Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΥΠΕΧΩΔΕ/914/2009

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Κοινοποίηση Πρακτικών της 5ης Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 4ης Μαρτίου 2009, κατά τα οποία στις συμβάσεις που ανατέθηκαν και εκτελούνται με τις διατάξεις του Ν.3316/05, δεν επιβάλλεται στις αμοιβές των μελετητών, κατά την πληρωμή των πιστοποιήσεων, η πρόσθετη έκπτωση 5% έως 15%, η οποία επιβλήθηκε με τις ΚΥΑ Α3ε/03/267/11-11-1974 και Δ17α/01/120/Φ.4.8-19-10-1988.Επισυνάπτονται τα πρακτικά


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ7/0050/2008

Κατ αποκοπή αμοιβή μελετών με απευθείας ανάθεση.μελετών .Μη νόμιμη διότι δεν διενεργήθηκε η εκ ποσοστού 5% έκπτωση, που προβλέπεται στις Γ2/0/1/161/31.10.1975 και Δ17α/01/120/Φ.4.8./88 ΚΥΑ.


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)106/2013

«Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου ......»(…) Ειδικότερα, για τη νόμιμη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης πρέπει να υπάρχουν επιπρόσθετες εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης και είτε δεν ήταν δυνατόν να διαχωριστούν από τεχνική και οικονομική άποψη από την κύρια σύμβαση είτε ήταν αναγκαίες για την ολοκλήρωση και την τελειοποίησή της, ενώ περαιτέρω οι εργασίες αυτές πρέπει να οφείλονται σε περιστάσεις, που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την σύναψη της αρχικής σύμβασης. Κατά την πάγια νομολογία δε του Δικαστηρίου τούτου (βλ. αποφάσεις Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3210, 2489/2011, πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 412, 296/2010, 279, 277/2008) ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού του αρχικού συμβατικού αντικειμένου ή η διαφορά στην αμοιβή της αναδόχου που προκαλείται συνεπεία αυτού, δεν αφορά σε μελέτες πρόσθετες ή νέες που δύνανται να περιληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση.  Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται απλώς η αύξηση του προϋπολογισμού του αρχικού αντικειμένου ώστε να καλυφθούν οι διαφορές στην κοστολόγηση, οι οποίες προέκυψαν κατά την εκτέλεσή του και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ενταχθούν σε συμπληρωματική σύμβαση (απόφαση VI Τμήματος 2503/2009). Εξάλλου, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών εργασιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής, σε κάθε περίπτωση δε οι συμπληρωματικές αυτές εργασίες εκτελούνται μόνο μετά την σύνταξη συγκριτικού πίνακα που τις περιλαμβάνει, ο οποίος εγκρίνεται πριν εξαντληθεί η συνολική προθεσμία για την περαίωση του μελετητικού έργου (βλ. πράξεις VII Τμήματος 182/2009, 279/2008).(..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως συνήφθη η 1η Συμπληρωματική Σύμβαση της κρίσιμης μελέτης, διότι η μεν αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της αμοιβής των γεωλογικών μελετών δεν μπορεί να περιληφθεί, ως αυτοτελές κονδύλιο σε συμπληρωματική σύμβαση, καθόσον δεν αφορά σε πρόσθετες ή νέες μελέτες που χρειάζεται να εκπονηθούν εξαιτίας της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων, οι δε ρυθμίσεις της Υ.Α. οικ.37691/12.9.2007, με τις οποίες μεταβλήθηκαν οι προδιαγραφές και η διαδικασία εκπόνησης των γεωλογικών μελετών Γ.Π.Σ./Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., αφενός δεν συνιστούν περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, καθώς είχαν ήδη τεθεί σε ισχύ σε χρονικό διάστημα προγενέστερο της υπογραφής αυτής (στις 14.9.2007, ενώ η αρχική σύμβαση υπεγράφη στις 16.1.2008), αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 9 της από 10.7.2006 διακήρυξης του διαγωνισμού, έπρεπε να αποτελούν το θεσμικό πλαίσιο εκπόνησης των μελετών της αρχικής σύμβασης, ενώ για την πρόσθετη αμοιβή των μελετητών από το ενδεχόμενο της τροποποίησης του ισχύοντος κατά το χρόνο δημοσίευσης της προκήρυξης θεσμικού πλαισίου (της Υ.Α. ΥΠΕΧΩΔΕ 9572/1845/2000), που αφορούσε το σκέλος της γεωλογικής διερεύνησης της μελέτης, είχε προβλεφθεί μέρος του ποσού των 30.000,00 ευρώ, το οποίο είχε προστεθεί στην προεκτιμώμενη αμοιβή της αρχικής σύμβασης. Επιπλέον, μη νομίμως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 περ. β΄ της Υ.Α. 37691/12.9.2007, η ανάδοχος εταιρεία δεν διέθετε πτυχίο στην κατηγορία 20 του Μητρώου μελετητών Δημοσίων Έργων, έλλειψη η οποία δεν καλύπτεται από το πτυχίο του ειδικού συνεργάτη της μελετητή, καθώς οι επικαλούμενες μεταβατικές διατάξεις της ως άνω Υ.Α. δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω, εφόσον ρυθμίζουν περιπτώσεις μελετών που κατά το χρόνο ισχύος των κρίσιμων διατάξεων (στις 14.9.2007) ήδη βρίσκονταν σε εξέλιξη και όχι μεταγενεστέρως ανατεθεισών μελετών(…)

