Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΥΠΟΘΕΣΗ C-190/2013

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 13ης Μαρτίου 2014
«Κοινωνική πολιτική — Οδηγία 1999/70/ΕΚ — Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP — Πανεπιστήμια — Συνεργαζόμενοι καθηγητές — Διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου — Ρήτρα 5, σημείο 1 — Μέτρα για την πρόληψη της καταχρηστικής χρησιμοποιήσεως συμβάσεων ορισμένου χρόνου — Έννοια των “αντικειμενικών λόγων που δικαιολογούν τις συμβάσεις αυτές” — Ρήτρα 3 — Έννοια της “συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου” — Κυρώσεις — Δικαίωμα αποζημιώσεως — Διαφορετική μεταχείριση μεταξύ εργαζομένων με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου»
Στην υπόθεση C-190/13, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Juzgado de lo Social no 3 de Barcelona (Ισπανία) με απόφαση της 4ης Απριλίου 2013, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Απριλίου 2013, στο πλαίσιο της δίκης


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Υπόθεση C-614/2015

Διάταξη του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 21ης Σεπτεμβρίου 2016. Rodica Popescu κατά Direcția Sanitar Veterinară și pentru Siguranța Alimentelor Gorj. Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου – Κοινωνική πολιτική – Οδηγία 1999/70/ΕΚ – Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP – Διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου – Βοηθός κτηνίατρος στον τομέα των κτηνιατρικών υγειονομικών ελέγχων – Δημόσιος τομέας – Ρήτρα 5, σημείο 1 – Μέτρα για την πρόληψη της καταχρήσεως των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου – Έννοια των “αντικειμενικών λόγων” που δικαιολογούν τις συμβάσεις αυτές – Αντικατάσταση κενών θέσεων εν αναμονή ολοκληρώσεως διαγωνισμών.


C-2012/2004

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται: 1) Η ρήτρα 5, σημείο 1, στοιχείο α΄, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999 και η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα της οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου η οποία δικαιολογείται από το γεγονός και μόνον ότι προβλέπεται σε γενική νομοθετική ή κανονιστική διάταξη κράτους μέλους. Αντιθέτως, η έννοια των «αντικειμενικών λόγων» κατά την εν λόγω ρήτρα απαιτεί να δικαιολογείται η χρήση αυτού του ειδικού τύπου σχέσεων εργασίας, όπως προβλέπεται στην εθνική ρύθμιση, από την ύπαρξη συγκεκριμένων στοιχείων που άπτονται, μεταξύ άλλων, της σχετικής δραστηριότητας και των συνθηκών ασκήσεώς της.2)  Η ρήτρα 5 της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, η οποία θεωρεί ότι μόνον οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου μεταξύ των οποίων δεν μεσολαβεί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 20 εργασίμων ημερών πρέπει να θεωρούνται «διαδοχικές», υπό την έννοια της εν λόγω ρήτρας.3) Υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, η συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου έχει την έννοια ότι, εφόσον η εσωτερική έννομη τάξη του οικείου κράτους μέλους δεν περιέχει, στον συγκεκριμένο τομέα, άλλο αποτελεσματικό μέτρο προς αποφυγή και, ενδεχομένως, προς επιβολή κυρώσεων για την καταχρηστική χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, η εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο εμποδίζει την εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας η οποία απαγορεύει απολύτως, στον δημόσιο τομέα και μόνον, τη μετατροπή σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου μιας σειράς διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου οι οποίες, στην πραγματικότητα, αποσκοπούσαν στην κάλυψη «παγίων και διαρκών αναγκών» του εργοδότη και πρέπει να θεωρηθούν καταχρηστικές.4)      Σε περίπτωση εκπρόθεσμης μεταφοράς στην έννομη τάξη του οικείου κράτους μέλους μιας οδηγίας και εφόσον δεν υφίσταται άμεσο αποτέλεσμα των σχετικών διατάξεων της οδηγίας αυτής, τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν, στο μέτρο του δυνατού, να ερμηνεύουν το εσωτερικό δίκαιο, μετά τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της εν λόγω οδηγίας, υπό το φως του κειμένου και του σκοπού της οδηγίας αυτής, προκειμένου να επιτευχθούν τα επιδιωκόμενα από αυτήν αποτελέσματα, προκρίνοντας την ερμηνεία των εθνικών κανόνων που είναι η πλέον σύμφωνη προς τον σκοπό αυτό, για να καταλήξουν έτσι σε λύση συμβατή προς τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας.


ΑΠ/20/2007

ΠΕΡΙΛΗΨΗ:Σύμβαση εργασίας. Διάκριση μεταξύ ορισμένου και αορίστου χρόνου. Η σύναψη συνεχομένων συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου καθιστούν αυτή ως αορίστου με τις νόμιμες συνέπειες λύσης της. Συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου με το δημόσιο για την κάλυψη πρόσκαιρων αναγκών. Κρίση ότι υπό το καθεστώς του άρ. 103 Σ οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου με το δημόσιο δεν μετατρέπονται σε αορίστου. Η θέση αυτή είναι σύμφωνη και με το κοινοτικό δίκαιο. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση που έκρινε ότι οι συνεχείς συμβάσεις ορισμένου χρόνου καθίστανται αορίστου. Αντίθετη γνώμη μειοψηφίας. (Αναιρεί τη 9518/2005 ΜΠρΑθ - Ασφαλιστικά μέτρα) - (Ομοια η 19/2007 ΑΠ(ΟΛΟΜ)).


