ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ/248/2022
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Η αγωγή με το περιεχόμενο που αναλύθηκε παραπάνω δεν είχε σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις που αναλύθηκαν παραπάνω έρεισμα στο νόμο. Πρωτίστως οι εφεσίβλητοι δεν ανέφεραν στο δικόγραφο αυτής ότι το γεγονός ότι ο εκκαλών δήμος σταμάτησε να αποδέχεται τις υπηρεσίες τους από την στην πραγματικότητα ενιαία σύμβαση αόριστου χρόνου, συνιστούσε απόλυση άκυρη αφού δεν έγινε εγγράφως και δεν καταβλήθηκε η νόμιμη αποζημίωση. Για το λόγο αυτό εξάλλου, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσκομιζόμενης με αριθμό 4057/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ήδη τελεσίδικη μετά τη με αριθμό 129/2017 απόφαση του δικαστηρίου τούτου, απορρίφθηκε ως μη έχον έρεισμα σε νομική διάταξη το αίτημα των εδώ εφεσιβλήτων να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εκκαλούντος δήμου να τους απασχολεί, καθόσον δεν αναφερόταν στο δικόγραφο ότι η άρνηση του δήμου να αποδεχθεί την προσφερόμενη εργασία των εδώ εφεσιβλήτων γινόταν από περιστάσεις που υπερέβαιναν τα κριτήρια του άρθρου 281 του ΑΚ ή συνιστούσαν παράνομη προσβολή της προσωπικότητας τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση που πράγματι έχει αναγνωριστεί τελεσιδίκως ότι οι εφεσίβλητοι συνδέονται με τον εκκαλούντα δήμο με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από την ημερομηνία της αρχικής τους πρόσληψης, αυτοί δεν έχουν δικαίωμα σε μισθούς υπερημερίας για το διάστημα κατά το οποίο το εκκαλούν έπαυσε να αποδέχεται τις υπηρεσίες τους. Τούτο δε διότι έχει κριθεί νομολογιακά ότι το άρθρο 269 παρ. 4 του Ν. 3463/2006 έδωσε αναδρομικότητα ως προς τη μισθολογική εξέλιξη των κατατασσόμενων προκειμένου αυτοί να έχουν τα ίδια μισθολογικά δικαιώματα τόσο ως προς τις αποδοχές, όσο και τα λοιπά επιδόματα εορτών και αδείας στους εργαζόμενους που κατατάσσονται σε προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται για το λόγο αυτό σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του πδ 164/2004. Διότι κρίθηκε ότι ακόμη και στην περίπτωση μίσθωσης έργου (ΟλΑΠ 16/2017), η κατάταξη τους λογίζεται για όλες συνέπειες και, κατά συνέπεια και για την ένταξη αυτών στο αντίστοιχο μισθολογικό κλιμάκιο της οργανικής θέσης κατάταξης αυτών, ότι έχει διανυθεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και δεν πρέπει να στερηθούν λόγω του χαρακτηρισμού της σχέσης ως μίσθωσης έργου τα επιδόματα εορτών και αδείας, και ότι δικαιούνται των αποδοχών της θέσης στην οποία κατατάχθηκαν μόνο από την ημερομηνία κατάταξης και εφεξής (ΟλΑΠ 16/2017). Εδώ επομένως που εκτίθεται ότι σε συμμόρφωση με τις προαναφερόμενες δικαστικές αποφάσεις ο δήμος συνέστησε με τη με αριθμό .../2017 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του, προσωποπαγείς θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και κατέταξε με τις με αριθμό …../26.09.2017 και ……./26.10.2017 πράξεις του Γενικού Γραμματέα του, τους εφεσίβλητους με καθήκοντα αντίστοιχα με αυτά που ασκούσαν δυνάμει των αρχικών τους συμβάσεων σε αυτούς οφείλεται μισθοδοσία από τότε που ανέλαβαν υπηρεσία και δεν οφείλονται μισθοί υπερημερίας. Αντίθετη ερμηνεία θα παραβίαζε την αρχή της εργασιακής ισότητας καθώς οι εργαζόμενοι που απασχολούνται με άκυρη για οποιοδήποτε λόγω και άρα απλή σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, δεν δικαιούνται να ζητήσουν μισθούς υπερημερίας κατά τα προαναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, αλλά μόνο επιδόματα εορτών για διάστημα που απασχολήθηκαν και αποζημίωση απόλυσης, και από καμία διάταξη νόμου δεν προκύπτει ότι βούληση του νομοθέτη που εναρμονίστηκε με τη με αριθμό 1999/70/ΕΚ οδηγία του συμβουλίου της 28.6.1999 με τα πδ 81/2003 (για τον ιδιωτικό τομέα) και το πδ 164/2004 ήταν να δώσει σε αυτή την κατηγορία εργαζόμενων μισθούς υπερημερίας, όταν