ΝΣΚ/38/2004
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Υπαγωγή του ΝΠΙΔ «Γενικό Νοσοκομείο Παπαγεωργίου» στο δημόσιο τομέα. Συνεκτιμωμένων όλων των χαρακτηριστικών του ΝΠΙΔ με την επωνυμία «Γενικό Νοσοκομείο Παπαγεωργίου», όπως αυτά προκύπτουν από την κυρωθείσα με το Ν 1964/1991 από 24-5-1991, μεταξύ του Ελλ. Δημοσίου και του «ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ», σύμβαση, όπως αυτή τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενεστέρως, τούτο ανήκει στο δημόσιο τομέα, κατά την έννοια των άρθρων 1 παρ.6 του Ν 1256/1982 και 51 παρ.1 του Ν 1892/1990.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/76/2020
Υπαγωγή ή μη στο δημόσιο τομέα του άρθρου 51 του ν. 1892/1990, δημόσιου νομικού προσώπου, που αποτελεί ανώνυμη εταιρεία της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκε εξ ολοκλήρου στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ), για το διάστημα πριν την ιδιωτικοποίησή της.(...)Η ερωτώσα υπηρεσία εσφαλμένα κατέγραψε στο «Μητρώο Υπηρεσιών και Φορέων της Ελληνικής Διοίκησης», ως μη ανήκουσα στο δημόσιο τομέα του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 ανώνυμη εταιρεία – δημόσια επιχείρηση, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκε εξ ολοκλήρου στο ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ για το χρονικό διάστημα από το 2013 μέχρι και την ιδιωτικοποίησή της, που συντελέστηκε στις 14.09.2017. Και τούτο διότι η συγκεκριμένη εταιρεία ουδέποτε εξήλθε του δημόσιου τομέα με ρητή νομοθετική ρύθμιση, ενώ εξάλλου, κατά το κρίσιμο διάστημα υπαγόταν, κατά νομοθετική πρόβλεψη, σε περιορισμούς, υποχρεώσεις, εποπτεία και έλεγχο αντίστοιχους με τις δημόσιες επιχειρήσεις, που ανήκαν στο Ελληνικό Δημόσιο και κατ’ επέκταση υπάγονταν στο δημόσιο τομέα (κατά πλειοψηφία). Παραπομπή στην Πλήρη Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 126/2017 γνωμοδότησης του Ε΄ Τμήματος.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/37/2018
Πρόσληψη σε έμμισθη θέση στο Δημόσιο:..Με τα δεδομένα αυτά η ανωτέρω κατέχει νόμιμα τη θέση της Καλλιτεχνικής Διευθύντριας της Διεύθυνσης Ωδείου της Δ.Ε.Π.Π.Α.Θ. ως δεύτερη σε σχέση με την πρώτη της οργανική θέση στο Κρατικό Ωδείο .., καθόσον οι επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α. δεν υπάγονται στην απαγόρευση της πολυθεσίας του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, μη περιλαμβανόμενες στο δημόσιο τομέα, όπως οριοθετείται με την παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 51 παρ. 1 του ν. 1892/1990. Συνεπώς, δεν τίθεται ζήτημα έρευνας αν η ιδιότητα του Καλλιτεχνικού Διευθυντή υπάγεται στην εξαίρεση από την απαγόρευση αυτή για τους μουσικούς και καθηγητές καλλιτεχνικών μαθημάτων, που προβλέπεται στο άρθρο 16 παρ. 5 περ. γ΄ του ανωτέρω νόμου 1256/1982, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 του ν. 1543/ 1985 (Α΄ 73). Περαιτέρω, όμως, αυτή δικαιούται, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 10 του ν. 4354/2015, το 30% και όχι το σύνολο των αποδοχών της θέσης της στη Δ.Ε.Π.Π.Α.Θ., υπαγόμενη στις μισθολογικές ρυθμίσεις του νόμου αυτού ως υπάλληλος δημοτικής κοινωφελούς επιχείρησης, και δεν δύναται να εξαιρεθεί αυτών με βάση το άρθρο 7 παρ. 2 περ. β΄ του ίδιου νόμου, δεδομένου ότι ως Καλλιτεχνική Διευθύντρια με οργανωτικά και διοικητικά καθήκοντα δεν υπάγεται στην έννοια του καλλιτεχνικού προσωπικού, αυτού δηλαδή που ασκεί καλλιτεχνικό έργο, χωρίς να ασκεί επιρροή η ιδιότητά της ως μουσικού, την οποία πρέπει να διαθέτει προκειμένου να αναλάβει την ανωτέρω θέση. Και τούτο, διότι οι γνώσεις της ως μουσικού απαιτούνται ώστε να γνωρίζει το αντικείμενο, την οργάνωση και διοίκηση του οποίου ανέλαβε, και όχι για να ασκήσει με οποιοδήποτε τρόπο καλλιτεχνικό έργο.
