Ν.Δ. 83/1969
Τύπος: Νόμοι και Διατάγματα
ΦΕΚ: 2/Α/10.01.1969
Περί των δικαιωμάτων Συμβολαιογράφων και Υποθηκοφυλάκων επί δανείων προς Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως
Καταργήθηκε με το εδάφιο κα΄, της παρ.1 του άρθρ.208 Ν.Δ.222/1973
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/119/2017
Εάν υπόκειται σε αναλογικό τέλος χαρτοσήμου η πράξη εγγραφής υποθήκης υπέρ κοινωφελούς Ιδρύματος, δυνάμει δικαστικής αποφάσεως.Κατάσταση : Αποδεκτή. Η πράξη εγγραφής υποθήκης, δυνάμει δικαστικής αποφάσεως, υπέρ του Ιδρύματος «Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών - Ίδρυμα Βούρου - Ευταξία», δεν εμπίπτει στις απαλλακτικές διατάξεις του ν.δ. 208/1973 και, επομένως, υπόκειται κατ’ άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 1111/1943 στο αναλογικό τέλος χαρτοσήμου του άρθρου 12 του Κώδικα των νόμων περί τελών χαρτοσήμου (πλειοψ.).
C-237/1999
Περίληψη $$Κατά το άρθρο 1, στοιχείο β, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 93/37 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, ως οργανισμός δημοσίου δικαίου νοείται ένας οργανισμός που δημιουργήθηκε ειδικά για να ικανοποιήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα, έχει νομική προσωπικότητα και τελεί σε στενή σχέση εξαρτήσεως προς το κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Όσον αφορά την τρίτη αυτή προϋπόθεση που χαρακτηρίζει έναν οργανισμό δημοσίου δικαίου και περιλαμβάνεται στο άρθρο 1, στοιχείο β_, δεύτερο εδάφιο, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας, ο έλεγχος της διαχειρίσεως, ο οποίος αποτελεί ένα από τα εκεί μνημονευόμενα τρία κριτήρια, πρέπει να δημιουργεί εξάρτηση από τις δημόσιες αρχές ισοδύναμη προς εκείνη που υφίσταται όταν πληρούται ένα από τα δύο άλλα εναλλακτικά κριτήρια, ήτοι η κατά πλειοψηφία χρηματοδότηση από τις δημόσιες αρχές ή ο διορισμός από αυτές άνω του ημίσεος του αριθμού των μελών των διοικητικών οργάνων του εν λόγω οργανισμού. πληρούν επομένως τις τρεις σωρευτικές προϋποθέσεις που χαρακτηρίζουν έναν οργανισμό δημοσίου δικαίου κατά την έννοια της οδηγίας 93/37 και συνιστούν αναθέτουσα αρχή οι ανώνυμες εταιρίες κατοικιών χαμηλού ενοικίου οι οποίες ικανοποιούν ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα, έχουν νομική προσωπικότητα και η διαχείρισή τους υπόκειται σε έλεγχο των δημοσίων αρχών που επιτρέπει στις αρχές αυτές να επηρεάζουν τις αποφάσεις των εν λόγω εταιριών όσον αφορά τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων. ( βλ. σκέψεις 39-40, 44, 49, 59-60 )
ΣΤΕ 2865/1997
Παροχή υπηρεσιών υγειονομικής περιθάλψεως:Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, οι συμβάσεις αυτές έχουν χαρακτήρα διοικητικών συμβάσεων, οι δε διαφορές οι οποίες αναφύονται κατά την εκτέλεσή τους υπάγονται, εν όψει των οριζομένων στο άρθρο 1 παράγραφος 2 εδάφιο ι’ του Ν. 1406/1983 (Α’ 182), στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και, ειδικότερα στο διοικητικό Εφετείο της περιφέρειας όπου καταρτίσθηκε η σύμβαση (βλ. άρθρο 7 παράγραφος 3 του Ν. 1406/1983). Κατά συνέπεια υπάγονται στο οικείο διοικητικό εφετείο, ως διοικητικές διαφορές ουσίας αναφυόμενες κατά την εκτέλεση διοικητικής συμβάσεως, και οι διαφορές που γεννώνται από την προσβολή πράξεων, με τις οποίες επιβάλλονται εις βάρος ιατρών, συμβληθέντων με το Δημόσιο κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14 παράγραφος 1 του Β.Δ. 665/1962, οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 του Ν.Δ. 108/1973 για παραβάσεις όρων της συμβάσεως. ...Επειδή το υπό κρίση ένδικο βοήθημα στρέφεται κατά πράξεων με τις οποίες, κατ’επίκληση παραβάσεως όρου συμβάσεως συναφθείσης βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 1 του Β.