το αποκλείει σε άλλες περιπτώσεις και αναγνωρίζει σε αυτές μόνο αποζημίωση απόλυσης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι το παραπάνω αγωγικό αίτημα έχει έρεισμα στο νόμο εσφαλμένα ερμήνευσε το νόμο και συνεπώς κατά παραδοχή του σχετικού πρώτου λόγου εφέσεως θα πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση (και ως προς την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της, αφού μετά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως τα δικαστικά έξοδα θα επιδικαστούν ενιαίως για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας – ΑΠ 192/1998, ΕφΑθ 407/2018, ΕφΠατρ 279/2018, ΕφΠειρ 326/2016, ΕφΠειρ 101/2016 δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ), να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο που δικάζοντας επί της από 29.11.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2019 αγωγής να την απορρίψει ως μη νόμιμη κατά την κύρια βάση της. Να σημειωθεί ότι το παρόν δικαστήριο δε δύναται να χωρίς έφεση των εφεσιβλήτων να εξετάσει τις επικουρικές βάσεις της αγωγής (ΑΠ 894/2020 δημ. νόμος). Επομένως παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγω εφέσεως με τον οποίο υποβάλλεται παράπονο για το εν μέρει εκτελεστό της απόφασης χωρίς ειδική αιτιολογία και ο οποίος σε κάθε περίπτωση προβάλλεται αλυσιτελώς αφενός διότι δεν μπορεί να οδηγήσει, ακόμα κι αν είναι βάσιμος, σε εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης (βλ. Σ. Σαμουήλ «Η έφεση» έκδ. 2003, παρ. 542 αρ. 6 σελ. 222) αφετέρου διότι ουσιώδες μέρος της απόφασης είναι το διατακτικό της και όχι οι αιτιολογίες, γι` αυτό αν το διατακτικό είναι ορθό οι δε αιτιολογίες εσφαλμένες ή ανύπαρκτες, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δικαιούται στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, να προβεί οίκοθεν, σύμφωνα με το άρθρο 534 ΚΠολΔ, σε αντικατάσταση των αιτιολογιών της απόφασης, αν είναι εσφαλμένες και απορρίπτει την έφεση (ΑΠ 922/1996 ΕλΔνη 38.830, Σαμουήλ, Η Εφεση, 2003, παρ.1136). Ακολούθως των ανωτέρω αφού γίνει δεκτή στην ουσία της η κρινόμενη έφεση θα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων μερών τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας αφού κατ’εκτίμηση των περιστάσεων υπήρχε εύλογη αμφιβολία ως προς την έκβαση της δίκης (άρθρο 179 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το άρθρο 65 παρ. 1 του ν. 4871/2021 φεκ α 246/10.12.2021)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)/113/2017
Χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου .........., που αφορούσε στην καταβολή στη φερόμενη ως δικαιούχο εργοληπτική εταιρεία «..........», ανάδοχο του έργου «Βελτίωση κοινόχρηστων χώρων Δημοτικής Ενότητας ..........», ποσού 32.250,65 ευρώ ως αποζημίωση θετικών ζημιών. (...)Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει των διατάξεων που αναφέρθηκαν στην σκέψη 2 της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως εκκαθαρίζεται το ποσό της αποζημίωσης θετικών ζημιών στην ανάδοχο του έργου, χωρίς να έχει συμψηφιστεί αυτή με τους οφειλόμενους τόκους υπερημερίας για την καθυστερημένη εξόφληση του λογαριασμού, σύμφωνα με το άρ. 36 παρ. 11 του ν. 3669/2008, το οποίο είναι εφαρμοστέο και στην περίπτωση ματαίωσης διάλυσης της σύμβασης και συνακόλουθης καταβολής αποζημίωσης θετικών ζημιών, που προκλήθηκαν από τη διακοπή των εργασιών λόγω καθυστέρηση πληρωμής. Περαιτέρω, βασίμως προβάλλει ο Επίτροπος ότι δεν προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού του εντελλόμενου ποσού. Α) Τόσο στην αίτηση αποζημίωσης, όσο και στην ως άνω απάντηση - ένσταση της αναδόχου δεν αναγράφονται τα ονοματεπώνυμα του προσωπικού, ώστε να μπορεί να γίνει παραβολή με τα προσκομιζόμενα στοιχείαΒ) Προσκομίζονται μεν συμβάσεις παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών με τον .......... και με τον .......... (σύμβουλοι - πολιτικοί μηχανικοί), ωστόσο δεν προκύπτει αποκλειστική απασχόληση τους στο συγκεκριμένο έργο, αλλά γενικά στην εταιρεία. Γ)Προσκομίζονται τιμολόγια παροχής υπηρεσιών συμβούλων επιχειρήσεων, τεχνικών συμβούλων και πολιτικών μηχανικών για παροχή υπηρεσιών σε χρονικά διαστήματα που δεν συμπίπτουν με το επίμαχο (...)