ΝΣΚ/78/2007
Δυνατότητα παράλληλης απασχόλησης υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου μερικής απασχόλησης, με ίδια νομικής φύσεως εργασία σε φορείς όπως η ΑΤΕ Α.Ε. (Κατάσταση : Αποδεκτή) Η επιβαλλόμενη από τις συνταγματικές (άρθρο 104 Σ1975/1986/2001) και νομοθετικές διατάξεις (άρθρα 1 παρ.1 Ν 1256/1982 και 35 Υ.Κ.) απαγόρευση κατοχής δεύτερης θέσης ή απασχόλησης στις υπηρεσίες του Δημοσίου και του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται κάθε φορά από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, καταλαμβάνει και το προσωπικό καθαριότητας και το λοιπό βοηθητικό προσωπικό που προσλαμβάνεται για την κάλυψη θέσεων μερικής ή περιοδικής απασχόλησης με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 περ.α’ εδ.β’, 6 και 14 παρ.1 του Π.Δ/τος 410/1988. Είναι όμως επιτρεπτή και για το προσωπικό αυτό η δεύτερη απασχόληση σε υπηρεσίες του Δημοσίου και σε φορείς του δημόσιου τομέα, εφόσον πρόκειται για μειωμένη απασχόληση και η καταβαλλόμενη ακαθάριστη αμοιβή δεν υπερβαίνει τα όρια που ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 21 του Ν 1400/1983. Η σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου μειωμένης απασχόλησης του προσωπικού αυτού σε φορείς που έχουν εξέλθει από τον δημόσιο τομέα, όπως η ΑΤΕ Α.Ε., δεν συνιστά δεύτερη απασχόληση, αλλά άσκηση εκ μέρους τους ιδιωτικής εργασίας, για την οποία θα πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 31 του Υ.Κ. (πλειοψ.)
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)/198/2013
Καταβολή προκαταβολής στο πλαίσιο της εκτέλεσης προγραμματικής σύμβασης μεταξύ του Δήμου ......, της ως άνω εταιρείας, του Συμβουλίου Αστικών Συγκοινωνιών ...... (Σ.Α.Σ. ......) και του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (Ε.Κ.Ε.Τ.Α.), με αντικείμενο τη λειτουργία του κέντρου εξυπηρέτησης μετακινούμενων (Κ.Ε.Μ.) του Δήμου(...)Στο άρθρο 100 του ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης» (ΦΕΚ Α΄ 87), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 9 του ν. 4071/2012 (ΦΕΚ Α΄ 85/11.04.2012), ορίζεται ότι «1.α. Για τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους, οι δήμοι, (…) τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι φορείς, (…) οι επιχειρήσεις Ο.Τ.Α., σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, (…) μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις (…) μεταξύ τους ή και με φορείς του δημοσίου τομέα της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, μεμονωμένα ή από κοινού. (…) β. Στις Προγραμματικές Συμβάσεις επιτρέπεται και η συμμετοχή επιχειρήσεων των Ο.Τ.Α., σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, (…) 2.α. Στις Προγραμματικές Συμβάσεις απαραίτητα ορίζονται το αντικείμενο της σύμβασης, ο σκοπός και το περιεχόμενο των μελετών, των έργων, των προγραμμάτων ή των υπηρεσιών, ο προϋπολογισμός τους, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης της σύμβασης, οι πόροι από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις και η διάρκεια της σύμβασης. Επίσης ορίζεται το όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής της και οι αρμοδιότητές του, καθώς και ρήτρες σε βάρος του συμβαλλομένου που παραβαίνει τους όρους της προγραμματικής σύμβασης. 3. Οι συμβαλλόμενοι φορείς για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων μπορεί να χρηματοδοτούνται (…) από τους προϋπολογισμούς των συμβαλλόμενων φορέων. (…) 4. (…)». Περαιτέρω, στο άρθρο 265 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006, ΦΕΚ Α΄ 114) ορίζεται ότι «1. Δήμοι (…), μόνοι (…) δύνανται να συνιστούν ανώνυμες εταιρείες, οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις της εμπορικής και φορολογικής νομοθεσίας και τις ειδικότερες ρυθμίσεις των επόμενων παραγράφων (…) 3. Οι ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν επιχορηγούνται άμεσα ή έμμεσα από Ο.Τ.Α. 4. Οι ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α., με εξαίρεση τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες, δεν συμμετέχουν σε προγραμματικές συμβάσεις». Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 «Για την πολυθεσία, την πολυαπασχόληση και την καθιέρωση ανωτάτου ορίου απολαβών στο δημόσιο τομέα (…)» (ΦΕΚ Α΄ 65): «Η αληθινή έννοια της παραγρ.1 του άρθρου 9 του νόμου 1232/1982 για την “επαναφορά σε ισχύ, τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων του Ν.Δ. 4352/1964 και άλλες διατάξεις” είναι ότι στο δημόσιο τομέα περιλαμβάνονται όλοι οι κρατικοί φορείς ανεξάρτητα από το καθεστώς δημοσίου ή ιδιωτικού ή μικτού δικαίου που τους διέπει ήτοι: α) οι Κρατικές ή Δημόσιες υπηρεσίες, όπως εκπροσωπούνται από το νομικό πρόσωπο του Δημοσίου, β) οι Κρατικοί ή Δημόσιοι Οργανισμοί σαν κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, γ) οι Κρατικές ή Δημόσιες και παραχωρηθείσες επιχειρήσεις, όπως (…), δ) τα Κοινωφελή Ιδρύματα του Αστικού Κώδικα που περιήλθαν στο Δημόσιο και χρηματοδοτούνται ή επιχορηγούνται απ’ αυτό. (…), ε) Οι Τραπεζιτικές και άλλες ανώνυμες εταιρείες, στις οποίες (…), στ) τα κρατικά νομικά πρόσωπα που έχουν χαρακτηρισθεί από το νόμο ή τα δικαστήρια ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, όπως ο Οργανισμός Συγκοινωνιών Ελλάδος, ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός και που χρηματοδοτούνται ή επιχορηγούνται από οποιοδήποτε των προαναφερομένων νομικών προσώπων, ζ) Οι θυγατρικές ανώνυμες εταιρείες των πιο πάνω νομικών προσώπων των εδαφίων α΄ - στ΄ αυτής της παραγράφου, που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από αυτά»
ΕΣ/Τ7/117/2009
Προγραμματική σύμβαση μεταξύ του Δήμου και του Εργαστηρίου Υδρογεωχημικής Μηχανικής και Αποκατάστασης Εδαφών του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου … Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, οι προγραμματικές συμβάσεις είναι συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημοσίων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ΄ ύλην αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους. Τα νομικά πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν τέτοιες συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους ή και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ., από τις οποίες προκύπτει ότι τα Α.Ε.Ι. και τα Εργαστήριά τους – τα οποία δεν διαφοροποιούνται από το νομικό πρόσωπο των Α.Ε.Ι., αφού ανήκουν σε Τμήματα των Α.Ε.Ι., δηλαδή λειτουργικές ακαδημαϊκές μονάδες στις οποίες διαιρούνται οι Σχολές των Α.Ε.Ι.- έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με τους λοιπούς φορείς του άρθρου αυτού. Περαιτέρω, οι Ειδικοί Λογαριασμοί που συστήθηκαν στα Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. για την αξιοποίηση κονδυλίων επιστημονικής έρευνας, αποτελούν χωριστή ομάδα περιουσίας εντός της περιουσίας των Α.Ε.Ι και Τ.Ε.Ι, με διοικητική, διαχειριστική και δημοσιονομική αυτοτέλεια, δεν έχουν όμως χωριστή νομική προσωπικότητα από το εκπαιδευτικό ίδρυμα στο οποίο υπάγονται (βλ. Πρ. VII Τμ. 131/2006 και Αποφ. ΙV Τμ. 2197/2005, VΙ Τμ.1871/2004, 230/2005). Περαιτέρω όμως, η προαναφερθείσα προγραμματική σύμβαση δεν είναι νόμιμη, καθόσον, με εξαίρεση το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής της, το οποίο προκύπτει επαρκώς από το άρθρο 3 αυτής, δεν περιέχει λοιπά, αναγκαία για το κύρος της στοιχεία, αφού α) το αντικείμενο αυτής περιγράφεται κατά τρόπο γενικό, β) δεν προσδιορίζονται τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, γ) δεν καθορίζονται οι πόροι από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις, δ) δεν προβλέπονται ρήτρες για την περίπτωση παραβίασης από τα συμβαλλόμενα μέρη των υποχρεώσεών τους από τη σύμβαση και ε) δεν ορίζεται το όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής αυτής.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1430/2019
