Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ7/117/2009

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3463/2006

Προγραμματική σύμβαση μεταξύ του Δήμου και του Εργαστηρίου Υδρογεωχημικής Μηχανικής και Αποκατάστασης Εδαφών του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου … Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, οι προγραμματικές συμβάσεις είναι συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημοσίων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ΄ ύλην αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους. Τα νομικά πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν τέτοιες συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους ή και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ., από τις οποίες προκύπτει ότι τα Α.Ε.Ι. και τα Εργαστήριά τους – τα οποία δεν διαφοροποιούνται από το νομικό πρόσωπο των Α.Ε.Ι., αφού ανήκουν σε Τμήματα των Α.Ε.Ι., δηλαδή λειτουργικές ακαδημαϊκές μονάδες στις οποίες διαιρούνται οι Σχολές των Α.Ε.Ι.- έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με τους λοιπούς φορείς του άρθρου αυτού. Περαιτέρω, οι Ειδικοί Λογαριασμοί που συστήθηκαν στα Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. για την αξιοποίηση κονδυλίων επιστημονικής έρευνας, αποτελούν χωριστή ομάδα περιουσίας εντός της περιουσίας των Α.Ε.Ι και Τ.Ε.Ι, με διοικητική, διαχειριστική και δημοσιονομική αυτοτέλεια, δεν έχουν όμως χωριστή νομική προσωπικότητα από το εκπαιδευτικό ίδρυμα στο οποίο υπάγονται (βλ. Πρ. VII Τμ. 131/2006 και Αποφ. ΙV Τμ. 2197/2005, VΙ Τμ.1871/2004, 230/2005). Περαιτέρω όμως, η προαναφερθείσα προγραμματική σύμβαση δεν είναι νόμιμη, καθόσον, με εξαίρεση το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής της, το οποίο προκύπτει επαρκώς από το άρθρο 3 αυτής, δεν περιέχει λοιπά, αναγκαία για το κύρος της στοιχεία, αφού α) το αντικείμενο αυτής περιγράφεται κατά τρόπο γενικό, β) δεν προσδιορίζονται τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, γ) δεν καθορίζονται οι πόροι από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις, δ) δεν προβλέπονται ρήτρες για την περίπτωση παραβίασης από τα συμβαλλόμενα μέρη των υποχρεώσεών τους από τη σύμβαση και ε) δεν ορίζεται το όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής αυτής.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/100/2018

Προγραμματικές συμβάσεις.Με τα δεδομένα αυτά, η σύναψη των άνω προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ του Δήμου ... και του Φο.Δ.Σ.Α. ...για τη συλλογή και μεταφορά αστικών στερεών αποβλήτων ήταν δυνατή, στο πλαίσιο δε αυτών των συμβάσεων επιτρεπτώς συμφωνήθηκε ότι οι καθυστερούμενες συμβατικές οφειλές του Δήμου προς το Φο.Δ.Σ.Α. δύναται να εξοφλούνται μέσω των παρακρατούμενων από τη Δ.Ε.Η. Α.Ε. εσόδων του Δήμου από το ανταποδοτικό τέλος καθαριότητας, ήτοι κατά τη διαδικασία που προβλέπεται για την πληρωμή της ετήσιας εισφοράς των δήμων προς τους Φο.Δ.Σ.Α., σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 3854/2010. Επίσης, δεδομένου ότι οι εν λόγω προγραμματικές συμβάσεις, ως εκ της φύσης τους, καθορίζουν το γενικό πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλόμενων για την εκτέλεση των υπηρεσιών αποκομιδής και μεταφοράς απορριμμάτων, επιτρεπτώς, καταρχήν, η εκπλήρωση του συμβατικού τους αντικειμένου χώρισε κατόπιν κατάρτισης εκτελεστικών συμβάσεων μεταξύ του Φο.Δ.Σ.Α. και τρίτων ιδιωτών, η νομιμότητα των οποίων πάντως δεν δύναται να εξετασθεί στο πλαίσιο ελέγχου των ήδη κρινόμενων δαπανών, που ερείδονται αποκλειστικά στις προγραμματικές συμβάσεις. Ωστόσο, οι προγραμματικές αυτές συμβάσεις δεν είναι νόμιμες, διότι δεν έχουν το ελάχιστο νόμιμο αναγκαίο περιεχόμενο. Ειδικότερα, δεν προκύπτει από το περιεχόμενό τους ή από τα στοιχεία του φακέλου ότι συνέτρεξαν συγκεκριμένοι και σαφείς αντικειμενικοί λόγοι που καθιστούσαν αδύνατη την εκ μέρους του Δήμου ... άσκηση της αρμοδιότητάς του για τη συλλογή και μεταφορά των στερεών αποβλήτων της Νήσου ... με ίδια μέσα, καθόσον ούτε στο κείμενο των συμβάσεων ούτε στις εγκριτικές αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου ... αναφέρονται συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει πράγματι η αδυναμία του Δήμου να εκτελέσει τις επίμαχες υπηρεσίες διά των αρμοδίων υπηρεσιών του, αλλά γίνεται μόνον αόριστη επίκληση της μη επάρκειας της υλικοτεχνικής υποδομής και του προσωπικού του. Επίσης, οι συμβάσεις αυτές δεν περιλαμβάνουν αναλυτικό προϋπολογισμό (κοστολόγηση) των υπηρεσιών ή των επιμέρους κατηγοριών υπηρεσιών σε αντιστοιχία με συγκεκριμένες κατηγορίες δαπανών (λ.χ. κόστος μισθοδοσίας, κόστος χρήσης μηχανημάτων ή οχημάτων κ.λπ.), έστω και κατά προσέγγιση, έτσι ώστε από το άθροισμα των επιμέρους προϋπολογισμών να προκύπτει και, επομένως, να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός τους. Αντιθέτως, σ’ αυτές περιλαμβάνονται αορίστως κατ’ αποκοπή ποσά που προορίζονται για τη χρηματοδότηση των εν λόγω υπηρεσιών, η δε αοριστία ως προς τη μέθοδο υπολογισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης τους επιτείνεται ιδιαίτερα από το ότι οι δύο προγραμματικές συμβάσεις, αν και αφορούν σε χρονικά διαστήματα με διαφορετική διάρκεια –η πρώτη έχει διάρκεια πέντε μηνών (από 28.7.2016 έως 31.12.2016) ενώ η δεύτερη έχει ετήσια διάρκεια (από 17.1.2017 έως 16.1.2018) - εντούτοις έχουν ακριβώς το ίδιο οικονομικό αντικείμενο. Εξάλλου, ούτε στο κείμενο των προγραμματικών συμβάσεων προσδιορίζεται σαφώς ούτε επισυνάπτεται σ’ αυτές, ως παράρτημα, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής τους. Τέλος, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει αναμφίβολα ότι ο δικαιούχος της εντελλόμενης με το 16, οικονομικού έτους 2018, χρηματικό ένταλμα δαπάνης, που αφορά στο έτος 2017, δεν έχει εισπράξει το αντίστοιχο ποσό από τη Δ.Ε.Η. Α.Ε. μέσω της διαδικασίας παρακράτησης δημοτικών εσόδων, κατά το σχετικό όρο της προγραμματικής σύμβασης, δεδομένου ότι με την προσκομιζόμενη 15151/6.12.2017 βεβαίωση του Δημοτικού Ταμία του Δήμου ... βεβαιώνεται μόνο για το έτος 2016 ότι δεν έχει καταβληθεί η οφειλόμενη εισφορά μέσω της παραπάνω διαδικασίας.


ΕλΣυν/Ζ.Κλ/136/2010

Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν.1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ.. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλομένων), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ.4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου δηλ. νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (β.λ. Πρακτικά Ολ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008 κ.ά.). Επιπροσθέτως, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, να καθορίζεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο και το ειδικότερο περιεχόμενο των υποχρεώσεων των μερών, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και υπηρεσιών κάθε είδους που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν οι συμβαλλόμενοι φορείς, καθώς και ο προϋπολογισμός τους (βλ. Πράξεις 3, 60/2007, 179, 180/2006 VII Τμ.). Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών α) να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτών, β) να προσδιορίζεται ο αναλυτικός προϋπολογισμός (κοστολόγηση) των επί μέρους (κατηγοριών) υπηρεσιών, έστω και κατά προσέγγιση, έτσι ώστε από το άθροισμα των επιμέρους προϋπολογισμών να προκύπτει και, επομένως, να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός της προγραμματικής σύμβασης (δεν αρκεί δηλαδή απλή αναφορά του συνολικού προϋπολογισμού), καθώς και γ) να αναγράφεται το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα αυτών - κυρίως δε στις περιπτώσεις τμηματικής καταβολής του οριζόμενου στη σύμβαση ποσού για την παροχή των προβλεπόμενων υπηρεσιών, όπου θα πρέπει να υπάρχει συσχέτιση των παρασχεθεισών εργασιών προς το τμηματικώς καταβαλλόμενο (σε συγκεκριμένες ημερομηνίες) ποσό της σύμβασης, όπου δηλαδή θα πρέπει να υπάρχει αντιστοιχία του χρονοδιαγράμματος εργασιών προς το χρονοδιάγραμμα τμηματικών καταβολών του ανωτέρω ποσού - το οποίο (χρονοδιάγραμμα) δεν μπορεί καταρχήν να ταυτίζεται με το χρόνο περαίωσης των ανατεθεισών εργασιών (διάρκεια της σύμβασης), καθόσον στην περίπτωση αυτή ο νόμος δεν θα απαιτούσε ρητώς στο περιεχόμενο της σύμβασης να ορίζονται ξεχωριστά (ως διαφορετικά μεγέθη) το χρονοδιάγραμμα και η διάρκεια αυτής. Και τούτο διότι μέσω του ανωτέρω ειδικότερου προσδιορισμού του περιεχομένου της προγραμματικής σύμβασης διασφαλίζεται α) η εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων και των εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και η διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, καθώς και β) η μη καταστρατήγηση της διάταξης του άρθρου 277 του ΔΚΚ με την κατ’ ουσία επιχορήγηση από Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού αναπτυξιακών τους επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως αντισυμβαλλόμενοί τους (πρβλ. και πραξ. VI Τμ 30/2005, VI Τμ 46, 195/2006, VII Τμ 137/2007 κ.ά.).


ΕλΣυν/Τμ.4/10/2012

Στη λειτουργική δραστηριότητα των δημοσίων νομικών προσώπων ανάγονται, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπερβαίνουν το εκ των ειδικών εκάστοτε περιστάσεων αναγκαίο μέτρο, και οι δαπάνες που επιβάλλονται από τους κανόνες της σύγχρονης εθιμοτυπίας, οι οποίοι δεσμεύουν ιδίως φορείς με έντονη κοινωνική και πολιτιστική αποστολή, όπως τα Α.Ε.Ι. (βλ. άρθρο 1 ν. 1268/1982 και ήδη άρθρο 4 ν. 4009/2011, πρβλ και 158/2010 Πράξη IV Τμ. Ελ. Συν.).


EΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε.)/189/2013

Βελτίωση του συστήματος αποκομιδής απορριμμάτων του Δήμου(…)Με τις ανωτέρω διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα προβλέπεται ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, οι οποίες αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημόσιων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ΄ ύλην αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (πρβλ. Απόφ. VI Τμ. 26/2013, 1380, 289, 28/2012, Πρ. 195/2006, 310, 85/2010 VII Τμ. Ελ.Συν.). Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Κ.Δ.Κ. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές, ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ. 4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Την ιδιότητα δε του αντισυμβαλλόμενου προγραμματικής σύμβασης αποκτά καθένας από τους παραπάνω φορείς μόνο όταν αναλαμβάνει κατ’ ουσίαν την υλοποίηση του αντικειμένου της προγραμματικής σύμβασης και όχι όταν μετέχει μεν στη σύμβαση αυτή, χωρίς να αναλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις αναφορικά με την εκτέλεση έργων, μελετών και προγραμμάτων ανάπτυξης που αναφέρονται σε αυτή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου, δηλαδή νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη, όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008, 207/2009, 85/2010). Περαιτέρω, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται κατά νόμο να καθορίζονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, ο ειδικότερος σκοπός και το περιεχόμενο των υποχρεώσεων, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και κάθε είδους υπηρεσιών, που αναλαμβάνουν οι συμβαλλόμενοι φορείς. Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτό.(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το περιεχόμενο της από 23.9.2009 προγραμματικής σύμβασης προκύπτει ότι η αναπτυξιακή εταιρεία «......» θα εκτελέσει το σύνολο, σχεδόν, του συμβατικού αντικειμένου, ενώ οι φερόμενοι ως κυρίως συμβαλλόμενοι Δήμος ...... και Τ.Ε.Δ.Κ. Ν. ......, έχουν προσχηματική και υποτυπώδη συμμετοχή στην επίμαχη προγραμματική σύμβαση, αναλογικά με το συνολικό αντικείμενό της. Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του Δήμου, δοθέντος ότι κατά παράβαση των σαφών προβλέψεων των προπαρατεθεισών διατάξεων, ο ρόλος της ...... δεν περιορίζεται απλώς σ’ αυτόν του συμμετέχοντος φορέα στην οικεία σύμβαση, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενης από κοινού με άλλον συνάπτοντα φορέα, αλλά αυτή καθίσταται ανεπιτρέπτως συνάπτων φορέας της σύμβασης, στον οποίο ανατίθεται η εκτέλεση του συνόλου του συμβατικού αντικειμένου, έναντι της καταβολής από το Δήμο προς αυτήν της προϋπολ


ΝΣΚ/693/1995

Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ). Προγραμματικές συμβάσεις. Οροι χρηματοδοτήσεως τούτων. Είναι νόμιμη η μη θεώρηση από το οικείο όργανο του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο ΥΠ.ΠΟ. χρηματικών ενταλμάτων των υπό του Τ.Α.Π.Α. χρηματοδοτήσεων των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ ΥΠ.ΠΟ. - ΤΑΠΑ - Δήμων/Κοινοτήτων, εφόσον αυτά δεν συνοδεύοντο από τα απαραίτητα κατά νόμο (άρθρο 5 π.δ.471/75) δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη βασιμότητά τους (ήτοι αποδεικνύουν τις διάφορες πληρωμές που έγιναν από τους φορείς εκτελέσεως των έργων των οικείων προγραμματικών συμβάσεων, την πρόοδο των σχετικών εργασιών κλπ.).

