Ν.2703/1999
Τύπος: Νόμοι και Διατάγματα
Αναπροσαρμογή συντάξεων συνταξιούχων μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι., Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., γιατρών Ε.Σ.Υ. και διπλωματικών υπαλλήλων, ρύθμιση συνταξιοδοτικών θεμάτων και άλλες διατάξεις. Διόρθ.σφαλμ. στο ΦΕΚ Α 194/1999.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Ν.2592/1998
Αναπροσαρμογή συντάξεων πολιτικών συνταξιούχων του Δημοσίου,ρύθμιση συνταξιοδοτικών θεμάτων και άλλες διατάξεις.
ΕλΣυν.Τμ.1/790/2016
Κατόπιν αυτών και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας, εφόσον ο εκκαλών, ο οποίος διορίσθηκε στις 22.12.1987 και έχει ανήλικο τέκνο (με ημερομηνία γέννησης: 25.7.2001), συμπληρώνει μέχρι 31.12.2010 εικοσιπενταετή συντάξιμη υπηρεσία με τον συνυπολογισμό ως συντάξιμου τόσο του χρόνου ασφάλισής του στο Ι.Κ.Α. κατά τις διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης, όσο και ολόκληρου του χρόνου της στρατιωτικής του θητείας (από 3.12.1984 έως 11.10.1986, ήτοι ένα έτος δέκα μήνες και επτά ημέρες) με την καταβολή των αναλογουσών εισφορών κατά τις διατάξεις των άρθρων 17 και 20 του ν. 2084/1992, θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι την ημερομηνία αυτή (31.12.2010) και δικαιούται, συνακόλουθα, σύνταξη με τη συμπλήρωση του 50ου έτους της ηλικίας του, ήτοι από 7.7.2015, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 56 παρ. 1 β΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, όπως αυτό ίσχυε πριν αντικατασταθεί από 1.1.2011 με το άρθρο 6 παρ. 2 β΄ του ν. 3865/2010..(..)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει, κατά παραδοχή της ένδικης έφεσης, να ακυρωθεί και να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο V σκέψη, στην αρμόδια Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Μελών Α.Ε.Ι. και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών, Τμήμα Α΄, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους..
ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)156/2015
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:Μη νόμιμη η καταβολή συνολικού ποσού 4.090,24 ευρώ από Πανεπιστήμιο σε διδάσκοντες, ως αποδοχών τους μηνός Μαρτίου 2015, χρονικό διάστημα κατά το οποίο απασχολήθηκαν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου στο Τμήμα Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου, βάσει της διάταξης του άρθρου 5 του π.δ. 407/1980 (ΦΕΚ Α΄ 112), καθόσον αυτοί δεν έχουν την ιδιότητα μέλους του Δ.Ε.Π. άλλου Α.Ε.Ι. της χώρας ή μέλους του Εκπαιδευτικού Προσωπικού των Τ.Ε.Ι., όπως ρητώς απαιτείται από τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 εδ. δ΄ του ν. 1674/1986 και συνεπώς μη νομίμως τους ανατέθηκε η άσκηση διδακτικού έργου στο προαναφερόμενο Τμήμα του Πανεπιστημίου, το οποίο δεν είναι νεοσύστατο, αντιθέτως, έχει παρέλθει από την ίδρυσή του ικανό χρονικό διάστημα, το οποίο θα επέτρεπε, κατά την κοινή πείρα, στο Πανεπιστήμιο να ακολουθήσει τις συνήθεις διαδικασίες διορισμού μελών του ακαδημαϊκού και ερευνητικού τους προσωπικού.(ΣΥΓΓΝΩΣΤΗ ΠΛΑΝΗ)
ΕΣ/ΤΜ.2/1799/2019
ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ-ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΑ ΚΛΙΜΑΚΙΑ:Με την κρινόμενη έφεση, ο εκκαλών, πρώην υπάλληλος σε δημόσιο νοσηλευτικό ίδρυμα και ήδη πολιτικός συνταξιούχος του Δημοσίου, ζητεί α) τη μεταρρύθμιση της εκδοθείσας από το Διευθυντή της 43ης Διεύθυνσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) .../14.7.2009 πράξης συνταξιοδότησής του και β) την ακύρωση της .../8.12.2009 απόφασης της Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων του Γ.Λ.Κ. που απέρριψε την ένστασή του κατά της ανωτέρω συνταξιοδοτικής πράξης, επιδιώκοντας ώστε η κανονισθείσα, με βάση το βασικό μισθό του 5ου μισθολογικού κλιμακίου (Μ.Κ.) της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (Π.Ε.) του ν.3205/2003, σύνταξή του να επανυπολογισθεί με βάση το 3ο Μ.Κ. της κατηγορίας Π.Ε., με συνυπολογισμό και χρόνου πέντε (5) ετών που είχε ληφθεί υπόψη ως προσόν διορισμού του.(...)Ως εκ τούτου, σε κάθε περίπτωση, και αληθούς υποτιθέμενου κατά την πραγματική του βάση του ως άνω λόγου έφεσης, ενδεχόμενη εσφαλμένη εφαρμογή των κρίσιμων εν προκειμένω διατάξεων σε άλλες περιπτώσεις συνταξιούχων μόνον την προσβολή των σχετικών συνταξιοδοτικών πράξεων ως μη νόμιμων και ενδεχομένως την ακύρωσή τους δικαιολογεί και δεν επιτρέπει την επανάληψη της παρανομίας, αφού δεν νοείται ισότητα στην παρανομία. Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.
ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜ/1145/2023
ΜΕΙΩΣΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: Συνακόλουθα, για λόγους ισότητας των διαδίκων και ίσου μέτρου κρίσης όμοιων ή παρεμφερών υποθέσεων, το Δικαστήριο οφείλει να συμπεριλάβει στην κρίση του όλα τα ανωτέρω και να μην μεταβάλει τη νομολογία του θέτοντας νέα κριτήρια. Ενόψει αυτών και τα ισχύοντα κατά τον χρόνο δημοσίευσης του ν. 4093/2012, οι συγκεκριμένες μειώσεις των αποδοχών των μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι., που επήλθαν με τον νόμο αυτό αποκλειστικά με βάση το αμιγώς αριθμητικό κριτήριο και χωρίς να προκύπτει, από συγκεκριμένα στοιχεία, ότι ελήφθη υπόψη η εκ του άρθρου 16 παρ. 6 εδ. β΄ αναγνώριση του δημοσίου λειτουργήματος που αυτά επιτελούν, και, ακολούθως, οι με βάση αυτές μειώσεις των συντάξεων του προσωπικού αυτού, συνυπολογιζόμενες με τις υπόλοιπες μειώσεις που, κατά τα ανωτέρω, επιβλήθηκαν διαδοχικά στις αποδοχές του εν λόγω προσωπικού, καθώς και τα βάρη που έχουν επιβληθεί στους συνταξιούχους του Δημοσίου (περικοπές συντάξεων, πλήρης κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας) και τις αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις, υπερβαίνουν, λόγω του σωρευτικού τους αποτελέσματος και της έκτασής τους, το όριο που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη και παραβιάζουν την κατ’ άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος, υποχρέωση των πολιτών για εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, δεδομένης, εξάλλου, και της αδυναμίας προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και είσπραξης των ληξιπροθέσμων φορολογικών οφειλών που απετέλεσαν, κατά τα προεκτεθέντα, έναν από τους λόγους για τους οποίους κρίθηκαν και πάλι αναγκαίες, μεταξύ άλλων, οι επίμαχες μειώσεις στις αποδοχές των μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι. (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 479/2018, ΣτΕ 1198/2017). Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της περίπτωσης 18 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των εν ενεργεία μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι., κατ’ επέκταση δε και οι συντάξιμες αποδοχές των συνταξιούχων πρώην μελών του, αντίκεινται προς τις συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5, 16 παρ. 6 εδ. β΄ και 25 παρ. 1δ και 4 και καθίστανται, ως εκ τούτου ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες. H γνώμη, όμως, αυτή δεν κράτησε.(..) Με το άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ [«Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της περιουσίας του. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί την περιουσία του παρά μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους όρους που προβλέπουν ο νόμος και οι γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου»], που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, υπερνομοθετική ισχύ, κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας κάθε προσώπου, την οποία μπορεί να στερηθεί μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας, τηρουμένων των συνταγματικών αρχών της ισότητας συμμετοχής στα δημόσια βάρη (άρθρ. 4 παρ. 5) και της αναλογικότητας (άρθρ. 25 παρ. 1). Στην έννοια