Δ. 665/1962, επιβάλλεται στον συμβληθέντα με το Δημόσιο ιατρό η προβλεπόμενη στο άρθρο 4 παράγραφος 1 εδάφιο β’ υπεδάφιο αα’ του Ν.Δ.108/1973 διοικητική κύρωση της καταγγελίας της συμβάσεως για χρονικό διάστημα έξη μηνών. Κατά τα εκτεθέντα όμως στην προηγούμενη σκέψη, από την άσκηση του ενδίκου αυτού βοηθήματος γεννάται διοικητική διαφορά ουσίας, η οποία, λαμβανομένου υπ’όψη και του ότι, όπως προκύπτει από το φάκελο, η συνδέουσα εν προκειμένω τα μέρη σύμβαση έχει υπογραφεί στη ..., πρέπει να παραπεμφθεί προς εκδίκαση στο Διοικητικό Εφετείο ..., κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 34 του Ν. 1968/1991 (Α’ 150). Εν όψει δε των οριζομένων στην παράγραφο 2 του τελευταίου αυτού άρθρου, στο ανωτέρω Διοικητικό Εφετείο ανήκει να κρίνει και επί τυχόν τιθεμένων ζητημάτων παραδεκτού του παραπεμπόμενου ενώπιόν του ενδίκου βοηθήματος.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)244/2013
Πληρωμή εργασιών και ανταλλακτικών για τη συντήρηση και επισκευή οχημάτων του ως άνω Δήμου.(....)Με την εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 11 του ν.δ/τος 2396/1953 (ΦΕΚ Α΄ 117) Οικ.3373/390/20.3.1975 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως «Περί καθορισμού διαδικασίας επισκευής, συντηρήσεως, αγοράς ανταλλακτικών και προμηθείας καυσίμων και λιπαντικών κ.λπ. των αυτοκινήτων οχημάτων του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των εν γένει Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ. περί ων το άρθρ. 1 του Ν.Δ. 2396/53» (ΦΕΚ Β΄ 349), όπως τροποποιήθηκε με την Οικ.4993/745/24.4.1975 απόφαση του ίδιου Υπουργού (ΦΕΚ Β΄ 489), καθορίζεται, μεταξύ άλλων, η διαδικασία επισκευής και συντήρησης και προμήθειας ανταλλακτικών και ελαστικών για τα αυτοκίνητα οχήματα που ανήκουν στο Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) Ειδικότερα, για την προμήθεια των αναγκαίων ανταλλακτικών καθώς και την επισκευή και συντήρηση σε ιδιωτικό συνεργείο οχημάτων των Ο.Τ.Α., που εδρεύουν σε διοικητική περιφέρεια πλην της Περιοχής τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης (βλ. α.ν. 44/1936) και που δεν διαθέτουν συνεργείο επισκευής αυτοκινήτων, απαιτείται ως «ουσιώδες δικαιολογητικόν της πραγματοποιούμενης εκάστοτε δαπάνης» η έκδοση «δελτίου ή εντολής επιθεωρήσεως και επισκευής οχήματος» από το Γραφείο Κίνησης της αρμόδιας Νομαρχίας (και ήδη Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 3852/2010) ή, εφόσον έχει συγκροτηθεί, από το Γραφείο Κίνησης του ενδιαφερόμενου Ο.Τ.Α. Στην εν λόγω «εντολή» αναγράφονται, περιληπτικά, στοιχεία αναφερόμενα στο είδος της συντήρησης ή επισκευής, οι απαιτούμενες επισκευαστικές εργασίες και τα αναγκαία ανταλλακτικά. Αντίτυπο του εν λόγω «δελτίου ή εντολής», πρέπει να παραδίδεται στην αρμόδια Επιτροπή συντήρησης και επισκευής αυτοκινήτων οχημάτων της υπηρεσίας, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Δημάρχου και αποτελείται από υπαλλήλους του Δήμου, από τους οποίους ένας τουλάχιστον τεχνικός, εφόσον υπάρχει. Το έργο της ανωτέρω Επιτροπής, η οποία επιλαμβάνεται όλων των επισκευαστικών εργασιών, ανεξαρτήτως του ύψους της απαιτούμενης κατά περίπτωση δαπάνης, συνίσταται στην ανάθεση των εργασιών επισκευής ή συντήρησης σε ιδιωτικό συνεργείο, με βάση τις ενδείξεις του προαναφερθέντος «δελτίου». Εν συνεχεία, αυτές οι εργασίες και προμήθειες διενεργούνται βάσει των ισχυουσών διατάξεων περί ανάθεσης υπηρεσιών και προμηθειών αγαθών από τους Ο.Τ.Α. (βλ. πράξεις Ελ. Συν. VII Τμ. 95 και 96/2012, 78/2011, 83, 204 και 320/2010, 33/2009, 7/2007, Κλιμάκιο Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο VII Τμήμα 109/2013, 72/2012).
