Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/301/2014

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2362/1995

Παραγραφή ή μη αξιώσεως δικαιούχου κοινοτικού προγράμματος – Νομιμότητα τροποποίησης της συμβάσεώς του χωρίς κυρώσεις – Κρίσιμος χρόνος εφαρμογής καθεστώτος επιβολής κυρώσεων.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/36/2018

Ζητήματα που ανακύπτουν αναφορικά με την παραγραφή απαιτήσεων του τελικού δικαιούχου για εργασίες αξιολόγησης των επενδυτικών προτάσεων, στο πλαίσιο εφαρμογής δράσεων κρατικών ενισχύσεων. Η παραγραφή των απαιτήσεων του τελικού δικαιούχου που αντιστοιχούν στις εργασίες αξιολόγησης των επενδυτικών προτάσεων άρχισε από το τέλος του οικονομικού έτους εντός του οποίου πραγματοποιήθηκαν οι συγκεκριμένες εργασίες (υπογραφή των σχετικών συμβάσεων με τους επενδυτές και έκδοση των σχετικών αποφάσεων ένταξης στη προαναφερόμενη δράση) και ήταν δυνατή η υποβολή της σχετικής αίτησης με τα απαιτούμενα παραστατικά. Ουδεμία επιρροή ασκεί στην έναρξη της εν λόγω παραγραφής το γεγονός ότι ο τελικός δικαιούχος δεν είχε εκδώσει και δεν υπέβαλε τα σχετικά τιμολόγια παροχής υπηρεσιών (ομοφ.). Για τη διακοπή της παραγραφής των απαιτήσεων του τελικού δικαιούχου αρκεί η υποβολή αίτησης για πληρωμή στην αρμόδια Υπηρεσία, στην οποία προσδιορίζεται η ταυτότητα της απαίτησης, χωρίς να απαιτείται να συνοδεύεται από τα σχετικά τιμολόγια παροχής υπηρεσιών (πλειοψ.). Η παραγραφή των απαιτήσεων για τις οποίες στην οικεία σύμβαση προβλέπεται ότι η καταβολή τους πραγματοποιείται, με τη συνδρομή των τιθέμενων σ’ αυτή προϋποθέσεων, το πρώτο δεκαήμερο του μηνός Ιουνίου κάθε έτους, άρχισε από το τέλος του οικονομικού έτους εντός του οποίου συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για να ζητηθεί η εξόφλησή τους το ως άνω δεκαήμερο του έτους αυτού, έστω και αν αφορούν υπηρεσίες του προηγούμενου έτους (ομοφ.).


ΝΣΚ/46/2018

Χρόνος έναρξης της πενταετούς παραγραφής απαιτήσεων κατά του Δημοσίου, που προέρχονται από την επιστροφή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) καυσίμων, που χρησιμοποιήθηκαν από εξαγωγικές επιχειρήσεις για την παραγωγή προϊόντων τους, σύμφωνα με το ν. 2861/1954. 1. α) Χρόνος έναρξης, της πενταετούς παραγραφής των απαιτήσεων κατά του Δημοσίου για την επιστροφή ΕΦΚ καυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν από εξαγωγικές επιχειρήσεις για την παραγωγή των προϊόντων τους σύμφωνα με το ν.2861/1954 είναι, αποκλειστικά, το τέλος του οικονομικού έτους εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε η εξαγωγή. β) Η υποβολή αίτησης επιστροφής, νεότερης, κατά το ερώτημα, σε σχέση με το χρόνο υποβολής του εντύπου «ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ- ΑΙΤΗΣΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ», διακόπτει την παραγραφή. Στην περίπτωση αυτή, νέα πενταετής παραγραφή, αρχίζει μετά την τυχόν απάντηση της αρμόδιας υπηρεσίας. Εάν δεν δοθεί απάντηση, εντός έξι μηνών από την υποβολή της αίτησης επιστροφής, η νέα πενταετής παραγραφή αρχίζει μετά την παρέλευση των έξι μηνών. γ) Η τυχόν κατάθεση, σε χρόνο μεταγενέστερο της εξαγωγής, της διασάφησης και του εντύπου «ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ- ΑΙΤΗΣΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ», δεν διακόπτει την παραγραφή, που ήδη έχει αρχίσει, ούτε έχει ως συνέπεια την έναρξη νέας παραγραφής. 2. Δεν τίθεται ζήτημα διετούς παραγραφής, εάν η αίτηση επιστροφής, νοούμενη ως νεότερη, σε σχέση με το έντυπο «ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ- ΑΙΤΗΣΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ», μαζί με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά υποβληθεί σε χρόνο μεγαλύτερο των δύο ετών από την ημερομηνία εισαγωγής των πρώτων υλών ή εξαγωγής των παραγόμενων προϊόντων. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί οποτεδήποτε εντός του χρόνου της πενταετούς παραγραφής, η οποία κατά τα ανωτέρω αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η εξαγωγή (ομόφ.).


