Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Φ 80000/10398/303/2013

Τύπος: Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:
ΦΕΚ: 1091/Β/02.05.2013
Τροποποίηση και συμπλήρωση της αριθ. Φ80000/10255/334/06.06.2012 (ΦΕΚ 1849/Β΄/13.6.2012) υπουργικής απόφασης «Καθορισμός διαδικασίας για την επιλογή κατάταξης σε κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία από τους ασφαλισμένους του Ο.Α.Ε.Ε.».

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Αριθμ.φ.80000/10255/334/2012

Καθορισμός διαδικασίας για την επιλογή κατάταξης σε κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία από τους ασφαλισμένους του Ο.Α.Ε.Ε.

ΔΙΕΣ/Φ2/50/998964/2015

Επιλογή κατάταξης σε κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία. (ΑΔΑ:ΩΚ2Η4691Ω3-ΓΓΞ)

ΔΙΕΣ/Φ13/21/1678706/2014

ΘΕΜΑ: Επιλογή κατάταξης σε κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία.ΑΔΑ 7ΣΚΖ4691Ω3-Σ0Κ

Φ.80020/44136/Δ.15.747/2016

Καθορισμός ποσοστού εισφοράς και ασφαλιστικών κατηγοριών στους αυτοτελώς απασχολούμενους ασφαλισμένους Τομέων Πρόνοιας που δεν υπάγονται σε ασφαλιστική κατηγορία.


ΝΣΚ/106/2020

Αν είναι νόμιμη η ένταξη υπαλλήλου του τέως Ο.Α.Ε.Ε. σε κατώτερη κατηγορία μετά την ανάκληση ισοτιμίας πτυχίου ως προσόντος διορισμού σε ανώτερη κατηγορία και σε θετική περίπτωση αν η ένταξη αυτή ανατρέχει νομίμως στο χρόνο ανάκλησης της ισοτιμίας του πτυχίου.(...)Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα ΣΤ΄) ομόφωνα απέχει από την έκδοση γνωμοδότησης επί του εν θέματι ερωτήματος.


Φ.80020/55164/Δ.15.957/2017

Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. Φ.80020/44136/Δ.15.747/20.10.2016 υπουργικής απόφασης (Β΄ 3455) “Καθορισμός ποσοστού εισφοράς και ασφαλιστικών κατηγοριών στους αυτοτελώς απασχολούμενους ασφαλισμένους Τομέων Πρόνοιας που δεν υπάγονται σε ασφαλιστική κατηγορία”.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/290/2019