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την προσβαλλομένη απόφαση, το I Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επιλαμβανόμενο της υπόθεσης, ως δικαστήριο παραπομπής, μετά τη δημοσίευση της 2658/2013 απόφασης της Ολομέλειας, απέρριψε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας, στρατιωτικής συνταξιούχου του Δημοσίου από μεταβίβαση, κατά της 1059/2007 πράξης του Α΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, απορριπτικής ένστασής της κατά της 80337/12.7.2006 πράξης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (46η Δ/νση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους/ΓΛΚ). Με την πράξη αυτή καταλογίστηκε σε βάρος της το ποσό των 17.142,99 ευρώ, που αντιστοιχεί στο 70% της σύνταξης, που φέρεται ότι εισέπραξε αχρεώστητα, ήτοι κατά παράβαση των διατάξεων της παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 2512/1997 και της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998, κατά τα χρονικά διαστήματα από 9.4.1999 μέχρι 6.10.2001 και από 14.1.2003 μέχρι 31.1.2006, κατά τα οποία εργαζόταν παράλληλα στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «...» (δημόσιο τομέα) λαμβάνοντας τις σχετικές αποδοχές.(...)Ο ανωτέρω λόγος πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αλυσιτελής διότι, σύμφωνα με τις διέπουσες την επίδικη υπόθεση διατάξεις, δεν αποτελεί προϋπόθεση για τη νομιμότητα του ένδικου καταλογισμού το πραγματικό γεγονός της είσπραξης ή μη από την αναιρεσείουσα του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού από τον κοινό λογαριασμό που διατηρούσε με τη μητέρα της. Περαιτέρω, ο ειδικότερος ισχυρισμός ότι το δικάσαν Τμήμα δέχθηκε ότι η καταβολή σε κοινό λογαριασμό του συνόλου της σύνταξης γεννά διαιρετή ενοχή είναι αόριστος καθώς δεν εξειδικεύεται η έννομη συνέπεια που το δικαστήριο της ουσίας όφειλε να συναγάγει από αυτόν.Απορρίπτει την από 10.3.2016 αίτηση της … του … για αναίρεση της 6512/2015 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜ/1071/2021.
EΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε.)/189/2013
Βελτίωση του συστήματος αποκομιδής απορριμμάτων του Δήμου(…)Με τις ανωτέρω διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα προβλέπεται ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, οι οποίες αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημόσιων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ΄ ύλην αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (πρβλ. Απόφ. VI Τμ. 26/2013, 1380, 289, 28/2012, Πρ. 195/2006, 310, 85/2010 VII Τμ. Ελ.Συν.). Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Κ.Δ.Κ. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές, ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ. 4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Την ιδιότητα δε του αντισυμβαλλόμενου προγραμματικής σύμβασης αποκτά καθένας από τους παραπάνω φορείς μόνο όταν αναλαμβάνει κατ’ ουσίαν την υλοποίηση του αντικειμένου της προγραμματικής σύμβασης και όχι όταν μετέχει μεν στη σύμβαση αυτή, χωρίς να αναλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις αναφορικά με την εκτέλεση έργων, μελετών και προγραμμάτων ανάπτυξης που αναφέρονται σε αυτή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου, δηλαδή νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη, όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008, 207/2009, 85/2010). Περαιτέρω, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται κατά νόμο να καθορίζονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, ο ειδικότερος σκοπός και το περιεχόμενο των υποχρεώσεων, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και κάθε είδους υπηρεσιών, που αναλαμβάνουν οι συμβαλλόμενοι φορείς. Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτό.(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το περιεχόμενο της από 23.9.2009 προγραμματικής σύμβασης προκύπτει ότι η αναπτυξιακή εταιρεία «......» θα εκτελέσει το σύνολο, σχεδόν, του συμβατικού αντικειμένου, ενώ οι φερόμενοι ως κυρίως συμβαλλόμενοι Δήμος ...... και Τ.Ε.Δ.Κ. Ν. ......, έχουν προσχηματική και υποτυπώδη συμμετοχή στην επίμαχη προγραμματική σύμβαση, αναλογικά με το συνολικό αντικείμενό της. Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του Δήμου, δοθέντος ότι κατά παράβαση των σαφών προβλέψεων των προπαρατεθεισών διατάξεων, ο ρόλος της ...... δεν περιορίζεται απλώς σ’ αυτόν του συμμετέχοντος φορέα στην οικεία σύμβαση, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενης από κοινού με άλλον συνάπτοντα φορέα, αλλά αυτή καθίσταται ανεπιτρέπτως συνάπτων φορέας της σύμβασης, στον οποίο ανατίθεται η εκτέλεση του συνόλου του συμβατικού αντικειμένου, έναντι της καταβολής από το Δήμο προς αυτήν της προϋπολ