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/194/2019

Καταβολή αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης...Υπό τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση του ως άνω υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης της, ήτοι από 16.11.2012. Ο ισχυρισμός δε του Δήμου ότι χρόνος γέννησης της αξίωσης λήψης της επίμαχης αποζημίωσης, κατά τον οποίο καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη, είναι εκείνος της έκδοσης της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, είναι απορριπτέος. Τούτο διότι, κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 204 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. (ν. 3584/2007), η συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης σύνταξης, ήτοι η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης ούτε η  λήψη της σύνταξης συνιστά προϋπόθεση για τη γέννηση της αξίωσης ως προς την  καταβολή της τελευταίας (ΕΣ Ι Τμ. πράξη 19/2017, πρβλ. ΑΠ 1359/2015). Διότι με την διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 ρυθμίζεται ειδικώς το θέμα του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. κατ΄ αυτών, που αφορούν σε αποδοχές ή άλλες φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και εάν βασίζονται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Oρίζεται δε ως χρονικό σημείο ενάρξεως της παραγραφής αυτής η γένεση της κάθε αντίστοιχης αξιώσεως (Α.Ε.Δ. 32/2008). Η διάταξη δε αυτή είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 91 εδ. α΄ του ιδίου νόμου (ΑΠ 536/2014), με την οποία ρυθμίζεται γενικώς το θέμα της ενάρξεως του χρόνου παραγραφής οποιασδήποτε αξιώσεως κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, όπως τούτο συνάγεται από τη ρητή επιφύλαξη ως προς την ισχύ άλλων ειδικών διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3, η οποία, ως εκ τούτου, κατισχύει της γενικής διάταξης του άρθρου 91 εδ. α΄. (ΕΣ Ι Τμ. Πράξη 51/2015, ΑΠ 182/2014). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση του εν λόγω υπαλλήλου του Δήμου για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησης της υπαλλήλου από την υπηρεσία, ήτοι από το χρόνο έκδοσης της οικείας διαπιστωτικής πράξης αποχώρησής του, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, αρχόμενη  από τις 16.11.2012, θα συμπληρωνόταν στις 17.11.2014, ήτοι σε χρόνο πριν την υποβολή της 18177/7.9.2018 αίτησης του φερόμενου ως δικαιούχου και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν – κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις – ότι η έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής κύριας σύνταξης στην οικεία υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής της, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η διετής παραγραφή – εν προκειμένω – δεν συμπληρώθηκε στις 17.11.2014. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εν τοις πράγμασι και επομένως, απολαμβάνουσας συνταγματικής προστασίας εμπιστοσύνης της στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωση του υπαλλήλου κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση της 3743/24.4.2018 απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών .... του Ε.Φ.Κ.Α., για την απονομή σε αυτόν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής, σχετ. ΕΣ Κλ.Προλ.Ελ. στο Ι Τμ. Πράξεις 244 και 245/2018). Συνεπώς, νομίμως αυτός υπέβαλε την 18177/7.9.2018 αίτησή του για να του καταβληθεί η δικαιούμενη και μη υποκύψασα στη διετή παραγραφή αξίωση αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, για να ακολουθήσουν η 1998/10.10.2018 απόφαση του Δημάρχου .... για τον καθορισμό του ύψους της και η ενταλματοποίησή της με τον ελεγχόμενο τίτλο.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι κανονική και συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής θα μπορούσε να θεωρηθεί, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/244/2018

Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησής: Υπό τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση της ως άνω υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης της, ήτοι από 10.9.2014. Ο ισχυρισμός δε του Δήμου ότι χρόνος γέννησης της αξίωσης λήψης της επίμαχης αποζημίωσης, κατά τον οποίο καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη, είναι εκείνος της έκδοσης της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, είναι απορριπτέος. Τούτο διότι, κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 204 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. (ν. 3584/2007), η συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης σύνταξης, ήτοι η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης ούτε η  λήψη της σύνταξης συνιστά προϋπόθεση για τη γέννηση της αξίωσης ως προς την  καταβολή της τελευταίας (ΕΣ Ι Τμ. πράξη 19/2017, πρβλ. ΑΠ 1359/2015). Συναφώς, απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός του Δήμου ότι έχουν καταργηθεί οι διατάξεις του άρθρου 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημόσιου Λογιστικού (ν. 2362/1995) και ισχύουν εκείνες των άρθρων 140 και 141 του ν. 4270/2014,  αφού, κατά τα γενόμενα δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η επίμαχη ρύθμιση εξακολουθεί να ισχύει για σχετικές αξιώσεις που έχουν γεννηθεί πριν από την 1.1.2015, (όπως εν προκειμένω), σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του  άρθρου 183 παρ. 2 περ. γ του ν. 4270/2014  (Α΄ 143). Ωσαύτως, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η παραγραφή της εν λόγω αξίωσης αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, αφού και υπό την εκδοχή ότι αφορά στο τέλος του έτους 2014, πάλι έχει υποπέσει στην διετή παραγραφή, δοθέντος ότι η υποβολή της αίτησης της ενδιαφερομένης έγινε στις 3.7.2017. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι με την διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 ρυθμίζεται ειδικώς το θέμα του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. κατ΄ αυτών, που αφορούν σε αποδοχές ή άλλες φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και εάν βασίζονται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Oρίζεται δε ως χρονικό σημείο ενάρξεως της παραγραφής αυτής η γένεση της κάθε αντίστοιχης αξιώσεως. (Α.Ε.Δ. 32/2008). Η διάταξη δε αυτή είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 91 εδ. α΄ του ιδίου νόμου (ΑΠ 536/2014), με την οποία ρυθμίζεται γενικώς το θέμα της ενάρξεως του χρόνου παραγραφής οποιασδήποτε αξιώσεως κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, όπως τούτο συνάγεται από τη ρητή επιφύλαξη ως προς την ισχύ άλλων ειδικών διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3, η οποία, ως εκ τούτου, κατισχύει της γενικής διάταξης του άρθρου 91 εδ. α΄. (ΕΣ Ι Τμ. Πράξη 51/2015, ΑΠ 182/2014). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση της εν λόγω υπαλλήλου του Δήμου για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησης της υπαλλήλου από την υπηρεσία, ήτοι από το χρόνο έκδοσης της οικείας διαπιστωτικής πράξης αποχώρησής της, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, αρχόμενη  από τις 11.9.2014 θα συμπληρωνόταν στις 12.9.2016, ήτοι σε χρόνο πριν την υποβολή της  10915/3.7.2017 αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου  και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν-κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις- ότι  η έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής κύριας σύνταξης στην οικεία υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής της, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η διετής παραγραφή -εν προκειμένω-δεν συμπληρώθηκε στις 12.9.2016. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εν τοις πράγμασι και επομένως, απολαμβάνουσας συνταγματικής προστασίας εμπιστοσύνης της στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωση της υπαλλήλου κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση της 1460/6.6.2017 οριστικής απόφασης του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ….., για την απονομή σε αυτήν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής). Συνεπώς, νομίμως αυτή υπέβαλε την 10915/3.7.2017 αίτησή της για να της καταβληθεί η δικαιούμενη και μη υποκύψασα στη διετή παραγραφή αξίωση αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, για να ακολουθήσουν η 2416/13.12.2017 απόφαση του Δημάρχου ....για τον καθορισμό του ύψους της και η ενταλματοποίησήτης με τον ελεγχόμενο τίτλο.