Β.Δ.598/1965
Περί εκτελέσεως του άρθρου 5 του Ν. 4448 του 1964 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας"
Ν.4700/2020- ΦΕΚ: 127/Α/29.6.2020 άρθρο 354 παρ.1: Από την έναρξη της ισχύος του Πρώτου Τμήματος του παρόντος καταργούνται: (α) το άρθρο 5 του ν. 4448/1964 (Α’ 253), (β) το β. δ. 598/1965 (Α’ 130), (γ) το άρθρο 2 του ν.δ. 442/1970 (Α’ 39), (δ) η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν.δ. 1141/1972 (Α’ 64), (ε) η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 368/1976 (Α’ 164), (στ) η παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 550/1977 (Α’ 57), (ζ) η παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 787/1978 (Α’ 101), (η) η παρ. 9 του άρθρου 3 του ν. 831/1978 (Α’ 207), (θ) η παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 1203/1981 (Α’ 249), (ι) το άρθρο 63 του π.δ. 774/1980 (Α’ 189), (ια) το άρθρο 38 του π.δ. 850/1980 (Α’ 211), (ιβ) το άρθρο 38 του π.δ. 167/2007 (Α’ 208), (ιγ) η παρ. 4 του άρθρου 107 και το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 112 του π.δ. 168/2007 (Α’ 209), (ιδ) η παρ. 4 του άρθρου 67 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).
-Ν.4700/2020- ΦΕΚ: 127/Α/29.6.2020 άρθρο 357:Οι διατάξεις του Πρώτου Τμήματος αρχίζουν να ισχύουν από το επόμενο δικαστικό έτος της έναρξης ισχύος του παρόντος. Το ίδιο ισχύει και για το Κεφάλαιο 55 σε ό,τι αφορά στη λειτουργία των σχηματισμών της Ολομέλειας και την εκδίκαση των υποθέσεων από τα Τμήματα, μετά την ανακατανομή των αρμοδιοτήτων τους.
ΕλΣυν/Τμ.6/28/2012
Μία προγραμματική σύμβαση, η οποία έχει συναφθεί μεταξύ νομικών προσώπων του εδαφίου υπό στοιχείο α της παραγράφου 1 του Ν. 3852/2010 και μίας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας του εδαφίου υπό στοιχείο β της ίδιας παραγράφου, δεν είναι νόμιμη όταν στην τελευταία έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικείμενου της συμβάσεως, διότι σε αυτήν την περίπτωση δεν συμμετέχει απλώς ως εκ τρίτου συμβαλλόμενη, αλλά ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του εδαφίου υπό στοιχείο α. (Ε.Σ. 2399/2009, Πράξεις VI Τμήματος 259/2007, 54/2008, 53/2008, 43/2008, 41/2008, 25/2008, 24/2008, 259/2007, 17/2006, 30/2005, Πράξεις VII Τμήματος 133/2008, 78/2008, 63/2008, 137/2007, 227/2006, 46/2005). Πρόδηλον καθίσταται ότι εάν ο αντισυμβαλλόμενος του Δήμου σύμφωνα με το εδάφιο υπό στοιχείο α της παραγράφου 1 του Ν. 3852/2010, δεν αναλαμβάνει ουσιαστικές υποχρεώσεις κατά την υλοποίηση του αντικειμένου της συμβάσεως, τότε περιορίζεται στο να δικαιολογήσει, κατά καταστρατήγηση των ως άνω διατάξεων, την παρουσία της συμμετέχουσας αναπτυξιακής εταιρείας, η οποία στην πραγματικότητα δρα ως κύριος και μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου (Πράξεις VII Τμήματος 133/2008, 63/2008).(…) Ο ειδικός προσδιορισμός του περιεχομένου της προγραμματικής συμβάσεως σκοπεί : α) στην εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων, υπηρεσιών και εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και τη διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, β) στη μη καταστρατήγηση της διατάξεως του άρθρου 265 παρ.3 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με την κατ’ ουσίαν επιχορήγηση από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, των αναπτυξιακών επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι.
