Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Κλιμ.7/191/2015

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Μελέτες.(....) Κατόπιν αυτών και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα : Α) Ο λόγος διαφωνίας ότι, κατά παράβαση του άρθρου 209 παρ. 4 του ν. 3463/2006,  δεν αιτιολογείται η αδυναμία εκτέλεσης της μελέτης από την τεχνική υπηρεσία του Δήμου, είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης. Και τούτο διότι, η επίμαχη ανάθεση έγινε, κατ΄ επίκληση του άρθρου 268 παρ. 1 του ν. 3463/2006, το οποίο δεν προβλέπει ως πρόσθετη προϋπόθεση     για την εφαρμογή του την αδυναμία εκτέλεσης των σχετικών υπηρεσιών ή μελετών από την τεχνική υπηρεσία του Δήμου. Β) Ο λόγος διαφωνίας ότι δεν προκύπτει η προεκτιμώμενη αμοιβή κάθε επιμέρους μελέτης που περιλαμβάνεται στο αντικείμενο της υπό έλεγχο ανάθεσης, σύμφωνα με τα αντίστοιχα πινάκια αμοιβής του ν. 3316/2005, είναι βάσιμος, καθόσον, όπως έγινε δεκτό στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, ακόμα και όταν η ανάθεση γίνεται κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 268 παρ. 1 του ν. 3463/2006, πρέπει να λάβει χώρα προεκτίμηση της αμοιβής σύμφωνα με τα αντίστοιχα πινάκια αμοιβής του ν. 3316/2005, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος του τρόπου υπολογισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης, και κατ’ επέκταση της νόμιμης διάθεσης του δημοσίου χρήματος, στην προκειμένη δε περίπτωση, όπως προεκτέθηκε, ο Δήμος δεν προέβη σε προεκτίμηση της αμοιβής των ανωτέρω μελετών, αλλά όρισε συνολική κατ΄ αποκοπή αμοιβή για το αντικείμενο της ανάθεσης, ύψους 40.950 ευρώ. Γ) Ο λόγος διαφωνίας ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί η καταχώριση της σύμβασης στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 του  ν. 4013/2011, είναι αβάσιμος. Και τούτο διότι στο άρθρο 8 της Π1/2380/2012 κοινής υπουργικής απόφασης ορίζεται ότι η υποχρέωση καταχώρισης των συμβάσεων που συνάπτουν οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης αρχίζει στις 2.5.2013, ως εκ τούτου κατά το χρόνο σύναψης της ελεγχόμενης σύμβασης στις 17.1.2013 ο Δήμος ....... δεν είχε τέτοια υποχρέωση για καταχώριση της σύμβασης στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων. Δ) Τέλος, ως προς το λόγο διαφωνίας ότι η δέσμευση της σχετικής πίστωσης δεν πραγματοποιήθηκε σε χρόνο προγενέστερο της απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία ανατέθηκε η εκπόνηση της μελέτης, (…) Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι κατά το οικονομικό έτος 2013 δεν έλαβε χώρα δέσμευση της σχετικής πίστωσης και συνακόλουθα ανατροπή αυτής κατά το οικονομικό έτος 2014, κατά παράβαση όσων ορίζονται στο άρθρο 4 του π.δ. 113/2010. Ως εκ τούτου, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη IV της παρούσας, είναι βάσιμος ο σχετικός λόγος διαφωνίας.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ7/124/2009

Ανάθεση μελέτης με προγραμματική σύμβαση. Νομίμως συμβάλλεται ο Δήμος …... με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο …...., η δε συνυπογραφή της από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Έρευνας του ….... δεν καθιστά τον Ειδικό Λογαριασμό συμβαλλόμενο, αφού ο τελευταίος δεν αποτελεί φορέα ανεξάρτητο από το Πανεπιστήμιο ούτε διαφοροποιείται από το νομικό πρόσωπο του Πανεπιστημίου αλλά αποτελεί ειδικότερη υπηρεσία αυτού με διοικητική, διαχειριστική και δημοσιονομική αυτοτέλεια στην οποία θα περιέλθει το ποσό της αμοιβής για τη σύνταξη της μελέτης και επομένως ο τελευταίος (ειδικός λογαριασμός) δεν καθίσταται συμβαλλόμενος στην Προγραμματική Σύμβαση. Σε ότι αφορά όμως το ύψος της αμοιβής του μελετητή, αυτή υπερβαίνει σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, το όριο του 30% (3.213,66 ευρώ) του ανωτάτου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης, που ισχύει στη συγκεκριμένη κατηγορία μελέτης και επομένως πρέπει να γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου.