ΝΣΚ/42/2020

Εάν η κοινοποίηση ή και επανακοινοποίηση Πράξεων Επιβολής Εισφορών και συναφών Πράξεων συνιστούν λόγο διακοπής της παραγραφής των αξιώσεων του ΙΚΑ και ήδη ΕΦΚΑ, έναντι των οφειλετών του, λαμβανομένου υπόψη ότι η θέση αυτή έχει διατυπωθεί σε εγκυκλίους πρώην κεντρικών Υπηρεσιών του ΙΚΑ(...)Δεν είναι δυνατόν να προστίθεται λόγος διακοπής της παραγραφής των αξιώσεων του ΙΚΑ, με εγκυκλίους που το Ίδρυμα εκδίδει προς τις Υπηρεσίες του ή τους πολίτες προς παροχή οδηγιών ή διευκρινίσεων και κατά συνέπεια, η σε τέτοιου είδους έγγραφα διατυπωμένη θέση, ότι η κοινοποίηση των καταλογιστικών Πράξεων διακόπτει την παραγραφή των αξιώσεων, είναι μη νόμιμη και δεν παράγει αποτελέσματα για τους διοικούμενους (ομόφωνα).


ΝΣΚ/237/2018

Θέματα επιβολής του ενιαίου τέλους καθαριότητας και φωτισμού, του φόρου ηλεκτροδοτούμενων χώρων, των δυνητικών ανταποδοτικών τελών και του τέλους ακίνητης περιουσίας σε χώρους, που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς διατήρησης ή αναστολής επιβολής κυρώσεων της εγκατασταθείσας αυθαίρετης χρήσης.α) Εάν για την πολεοδομικά προβλεπόμενη χρήση του χώρου που υπήχθη στο καθεστώς διατήρησης ή αναστολής επιβολής κυρώσεων της εγκατασταθείσας σ’ αυτόν αυθαίρετης χρήσης κατά τις διατάξεις των νόμων 3843/2010, 4014/2011, 4178/2013 και 4495/2017, δεν υπήρχε υποχρέωση καταβολής δημοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού, τέλους ακίνητης περιουσίας, τυχόν προβλεπόμενων ανταποδοτικών τελών και φόρου ηλεκτροδοτούμενων χώρων, δεν θα καταβληθούν για τον χώρο αυτό τα πιο πάνω ανταποδοτικά δημοτικά τέλη και ο φόρος ηλεκτροδοτούμενων χώρων, ούτε αναδρομικά, δηλαδή από την εγκατάσταση της αυθαίρετης χρήσης μέχρι την έναρξη του καθεστώς διατήρησης ή αναστολής επιβολής κυρώσεων, ούτε για το διάστημα του καθεστώτος διατήρησης της αυθαίρετης χρήσης ή αναστολής επιβολής κυρώσεων γι’ αυτήν λόγω της υπαγωγής του χώρου αυτού στις πιο πάνω διατάξεις των νόμων 3843/2010, 4014/2011,4178/2013 και 4495/2017 (ομόφ.). β) Εάν για το χώρο που υπήχθη στις πιο πάνω διατάξεις των νόμων 3843/2010, 4014/2011, 4178/2013 και 4495/2017, καταβάλλονταν, πριν την υπαγωγή, δημοτικά τέλη για δηλωθείσα ή διαπιστωθείσα, κατόπιν ελέγχου των δημοτικών αρχών, χρήση, για την οποία ίσχυε μεγαλύτερος ή μικρότερος συντελεστής σε σχέση με το συντελεστή που ισχύει για την εγκατασταθείσα στο χώρο αυτό αυθαίρετη χρήση που διατηρείται με τις διατάξεις αυτές, τα εν λόγω δημοτικά τέλη θα εξακολουθήσουν να προσδιορίζονται και να καταβάλλονται και κατά το καθεστώς διατήρησης ή αναστολής επιβολής κυρώσεων με το συντελεστή (μικρότερο ή μεγαλύτερο) της χρήσης που είχε δηλωθεί ή διαπιστωθεί πριν την υπαγωγή (ομόφ.). γ) Στην περίπτωση κατά την οποία, πριν την υπαγωγή του χώρου στις πιο πάνω διατάξεις των ν. 3843/2010, 4014/2011, 4178/2013 και 4495/2017, είχε δηλωθεί ή είχε εντοπιστεί, κατόπιν ελέγχου των δημοτικών αρχών, η αυθαίρετα εγκατασταθείσα χρήση και τα δημοτικά τέλη προσδιορίζονταν και καταβάλλονταν με το συντελεστή που ίσχυε για την χρήση αυτή, η υπαγωγή της τελευταίας σε καθεστώς διατήρησης ή αναστολής επιβολής κυρώσεων κατά τις πιο πάνω διατάξεις, δεν λαμβάνεται υπόψη για τυχόν επανακαθορισμό των δημοτικών τελών με βάση την πολεοδομικά νόμιμη χρήση του χώρου αυτού, αλλά τα δημοτικά τέλη και ο φόρος ηλεκτροδοτούμενων χώρων εξακολουθούν να επιβάλλονται όπως είχαν υπολογιστεί πριν την υπαγωγή με βάση την εγκατασταθείσα αυθαίρετη χρήση (ομόφ.). δ) Για αυθαίρετες κατασκευές που υπήχθησαν στο καθεστώς αναστολής επιβολής κυρώσεων και εξαίρεσης από την κατεδάφιση των ν. 4014/2011, 4178/2013 και 4495/2017, κατά το μέτρο που οι τελευταίες (αυθαίρετες κατασκευές) επιφέρουν αύξηση της επιφάνειας ηλεκτροδοτούμενων χώρων και του εμβαδού ακίνητης περιουσίας, δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής της δήλωσης που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 3 του ν. 25/1975, 10 παρ. 10 του ν. 1080/1980 και 24 παρ. 5 και 15 του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει περίπτωση επιβολής των αντίστοιχων προστίμων μη υποβολής ή υποβολής εκπροθέσμου δηλώσεως (ομόφ.).