ΕλΣυμ/Τμ.Μ.επτ.συνθ/3032/2011

Αναθεώρηση της 2204/2011 πράξης του 6ου Τμ. του ΕλΣυνεδρίου.Η διάταξη διακήρυξης, με την οποία τίθεται ως κριτήριο ποιοτικής επιλογής των υποψηφίων η προηγούμενη εκτέλεση παρόμοιων με την υπό ανάθεση σύμβαση υπηρεσιών και ορίζεται ελάχιστο ύψος αυτών, πρέπει να είναι συμβατή με την αρχή της αναλογικότητας, ήτοι η θέσπιση ενός τέτοιου περιορισμού να μη βαίνει πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, άλλως παρεμποδίζει δυσανάλογα το άνοιγμα των δημοσίων συμβάσεων στον ευρύτερο δυνατό ανταγωνισμό. Και τούτο, διότι η διασφάλιση της συμμετοχής του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού επιχειρήσεων στους δημόσιους διαγωνισμούς εντάσσεται στους επιδιωκόμενους από τους κοινοτικούς κανόνες σκοπούς (πρβλ. σχετ. Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 19.5.2009,C-538/07, Assitur και της 23.12.2009, C-305/08, CΟNISMΑ). Η Σύμβουλος Χρυσούλα Καραμαδούκη είχε την ακόλουθη ειδικότερη γνώμη: Οι διατάξεις του άρθρου 20 παρ. 1 του ν. 3316/2005 και του άρθρου 2 παρ. 1 της απόφασης 10883/12.3.2007 του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ., που έχει εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 45 παρ. 1 του ως άνω νόμου, με βάση τις οποίες επιβλήθηκε με τους όρους 18.2 και 18.3 του άρθρου 18 της επίμαχης διακήρυξης περιορισμός ως προς τον μέγιστο επιτρεπόμενο αριθμό συμπραττόντων μελετητών και δικηγόρων ανά υποψήφιο ανάδοχο σχήμα, κατά το μέρος που εισάγουν παρέκκλιση αναφορικά και μόνο με τις αναθέσεις τοπογραφικών μελετών από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.». Ενόψει του σκοπού της εταιρείας αυτής, της ιδιαιτερότητας, αλλά και της έκτασης του αντικειμένου των προς ανάθεση μελετών, της ανάγκης άμεσης και παράλληλης εκτέλεσής τους και ταυτόχρονης περαίωσης όλων των μελετών σε όλη την επικράτεια της χώρας, είναι θεμιτές και δικαιολογημένες, ο δε θεσπιζόμενος με αυτές περιορισμός τελεί σε εύλογη συνάρτηση με τις απαιτήσεις του συνόλου των προς ανάθεση μελετών, με συνέπεια να μην παρεμποδίζεται ουσιωδώς η ανάπτυξη ανταγωνισμού ή να περιορίζεται η διαφάνεια ή να ανακύπτουν ζητήματα άνισης μεταχείρισης των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων, με την έννοια δε αυτή οι ως άνω διατάξεις δεν έρχονται σε αντίθεση με τις επιταγές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με τις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων.


