Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΠΟΛ 1242/2011

Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2859/2000, 4002/2011
Υπαγωγή στο ΦΠΑ της παράδοσης νερού και των υπηρεσιών αποχέτευσης από τους Ο.Τ.Α. ή συνδέσμους αυτών, το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ. – άρθρο 18, παρ. 3β΄ Ν.4002/2011

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΠΟΛ 1248/2011

Υπαγωγή εταιρειών παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων και τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου στο φορολογικό καθεστώς της μεταβατικής περιόδου της παρ. 12 του άρθρου 50 του ν.4002/2011.


ΠΟΛ 1212/2011

Αντιμετώπιση θεμάτων ΦΠΑ κατά την μεταγραφή των υποκειμένων στη Δ.Ο.Υ. μεγάλων επιχειρήσεων καθώς και στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011


ΠΟΛ. 1149/2016

Τροποποίηση της αριθμ. πρωτ. ΠΟΛ. 1338/96 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ Β' 18/1997) απόφαση Υπ. Οικονομικών «Διαδικασία απαλλαγής από ΦΠΑ της παράδοσης αγαθών που πραγματοποιείται από υποκείμενο στο φόρο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας προς αγοραστή ταξιδιώτη μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της Κοινότητας και ο οποίος αναχωρεί για Τρίτη Χώρα από την Ελλάδα ή μέσω άλλου Κράτους - Μέλους».


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1392/2022

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ/ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΜΕΙΚΤΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:ζητείται η ανάκληση της 242/2022 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης με τίτλο «Αναβάθμιση Ε.Ε.Λ. …» μεταξύ της δημοτικής επιχείρησης με την επωνυμία «Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης – Αποχέτευσης …» και της εταιρείας «… Α.Ε.», συνολικής προϋπολογιζόμενης αξίας 1.100.000 ευρώ (πλέον ΦΠΑ).(....)Ειδικότερα, εκ των συνολικά τεσσάρων διαγωνιζομένων οι δύο αποβλήθηκαν για λόγους που δεν σχετίζονται με τον υπό κρίση όρο και συγκεκριμένα η εταιρεία «… ΙΚΕ» αποκλείστηκε λόγω μη υποβολής εγγυητικής επιστολής και η εταιρεία «… Α.Ε.» λόγω μη συμπλήρωσης χωρίου στο Ε.Ε.Ε.Σ. Και ναι μεν η τεχνική προσφορά του τρίτου οικονομικού φορέα με την επωνυμία «… ΑΕ» αποκλείστηκε, μεταξύ άλλων, για τον λόγο ότι δεν απέδειξε εμπειρία ως προς την εκτέλεση δύο τουλάχιστον συναφών συμβάσεων με εγγυημένη τιμή κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας με τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, πλην το γεγονός αυτό δεν παρίσταται κρίσιμο καθότι συνέτρεχε και έτερος λόγος αποκλεισμού της και συγκεκριμένα περί μη απόδειξης εμπειρίας στην εκτέλεση τουλάχιστον μίας σύμβασης λειτουργίας εγκατάστασης με πολυστρωματική διύλιση νερού ή λυμάτων, ήτοι λόγω μη πλήρωσης κριτήριου τεχνικής καταλληλότητας που τίθεται ως επιμέρους και αυτοτελής απαίτηση για τη συναγωγή ενδείξεων καταλληλότητας των υποψηφίων στον όρο 2.2.6, η νομιμότητα πρόβλεψης του οποίου δεν αμφισβητήθηκε από την προσβαλλόμενη Πράξη.Δέχεται την ... προσφυγή ανάκλησης της Δημοτικής Επιχείρησης με την επωνυμία «Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης – Αποχέτευσης …».