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/120/2018

Προγραμματική σύμβαση. Με τα ανωτέρω δεδομένα δεν προκύπτει ότι οι επίμαχες εξειδικευμένης φύσης εργασίες ανήκουν στα καθήκοντα των υπαλλήλων του Δήμου, ούτε άλλωστε προβάλλεται ότι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα ορισμένης Διεύθυνσής του. Περαιτέρω, από το περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι αυτή, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, συνιστά απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών από τον Δήμο ... στη «...Α.Ε.», η οποία διενεργήθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 4412/2016. Ειδικότερα, από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων, προκύπτει ότι δεν πρόκειται για περίπτωση συνεργασίας φορέων που εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό, με την αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων, την από κοινού εκτέλεση της δημόσιας αποστολής τους. Το γεγονός δε ότι η συμμετοχή της συγκεκριμένης αναπτυξιακής εταιρείας γίνεται σε εκπλήρωση του καταστατικού της σκοπού δεν αρκεί για την παραδοχή ότι τα συμβαλλόμενα μέρη εκκινούν από κοινή αφετηρία (Ε.Σ. VII Τμ. Πράξη 29/2016). Αντίθετα, προκύπτει ότι ο Δήμος ... λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει, έναντι καταβολής ανταλλάγματος (198.400 ευρώ συμπεριλαμβα-νομένου Φ.Π.Α.), την εκτέλεση εκ μέρους της αντισυμβαλλόμενης εταιρείας που επέχει απλώς θέση παρόχου υπηρεσιών, των εργασιών που περιγράφονται ανωτέρω. Η ουσιαστική συμβολή, μάλιστα, του Δήμου εξαντλείται στη χρηματοδότηση της σύμβασης, καθώς η παροχή διευκολύνσεων και η συμμετοχή σε ομάδες παρακολούθησης που αναγράφεται μεταξύ των υποχρεώσεών του, συνιστά όλως τυπική συνεισφορά (ΚΠΕΔ VII Τμ. 10/2018 ). Στην ερμηνευτική εκδοχή περί του αληθούς χαρακτήρα της επίμαχης σύμβασης συνηγορούν, άλλωστε, αφενός μεν η επιβάρυνση του ποσού του προϋπο-λογισμού αυτής με Φ.Π.Α., ο οποίος επιβάλλεται στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, όχι όμως και στις προγραμματικές συμβάσεις, αφετέρου δε το γεγονός ότι η υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου δεν προϋποθέτει την περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων, αλλά εξαντλείται στην εκτέλεση αυτής (Ε.Σ. VII Τμ. Πράξη 29/2015, ΚΠΕΔ VII Τμ. 17/2017, 248, 12/2016, 350/2015). (..) Ενόψει των προαναφερομένων, η εν λόγω σύμβαση έχει το χαρακτήρα δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών, η οποία ανατέθηκε απευθείας στην ως άνω αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία, χωρίς να συντρέχουν οι προς τούτο προβλεπόμενες στο ν. 4412/2016 προϋποθέσεις για την απευθείας ανάθεσή της…. Κατ’ ακολουθία, η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης δεν είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/121/2019

Παροχή υπηρεσιών προετοιμασίας και διάθεσης  γεύματος :Σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν υπάρχει νομοθετική πρόβλεψη ότι στις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις δεν μπορεί να γίνει απευθείας ανάθεση ορισμένης υπηρεσίας, τηρουμένων, βεβαίως, των διατάξεων του ν. 4412/2016, με την αιτιολογία ότι αυτές μόνο προγραμματικές συμβάσεις μπορούν να συνάπτουν. Εξάλλου, το άρθρο 118 του ανωτέρω νόμου προβλέπει ως όριο της απευθείας ανάθεσης το ποσό των 20.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α..