Καταβολή αποδοχών σε υπάλληλο...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος από τον διαφωνούντα Αναπληρωτή Επίτροπο λόγος είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη. Και τούτο διότι, κατά τη μετάταξη της φερόμενης ως δικαιούχου υπαλλήλου σε κενή οργανική θέση του Δήμου … κατηγορίας Π.Ε., δεν μπορούσε να συνυπολογιστεί, για την κατάταξή της σε μισθολογικό κλιμάκιο της κατηγορίας αυτής, ο χρόνος προϋπηρεσίας που είχε διανυθεί στην κατηγορία Δ.Ε. του κλάδου Δ.Ε. Φύλαξης, καθόσον αυτή δεν εκτελούσε καθήκοντα ανάλογης φύσης και προσόντων αφού, κατά τα προεκτέθεντα, κατά τη μετάταξη υπαλλήλου σε ανώτερη κατηγορία δεν δικαιολογείται μισθολογική εξέλιξη λόγω χρόνου υπηρεσίας είτε στον ίδιο φορέα είτε σε διαφορετικό που διανύθηκε σε θέση κατώτερης κατηγορίας. Επομένως, η προσμέτρηση της διαδραμείσας στην κατώτερη κατηγορία Δ.Ε. προϋπηρεσίας της ως άνω υπαλλήλου ως προϋπηρεσίας αυτής στην ανώτερη κατηγορία Π.Ε. προς την οποία μετατάχθηκε και η, συνεπεία αυτής, μισθολογική κατάταξή της σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο είναι μη νόμιμη. Τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι η οικεία απόφαση μισθολογικής κατάταξης της εν λόγω υπαλλήλου εκδόθηκε κατά τον χρόνο που ίσχυαν οι διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 25 του ν. 4354/2015, όπως ισχύουν, τροποποιηθείσες από το άρθ. 63 του ν. 4587/2018, καθώς, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, πρόκειται περί διατάξεων αντισυνταγματικών, οι οποίες, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής. Εξάλλου, η προεκτεθείσα κρίση δεν αναιρείται από το γεγονός ότι αυτή είχε διοριστεί αρχικά, με την 21460/11.9.2008 (Γ΄891/25.9.2008) απόφαση του Δημάρχου …, στην κατηγορία Π.Ε. του κλάδου Π.Ε. 23 Δημοτικής Αστυνομίας, έως την κατάργηση αυτής, και ακολούθως μετατάχθηκε, ελλείψει αντίστοιχης θέσης στην κατηγορία αυτή, στην κατηγορία Δ.Ε. του κλάδου Δ.Ε. Φύλαξης, δοθέντος ότι κατά το ως άνω χρονικό διάστημα αυτή αν και κατείχε το διακριτικό της κατηγορίας Π.Ε. τυπικό προσόν (τίτλο σπουδών), δεν ασκούσε καθήκοντα και αρμοδιότητες ανάλογων προσόντων της κατηγορίας αυτής (Π.Ε.) από την θέση (Δ.Ε.) στην οποία είχε μεταταχθεί. Κατόπιν τούτων, μη νομίμως η φερόμενη ως δικαιούχος υπάλληλος κατατάχθηκε στο 5ο μισθολογικό κλιμάκιο της κατηγορίας Π.Ε., με βασικό μισθό 1.328,00 ευρώ, ενώ αυτή έπρεπε, κατ’ ορθήν ερμηνεία των διατάξεων του ν. 4354/2015, να καταταγεί στο 1ο μισθολογικό κλιμάκιο Π.Ε., με βασικό μισθό  1.092,00 ευρώ, το οποίο είναι το πλησιέστερο ποσοτικά με το, μέχρι τη μετάταξή της λαμβανόμενο, 4ο  μισθολογικό κλιμάκιο της κατηγορίας Δ.Ε., του οποίου ο βασικός μισθός ανερχόταν σε 1.038,00 ευρώ. Συνεπώς, εκ του λόγου αυτού η δαπάνη είναι μη νόμιμη κατά το μέρος που εντέλλεται ποσό αποδοχών που υπερβαίνει τις αποδοχές που αντιστοιχούν στο 1ο Μ.Κ. της κατηγορίας Π.Ε., στο οποίο η υπάλληλος έπρεπε να καταταχθεί. Κατά τη γνώμη όμως του μειοψηφούντος ως άνω μέλους του Κλιμακίου, ορθώς η ανωτέρω κατατάσσεται στο 5ο μισθολογικό κλιμάκιο Π.Ε., δοθέντος ότι είχε καταταγεί στην κατηγορία Π.Ε. και για περιορισμένο χρονικό διάστημα (2014-2019), ελλείψει αντίστοιχης οργανικής θέσεως, κατατάχθηκε και άσκησε καθήκοντα Δ.Ε., επανακατατασσομένης πλέον στην κατηγορία (Π.Ε.) που αντιστοιχεί στα τυπικά της προσόντα.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/248/2013

ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά σε προηγούμενη νομική σκέψη (υπό ΙΙ Β), το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, στον βαθμό που υπερβαίνει την αναλογία των 2/3 της εκ του νόμου υποχρεωτικής ασφαλιστικής εισφοράς αναστολής, όπως αυτή διαμορφώνεται βάσει του άρθρου 4 του π.δ/τος 125/1993. Και τούτο, διότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, βάσει των άρθρων 21 παρ.11 του ν. 3959/2011 και του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 1868/1989, όπως ισχύει, αναλόγως εφαρμοζομένου στο εν αναστολή τελούν νομικό επιστημονικό προσωπικό της εν λόγω Ανεξάρτητης Αρχής, υποχρεούται σε καταβολή της ως άνω αναλογίας επί της ασφαλιστικής εισφοράς αναστολής, την οποία επιβάλλεται εκ του νόμου να καταβάλλουν οι υπηρετούντες σ’ αυτήν δικηγόροι και όχι σε καταβολή της ίδιας αναλογίας επί των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στην εκάστοτε επιλεγείσα από αυτούς ασφαλιστική κατηγορία, τα όσα δε αντίθετα προβάλλει η υπέρ της καταβολή των εισφορών νομικός με το από 27.7.2012 υπόμνημά της είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Περαιτέρω, η εν λόγω νομικός αλυσιτελώς επικαλείται την 408/25.7.2007 εγκύκλιο του Ταμείου Νομικών, συμφώνως προς την οποία, βάσει του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 1868/1989, οι απασχολούντες δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής οφείλουν να καταβάλλουν τα 2/3 της μονομερώς επιλεγμένης από τους τελευταίους ασφαλιστικής κατηγορίας, αφού ο νόμος δεν προβλέπει συναίνεση του Εργοδότη, καθόσον ανεξαρτήτως της μη περιβολής της εν λόγω εγκυκλίου με νομική δεσμευτικότητα (βλ. Ελ. Συν. πρ. Ι Τμ. 202, 50/2011, 153/2009), αυτή αφορά σε κατηγορία εμμίσθων δικηγόρων μη τελούντων σε καθεστώς αναστολής εν αντιθέσει προς τους νομικούς της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η ως άνω δε διάταξη εφαρμόζεται μόνο αναλόγως, κατ’ άρθρο 21 παρ. 11 του ν. 3989/2011 και όχι ευθέως στο επιστημονικό προσωπικό της εν λόγω Ανεξάρτητης Αρχής, για το οποίο έχει κατά νόμο ανασταλεί η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος. Επίσης, η επίκληση αποφάσεως του ιδίου ως άνω Ταμείου ως προς την δυνατότητα του νομικού επιστημονικού προσωπικού των Ανεξαρτήτων Αρχών να επιλέγει αν και τελεί σε αναστολή, ασφαλιστική κατηγορία ανώτερη της εκ του νόμου υποχρεωτικής (βλ. την 179/3.10.2012 απόφαση της Διοικούσης Επιτροπής του Ταμείου Νομικών), παρίσταται αλυσιτελής, δοθέντος ότι μία τέτοια επιλογή, εμπίπτουσα στο σύστημα της όλως προαιρετικής υπαγωγής σε ανώτερο επίπεδο ασφαλιστικής καλύψεως, ουδόλως συνεπάγεται ελλείψει σχετικής ειδικής προς τούτο ρυθμίσεως την αυτόθροη μετακύλιση στην Αρχή του αντιστοίχου ασφαλιστικού βάρους, ήτοι της αναλογίας των 2/3 όχι επί της εκ του νόμου υποχρεωτικής αλλά επί της επιλεγμένης ασφαλιστικής κατηγορίας (βλ. άλλωστε και την 181/17.10.2012 απόφαση της Διοικούσης Επιτροπής του Ταμείου Νομικών περί ευχέρειας και όχι υποχρεώσεως των Ανεξαρτήτων Αρχών να καλύψουν την αναλογία της επιλεγμένης ασφαλιστικής κατηγορίας που όμως θα διερρήγνυε κατά τα εκτεθέντα σε προηγούμενη νομική σκέψη τον αναγκαστικό χαρακτήρα των ισχυουσών για τους δημοσίους φορείς μισθολογικών και ασφαλιστικών διατάξεων). Τέλος, αβασίμως ισχυρίζεται τόσο η Επιτροπή Ανταγωνισμού με το έγγραφο υποβολής του οικείου τίτλου πληρωμής προς θεώρηση όσο και η υπέρ ης οι ασφαλιστικές εισφορές νομικός ότι διά της μη καταβολής της αναλογίας των 2/3 της αντιστοιχούσης στην επιλεγείσα από την τελευταία ασφαλιστική κλάση ετησίας εισφοράς επέρχεται η ασφαλιστική της υποβάθμιση και καθίσταται ασφαλιστικώς μη ενήμερη για το επίμαχο ασφαλιστικό έτος (2011). Και τούτο, διότι κατά τα προεκτεθέντα, η Ανεξάρτητη Αρχή υποχρεούται κατά νόμο σε κάλυψη των 2/3 της εισφοράς αναστολής της εν λόγω δικηγόρου, αφού αυτή συνιστά πλέον την ασφαλιστική υποχρέωση της τελευταίας έναντι του Ταμείου, τυχόν δε διατήρηση εκ μέρους της ανώτερης ασφαλιστικής κατηγορίας ανάγεται στην σχέση της ιδίας με τους οικείους ασφαλιστικούς φορείς και στο σύστημα προαιρετικής μείζονος ασφαλιστικής καλύψεως, χωρίς να επιδρά στο ύψος της υποχρεωτικής συμμετοχής της Αρχής στην τακτική εισφορά αναστολής, όπως αυτή διαμορφώνεται στο νόμο.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/57/2019

