ΝΣΚ/445/2003
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τ7/6/2008
Προγραμματικές συμβάσεις.Συναφθείσα προγραμματική σύμβαση μη νόμιμη, καθόσον η διάθεση υπαλλήλων στο Δήμο, για την εξυπηρέτηση πάγιων αναγκών του, όπως προκύπτει τόσο από την ίδια τη σύμβαση όσο και από την απόφαση τοποθέτησης των υπαλλήλων αυτών, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προγραμματικής σύμβασης κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 35 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, εφόσον δεν εξυπηρετεί κάποιο αναπτυξιακό σκοπό, που δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς την υπογραφή προγραμματικής σύμβασης.
EΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε.)/189/2013
Βελτίωση του συστήματος αποκομιδής απορριμμάτων του Δήμου(…)Με τις ανωτέρω διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα προβλέπεται ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, οι οποίες αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημόσιων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ΄ ύλην αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (πρβλ. Απόφ. VI Τμ. 26/2013, 1380, 289, 28/2012, Πρ. 195/2006, 310, 85/2010 VII Τμ. Ελ.Συν.). Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Κ.Δ.Κ. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές, ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ. 4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Την ιδιότητα δε του αντισυμβαλλόμενου προγραμματικής σύμβασης αποκτά καθένας από τους παραπάνω φορείς μόνο όταν αναλαμβάνει κατ’ ουσίαν την υλοποίηση του αντικειμένου της προγραμματικής σύμβασης και όχι όταν μετέχει μεν στη σύμβαση αυτή, χωρίς να αναλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις αναφορικά με την εκτέλεση έργων, μελετών και προγραμμάτων ανάπτυξης που αναφέρονται σε αυτή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου, δηλαδή νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη, όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008, 207/2009, 85/2010). Περαιτέρω, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται κατά νόμο να καθορίζονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, ο ειδικότερος σκοπός και το περιεχόμενο των υποχρεώσεων, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και κάθε είδους υπηρεσιών, που αναλαμβάνουν οι συμβαλλόμενοι φορείς. Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτό.(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το περιεχόμενο της από 23.9.2009 προγραμματικής σύμβασης προκύπτει ότι η αναπτυξιακή εταιρεία «......» θα εκτελέσει το σύνολο, σχεδόν, του συμβατικού αντικειμένου, ενώ οι φερόμενοι ως κυρίως συμβαλλόμενοι Δήμος ...... και Τ.Ε.Δ.Κ. Ν. ......, έχουν προσχηματική και υποτυπώδη συμμετοχή στην επίμαχη προγραμματική σύμβαση, αναλογικά με το συνολικό αντικείμενό της. Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του Δήμου, δοθέντος ότι κατά παράβαση των σαφών προβλέψεων των προπαρατεθεισών διατάξεων, ο ρόλος της ...... δεν περιορίζεται απλώς σ’ αυτόν του συμμετέχοντος φορέα στην οικεία σύμβαση, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενης από κοινού με άλλον συνάπτοντα φορέα, αλλά αυτή καθίσταται ανεπιτρέπτως συνάπτων φορέας της σύμβασης, στον οποίο ανατίθεται η εκτέλεση του συνόλου του συμβατικού αντικειμένου, έναντι της καταβολής από το Δήμο προς αυτήν της προϋπολ
ΝΣΚ/269/2007
ΙΚΑ – Προγραμματικές συμβάσεις.Είναι σύννομη, κατ’ άρθρο 225 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, η ανάθεση του έργου «Επισκευές και αναδιαρρυθμίσεις κτιρίων του παλαιού Νοσοκομείου Ρόδου για την στέγαση των Υγειονομικών Υπηρεσιών του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Ρόδου» στον Δήμο Ρόδου με προγραμματική σύμβαση.