της περιουσίας περιλαμβάνονται όχι μόνον τα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα περιουσιακής φύσης δικαιώματα και τα κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, ήτοι και απαιτήσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου είτε αναγνωρισμένες με δικαστική ή διαιτητική απόφαση είτε απλώς γεγενημένες κατά το εθνικό δίκαιο, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία ότι μπορούν, σε περίπτωση αρνήσεως, να ικανοποιηθούν δικαστικώς. Τέτοιες είναι και οι απαιτήσεις για σύνταξη και για κοινωνικοασφαλιστικές εν γένει παροχές. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται, επίσης, ότι η διατήρηση στο διηνεκές των απονεμηθεισών ήδη συντάξεων στο ίδιο ύψος δεν αποτελεί μεν δικαίωμα που εμπίπτει στην έννοια της προστατευόμενης από τις ως άνω διατάξεις περιουσίας, ώστε η μειωτική μεταβολή αυτών για το μέλλον να στοιχειοθετεί παραβίαση αυτών (διατάξεων) πλην, η αναγνωρισμένη από το υφιστάμενο δίκαιο αξίωση του συνταξιούχου για καταβολή της νομίμως κανονισθείσας συντάξεώς του, που έχει γεννηθεί και, δυναμένη να επιδιωχθεί δικαστικά, αποτελεί στοιχείο της περιουσίας αυτού, δεν επιτρέπεται να καταργηθεί ή αποσβεστεί ή περιοριστεί με αναδρομική ουσιαστική νομοθετική ρύθμιση, παρά μόνο στην περίπτωση που συντρέχουν πράγματι λόγοι επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν την κατάργηση ή τον περιορισμό της, τηρουμένης πάντοτε μίας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και των επιταγών της προάσπισης του περιουσιακού δικαιώματος (ΕλΣυν Ολ. 1854/2019, 1506/2016, 4327/2014, 1517/2011, 2028/2004 κ.ά.). (..) Κατ’ ακολουθίαν των ως άνω παραδοχών, οι διατάξεις της περιπτώσεως 18 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, σύμφωνα με τις οποίες η μειωτική αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των ΑΕΙ ανατρέχει στην 1η.8.2012, σε χρόνο, δηλαδή, πριν από τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (12.11.2012), ειδικώς ως προς την αναδρομική τους ισχύ πάσχουν εκ του ότι αντίκεινται στο άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο διότι, ενώ πρόκειται για στέρηση γεγενημένου περιουσιακής φύσης δικαιώματος, ήτοι συνταξιοδοτικής παροχής συγκεκριμένου ποσού το οποίο έχει νομίμως καταβληθεί, δεν προκύπτει ότι το αναδρομικό της μείωσης υπαγορεύθηκε από ειδικούς και επιτακτικούς λόγους δημόσιας ωφέλειας ούτε τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και προσφορότητα της αναδρομικότητας για την επίτευξη του συνολικώς επιδιωκόμενου με τον ν. 4093/2012 σκοπού δημοσίου συμφέροντος (ΕλΣυν Ολ. 4327/2014, 7412/2015, 1506/2016, 1854/2019, 738/2020, 2070/2020). Καθ’ ο μέρος, επομένως, η ισχύς τους ανατρέχει σε χρόνο προγενέστερο της δημοσιεύσεως του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι επίμαχες διατάξεις, οι οποίες είχαν ως συνέπεια να εκδοθεί σε βάρος τής εκκαλούσης η προαναφερθείσα από 4.2.2013 απόφαση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία υποχρεούται στην επιστροφή, σε έξι μηνιαίες δόσεις, του ποσού των 381,65 ευρώ από τις ήδη καταβληθείσες σε αυτήν συντάξεις, παρίστανται ανίσχυρες.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/2020/2020