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/170/2017

ΜΕΛΕΤΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις ανωτέρω σκέψεις 1 και 2 της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο μοναδικός υποβαλλόμενος λόγος διαφωνίας της αναπληρώτριας Επιτρόπου είναι αόριστος. Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι η επίμαχη σύμβαση, για την πληρωμή της οποίας εξεδόθη το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, διέπεται, ως εκ του χρόνου έκδοσης (12.8.2016) της απόφασης του Δημάρχου περί απευθείας ανάθεσης αυτής,  από τον ν. 4412/2016 και όχι από τις διατάξεις του ν.3316/2005 και το άρθρο 209 του ν.3463/2006. Ειδικότερα, η αναπληρώτρια Επίτροπος δεν επικαλείται, αναφορικά με τον ανωτέρω υπό στοιχ. α΄ λόγο διαφωνίας της, την επαγωγή συγκεκριμένης νομικής πλημμέλειας ούτε προσδιορίζει τις ακριβείς έννομες συνέπειες που απορρέουν από το χαρακτηρισμό της σύμβασης ως μελέτης, η δε γενική αναφορά στην παραβίαση των διατάξεων του ήδη καταργηθέντος νόμου περί μελετών, χωρίς συγκεκριμενοποίηση και θεμελίωση ειδικότερων πλημμελειών, δεν μπορούν να αναπληρώσουν την απαιτούμενη πλήρη και ειδική αιτιολογία. Εξάλλου, η ως άνω αοριστία δεν δύναται να θεραπευθεί εκ μόνου του λόγου ότι η ίδια η διαφωνούσα αναπληρώτρια Επίτροπος έχει διαλάβει κρίση περί του ότι το αντικείμενο της ανατεθείσας σύμβασης εμπίπτει εννοιολογικά στις υπηρεσίες που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3316/2005. Τούτο, διότι η αναπληρώτρια Επίτροπος δεν προσδιορίζει τις ακριβείς έννομες συνέπειες που απορρέουν από τον ως άνω χαρακτηρισμό, δεδομένου ότι δεν υπάγει το πραγματικό της υπόθεσης σε κάποια παραβιασθείσα, κατά την άποψή της, νομική διάταξη. Κατά συνέπεια, εφόσον δεν προβάλλεται τουλάχιστον ένας ορισμένος λόγος διαφωνίας, η σχετική έκθεση είναι αόριστη και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, το δε ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα μπορεί να θεωρηθεί, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα διαγνωσθούν από την αναπληρώτρια Επίτροπο άλλοι λόγοι μη νομιμότητας ή μη κανονικότητας της δαπάνης υπό την ισχύ του εφαρμοστέου πλέον ν. 4412/2016 ή άλλων σχετικών νομοθετημάτων που διέπουν την ανωτέρω σύμβαση.


ΕλΣυν/Τμ.7/80/2012

Με το ν. 3316/2005 ο νομοθέτης άλλαξε τον τρόπο προσδιορισμού της τελικής αμοιβής του μελετητή, σε σχέση με τις ρυθμίσεις ν. 716/1977, σύμφωνα με τις οποίες γινόταν μεν προεκτίμηση αυτής (αμοιβής), πλην όμως η προεκτιμώμενη αυτή αμοιβή δεν αντιστοιχούσε, απαραιτήτως, στην τελικώς καταβαλλόμενη αμοιβή, αφού αυτή εξαρτάτο από αστάθμητους παράγοντες, όπως ο προϋπολογισμός του υπό κατασκευή έργου.Ειδικότερα, στο πλαίσιο της ανάγκης προσδιορισμού του συμβατικού και του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης, με τις νέες ρυθμίσεις προβλέπεται ότι η ελάχιστη αμοιβή του αναδόχου (η οικονομική του προσφορά) δεν δύναται να υπολείπεται της προεκτιμώμενης αμοιβής, όπως αυτή προκύπτει από τον Κανονισμό Προεκτιμώμενων Αμοιβών μελετών και υπηρεσιών. Ο Κανονισμός αυτός εφαρμόζεται υποχρεωτικά από τις αναθέτουσες αρχές και στις περιπτώσεις της διαδικασίας με διαπραγμάτευση.Συνεπώς και κατά τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, που προβλέπεται στο άρθρο 209 παρ. 3 του Δ.Κ.Κ. Τούτο δε διότι η διάταξη αυτή, με την οποία παρέχεται έρεισμα για την ανάθεση των μελετών κατά παρέκκλιση της τακτικής διαδικασίας, είναι στενά ερμηνευτέα. Κατ' ακολουθίαν, για την εφαρμογή της (30% επί του ανωτάτου ορίου αμοιβής Πτυχίου Α΄ Τάξης, ανά κατηγορία μελέτης) απαιτείται να προηγηθεί ο σαφής καθορισμός του ύψους της προεκτιμώμενης αμοιβής, όπως αυτός προκύπτει από τον ως άνω Κανονισμό. Ως εκ τούτου, όταν ο νομοθέτης ορίζει την εφαρμογή της κατά παρέκκλιση των διατάξεων της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας περί εκπόνησης μελετών, δεν αναφέρεται στο σύνολο των διατάξεων του ν. 3316/2005, αλλά η εξαίρεση αφορά μόνο στην παρέκκλιση από την τακτική διαδικασία ανάθεσης (βλ. πράξεις VII Τμ. 137, 168/2011).