ΕλΣυν/Ε Κλ/67/2015
Προγραμματικές συμβάσεις.(...) Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι οι προγραμματικές συμβάσεις του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, τις οποίες μπορούν να συνάπτουν και οι Περιφέρειες με τους Δήμους, είναι συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την άσκηση της συγκεκριμένης κάθε φορά δραστηριότητας που περιγράφεται σε αυτές και έχουν ως σκοπό την πραγματοποίηση δράσεων με τοπικό χαρακτήρα για την ανάπτυξη μίας περιοχής (οικονομική, περιβαλλοντική, πολιτιστική) και την εν γένει βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της. Επίσης, με τις προγραμματικές συμβάσεις διευκολύνεται η μελέτη και εκτέλεση έργων καθώς και η παροχή υπηρεσιών με αναπτυξιακό χαρακτήρα σε τοπικό επίπεδο, προκειμένου να παρακαμφθούν τυχόν ελλείψεις σε εμπειρία, προσωπικό ή οικονομοτεχνικά μέσα, ανεπάρκεια σε υλικοτεχνική υποδομή, αλληλοεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων και άλλοι ανασταλτικοί παράγοντες που δυσχεραίνουν ή επιβραδύνουν την εκτέλεση των έργων και καθυστερούν την ανάπτυξη των περιοχών αυτών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι δυνατή η μετατροπή του θεσμού της προγραμματικής σύμβασης σε εργαλείο καταστρατήγησης των κείμενων διατάξεων, ιδίως αυτών που αφορούν την κατανομή των αρμοδιοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (βλ. VI ΤμΕλΣυν 3236/2013, 4143/2013, 3566/2014 (...) Το εν λόγω έργο μπορεί νομίμως να υλοποιηθεί από τις υπηρεσίες της Περιφέρειας…, που διαθέτουν την πληρέστερη τεχνογνωσία και επαρκέστερη εμπειρία συγκριτικά με οποιονδήποτε άλλο φορέα της Περιφέρειας, χωρίς η επίμαχη σύμβαση να συνιστά μέσο καταστρατήγησης των διατάξεων που ορίζουν ότι οι Δήμοι είναι αρμόδιοι για την κατασκευή των αποχετευτικών δικτύων (βλ. άρθρο 75 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 - ΦΕΚ Α΄ 114), καθώς η αρμοδιότητα αυτή αφορά τα έργα που εκτελούνται αποκλειστικά μέσα στην εδαφική τους περιφέρεια και δεν έχουν ευρύτερο διαδημοτικό ή πολύ περισσότερο διαπεριφερειακό χαρακτήρα. Επομένως, η ελεγχόμενη σύμβαση, η οποία επισυνάπτεται, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας και έχει το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο, μπορεί να υπογραφεί.
ΝΣΚ/44/2023
Ερωτάται εάν ελλείψει ειδικής πρόβλεψης στον Α.Ν. 1920/1939 για τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων, με αντισυμβαλλόμενο μέρος το εποπτευόμενο από τον Υπουργό Οικονομικών ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Επιτροπή Ολυμπίων Κληροδοτημάτων», μπορεί αυτό να συμβληθεί νομίμως σε προταθείσα προγραμματική σύμβαση πολιτισμικής ανάπτυξης (άρθρο 100 Ν. 3852/2010, ως ισχύει) και, ενδεχομένως, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 54 παρ. 2 του Ν. 4182/2013, που επιτρέπει στα κοινωφελή ιδρύματα τη σύναψη συναφών προγραμματικών συμβάσεων.(..)Η Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και κληροδότημα, δύναται σε συμφωνία με τη βούληση του διαθέτη της κοινωφελούς αυτής περιουσίας και για την εκπλήρωση της βούλησης του διαθέτη και των καταστατικών σκοπών της, να συνάπτει προγραμματικές συμβάσεις του άρθρου 100 του Ν. 3852/2010, όπως ισχύει, συμπεριλαμβανομένων προγραμματικών συμβάσεων πολιτισμικής ανάπτυξης (παρ. 1, περ. α και γ, παρ. 5), τηρουμένων των κατά περίπτωση αναγκαίων προϋποθέσεων και υπό την αίρεση του αποτελέσματος του, κατά νόμο, απαιτούμενου προσυμβατικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου (κατά πλειοψηφία).