ΕΣ/Τ7/78/2008

Ελ.Συν./Τμ.VII/78/2008.Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν.1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις ήδη ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 25 του ν.2738/1999, με τις οποίες αντικαταστάθηκε το άρθρο 35 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν.1416/1984, υπενθυμίζεται ο αναπτυξιακός χαρακτήρας του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφέρεται ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (βλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ. Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (βλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε ανεπίτρεπτη, κατά το άρθρο 277 παρ. 8 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, επιχορήγηση της δημοτικής επιχείρησης (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (βλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.).


ΣτΕ/377/2008

Διαγωνισμός για την ανάθεση εκπόνησης μελέτης. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της απόρριψης της προσφοράς της αιτούσας σύμπραξης διότι εταιρεία-μέλος της δεν διέθετε εταιρικό πτυχίο της καλούμενης τάξης για κατηγορία μελέτης. 10. Επειδή, η Επιτροπή, εκτιμώντας τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς και λαμβάνοντας υπ' όψη ότι, πρώτον, κατά τη Διακήρυξη, η οποία δεν προκύπτει ότι είχε αμφισβητηθεί από τα αιτούντα Γραφεία Μελετών, οι διαγωνιζόμενοι προσκομίζουν πτυχίο κατάταξης στις καλούμενες κατηγορίες και τάξεις και ότι η εγγραφή τους στα μητρώα πρέπει να είναι σε ισχύ κατά την ημερομηνία λήξης της παραλαβής των φακέλων συμμετοχής στο διαγωνισμό και δεύτερον, κατά το άρθρο 6 παρ. 2 του Π.Δ. 799/1978, η προθεσμία εντός της οποίας υποχρεούται η Διοίκηση να διενεργεί τις μεταβολές της κατάστασης των μελετητών και γραφείων μελετών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η προαγωγή πτυχίου είναι εξηκονθήμερη από την υποβολή της σχετικής αίτησης και όχι τριακονθήμερη (δεδομένου ότι η προθεσμία των 30 ημερών αφορά ανανέωση πτυχίου ή αναθεώρηση πτυχίου λόγω αποχωρήσεως ή θανάτου ή αντικαταστάσεως μέλους Γραφείου Μελετών), κρίνει ότι η βασιμότητα των προβαλλομένων αιτιάσεων κατά του αποκλεισμού της σύμπραξης των αιτούντων Γραφείων δεν πιθανολογείται σοβαρά Και τούτο διότι, ανεξαρτήτως του ότι η συμπράττουσα εταιρεία «..... .............» δεν προσκόμισε, με τον φάκελλο των δικαιολογητικών, πτυχίο της καλούμενης τάξης στην κατηγορία μελέτης 27, όπως ρητώς απαιτεί η Διακήρυξη, πάντως, κατά την ημερομηνία λήξης της παραλαβής των φακέλων συμμετοχής στο διαγωνισμό (20.12.2007), δεν είχε παρέλθει η ανωτέρω 60ήμερη προθεσμία από την υποβολή της αίτησής της στη Διοίκηση (9.11.2007) για την προαγωγή του πτυχίου από την Β΄ στη Γ΄ τάξη. Επίσης, σύμφωνα με τη Διακήρυξη, σε περίπτωση της μη προσκόμισης από διαγωνιζόμενο του απαιτούμενου πτυχίου, η Αναθέτουσα Αρχή οφείλει να προχωρήσει στον αποκλεισμό του από το διαγωνισμό και συνεπώς τα περί υπέρβασης των άκρων της διακριτικής ευχέρειας, κατά τον αποκλεισμό της σύμπραξης των αιτούντων Γραφείων, δεν φαίνεται να ευσταθούν. 11. Επειδή, κατόπιν αυτών πρέπει να απορριφθεί η αίτηση και να γίνει δεκτή η παρέμβαση. Διά ταύτα Απορρίπτει την αίτηση.»