ΕΣ/Τ7/268/2009

Οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες, που αφορούν στην εκπόνηση όμοιων από άποψη γνωστικού αντικειμένου μελετών – ήτοι μελετών της κατηγορίας 20 (γεωλογικές) - μη νομίμως επιμερίσθηκαν σε χωριστές πιστώσεις ανά τοπικό διαμέρισμα και ανατέθηκαν απευθείας, με βάση το ύψος της δαπάνης που προέκυψε από την εν λόγω κατάτμηση, χωρίς να ακολουθηθεί η ανοικτή ή κλειστή διαδικασία του ν. 3316/2005, καθόσον η συνολική δαπάνη αυτών ανέρχεται στο ποσό των 49.980,00 και, επομένως, υπερβαίνει το όριο των 21.423,00 ευρώ, μέχρι το οποίο είναι κατ΄ άρθρο 209 παρ. 3 του ν. 3463/2006 επιτρεπτή η απευθείας ανάθεση εκπόνησης μελέτης. Τέλος, ο προβαλλόμενος από τον Επίτροπο δεύτερος λόγος διαφωνίας περί παράβασης των διατάξεων του άρθρου 10 παρ. 2 του ν. 3316/2005 δεν μπορεί να εξετασθεί, δεδομένου ότι οι επίμαχες συμβάσεις δεν ανατέθηκαν κατ’ επίκληση των διατάξεων αυτών.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/85/2019

ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΙ ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα: 1) O πρώτος λόγος διαφωνίας είναι αβάσιμος, καθόσον στην 104/9.5.2016 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, επί της οποίας ερείδεται η εντελλόμενη δαπάνη, κατά το σκέλος της που αφορά στην παράσταση του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας,  τεκμηριώνεται επαρκώς, ενόψει και των συντρεχουσών περιστάσεων, η ανάγκη ανάθεσης της εν λόγω υπηρεσίας στον δικηγόρο που χειρίζεται την οικεία ποινική δικογραφία ήδη από το στάδιο της κύριας ανάκρισης και 2) ο δεύτερος λόγος διαφωνίας είναι ομοίως αβάσιμος, καθόσον ο τρόπος υπολογισμού των ωρών απασχόλησης του εν λόγω δικηγόρου προσδιορίζεται αναλυτικά στον από 3.10.2018 πίνακα αμοιβής του. Εξάλλου ο ίδιος λόγος, κατά το σκέλος του που αφορά το ύψος της επίμαχης χρονοχρέωσης, προβάλλεται αορίστως, καθόσον δεν προσδιορίζεται ειδικώς, κατά την εκτέλεση ποιων συγκεκριμένα υπηρεσιών δεν ίσχυε η χρονοχρέωση των ογδόντα (80) ευρώ ανά ώρα απασχόλησης. Τέλος, ο λόγος διαφωνίας της Αναπληρώτριας Επιτρόπου, περί μη ύπαρξης συμφωνίας για αμοιβή προσδιοριζόμενη ανάλογα με την ωριαία απασχόληση του εν λόγω δικηγόρου, προβάλλεται απαραδέκτως, δεδομένου ότι προβλήθηκε το πρώτον με την από 17.12.2018 έκθεση διαφωνίας.