ΝΣΚ/88/2014

Ζητήματα ανακύπτοντα στο πλαίσιο του προγράμματος LEADER II, λόγω μη λειτουργίας της επιχορηγηθείσας επένδυσης δημιουργίας τουριστικών καταλυμάτων – Υπόχρεος επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού της επιχορήγησης – Διαδικασία καταλογισμού – Παραγραφή της αξιώσεως. Υποχρεωτική η κοινοποίηση στον τελικό επενδυτή της έκθεσης διοικητικού ελέγχου, προκειμένου να διατυπώσει τις αντιρρήσεις του, και να υποβάλει τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία. Κατόπιν αυτού, η Διοίκηση υποχρεούται να απαντήσει συνολικά στις αντιρρήσεις του τελικού επενδυτή, κατά το μέρος που οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της για τον έλεγχο συμμορφώσεως προς τις απαιτήσεις του προγράμματος και όχι στην αρμοδιότητα άλλων αρχών (π.χ. φορολογικών, δασικών ή τουριστικών) και εφ’ όσον συντρέχει περίπτωση, να προβεί στην διαδικασία εκδόσεως πράξεως καταλογισμού κατ’ αυτού. Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Ν.Σ.Κ. δεν δύναται να υποκαταστήσει την Διοίκηση στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της, αλλά με τη γνωμοδότηση δίδονται απαντήσεις στα ερμηνευτικά ζητήματα που τίθενται, τις οποίες, εφ’ όσον γίνει αποδεκτή η γνωμοδότηση από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (άρθρο 7 παρ.4 του Ν. 3086/2002), θα υποχρεούται να λάβει υπόψη της η Διοίκηση προκειμένου να εφαρμόσει τις οικείες διατάξεις. Εφ’ όσον κριθεί ότι πρέπει να εκδοθεί καταλογιστική πράξη, αυτή θα πρέπει να εκδοθεί τόσο κατά του ενδιάμεσου φορέα, όσο και κατά του τελικού επενδυτή, δεδομένου ότι και οι δύο αυτοί φορείς ευθύνονται έναντι του Δημοσίου αλληλεγγύως και εις ολόκληρο. Σύμφωνα με το άρθρο 103 του Ν. 2362/1995, η αναζήτηση του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού υπόκειται σε πενταετή παραγραφή από της διαπιστώσεως της παρατυπίας, εντός της οποίας πρέπει να γίνει ο καταλογισμός. (ομοφ.)

ΕΣ/Τ4/23/2008

Χρόνος έκδοσης τιμολογίου. Η έκδοση τούτου σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου παροχής των υπηρεσιών δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα του τιμολογίου και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία, αφού το τιμολόγιο αυτό εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης (βλ. πράξεις 50/1999 και 153/2006 ΙV Τμήματος Ελ. Συν.).