Υπόθεση C-378/07 έως C-380/07

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 23ης Απριλίου 2009. Κυριακή Αγγελιδάκη και λοιποί κατά Οργανισμού Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ρεθύμνης (C-378/07), Χ...κατά Δήμου Γεροποτάμου (C-379/07) και ...κατά Δήμου Γεροποτάμου (C-380/07). Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Μονομελές Πρωτοδικείο Ρεθύμνης - Ελλάς. Οδηγία 1999/70/ΕΚ - Ρήτρες 5 και 8 της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου - Συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στον δημόσιο τομέα- Πρώτη ή μοναδική σύμβαση - Διαδοχικές συμβάσεις - Ισοδύναμο νομοθετικό μέτρο - Υποβάθμιση του γενικού επιπέδου προστασίας των εργαζομένων - Μέτρα για την πρόληψη των καταχρήσεων - Κυρώσεις - Απόλυτη απαγόρευση μετατροπής των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου στον δημόσιο τομέα - Συνέπειες της μη ορθής μεταφοράς μιας οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο - Ερμηνεία σύμφωνη με την οδηγία. Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-378/07 έως C-380/07.


1999/70/ΕΚ

Οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP


ΑΠ/ΟΛ/19/2007

Αναίρεση εισαγγελέα ΑΠ - Ασφαλιστικά μέτρα - Διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου - Απαγόρευση μετατροπής συμβάσεων ορισμένου σε αορίστου χρόνου -.


ΜΠρΑθ/625/2007

Διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου - Απαγόρευση μετατροπής των συμβάσεων ορισμένου σε αορίστου χρόνου - Ορθός χαρακτηρισμός έννομης σχέσης - Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου - Δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας -.


ΝΣΚ/439/2012(Atom)

Α.Ε.Ι. – Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας (Ε.Λ.Κ.Ε.) – Δυνατότητα σύναψης ή μη συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου με ερευνητές και λοιπό τεχνικό βοηθητικό προσωπικό.α) Επιτρέπεται στον Ε.Λ.Κ.Ε. να απασχολεί το επιστημονικό και το τεχνικό βοηθητικό προσωπικό εκτός από σύμβαση έργου και με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, για την εκτέλεση ορισμένου έργου ή υποστήριξη ερευνητικού προγράμματος, μετά την ολοκλήρωση του οποίου η σύμβαση αυτή παύει να ισχύει αυτοδικαίως. β) Ως προς το επιστημονικό προσωπικό, το Α.Σ.Ε.Π. έχει αρμοδιότητα να ελέγξει τόσο τις προκηρύξεις όσο και τους πίνακες επιλογής, αυτεπαγγέλτως ή κατ’ ένσταση υποψηφίων, μόνο για λόγους νομιμότητας. Αντιθέτως, για το λοιπό προσωπικό, πλην του προσωπικού Υ.Ε., το Α.Σ.Ε.Π. εγκρίνει ή τροποποιεί την προκήρυξη πριν τη δημοσίευσή της. γ) Η κατά τα άνω σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου δεν θα θεωρηθεί αργότερα ως αορίστου χρόνου αν έχει διάρκεια μέχρι ορισμένου χρονικού σημείου ή μέχρι την επέλευση ορισμένου βεβαίου γεγονότος ή μέχρι την εκτέλεση ορισμένου έργου ή υποστήριξη ορισμένου ερευνητικού προγράμματος, μετά την περάτωση του οποίου ή την επέλευση του βεβαίου γεγονότος ή του χρονικού σημείου, παύει να ισχύει αυτοδικαίως κατά σαφή όρο της σύμβασης. Η διάρκεια της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένη με γραπτό όρο της σχετικής σύμβασης εργασίας και να δικαιολογείται από τη φύση αυτής. Σε περίπτωση διαδοχικών συμβάσεων εργασίας, που δεν μπορεί ως αριθμός να υπερβαίνει τις τρεις, αυτές αιτιολογημένα πρέπει να καλύπτουν αυστηρά πρόσκαιρες ή απρόβλεπτες και ουδέποτε πάγιες ανάγκες της υπηρεσίας, προς αποφυγή καταστρατηγήσεων του νόμου. Ενδέχεται, όμως, μία σύμβαση ορισμένου χρόνου να θεωρηθεί ως αορίστου από το Δικαστήριο.

ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)/130/2014

Μη νόμιμη η καταβολή μηνιαίων αποδοχών σε δύο (2) υπαλλήλους δημοτικού ν.π.δ.δ., με σύμβαση εργασίας ι.δ.ο.χ., οι οποίοι  παραιτήθηκαν για να συμμετάσχουν στις δημοτικές εκλογές της 18ης Μαϊου, δυνάμει του άρθρου 14 του ν. 3852/2010, καθόσον μη νομίμως οι ανωτέρω επανήλθαν στην υπηρεσία, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 του ν. 1735/1987, διότι οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν έχουν εφαρμογή στο προσωπικό με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Περαιτέρω, οι υπάλληλοι αυτοί δε δύνανται να θεωρηθούν ως απασχολούμενοι με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, επειδή απασχολούνταν αδιάλειπτα με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου από το 2003, καθώς η διάταξη του άρθρου 21 παρ.3 του ν.2190/94, σύμφωνα με την οποία προσλήφθηκαν, απαγορεύει την αναγνώριση των συμβάσεών τους ως αορίστου. 

ΕΣ/Τ1/112/2007

Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου που αποτελεί την τέταρτη ανανέωση προηγουμένων συμβάσεων και συνιστά μη νόμιμη διαδοχική σύμβαση κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 1 του π.δ. 164/2004.Μη σύννομη επίσης η πρόσληψη προαωπικού ορισμένου χρόνου που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες.