Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΠΔ 166/2003

Τύπος: Προεδρικά Διατάγματα

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, 3669/2008
ΦΕΚ: 138/Α/05.06.2003

Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην οδηγία 2000/35 της 29-6-2000 για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές.

Καταργήθηκε με τον Ν. 4152/2013 -ΦΕΚ 107 Α/9-5-2013

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΠΔ 166/2003

Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην οδηγία 2000/35 της 29-6-2000 για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές.

ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με τον Ν. 4152/2013 -ΦΕΚ 107 Α/9-5-2013


2/49106/0026/2013

ΘΕΜΑ: «Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές »


2011/7/ΕΕ

ΟΔΗΓΙΑ 2011/7/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Φεβρουαρίου 2011 για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές (αναδιατύπωση)


ΝΣΚ/631/2004

Τόκοι υπερημερίας σε σύμβαση προμηθείας των Ενόπλων Δυνάμεων.Δεν έχει εφαρμογή το ΠΔ 166/2003, το οποίο προσάρμοσε την Ελληνική νομοθεσία στις διατάξεις της οδηγίας 2000/35/ΕΚ για την καταπολέμηση των καθυστερημένων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, σε σύμβαση προμηθείας των Ενόπλων Δυνάμεων που έχει υπογραφεί πριν από τη δημοσίευση του ως άνω διατάγματος. Τούτο δε ανεξάρτητα του ειδικότερου προβληματισμού αν το ως άνω δ/γμα έχει εφαρμογή ή όχι στις αναθέτουσες αρχές του τομέα της Άμυνας, όταν πρόκειται για προϊόντα που εφαρμόζεται το άρθρο 223 της Συνθήκης ΕΟΚ (νυν 296 ΕΚ).


ΕλΣυν/Τμ.7/2/2011

Επιτόκιο υπερημερίας.Το προαναφερόμενο π.διάταγμα 166/2003 εκδόθηκε με σκοπό την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2000/35/ΕΚ, που στόχευε στην καταπολέμηση σε κοινοτικό επίπεδο και με ενιαίο τρόπο των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά προς διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της, των συνθηκών ανάπτυξης υγιούς ανταγωνισμού και της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων. Επομένως, οι διατάξεις του εν λόγω π.δ/τος, που αποτελούν μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη των διατάξεων της ως άνω Οδηγίας, κατισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης της εσωτερικής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, ως προς την επιβολή τόκων υπερημερίας σε βάρος δημοσίων αρχών λόγω των εκ μέρους τους καθυστερήσεων πληρωμών σε εμπορικές συναλλαγές μεταξύ αυτών και των επιχειρήσεων-δανειστών τους, οι διατάξεις του ως άνω π.δ/τος είναι αποκλειστικώς εφαρμοστέες έναντι της διάταξης της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, που ρυθμίζει το ζήτημα της επιβολής των οφειλόμενων τόκων υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οφειλόμενων ποσών εκ λογαριασμών και πιστοποιήσεων προς πληρωμή εκτελεσθεισών εργασιών δημόσιων και περαιτέρω και δημοτικών έργων. Τούτο δε διότι στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω π.δ/τος υπάγονται και οι πληρωμές εκ συμβάσεων εκτελέσεως δημοσίων και δημοτικών έργων, αφού και οι εν λόγω εργολαβικές συμβάσεις αποτελούν εμπορικές συναλλαγές κατά τον ορισμό της παρ. 1 του άρθρου 3 του διατάγματος αυτού, δοθέντος ότι εν ευρεία εννοία συνεπάγονται παροχή εκ μέρους του εργολήπτη υπηρεσιών έναντι αμοιβής προς την αναθέτουσα (δημόσια) αρχή, για τον προσδιορισμό της οποίας, όπως προκύπτει από το άρθρο 2 παρ. 1 της οδηγίας (και παρά τη ρητή εξαίρεση με την περίπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ/τος 166/2003), λαμβάνονται υπόψη οι ορισμοί που εμπεριέχονται στις οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων, μεταξύ των οποίων και η οδηγία 93/37/ΕΟΚ (11), που αφορά στα δημόσια έργα. Συνακόλουθα, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική σύμβαση, το ύψος του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής από την αναθέτουσα αρχή λογαριασμού εκ της εκτέλεσης δημοτικού έργου υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησης, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου, προσαυξημένο κατά επτά εκατοστιαίες μονάδες. Η ως άνω δοθείσα ερμηνεία ενισχύεται και από την ήδη ισχύουσα (από της 18.6.2008) διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 53 του ν. 3669/2008 (ΦΕΚ Α΄, 116/18.6.2008 - βλ. και άρθρο δεύτερο αυτού), με την οποία πλέον ρητά προβλέπεται ο υπολογισμός του τόκου υπερημερίας προκειμένου περί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ/τος 166/2003.