Τέλος, η επίμαχη αποζημίωση δεν συνιστά παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 1642/1986, ώστε να επιβάλλεται φόρος προστιθέμενης αξίας, και επομένως η επιβολή του ποσού του Φ.Π.Α. επί της ως άνω αποζημίωσης δεν είναι νόμιμη. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί. (Μη ανακλητέα από την Ελ. Συν. Τμ. 7 Πράξη 26/2017)
ΕλΣυν/Τμ.7/37/2010
Συνδιοργάνωση του Δήμου με το Αθλητικό Σωματείο Πανελλήνιου Πρωταθλήματος Εντούρο.(...) Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι οι ως άνω εντελλόμενες δαπάνες δεν είναι νόμιμες, καθόσον δεν προβλέπονται από διάταξη νόμου, ενώ δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι καλύπτουν λειτουργικές ανάγκες του Δήμου, ούτε ότι συντελούν άμεσα ή έμμεσα στην πραγματοποίηση των σκοπών του, ειδικότερα δε η διοργάνωση του Πανελληνίου Πρωταθλήματος … εκφεύγει των ορίων της τοπικής κοινωνίας του ... και της προαγωγής των πολιτιστικών και πνευματικών ενδιαφερόντων των κατοίκων του, ενώ σαφώς προκύπτει ότι η εν λόγω εκδήλωση δεν αφορά στο σύνολο ή έστω στην πλειοψηφία των δημοτών, αλλά σε ένα περιορισμένο αριθμό ενδιαφερομένων που συμμετείχαν σε αυτήν. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες δαπάνες δεν είναι νόμιμες και τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/153/2011
Επιχορήγηση αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας...Με τα δεδομένα αυτά, σε συνδυασμό με τα όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το υποβαλλόμενο σχέδιο σύμβασης δεν συνομολογείται νόμιμα, δεδομένου ότι η συμμετέχουσα αστική εταιρεία, η συστατική πράξη της οποίας δεν προκύπτει ότι έχει κοινοποιηθεί στη διεύθυνση Τοπικής Αυτοδιοίκησης της οικείας Περιφέρειας, δεν μπορεί να αποτελέσει μέρος προγραμματικής σύμβασης μεταξύ Δήμου και ΤΕΔΚ για την υλοποίηση προγράμματος περιβαλλοντικής προστασίας, εφόσον οι σχετικές διατάξεις δεν το προβλέπουν. Επιπλέον, το εκπονούμενο πρόγραμμα δεν είναι σαφές και επομένως, η χρηματοδότησή του από το Δήμο .... δεν είναι νόμιμη, δοθέντος ότι ούτε στις αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων και του Δημοτικού Συμβουλίου ... ούτε όμως και στα στοιχεία του φακέλου περιλαμβάνεται αναλυτικός πίνακας, στον οποίο να καταγράφεται λεπτομερώς το χρονοδιάγραμμα της δράσης με αναφορά στο είδος και τον αριθμό των μικρών οχημάτων που θα περιπολούν, τον τόπο, τον χρόνο, τη συχνότητα της περιπολίας σε κανονικές συνθήκες (μη έκτακτης ανάγκης), τον αριθμό των απασχολούμενων (με ονομαστική κατάσταση) σε αυτό, την ειδικότητά τους και τη διάρκεια της παρεχόμενης από αυτούς υπηρεσίας, καθώς και αναλυτικά το συνολικό κόστος της εκπονούμενης υπηρεσίας με αναφορά στις επιμέρους παραμέτρους (αναλώσιμα, εργατικό κόστος συνολικά και ανά κατηγορία εργαζομένου), προκειμένου στη συνέχεια να προσδιοριστεί η οικονομική συμμετοχή τόσο του Δήμου όσο και των άλλων φορέων (των οποίων η ταυτότητα θα πρέπει να αναφέρεται ρητά και να υπάρχουν αποφάσεις των διοικητικών τους οργάνων για τη συγχρηματοδότηση), ώστε να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος του αναγκαίου για την υλοποίηση της δράσης μέτρου της συμμετοχής και χρηματοδότησης του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, χωρίς μέσω αυτής τελικά να καλύπτεται το σύνολο των δαπανών του προγράμματος. Κατόπιν τούτων, το Κλιμάκιο κρίνει ότι συντρέχει νόμιμος λόγος που κωλύει την υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης μεταξύ του Δήμου ...., της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων .... και της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας με την επωνυμία «…»
ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.7/118/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με τα δεδομένα αυτά, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου .......-..... μη νομίμως, με την ανωτέρω απόφασή του, ανέθεσε απευθείας το επίμαχο έργο στη δημοτική ανώνυμη εταιρεία «…..», δοθέντος ότι, από τα στοιχεία του φακέλου, αποδεικνύεται ότι η εταιρεία αυτή δεν διέθετε κατά τον χρόνο ανάθεσης τον απαραίτητο τεχνικό εξοπλισμό και το εξειδικευμένο προσωπικό, προκειμένου να εκτελέσει το σύνολο των ανατεθεισών εργασιών. (..)Η δε ελεγχόμενη, με την κρινόμενη διαφωνία, ως μη νόμιμη 75/25.2.2016 απόφαση ανάθεσης του επίμαχου έργου του Δημοτικού Συμβουλίου του άνω Δήμου, έλαβε χώρα λίγους μήνες μετά την ανάθεση του παραπάνω προγενέστερου έτερου έργου, που υπεγράφη στις 22.9.2015 και κρίθηκε από το Δικαστήριο τούτο, με τις προαναφερόμενες Πράξεις του, επίσης μη νόμιμη. (…)Όλα δε τα ανωτέρω επιρρωνύονται και από το ότι δεν προσκομίζονται καταστάσεις, ανά ειδικότητα, των υπαλλήλων-εργατοτεχνιτών της που εργάστηκαν για την εκτέλεση των εντελλόμενων εργασιών, ή που θα εργαστούν για την διεκπεραίωση του έργου, καθώς και του μηχανολογικού εξοπλισμού και της υλικοτεχνικής υποδομής που διαθέτει ή διέθεσε για την εκτέλεσή του. Άλλωστε, οι εργασίες, που η εταιρεία ισχυρίζεται επίσης αορίστως ότι διεκπεραίωσε με ίδια μέσα και περιλαμβάνονται στην 1η επιμέτρηση που συνοδεύει τον ελεγχόμενο 1ο λογαριασμό του έργου και για τις οποίες προσκομίζει κάποια τιμολόγια προμήθειας υλικών για την εκτέλεσή τους, αποτελούν έλασσον τμήμα του έργου, καθόσον ο προϋπολογισμός τους ανέρχεται μόλις σε 2.994,07 ευρώ, ενώ ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται σε ποσό 55.350,00 ευρώ με Φ.Π.Α. Ως εκ τούτου, δεν αρκούν για να καταδείξουν τη δυνατότητά της να εκτελέσει το σύνολο του ανατιθέμενου έργου. Επίσης, τα προσκομιζόμενα από τη Δ.Ε.Κ.Τ.Ε. τιμολόγια προμήθειας υλικών, ανεξαρτήτως ότι είναι μεταγενέστερα της κρίσιμης ως άνω απόφασης ανάθεσης, στην οποία έπρεπε να αιτιολογείται τεκμηριωμένα ότι η εταιρεία μπορεί εν τοις πράγμασι, με ίδια μέσα, να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις που προκύπτουν από την ελεγχόμενη απευθείας ανάθεση, ουδόλως αποδεικνύουν την επάρκεια των δυνατοτήτων εκτέλεσής τους από την ίδια και για το λόγο ότι αφορούν κυρίως σε προμήθεια λαμπτήρων, κλειδαριών, χρωμάτων βαψίματος κλ.π., δηλαδή υλικών που είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με την περιγραφή του ανατεθέντος σε αυτήν έργου της συντήρησης των κτηριακών εγκαταστάσεων του Δήμου, τον αριθμό των κτηρίων και το εύρος των τεχνικών εργασιών που έπρεπε να εκτελέσει, σύμφωνα με όσα αναλυτικά περιγράφονται στην ΟΙΚ 2/2016 μελέτη της Τεχνικής του Υπηρεσίας(..)Τέλος, οι δύο Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις στο Ι.Κ.Α. που η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία Ο.Τ.Α. προσκομίζει αφορούν στις εργοδοτικές εισφορές για τη μισθοδοσία τριών υπαλλήλων της, χωρίς καν να αναφέρονται οι ειδικότητές τους και χωρίς να αποδεικνύεται ότι αυτοί σχετίζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την εκτέλεση του ελεγχόμενου έργου, και επομένως, δεν αρκούν για να καταδείξουν την εκτέλεσή του με ίδια μέσα αυτής Ενόψει όλων όσων ανωτέρω εκτέθηκαν, αποδεικνύεται ότι η «….» δεν διέθετε τα μέσα (προσωπικό, εξοπλισμό κ.λπ.), ώστε να δύναται να εκπληρώσει η ίδια και όχι τρίτα πρόσωπα τις συμβατικές της υποχρεώσεις αναφορικά με το σύνολο των ανατεθεισών σε αυτήν επίμαχων εργασιών. Η εγγραφή δε της ανωτέρω εταιρείας στο Μ.Ε.ΕΠ. αποτελεί μεν προϋπόθεση και πιστοποιεί την ικανότητα ανάληψης δημοσίων έργων της αντίστοιχης κατηγορίας, ωστόσο δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου την ικανότητά της για εκτέλεση πάσης φύσεως τεχνικών εργασιών με ίδια μέσα, όπως εσφαλμένα ισχυρίζεται (βλ. Ε.Σ. Πράξη VII Τμήματος 67/2016).