ΣΤΕ/1278/2005

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 5 του ν. 1943/91 (που παρατέθηκε στην έκτη σκέψη), η εξηκονθήμερη προθεσμία εντός της οποίας, μεταξύ άλλων, και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης οφείλουν να απαντούν στα αιτήματα των πολιτών, δεν ισχύει επί υποθέσεων που συνάπτονται προς την αναγνώριση απαιτήσεων των πολιτών κατά του Δημοσίου ή, για την ταυτότητα του λόγου, κατά των ν.π.δ.δ. ή Ο.Τ.Α.  ενόψει τούτου, δεν υφίστατο υποχρέωση του αιτούντος Δήμου να απαντήσει εντός 60 ημερών στην προαναφερθείσα αίτηση του ..., με την οποία εζητείτο η επιστροφή του καταβληθέντος ποσού και η αναγνώριση της απαίτησής του κατά του Δήμου. Μη νομίμως, συνεπώς, επεβλήθη το επίδικο πρόστιμο, για το λόγο αυτό που συνάγεται εμμέσως από το δικόγραφο της πρώτης αίτησης και η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, παρέλκει δε η έρευνα των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.Επειδή, η προσβαλλόμενη πράξη δεν έχει προσκομισθεί από τους διαδίκους, κατά τους ισχυρισμούς, όμως, του αιτούντος, που θεωρούνται ακριβείς, αυτή έχει εκδοθεί την 20.2.1996. Κατόπιν αυτού, συντρέχει περίπτωση διόρθωσης, σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ.1 του π.δ. 18/89, της απόφασης 1672/2001 του Δ' Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, στην οποία ανεγράφη λόγω αριθμητικού λάθους ως ημερομηνία έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης η 20.2.1991 αντί 20.2.1996 (σελίδα 5, στίχος 13).Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις (άρθρο 39 παρ. 1 εδ. β' του π.δ. 18/89), κρίνει ότι το Δημόσιο πρέπει να καταβάλει στον αιτούντα δικαστική δαπάνη ανερχόμενη στο ποσόν των τετρακοσίων εξήντα (460) ευρώ συνολικώς.


ΝΚΣ/151/2015

Επέκταση εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 14 έως και 20 του Ν. 3986/2011 και σε δημόσια κτήματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, τα οποία έχουν περιέλθει στο Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).1. Οι ρυθμίσεις του κεφαλαίου Β΄ του Ν. 3986/2011 (άρθρα 10-17) περιορίζονται στα δημόσια ακίνητα (που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. ή σε εταιρεία της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α.), στα οποία το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ή εταιρεία της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο, αποκτά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα ή άλλο δικαίωμα περιουσιακής φύσης ή δικαίωμα διαχείρισης και εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 9 του ίδιου νόμου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής που εκδίδεται ύστερα από αίτηση του κυρίου του ακινήτου, μπορεί όμως να υπάγονται στις ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Β΄ και άλλα δημόσια ακίνητα, με σκοπό την επενδυτική τους αξιοποίηση. (πλειοψ.) 2. Οι ρυθμίσεις του κεφαλαίου Γ΄ (δικαίωμα επιφάνειας, άρθρα 18-26) του Ν. 3986/2011 δεν καταλαμβάνουν αποκλειστικά μόνο τα ακίνητα που έχουν περιέλθει, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 2 του ίδιου ως άνω νόμου, στο Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ή σε εταιρεία της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο, αλλά επεκτείνεται η εφαρμογή τους και στα δημόσια κτήματα της αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, δηλαδή στα δημόσια ακίνητα, που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, σε Ν.Π.Δ.Δ., σε δημόσιους οργανισμούς με μορφή Ν.Π.Ι.Δ. ή και σε εταιρείες, εφόσον εκπληρώνεται ο σκοπός του νόμου, περί καλλίτερης αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, ανάπτυξης, διαχείρισης και εκμετάλλευσής της κατά τρόπο που να επαυξάνει την αξία της, προς όφελος του Δημοσίου και δεν πρόκειται για ειδική κατηγορία δημοσίων κτημάτων (ενδεικτικά ανταλλάξιμα, ΓνΝΣΚ 197/2013), όπου υφίσταται ειδική νομοθετική ρύθμιση για την εξυπηρέτηση ειδικού σκοπού, ή δεν τελούν υπό ειδικό καθεστώς προστασίας (ενδεικτικά αρχαιολογικοί χώροι, κτήματα διεθνούς σημασίας Ramsar, τόποι Κοινοτικής Προστασίας (ΤΚΠ) του Δικτύου NATURA, ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ), καταφύγια άγριας ζωής, Εθνικά Πάρκα κ.λπ.), οπότε ισχύουν οι ειδικότερες νομοθετικές ρυθμίσεις και οι εκάστοτε προβλεπόμενες ειδικές διοικητικές διαδικασίες. Η τυχόν αυθαίρετη κατοχή του δημόσιου κτήματος από τρίτους δεν προσδίδει σε αυτούς ιδιαίτερα δικαιώματα προτίμησης, ούτε όμως τους αποκλείει από την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3986/2011. (ομοφ.)