ΕλΣυν/Τμ.1/146/2012

Το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την άσκηση του κατά το άρθρο 98 του Συντάγματος ελέγχου των δαπανών του Κράτους ή των ν.π.δ.δ., δεν περιορίζεται στη διαπίστωση μόνο της νομιμότητάς τους (ύπαρξη σχετικής πίστωσης), αλλά ερευνά και τη νομιμότητα της διαδικασίας πραγματοποιήσεώς τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η νομότυπη έκδοση του οικείου τίτλου πληρωμής (χρηματικού εντάλματος), βασικό στοιχείο της οποίας είναι η υπογραφή τούτου από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα (βλ. Πρ. Ι Τμ. 123/1999, 124/2005, Πρακτικά Ι Τμ. 14η Συν./11.4.2000), στα οποία περιλαμβάνεται, για τα χρηματικά εντάλματα που εκδίδουν οι Δήμοι, και ο προϊστάμενος της οικείας λογιστικής υπηρεσίας (βλ. Πρ. Ι Τμ. 27/2008), όπως αυτή διαμορφώνεται με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας κάθε Δήμου. Η υπογραφή αυτή πρέπει να είναι απαλλαγμένη από οιαδήποτε αίρεση ή όρο και δεν δύναται να συνοδεύεται από επιφύλαξη εκ μέρους του υπογράφοντος οργάνου, διότι, πέραν του ότι η δυνατότητα αυτή δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, δια της υπογραφής βεβαιώνεται από τα αρμόδια όργανα η νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης και αναλαμβάνεται σχετικά προσωπική και αλληλέγγυα δημοσιονομική ευθύνη.Ως εκ τούτου, ο προϊστάμενος της λογιστικής υπηρεσίας έχει τη δυνατότητα είτε να υπογράψει το χρηματικό ένταλμα, εφόσον διαπιστωθεί ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και κανονική, είτε, σε αντίθετη περίπτωση, να αρνηθεί την υπογραφή του, τυχόν δε υπογραφή του εντάλματος υπό επιφύλαξη υποδηλώνει ότι δεν έχει διακριβωθεί από τα αρμόδια όργανα του ο.τ.α. κατά τρόπο βέβαιο η νομιμότητα της δαπάνης που εντέλλεται να πληρωθεί, γεγονός που καθιστά την υπογραφή αυτή ανενεργή και συνακόλουθα, μη νόμιμο, τον οικείο τίτλο πληρωμής.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/238/2018