ΕΣ/Ε Κλ/327/2014
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Προγραμματικές συμβάσεις:Κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου προγραμματικής σύμβασης μεταξύ Δήμου και ανώνυμης εταιρείας, για την εκτέλεση και διαχείριση των έργων αποχέτευσης ακαθάρτων σε οικισμούς και δημοτικά διαμερίσματα του ιδίου Δήμου, διότι μη νομίμως επιχειρείται η επέκταση της δραστηριότητας της συγκεκριμένης εταιρείας στο δευτερεύον δίκτυο αποχέτευσης εντός της εδαφικής περιφέρειας του Δήμου, διά της συνομολόγησης της ανάληψης από Εταιρεία υπαγομένης στην αρμοδιότητα του Δήμου της διαχείρισης και εκμετάλλευσης του συγκεκριμένου δικτύου, αφού, ακόμη και εάν υποτεθεί ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 8 παρ. 3 του ν. 2744/1999 σύμβαση για την επέκταση αυτή, μπορεί να καταρτιστεί και ως προγραμματική του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, δεν έχει εκδοθεί κοινή υπουργική απόφαση για την έγκρισή της, κατά τα οριζόμενα στο ίδιο άρθρο, δεδομένου ότι δεν μπορεί να συναχθεί ότι τα μέρη θα επιχειρούσαν τη μεταξύ τους προγραμματική σύμβαση και χωρίς τον προαναφερόμενο όρο.
ΕλΣυν.Τμ.Μειζ-Επταμ.Συνθ/855/2017
Προγραμματική σύμβαση..:Κατά συνέπεια, το Τμήμα κρίνει ότι η επίμαχη σύμβαση δεν είναι σύμβαση παροχής υπηρεσιών σίτισης, κατά την έννοια του ν. 4412/2016 και της οδηγίας 2014/24. Αντιθέτως, με τη σύμβαση αυτή τα μέρη εκκινούν από κοινή αφετηρία για την εκπλήρωση ενός σκοπού κοινωνικής μέριμνας και πρόνοιας και θέτουν τους όρους της μεταξύ τους συνεργασίας. Συνεπώς, η επίμαχη σύμβαση δεν συνιστά σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας και δεν υποκρύπτει απαγορευμένη από τις διατάξεις περί σύναψης δημοσίων συμβάσεων απευθείας ανάθεση, αλλά συνιστά νόμιμη προγραμματική σύμβαση κατά τους ορισμούς του άρθρου 89 του ν. 4386/2016. Τούτων δοθέντων, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να αναθεωρηθεί η προσβαλλόμενη 408/2017 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να εξεταστεί περαιτέρω από το παρόν Τμήμα, για λόγους οικονομίας της διαδικασίας, η βασιμότητα των λοιπών διακωλυτικών της σύναψης της σύμβασης λόγων..Περαιτέρω, με βάση τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, το Τμήμα κρίνει ότι: α) Το άρθρο 3 της υ.α. περί προγραμματικών συμβάσεων του ν. 4386/2016 ρητά ορίζει ότι η υποχρέωση υποβολής στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης προς έγκριση των σχεδίων προγραμματικών συμβάσεων υφίσταται μόνο για τις προγραμματικές συμβάσεις στα οποία αυτό είναι συμβαλλόμενο. Κατά συνέπεια, το σχέδιο της επίμαχης σύμβασης δεν απαιτείτο να λάβει τη σχετική υπουργική έγκριση, β) από το κείμενο της σύμβαση σαφώς προκύπτει ότι η οικονομική συμβολή της Περιφέρειας κατά την εκτέλεση της σύμβασης δεν θα υπερβεί τα 400.000 ευρώ, γ) στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, οπότε δεν απαιτείται για τη νομιμότητα της σύναψής της να διαπιστωθεί ότι η σύμβαση αυτή έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα, κατά την έννοια της διάταξης αυτής και δ) ως εκ τούτου, το Ινστιτούτο …είναι ιδιωτικός φορέας που δύναται κατά τη σαφή πρόβλεψη του νόμου να συμβάλλεται στις προγραμματικές συμβάσεις του άρθρου 89 του ν. 4368/2016.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη αίτηση αναθεώρησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να γίνουν δεκτές και να αναθεωρηθεί η 408/2017 απόφασή του VI Τμήματος
ΝΣΚ/161/2009
Νομιμοποίηση ή μη του Λαογραφικού και Εθνολογικού Μουσείου Μακεδονίας - Θράκης για την υπογραφή της Προγραμματικής Σύμβασης με το Δήμο Ηράκλειας και τη Δημοτική Επιχείρηση Πολιτισμού, Ανάπτυξης και Τουρισμού Ηράκλειας Νομού Σερρών.Το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας - Θράκης, ως Ν.Π.Δ.Δ., μπορεί να συνάψει Προγραμματική Σύμβαση, ως τρίτος συμβαλλόμενος, με το Δήμο Ηράκλειας και τη Δημοτική Επιχείρηση Πολιτισμού, Ανάπτυξης και Τουρισμού Ηράκλειας Νομού Σερρών, καθ' όσον το αντικείμενό της εμπίπτει με τους εκ του νόμου καταστατικούς του σκοπούς, πλην όμως δεν νομιμοποιείται να υπογράψει την Προγραμματική αυτή Σύμβαση αντί του Υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο πρέπει να συμμετέχει ως συμβαλλόμενο σ' αυτή.