ΕΣ/ΤΜ.7/4/2016

ΑΠΟΔΟΧΕΣ...ζητείται η ανάκληση της 318/2015 Πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου στο VII Τμήμα...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως, το Τμήμα κρίνει ότι: A) Η υπαγωγή του προσωπικού των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης στο μισθολόγιο του δημόσιου τομέα από 1.1.2013, με την επανάληψη της διάταξης του άρθρου 31 του Ν. 4024/2011 στο άρθρο 12 του Ν. 4093/2012, βρίσκει έρεισμα στα κριτήρια που θεσπίζονται για την υπαγωγή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ευρύτερων κατηγοριών στις ρυθμίσεις αυτού (μισθολογίου). Οι ως άνω Επιχειρήσεις πληρούν τα κριτήρια αυτά, καθόσον επιδιώκουν δημόσιο σκοπό (διανομή ύδατος, συντήρηση και επέκταση δικτύου ύδρευσης), παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, τα μέλη τους διορίζονται από το Δημοτικό Συμβούλιο και τελούν υπό την εποπτεία του Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η δε ένταξή τους, με διατάξεις τυπικών νόμων, στο ενιαίο μισθολόγιο δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 23 παρ.1, 5 παρ.1 και 22 παρ.2 και 4 του ισχύοντος Συντάγματος διότι, αιτιολογείται από σκοπό υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, αυτόν της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και του εξορθολογισμού των οικονομικών απολαβών των μισθωτών (ώστε να μην παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των αποδοχών που χορηγούνται στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα και αυτών που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις που, καίτοι οργανώνονται με τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, τελούν σε άμεση συνάρτηση προς την κεντρική εξουσία ή τους πρωτοβάθμιους φορείς αυτοδιοίκησης), με στόχο την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να εξέλθει στο μέλλον η χώρα από την οξεία δημοσιονομική κρίση. Κατά συνέπεια, ο καθορισμός των αποδοχών των μισθωτών χωρίς τη μεσολάβηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για περιορισμένο χρονικό διάστημα (έως τη λήξη, το έτος 2016, του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής) είναι δικαιολογημένος ανεξαρτήτως : α) της νομικής μορφής της επιχείρησης, του ότι δεν συγκαταλέγεται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης (καθόσον τούτο δεν αποτελεί κριτήριο) και του ότι οι πόροι της προέρχονται από ίδια έσοδα (η τιμολογιακή πολιτική κάθε επιχείρησης ωστόσο εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου), καθόσον, στην τελευταία περίπτωση, το οικονομικό βάρος της λειτουργίας της, εξαιτίας της