N.2656/1998

Κύρωση της Σύμβασης για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές.


ΕλΣυν/Τμ.7/2/2011

Ως προς την επιβολή τόκων υπερημερίας σε βάρος δημοσίων αρχών λόγω των εκ μέρους τους καθυστερήσεων πληρωμών σε εμπορικές συναλλαγές μεταξύ αυτών και των επιχειρήσεων-δανειστών τους, οι διατάξεις του ως άνω π.δ/τος είναι αποκλειστικώς εφαρμοστέες έναντι της διάταξης της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, που ρυθμίζει το ζήτημα της επιβολής των οφειλόμενων τόκων υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οφειλόμενων ποσών εκ λογαριασμών και πιστοποιήσεων προς πληρωμή εκτελεσθεισών εργασιών δημόσιων και περαιτέρω και δημοτικών έργων. Τούτο δε διότι στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω π.δ/τος υπάγονται και οι πληρωμές εκ συμβάσεων εκτελέσεως δημοσίων και δημοτικών έργων, αφού και οι εν λόγω εργολαβικές συμβάσεις αποτελούν εμπορικές συναλλαγές κατά τον ορισμό της παρ. 1 του άρθρου 3 του διατάγματος αυτού, δοθέντος ότι εν ευρεία εννοία συνεπάγονται παροχή εκ μέρους του εργολήπτη υπηρεσιών έναντι αμοιβής προς την αναθέτουσα (δημόσια) αρχή, για τον προσδιορισμό της οποίας, όπως προκύπτει από το άρθρο 2 παρ. 1 της οδηγίας (και παρά τη ρητή εξαίρεση με την περίπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ/τος 166/2003), λαμβάνονται υπόψη οι ορισμοί που εμπεριέχονται στις οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων, μεταξύ των οποίων και η οδηγία 93/37/ΕΟΚ (11), που αφορά στα δημόσια έργα. Συνακόλουθα, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική σύμβαση, το ύψος του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής από την αναθέτουσα αρχή λογαριασμού εκ της εκτέλεσης δημοτικού έργου υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησης, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου, προσαυξημένο κατά επτά εκατοστιαίες μονάδες. Η ως άνω δοθείσα ερμηνεία ενισχύεται και από την ήδη ισχύουσα (από της 18.6.2008) διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 53 του ν. 3669/2008 (ΦΕΚ Α΄, 116/18.6.2008 - βλ. και άρθρο δεύτερο αυτού), με την οποία πλέον ρητά προβλέπεται ο υπολογισμός του τόκου υπερημερίας προκειμένου περί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ/τος 166/2003.