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ-ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Για να αποφανθεί επί των προδικαστικών ερωτημάτων που αφορούν στην αντίθεση των άρθρων 4 παρ. 1, 6 παρ. 1 και 4, 7, 8, 13, 14 και 15 του ν. 4387/2016 περί υπαγωγής των δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών στην ασφάλιση του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και υπολογισμού των συνταξιοδοτικών αποδοχών τους, σε υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις(...)Η Ολομέλεια θεωρεί ότι, υπό την επιφύλαξη των αναφερόμενων στη σκέψη 91, η συνταγματικότητα του συνταξιοδοτικού καθεστώτος των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων που καθορίζεται στον ν. 4387/2016 όπως τροποποιήθηκε, πρέπει να κριθεί χωρίς σύγκριση με το καθεστώς ετέρων συνταξιοδοτουμένων. Αν το νέο αυτό καθεστώς, αυτοτελώς εξεταζόμενο, ανταποκρίνεται στις ειδικές απαιτήσεις του Συντάγματος όπως προσδιορίσθηκαν ανωτέρω, ήτοι οικοδομείται επί της ιδέας της θεσμικής εγγύησης, διαρρυθμίζοντας τη σύνταξη των ανωτέρω ως συνέχεια του μισθού τους με τήρηση της εύλογης αναλογίας, με το Δημόσιο συγχρόνως, ανεξαρτήτως των οποιωνδήποτε τεχνικής φύσεως ρυθμίσεων, να παραμένει βαρυνόμενο με την υποχρέωση καταβολής της σύνταξης αυτής, τότε το εν λόγω καθεστώς, ακόμη και αν καταλήγει να παρέχει ομοίου επιπέδου συντάξεις με αυτές άλλων καθεστώτων, δεν εγείρει προβλήματα συνταγματικότητας.(...)το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι με τις ρυθμίσεις του ν. 4670/2020 που αναφέρονται στις σκέψεις αυτές, στις οποίες, ως εκ των επεξηγήσεων που τις συνοδεύουν, πρέπει να αποδοθεί γνησίως ερμηνευτικός χαρακτήρας προσδίδων σε αυτές αναδρομικότητα, ο νομοθέτης επιχείρησε να ευθυγραμμίσει τις ρυθμίσεις του ν. 4387/2016 στις εκ του Συντάγματος ιδιαίτερες απαιτήσεις, ως αυτές αποτυπώνονται ιδίως στη συναφή νομολογία του Δικαστηρίου, αναφορικά με το ιδιαίτερο συνταξιοδοτικό καθεστώς των δημοσίων λειτουργών, υπαλλήλων και στρατιωτικών (σκέψεις 42, 43, 52, 72, 75, 78, 82 της παρούσας). Εν όψει τούτων και υπό την επιφύλαξη όσων εκτίθενται στη συνέχεια, η Ολομέλεια θεωρεί δεδομένο ότι και στην ισχύουσα πλέον νομοθεσία αναγνωρίζεται η ύπαρξη ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος της ανωτέρω κατηγορίας συνταξιούχων, ότι το καθεστώς αυτό εντάσσεται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης για λόγους βιωσιμότητας του συστήματος και λογιστικής διαχείρισης και ότι η σύνταξη που καταβάλλεται στους ανωτέρω είναι συνέχεια του μισθού τους και όχι αναπλήρωση των αποδοχών ενεργείας.(...)Με βάση τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η Ολομέλεια, έχοντας ανωτέρω εκθέσει το σύνολο των κανόνων που διέπουν τα επίδικα ζητήματα, κρίνει, ότι δεν πρέπει αυτή να δώσει τη συγκεκριμένη λύση στην έφεση που παραπέμφθηκε ενώπιόν της, αλλά πρέπει να αναπεμφθεί η υπόθεση στο Τμήμα προκειμένου αυτό προς οριστική εκδίκαση της εφέσεως, αφού διαπιστώσει, πρώτον, το ύψος των αποδοχών ενέργειας της εκκαλούσας κατά τον χρόνο της συνταξιοδότησής της, δεύτερον, τη σύνταξη που κανονίσθηκε σε αυτήν, και, τρίτον, το εύρος της απόστασης μεταξύ μισθού ενέργειας και σύνταξης ως αριθμητικό ποσοστό, να κρίνει στη συνέχεια, σεβόμενο την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών, ήτοι ασκώντας οριακό έλεγχο, αν καταδήλως, εν όψει του συνόλου των αντικειμενικών δεδομένων που επιτρέπεται να σταθμισθούν σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά, η αναλογία μισθού ενέργειας και σύνταξης δεν κρίνεται εύλογη.