ΕΣ/ΤΜ.7/194/2011
Δαπάνες επί αλλότριου ακινήτου(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγινα δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι, εφόσον το οικόπεδο επί του οποίου πρόκειται να ανεγερθεί το Καινοτομικό Κέντρο Ψηφιακής Εκπαίδευσης ανήκει κατά πλήρη κυριότητα στην Ο.Σ.Κ.-Α.Ε., γεγονός άλλωστε που συνομολογεί και ο Δήμος ..... (βλ. τις 356, 372/19.12.2007, 79/2008 αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου και την υπ’ αριθμ. 4550/15.3.2010 επιστολή του Δημάρχου ..... προς την Υπουργό Παιδείας) και δεν προκύπτει η καθ’ οιονδήποτε τρόπο μεταβίβαση της κυριότητας αυτού στον οικείο Δήμο, η ανάθεση εκπόνησης μελέτης ανέγερσης και λειτουργίας του ως άνω Κέντρου, με δαπάνες του Δήμου, επί αλλότριου ακινήτου, δεν προβλέπεται ούτε από το άρθρο 75 του ν. 3463/2006 ούτε από άλλη διάταξη νόμου και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπηρετεί τη λειτουργική δραστηριότητα ή την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των σκοπών του Δήμου. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του Δήμου περί προσδοκίας κτήσης του ακινήτου προβάλλεται αλυσιτελώς, διότι και αληθής υποτιθέμενος, δεν συνιστά νομιμοποιητικό λόγο της δαπάνης, δοθέντος, μάλιστα, ότι η εκταμίευση του δημοσίου χρήματος δεν δύναται να εξαρτάται από μέλλον και αβέβαιο πραγματικό γεγονός. Πέραν δε τούτου, από την ίδια τη μελέτη προκύπτει ότι οι προβλεπόμενες σε αυτήν χρήσεις του κτηρίου, η θέση του και εν γένει η ανάπτυξή του έχουν ως βάση τις συγκεκριμένες τεχνικές και δομικές ιδιαιτερότητας του οικοπέδου της Ο.Σ.Κ.-Α.Ε. και ως εκ τούτου, η μελέτη αυτή αποτελεί πρόταση κτηριακής παρέμβασης σε ξένο ακίνητο και δεν δύναται να εφαρμοσθεί σε οποιοδήποτε άλλο ακίνητο, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο. Τα δε περαιτέρω υποστηριζόμενα από το Δήμο, ότι λόγω της δικαστικής διεκδίκησης του ποσού από το Πάντειο Πανεπιστήμιο θα υποχρεωθεί να καταβάλει τόκους υπερημερίας και δικαστικά έξοδα, δεν επηρεάζουν τη νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης, στην εξέταση της οποίας και μόνον περιορίζεται το Ελεγκτικό Συνέδριο (βλ. Πράξεις VII Τμ. 273/2010, 215, 283/2008, 139/2009 κ.ά.). Πλην όμως, το Τμήμα, εκτιμώντας το γεγονός της θεώρησης από την αρμόδια Υπηρεσία Επιτρόπου του 909/2009 χρηματικού εντάλματος, που αφορούσε στην καταβολή της πρώτης δόσης, ύψους 20.000,00 ευρώ, της συμφωνηθείσας για την ίδια αιτία αμοιβής του αναδόχου, κρίνει, ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση τα αρμόδια όργανα του Δήμου ..... δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των εφαρμοστέων διατάξεων, αλλά διότι συγγνωστώς υπέλαβαν ότι ενόψει του ήδη διενεργηθέντος πριν από τη θεώρηση του ως άνω πρώτου εντάλματος ελέγχου, συνέτρεχαν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις νομιμότητας της δαπάνης. Μειοψήφησε η Σύμβουλος Βασιλική Ανδρεοπούλου, η οποία διατύπωσε τη γνώμη ότι η θεώρηση από την αρμόδια Υπηρεσία Επιτρόπου του προαναφερόμενου εντάλματος δεν δύναται να δικαιολογήσει εν προκειμένω συγγνωστή πλάνη των οργάνων του Δήμου. Η γνώμη, όμως, αυτή δεν ίσχυσε. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης. Λόγω λήξης, όμως, του οικονομικού έτους, σε βάρος του προϋπολογισμού του οποίου εκδόθηκε, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δεν μπορεί να θεωρηθεί.