ζωτικής σημασίας των υπηρεσιών που προσφέρει, μετακυλύεται στο κοινωνικό σύνολο, β) του ότι ενδεχομένως, μετά το πέρας της ως άνω χρονικής περιόδου, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις θα εκκινήσουν από το όριο των αποδοχών που επάγεται το νέο μισθολόγιο, με συνέπεια τη δυσμενέστερη μισθολογική μεταχείριση των εργαζομένων σε σχέση με όσα ίσχυαν πριν από την 1.1.2013, καθόσον τούτο, πέραν του ότι επιβάλλεται από την ανάγκη εξορθολογισμού των απολαβών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (στο μέτρο που μέρος του τελευταίου οργανώνεται από έναν Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης και συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών ζωτικής σημασίας για τους πολίτες, τις οποίες αυτοί δεν μπορούν να αρνηθούν), εξαρτάται πλήρως από τη μελλοντική δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση της χώρας, γ) του ότι ως προς τις εργασιακές συνθήκες, οι ως άνω επιχειρήσεις δεν εξομοιώνονται με τυπική δημόσια υπηρεσία, διότι οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στη λειτουργία της επιχείρησης (εργασία πέραν του συνήθους ωραρίου, αντιμετώπιση έκτακτων βλαβών, ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας) δύνανται να αντιμετωπισθούν στο πλαίσιο του ενιαίου μισθολογίου, όπως συμβαίνει σε άλλα νομικά πρόσωπα που χωρίς να αποτελούν, ομοίως, τυπική δημόσια υπηρεσία, οργανώνονται ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (π.χ. νοσοκομεία) και υπάγονται στο ενιαίο μισθολόγιο, Β) Η νομική μορφή των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, ως νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου κοινωφελούς χαρακτήρα και η χρηματοδοτική τους αυτάρκεια, δεν αίρουν τη στενή σύνδεση αυτών με τον οικείο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με απόφαση του οποίου ιδρύονται, διορίζονται τα μέλη της διοίκησής τους και καθορίζεται η τιμολογιακή τους πολιτική, ούτε την άσκηση εποπτείας επ’ αυτών από τον Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ούτε το γεγονός ότι παρέχουν ζωτικής σημασίας υπηρεσίες, εξυπηρετώντας δημόσιο σκοπό (οι οποίες σε περίπτωση, που δεν είχαν συστηθεί ως ίδια νομικά πρόσωπα, θα παρέχονταν απευθείας από τον οικείο Ο.Τ.Α.), παράγοντες, οι οποίοι τις καθιστούν υπόχρεες στην εφαρμογή των ρυθμίσεων του νέου μισθολογίου. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει λόγος για αυτοτέλεια αυτών, αλλά για οικονομική αυτάρκεια, ο νομοθετικός περιορισμός της οποίας, για την επίτευξη υπέρτερου δημόσιου σκοπού (οικονομική ανάκαμψη της χώρας) είναι, ως ανωτέρω εξετέθη, θεμιτός...