Συμμετοχή του Δήμου στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου:Με τα δεδομένα αυτά η ελεγχόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου υποκρύπτει ανεπίτρεπτη κατά νόμο επιχορήγηση της .....-... από το Δήμο ...... Και τούτο, διότι:Α) Η ελεγχόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου δεν αποτελεί επένδυση, καθόσον τα χρήματα δεν διατίθενται για την απόκτηση νέων ή τη βελτίωση των ήδη υπαρχόντων διαρκών και σταθερών μέσων (ακινήτων, μηχανολογικού ή άλλου εξοπλισμού κ.λπ.), που η .....-... χρησιμοποιεί για την παροχή των υπηρεσιών της, με σκοπό τη βελτίωση ή αύξηση των υπηρεσιών αυτών. Τούτο προκύπτει από τα εξής: i) Από το γεγονός ότι τα χρήματα αναμένεται να διατεθούν για την υλοποίηση των εκτιθέμενων στη σκέψη 3.Δ. έργων, τα οποία δεν διαφέρουν από τα έργα που μέχρι τώρα η .....-... έχει αναλάβει με τις εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Γ. συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας ή προγραμματικές συμβάσεις και τα οποία αποτελούν το μέσο για να καταστεί εφικτή η παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών από το Δήμο ..... προς τους δημότες και επισκέπτες του με σκοπό την ποιοτικότερη διαβίωση και κυκλοφορία τους μέσα στο Δήμο αυτό. Επίσης, στο συμπέρασμα της οικονομοτεχνικής μελέτης (σελ. 82) σημειώνεται ότι με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου εξασφαλίζεται            η φερεγγυότητα της .....-... απέναντι στα τραπεζικά ιδρύματα για την έκδοση εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης και πιθανών προκαταβολών που είναι απαραίτητες και υποχρεωτικές για την υλοποίηση των αναπτυξιακών προγραμ-μάτων της και, επίσης, αν και στο ίδιο συμπέρασμα σημειώνεται αορίστως ότι με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου επιτυγχάνεται η υλοποίηση επενδυτικού προγράμματος με την αναβάθμιση του ηλεκτρονικού εξοπλισμού και του λογισμικού, ώστε να παρέχει υψηλά επίπεδα υπηρεσιών, η σημείωση αυτή δε συμφωνεί με την υπόλοιπη οικονομοτεχνική μελέτη στην οποία καταγράφονται οι δράσεις στις οποίες αναμένεται να διατεθούν τα χρήματα και, επιπλέον, με την αναφορά στη σελ. 52 αυτής σύμφωνα με την οποία για την υλοποίηση των ως άνω έργων, δεν απαιτείται διάθεση πόρων σε κτίρια, εγκαταστάσεις γραφείων, οικόπεδα, πλατείες ή λοιπές κατηγορίες ακινήτων, καθώς οι όποιες παρεμβάσεις απαιτηθούν, θα εφαρμοστούν στους αντίστοιχους χώρους του Δήμου όπου θα λαμβάνει χώρα η παρεχόμενη υπηρεσία, αλλά θα απαιτηθούν σημαντικές ανθρω-ποώρες εργασίας και σε περιπτώσεις ιδιαίτερα εξειδικευμένων αντικειμένων (πληροφορικής), για τις οποίες δεν θα επαρκεί το προσωπικό της εταιρείας, οι ανάγκες σε εξειδικευμένο προσωπικό θα καλυφθούν με συνεργασίες με τρίτους επαγγελματίες. Ωστόσο, η ανάπτυξη της συνήθους δραστηριότητας της .....-... δεν μπορεί να θεωρηθεί επένδυση κατά την ανωτέρω έννοια. ii) Ο κύκλος εργασιών της .....-... προκύπτει κατά τις χρήσεις 2020 έως και 2022 αποκλειστικά από τα εκτιθέμενα στην οικονομοτεχνική μελέτη έργα, τα οποία χρηματοδοτούνται με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, ενώ κατά τη χρήση 2019 από τα έργα σε εξέλιξη κατά το μεγαλύτερο μέρος του (6.050.00,00 ευρώ) και από τα νέα έργα (265.805,00 ευρώ). Η ικανότητα δε της εταιρείας να δημιουργεί κέρδη από τους διαθέσιμους πόρους της κυμαίνεται από το 1,5% κατά τη χρήση 2019 σε 1,64% κατά το τέλος της χρήσης 2021, δηλαδή μία αύξηση της τάξης του 9.3%. Δηλαδή, τα νέα έργα αποτελούν το αντικείμενο δράσης της επιχείρησης, δηλαδή την παροχή των υπηρεσιών από την οποία προκύπτει ο τζίρος της, ο οποίος κυμαίνεται περίπου στα ίδια επίπεδα μεταξύ έργων σε εξέλιξη και νέων έργων (6.050.000,00 ευρώ κατά τη χρήση 2019 έναντι 6.507.180,00 ευρώ κατά τη χρήση 2022, δηλαδή μία αύξηση της τάξης του 7,5%). Η έστω μικρή ως άνω αύξηση του κύκλου εργασιών και της αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας, δεν εμφανίζονται ως συνέπεια ή με οποιοδήποτε τρόπο συνδέονται με την απόκτηση ή βελτίωση της παραγωγικής υποδομής της εταιρείας, ούτε η προσθήκη καταστατικού σκοπού υπό στοιχείο ΚΘ) (βλ. σκέψη 3.Α.) συνδέεται με την απόκτηση συγκεκριμένων σταθερών μέσων για την υλοποίησή του. iii) Δεν προσδιορίζεται ορισμένη ωφέλεια (έστω και μη οικονομική) αλλά πάντως σαφώς προσδιορισμένη και μετρήσιμη για την επιχείρηση. Η αναφορά των εσόδων που θα εισέλθουν στα ταμεία του Δήμου ..... ή των ωφελειών που θα έχουν οι δημότες και επισκέπτες του δεν μπορεί να θεωρηθεί και ωφέλεια της .....-..., καθόσον αυτή αποτελεί διάφορο του Δήμου ..... νομικό πρόσωπο, η υλοποίηση των καταστατικών σκοπών του οποίου είναι το μέσο για την επίτευξη από το Δήμο ..... των αυτοδιοικητικών αρμοδιοτήτων του, μεταξύ των οποίων είναι η ρύθμιση της κυκλοφορίας και στάθμευσης των οχημάτων εντός των ορίων του και η χρήση κάθε τεχνολογίας κατά την παροχή των υπηρεσιών του προς τους δημότες του ή τους επισκέπτες του.Β) Μέρος των χρηματοδοτούμενων από την αύξηση κεφαλαίου έργων φαίνεται να καλύπτεται από τις ήδη συναφθείσες συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας ή προγραμματικές συμβάσεις μεταξύ του Δήμου ..... και της .....-... (βλ. σκέψη 3.Γ.), το δε ως άνω επιχείρημα που τέθηκε από την Επίτροπο δεν απαντήθηκε ειδικώς από το Δήμο ..... με διάκριση και συγκεκριμένη αναφορά του πεδίου το οποίο κάθε έργο καλύπτει επιπλέον του πεδίου που έχει ήδη αναληφθεί προς κάλυψη με τις ήδη συναφθείσες προγραμματικές συμβάσεις ούτε τέτοια διάκριση μπορεί να συναχθεί από το περιεχόμενο της οικονομοτεχνικής μελέτης. Αντιθέτως, το περιεχόμενο του υπό στοιχείο 1 έργου, όπως προκύπτει από την περιγραφή του στις σελ. 28 έως 31 της οικονομοτεχνικής μελέτης, φαίνεται να ομοιάζει με αυτό του ήδη σε εξέλιξη έργου για την αναβάθμιση, ψηφιακή σύγκλιση και συντήρηση του ολοκληρω-μένου συστήματος ελεγχόμενης στάθμευσης - σελ. 56 έως 64 και, επίσης, από την οικονομοτεχνική μελέτη δεν προκύπτει το υπό στοιχείο 2 έργο σε ποιους υπογείους σταθμούς αφορά, ώστε να προκύπτει ότι πρόκειται για υπόγειους σταθμούς πέραν των ήδη αναληφθεισών με τις εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Γ. συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας ή προγραμματικές συμβάσεις, τις οποίες ήδη εκτελεί η .....-....