ΣΤΕ/1553/2017
Εκτέλεση δημοσίου έργου- τόκος υπερημερίας:..Επειδή, η κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι για τον υπολογισμό του οφειλόμενου στην αναιρεσίβλητη τόκου εφαρμόζεται το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας δεν είναι νόμιμη, διότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις σκέψεις 8 και 10, εφαρμοστέο εν προκειμένω είναι το επιτόκιο που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003, με την επιφύλαξη, πάντως, της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του εν λόγω διατάγματος, δηλαδή με την επιφύλαξη ότι οι κοινές διατάξεις που αφορούν την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων δεν προβλέπουν ευνοϊκότερο για τον ανάδοχο επιτόκιο, οπότε εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις αυτές. Συνεπώς, ο λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003 η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση υποχρέωσε το Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη τόκο με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, κατά το μέρος που με αυτήν ορίσθηκε ότι ο καταβλητέος στην αναιρεσίβλητη τόκος για τα οφειλόμενα σε αυτήν ποσά πρέπει να υπολογισθεί με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, η υπόθεση δε, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο μέρος στο εκδόν την εν λόγω απόφαση δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει, ενόψει της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του π.δ. 166/2003, ποιά διάταξη προβλέπει το ευνοϊκότερο για την αναιρεσίβλητη επιτόκιο.
ΕλΣυν.Τμ.VII/299/2010
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-Δήμοι:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον η παράθεση, στα πλαίσια της προαναφερόμενης διοργάνωσης της πρώτης Γενικής Συνέλευσης του ανωτέρω Σωματείου δεξίωσης, αφορά μεν δαπάνη που ενδεχομένως μπορεί να θεωρηθεί ότι συνάδει με τους κανόνες της σύγχρονης εθιμοτυπίας, δεν μπορεί, όμως, να υπαχθεί στην έννοια των εκδηλώσεων, που ορίζεται με τις προεκτεθείσες διατάξεις του άρθρου 158 παρ. 3 του Δ.Κ.Κ. εφόσον πραγματοποιήθηκε εκτός της εδαφικής περιφέρειας του Δήμου και αφορά τα μέλη του σωματείου, χωρίς τη συμμετοχή δημοτών του και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προάγει τα κοινωνικά και οικονομικά συμφέροντα ή τα πολιτιστικά και πνευματικά ενδιαφέροντά τους., εφόσον η Γενική Συνέλευση του ως άνω σωματείου, το οποίο έχει πανελλήνια δράση, απευθύνεται κατά κύριο λόγο στα μέλη του και όχι στο σύνολο των δημοτών, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν προσδιορίζεται, πλην μιας απλής αναφοράς του Δημάρχου στον αριθμό των μελών του σωματείου (275) και ο αριθμός των συνέδρων, προκειμένου να είναι δυνατός ο έλεγχος υπέρβασης του προσήκοντος μέτρου της δαπάνης, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και τις συναλλακτικές αντιλήψεις.
ΕλΣυν/Ζ Κλ/170/2015
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ.Δανειακές συμβάσεις:Κωλύεται η σύναψη των δανειακών συμβάσεων μεταξύ Δήμου και δύο χρηματοπιστωτικών οργανισμών, καθόσον αρκετοί όροι των σχεδίων των συμβάσεων αυτών είναι καταχρηστικοί. Συγκεκριμένα: α) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο στο επιτόκιο προστίθεται ποσοστό 0,60% ως εισφορά του ν.128/1975, παραβιάζει τη διάταξη του άρθρου 276 παρ.1 εδ. α'του ν. 3463/2006, σύμφωνα με την οποία οι Δήμοι απαλλάσσονται εν γένει από κάθε εισφορά υπέρ οποιουδήποτε ταμείου, β) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο σε περίπτωση κατάργηση του συμφωνηθέντος ανωτάτου επιτρεπόμενου επιτοκίου υπερημερίας (2,5% πλέον του συμβατικού), θα ισχύει το επιτόκιο υπερημερίας που θα καθορίζεται ελεύθερα από την Επενδυτική Τράπεζα και θα γνωστοποιείται με σχετική δημοσίευση στον Τύπο, είναι καταχρηστικός, αφού προβλέπεται ότι το επιτόκιο υπερημερίας θα ορίζεται