ΕλΣυν/Κλιμ.7/191/2015

Μελέτες.(....) Κατόπιν αυτών και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα : Α) Ο λόγος διαφωνίας ότι, κατά παράβαση του άρθρου 209 παρ. 4 του ν. 3463/2006,  δεν αιτιολογείται η αδυναμία εκτέλεσης της μελέτης από την τεχνική υπηρεσία του Δήμου, είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης. Και τούτο διότι, η επίμαχη ανάθεση έγινε, κατ΄ επίκληση του άρθρου 268 παρ. 1 του ν. 3463/2006, το οποίο δεν προβλέπει ως πρόσθετη προϋπόθεση     για την εφαρμογή του την αδυναμία εκτέλεσης των σχετικών υπηρεσιών ή μελετών από την τεχνική υπηρεσία του Δήμου. Β) Ο λόγος διαφωνίας ότι δεν προκύπτει η προεκτιμώμενη αμοιβή κάθε επιμέρους μελέτης που περιλαμβάνεται στο αντικείμενο της υπό έλεγχο ανάθεσης, σύμφωνα με τα αντίστοιχα πινάκια αμοιβής του ν. 3316/2005, είναι βάσιμος, καθόσον, όπως έγινε δεκτό στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, ακόμα και όταν η ανάθεση γίνεται κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 268 παρ. 1 του ν. 3463/2006, πρέπει να λάβει χώρα προεκτίμηση της αμοιβής σύμφωνα με τα αντίστοιχα πινάκια αμοιβής του ν. 3316/2005, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος του τρόπου υπολογισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης, και κατ’ επέκταση της νόμιμης διάθεσης του δημοσίου χρήματος, στην προκειμένη δε περίπτωση, όπως προεκτέθηκε, ο Δήμος δεν προέβη σε προεκτίμηση της αμοιβής των ανωτέρω μελετών, αλλά όρισε συνολική κατ΄ αποκοπή αμοιβή για το αντικείμενο της ανάθεσης, ύψους 40.950 ευρώ. Γ) Ο λόγος διαφωνίας ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί η καταχώριση της σύμβασης στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 του  ν. 4013/2011, είναι αβάσιμος. Και τούτο διότι στο άρθρο 8 της Π1/2380/2012 κοινής υπουργικής απόφασης ορίζεται ότι η υποχρέωση καταχώρισης των συμβάσεων που συνάπτουν οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης αρχίζει στις 2.5.2013, ως εκ τούτου κατά το χρόνο σύναψης της ελεγχόμενης σύμβασης στις 17.1.2013 ο Δήμος ....... δεν είχε τέτοια υποχρέωση για καταχώριση της σύμβασης στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων. Δ) Τέλος, ως προς το λόγο διαφωνίας ότι η δέσμευση της σχετικής πίστωσης δεν πραγματοποιήθηκε σε χρόνο προγενέστερο της απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία ανατέθηκε η εκπόνηση της μελέτης, (…) Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι κατά το οικονομικό έτος 2013 δεν έλαβε χώρα δέσμευση της σχετικής πίστωσης και συνακόλουθα ανατροπή αυτής κατά το οικονομικό έτος 2014, κατά παράβαση όσων ορίζονται στο άρθρο 4 του π.δ. 113/2010. Ως εκ τούτου, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη IV της παρούσας, είναι βάσιμος ο σχετικός λόγος διαφωνίας.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)224/2014

ΜΕΛΕΤΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ: Μη νόμιμη δαπάνη που αφορούσε καταβολή συνολικού ποσού 24.990 ευρώ στο φερόμενο ως δικαιούχο ……, και αφορά τον 1ο λογαριασμό της μελέτης(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι :  Α) Κατ’ αποδοχή του πρώτου λόγου διαφωνίας, στην από 31.8.2010 βεβαίωση της Διευθύντριας Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου ….. δεν αιτιολογείται, ειδικώς, η αδυναμία σύνταξης της μελέτης από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου, καθόσον αφενός μεν, με το δεδομένο ότι για τα σχολικά κτίρια υπάρχουν οι προδιαγραφές του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων και οι αντίστοιχες τυποποιημένες μελέτες του Ο.Σ.Κ.  είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός του Δήμου ότι για την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης απαιτούνταν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες δεν διέθεταν οι υπάλληλοι της τεχνικής του υπηρεσίας, αφετέρου η επικαλούμενη έλλειψη των κατάλληλων μέσων (τοπογραφικών οργάνων), πέραν του ότι προβάλλεται αορίστως, δεν αιτιολογεί γιατί ο Δήμος δεν είχε μεριμνήσει για την προμήθεια του εξοπλισμού και του λογισμικού σχεδιασμού που απαιτείται για την αποτελεσματική άσκηση  των αρμοδιοτήτων του. Τέλος, ως προς τον ισχυρισμό του Δήμου ότι από τον Απρίλιο του έτους 2010 ήταν απαραίτητη η σύνταξη μελέτης ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (Κ.ΕΝ.Α.Κ.), κατά το χρόνο δε ανάθεσης της μελέτης (Οκτώβριος 2010) η τεχνική υπηρεσία δε διέθετε την τεχνική κατάρτιση για την εκπόνηση της μελέτης ενεργειακής απόδοσης, αφενός μεν ο ειδικότερος αυτός λόγος δεν περιέχεται στην αιτιολογία της, από 31.8.2010 βεβαίωσης, περί αδυναμίας σύνταξης της μελέτης της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, αλλά προβάλλεται οψίμως  με το έγγραφο επανυποβολής του χρηματικού εντάλματος, αφετέρου ήδη πριν την έκδοση του ΚΕΝΑΚ ίσχυε ο ν. 3661/2008 (ΦΕΚ Α 89/19.5.2008), με τις διατάξεις του οποίου εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία με την Οδηγία 2002/91/ΕΚ       «Για την ενεργειακή απόδοση των κτι­ρίων» και ο οποίος προέβλεπε τη λήψη μέτρων για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων με την έκδοση κανονισμού ενεργειακής απόδοσης κτιρίων εντός σύντομης προθεσμίας έξι μηνών, καθιστούσε δε σαφείς τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρούνται αναφορικά      με τις νέες προδιαγραφές της ενεργειακής αποδόσεως των κτιρίων που θα κατασκευάζονταν. Β) Η αιτιολογία που περιέχεται στο εισηγητικό προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων έγγραφο του Δημάρχου …… και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει την κατά το νόμο έννοια του επείγοντος που δικαιολογεί την απευθείας ανάθεση της μελέτης, δηλαδή της άμεσης ανάγκης αντιμετωπίσεως μίας αιφνίδιας καταστάσεως, η δημιουργία της οποίας, μάλιστα, δεν ανάγεται στην σφαίρα επιρροής της αναθέτουσας αρχής καθόσον, στην προκειμένη περίπτωση, η μη επάρκεια των υφιστάμενων σχολικών υποδομών στο ανατολικό τμήμα της πόλης, δεν συνιστά αιφνίδιο γεγονός, αλλά αντιθέτως αποτελεί χρόνια κατάσταση, η αντιμετώπιση των συνεπειών της οποίας έπρεπε να λάβει χώρα εγκαίρως, στο πλαίσιο της ορθής και αποτελεσματικής λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης. Γ) Ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν προηγήθηκε δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν την υπογραφή της σύμβασης αναγγελία για δημοσίευση με τα κρίσιμα στοιχεία της στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. είναι αβάσιμος, καθόσον η σχετική αναγγελία δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. στις 12.12.2010. Δ) Βάσιμος είναι ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου, σύμφωνα με τον οποίο δεν προκύπτει ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών και υπηρεσιών και τούτο διότι τόσο στο 62865/31.8.2010 έγγραφο του Δημάρχου προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων όσο και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου αναφέρεται μεν ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία αυτή δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών, χωρίς, όμως, συγχρόνως να αναγράφεται, σύμφωνα με τη διατύπωση του νόμου, ότι δεν υπερβαίνει και το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση υπηρεσιών, ενώ ούτε από κάποιο άλλο στοιχείο του φακέλου προκύπτει ότι συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, ότι δηλαδή δεν υπάρχει υπέρβαση του 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση όχι μόνο μελετών, αλλά και υπηρεσιών. Ε) Και ο λόγος διαφωνίας ότι δεν κλήθηκαν για διαπραγμάτευση τρεις τουλάχιστον υποψήφιοι μελετητές, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων με τα νόμιμα προσόντα, παρίσταται βάσιμος, καθόσον στα κατά τον κρίσιμο χρόνο ανάθεσης της μελέτης έγγραφα δεν αναφέρεται ότι τηρήθηκε η προϋπόθεση αυτή του νόμου, ενώ δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη και δεν ασκούν επιρροή, καθόσον συντάχθηκαν τέσσερα έτη μετά τον κρίσιμο χρόνο της ανάθεσης, οι από 16.5.2014 υπεύθυνες δηλώσεις των αρχιτεκτόνων μηχανικών, μελετητών Δημοσίων Έργων, ….και……, σύμφωνα με τις οποίες προσκλήθηκαν στις 27.5.2010 από τον τότε Δήμαρχο με σκοπό τη διαπραγμάτευση για την ανάθεση της εν λόγω μελέτης, έλαβαν γνώση των όρων και του αντικειμένου της σύμβασης και δήλωσαν           ότι δεν ενδιαφέρονται να εκπονήσουν τη συγκεκριμένη μελέτη. ΣΤ) Ο λόγος διαφωνίας ότι το τιμολόγιο παροχής των σχετικών υπηρεσιών φέρει ημερομηνία μεταγενέστερη της διαχειριστικής περιόδου που ολοκληρώθηκε      η μελέτη δεν ασκεί επιρροή στην κανονικότητα της ελεγχόμενης δαπάνης και τούτο διότι η έκδοση του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της οικείας διαχειριστικής περιόδου δύναται μεν να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πλην όμως δεν συνεπάγεται δημοσιονομικές συνέπειες και ως εκ τούτου δεν θίγεται το κύρος του συγκεκριμένου δικαιολογητικού (βλ. σχετ. Πράξεις IV Τμήματος 50/1999, 153/2006, 23/2008, VII Τμ. 74, 103, 104/2011, Κλ.VII Tμ. 36/2012, 287/2013). Ζ) Ως προς το λόγο διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν υπάρχει απόφαση ανάληψης υποχρέωσης εντός του οικονομικού έτους 2013 που εγκρίθηκε η παράταση της προθεσμίας της μελέτης, ούτε και απόφαση ανατροπής αυτής, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ήδη από το χρόνο (6.10.2010) έγκρισης ανάθεσης της μελέτης (πρώτη ενέργεια για την εκτέλεση της δαπάνης) έπρεπε να εκδοθεί απόφαση ανάληψης υποχρέωσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 του β.δ. 17.5/15.6.1959, σχετική δε απόφαση ανάληψης υποχρέωσης και απόφαση ανατροπής αυτής έπρεπε να εκδοθεί και στα επόμενα οικονομικά έτη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο π.δ.113/2010.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/68/2016

Επιχορήγηση αθλητικού σωματείου...:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτό ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την επιχορήγηση του σωματείου από το Δήμο. Ειδικότερα, από το καταστατικό του προκύπτει ότι αποτελεί αθλητικό, κατά την έννοια του νόμου, σωματείο, ενώ από τη συνδυαστική επισκόπηση των κρισίμων στοιχείων του φακέλου (βλ. τον συνημμένο στην αίτηση του σωματείου προϋπολογισμό, ο οποίος εξειδικεύεται με τα στοιχεία που προσκομίζονται μεταγενεστέρως, ήτοι αναλυτικό προϋπολογισμό και αναλυτικό πρόγραμμα αγώνων και αθλητικών εκδηλώσεων) αποδεικνύεται ότι το συνολικό ποσό της επιχορήγησης προοριζόταν για την κάλυψη εξόδων που είναι άμεσα συνυφασμένα με εκδηλώσεις αθλητικού χαρακτήρα, δηλαδή αφενός συμμετοχή στα έξοδα διοργάνωσης των αγώνων κάθε αγωνιστικού τμήματος (αμοιβές ιατρών αγώνων, γραμματείας και διαιτητών) στο πλαίσιο διεξαγωγής του αντίστοιχου πρωταθλήματος καλαθοσφαίρισης και πετοσφαίρισης, αφετέρου στα έξοδα διοργάνωσης των εκδηλώσεων αθλητικού χαρακτήρα του σωματείου (φιλανθρωπικός αγώνας, τουρνουά). Εξαντλουμένης δε της επιχορήγησης για την οικονομική κάλυψη των προαναφερθεισών αθλητικών εκδηλώσεων, ο λόγος διαφωνίας περί κάλυψης με αυτή λειτουργικών αναγκών του σωματείου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Τέλος ο λόγος διαφωνίας περί υπερβάσεως του προσήκοντος μέτρου πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως διότι το μέτρο των δαπανών της κατηγορίας αυτής δεν συναρτάται με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, αλλά προσδιορίζεται κανονιστικά, ως προς το μέγιστο ύψος του, στο 1,5% των τακτικών εσόδων του Δήμου, η σχετική δε ψηφισθείσα πίστωση του προϋπολογισμού κείται εντός του νομίμου αυτού ορίου (βλ. την από 22.4.2015 βεβαίωση της προϊσταμένης διευθύνσεως οικονομικών υπηρεσιών του Δήμου). Σε κάθε περίπτωση, από την προδιαληφθείσα απόφαση 120/2015 του Δημοτικού Συμβουλίου προκύπτει αναλογική κατανομή του συνόλου της πιστώσεως σε 11 σωματεία, ενόψει δε του μεγάλου αριθμού των αθλητικών εκδηλώσεων, των πρωταθλημάτων στα οποία συμμετέχει και του πλήθους των αθλητών του σωματείου (αριθμεί περίπου 700 αθλητές καλαθοσφαίρισης και πετοσφαίρισης), δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι χρηματοδοτήθηκε υπέρμετρα, εις βάρος των υπολοίπων δικαιούχων. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος μη νομιμότητας της δαπάνης, το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2015, σε βάρος των πιστώσεων του οποίου αυτή εντέλλεται.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/2442/2020

ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:ζητείται η ανάκληση της 52/2020 πράξης του Αναπληρωτή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Π.Ε. .....Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα Δήμο, υφίσταται κατά χρόνο αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη διενέργεια του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας του σχεδίου της ως άνω δανειακής σύμβασης. Και τούτο διότι, όπως συνομολογείται με την προσβαλλομένη, η ελεγχόμενη δανειακή σύμβαση δεν έχει υπογραφεί ούτε έχει αρχίσει να εκτελείται, μη ασκούντος επιρροή του γεγονότος ότι οι επικαλούμενες συμβάσεις εκτέλεσης των δημοτικών έργων, για τη χρηματοδότηση των οποίων συνάπτεται, έχουν υπογραφεί και τα οικεία έργα έχουν ήδη αρχίσει να εκτελούνται. Η δε εκφερόμενη με την προσβαλλομένη συμπερασματική άποψη  ότι ο Επίτροπος είναι κατά χρόνο αναρμόδιος να επιληφθεί του προσυμβατικού ελέγχου στηρίζεται στην εσφαλμένη παραδοχή ότι η ελεγχόμενη δανειακή σύμβαση αποτελεί αναγκαίο προαπαιτούμενο για τις υπό εκτέλεση συμβάσεις των ανωτέρω δημοτικών έργων, καθόσον η δανειακή σύμβαση μπορεί να συναφθεί και πριν από την κατάρτισή τους, η οποία (κατάρτιση) απαιτείται για τον καθορισμό αποκλειστικά και μόνο του τελικού ύψους του δανείου ενδεχομένως με πρόσθετη πράξη και σε κάθε περίπτωση, δεν αποτελούν το αντικείμενο του παρόντος ελέγχου, δεδομένου ότι και αν ακόμη διαπιστωθεί ότι μη νομίμως συνάφθηκαν οι ανωτέρω συμβάσεις εκτέλεσης δημοτικών έργων για τη χρηματοδότηση των οποίων συνομολογείται το ελεγχόμενο δάνειο λόγω κατάτμησης του έργου «Βελτίωση αγροτικής οδοποιίας Δήμου ......» και αναγκασθεί ο Δ.Γ. να το επιστρέψει κατά το άρθρο 11 της 22766/9.4.2020 κυα., τούτο διενεργείται στο πλαίσιο άλλου ελέγχου και όχι κατά τον παρόντα προσυμβατικό έλεγχο (πρβ. Ε.Σ. Τμ. Μειζ. Επτ. Συνθ. 569/2017, VI Tμ. 642/2020). Περαιτέρω, εσφαλμένα γίνεται δεκτό ότι οι εν λόγω συμβάσεις έργων φέρονται ως «εκτελεστικές» της δανειακής σύμβασης, ενώ κατ’ ουσίαν πρόκειται για ανεξάρτητες και αυτοτελείς συμβάσεις, που αποβλέπουν στην πραγμάτωση ενός σκοπού, την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου, για την οποία με τη δανειακή σύμβαση εξασφαλίζονται οι οικονομικοί πόροι, τα κονδύλια, και με τη σύμβαση ανάθεσης έργου, αναδεικνύεται ο ανάδοχος αυτού, σε αντίθεση με τη σύναψη της εκτελεστικής σύμβασης που υλοποιείται στο πλαίσιο της αρχικής σύμβασης, με την οποία και αποτελεί ενιαίο σύνολο, με ταύτιση του ποιοτικού αντικειμένου της, και εξυπηρέτηση άμεσου κοινού στόχου της (πρβ. Ε.Σ. Ολ. Πρακτ. 6ης Γεν. Συν/σης της 6.3.2002). Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη, έσφαλε κρίνοντας ότι ο Αναπληρωτής Επίτροπος, στερείται κατά χρόνο σχετικής αρμοδιότητας ελέγχου του υποβληθέντος σχεδίου δανειακής σύμβασης και ως εκ τούτου οφείλει να απέχει του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας και για τον λόγο αυτή η προσβαλλομένη πρέπει να ανακληθεί, γενόμενης δεκτής της εξεταζόμενης προσφυγής.Ανακαλεί την 52/2020 Πράξη του Αναπληρωτή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Π.Ε.