Καταβολή αναδρομικών μισθοδοσίας:..Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η μετάταξη του φερόμενου ως δικαιούχου νομίμως διενεργήθηκε, λαμβανομένου υπόψη ότι αυτός κατείχε τουλάχιστον τριετή προϋπηρεσία τεχνίτη και απολυτήριο τίτλο δευτεροβάθμιας, ήτοι ανώτερο της υποχρεωτικής, εκπαίδευσης, απορριπτομένων ως αβασίμων των προβαλλομένων με τη διαφωνία επ’ αυτού, κυρίως δοθέντος και ότι δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο ότι η συγκεκριμένη θέση ΔΕ Εργάτη προϋποθέτει την κατοχή άδειας ασκήσεως επαγγέλματος ηλεκτροσυγκολλητή. Περαιτέρω, όμως, είναι βάσιμος ο προβαλλόμενος με την έκθεση διαφωνίας λόγος αναφορικώς προς τη μη νομιμότητα των εντελλομένων για το μισθολογικό κλιμάκιο. Αντιθέτως, μη νομίμως, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τη διαφωνία, προσμετρήθηκε η διαδραμείσα στην κατηγορία ΥΕ προϋπηρεσία, ως προϋπηρεσία στην κατηγορία ΔΕ και, συνεπεία αυτής, κατετάγη ο υπάλληλος στο 4ο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ, ενώ, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην υπό στοιχείο ΙΙ.Γ. νομική σκέψη της παρούσας, αυτός έπρεπε, κατ’ ορθήν ερμηνεία των διατάξεων του ν. 4354/2015, να καταταγεί στο 2ο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ, με βασικό μισθό 918,00 ευρώ, το οποίο είναι το πλησιέστερο ποσοτικά με το, μέχρι τη μετάταξή του λαμβανόμενο, 4ο μισθολογικό κλιμάκιο ΥΕ, του οποίου ο βασικός μισθός ανερχόταν σε 909,00 ευρώ. Συνεπώς, εκ του λόγου αυτού η δαπάνη είναι μη νόμιμη, κατά το μέρος αυτής με το οποίο εντέλλεται ποσό διαφοράς αποδοχών υπερβαίνουσας τη διαφορά των εν λόγω μισθολογικών κλιμακίων, χωρίς την κρίση αυτή να αναιρεί η ψήφιση των διατάξεων των άρθρων 44 του ν. 4569/2018 (Α΄ 179/11.10.2018) και 63 του ν. 4587/2018 (Α΄ 218/24.12.2018), οι οποίες, ως εκ του χρόνου της κατάταξης του υπαλλήλου στο ανωτέρω μισθολογικό κλιμάκιο (27.12.2017), δεν την καταλαμβάνουν, ως ψηφισθείσες και τεθείσες σε ισχύ σε χρόνο μεταγενέστερο αυτής (ΕΣ Ι Τμ. πράξεις 45, 51/2018). Τέλος, αναφορικώς προς την συνεντελλόμενη με το ανωτέρω χρηματικό ένταλμα, προσωπική διαφορά του ν. 4024/2011, μη νομίμως αυτή συμπεριελήφθη στις αποδοχές της νέας θέσης, καθόσον, μετά την κατά τα ανωτέρω μετάταξή του από κατώτερη σε ανώτερη κατηγορία, μεταβλήθηκαν τα στοιχεία που τη δημιούργησαν και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα καταβολής της, ενώ, περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4024/2011 δεν ορίστηκε η διαφορά αυτή ως πρόσθετη παροχή.Κατόπιν τούτων, οι εντελλόμενες με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνες είναι εν μέρει μη νόμιμες και, ως εκ τούτου, το χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΤΜ.1/41/2018