ΔΕΚ/C-360/1996
Περίληψη 5 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, που ορίζει ότι «ως οργανισμός δημοσίου δικαίου νοείται κάθε οργανισμός που δημιουργείται για την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα», έχει την έννοια ότι ο νομοθέτης εισήγαγε διάκριση μεταξύ, αφενός, των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα και, αφετέρου, των αναγκών γενικού συμφέροντος που έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Η έννοια των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα καλύπτει και τις ανάγκες που εξυπηρετούνται ή θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν και από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πράγματι, το γεγονός ότι υπάρχει ανταγωνισμός δεν αρκεί για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένας οργανισμός ο οποίος χρηματοδοτείται ή ελέγχεται από το κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου να καθορίζει τη στάση του με βάση εκτιμήσεις μη οικονομικής φύσεως. Η ύπαρξη ανταγωνισμού δεν στερείται, ωστόσο, παντελώς σημασίας προκειμένου να κριθεί κατά πόσον μια ανάγκη γενικού συμφέροντος έχει μη βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Οι τελευταίες αυτές ανάγκες εξυπηρετούνται κατά κανόνα κατά τρόπο διαφορετικό από την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών στην αγορά. Πρόκειται κατά κανόνα για ανάγκες τις οποίες, για λόγους που άπτονται του γενικού συμφέροντος, επιλέγει να ικανοποιήσει το ίδιο το κράτος ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. Η αποκομιδή και η επεξεργασία των οικιακών απορριμμάτων μπορούν να θεωρηθούν ως συνιστώσες ανάγκη γενικού συμφέροντος. Επειδή ενδέχεται η ανάγκη αυτή να μη μπορεί να ικανοποιηθεί στον βαθμό που κρίνεται απαραίτητος για λόγους δημόσιας υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος μέσω υπηρεσιών αποκομιδής προσφερομένων εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στους ιδιώτες από ιδιωτικές επιχειρήσεις, η δραστηριότητα αυτή συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων ως προς τις οποίες το κράτος μπορεί να αποφασίσει ότι πρέπει να ασκούνται από δημόσιες αρχές ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. 6 Η εφαρμογή του άρθρου 6 της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, το οποίο ορίζει ότι «[η οδηγία] δεν εφαρμόζεται για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών με φορέα που αποτελεί ο ίδιος αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο ββ», εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις από τις οποίες απορρέει το αποκλειστικό δικαίωμα του οργανισμού συμβιβάζονται με τη Συνθήκη. Η προστασία των ανταγωνιστών των οργανισμών δημοσίου δικαίου εξασφαλίζεται από τα άρθρα 85 επ. της Συνθήκης. 7 Η ιδιότητα ενός οργανισμού ως οργανισμού δημοσίου δικαίου, στην οποία αναφέρεται το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν εξαρτάται από το τμήμα που αντιπροσωπεύει η εξυπηρέτηση αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα σε σχέση προς την όλη δραστηριότητα του εν λόγω οργανισμού. Είναι επίσης αδιάφορο το γεγονός ότι ένα χωριστό νομικό πρόσωπο το οποίο μετέχει στον ίδιο ενιαίο οικονομικό όμιλο με τον οργανισμό αυτόν ασκεί εμπορικές δραστηριότητες. 8 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι η ύπαρξη ή η απουσία αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα εκτιμώνται αντικειμενικά, η δε νομική μορφή των διατάξεων στις οποίες διατυπώνονται οι ανάγκες αυτές δεν έχει, ως προς το ζήτημα αυτό, σημασία.