Κατόπιν αυτών, απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)/30/2013

Συμπληρωματικές εργασίες κατασκευής περιβάλλοντος χώρου παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις 3669/2008 συνάγεται ότι ως δημόσιο τεχνικό έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία, που εκτελείται από δημόσιους φορείς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση και το αποτέλεσμά της συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή το υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ.. Αντιθέτως, πρόκειται για εκτέλεση εργασιών και όχι για δημόσιο τεχνικό έργο, όταν το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, καθώς και όταν για την επίτευξη του αποτελέσματος δεν απαιτείται η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων ή εγκαταστάσεων. Στην ανάθεση και κατασκευή των δημοσίων έργων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3669/2008, με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, που προβλέπουν την επιβάρυνση της δαπάνης των εργασιών με γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, υπολογιζόμενα, ανάλογα με την πηγή χρηματοδότησης, σε ποσοστό 18% ή 28% επί της αξίας των εκτελεσθεισών εργασιών κατασκευής του έργου (πρξ. VII Τμ. Ελ.Συν. 40/2011, 38, 70, 368/2010, 331, 374/2009 κ.ά).(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης, όπως παρατέθηκε ανωτέρω, αφορά σε εκτέλεση έργου, καθόσον οι εκτελούμενες εργασίες αποπεράτωσης του κτιρίου και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού συνιστούν κατασκευή, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ.3 του ν.3669/2008, το αποτέλεσμα της οποίας συνδέεται με το έδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του. Επιπλέον, για την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις και μέθοδοι και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό, προκειμένου να εξασφαλισθεί η πλήρης και ασφαλής λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων του παιδικού σταθμού και κυρίως η ασφαλής λειτουργία των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων καθώς και των εγκαταστάσεων ύδρευσης, αποχέτευσης και θέρμανσης(…)συμφερόντων αυτών (Ο.Τ.Α.) με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης και της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, που καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από το νόμο, μεταξύ των οποίων και εκείνη όπου η αξία της προμήθειας δεν υπερβαίνει το ποσόν των 15.000,00 ευρώ με Φ.Π.Α.(…) Κατά τη σαφή  έννοια της  άνω διάταξης,  3463/2006 με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να ανατεθεί απευθείας από τον οικείο Δήμο η τα νομικά πρόσωπα αυτού,  σε κοινωφελή ή αναπτυξιακή δημοτική επιχείρηση, η παροχή υπηρεσιών, στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνεται και η προμήθεια υλικών,   εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συμβατικό αντικείμενο είναι συναφές ή συνδέεται με το αντικείμενο της δραστηριότητας της δημοτικής επιχειρήσεως, β) η αξία των υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 45.000,00 ευρώ, χωρίς συνυπολογισμό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, και γ) η επιχείρηση διαθέτει τα μέσα (προσωπικό, εξοπλισμό κ.λπ.) ώστε να δύναται να εκπληρώσει η ίδια και όχι τρίτα πρόσωπα τις συμβατικές της υποχρεώσεις (βλ. Πρ. VΙΙ Τμ. 212, 349/2009, 192/2007). Τούτο σημαίνει ειδικότερα ότι η δημοτική επιχείρηση οφείλει, πέραν των ειδικότερων ρυθμίσεων που προβλέπουν τα σχετικά με τη δραστηριότητά της ζητήματα στο οικείο καταστατικό, να διαθέτει εν τοις πράγμασι, τα αναγκαία, ίδια μέσα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την απευθείας ανάθεση (βλ. πράξη VII Τμ. 376/2010).(…) Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 27, 28 και 29 του ΕΚΠΟΤΑ συνάγεται ότι, όσον αφορά στις προμήθειες των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, ο προμηθευτής υποχρεούται να παραδίδει στον οικείο Ο.Τ.Α. τα προς προμήθεια υλικά μέσα στα χρονικά όρια και με τον τρόπο που ορίζει η σύμβαση. Η  παραλαβή των ως άνω υλικών γίνεται από επιτροπή παραλαβής, που συγκροτείται για τη συγκεκριμένη κάθε φορά προμήθεια με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία, κατόπιν ποσοτικού και ποιοτικού ελέγχου αυτών, ανάλογα δε με το αποτέλεσμα αυτού, συντάσσει πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής – όταν τα υλικά ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης - ή απόρριψης – όταν τα υλικά παρουσιάζουν ουσιώδεις αποκλίσεις ή δεν ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης. Το πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής, με το οποίο πιστοποιείται κατά τα ως άνω η παραλαβή των υλικών και η εκπλήρωση από τον αντισυμβαλλόμενο των συμβατικών του υποχρεώσεων, αποτελεί μεταξύ άλλων, απαραίτητο κατά νόμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και εξόφλησης της εντελλόμενης δαπάνης  (πρβλ. πράξη VII Τμ. 36/2011).(…) Με  δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απευθείας ανάθεση από το Δήμο ..... τη