(...)Το Δικαστήριο αποφαίνεται: (i) Επί του ερωτήματος αν η ίδρυση Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και η ανάληψη από αυτόν σύμφωνα με τον ν. 4387/2016, όπως τροποποιήθηκε, της υποχρέωσης καταβολής των συντάξεων στους δημοσίους λειτουργούς και υπαλλήλους παραβιάζει το Σύνταγμα, η κρίση του Δικαστηρίου είναι, για τους λόγους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 138 έως 141 της παρούσας, ότι δεν υφίσταται ζήτημα αντισυνταγματικότητας των σχετικών ρυθμίσεων. (ii) Επί του ερωτήματος αν με τον τρόπο χρηματοδότησης, ορισμού και υπολογισμού των συντάξεων των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, όπως ορίσθηκαν στον ν. 4387/2016 όπως τροποποιήθηκε, παραβιάζεται το Σύνταγμα ή υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, η κρίση του Δικαστηρίου είναι ότι, εφόσον η σύνταξη που προκύπτει ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εύλογης αναλογίας όπως προσδιορίσθηκε στις σκέψεις 145 έως 152 της παρούσας, δεν τίθεται ζήτημα αντίθεσης των οικείων νομοθετικών ρυθμίσεων στο Σύνταγμα ή σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/220/2015 (Γ΄ΔΙΑΚΟΠΩΝ)
ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως ανατέθηκε στις δύο φερόμενες ως δικαιούχους .....και ..... η άσκηση διδακτικού έργου στο Τμήμα Αρχιτεκτονικής της Πολυτεχνικής Σχολής του ....., με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του π.δ/τος 407/1980, για το εαρινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2014 – 2015, προεχόντως διότι αυτές δεν φέρουν την ιδιότητα μέλους του Δ.Ε.Π. άλλου Α.Ε.Ι. της χώρας ή μέλους του Εκπαιδευτικού Προσωπικού των Τ.Ε.Ι., όπως ρητώς απαιτείται από τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 εδ. δ΄ του ν. 1674/1986 για την ανάθεση διδακτικού έργου σε μη νεοϊδρυθέν Πανεπιστήμιο, όπως είναι το ….(ιδρύθηκε ως …… με το άρθρο 1 του ν.3341/1927 και μετονομάστηκε σε ….με το άρθρο 7 του ν. 3108/1954) και σε μη νεοσύστατο Τμήμα, όπως είναι το Τμήμα Αρχιτεκτονικής της Πολυτεχνικής Σχολής του ....., που ιδρύθηκε με το ν.δ. 3422/1955 (ΦΕΚ Α΄ 281). Άλλωστε, από την ίδρυση και έναρξη λειτουργίας του, ήτοι από το ακαδημαϊκό έτος 1956-1957, έχει παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα, το οποίο θα επέτρεπε, κατά την κοινή πείρα, στα αρμόδια όργανα του Πανεπιστημίου να ακολουθήσουν τις συνήθεις διαδικασίες διορισμού μελών του ακαδημαϊκού και ερευνητικού προσωπικού των Σχολών και Τμημάτων του. Συνεπώς, για το λόγο αυτό, ο οποίος δεν προβάλλεται μεν από τη διαφωνούσα Επίτροπο, πλην όμως δύναται να εξετασθεί αυτεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο στο πλαίσιο του προληπτικού ελέγχου δαπανών, καθόσον συνιστά προκριματικό ζήτημα που ανάγεται στη νομιμότητα της ελεγχόμενης δαπάνης και προκύπτει ευθέως από τα στοιχεία του φακέλου (πρβλ. Ελ.