C-44/1996
Περίληψη 4 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, προβλέπει, στο πρώτο εδάφιο, ότι ως αναθέτουσες αρχές νοούνται, μεταξύ άλλων, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου και, στο δεύτερο εδάφιο, ότι ως οργανισμός δημοσίου δικαίου νοείται κάθε οργανισμός που δημιουργήθηκε ειδικά για να ικανοποιήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα, έχει νομική προσωπικότητα και εξαρτάται άμεσα από το κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Πρέπει να θεωρηθεί ως οργανισμός δημοσίου δικαίου και, κατά συνέπεια, ως αναθέτουσα αρχή, υπό την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων, μια μονάδα όπως η Φsterreichische Staatsdruckerei (Εθνικό Τυπογραφείο της Αυστρίας, στο εξής: ΦS), στο μέτρο που - τα έγγραφα, την παραγωγή των οποίων πρέπει να εξασφαλίζει η ΦS, συνδέονται στενά με τη δημόσια τάξη και τη λειτουργία των κρατικών θεσμών, οι οποίες πρϋποθέτουν την παροχή εγγυήσεως όσον αφορά τον εφοδιασμό και συνθήκες παραγωγής που διασφαλίζουν την τήρηση των προδιαγραφών απορρήτου και ασφαλείας, διευκρινιζομένου, συναφώς, ότι η προϋπόθεση κατά την οποία ο οργανισμός πρέπει να έχει δημιουργηθεί «ειδικά» για να ικανοποιήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα δεν σημαίνει ότι ο οργανισμός αυτός είναι αποκλειστικά, ή έστω κατά κύριο λόγο, επιφορτισμένος με την ικανοποίηση των αναγκών αυτών• - η ΦS έχει νομική προσωπικότητα• - ο γενικός διευθυντής της ΦS διορίζεται από όργανο συγκείμενο κατά πλειοψηφία από μέλη διοριζόμενα από την Ομοσπονδιακή Καγκελαρία ή διάφορα υπουργεία, η ΦS υπόκειται στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, την πλειοψηφία των μετοχών της διατηρεί το Αυστριακό Δημόσιο και μία υπηρεσία κρατικού ελέγχου είναι επιφορτισμένη με την εποπτεία των εντύπων που υπόκεινται σε καθεστώς ασφαλείας. Όσον αφορά τις συμβάσεις έργων που συνάπτει η μονάδα αυτή, πρέπει να θεωρηθούν ως συμβάσεις δημοσίων έργων υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο αα, της οδηγίας, ανεξαρτήτως της φύσεώς τους και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το σχετικό τμήμα, μικρότερο ή μεγαλύτερο, της δραστηριότητας που ασκείται προκειμένου να ικανοποιηθούν ανάγκες που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. 5 Μια επιχείρηση η οποία ασκεί εμπορικές δραστηριότητες και της οποίας την πλειοψηφία των εταιρικών μεριδίων ή μετοχών διατηρεί η αναθέτουσα αρχή, υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο ββ, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 93/37, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως οργανισμός δημοσίου δικαίου υπό την έννοια του δευτέρου εδαφίου της προπαρατεθείσας διατάξεως - κατά το οποίο πρέπει να πρόκειται για οργανισμό που δημιουργήθηκε ειδικά για να ικανοποιήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα - και, κατά συνέπεια, ως αναθέτουσα αρχή, για τον λόγο και μόνον ότι η επιχείρηση αυτή ιδρύθηκε από την αναθέτουσα αρχή ή η αναθέτουσα αρχή της μεταφέρει κονδύλια προερχόμενα από δραστηριότητες τις οποίες ασκεί προκειμένου να ικανοποιήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Άλλωστε, μια σύμβαση δημοσίων έργων δεν υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας εφόσον αφορά σχέδιο το οποίο, εξ αρχής, εμπίπτει, στο σύνολό του, στο αντικείμενο της επιχειρήσεως η οποία δεν αποτελεί αναθέτουσα αρχή και οι συμβάσεις έργων σχετικά με το σχέδιο αυτό δεν συνήφθησαν από αναθέτουσα αρχή για λογαριασμό της επιχειρήσεως αυτής. 6 Δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 2081/93, για την τροποποίηση του κανονισμού 2052/88, οι ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία ή από την Ευρωπαϋκή Τράπεζα Επενδύσεων ή από άλλο υφιστάμενο χρηματοδοτικό όργανο πρέπει να συμφωνούν με τις διατάξεις των Συνθηκών και των πράξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτών, καθώς και με τις κοινοτικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν τους κανόνες ανταγωνισμού, την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και την εφαρμογή της αρχής της ισότητας ευκαιριών ανδρών και γυναικών. Συναφώς, η προϋπόθεση της συμβατότητας των μελετωμένων ενεργειών προς το κοινοτικό δίκαιο υποδηλώνει ότι οι ενέργειες αυτές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής που ορίζει η σχετική κοινοτική νομοθεσία. Επομένως, η προπαρατεθείσα διάταξη έχει την έννοια ότι η κοινοτική χρηματοδότηση σχεδίου έργων δεν υπόκειται στην τήρηση από τους αποδέκτες της εν λόγω χρηματοδοτήσεως των διαδικασιών προσφυγής υπό την έννοια της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, αν δεν είναι οι ίδιοι αναθέτουσες αρχές υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο ββ, της οδηγίας 93/37, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων.