μονομερώς από την Τράπεζα, διαταράσσοντας κατ'αυτόν τον τρόπο ουσιωδώς την ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών σε βάρος του Δήμου, γ) οι όροι, σχετικά με την υποχρέωση του φορέα του έργου (Δήμου) να καταβάλει το σύνολο των δαπανών σύστασης και εγγραφής των εξασφαλίσεων, όλα τα δικαστικά και εξώδικα έξοδα και εφάπαξ δαπάνες σχετικές με αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται από την Τράπεζα ή σχετικές με άλλες ενέργειες στις οποίες προβαίνει για την είσπραξη του χρέους και την προάσπιση των συμφερόντων της, είναι καταχρηστικοί κατά το μέρος που δεν ορίζεται ένα ανώτατο όριο αυτών, δ) ο όρος που ο Δήμος θα υποχρεούται να αποζημιώνει κάθε φορά την τράπεζα σε πρώτη ζήτηση για το πρόσθετο κόστος, μη μείωση της απόδοσης ή τη ζημία, είναι καταχρηστικός, λόγω αοριστίας, αφού δεν θεσπίζεται ένα ανώτατο ποσό μέχρι του οποίου θα υποχρεούται να αποζημιώνει την Τράπεζα ο Δήμος και επειδή διαταράσσει ουσιωδώς και χωρίς εύλογη αιτία την ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων μερών σε βάρος του Δήμου, αφού ο τελευταίος καλείται να καλύψει κάθε επιχειρηματικό κίνδυνο της Τράπεζας από τη συγκεκριμένη σύμβαση και μάλιστα ανεξαρτήτως υπαιτιότητας αυτού, ε) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο η Τράπεζα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση και να κηρύττει το δάνειο ληξιπρόθεσμο και απαιτητό αν ο φορέας του έργου (Δήμος) παραβιάσει οποιοδήποτε από τους όρους της σύμβασης, οι οποίοι θεωρούνται όλοι ουσιώδεις, είναι καταχρηστικός, στ) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο υπάρχει δικαίωμα καταγγελίας από μέρους της Τράπεζας εάν ο Δήμος συμμετέχει σε διαδικασίες συγχωνεύσεων ή απορροφήσεων χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Τράπεζας είναι επίσης, καταχρηστικός, ζ) ο αναφερόμενος όρος, σύμφωνα με τον οποίο ο Δήμος παραιτείται ρητά από κάθε δικαίωμα συμψηφισμού ή επίσχεσης απέναντι στη Τράπεζα είναι καταχρηστικός διότι διαταράσσει ουσιωδώς και χωρίς εύλογη αιτία την ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων μερών σε βάρος του Δήμου, η) οι όροι περί εκχώρησης του Δήμου προς εξασφάλιση της Τράπεζας ποσοστού 5% του ΤΑΠ και 5% ΣΑΤΑ δεν είναι νόμιμοι, κατά το μέρος που το ποσοστό του ΤΑΠ εκχωρείται αδιακρίτως, χωρίς να αναφέρονται περιορισμοί από διατάξεις που ορίζουν τα ποσοστά υποχρεωτικής δέσμευσης, για την κάλυψη συγκεκριμένων δαπανών του οικείου ΟΤΑ (παρ.19 άρθρου24ν.2130/1993) και δεν διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που ο δανειολήπτης δήμος δεν είναι υπερήμερος, τότε η Τράπεζα υποχρεούται και όχι απλώς «δύναται» να του αποδίδει το σύνολο του εκχωρημένου σε αυτήν ποσού για το πέραν των συμφωνηθέντων επόμενων δύο δόσεων και θ) ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο, ο Δήμος οφείλει να ασφαλίσει σε ασφαλιστική εταιρεία αποδοχής της Τράπεζας και με όρους που θα συμφωνήσει με την Τράπεζα, οπωσδήποτε όμως κατά κινδύνων πυρός και σεισμού τα ως άνω ακίνητα, για ποσό το οποίο κρίνεται επαρκές από την Τράπεζα και δεν δύναται να είναι κατώτερο της αγοραίας αξίας τους, είναι αόριστος, κατά το μέρος που δεν προσδιορίζονται τα ακίνητα, οι ειδικότεροι κίνδυνοι και το ακριβές ποσό της ασφάλισης αυτής
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/35/2019