Συν. Ι Τμ. 193/2011, 147/2011, 280/2010, 273/2009, 83 και 75/2007), η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη. Περαιτέρω, ανεξαρτήτως των ανωτέρω, η ανάθεση διδακτικού έργου σε αυτές υπόκειται, ενόψει της ιδιότητάς τους ως υπαλλήλων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, στους περιορισμούς των διατάξεων του άρθρου 31 του ν. 3528/2007 ... και του αντίστοιχου άρθρου 38 του ν.3584/2007 (για τη .....) περί χορήγησης της εκεί προβλεπόμενης άδειας, μετά από αιτιολογημένη θετική γνώμη του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου. Εν προκειμένω, ωστόσο, όπως προκύπτει από τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν το ελεγχόμενο ένταλμα, η ..., υπάλληλος κλάδου ΠΕ Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, προσκόμισε μεν την 145779/2725/3.4.2015 άδεια του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας, ως αρμοδίου οργάνου, με την οποία της επιτρέπεται η άσκηση διδακτικού έργου με αμοιβή και εκτός ωραρίου εργασίας, πλην όμως δεν προκύπτει ότι για την έκδοση της σχετικής πράξης έχει προηγηθεί η χορήγηση σύμφωνης γνώμης από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο των Υπαλλήλων Ο.Τ.Α. β΄ βαθμού, κατά παράβαση της οριζόμενης στο άρθρο 31 του ν.3528/2007 διαδικασίας. Εξάλλου, όσον αφορά στη ....., Αρχιτέκτονα Μηχανικού του Δήμου Βέροιας, αυτή δεν προσκομίζει ούτε άδεια του Δημάρχου, ως αρμοδίου προς διορισμό οργάνου, σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν.3584/2007, παρά μόνο τη με αρ. πρωτ. ΔΥ/Ε/224/3.4.2015 βεβαίωση της Διευθύντριας της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος – Καθαριότητας – Πολιτικής Προστασίας του Δήμου περί του ότι η άσκηση διδακτικού έργου δεν αποτελεί παρακώλυση των κύριων υπηρεσιακών της καθηκόντων, η οποία ωστόσο δεν πληροί τους ορισμούς του νόμου, ούτε άλλωστε προκύπτει ότι έχει δοθεί προηγουμένως η σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου προς τούτο Υπηρεσιακού Συμβουλίου Υπαλλήλων Ο.Τ.Α. Ν. …. Εξάλλου, αλυσιτελώς προβάλλεται με το 30631/30.6.2015 έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου χρηματικού εντάλματος ότι η δεύτερη από τις φερόμενες ως δικαιούχους, ....., απευθύνθηκε με αίτησή της στο αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, το οποίο, με την 11/2015 απόφασή του, έκρινε εαυτό αναρμόδιο για τη χορήγηση σχετικής άδειας, επικαλούμενο τη ΔΙΔΑΔ/Φ.57/209/28725/13.11.2008 ερμηνευτική εγκύκλιο του Υπουργείου Εσωτερικών, σύμφωνα με την οποία .η άσκηση διδακτικού έργου στο Δημόσιο δεν συνιστά άσκηση ιδιωτικού έργου επ’ αμοιβή. Και τούτο, διότι, κατά τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω, η σύμφωνη αιτιολογημένη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου απαιτείται ανεξαρτήτως του αν η εργασία του υπαλλήλου παρέχεται σε ν.π.δ.δ., όπως τα Α.Ε.Ι. ή σε ιδιώτη, μέσω δε ερμηνευτικής εγκυκλίου δεν εισάγονται δεσμευτικοί κανόνες δικαίου, αλλά μόνο μέσω της νομοθετικής οδού, με την θέσπιση σχετικών κανόνων δικαίου. Επομένως, εφόσον δεν τηρήθηκε σχετικά με τις ανωτέρω η διαγραφόμενη στα άρθρα 31 του ν.3528/2007 και 38 του ν.3584/2007 διαδικασία για την ανάθεση σ’ αυτές διδακτικού έργου ως “ιδιωτικού έργου” επ’ αμοιβή, είναι μη νόμιμη η απασχόλησή τους ως έκτακτο εκπαιδευτικό προσωπικό στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του … για το εαρινό εξάμηνο του έτους 2014-2015, όπως βασίμως προβάλλει η διαφωνούσα Επίτροπος, κατ’ εκτίμηση του προβαλλόμενου λόγου.