ΝΣΚ/43/2024
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ-ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ: Ερωτάται : α) εάν ορθά ο e-ΕΦΚΑ, συμμορφούμενος με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 4529/2018, συνεχίζει να εφαρμόζει τις διατάξεις περί συνεχιζόμενης θεραπείας που προβλέπονταν από τις καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων κλάδων, τομέων και λογαριασμών υγείας και συγκεκριμένα τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 31 του α.ν. 1846/1951 για το τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 7 του ν.δ. 1390/1973 για τον τ. ΟΓΑ και τις διατάξεις του εδαφ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 24 του π.δ. 554/1977, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 του π.δ. 276/1982 για το τ. ΤΑΥΤΕΚΩ, ή εάν οι συγκεκριμένες διατάξεις έχουν πάψει να ισχύουν από την 01-03-2019, ήτοι από την έναρξη ισχύος της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 4529/2018, και σε περίπτωση που οι διατάξεις περί συνεχιζόμενης θεραπείας εξακολουθούν να ισχύουν, ερωτάται, β) εάν η αιτούσα είναι δικαιούχος συνεχιζόμενης θεραπείας από ίδιο δικαίωμα λόγω της ασφαλιστικής ικανότητας που της είχε χορηγηθεί από 01-03-2016 έως 28-02-2017, βάσει ημερών εργασίας που είχε η ίδια πραγματοποιήσει, όταν κατά το χρόνο που επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος, την 16-10-2017, ήταν στην πραγματικότητα έμμεσα ασφαλισμένη στο σύζυγό της (δηλ. από 03-03-2017 έως 28-02-2018), γ) εάν το τέκνο της, που πάσχει εκ γενετής από μακροχρόνια ασθένεια και φέρει ποσοστό αναπηρίας 67%, μπορεί να συνεχίζει να έλκει το δικαίωμα από το πρωτότυπο δικαίωμα της μητέρας του, δ) εάν ο e-ΕΦΚΑ είναι υποχρεωμένος κοινωνικοασφαλιστικά σε τέτοιες περιπτώσεις να αναζητεί αυτεπαγγέλτως το φυσικό πατέρα του τέκνου, με δεδομένο ότι αυτός δύναται ενδεχομένως να διαθέτει ενεργή ασφαλιστική ικανότητα και ε) εάν τέκνο με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, σύμφωνα με το εδάφιο στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4529/2018, δύναται να θεωρηθεί μέλος οικογένειας του αδελφού άμεσα ασφαλισμένου στον e-ΕΦΚΑ όταν δεν συμβιώνει με τον αδελφό του και ο τελευταίος δεν έχει επωμιστεί το βάρος της συντήρησής του και με δεδομένο ότι οι φυσικοί γονείς ή ο πατριός είναι εν ζωή και δεν διαθέτουν ασφαλιστική ικανότητα ή έχουν εγκαταλείψει το τέκνο για διάφορους λόγους. (...) Μετά την έναρξη ισχύος του άρθρου 23 του ν. 4529/2018 έχουν πάψει να ισχύουν οι διατάξεις περί συνεχιζόμενης θεραπείας (της παραγράφου 3 του άρθρου 31 του α.ν. 1846/1951 για το τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, της παραγράφου 6 του άρθρου 7 του ν.δ. 1390/1973 για τον τ. ΟΓΑ και της παρ. 1 εδαφ. β΄ του άρθρου 24 του π.δ. 554/1977, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 του π.δ. 276/1982 για το τ. ΤΑΥΤΕΚΩ). Όμως σε περίπτωση που άμεσα ή έμμεσα ασφαλισμένος είχε ενταχθεί πριν την έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού, δυνάμει των ως άνω, ειδικών διατάξεων, σε καθεστώς συνεχιζόμενης θεραπείας, αυτή δεν διακόπτεται, εφόσον με αποφάσεις – γνωματεύσεις των αρμοδίων Υγειονομικών Επιτροπών και ήδη του ΚΕ.