ΣΤΕ 4402/2015

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ..Εσφαλμέμνη δασμολογική κατάταξη..:Επειδή, εφ’ όσον, κατά τα γενόμενα δεκτά με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η εταιρεία «Σ. ... Α.Β.Ε.Ν.Ε» είχε ασκήσει προσφυγή κατά της 53/20.6.1996 αποφάσεως της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Α.Ε.Τ.Α.), παραπονούμενη για την εσφαλμένη δασμολογική κατάταξη των προς εξαγωγή τυροκομικών προϊόντων της, νομίμως, σύμφωνα με την σκέψη 4, το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι η άσκηση της προσφυγής αυτής διέκοψε την παραγραφή της αξιώσεώς της προς ανόρθωση της ζημίας την οποία η εταιρεία υπέστη από την εσφαλμένη αυτή δασμολογική κατάταξη και ότι, περαιτέρω, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής (28.8.2003), η εν λόγω αξίωση δεν είχε παραγραφεί, διότι δεν είχαν παρέλθει πέντε έτη από την δημοσίευση της 69/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου … επί της ως άνω προσφυγής με την οποία ξεκίνησε ο χρόνος της νέας παραγραφής της αξιώσεως. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος με την αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου λόγος αναιρέσεως ότι η αξίωση της εταιρείας, γεννηθείσα και καταστάσα δικαστικώς επιδιώξιμη το έτος 1996, κατά το οποίο έλαβε χώρα η ζημιογόνα εσφαλμένη δασμολογική κατάταξη, είχε υποπέσει, εξ αυτού του λόγου, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής στην πενταετή παραγραφή που προβλέπει ο νόμος.Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην σκέψη 5, νομίμως το διοικητικό εφετείο όρισε την έναρξη της έντοκης καταβολής του επιδικασθέντος υπέρ της εταιρείας χρηματικού ποσού στον χρόνο επιδόσεως της αγωγής και όχι σε προγενέστερους χρόνους κατά τους οποίους υποβλήθηκαν η διασάφηση εξαγωγής ή η εξώδικη δήλωση της εταιρείας προς το Δημόσιο και, συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με τον μόνο λόγο αναιρέσεως της αιτήσεως της εταιρείας είναι αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν, όπως και η αίτηση αυτή στο σύνολό της.Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην σκέψη 6 και κατά τον βασίμως προβαλλόμενο με την αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου λόγο αναιρέσεως, δεν είναι νόμιμη η κρίση του διοικητικού εφετείου ότι οι επιδικασθέντες υπέρ της αναιρεσείουσας τόκοι πρέπει να υπολογισθούν βάσει του εκάστοτε ισχύοντος για τους ιδιώτες επιτοκίου υπερημερίας και όχι με το προβλεπόμενο από το άρθρο 21 του κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου, επιτόκιο σε ποσοστό 6%. Συνεπώς, πρέπει η αίτηση αυτή να γίνει εν μέρει δεκτή και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί κατά το μέρος που αφορά το ύψος του επιτοκίου βάσει του οποίου πρέπει να υπολογισθούν οι οφειλόμενοι στην εταιρεία τόκοι επί του ποσού της καταβαλλόμενης από το Δημόσιο αποζημιώσεως. ...Αναιρεί εν μέρει την 222/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου …σύμφωνα με το αιτιολογικό.


ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/184/2020

Διαδοχικές συμβάσεις ανάθεσης έργου - καταβολή αποδοχών...Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ίδια έκρινε έστω και με ελλιπή αιτιολογία η οποία αντικαθίσταται από την παρούσα δεν έσφαλε και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης, σύμφωνα με τον οποίο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν δέχθηκε τους ισχυρισμούς τους, ότι ο εναρκτήριος χρόνος της διετούς παραγραφής είναι το τέλος του χρόνου που οι αξιώσεις τους κατέστησαν απαιτητές και όχι ο χρόνος της γέννησή τους, ότι η διετής παραγραφή αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ και ότι λόγο της δόλιας συμπεριφοράς του εναγόμενου παρεμποδίστηκαν να ασκήσουν νωρίτερα την αγωγή, είναι αβάσιμος. Κατόπιν τούτου ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες – ενάγοντες παραπονούνται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικά στοιχεία που αποδεικνύουν όσα ισχυρίστηκαν στον πρώτο λόγο της έφεσης και ο τρίτος λόγος της έφεσης με τον οποίο παραπονούνται για ελλιπή αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης ως προς το θέμα της παραγραφής των αξιώσεών τους, είναι ομοίως αβάσιμοι.Κατόπιν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της.