ΕΣ/ΤΜ.4/50/2016
Λογιστική υποστήριξη: Αιτηση ανάκλησης της 17/2016 πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Τμήμα τούτο.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει οι επίμαχες εργασίες λογιστικής υποστήριξης του Νοσοκομείου μη νομίμως ανατέθηκαν σε τρίτο, καθόσον συνιστούν συνήθεις λογιστικές εργασίες, που εμπίπτουν στα καθήκοντα των υπαλλήλων του Τμήματος Οικονομικού της Διοικητικής-Οικονομικής Υπηρεσίας του Nοσοκομείου. Τούτο, δε, διότι, στις αρμοδιότητες του εν λόγω Τμήματος περιλαμβάνεται, σύμφωνα με τον οικείο Οργανισμό, το σύνολο των λογιστικών δραστηριοτήτων του Νοσοκομείου. Περαιτέρω, δεν προέκυψε έλλειψη προσωπικού σε τέτοια έκταση, ώστε να καθίσταται αδύνατη η εκτέλεση της συγκεκριμένης λειτουργικής δραστηριότητας από το προσωπικό του Νοσοκομείου δεδομένου ότι: α) η δυναμικότητα του Νοσοκομείου ανέρχεται, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Οργανισμού του, σε 160 κλίνες, με συνέπεια η σύνθεση της ομάδας έργου να περιλαμβάνει υποχρεωτικώς έναν λογιστή-φοροτέχνη Α΄ Τάξης και έναν λογιστή-φοροτέχνη με άδεια Β΄ Τάξης (βλ. παρ. 4 της Κ.Υ.Α. 62008/ΕΓΔΕΚΟ 1992/30.12.2008, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παραγράφου Η΄ - υποπαράγραφος Η.2 του ν. 4152/2013), β) στη διοικητική-οικονομική διεύθυνση του αιτούντος υπηρετούσαν, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ένας (1) υπάλληλος με πτυχίο Α.Ε.Ι. Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και έξι (6) με πτυχία Τ.Ε.Ι. Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας. Εξάλλου, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση των εν λόγω υπαλλήλων περιλαμβάνεται ρητώς μεταξύ των υποχρεώσεων του ιδιώτη τρίτου, στον οποίο ανατίθενται οι εργασίες αυτές, σύμφωνα με την παράγραφο 2δ΄ της ως άνω Κ.Υ.Α. και ότι η σχετική υποχρέωση για την εφαρμογή του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου δεν είναι χρονικά πρόσφατη και ως εκ τούτου έκτακτη, αλλά εκκινεί προοδευτικά από το έτος 2003, το Νοσοκομείο όφειλε να ενεργήσει με κάθε πρόσφορο μέσο για την θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση του προσωπικού αυτού και για την απόκτηση από τους υπαλλήλους του, των αναγκαίων προσόντων, ώστε η εκτέλεση του συνόλου των απαιτουμένων εργασιών λογιστικής υποστήριξης να γίνεται με ίδια μέσα, απορριπτομένων των σχετικών ισχυρισμών του. Περαιτέρω, το αιτούν δεν βεβαιώνει, παρότι επισημάνθηκε από το Κλιμάκιο, ότι δεν υπηρετεί υπάλληλος που να πληροί τις προϋποθέσεις για την απόκτηση άδειας Β΄ Τάξης, αντιθέτως μάλιστα, από τα πτυχία που διαθέτουν οι ανωτέρω υπάλληλοι προκύπτει ότι ορισμένοι εξ αυτών μπορούν να αποκτήσουν την επαγγελματική ταυτότητα Λογιστή-Φοροτεχνικού Β΄ Τάξης, γεγονός που καθιστά υποχρεωτική τη συμμετοχή τους στην ομάδα έργου της αναδόχου εταιρείας, με αντίστοιχη περικοπή της αμοιβής της (βλ. σχετ. την παρ. 8 της ανωτέρω Κ.Υ.Α.). Σημειωτέον ότι και στο διαγωνισμό που έχει προκηρυχθεί από το Νοσοκομείο για την ανάθεση της λογιστικής υποστήριξής του για το έτος 2016, η σύνθεση της ομάδας έργου του αναδόχου παραμένει η ίδια με τη σύνθεση της ομάδας έργου του προηγούμενου διαγωνισμού, ενώ δεν προβλέπεται η συμμετοχή υπαλλήλων του Νοσοκομείου σε αυτήν (βλ. την από 13.6.2016 Διακήρυξη Πρόχειρου Διαγωνισμού του Νοσοκομείου, ΑΔΑ:70ΝΓ469073-ΛΓ8, και άρθρο 7 της 1663/25.2.2015 Διακήρυξης). Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, από τα προσκομιζόμενα έγγραφα και δη α) το 8659/2010 έγγραφο του Νοσοκομείου προς τη 2η ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου, στο οποίο αναφέρεται ότι υποβάλλεται πίνακας του κατ’ ελάχιστον αναγκαιούντος προσωπικού για τις λειτουργικές ανάγκες του Νοσοκομείου, β) το 6298/2013 έγγραφο του Νοσοκομείου προς τη 2η ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου, στο οποίο αναφέρεται ότι υποβάλλονται πίνακες, που αφορούν στην επικαιροποίηση κενών οργανικών θέσεων, γ) το 470/15.1.2014 έγγραφο του Νοσοκομείου προς τη 2η ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου, στο οποίο αναφέρεται ότι υποβάλλεται πίνακας με τις αιτούμενες θέσεις, για τον προγραμματισμό προσλήψεων μονίμου προσωπικού για το έτος 2014, δ) το 6926/9.7.2014 έγγραφο του Νοσοκομείου προς τη 2η ΥΠΕ, Πειραιώς και Αιγαίου, στο οποίο αναφέρεται ότι υποβάλλεται πίνακας καταγραφής θέσεων εργασίας, προκειμένου να συμπεριληφθούν στην υλοποίηση β΄ κύκλου προγράμματος «Προώθηση της απασχόλησης μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα», ε) το 2793/8.4.2015 έγγραφο του Νοσοκομείου προς τη 2η ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου, στο οποίο αναφέρεται ότι υποβάλλονται πίνακες, που αφορούν στην κάλυψη αναγκών του Νοσοκομείου με μόνιμο και επικουρικό ιατρικό και λοιπό προσωπικό, στ) το 2855/8.3.2016 έγγραφο του Νοσοκομείου προς τη 2η ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου, στο οποίο αναφέρεται ότι υποβάλλεται πίνακας που περιλαμβάνονται οι προς πλήρωση θέσεις Διοικητικού και Τεχνικού Προσωπικού, των οποίων όμως οι αναφερόμενοι ως συνημμένοι πίνακες δεν προσκομίζονται, δεν προκύπτει με βεβαιότητα το αίτημα της πλήρωσης κενών θέσεων προσωπικού με τα απαιτούμενα προσόντα για την εκτέλεση των επίμαχων καθηκόντων. Περαιτέρω, από το 2013/12.3.2015 έγγραφο του Νοσοκομείου προς τη 2η ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου (που σε κάθε περίπτωση είναι μεταγενέστερο του χρόνου έγκρισης του επίμαχου διαγωνισμού), προκύπτει ότι το Νοσοκομείο υπέβαλε στην 2η ΥΠΕ πίνακα των απολύτως αναγκαίων προς κάλυψη κενών θέσεων, στον οποίο αναφέρεται ότι υφίσταται 1 κενή θέση Κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Λογιστικού, που αφορά όμως πτυχιούχους νομικών και διοικητικών σχολών και όχι οικονομικών σχολών και μόλις μία κενή θέση κλάδου ΤΕ Λογιστικής, ενώ το προσκομιζόμενο πρακτικό της 11ης Συν./26.5.2016 του Διοικητικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου, είναι σε κάθε περίπτωση μεταγενέστερο του κρίσιμου χρόνου και δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα ή μη της εντελλόμενης δαπάνης. Τέλος, η επίμαχη δαπάνη δεν δύναται να νομιμοποιηθεί με βάση τη διάταξη του άρθρου 17 παρ. 2 του ν. 4332/2015 (Α΄ 76), η ισχύς της οποίας παρατάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 73 του ν.4368/2016 (Α΄ 21/21.2.2016) και η οποία ορίζει ότι: «Θεωρούνται νόμιμες οι δαπάνες για την εξόφληση υποχρεώσεων των Νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ. και των Δ.Υ.ΠΕ. που απορρέουν από προμήθειες υλικών-αγαθών και παροχή υπηρεσιών που διενεργήθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χωρίς την υπογραφή σύμβασης, δεν αναφέρονται στο Παρατηρητήριο Τιμών που τηρεί η Ε.Π.Υ. (άρθρο 24, Ν. 3846/2010), δεν υφίστανται προηγούμενες συμβάσεις και με την προϋπόθεση ότι είναι εντός των εγκεκριμένων πιστώσεων των προϋπολογισμών τους, των αντίστοιχων ετών αναφοράς», καθόσον, κατά τη ρητή γραμματική διατύπωση της διάταξης αυτής, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της, αφού μεταξύ του Νοσοκομείου και της φερόμενης ως δικαιούχου υπεγράφη η 3881/2015 σύμβαση, σε εκτέλεση της οποίας έχει εκδοθεί το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα (βλ. Πράξ. IV Τμ. 25/2016, 93, 92, 91/2015 κ.α.).Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αίτηση ανάκλησης του Γενικού Νοσοκομείου ....«...», πρέπει να απορριφθεί