ΕΣ/Τμ7(ΚΠΕ)317/2013

Καταβολή αμοιβής του για την εκπόνηση της μελέτης «Ανασύνταξη μελέτης έργου ‘‘Βελτίωση οδού ......-......’’».(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ανάθεση από το Δήμο στο φερόμενο ως δικαιούχο ιδιώτη μελετητή της σύνταξης της ως άνω μελέτης δεν είναι νόμιμη, καθόσον, κατά παράβαση του άρθρου 209 παρ. 4 του Κ.Δ.Κ., δεν παρατίθεται στην ως άνω απόφαση ανάθεσης ειδική αιτιολογία για την αδυναμία της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και Πολιτικής Προστασίας/Γραφείο Συγκοινωνιακών Υποδομών και Εγκαταστάσεων ως προς τη σύνταξη της ανατεθείσας μελέτης. Ειδικότερα, η περιεχόμενη, στο σώμα της οικείας, μνημονευθείσας στην προηγούμενη σκέψη, 141/27.9.2012 απόφασης ανάθεσης της Οικονομικής Επιτροπής ......, αιτιολογία είναι ελλιπής αφού περιορίζεται στην περιληπτική αναφορά του αντικειμένου της μελέτης και του στόχου αυτής παραθέτοντας τις διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 3 του ν. 3463/2006 για τη δυνατότητα απευθείας ανάθεση της μελέτης από το Δήμο, ενώ το αριθμ. 489/17.7.2012 έγγραφο του Προϊσταμένου της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου περιλαμβάνει μία γενική και αόριστη αιτιολογία, καθόσον αναφέρει συμπερασματικά ότι «….η Υπηρεσία μας, βάση της στελέχωσής της, δεν έχει την εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία για τη σύνταξη της ανωτέρω μελέτης…». Η δε εκ των υστέρων επιχειρούμενη, με το ως άνω από 9.8.2013 έγγραφο του Δημάρχου ......, αιτιολόγηση της ανάγκης σύναψης της ως άνω σύμβασης είναι ανεπαρκής δοθέντος ότι προβάλλεται εκ νέου ως λόγος αδυναμίας εκπόνησης της ως άνω μελέτης, οι εξειδεικευμένες γνώσεις που απαιτούνται για την εκπόνηση της μελέτης και η έλλειψη εμπειρίας των υπαλλήλων που στελεχώνουν την αρμόδια υπηρεσία, χωρίς όμως να προσδιορίζονται, με επίκληση συγκεκριμένων στοιχείων, οι ιδιομορφίες της ανατεθείσας μελέτης και οι ειδικές επιστημονικές γνώσεις που απαιτούνται γι΄αυτήν σε σχέση με τις μελέτες που συνήθως αναλαμβάνει, το υπαλληλικό προσωπικό του Δήμου καθώς και ποια είναι η ειδικότερη εμπειρία που απαιτείται να έχει ο μελετητής, την οποία αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το προσωπικό που στελεχώνει την αρμόδια υπηρεσία. Επίσης, και η έλλειψη εξειδικευμένου ηλεκτρονικού εξοπλισμού και λογισμικού σχεδιασμού οδών προβάλλεται αορίστως, ενώ σε κάθε περίπτωση, η έλλειψη αυτή και αληθής υποτιθέμενη, δεν αιτιολογεί την υπό κρίση ανάθεση, αφού δεν προκύπτει ειδικότερα γιατί ο Δήμος δεν έχει μεριμνήσει για την προμήθεια του εξοπλισμού καθώς και του απαιτούμενου λογισμικού σχεδιασμού οδών, εφόσον τούτο απαιτείται για την αποτελεσματική άσκηση της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του άρθρου 75 Ι.α.7. και Ι. γ. 15 του ν. 3463/2006, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του Ο.Ε.Υ., σχετικής αρμοδιότητάς του. Τέλος, αλυσιτελώς προβάλλεται ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η εκπονηθείσα μελέτη δεν υπερβαίνει το 30% της προεκτιμώμενης αμοιβής και είναι συμφέρουσα για το Δήμο, καθόσον δεν αφορά στον λόγο μη νομιμότητας της δαπάνης που έθεσε ο Επίτροπος με έκθεση διαφωνίας του, αλλά στις προϋποθέσεις που τίθενται με την παρ. 3 του άρθρου 209 του Κ.Δ.Κ. για την απευθείας ανάθεση μελέτης από το Δήμο, εφόσον όμως, προηγουμένως αιτιολογείται επαρκώς, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η αδυναμία της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου να την εκπονήσει.