ΔιοικΕφΘεσ 632/2023

Επειδή, με τα ως άνω νομικά και πραγματικά δεδομένα, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη: α) ότι η ένδικη αξίωση στηρίζεται σε απευθείας αναθέσεις διεπόμενες από τις διατάξεις του ν. 4412/2016, για την πληρωμή των οποίων δεν ήταν υποχρεωτικός ο προληπτικός έλεγχος δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο (άρθρο 31 περ. α΄ υποπερ. αα΄ του ν. 4270/2014, όπως τροποποιήθηκε εν τέλει με το άρθρο 125 του ν. 4611/2019), β) ότι οι συναλλαγές που αφορούν οι απευθείας αναθέσεις συνιστούν εμπορικές συναλλαγές κατά την έννοια της υποπαρ. Ζ3 της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, καθόσον οι εν λόγω προμήθειες συμφωνήθηκε να παρασχεθούν από ιδιωτική επιχείρηση σε δημόσια αρχή έναντι αμοιβής, γ) ότι έγινε η παραλαβή των προϊόντων, όπως βεβαιώνεται επί των εκδοθέντων τιμολογίων, δ) ότι η καθής Περιφέρεια συνομολογεί ότι πραγματοποιήθηκαν οι ανωτέρω προμήθειες από τον αιτούντα και ε) ότι δεν προκύπτει από κάποιο στοιχείο η καταβολή των αιτούμενων ποσών στον αιτούντα, κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εκδόσεως της αιτούμενης διαταγής πληρωμής για το προαναφερθέν συνολικό ποσό των 4.379,06 ευρώ συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., για την ικανοποίηση των παραπάνω αξιώσεων του αιτούντος. Ωστόσο, το αίτημα περί καταβολής τόκων υπερημερίας πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο διότι ο αιτών δεν επικαλείται και δεν προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η υποβολή των προαναφερθέντων τιμολογίων με τα συναπαιτούμενα δικαιολογητικά φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας (άρθρα 12 ν. 4174/2013 – Α΄ 170, 39 ν. 2065/1992 – Α΄ 113, ΠΟΛ.1274 – Β΄ 3398/2013, όπως ισχύουν) στην αρμόδια προς πληρωμή Υπηρεσία και, συνεπώς, δεν προκύπτει ο χρόνος, κατά τον οποίο η καθής η αίτηση Περιφέρεια κατέστη υπερήμερη ως προς την πληρωμή τους (πρβλ. ΣτΕ 1505/2015, 1198/2020, 1644/2022).