ΕΣ/Ε ΚΛΙΜΑΚΙΟ/897/2022

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Στην υπό κρίση υπόθεση, οι υποβληθείσες προς έλεγχο προγραμματικές συμβάσεις, με αντικείμενο τη μεταβίβαση της αρμοδιότητας υλοποίησης των πράξεων  «Αντικατάσταση εσωτερικού δικτύου ύδρευσης στην Τ.Κ. Αγ. Παρασκευής Κόνιτσας» και «Αντικατάσταση εσωτερικού δικτύου ύδρευσης στην Τ.Κ. Διστράτου Κόνιτσας» από τον Δήμο Κόνιτσας στην Περιφέρεια Ηπείρου, υπεγράφησαν, στις 3.9.2021, από τον Δήμαρχο Κόνιτσας και τον Περιφερειάρχη Ηπείρου, αντίστοιχα, που εκπροσωπούν νομίμως τους άνω φορείς. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, οι εν λόγω υποβληθείσες προς έλεγχο προγραμματικές συμβάσεις, που έχουν ήδη συναφθεί μεταξύ των ανωτέρω συμβαλλόμενων μερών, απαραδέκτως εισάγονται στο Κλιμάκιο τούτο για άσκηση ελέγχου νομιμότητας. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι οι ως άνω προγραμματικές συμβάσεις δύναται να ελεγχθούν στο πλαίσιο του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας των εκτελεστικών τους συμβάσεων, οπότε και θα κριθεί η νομιμότητα του περιεχομένου και των κατ’ ιδίων όρων τους ως αναγκαίο πρόκριμα των τελευταίων (βλ. ΕλΣυν VI Τμ. 2226/2016, 3002/2014, 3237, 4143/2013, πρβλ 26/2017, Ε΄ Κλ. 453/2022).