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)198/2012

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:(...)Με αυτά τα δεδομένα και σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας, το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι παρίσταται αβάσιμος ο πρώτος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, δεδομένου ότι για την απευθείας ανάθεση εργασιών-υπηρεσιών ανά δημοτική ενότητα, δεν τίθεται από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 14 του ν.4071/2012 η επιπρόσθετη προϋπόθεση της τμηματικής (ανά δημοτική ενότητα) ανάθεσης αυτών. Εξάλλου, ο δεύτερος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου ερείδεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι οι επίμαχες εργασίες έπρεπε να ανατεθούν με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, πλην, όμως, για την ανάθεση αυτών, ενόψει του ότι η ανά δημοτική ενότητα εκτελεσθείσα εργασία δεν υπερέβαινε το όριο των 20.000,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., αρκούσε σχετική απόφαση του Δημάρχου σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 209 του ν.3463/2006. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες δαπάνες παρίστανται νόμιμες και τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής πρέπει να θεωρηθούν.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)285/2013

Δαπάνη πληρωμής της «Μελέτης ασφαλτόστρωσης οδού ...... – ......» και της «Μελέτης ασφαλτόστρωσης οδού ...... – ......». (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ανάθεση της εκπόνησης των ως άνω μελετών από το Δήμο στη φερόμενη ως δικαιούχο ομόρρυθμη εταιρεία, δεν είναι νόμιμη, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο διαφωνίας του Επιτρόπου, διότι κατά παράβαση του άρθρου 209 παρ. 4 του Κ.Δ.Κ., δεν παρατίθεται στις ως άνω αποφάσεις ανάθεσης ειδική αιτιολογία, για την αδυναμία των τεχνικών υπηρεσιών στη σύνταξη των ανατεθεισών μελετών και συνακόλουθα για την ανάγκη ανάθεσης αυτών σε τρίτο ιδιώτη. Η δε εκ των υστέρων επιχειρούμενη αιτιολόγηση της ανάθεσης αυτής είναι ανεπαρκής δοθέντος ότι ως λόγος αδυναμίας εκπόνησης των ως άνω μελετών αναφέρεται, η έλλειψη ειδικών γνώσεων του προσωπικού του Δήμου, χωρίς όμως να προσδιορίζεται η επιστημονική ειδικότητα στην οποία αντιστοιχούν οι γνώσεις αυτές λαμβανομένου υπόψη ότι το αντικείμενο της εν λόγω μελέτης αφορά σε προβλεπόμενες στον Ο.Ε.Υ. εργασίες που κατά κανόνα (άρθρο 209 παρ. 4 του ν.3463/2006, σκέψη ΙΙΙ), πρέπει να διεκπεραιωθούν από τους υπηρετούντες στο Γραφείο Τεχνικών Έργων του Δήμου μηχανικούς. Επίσης, και η έλλειψη εξοπλισμού προβάλλεται αορίστως αφού δεν προσδιορίζονται τα όργανα μετρήσεων καθώς και πόσα προγράμματα οδοποιίας απαιτούνται για την εκπόνηση τέτοιων μελετών, ενώ σε κάθε περίπτωση η έλλειψη αυτή, αληθής υποτιθέμενη, δεν δικαιολογεί τις υπό κρίση αναθέσεις αφού δεν προκύπτει ειδικότερα γιατί ο Δήμος δεν έχει μεριμνήσει για την προμήθεια του εξοπλισμού αφού αυτή απαιτείται για την άσκηση της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του άρθρου 75 παρ. Ι περιπτ. α) 7 και γ) 15 του ν. 3463/2006, σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του Ο.Ε.Υ., σχετικής αρμοδιότητάς του.


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)/199/2012

(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο διαφωνίας του Επιτρόπου, ότι μη νομίμως ανατέθηκε στη φερόμενη ως δικαιούχο του υπό κρίση χρηματικού εντάλματος η εν λόγω μελέτη, καθόσον αυτή αφορά σε αντικείμενο που εμπίπτει στα καθήκοντα και στις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Τμήμα Τεχνικών έργων και Κτηματολογίου προσωπικού του Δήμου ....., όπως προκύπτει από τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας αυτού. Περαιτέρω, από το αντικείμενο της ανατεθείσας μελέτης δεν προκύπτει ότι πρόκειται για ειδικής φύσεως εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, που αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το προσωπικό που υπηρετεί στο Δήμο, καθόσον, όπως αναφέρεται στο προαναφερθέν από 23.10.2012 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου, κατά τον χρόνο που αποφασίστηκε η απευθείας ανάθεση της εν λόγω μελέτης, στο Τμήμα Κτηματολογίου, υπηρετούσαν 6 μηχανικοί διαφόρων ειδικοτήτων, μεταξύ των οποίων και 3 αγρονόμοι- τοπογράφοι, ήτοι της ίδιας ειδικότητας με αυτή της αναδόχου, προσωπικό το οποίο κρίνεται επαρκές για την εκπόνηση της ανατεθείσας μελέτης. Σε κάθε δε περίπτωση ο αυξημένος φόρτος εργασίας των υπηρετούντων μηχανικών δεν δύναται να δικαιολογήσει την ανάθεση σε τρίτους της εκτέλεσης εργασιών που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντά τους. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου ότι η προεκτιμώμενη αμοιβή, με βάση την οποία ανατέθηκε απευθείας η ως άνω μελέτη, υπολογίστηκε κατά τρόπο αυθαίρετο, καθόσον με την επανυποβολή του υπό κρίση εντάλματος προσκομίστηκαν τα 13344/22.4.2010 και το 5.2.2010 έγγραφα του Διευθυντή των τεχνικών υπηρεσιών του Δήμου ....., τα οποία δεν αμφισβητούνται από τον Επίτροπο και από τα οποία προκύπτει ότι ο προσδιορισμός της προεκτιμώμενης αμοιβής υπολογίστηκε σύμφωνα με την ισχύουσα κατά τον χρόνο ανάθεσης απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Κατ’ ακολουθίαν, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν/Κλιμ.7/276/2015

Κατάτμηση ενιαίας μελέτης.(...)Με βάση τις ανωτέρω σκέψεις το Κλιμάκιο κρίνει επιπλέον ότι, ανεξαρτήτως του εσφαλμένου, κατά  τ’ ανωτέρω, υπολογισμού της προεκτιμώμενης αμοιβής της προμελέτης από την αναθέτουσα αρχή, μη νομίμως ανετέθη αυτοτελώς και κατ’ εφαρμογή της ίδιας ως άνω εξαιρετικής διάταξης η αρχιτεκτονική μελέτη εφαρμογής, καθόσον είχε ήδη προηγηθεί η απευθείας ανάθεση του σταδίου της προμελέτης, και επομένως για την ανάθεση της αρχιτεκτονικής μελέτης εφαρμογής ήταν πλέον αναγκαία η διενέργεια ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, κατά τις ειδικότερες προϋποθέσεις των άρθρων 5 παρ. 5 και 7 παρ. 1 του ν. 3316/2005, άλλως η ανάθεση με διαπραγματεύσεις κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 10  του ίδιου νόμου. Περαιτέρω, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος ο ισχυρισμός του Δήμου ...... ότι η προμελέτη και η μελέτη εφαρμογής νομίμως ανετέθησαν χωριστά, βάσει του άρθρου 209 παρ. 3 του ν. 3463/2006, καθόσον αυτές ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες και επομένως νομίμως υπολογίστηκε για κάθε μία από αυτές διαφορετική προεκτιμώμενη αμοιβή, η οποία υπολειπόταν του προβλεπόμενου ορίου. Και τούτο διότι, η μεν προμελέτη δεν ανήκει στην κατηγορία των ενεργειακών μελετών της περίπτωσης 14 του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 3316/2005, αλλά ενόψει του τρόπου προεκτίμησης της αμοιβής της θα πρέπει να ενταχθεί από την άποψη αυτή στην κατηγορία των αρχιτεκτονικών μελετών, ο δε υπολογισμός  της προεκτίμησης της αμοιβής γίνεται, κατά το νόημα του άρθρου 209 παρ. 3 του ν. 3463/2006, για όλα τα στάδια κάθε κατηγορίας μελέτης. Αντιθέτως, νομίμως ανατέθηκε η ηλεκτρομηχανολογική μελέτη εφαρμογής βάσει των εξαιρετικών διατάξεων του ως άνω άρθρου σε ένα και τελικό στάδιο εφαρμογής, δοθέντος ότι η προεκτιμώμενη αμοιβή αυτής (3.850 ευρώ) δεν υπερβαίνει το ποσοστό του 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης που ίσχυε για την κατηγορία των ηλεκτρομηχανολογικών μελετών της περίπτωσης 9 του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 3316/2005 και το οποίο ανέρχεται σε 4.532,4 ευρώ (15.108 x 30% = 4.532,4).