Παροχή υπηρεσιών καθαρισμού-απόφραξης φρεατίων:..Με τα δεδομένα αυτά, οι δαπάνες, που εντέλλονται με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα είναι μη νόμιμες, διότι ο Δήμος .., αν και διαθέτει επιπλέον αυτού που ήδη χρησιμοποιεί και έτερο μηχάνημα έργου κατάλληλο για τις ανατεθείσες εργασίες, παραβιάζοντας την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δεν μερίμνησε εγκαίρως, ως όφειλε, για την επισκευή του, καθώς και την ολοκλήρωση των διοικητικών διαδικασιών άδειας χρήσης του, αφήνοντας αυτό σε ακινησία τουλάχιστον από το έτος 2016 (βλ. την αναφερόμενη στη σκέψη 3.Α. πράξη του Κλιμακίου αυτού). Ο δε προβαλλόμενος λόγος ότι το μηχάνημα καθυστέρησε να τεθεί σε λειτουργία «καθώς εκκρεμούσαν νομιμοποιητικές διαδικασίες και επισκευή υψηλού κόστους των συστημάτων άντλησής του» είναι απορριπτέος ως αόριστος και ανεπίδεκτος εκτίμησης, καθόσον δεν αναφέρονται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά βάσει των οποίων θα μπορούσε να κριθεί το δικαιολογημένο ή μη της ακινησίας του μηχανήματος έργου. Επίσης, και η αναφερόμενη στην Τεχνική Περιγραφή των ανατεθεισών εργασιών αιτιολογία περί του ότι το ήδη λειτουργούν μηχάνημα έργου δεν επαρκεί για τον αριθμό των αποχετευτικών φρεατίων που πρέπει να καλύψει, είναι αόριστη καθόσον δεν αναφέρονται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά προς απόδειξη της αδυναμίας κάλυψης του συνόλου των αναγκών του Δήμου … με το μηχάνημα έργου που ήδη χρησιμοποιείται, οι οποίες (ανάγκες), σε κάθε περίπτωση, δεν ανέκυψαν αιφνιδίως, ώστε να μην δύναται να ενταχθούν στο πλαίσιο ενός ορθού και έγκαιρου προγραμματισμού των σχετικών δράσεων, ενόψει, μάλιστα και της φύσης των ανατεθεισών εργασιών, οι οποίες συνδέονται άμεσα με την προστασία της υγείας των δημοτών.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι μη νόμιμες και αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/20/2019
Καταβολή αποδοχών - νόμιμος τόκος υπερημερίας...:Όπως προκύπτει από το κείμενο της εκκαλούμενης απόφασης, τόσο στο σκεπτικό όσο και στο διατακτικό της, αναγνωρίζεται ότι το εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει στους ενάγοντες, των οποίων έγινε δεκτή η αγωγή, τα αναφερόμενα ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επίδοσή της. Ωστόσο, κατά την ως άνω διάταξη του ν. 496/1974, που είναι ανάλογη προς το άρθρο 21 του δευτέρου κεφαλαίου του κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου (β.δ. της 26-6/10.7.1944), ορίζεται ότι ο νόμιμος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής του νομικού προσώπου ανέρχεται σε 6% ετησίως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με σύμβαση ή ειδικό νόμο και αρχίζει από την επίδοση της αγωγής. Τούτο επιβάλλεται από λόγους γενικότερου συμφέροντος, όπως στην περίπτωση των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, στην περιουσία και την οικονομική κατάσταση των οποίων συμβάλλει το σύνολο των πολιτών, με την καταβολή φόρων, συμφέρον το οποίο, πρωτίστως, εξυπηρετεί και η διάταξη του άρθρου 7 §2 του ν.δ. 496/1974 “περί λογιστικού των ΝΠΔΔ”. Η ρύθμιση αυτή, με την οποία, επί υπερημερίας, αναγνωρίζεται στα ΝΠΔΔ το δικαίωμα να καταβάλλουν, με την ιδιότητα του οφειλέτη, ποσοστό τόκου 6% ετησίως, ήτοι μικρότερο εκείνου που έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν οι ιδιώτες ως οφειλέτες, εισάγει επιτρεπτή εξαίρεση υπέρ των ΝΠΔΔ, που δε βρίσκεται σε αντίθεση ούτε προς τις διατάξεις των άρθρων 20 §1 του Συντάγματος και 6 §1 της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης της 4.11.1950 (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει την αυξημένη τυπική ισχύ του άρθρου 28 §1 του Συντάγματος, ούτε προς αυτές του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που προστατεύει την περιουσία παντός προσώπου (Α.Π. 992/2017 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί η πιο πάνω ουσιαστική διάταξη και επιδίκασε τα χρηματικά ποσά, που δέχθηκε ως οφειλόμενα, με το νόμιμο τόκο, αορίστως, ήτοι με το συνήθη τόκο υπερημερίας και όχι προς 6%, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο λόγος αυτός της έφεσης. Κατόπιν τούτων, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι το εκκαλούν – εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει σε καθένα από τους εφεσίβλητους – ενάγοντες τα χρηματικά ποσά, που τους επιδικάστηκαν με την εκκαλουμένη, με τόκο 6% από την επίδοση της αγωγής.