Ζητείται η ανάκληση της 140/2018 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο I Τμήμα(...)Το Κλιμάκιο, λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω πραγματικά δεδομένα, έκρινε ότι η κατάταξη της ως άνω υπαλλήλου στο 4ο Μ.Κ. της κατηγορίας Δ.Ε., μετά τη μετάταξή της, ήταν μη νόμιμη, καθώς αυτή έπρεπε, κατ’ ορθή ερμηνεία των διατάξεων του ν. 4354/2015, να καταταγεί στο 3ο Μ.Κ. της κατηγορίας Δ.Ε., με βασικό μισθό 978,00 ευρώ, το οποίο είναι το πλησιέστερο ποσοτικά με το, μέχρι τη μετάταξή της λαμβανόμενο, 4ο Μ.Κ. της κατηγορίας Υ.Ε., στο οποίο αντιστοιχούσε βασικός μισθός ύψους 909,00 ευρώ.Με βάση τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη 3, έτσι που έκρινε το Κλιμάκιο ορθά τις διατάξεις του άρθρου 70 του ν. 3528/2007 και του Κεφαλαίου Β΄ του ν. 4354/2015 ερμήνευσε και εφάρμοσε, τα δε περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με την ένδικη αίτηση είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Περαιτέρω, ο προβαλλόμενος με την αίτηση ισχυρισμός του Ε.Φ.Κ.Α. ότι νομίμως η εν λόγω υπάλληλος κατατάχθηκε, από 30.11.2017, στο 4ο Μ.Κ. της ανώτερης κατηγορίας (Δ.Ε.), αφού κατείχε, από του διορισμού της, απολυτήριο λυκείου (από το έτος 1994), είναι αβάσιμος, διότι νομικά κρίσιμο γεγονός είναι η κατηγορία στην οποία εντάχθηκε κατά το χρόνο του διορισμού της (Υ.Ε.), σε συνδυασμό με τα καθήκοντα που ασκούσε, που ήταν εκείνα της υπαλλήλου κατηγορίας Υ.Ε.. Επομένως, το γεγονός ότι διέθετε απολυτήριο λυκείου ήδη από το έτος 1994 δεν δύναται να την εξομοιώσει με υπαλλήλους που εξαρχής εντάχθηκαν στην κατηγορία Δ.Ε., ασκώντας παράλληλα και τα αντίστοιχα καθήκοντα  Τέλος, η επικαλούμενη από τον αιτούντα Οργανισμό διάταξη του άρθρου 44 του ν. 4569/2018 (Α΄179), με την οποία προστέθηκε παράγραφος 13 στο  άρθρο 25 του ν. 4354/2015, που προβλέπει τη λήψη υπόψη, για τη μισθολογική κατάταξη σε Μ.Κ. των μετατασσόμενων υπαλλήλων από κατώτερη σε ανώτερη κατηγορία εκπαίδευσης, του συνόλου της υπηρεσίας που είχε διανυθεί και λαμβανόταν υπόψη για τη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη αυτών στα Μ.Κ. της κατώτερης εκπαιδευτικής βαθμίδας, δεν καταλαμβάνει την κρινόμενη περίπτωση, ως εκ του χρόνου διενέργειας της επίμαχης κατάταξης (30.11.2017), καθόσον η διάταξη αυτή ισχύει από τη δημοσίευση του ν. 4569/2018 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (11.10.2018) και, ως εκ τούτου, δεν ασκεί επιρροή σε μισθολογικές κατατάξεις υπαλλήλων που έλαβαν χώρα σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης ισχύος της και μάλιστα μετά από κρίση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου, η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη