ΣΤΕ/2367/2021
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΑΔΕΙΑ ΑΝΑΤΡΟΦΗΣ ΤΕΚΝΟΥ«…Επειδή, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 53 παρ. 2 του ν. 2721/1999, γονέας εκπαιδευτικός δικαιούται να λάβει για την ανατροφή του τέκνου του τις προβλεπόμενες για τον σκοπό αυτό διευκολύνσεις, δηλαδή μειωμένο διδακτικό ωράριο και απαλλαγή από πρόσθετες υπηρεσίες, ή, εναλλακτικώς, την κατ’ άρθρο 35 παρ. 2 του ν. 3528/2007 ειδική άδεια ανατροφής με αποδοχές, χρονικής διάρκειας εννέα (9) μηνών (και, πάντως, μέχρι να συμπληρώσει το τέκνο το απώτατο ηλικιακό όριο των τεσσάρων ετών). Για τη χορήγηση, εξάλλου, της άδειας αυτής τίθενται ως μόνες προϋποθέσεις αφενός ότι το τέκνο δεν έχει συμπληρώσει, κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης, το τέταρτο έτος της ηλικίας του και αφετέρου ότι δεν έχει γίνει χρήση, για την ανατροφή του ίδιου τέκνου, των εναλλακτικώς προβλεπόμενων διευκολύνσεων. Επομένως, εκπαιδευτικός με τέκνο μικρότερο των δύο ετών κατά τον διορισμό του μπορεί να επιλέξει, βάσει των ιδιαίτερων οικογενειακών αναγκών του, είτε την παροχή εργασίας με μειωμένο ωράριο μέχρι να συμπληρώσει το τέκνο του την ηλικία των δύο ετών είτε τη λήψη εννεάμηνης άδειας ανατροφής. Αντιστοίχως, εκπαιδευτικός με τέκνο μεγαλύτερο των δύο ετών κατά τον χρόνο του διορισμού δεν δικαιούται μεν μειωμένο ωράριο για την ανατροφή του, μπορεί, όμως, να λάβει, για τον ίδιο σκοπό, ειδική άδεια διάρκειας εννέα (9) μηνών (ή μέχρι τη συμπλήρωση από το τέκνο της ηλικίας των τεσσάρων ετών, αν υπολείπεται των εννέα μηνών ο χρόνος που απομένει μέχρι το ηλικιακό αυτό όριο)…»,
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/64/2008
Οι υπάλληλοι που κατά τον διορισμό τους έχουν τέκνο ηλικίας κάτω των τεσσάρων (4) ετών δικαιούνται να λάβουν άδεια ανατροφής παιδιού όσο είναι, με βάση το ισχύον μειωμένο ωράριο, το άθροισμα των ωρών οι οποίες απομένουν από τον διορισμό τους μέχρι την συμπλήρωση του 4ου έτους. (πλειοψ.) Μη επιτρεπτή η συνέχιση πέραν του ορίου αυτού. Μεταχείριση θετού γονέα όμοια με την του φυσικού. (ομοφ.) Απόκτηση και άλλου παιδιού πριν την εξάντληση του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας ανατροφής παιδιού. Δικαίωμα χορήγησης υπολοίπου και νέων διευκολύνσεων για το δεύτερο τέκνο αθροιστικά. (πλειοψ.) Ανεπίτρεπτη στον σύζυγο υπαλλήλου η παράλληλη χρήση των διευκολύνσεων τόσο για το πρώτο όσο και για το δεύτερο παιδί.
Φ/351.5/64/111756/Δ1/2013
Καθορισμός διαδικασίας χορήγησης εννεάμηνης άδειας ανατροφής τέκνων μονίμων εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης -μειωμένο ωράριο»
ΝΣΚ/17/2022
Ερωτάται εάν η άδεια εννέα (9) μηνών με αποδοχές για ανατροφή τέκνου που χορηγήθηκε σε μέλος Δ.Ε.Π. του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, συνυπολογίζεται στην τριετή προϋπηρεσία που απαιτείται για την εξέλιξή του στην επόμενη βαθμίδα.(...)Το χρονικό διάστημα των εννέα (9) μηνών της άδειας με αποδοχές που χορηγήθηκε σε μέλος Δ.Ε.Π. του Πανεπιστημίου Μακεδονίας για την ανατροφή τέκνου του, δεν συνυπολογίζεται στην τριετή προϋπηρεσία που απαιτείται για την εξέλιξή του στην επόμενη βαθμίδα, όπως η τριετία υπολογίζεται από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της πράξης του Πρύτανη για διορισμό του στην βαθμίδα που υπηρετεί μέχρι την ημερομηνία της αίτησής του για εξέλιξη σε ανώτερη βαθμίδα (ομόφωνα).
ΝΣΚ/50/2001
Μητέρα υπάλληλος δικαιούμενη άδεια ανατροφής παιδιού έχει την διακριτική ευχέρεια επιλογής μεταξύ του μειωμένου ωραρίου κατά δύο και μία ώρες την ημέρα, ανάλογα με την ηλικία του τέκνου, και της άδειας των εννέα μηνών με αποδοχές. Η προτίμηση που δηλώνεται από την αρχή δεν ανακαλείται παρά μόνον αν συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι και για μία μόνο φορά.