Π.Α. εξακολουθεί να υφίσταται η ιατρική αναπηρία για την οποία χορηγήθηκε η παροχή της συνεχιζόμενης θεραπείας. Τέκνο χωρίς ασφαλιστική ικανότητα δικαιούται να ασφαλισθεί στον ασφαλιστικό φορέα του φυσικού πατέρα του, εφόσον, βεβαίως, αυτός διαθέτει ενεργή ασφαλιστική ικανότητα, όμως, απαιτείται, προς τούτο, η υποβολή στον e-ΕΦΚΑ σχετικής αίτησης του ιδίου του πατέρα του, και πάντως ο ΕΦΚΑ δεν υποχρεούται να αναζητεί αυτεπαγγέλτως τον φυσικό πατέρα του τέκνου, καθώς κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις. Στην περίπτωση, κατά την οποία το τέκνο με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω δεν συμβιώνει με τον αδελφό του και ο τελευταίος δεν έχει επωμιστεί το βάρος της συντήρησής του, αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μέλος της οικογένειας του άμεσα ασφαλισμένου αδελφού του και να αποκτήσει έτσι ασφαλιστική ικανότητα για υγειονομική περίθαλψη (ομόφωνα).
ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε.)/109/2013
Προμήθεια ελαστικών για τη συντήρηση και επισκευή δημοτικών οχημάτων και μηχανημάτων του ως άνω Δήμου»(…) Με την εκδοθείσα κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 11 του ν.δ/τος 2396/1953 (ΦΕΚ Α΄ 117) Οικ.3373/390/20.3.1975 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως «Περί καθορισμού διαδικασίας επισκευής, συντηρήσεως, αγοράς ανταλλακτικών και προμηθείας καυσίμων και λιπαντικών κ.λπ. των αυτοκινήτων οχημάτων του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των εν γένει Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ. περί ων το άρθρ. 1 του Ν.Δ. 2396/53» (ΦΕΚ Β΄ 349), όπως τροποποιήθηκε με την Οικ.4993/745/24.4.1975 απόφαση του ίδιου Υπουργού (ΦΕΚ Β΄ 489), καθορίζεται, μεταξύ άλλων, η διαδικασία επισκευής και συντήρησης και προμήθειας ανταλλακτικών και ελαστικών για τα αυτοκίνητα οχήματα που ανήκουν στο Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) Ειδικότερα, για την προμήθεια των αναγκαίων ανταλλακτικών καθώς και την επισκευή και συντήρηση σε ιδιωτικό συνεργείο οχημάτων των Ο.Τ.Α., που εδρεύουν σε διοικητική περιφέρεια πλην της Περιοχής τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης (βλ. α.ν. 44/1936) και που δεν διαθέτουν συνεργείο επισκευής αυτοκινήτων, απαιτείται ως «ουσιώδες δικαιολογητικόν της πραγματοποιούμενης εκάστοτε δαπάνης» η έκδοση «δελτίου ή εντολής επιθεωρήσεως και επισκευής οχήματος» από το Γραφείο Κίνησης της αρμόδιας Νομαρχίας (και ήδη Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 3852/2010) ή, εφόσον έχει συγκροτηθεί, από το Γραφείο Κίνησης του ενδιαφερόμενου Ο.Τ.