Δ.ΕΦ.ΑΘ/2706/2020

Παροχή υπηρεσιών φύλαξης.... Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη του ότι: 1) η άρνηση θεώρησης του σχετικώς εκδοθέντος χρηματικού εντάλματος πληρωμής από το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν συνιστά νόμιμο λόγο μη εξόφλησης της ένδικης οφειλής, αφού, σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά στην τρίτη και τέταρτη σκέψη της παρούσας, ο εν λόγω προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν υποκαθιστά τον προκείμενο δικαστικό έλεγχο, 2) ο εναγόμενος Οργανισμός δεν προβάλλει ένσταση ακυρότητας της επίμαχης σύμβασης παρά μόνο παράβαση των συγκεκριμένων συμβατικών όρων, χωρίς όμως να προβάλλει ότι επηρεάστηκε εξαιτίας αυτών και η καταλληλότητα των παρασχεθεισών υπηρεσιών φύλαξης, για τις παραβάσεις δε αυτές δεν προβλέπεται η μη εξόφληση της αναδόχου παρά μόνο η καταγγελία της σύμβασης και η κήρυξη αυτής ως έκπτωτης καθώς και η επιβολή των προβλεπομένων εκ των διατάξεων του άρθρου 203 ν.4412/2016 κυρώσεων, κατά το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης και όχι μετά την υλοποίηση της και την παραλαβή ήδη των σχετικών υπηρεσιών, γεγονός άλλωστε που δεν έλαβε χώρα εν προκειμένω, και 3) ότι ο εναγόμενος Οργανισμός ουδέποτε αμφισβήτησε την οικονομική προσφορά της ενάγουσας, σε προγενέστερο της υπογραφής της ένδικης σύμβασης στάδιο όπως δικαιούτο, ούτε άλλωστε κάλεσε την ενάγουσα, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 88 του ν. 4412/2016, για την παροχή διευκρινήσεων ως προς το ύψος αυτής και τα δηλωθέντα περί χαμηλού κόστους ακόμη και κατά το χρονικό διάστημα που επακολούθησε της απόρριψης θεώρησης του σχετικού εντάλματος από το Ε.Σ έως τη λήξη του συμβατικού χρόνου αποδεχόμενος τη νομιμότητα αυτής στο σύνολό της και 4) ότι η ενάγουσα εκτέλεσε έστω και κατά παράβαση, όπως προεκτέθηκε, των συμβατικών της υποχρεώσεων, καθόλη τη διάρκεια της ένδικης σύμβασης τις παρασχεθείσες υπηρεσίες φύλαξης, τις οποίες και παρέλαβε ο εναγόμενος Οργανισμός, κρίνει ότι, μη νομίμως αυτός (εναγόμενος) και κατά παράβαση των σχετικών συμβατικών υποχρεώσεών του αρνείται να καταβάλει στην ενάγουσα την αξία των εν λόγω υπηρεσιών, συνολικού ποσού 122.254,56 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου φ.π.α, το ύψος εξάλλου των οποίων δεν αμφισβητείται ειδικώς, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αγωγή. Το ποσό δε αυτό πρέπει να αναγνωριστεί ότι οφείλει να το καταβάλλει ο εναγόμενος Οργανισμός νομιμοτόκως, ανεξαρτήτως της υπαιτιότητας ή μη αυτού, με τους νόμιμους τόκους υπερημερίας, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου Ζ΄ του ν.4152/2013 (φεκ Α 107), που ισχύουν εν προκειμένω, λόγω του χρόνου κατάρτισης της σύμβασης, ήτοι διατάξεις με τις οποίες ρυθμίζεται το ζήτημα της έντοκης καταβολής στις περιπτώσεις καθυστερήσεων πληρωμών στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και ν.π.δ.δ, όπως εν προκειμένω, δεδομένου ότι η ανωτέρω σύμβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων, χωρίς να απαιτείται ρητή σχετική πρόβλεψη στη σύμβαση αυτή, στην οποία, εξάλλου (όπως και στα σχετικά με την κατάρτιση αυτής έγγραφα που προσκομίστηκαν), δεν έχουν περιληφθεί συναφείς με το ζήτημα αυτό όροι ούτε, άλλωστε, ο εναγόμενος Οργανισμός επικαλείται την ύπαρξη τέτοιων όρων (ΣτΕ 3446/2013, 5112/2012, A.Π. 766/2014 κ.ά.). Όμως, το αίτημα έναρξης της τοκογονίας σε προγενέστερο της άσκησης της ένδικης αγωγής χρόνο και κατά τα ειδικότερα, οριζόμενα στην 1η σκέψη της παρούσας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο. Και τούτο διότι, από την προαναφερόμενη σύμβαση μεταξύ της ενάγουσας και του ως άνω ν.π.δ.δ δεν προκύπτει ότι συμφωνήθηκε συγκεκριμένη ημερομηνία πληρωμής της αμοιβής της ώστε να οφείλεται τόκος υπερημερίας από την ημερομηνία που ακολουθεί αυτή (ημερομηνία πληρωμής) παρά μόνο η πληρωμή με την έκδοση χρηματικού εντάλματος, μετά την ποιοτική παραλαβή της υπηρεσίας τμηματικά ανά μήνα, βάσει νομίμων δικαιολογητικών, ήτοι στοιχεία που δεν προκύπτουν εν προκειμένω ώστε να χωρήσει η έντοκη καταβολή της αμοιβής της από την πάροδο 30 ημερών από την 5η ημέρα που ακολουθεί το μήνα της έκδοσης του σχετικού τιμολογίου, όπως αβασίμως προβάλλεται με την ένδικη αγωγή . 