ΣΤΕ/1006/2012
Άδεια ανατροφής τέκνου:..Στην αιτούσα εκπαιδευτικό η Διοίκηση, αναγνωρίζοντας το σχετικό δικαίωμά της, χορήγησε ήδη εννεάμηνη άδεια ανατροφής, εν προκειμένω συνανατροφής, των τέκνων της, ηλικίας κατά το διορισμό πέντε μηνών και δύο ετών, αλλά και προκειμένου να δοθεί χρόνος στην ενλόγω γονέα να οργανώσει την οικογενειακή ζωή σε συνδυασμό με τις νέες επαγγελματικές της υποχρεώσεις. Υπό τα δεδομένα αυτά, ενόψει όσων έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά σε προηγούμενη σκέψη νομίμως και με επαρκή αιτιολογία αρνήθηκε τη χορήγηση νέας εννεάμηνης άδειας σε συνέχεια της ήδη χορηγηθείσας τοιαύτης, ανερχομένης σε αντίθετη περίπτωση της χρονικής διάρκειας απομακρύνσεως της νεοδιορισθείσας υπαλλήλου από την υπηρεσία της σε δέκα οκτώ (18) μήνες εντός της διετούς δοκιμαστικής περιόδου, τα περί του αντιθέτου δε προβαλλόμενα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.Κατ’ ακολουθίαν αυτών, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση, να καταπέσει δε το παράβολο υπέρ του Δημοσίου (άρθρ. 36 παρ. 4 Π.Δ. 18/1989) και να μην επιδικασθεί δικαστική δαπάνη, ελλείψει σχετικού αιτήματος του νικήσαντος διαδίκου (άρθρ. 275 παρ. 7 Κωδ. Διοικ. Δικ. σε συνδ. με άρθρ. 4 παρ. 1 εδ. στ Ν. 702/1977).
ΝΣΚ/65/2023
Ερωτάται: α) Εάν δημόσιος υπάλληλος, ο οποίος είναι πατέρας τέκνου γεννημένου εκτός γάμου, το οποίο ναι μεν έχει αναγνωρίσει αλλά δεν υπάρχει ειδική συμφωνία με τη μητέρα του τέκνου για την άσκηση και κατανομή της γονικής μέριμνας, δικαιούται να λάβει την προβλεπόμενη στη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 53 του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων άδεια για την ανατροφή του τέκνου ή εάν για τη χορήγησή της θα πρέπει να εξεταστούν άλλες προϋποθέσεις, όπως το εάν συνοικεί με το τέκνο και β) εάν δημόσιος υπάλληλος, που έχει την ιδιότητα του μονογονέα και λόγω της ιδιότητας αυτής δικαιούται προσαύξηση σε συγκεκριμένες διευκολύνσεις που προβλέπονται στον Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων (άρθρο 53 παρ. 5 και παρ. 8), χάνει την ιδιότητα αυτή σε περίπτωση τέλεσης γάμου και δεν δικαιούται πλέον τις προβλεπόμενες προσαυξήσεις. (...) α) Προκειμένου να χορηγηθεί η προβλεπόμενη στη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 53 του ν. 3528/2007 άδεια εννέα (9) μηνών για την ανατροφή του τέκνου σε δημόσιο υπάλληλο, ο οποίος είναι πατέρας τέκνου γεννημένου εκτός γάμου, το οποίο ναι μεν έχει αναγνωρίσει αλλά δεν υπάρχει ειδική συμφωνία με τη μητέρα του τέκνου για την άσκηση και κατανομή της γονικής μέριμνας, θα πρέπει να εξεταστεί από την αρμόδια υπηρεσία εάν ο υπάλληλος ασκεί εν τοις πράγμασι την επιμέλεια του τέκνου και ιδίως αν κατοικεί μαζί με αυτό, τηρουμένων και των προϋποθέσεων της παρ. 3 του ως άνω άρθρου (ομόφωνα). β) Υπάλληλος, που έχει την ιδιότητα του μονογονέα και λόγω της ιδιότητας αυτής δικαιούται προσαύξηση σε συγκεκριμένες διευκολύνσεις, που προβλέπονται στο ν. 3528/2007 (άρθρο 53 παρ. 5 και παρ. 8), δεν χάνει την ιδιότητα αυτή σε περίπτωση τέλεσης γάμου εφόσον εξακολουθεί να ασκεί αποκλειστικά την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου μαζί με το οποίο αυτός κατοικεί, και κατά συνέπεια ο υπάλληλος αυτός συνεχίζει να δικαιούται τις προβλεπόμενες στο νόμο προσαυξήσεις (ομόφωνα).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/4/2020
Καταβολή αναδρομικών αποδοχών...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι νομίμως με την 5/7.10.2016 απόφαση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου Υπαλλήλων ΟΤΑ Νομού ... αναγνωρίσθηκε, για την επανακατάταξη της φερομένης ως δικαιούχου σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε με συμβάσεις μίσθωσης έργου στο Κ.Ε.