάθε μία από τις αρχές αυτές συμμετέχει τόσο στο κεφάλαιο όσο και στα όργανα διοικήσεως του εν λόγω φορέα.

Υπόθεση C-50/2014

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 28ης Ιανουαρίου 2016 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale per il Piemonte (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Consorzio Artigiano Servizio Taxi e Autonoleggio (CASTA) κ λπ. κατά Azienda sanitaria locale di Ciriè, Chivasso e Ivrea (ASL TO4), Regione Piemonte (Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις — Άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ — Οδηγία 2004/18/EΚ — Υπηρεσίες διακομιδής ασθενών — Εθνική νομοθεσία η οποία επιτρέπει στις περιφερειακές υγειονομικές αρχές να αναθέτουν απευθείας και χωρίς διατυπώσεις δημοσιότητας δραστηριότητες διακομιδής ασθενών σε εθελοντικές οργανώσεις που πληρούν τις νόμιμες απαιτήσεις και είναι καταχωρισμένες στο οικείο μητρώο έναντι επιστροφής των πραγματοποιηθεισών δαπανών — Επιτρέπεται)  Διατακτικό 1)Τα άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία επιτρέπει στις τοπικές αρχές να αναθέτουν απευθείας υπηρεσίες διακομιδής ασθενών, χωρίς καμία διατύπωση δημοσιότητας, σε εθελοντικές οργανώσεις, υπό τον όρο ότι το νομικό και συμβατικό πλαίσιο εντός του οποίου οι οργανώσεις αυτές ασκούν τη δραστηριότητά τους συμβάλλει πράγματι στην επίτευξη του κοινωνικού σκοπού καθώς και την επίτευξη των σκοπών της αλληλεγγύης και της δημοσιονομικής αποτελεσματικότητας.2)Όταν κράτος μέλος επιτρέπει στις δημόσιες αρχές να προσφεύγουν απευθείας σε εθελοντικές οργανώσεις για την άσκηση ορισμένων καθηκόντων, η δημόσια αρχή που προτίθεται να συνάψει συμβάσεις με τέτοιου είδους οργανώσεις δεν υποχρεούται, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, να προβεί προηγουμένως σε σύγκριση των προσφορών διαφόρων οργανώσεων.  3)Όταν κράτος μέλος, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα των δημόσιων αρχών να προσφεύγουν απευθείας σε εθελοντικές οργανώσεις για την άσκηση ορισμένων καθηκόντων, επιτρέπει στις οργανώσεις αυτές να ασκούν συγκεκριμένες εμπορικές δραστηριότητες, στο συγκεκριμένο κράτος μέλος απόκειται να θέσει τα όρια εντός των οποίων μπορούν να ασκηθούν οι εν λόγω δραστηριότητες. Εντούτοις, τα όρια αυτά πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εμπορικές δραστηριότητες έχουν εντελώς δευτερεύοντα και υποστηρικτικό της εθελοντικής τους δραστηριότητας χαρακτήρα.