ΕΣ/ΤΜ.7(ΚΠΕ)242/2013

Καταβολή ποσού 24.600 ευρώ στη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία με την επωνυμία «......», ως αμοιβή της για την εκτέλεση εργασιών προετοιμασίας φακέλου, προκειμένου να ενταχθεί και να χρηματοδοτηθεί από το επιχειρησιακό πρόγραμμα ΕΠΠΕΡΑΑ το έργο «Ολοκλήρωση έργου πρώτου τμήματος α΄ φάση αποχέτευσης & ΒΙΟΚΑ ευρύτερης περιοχής ...... πρόσκληση 2.7».(...)Από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν. 3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται, μεταξύ άλλων γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011, 120/2010 καθώς και Κλιμάκιο VII Τμημ. 159/2012), ενώ στην περίπτωση επίκλησης από την αναθέτουσα αρχή συνδρομής λόγων κατεπείγουσας ανάγκης ή επείγουσας περίστασης σύναψης σύμβασης παροχής υπηρεσιών, μέχρι ποσού 15.000 ευρώ, προσκαλούνται υποχρεωτικά για διαπραγμάτευση τρεις υποψήφιοι, δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις του ν. 3315/2005 (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων που διέπουν την απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών και όχι βάσει των διατάξεων του ν. 3316/2005, καθόσον, οι ανατεθείσες εργασίες, εντάσσονται εννοιολογικά στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών.


ΕλΣυν/Ζ.Κλ/136/2010

Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν.1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ.. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλομένων), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ.4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου δηλ. νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (β.λ. Πρακτικά Ολ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008 κ.ά.). Επιπροσθέτως, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, να καθορίζεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο και το ειδικότερο περιεχόμενο των υποχρεώσεων των μερών, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και υπηρεσιών κάθε είδους που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν οι συμβαλλόμενοι φορείς, καθώς και ο προϋπολογισμός τους (βλ. Πράξεις 3, 60/2007, 179, 180/2006 VII Τμ.). Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών α) να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτών, β) να προσδιορίζεται ο αναλυτικός προϋπολογισμός (κοστολόγηση) των επί μέρους (κατηγοριών) υπηρεσιών, έστω και κατά προσέγγιση, έτσι ώστε από το άθροισμα των επιμέρους προϋπολογισμών να προκύπτει και, επομένως, να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός της προγραμματικής σύμβασης (δεν αρκεί δηλαδή απλή αναφορά του συνολικού προϋπολογισμού), καθώς και γ) να αναγράφεται το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα αυτών - κυρίως δε στις περιπτώσεις τμηματικής καταβολής του οριζόμενου στη σύμβαση ποσού για την παροχή των προβλεπόμενων υπηρεσιών, όπου θα πρέπει να υπάρχει συσχέτιση των παρασχεθεισών εργασιών προς το τμηματικώς καταβαλλόμενο (σε συγκεκριμένες ημερομηνίες) ποσό της σύμβασης, όπου δηλαδή θα πρέπει να υπάρχει αντιστοιχία του χρονοδιαγράμματος εργασιών προς το χρονοδιάγραμμα τμηματικών καταβολών του ανωτέρω ποσού - το οποίο (χρονοδιάγραμμα) δεν μπορεί καταρχήν να ταυτίζεται με το χρόνο περαίωσης των ανατεθεισών εργασιών (διάρκεια της σύμβασης), καθόσον στην περίπτωση αυτή ο νόμος δεν θα απαιτούσε ρητώς στο περιεχόμενο της σύμβασης να ορίζονται ξεχωριστά (ως διαφορετικά μεγέθη) το χρονοδιάγραμμα και η διάρκεια αυτής. Και τούτο διότι μέσω του ανωτέρω ειδικότερου προσδιορισμού του περιεχομένου της προγραμματικής σύμβασης διασφαλίζεται α) η εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων και των εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και η διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, καθώς και β) η μη καταστρατήγηση της διάταξης του άρθρου 277 του ΔΚΚ με την κατ’ ουσία επιχορήγηση από Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού αναπτυξιακών τους επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως αντισυμβαλλόμενοί τους (πρβλ. και πραξ. VI Τμ 30/2005, VI Τμ 46, 195/2006, VII Τμ 137/2007 κ.ά.).