Π. Δήμου ..., συνολικής διάρκειας τεσσάρων (4) ετών, έντεκα (11) μηνών και είκοσι εννέα (29) ημερών, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 24 του ν. 4305/2014. Και τούτο, διότι η φερόμενη ως δικαιούχος υπέβαλε τη σχετική αίτηση αναγνώρισης της προϋπηρεσίας που παρείχε με συμβάσεις μίσθωσης έργου στο ως άνω ΚΕΠ στις 22.10.2015, ήτοι σε χρόνο που ίσχυε η εν λόγω ειδική ρύθμιση του άρθρου 24 του ν. 4305/2014, η οποία, όπως προεκτέθηκε, έπαψε να ισχύει από την 1.1.2016, ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4354/2015. Περαιτέρω, η ίδια απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου παρίσταται νομίμως αιτιολογημένη, καθόσον από την επισυναπτόμενη στο σώμα της εισήγηση προκύπτει ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 24 του ν. 4305/2014 από τη φερόμενη ως δικαιούχο, ήτοι η αναγνωρισθείσα προϋπηρεσία διανύθηκε με τα τυπικά προσόντα της κατηγορίας της, στο ωράριο των υπαλλήλων των ΚΕΠ και παρείχετο στον χώρο του ΚΕΠ υπό την εποπτεία του αρμόδιου προϊσταμένου.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/213/2019
Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:Σύμφωνα, ωστόσο, με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 197 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων και της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του π.δ. 410/1988, η παραμονή της ως άνω υπαλλήλου στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μετά και τη συμπλήρωση του 65 έτους της ηλικίας της, δοθέντος ότι δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο ελάχιστο αριθμό ενσήμων (4.500) για τη λήψη έστω μειωμένης σύνταξης. Ωστόσο, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η παραμονή της αυτή στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μόνο μέχρι τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που, όπως προκύπτει από την 785/12.5.2017 απόφαση απονομής σύνταξης του ΕΦΚΑ, συντελέστηκε στις 28.7.2015, και όχι μέχρι τη συμπλήρωση του 70ου έτους της ηλικίας της. Ως εκ τούτου, μετά την άνω ημερομηνία η εργασιακή της σχέση θα έπρεπε να λυθεί αυτοδικαίως με την έκδοση σχετικής διαπιστωτικής πράξης του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου. Το γεγονός αυτό, πέραν των τυχόν άλλων συνεπειών, επηρεάζει και τη νομιμότητα της ελεγχόμενης δαπάνης, αφού το ύψος της οφειλόμενης αποζημίωσης απόλυσης προσδιορίζεται με βάση τις καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές, κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησης, και συναρτάται επίσης με τους συνολικούς μήνες νόμιμης απασχόλησης. Κατά συνέπεια και για το λόγο αυτό, μη νομίμως εκκαθαρίζεται στην υπάλληλο αποζημίωση απόλυσης, η οποία υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα απασχόλησής της (Δεκέμβριος 2016) και για χρόνο υπηρεσίας δεκαπέντε (15) ετών, εννέα (9) μηνών και είκοσι πέντε (25) ημερών. Ωστόσο, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο δεύτερος προβαλλόμενος από την Επίτροπο λόγος διαφωνίας, σύμφωνα με τον οποίο η καταβαλλόμενη αποζημίωση απόλυσης θα πρέπει να συμψηφιστεί με τις αποδοχές που έλαβε η πρώην υπάλληλος κατά το χρονικό διάστημα από 23.7.2013 έως 17.7.2014, κατά το οποίο τελούσε υπό καθεστώς διαθεσιμότητας. Και τούτο δοθέντος ότι αυτό δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, αφού με την περίπτωση 4.α.ι της υποπαραγράφου Ζ2 του ν. 4093/2012, όπως τροποποιήθηκε, εισάγεται ειδική ρύθμιση και θεσπίζεται ειδική περίπτωση αποζημίωσης απόλυσης, λόγω κατάργησης θέσης, στην περίπτωση μη μεταφοράς του υπαλλήλου που τέθηκε σε καθεστώς διαθεσιμότητας σε άλλη θέση και λύσης της εργασιακής του σχέσης, που αποδίδεται και τους μόνιμους υπαλλήλους, για τον υπολογισμό του ύψους της οποίας γίνεται κατά τα λοιπά παραπομπή στις ρυθμίσεις του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988 και ως προς την οποία αποκλειστικά επιβλήθηκε η υποχρέωση συμψηφισμού με τις ληφθείσες αποδοχές διαθεσιμότητας. Αν δε ο νομοθέτης επιθυμούσε τον συμψηφισμό των αποδοχών διαθεσιμότητας, ο χρόνος της οποίας θεωρείται, άλλωστε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 39 του ν. 4369/2016, όπως τροποποιήθηκε, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και λαμβάνεται υπόψη για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, με την αποζημίωση απόλυσης, κατά το χρόνο οριστικής αποχώρησης του υπαλλήλου από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, θα έπρεπε να το θεσπίσει ρητά.