ΕλΣυν.Τμ.V(ΚΠΕ)/16/2013

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:Χρηματικό ένταλμα προπληρωμής.Η εξόφληση υπηρεσιών μεταφοράς διακίνησης υλικών σε εκτέλεση δημόσιας σύμβασης δεν συνιστά επείγον περιστατικό, πέραν του γεγονότος ότι η ανάγκη διενέργειας του επίμαχου διαγωνισμού και σύναψης της σύμβασης ήταν γνωστή ήδη από το Μάιο του 2012, όταν ζητήθηκε, με τη Φ.810/ΕΠ.6591/14.5.2012 απόφαση της ΔΑΥ (Γ2), η έγκριση προανάληψης για τα έτη 2013-2015 ποσού 360.000 ευρώ σε βάρος του Κ.Α.Ε. 0829. Συνακόλουθα, ο ισχυρισμός της Υπηρεσίας περί έκτακτων αναγκών που σχετίζονται με την επείγουσα προμήθεια και επισκευή υλικών της Π.Α. και επιβάλλουν την έκδοση Χ.Ε.Π. πρέπει να απορριφθεί. Ήδη η χρηματοδότηση της προς ανάθεση υπηρεσίας, τη διασφάλιση της οποίας υποστηρίζεται ότι υπηρετεί η έκδοση του ελεγχόμενου Χ.Ε.Π., μπορεί αναμφίβολα να εξασφαλιστεί και με την έκδοση τακτικών ενταλμάτων πληρωμής, δεδομένου ότι το υπόλοιπο της πίστωσης του Κ.Α.Ε. 0829 κατά τη χρονική στιγμή της 7163/30.10.2013 απόφασης ανάληψης υποχρέωσης ήταν 1.165.585,73 ευρώ και έχει ήδη εγκριθεί η ανάληψη υποχρέωσης για τα έτη 2014-2015 με την 2/52233β/22.11.2012 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών. Πέραν αυτών, στην προκειμένη περίπτωση δεν υφίσταται πραγματική και ενεστώσα ανάγκη πληρωμής, δεδομένου ότι κατά το χρόνο έκδοσης του ελεγχόμενου Χ.Ε.Π. δεν είχε καν ολοκληρωθεί η διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση της ανωτέρω υπηρεσίας με την ανάδειξη μειοδότη, αφού όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (Φ.830/ΑΔ.12785/Σ.2824/4.9.2013 έγγραφο της ΔΑΥ/Γ2) ο εν λόγω διαγωνισμός βρισκόταν στο στάδιο ελέγχου της οικονομικής προσφοράς της συμμετέχουσας σ’ αυτόν εταιρείας. Ο ισχυρισμός δε της ΔΑΥ/Γ2 ότι η χρηματοδότηση μελλοντικών δαπανών από Χ.Ε.Π. δεν αντίκειται στα άρθρα 40 παρ. 1 του ν. 2362/1995 και 1 του π.δ/τος 97/2011, σύμφωνα με τα οποία επιτρέπεται η παράταση της προθεσμίας απόδοσης Χ.Ε.Π. για ένα έτος με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν αιτιολογημένης πρότασης του οικείου διατάκτη, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Η παράταση απόδοσης Χ.Ε.Π. αποτελεί κατ’ εξαίρεση δυνατότητα που παρέχεται στο διατάκτη για την αντιμετώπιση ειδικώς αιτιολογημένων εκτάκτων συνθηκών που ανακύπτουν κατά την εκτέλεση των οικείων πληρωμών, δεν σχετίζεται με τις προϋποθέσεις έκδοσης Χ.Ε.Π., πολύ δε περισσότερο δεν μπορεί να δικαιολογήσει την έκδοσή του με την εκ των προτέρων παραδοχή ότι θα παραταθεί ο χρόνος απόδοσης του λογαριασμού του. Τέλος, αβασίμως προβάλλεται και ότι «η Υπηρεσία θα υποχρεωθεί να ματαιώσει έναν ανοικτό διαγωνισμό που έχει ως αντικείμενο την κάλυψη επειγουσών, επιτακτικών, ανελαστικών και κρισίμων για την ΠΑ απαιτήσεων», αφού η έκδοση ή μη Χ.Ε.Π. δεν ασκεί επιρροή στη διαγωνιστική διαδικασία, αλλά στις μελλοντικές τμηματικές πληρωμές οι οποίες, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, εξοφλούνται με την έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής αφού εκκαθαριστούν από την αρμόδια υπηρεσία και τιμολογηθούν από τον προμηθευτή (πρβλ. υποπαράγρ. Ζ5 του ν. 4152/2013 – ΦΕΚ 107 Α΄).