ΝΣΚ/161/2009
Νομιμοποίηση ή μη του Λαογραφικού και Εθνολογικού Μουσείου Μακεδονίας - Θράκης για την υπογραφή της Προγραμματικής Σύμβασης με το Δήμο Ηράκλειας και τη Δημοτική Επιχείρηση Πολιτισμού, Ανάπτυξης και Τουρισμού Ηράκλειας Νομού Σερρών. Το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας - Θράκης, ως Ν.Π.Δ.Δ., μπορεί να συνάψει Προγραμματική Σύμβαση, ως τρίτος συμβαλλόμενος, με το Δήμο Ηράκλειας και τη Δημοτική Επιχείρηση Πολιτισμού, Ανάπτυξης και Τουρισμού Ηράκλειας Νομού Σερρών, καθ' όσον το αντικείμενό της εμπίπτει με τους εκ του νόμου καταστατικούς του σκοπούς, πλην όμως δεν νομιμοποιείται να υπογράψει την Προγραμματική αυτή Σύμβαση αντί του Υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο πρέπει να συμμετέχει ως συμβαλλόμενο σ' αυτή.
ΕλΣυν/Ζ.Κλ/136/2010
Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν.1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ.. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλομένων), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ.4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου δηλ. νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (β.λ. Πρακτικά Ολ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008 κ.ά.). Επιπροσθέτως, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, να καθορίζεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο και το ειδικότερο περιεχόμενο των υποχρεώσεων των μερών, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και υπηρεσιών κάθε είδους που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν οι συμβαλλόμενοι φορείς, καθώς και ο προϋπολογισμός τους (βλ. Πράξεις 3, 60/2007, 179, 180/2006 VII Τμ.). Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών α) να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτών, β) να προσδιορίζεται ο αναλυτικός προϋπολογισμός (κοστολόγηση) των επί μέρους (κατηγοριών) υπηρεσιών, έστω και κατά προσέγγιση, έτσι ώστε από το άθροισμα των επιμέρους προϋπολογισμών να προκύπτει και, επομένως, να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός της προγραμματικής σύμβασης (δεν αρκεί δηλαδή απλή αναφορά του συνολικού προϋπολογισμού), καθώς και γ) να αναγράφεται το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα αυτών - κυρίως δε στις περιπτώσεις τμηματικής καταβολής του οριζόμενου στη σύμβαση ποσού για την παροχή των προβλεπόμενων υπηρεσιών, όπου θα πρέπει να υπάρχει συσχέτιση των παρασχεθεισών εργασιών προς το τμηματικώς καταβαλλόμενο (σε συγκεκριμένες ημερομηνίες) ποσό της σύμβασης, όπου δηλαδή θα πρέπει να υπάρχει αντιστοιχία του χρονοδιαγράμματος εργασιών προς το χρονοδιάγραμμα τμηματικών καταβολών του ανωτέρω ποσού - το οποίο (χρονοδιάγραμμα) δεν μπορεί καταρχήν να ταυτίζεται με το χρόνο περαίωσης των ανατεθεισών εργασιών (διάρκεια της σύμβασης), καθόσον στην περίπτωση αυτή ο νόμος δεν θα απαιτούσε ρητώς στο περιεχόμενο της σύμβασης να ορίζονται ξεχωριστά (ως διαφορετικά μεγέθη) το χρονοδιάγραμμα και η διάρκεια αυτής. Και τούτο διότι μέσω του ανωτέρω ειδικότερου προσδιορισμού του περιεχομένου της προγραμματικής σύμβασης διασφαλίζεται α) η εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων και των εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και η διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, καθώς και β) η μη καταστρατήγηση της διάταξης του άρθρου 277 του ΔΚΚ με την κατ’ ουσία επιχορήγηση από Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού αναπτυξιακών τους επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως αντισυμβαλλόμενοί τους (πρβλ. και πραξ. VI Τμ 30/2005, VI Τμ 46, 195/2006, VII Τμ 137/2007 κ.ά.).