Α. Στην εν λόγω «εντολή» αναγράφονται, περιληπτικά, στοιχεία αναφερόμενα στο είδος της συντήρησης ή επισκευής, οι απαιτούμενες επισκευαστικές εργασίες και τα αναγκαία ανταλλακτικά. Αντίτυπο του εν λόγω «δελτίου ή εντολής», πρέπει να παραδίδεται στην αρμόδια Επιτροπή συντήρησης και επισκευής αυτοκινήτων οχημάτων της υπηρεσίας, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Δημάρχου και αποτελείται από υπαλλήλους του Δήμου, από τους οποίους ένας τουλάχιστον τεχνικός, εφόσον υπάρχει. Το έργο της ανωτέρω Επιτροπής, η οποία επιλαμβάνεται όλων των επισκευαστικών εργασιών, ανεξαρτήτως του ύψους της απαιτούμενης κατά περίπτωση δαπάνης, συνίσταται στην ανάθεση των εργασιών επισκευής ή συντήρησης σε ιδιωτικό συνεργείο, με βάση τις ενδείξεις του προαναφερθέντος «δελτίου». Εν συνεχεία, αυτές οι εργασίες και προμήθειες διενεργούνται βάσει των ισχυουσών διατάξεων περί ανάθεσης υπηρεσιών και προμηθειών αγαθών από τους Ο.Τ.Α. (βλ. πράξ. VII Τμ. Ελ.Συν. 95 και 96/2012, 78/2011, 83, 204 και 320/2010, 33/2009, 7/2007, πράξ. Κλ. Προλ. Ελ. στο VII Τμ. 72/2012 και πρακτικά IV Τμ. της 22ης Συν/8.7.2002,).(…) Στην προκειμένη περίπτωση, από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την 414/1.10.2012 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ...... αποφασίστηκε η διενέργεια προμήθειας ελαστικών για τις ανάγκες των οχημάτων- μηχανημάτων του Δήμου, προϋπολογισμού 65.003,04 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. Ακολούθως, με την 898/10.10.2012 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής εγκρίθηκαν οι τεχνικές προδιαγραφές για την προμήθεια ελαστικών, σύμφωνα με την 21/2012 μελέτη του Γραφείου Προμηθειών και καθορίστηκαν οι όροι της διακήρυξης για τη διενέργεια πρόχειρου μειοδοτικού διαγωνισμού με κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή. Κατά την ημερομηνία του διαγωνισμού (14.11.2012) υπέβαλε προσφορά μόνο ο ......, ο οποίος αναδείχθηκε ανάδοχος με την 1044/20.11.2012 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής. Σε εκτέλεση της τελευταίας αυτής απόφασης υπεγράφη μεταξύ του Δήμου ...... και του αναδόχου η 70408/4.12.2012 σύμβαση, ποσού 62.653,74 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. Για την πληρωμή μέρους της δαπάνης που αφορούσε στην αμοιβή του προμηθευτή και κατόπιν της οριστικής παραλαβής των προμηθειών (βλ. σχετικά τα επισυναπτόμενα πρωτόκολλα παραλαβής με ημερομηνίες 10.12.2012, 11.12.2012, 12.12.2012, 17.12.2012, 18.12.2012, 19.12.2012 και 20.12.2012), εκδόθηκε από το Δήμο ......, με βάση τα 102,104,105/10.12.2012, 106,107,108/11.12.2012, 109/12.12.2012, 112,113/17.12.2012, 114,115,116/18.12.2012, 117/19.12.2012 και 120/20.12.2012 δελτία αποστολής- τιμολόγια, το 33, οικονομικού έτους 2013, χρηματικό ένταλμα πληρωμής. (…)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη, κατά το βασίμως προβαλλόμενο από την αναπληρώτρια Επίτροπο λόγο, είναι μη νόμιμη, διότι η ανάθεση της προμήθειας των ελαστικών των ανωτέρω οχημάτων και μηχανημάτων του Δήμου έγινε από αναρμόδιο όργανο, ήτοι την Οικονομική Επιτροπή του Δήμου ...... και όχι από την Επιτροπή συντήρησης και επισκευής αυτοκινήτων οχημάτων του Δήμου, μόνη κατά νόμο αρμόδια για την ανάθεση των ανωτέρω εργασιών και μάλιστα ανεξαρτήτως του ύψους της απαιτούμενης κατά περίπτωση δαπάνης. Ο δε ισχυρισμός του Δήμου ότι πρόκειται για προγραμματισμένη προμήθεια ελαστικών και όχι για επισκευή και συντήρηση των οχημάτων σε εξωτερικά συνεργεία, ουδεμία ασκεί επιρροή στην αρμοδιότητα του οργάνου που διενεργεί την εν λόγω προμήθεια, καθόσον εν προκειμένω το κρίσιμο είναι